02. Accidentally, There Was An Accident
Ανοίγοντας τα μάτια μου, το πρώτο πράγμα που είδα ήταν το φως που ερχόταν από το μισάνοιχτο παράθυρο. Ενοχλημένη, τα ξαναέκλεισα αποζητώντας ελάχιστη γαλήνη, λίγο ύπνο ακόμα, κι ας ήξερα πως πιθανότατα είχα παρακοιμηθεί για άλλη μία φορά. Γύρισα πλευρό ελπίζοντας να έβλεπα τον Peter στο άλλο κρεβάτι, μόνο για να το δω άδειο και στρωμένο.
«Peter;» Φώναξα νυσταγμένα, περιμένοντάς να εμφανιστεί. Πράγμα που όμως δεν έγινε.
Ίσως να έχει βγει με τον Dylan ή έχει πάει για ψώνια;
Δύο λεπτά μακριά από αυτό το διαμέρισμα υπήρχε ένας μακρύς δρόμος με αλυσίδες μαγαζιών με ρούχα και φαγητό.
Έκλεισα ξανά τα μάτια μου, κλαίγοντας σχεδόν επειδή έπρεπε να σηκωθώ. Ένιωσα το σώμα μου τόσο χαλαρό και άνετο κάτω από το λεπτό σεντόνι που κάλυπτε το μικρόσωμο σώμα μου. Ήταν πραγματικά κρίμα που δεν μπορούσα να μείνω όλη μέρα στο δωμάτιο, στο κρεβάτι πιο συγκεκριμένα.
Άνοιξα τα μάτια μου και αργά σηκώθηκα από το ζεστό στρώμα. Τρίβοντας τα μάτια μου και στρώνοντας με το ένα χέρι το μαλλί μου, άρχισα να αναζητάω τον Peter.
Ένιωθα την πρωινή ανάσα μου να με ενοχλεί καθώς περπατούσα τριγύρω στο σπίτι, θέλοντας απλά να πάω στο μπάνιο και να κάνω τον εαυτό μου να μοιάζει λίγο με άνθρωπο ξανά.
Ο Peter δεν ήταν στο σπίτι και ούτε είχε αφήσει κάποιο σημείωμα πως είχε μία δουλειά που έπρεπε να κανονίσει, όπως συνήθως. Πήγα στο καθιστικό και αρπάζοντας το κινητό μου, που ήταν στο τραπεζάκι, έστειλα μήνυμα στον Peter.
Που είσαι; Όλα καλά;
❦
Ένα μπάνιο, ένα πλύσιμο δοντιών και ένα πρωινό αργότερα, ο Peter δεν είχε απαντήσει στο μήνυμά μου.
Δεν ήθελα να είμαι αυτή η ενοχλητική κοπέλα που θέλει να ξέρει που είναι συνεχώς αλλά είμαι περίεργη.
Το διαμέρισμα των αγοριών είναι πιο καθαρό από όσο συνηθίζω να βλέπω, πράγμα που σημαίνει πως ούτε πολλές δουλείες ήταν διαθέσιμες για να αποσχολήσω τον εαυτό μου, περιμένοντας τον Peter να έρθει για να ξεκινήσουμε την μέρα μας. Βασικά, την μέρα μου, καθώς αυτός ήδη είχε ξεκινήσει την δική του.
Ξαπλωμένη στον καναπέ προσπάθησα να τον πάρω τηλέφωνο.
Ο χρήστης δεν είναι διαθέσιμος.
Τον ξαναπήρα.
Ο χρήστης δεν είναι διαθέσιμος.
Που στο καλό είναι;
Εκτός από τον Peter και η Natalie αγνοούσε τα μηνύματά μου. Πράγμα που συνήθως γίνεται όταν είναι με τον Dylan. Αν ο Dylan όμως ήταν μαζί της, ο Peter ήταν μόνος του; Οι λογαριασμοί είχαν πληρωθεί την προηγούμενη εβδομάδα και αυτό το ξέρω γιατί μαζί πήγαμε και τους πληρώσαμε. Οπότε απλήρωτοι λογαριασμοί δεν είναι η αιτία εξαφάνισής του.
