Όχι άλλα ψέματα

Σηκώθηκε από το κρεβάτι με ένα γδούπο, φαινόταν μισοκοιμισμένος.

Πατέρας: Και εσύ ρε νόμιζες ότι δεν θα τα μάθαινα, είχες το θράσος να μου πεις και ψέμματα.

Έρικα: Για ποιο πράγμα;

Ψέλλισα.

Πατέρας: Για τους αστυνομικούς, έδωσες τον πατέρα σου για να σώσεις το τομάρι σου. Άθλιες!

Χτυπάει τα πόδια του στο πάτωμα.

Έρικα: Δεν σου είπα ψέμματα, δεν τους κάλεσα εγώ.

Φοβόμουν, έβαλα τη Νάντια να σταθεί πιο πίσω, να με χρησιμοποιήσει και σαν ασπίδα αν χρειαστεί για αν γλιτώσει.

Πατέρας: Δε σε πιστεύω εσένα ρε!

Μου πέταξε το τηλεκοντρόλ, αποδομήθηκε στα δύο αφού έπεσε στο πάτωμα μετά τον ελιγμό μου.

Πατέρας: Εσύ φταις, σε μισώ!

Μου ρίχνει το φωτιστικό, σπάει στα πόδια μας, γύρω θρύψαλα. Έπαιρνε ότι έβρισκε μπροστά του και μας το έριχνε. Προστάτεψα με το σώμα μου τη κολλητή μου, κάποια με πέτυχαν, τα σημεία αυτά έκαιγαν, έβραζαν, δεν ένιωθα πόνο ο θυμός μου ήταν δυνατότερος.

Έρικα: Δεν έφταιγα εγώ! Εσύ ήσουν αυτός που κατέστρεψε την οικογένειά μας και δεν θα σε αφήσω να το κάνεις και στη Νάντια!

Ούρλιαξα, απεγνωσμένη και αμέσως μετά μετανιωμένη. Φυσούσε και ξεφυσούσε σα μανιασμένος ταύρος σε πεδίο μάχης. Το χρώμα του κόκκινου πανιού που αποτελούσα εγώ, αντανακλώνταν στο πρόσωπό του.

Είχε γίνει κατακόκκινος. Η ανάσα μου εναρμονίστηκε με το ανεβοκατέβασμα του θώρακός μου, γρήγορο, βραχύ.

Πατέρας: Τι τολμάς να μου προσάπτεις;

Έρικα: Ξέρεις πολύ καλά. Μπαίνεις και κλέβεις στο διαμέρισμά τους,

Μου ξαναπετάει κάτι βαρύτερο από τα υπόλοιπα, γύρισα αστραπιαία το κεφάλι μου και αντί για το πρόσωπο με πέτυχε πάνω ακριβώς από το αυτί μου, στο πλάι.

Πατέρας: Δεν το έκανα εγώ, σιγά μη πέσω στο επίπεδό σου.

Έρικα: Μη το αρνείσαι, ξέρουμε ότι είσαι εσύ, έχουμε αποδείξεις

Πίστευα ότι έτσι θα τον ξεγελούσα. Έβαλε τα γέλια, γελούσε με μανία, νευρικά.

Πατέρας: Είσαι τρελή! Λες να κωλώνω να παραδεχτώ κάτι στα μούτρα σου; Μμ ε; Ξαναρωτάω, λες λοιπόν να κωλώνω; Πάρτε δρόμο τώρα, όταν σε ξαναδώ μπροστά μου ορκίζομαι ότι θα σε σκοτώσω!

Επιφυλακτικά και με τη φίλη μου κολλημένη στη πλάτη μου, περπάτησα προς τα πίσω δίχως να θέλω να αποσπάσω τη προσοχή μου από πάνω του. Βγήκαμε, και αρχίσαμε να τρέχουμε πίσω στο σπίτι της, λαχανιάζαμε καθώς με μεγάλες δρασκελιές προσπαθούσαμε να καλύψουμε την απόσταση γρήγορα, κάναμε σαν αρπακτικά που όμως τους είχε αποστερηθεί η λεία, τρέχαμε γιατί αυτός ήταν ο σκοπός μας.

Ο τρόπος που μας έδωσε η φύση για να επιβιώσουμε. Κατρακυλήσαμε σχεδόν στο κρεβάτι της, ευτυχώς για ακόμη μία φορά ήμασταν μόνες. Σκοτάδι παντού. Σχεδόν δε μπορούσα να μας ξεχωρίσω.

Νάντια: Αυτό ήταν..

Μη βρίσκοντας τα λόγια για να το χαρακτηρίσει και ταυτόχρονα να μη με προσβάλει άφησε τη φράση της ημιτελή.

Νάντια: Πιστεύεις ότι λέει την αλήθεια, δεν το κάνει αυτός;

Έρικα: Βέβαια, δεν τον άκουσες;

Τα λόγια μας κοφτά, τρεμουλιαστά, με ένταση μέσα τους από το ξαφνικό τρέξιμο. Με κοιτάει διστακτικά.

