01. That Strange Behavior Again
Εκκωφαντική μουσική ακούγεται σε όλο το τετράγωνο, αν και μακριά από το κλαμπ στο οποίο υποτίθεται πως έπρεπε να είμαι, η μουσική δεν εξαφανιζόταν. Τα μάτια μου παρέμεναν κλειστά, καθώς προσπαθούσα να κλέψω ελάχιστες στιγμές για τον εαυτό μου, μακριά από την αφύσικη φασαρία και τον κόσμο.
Σήμερα ήταν μία από τις πρώτες μου φορές, που έβγαινα σε κλαμπ και μάλλον μια από τις τελευταίες. Η μουσική στα ύψη, τα ποτά και τα πλήθη που χορεύουν μού προκαλούν μία ανεξήγητη ανάγκη να εξαφανιστώ.
Είχα καταφέρει να απομακρυνθώ και στην συνέχεια να εξαφανιστώ τελείως από το συνεχώς αυξανόμενο ραντάρ τής φίλης μου Natalie, και του αγοριού της Dylan. Οι δυο τους πήγαιναν πακέτο, και σε περιπτώσεις σαν αυτές όπου η διασκέδαση ήταν ο σκοπός τής βραδιάς, δεν έχαναν ευκαιρία να σε βουτήξουν μαζί τους στο χάος τής νύχτας. Απομακρυσμένη από το κλαμπ, ήμουν επίσης εκτεθειμένη και σε μία κακόφημη γειτονιά τής πόλης, και σε όλους τούς κινδύνους που έρχονταν με αυτό.
Όσο ωραία κι αν ήταν το κρύο αεράκι στο πρόσωπό μου, η σκέψη πως θα ήθελα να συνεχίσω να ζω, με έκανε να αρχίζω να κατευθύνομαι πως κλαμπ. Καλύτερα τριγυρισμένη από ξένους και μεθυσμένους παρά νεκρή και σε χαντάκι.
Τα βήματά μου ακούγονταν ρυθμικά και δυνατά καθώς πλησίαζα το κλαμπ, πλέον η μουσική ήταν το μόνο πράγμα που μπορούσες να ακούσεις.
Μία αίσθηση ανατριχίλας εμφανίστηκε μόλις το μπαρ εμφανίστηκε μπροστά μου, τα πράγματα δεν είχαν αλλάξει πολύ. Η ίδια δυνατή μουσική να συνοδεύει τις χυδαίες και προκλητικές παραστάσεις όλων. Ελάχιστοι ήταν καθιστοί, πράγμα καθόλου ευχάριστο καθώς δεν είχα κανέναν νηφάλιο να μου κάνει παρέα μέχρι το τέλος τής βραδιάς.
Σύντομα την παρουσία μου θα την αντιλαμβανόταν η καλή μου φίλη Natalie, και από εκείνη τη στιγμή και μετά κάθε ελευθερία μου θα εξαφανιζόταν.
Την ολοένα αυξανόμενη απελπισία μου, συνόδεψε ένα απόλυτο μούδιασμα τρόμου, όταν δύο χέρια άγγιξαν τούς γλουτούς μου. Ο πανικός μου, με θόλωσε, εξαφανίζοντας κάθε ίχνος δύναμης που είχα.
Τι γινόταν; Πώς θα αντιδρούσα;
«Εγώ είμαι.» είπε παιχνιδιάρικα μια φωνή, που για καλή μου τύχη αναγνώριζα πάρα πολύ καλά.
«Peter, πόσο με τρόμαξες!» Είπα αναστενάζοντας, ενώ ένιωθα το πρόσωπό του να κολλάει δίπλα στο δικό μου. Ήταν χαμογελαστός όταν γύρισα για να τον κοιτάξω. Η γνωστή ζεστασιά που τύλιγε το πρόσωπό του όταν μου χαμογελούσε, επέστρεψε. Και δεν μπορούσα παρά να του χαμογελάσω και εγώ το ίδιο θερμά και ευτυχισμένα.
Η επαφή μας με έκανε να ζεσταίνομαι. Κάτι που μόνο αυτός κατάφερνε. Το δέρμα του καυτό από την ζέστη τού μπαρ, μού έστελνε και εμένα κύματα τρυφερής ζεστασιάς.
«Νόμιζα ότι είχες πει πως δεν θα έρθεις.» Μονολόγησα, μην βγάζοντας λεπτό το χαμόγελο από το πρόσωπό μου. Βρισκόμενη κοντά του, δεν μπορώ να μην χαμογελώ. Η συντροφιά του, φωτίζει τα πάντα.
«Για να με βλέπεις εδώ, άλλαξα γνώμη.»
Ο Peter δεν είναι από τούς ανθρώπους που θα σου κρύψει τα συναισθήματά του, αλλά τις σκέψεις του. Είναι από τούς ανθρώπους που ακόμα και η ύπαρξή τους, τούς δημιουργεί βάρος. Ακόμα όμως και με τις μερικές φορές αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά του, δεν υπήρχε στιγμή που να ένιωθα αποκομμένη από εκείνον. Αν και ήταν από κοινού γνωστό, ο Peter δεν μοιραζόταν συχνά τις ανησυχίες του και ό,τι σκέψεις έρχονταν με αυτές.
Η Natalie πάντοτε έκανε πλάκα, πως έχει ένα μεγάλο σκοτεινό μυστικό και κάνει τα αδύνατα δυνατά για να μην το μάθει κανένας. Γελάω όταν το λέει αυτό.