Παίρνοντας την απόφαση να ρωτήσω επίσημα την Natalie αν ήταν με τον Dylan, σηκώθηκα όρθια και άρχισα να πηγαινοέρχομαι νευρικά σε όλο το σπίτι, εκείνη απάντησε στο δεύτερο χτύπημα.
«Παρακαλώ;»
«Η Olivia είμαι.»
Την άκουσα να λέει κάτι -όχι προς σε εμένα- που δεν κατάλαβα, και στην συνέχεια ακούστηκε πόρτα να κλείνει πριν ξαναμιλήσει. «Έλα, έφυγα μακριά από τον Dylan. Πες μου.»
Δίκιο είχα, ο Dylan ήταν μαζί της.
«Πήγαινε λίγο πάλι δίπλα του και ρώτα τον αν ξέρει που είναι ο Peter. » Ξανακούστηκε ο ήχος από πόρτα μέχρι που άκουσα την φωνή της να απευθύνεται στον φίλο της.
«Όχι, δεν ξέρω τίποτα. Μα καλά μαζί δεν κοιμήθηκαν;» ακούστηκε η φωνή του.
«Άσε τα σχόλια.» του πέταξα, ξεχνώντας πως η Natalie ήταν στο ακουστικό. «Άσε τα σχόλια.» τού είπε η Natalie ενοχλημένη, υιοθετώντας τα λόγια μου ως δικά της.
Η ώρα είχε πάει 2 το μεσημέρι. Πράγμα που σημαίνει πως μετά από το χθεσινό μεθύσι, είναι θαύμα πως η Natalie και ο Dylan είχαν καταφέρει να σηκωθούν πριν δύσει ο ήλιος. Δεν έκανα σχόλιο φωναχτά όμως, δεν ήταν της στιγμής.
Μετά από ένα βιαστικό και κρύο αντίο τούς έκλεισα το τηλέφωνο. Μόνο και μόνο για να ξαναπροσπαθήσω να τηλεφωνήσω στον Peter ξανά.
Ο χρήστης δεν είναι διαθέσιμος.
Γαμώτο!
Θα μπορούσα να κοιτάξω τηλεόραση, να του δώσω λίγο χρόνο. Αλλά στον Peter δεν του άρεσε να βγαίνει έξω το μεσημέρι. Και αν είχε όρεξη για βόλτα θα με είχε ξυπνήσει, να τον συνοδέψω.
Αλλά δεν μπορούσα να δω τηλεόραση γιατί ένιωθα πως το άγχος μου θα με φάει ολόκληρο.
Μπορεί ... μπορεί να του έπεσε η μπαταρία. Συμβαίνει αυτό στον κόσμο. Πως θα μπορούσε να απαντήσει στις κλήσεις και στο μήνυμά μου με άδεια μπαταρία;
Όχι δεν το πίστευα, στον Peter αυτό το παλαιολιθικό κινητό του με κουμπάκια και οθόνη αφής έμοιαζε σαν να μην έχανε ποτέ την μπαταρία του.
Κλειδιά στην πόρτα με ταρακούνησαν. Τρέχοντας από την κουζίνα έφυγα βολίδα για την εξώπορτα. Ο Peter εμφανίστηκε μπροστά μου χαμογελώντας.
Με τα βίας και αν θεωρούνταν αυτό χαμόγελο.
Το πρόσωπό του ήταν πλέον στολισμένο με μία γιγαντιαία γάζα που κάλυπτε σχεδόν όλο το μέτωπό του, η μύτη του είχε ένα κόκκινο χρώμα και στο μάγουλο του υπήρχαν δύο γρατζουνιές με ίχνη αίματος να αχνοφαίνονται, ενώ στο δεξί του φρύδι υπήρχε μία ορατή πληγή σε σχήμα κακαδιού. Τα μάτια του ήταν ελαφρώς πρησμένα, και το ίδιο και τα χείλη του.
Το χαμόγελό του ήταν το πιο αληθοφανές ψέμα που είχε προσπαθήσει ποτέ να μου πουλήσει.