Νάντια: Δε ξέρω αν πρέπει να τον εμπιστευτώ..

Έρικα: Όχι, είναι βίαιος. Αλλά και ταυτόχρονα τρομερά βίαιος και με τα λόγια του. Δεν θα έχανε την ευκαιρία να μας προσβάλει και να μας το πει κατάμουτρα αν το είχε κάνει. Τον είδες, άρχισε να μας πετάει πράγματα χωρίς έλεος. Είναι θρασύς και ξεδιάντροπος.

Νάντια: Όντως..

Φάνηκε προσωρινά σα να μετάνιωσε αυτό που είχε ξεστομίσει αλλά μόλις είδε την ήπια αντίδρασή μου χαλάρωσε ξανά.

Νάντια: Άρα ήμαστε πάλι στο μηδέν, Δεν έχει κανείς ιδέα για το ποιοι είναι οι διαρρήκτες..

Είχε δίκαιο. Ένιωθα σα να είχαν εκμηδενιστεί όλες οι προσπάθειές μας. Βέβαια, γνώριζα πως αυτό δεν ήταν αλήθεια μιας και είχαμε αποκλείσει πολλούς υπόπτους. Βέβαια, και πάλι η λίστα μας είχε εξαντληθεί δεν είχαμε ιδέα ποιος άλλος θα μπορούσε να ευθύνεται. Δεν ξέρω πραγματικά....

Νάντια: Πάω να ανάψω μερικά κεριά, να μη καθόμαστε έτσι.

Μετά από αρκετή ώρα σηκώθηκε αφού είχε ανακτήσει τις δυνάμεις της. Εγώ περίμενα καρφωμένη στο κρεβάτι. Είχα βρεθεί μόλις αντιμέτωπη με τον χειρότερό μου φόβο, και μάλιστα ανταπεξέλθηκα σε αυτόν.

Του μίλησα, είπα πως αισθάνομαι. Εξέφρασα την αλήθεια μου. Μικρές δέσμες φωτιάς εμφανίστηκαν γύρω μου καθώς η Νάντια άναβε τα κεριά. Κάθισε ξανά δίπλα μου και εγώ ανασηκώθηκα για να φτάσω στο ίδιο επίπεδο με εκείνη. Μου χαμογελάει.

Νάντια: Τουλάχιστον η μητέρα μου είναι εμφανώς καλύτερα.

Έρικα: Ναι, πάει κάτι καλά...

Νάντια: Έι, όχι μόνο κάτι. Οι αγώνες σας δεν είναι την επόμενη εβδομάδα;

Αναφωνεί παιχνιδιάρικα.

Έρικα: Ναι... το είχα σχεδόν ξεχάσει.

Νάντια: Να ακόμη ένα καλό! Θα σκίσετε είμαι σίγουρη και εσύ και ο Ορφέας!

Έρικα: Ναι.. ας πούμε.

Νάντια: Δεν θέλω ηττοπάθειες. Είπα θα σκίσετε και έτσι θα γίνει.

Γέλασα. ήταν τόσο αποφασισμένη να ελέγξει κάτι που πρακτικά δεν εξαρτώταν από εκείνη. Ήλπιζα τουλάχιστον να ήταν σωστή σε αυτό.

Νάντια: Είναι σχεδόν 9 και μισή.. Θέλεις να κοιμηθούμε;

Αγνοώ την πληροφορία τις ώρας. Ήμουν αρκετά τεταμένη για να αφεθώ. 

Έρικα: Λίγο αργότερα..

Οι υπόλοιποι είχαν γυρίσει. Αφήσαμε το χώρο γύρο μας να μεταβάλετε όσο εμείς παραμέναμε ακίνητες. Σταθερές σε αυτό το συνεχώς μεταβαλλόμενο μέρος που ονομάζεται ζωή. Οι εξελίξεις ήταν γρήγορες από μόνες τους, μας προλαβαίνουν όσο καλή και να είσαι στο τρέξιμο.

Αφεθήκαμε λοιπόν να μας παρασύρουν, δεν είχε νόημα πλέον να προσπαθήσουμε να τις ξεπεράσουμε αφού είχαμε δει ότι αυτό δεν δούλευε.

Νάντια: Θα μιλήσω, θα μιλήσω στον πατέρα μου.

Έστρεψα απότομα προς εκείνη. Η φωνή της είχε καταστρέψει τελείως την ησυχία και τη γαλήνη μου.

Έρικα: Μμμ;

Μούγκρισα παραξενεμένη. Τι εννοούσε;

Νάντια: Θα του πω ότι τα ξέρω όλα. Για την αίρεση, για τα βιβλία..

Έρικα: Είσαι σίγουρη για αυτό; Είχες πει ότι προσπαθούσες να συλλέξεις πρώτα αρκετά στοιχεία.

Νάντια: Προσπαθήσαμε Έρικα. Προσπαθήσαμε αρκετά. όχι άλλα ψέματα, έχει έρθει η στιγμή για όλα να ξεκαθαρίσουν.


Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top