Εκβιασμός
Μετά το τηλεφώνημα του Στέφανου, είμαι περίεργη να δω τι συνέβη, αλλά πρώτα θέλω να πάω να δω το μωράκι. Έτσι πάμε με την μητέρα μου σπίτι και εγώ ετοιμάζομαι. Αυτό δεν μπορούν να μου το στερήσουν, ακόμα και να μην μου το δίνουν σπίτι. Το δέσιμο που έχω με αυτό το μικρό πλασματάκι, είναι ανεξήγητο, όμως δεν γίνεται να το σταματήσω. Η αύρα του, η ζεστασιά της μωρουδίστικης αγκαλιάς με αναζωγωνούν. Ίσως πάλι ακόμα είναι το πένθος, η απώλεια από το πρόσφατο παρελθόν μου. Τώρα με όλα αυτά επιστρέφουν πάλι στην επιφάνεια τα αισθήματα μου.
Είναι πράγματα που φοβάμαι να ομολογήσω ακόμα και στον εαυτό μου. Πήγα στην Αθήνα για να ξεφύγω από το νησί, αλλά ο λόγος που έκανα σχεδόν δυο χρόνια να έρθω τελευταία και ήρθα εξαιτίας του ατυχήματος, είναι άλλος. Κράτησα κάποια πράγματα κρυφά από όλους. Μια εγκυμοσύνη και μια γέννα, η οποία δεν είχε καλή κατάληξη το μωρό. Η διάρκεια ζωής του παρέμεινε για λίγες ώρες, καθώς με ενημέρωσαν ότι έφυγε από την ζωή.
Το μωράκι βέβαια αυτό δεν αγαπήθηκε από τον πατέρα του, όχι ότι είχαμε και δεσμό. Το πλασματάκι δημιουργήθηκε από μένα και έναν διάσημο τραγουδιστή, όπου έτυχε να περάσουμε κάποιες νύχτες μαζί. Όταν ανακάλυψα την εγκυμοσύνη μου το ξεκαθάρισε ότι δεν πρέπει να μιλήσω σε κανέναν γι' αυτό, ότι και να αποφασίσω να κάνω. Αρνήθηκε την παραμικρή ανάμειξη. Μετά από αυτό ούτε ήθελα να τον ξανά δω. Ναι, όσα δεν επιθυμούσα μικρή, ήρθαν μπροστά μου στην πορεία της ζωής μου.
Με τις σκέψεις αυτές μπαίνω στο αστυνομικό τμήμα. Πετυχαίνω τον μικρό αστυνομικό, που ήρθε και σπίτι του Αλέξανδρου. Μου χαμογελάει, κάνοντας φανερές τις προθέσεις του. Τον παρατηρώ προσεκτικά. Φαίνεται καθαρός άνθρωπος, αν και δεν έχω πλέον εμπιστοσύνη σε κανέναν άγνωστο. Με κοιτάζει και εκείνος, ενώ μου μιλάει.
- Βλέπω άλλαξες στυλ ενδυμασίας. Ωραίο, αν και μπορώ να πω το πρωινό μου άρεσε καλύτερα.
- Ναι, γιατί μου αρέσει όταν με αιφνιδιάζουν, να κάνω το ίδιο και εγώ. Λοιπόν, τώρα εσύ σαν καλό παιδί, θα με πας να δω το μωράκι που είχα βρει.
Δείχνει στην αρχή σκεπτικός, αλλά στην πορεία γνέφει καταφατικά. Θα μου επιτρέψει ευτυχώς να το δω, βέβαια δεν ξέρω, αν ήταν εδώ ο άλλος αστυνομικός, αν θα ήταν το ίδιο ανεκτικός με αυτόν. Ο συγκεκριμένος μου έχει αδυναμία, οπότε και κάτι παράτυπο να ζητάω, θα με ακούσει. Με πηγαίνει στο ίδρυμα, όπου μια κοπέλα κρατάει το μωρό, όμως αυτό εξακολουθεί να κλαίει. Αντανακλαστικά τρέχω προς το μέρος του να το ηρεμήσω, λες και είμαι η μαμά του. Το παίρνω στην αγκαλιά μου εγώ, χωρίς να ρωτήσω και το παρατηρώ.
Κάθε φορά που το επισκέπτομαι, είναι εμφανής η διαφορά. Μου ανταποδίδει το βλέμμα στα ίσα, σαν να επιχειρεί να με αναγνωρίσει. Ηρεμεί πράγματι, δεν ξέρω γιατί. Ίσως διακρίνει μια ομοιότητα που έχουμε στο χρώμα των ματιών. Είναι μάλλον και το μοναδικό κοινό που έχουμε. Εντάξει, πέρα από το φύλο, καθώς είναι κοριτσάκι. Η καρδιά μου χτυπάει σαν τρελή, όταν εμφανίζεται και ο Αλέξανδρος, προφανώς για δουλειές. Με εντοπίζει και μας πλησιάζει.