«Θεέ μου! Τι έγινε;»
Τα χέρια μου πήγαν μονομιάς στο πρόσωπό του αν και εκείνο ήταν το μόνο μέρος όπου δεν θα έπρεπε να αγγίζω. Όλα τα τραύματα εκεί φαίνονταν να είναι. Φάνηκε να πονάει με το άγγιγμα μου.
«Καλά είμαι.» Ναι καλά, και εγώ είμαι ο μπάτμαν.
Κουτσαίνοντας, έκλεισε την πόρτα πίσω του, έβγαλε τα χέρια μου από το πρόσωπό του προσεχτικά και με οδήγησε στον καναπέ.
«Περνούσα τον δρόμο και ένα αυτοκίνητο ήρθε με ταχύτητα προς το μέρος μου κι ας ήταν κόκκινο το φανάρι του. Εγώ δεν το είδα, ευτυχώς ήταν ένας κύριος και με έσπρωξε επίτηδες πριν με καταπιεί το αυτοκίνητο. Αυτά τα έπαθα όταν έπεσα κάτω στην άσφαλτο και μαζί μου έπεσε αυτός που με βοήθησε και μία κοπέλα που σκόνταψε πάνω μας. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα.» μού είπε δείχνοντας ταυτόχρονα και τα τραύματα στο κεφάλι του.
«Μοιάζεις λες και έπεσες σε τοίχο με καρφιά με τόσο αίμα.» Η αλήθεια είναι πως δεν υπήρχε πολύ αίμα από τα τραύματα αλλά εκείνος χαμογέλασε αθώα με το αξιολύπητο αστείο μου.
«Τεχνικά έπεσα σε κάτι καθώς κάποια στιγμή ζαλίστηκα και έπεσα πάνω σε μια πόρτα. Όχι όμως σε καρφιά, λυπάμαι που σε απογοητεύω.»
«Απλά με τρόμαξες τόσο πολύ. Ξύπνησα και έλειπες. Φοβήθηκα Peter μου και τώρα μπαίνεις μέσα στο σπίτι μισός.» Χαχάνισε αδύναμα ενώ αμέσως φίλησε το μέτωπό μου, πράγμα που τον πόνεσε σίγουρα, καθώς τον ένιωσα να τσιτώνεται. Αλίμονο.
«Συγγνώμη που σε τρόμαξα.»
«Και που πήγες τέλος πάντων πριν αυτήν την περιπέτεια;» Η έκφραση ηρεμίας του δεν χάθηκε. Λες και είχε προετοιμαστεί από πριν για αυτήν μου την ερώτηση. Αν και το να τσακωθούμε ξανά έμοιαζε άτοπο και ανούσιο μετά από την τρομάρα που πήρα, δεν ξεχνούσα όμως την υπόσχεση που εκείνος μου είχε δώσει την προηγούμενη μέρα.
«Είχα δουλείες.» Είπε κομπιάζοντας λίγο, μαρτυρώντας μου την ένταση την οποία προσπαθούσε να μην προδώσει.
Νεκρός, ετοιμοθάνατος, τα μυστικά του παρέμεναν κρυφά. Μην μοιραστεί κάτι, μην χαλάσει το σερί με τα μυστικά του. Μην μου φανερώσει τίποτα.
Θα το άφηνα έτσι, ήμουν πολύ κουρασμένη και ας είχα μόλις ξυπνήσει για να συζητήσω ξανά το ίδιο θέμα.
Δεν θέλει να μιλήσουμε για αυτό; Εντάξει, χαλάλι του αυτήν την φορά. Μα, μάρτυς μου ο Θεός αν τον αφήσω ξανά να γλιτώσει με ψέματα και υπεκφυγές. Γιατί ποτέ μου δεν του είπα ψέματα εγώ και ούτε του έδωσα δικαίωμα να αισθανθεί πως πρέπει να μου κρύψει πράγματα. Ήμουν πάντοτε ειλικρινής μαζί του και ξεκαθαρίζοντας από την αρχή τής σχέσης μας πως εκτιμώ την ειλικρίνεια, αυτός μόνο ειλικρινής δεν θέλησε να είναι μαζί του.
Peter, μίλα μου. Peter γιατί τα κρατάς όλα για εσένα;
Μικρή έλεγα πως δεν θα άφηνα κανέναν, μα κανέναν να με αντιμετωπίσει αλλιώς από όπως τον αντιμετώπιζα εγώ. Και εφόσον εγώ δίνω το 100 στην σχέση, με απόλυτη ειλικρίνεια και χωρίς ψέματα, αυτός δίνει το 40 και αυτό μόνο επειδή κρύβει πράγματα και λέει ψέματα.
Πότε έχει γενέθλια εκείνος, η αδερφή του, που μεγάλωσε μικρός, που ζούσε η μητέρα του, πως γνώρισε τον Dylan. Kαι αυτά είναι μόνο μερικά από αυτά που είπε ψέματα και εγώ το ανακάλυψα.
Και τώρα; Τώρα, παραλίγο να χάσει την ζωή του από έναν ηλίθιο οδηγό και αρνείται να μου πει που ήταν. Ήταν με κοπέλα; Έπαιρνε ναρκωτικά; Τα πάντα μπορούσα να υποθέσω!
Και έτσι όπως τείνει να ψεύδεται, αρχίζω και εγώ να κουράζομαι. Αν είναι δυνατόν, είναι μπροστά μου χτυπημένος και εγώ αναλύω για άλλη μία φορά την εξοργιστική περίεργη συμπεριφορά του. Είναι σαν να με προκαλεί, παράτα με. Μα παραείμαι ερωτευμένη μαζί του για να τα παρατήσω, μα όχι τόσο ερωτευμένη έτσι ώστε να είμαι τυφλή.
Αν δεν μου λέει αυτός γιατί τόσα ψέματα, θα μάθω μόνη μου. Αργά η γρήγορα.
«Πήγες στο νοσοκομείο για τα τραύματα;»
Με κοίταξε στενεύοντας τα μάτια του, μπερδεμένος γιατί δεν τον ρώτησα σχετικά με το 'δουλειές' . Όχι σήμερα Peter, όχι σήμερα.
«Ναι, απλά φρόντισαν λίγο τις πληγές και βάλανε λίγο πάγο σε ένα μικρό καρούμπαλο.» απάντησε ενώ παράλληλα κάθισε στον καναπέ, ξαπλώνοντας αργά, προσέχοντας μην χτυπήσει το κεφάλι του σε κανένα μαξιλάρι.
«Μόνος σου πήγες;»
Η ερώτηση δεν ήταν ακριβώς ερώτηση ζηλιάρας γκόμενας αλλά περισσότερο ερώτηση ενδιαφέροντος. Τον παράτησαν χτυπημένο ή τον βοήθησαν; Θα μου απαντούσε άραγε ή θα έβρισκε μία αόριστη απάντηση;
Εκείνος σήκωσε ελαφρώς τα φρύδια του, κάνοντας μία γκριμάτσα αμηχανίας καθώς βολεύτηκε στον καναπέ, πρόσεξα πως πήρε επίσης μία ανάσα πριν μιλήσει, σφίγγοντας επίσης τα χέρια του σε χαλαρή γροθιά.
«Η κοπέλα που έπεσε πάνω μου, με συνόδεψε στο νοσοκομείο για να σιγουρευτεί πως ήμουν εντάξει. Νόμιζε πως χτύπησα όταν έπεσε πάνω μου.»
Με κοιτούσε με γουρλωμένα μάτια, παρατηρώντας την δικιά μου αντίδραση, που και όμως και δεν ήρθε ποτέ.
«Ευτυχώς που υπάρχουν ακόμα άνθρωποι με ενδιαφέρον!» είπα μετά από μία μικρή σιωπή και θαρρείς πως τον είδα να χάνει τα λόγια του για μία στιγμή.
«Ναι, βέβαια.»