- Να σου πω κάτι, αλλά μην τρομάξεις. Σου πάει το μωράκι. Βέβαια, αν δεν κάνουμε κάτι σύντομα, μάλλον θα το στείλουν σε καμία μεγάλη πόλη. Με την κατηγορία πλέον που έχεις, είναι δύσκολο να το κρατήσουμε δίπλα σου. Να το πάρω και εγώ μια αγκαλιά;
Τον ακούω προσεκτικά με θλίψη, ενώ γνέφω θετικά στην ερώτηση του. Είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικός, μάλλον δεν έχει πάρει πολλά μικρά αγκαλιά. Όταν τα καταφέρνει, το μικρό ρεύεται και βγάζει γάλα από το στόμα του, ενώ του λερώνει το καθαρό πουκάμισο. Κοιταζόμαστε, ενώ γελάμε ταυτόχρονα. Παριστάνει τον θιγμένο.
- Σε μένα βρήκες μικρή να τα κάνεις όλα; Βλέπω στην Χαρά, ήσουν κυρία. Λοιπόν, εσύ μεγάλη, σε καμία ώρα σχολάω. Θες να πάμε καμία βόλτα ή σπίτι μου, να κάνουμε πράγματα;
Χαμογελάω πράγματικά ευτυχισμένη. Φαντάζομαι εμένα, τον Αλέξανδρο, το μωράκι, σαν μια οικογένεια. Ίσως έτσι ήταν τα πράγματα τώρα, αν δεν έφευγα Αθήνα και δεν τον απέφευγα. Του δίνω ένα απαλό φιλί στο στόμα, ενώ στην πορεία του απαντάω.
-Δεν έχει σημασία που θα περάσουμε την ώρα μας, αρκεί να την περάσουμε μαζί. Περίμενα τόσα χρόνια γι ' αυτό.
Καθόμαστε σε αυτό το κλίμα κι άλλα λεπτά, ενώ δεν μας κάνει την αίσθηση να αποχωριστούμε το μωράκι. Αφήνοντας το, βγαίνουμε έξω ενώ μου ρίχνει διάσπαρτα φιλιά ανά διαστήματα. Μέχρι που αλλάζουν οι δρόμοι μας για την ώρα και δεν ξέρω πως θα πετύχει το μεταξύ μας στο μέλλον. Γενικά πως έμπλεξα τα πράγματα έτσι. Σε λίγες μέρες θα πρέπει να επιστρέψω Αθήνα. Δουλειά, υποχρεώσεις στα μαθήματα και εγώ δημιουργώ συναισθήματα με τον Αλέξανδρο και ένα άγνωστο μωρό. Βρίσκομαι σε αδιέξοδο.
Κατευθύνομαι στο κέντρο υγείας, να μάθω επιτέλους τι έπαθε ο Στέφανος. Δυστυχώς στην είσοδο συναντάω την μητέρα του, αιτία της αποκάλυψης του χωρισμού των γονιών μου. Ποτέ δεν κατάφερα να την συμπαθήσω. Με αντιλαμβάνεται και έρχεται στο μέρος μου. Παίρνει τον λόγο.
- Γεια σου Χαρά. Θες να δεις τον γιο μου; Αυτήν την στιγμή δεν γίνεται. Βέβαια, ήθελα να μιλήσουμε οι δυο μας. Έχω σχέση με τον μεγαλύτερο αστυνομικό και μου είπε τις καταγγελίες είς βάρος σου και τα ψέματα του Αλέξανδρου, για να σε καλύψει. Εχθές ο Αλέξανδρος το βράδυ ήταν εδώ, πριν πάει σπίτι του. Για να μην σας καρφώσω, θα κάνεις το παιδί μου ευτυχισμένο, μέχρι να γίνει καλά. Σε θέλει.
Μένω άφωνη με αυτά που ακούω. Δεν υπάρχει περίπτωση φυσικά να της δώσω σημασία. Πρέπει εξάλλου να μάθω, τι έχει συμβεί. Χωρίς να το σκεφτώ, την αιφνιδιάζω σπρώχνοντας την και ανοίγοντας την πόρτα του δωματίου του Στέφανου. Πριν προλάβει να κάνει κάτι κλειδώνω την πόρτα. Παίρνω γρήγορες ανάσες, ενώ ενώ έρχομαι αντιμέτωπη με μια απροσδόκητη έκπληξη. Δεν είναι μέσα ο φίλος μου, αλλά ένας άγνωστος τριαντάρης, που δεν έχω ιδέα. Πάντως σίγουρα δεν πρόκειται για ασθενή.
Έχει επιβλητικό βλέμμα και με παρακολουθεί σαν γεράκι. Ποιος είναι αυτός και τι θέλει εδώ πέρα; Πάω να ανοίξω την πόρτα να φύγω, αλλά βάζει τα χέρια πάνω της και με εμποδίζει να βγω. Θα έχω θέμα μαζί του, είμαι σίγουρη. Πρέπει να βρω δικιολογία για την συμπεριφορά μου.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top