Χαιρόμουν που ήταν καλά, πραγματικά, δεν ξέρω τι θα έκανα χωρίς αυτόν πλάι μου. Αλλά επίσης βαρέθηκα να το παίζω κορόιδο, αφήνοντάς τον συνέχεια να κερδίζει. Όχι πως είναι αγώνας, απλά θα ήθελα να κοιτάζει και τα δικά μου αισθήματα πριν αποφασίσει να βάλει πρώτα τα δικά του. Και κουράστηκα.
Γύρισα να πάω προς το δωμάτιο, για να βάλω κανονικά ρούχα και να πάω σπίτι. Πριν από αυτό, γύρισα προς το μέρος του και παίρνοντας μία ανάσα άρχισα να μιλάω.
«Μακάρι να σταματούσες να λες ψέματα.»
Με κοίταξε με μάτια να καίνε, έντονα, έτοιμα να σε κάψουν και να σου φέρουν αντίρρηση. Μόνο που σήμερα δεν δεχόμουν άλλο αντιρρήσεις και ας έλεγα πριν πως θα του έδινα ένα διάλειμμα. Άλλαξα γνώμη. Δεν αξίζω να μου λένε τόσα ψέματα.
«Μην πεις πως δεν είπες ψέματα γιατί μα τον θεό ξέρουμε και οι δύο την αλήθεια και ας κάνω πως δεν το βλέπω μερικές φορές.»
Είχε χάσει τα λόγια του, ξανά. Άνοιξε το στόμα του, για να πει κάτι, να υπερασπιστεί κάπως τον εαυτό του, κι ας μην τον πίστευα. Αλλά έκανε αυτό που ήξερε να κάνει καλύτερα. Έκλεισε το στόμα του, και δεν είπε τίποτα. Και αυτό με πόνεσε περισσότερο από τις άλλες φορές γιατί μόλις εχτές μου υποσχέθηκε.
Και κάθε υποψία μου επιβεβαιώθηκε, όχι πως περίμενα θα διαψευστούν κιόλας. Δεν είχε ούτε πέντε λεπτά που είχε έρθει, και είχε προλάβει να γεμίσει το κεφάλι μου με φούμαρα.
Για την κοπέλα; Για τις δουλειές; Για το πως χτύπησε ακόμα;
Δεν είχα την δύναμη άλλο.
«Και μακάρι να με αγαπούσες αρκετά έτσι ώστε να έβρισκες τα κότσια να μου πεις την αλήθεια!» Δεν ήμουν στεναχωρημένη, περισσότερο απογοητευμένη και θυμωμένη αλλά τα λόγια μου συνοδεύτηκαν με ένα ωραιότατο δάκρυ. Το οποίο γλίστρησε από το δεξί μάτι μου, αφιερωμένο σε εκείνον, διαφωνώντας με τα λόγια μου.
Ίσως η φωνή μου να έσπασε, όπως γινόταν συνήθως όταν δάκρυζα ή έκλαιγα και ταυτόχρονα μιλούσα. Μα δεν το παρατήρησα καθώς κάρφωσε παραπονεμένος τα μάτια του πάνω μου.
Ήμουν απαίσια; Που του φώναζα ενώ πριν λίγο είχε χτυπήσει;
Αλλά αυτός; Άραγε θεωρεί τον εαυτό του απαίσιο που με πονάει συνεχώς με λόγια που δεν λέει και πράγματα που δεν αποκαλύπτει, σκεπάζοντάς τα όλα με μικρούτσικα ψέματα, που πύκνωναν αργά-αργά σαν τον ιστό, φτιάχνοντας μία ασπίδα.
Ασπίδα για να μην πληγωθεί αυτός ή εγώ;
Το ερώτημα που έκαιγε στο στήθος μου όταν έτρεχα στον δρόμο, πηγαίνοντας σπίτι μου, φεύγοντας μακριά του. Αδιαφορώντας για το τι φορούσα ή το πως ήταν τα μαλλιά μου.
Τώρα, ήμουν πληγωμένη και είχα την ανάγκη να ουρλιάξω. Και αυτό δεν μπορούσα να το κάνω κοντά του χωρίς να πληγωθώ περισσότερο.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top