Αλλά στιγμές όπου το μυστήριο χαμόγελό του, κρύβει πληροφορίες, δεν μπορώ να μην θυμηθώ τα λόγια της.
Οι καλύτερες ψυχές είναι συνήθως και οι πιο βασανισμένες.
Ερωτήματα και σκέψεις που μπορώ να κάνω στον εαυτό μου, χωρίς να τις μοιράζομαι ποτέ με αυτόν. Η Natalie υπερβάλει και φλυαρεί συνέχεια, τόσο που καταλήγω να πιστεύω τα λόγια της.
«Θα κοιμηθείς στο δικό μου μέρος σήμερα;» Ψιθύρισε στο αφτί μου, φέρνοντας το σώμα του πιο κοντά στο δικό μου, καθώς η μουσική δεν σε άφηνε να ακουστείς διαφορετικά.
Η ένταση των τραγουδιών επέστρεψε στα ύψη, προς αγανάκτησή μου. Η Natalie και εγώ μοιραζόμασταν το ίδιο δωμάτιο, ενώ ο Peter και ο Dylan μοιράζονταν ένα άλλο. Υπήρχαν φορές, όταν το ένα ζευγάρι ήθελε να μείνει μόνο του, αυτό γινόταν. Το άλλο ζευγάρι κοιμόταν στο άλλο δωμάτιο.
Εγώ και ο Peter είμαστε ήσυχοι, μην απολαμβάνοντας την τρελή μουσική, ενώ ο Dylan και η Natalie, ζούσαν για στιγμές μοναδικές σαν και αυτές, μέσα στο χάος και την διασκέδαση. Συνήθως μετά από τέτοια βραδιά, χωριζόμασταν, η καθεμία απολαμβάνοντας την ζεστασιά τής αγκαλιάς των αγοριών μας.
«Ναι.» μονολόγησα, καθώς γυρνούσα το σώμα μου προς το μέρος του, για να τον κοιτάξω. Τα μάτια του, έκρυβαν μία σπίθα ενθουσιασμού, που είχα καιρό να διακρίνω πάνω του.
Έκανε κίνηση με το κεφάλι του προς την πόρτα, ρωτώντας με έτσι αν ήθελα να φύγω από εδώ.
Η Natalie, μεθυσμένη όπως μάλλον θα ήταν, είχε τον Dylan να την προσέχει και να την γυρίσει σπίτι. Δεν είχα κάτι να με κρατάει εδώ, να με εμποδίζει.
Ας φύγουμε, λοιπόν.
❦
«Τι ήταν αυτό;» Αναρωτήθηκα δυνατά και πανικόβλητη, μιλώντας για τον δυνατό κρότο όπου ακούστηκε σε όλη την περιοχή
«Από το γήπεδο είναι, θα γίνονται επεισόδια.»
Κοντά στο σπίτι όπου μοιραζόταν με τον Dylan υπήρχε ένα γήπεδο ποδοσφαίρου, πράγμα περίεργο για εμένα καθώς πρώτη φορά βλέπω γήπεδο ποδοσφαίρου κοντά σε πανεπιστημιακούς κοιτώνες. Η σχολή που παρακολουθούσαμε -εγώ, ο Peter, η Νatalie και ο Dylan- ήταν ένα μισάωρο μακριά από το σπίτι το δικό τους και ένα τέταρτο μακριά από το δικό μας.
Τα χέρια του, τυλιγμένα γύρω από την μέση μου, έφυγαν από πάνω μου για να πάνε προς την τσέπη του. Έβγαλε τα κλειδιά και τα τοποθέτησε στην σχισμή τής πόρτας έτσι ώστε να την ανοίξει και να μπούμε μέσα.
Μα πριν καν προλάβει να βγάλει τα κλειδιά από την τσέπη του, η πόρτα άνοιξε μόνη της, φέρνοντας μας αντιμέτωπους με το τρομαχτικό σκοτάδι που τύλιγε το διαμέρισμα.
Προσπάθησα να πω κάτι, αλλά η μόνη αντίδραση που είχα ήταν ένας λυγμός που ξέφυγε ασυναίσθητα από το στόμα μου, αναγκάζοντας τον Peter να τοποθετήσει το χέρι του μαλακά στο στόμα μου. Ο φόβος είχε παραληρήσει το σώμα μου, και η προστατευτική αντίδραση τού Peter δεν μου πρόσφερε πολύ σιγουριά.
Οι σκέψεις μου έτρεχαν συνεχώς. Κάποιος είχε μπει στο διαμέρισμα και είχε αφήσει ανοιχτή την πόρτα. Αυτό ήταν.
Ο Peter ήταν ακίνητος, κρατώντας με στην αγκαλιά του και προσπαθώντας να διακρίνει κάποιον ύποπτο θόρυβο μέσα στη σκοτεινή σιωπή.
Κάναμε συγχρονισμένα ένα βήμα προς την είσοδο τού διαμερίσματος, ευχόμενοι να μην υπήρχε κανένας μέσα.
Ο Peter άνοιξε τον διακόπτη που ήταν δίπλα στην πόρτα και εξέτασε το καθιστικό μέσα σε δευτερόλεπτα. Όλα φαίνονταν φυσιολογικά. Εκείνος, έκλεισε την πόρτα πίσω μας και με οδήγησε σε όλους τούς άλλους χώρους. Το υπνοδωμάτιο, η τουαλέτα και η κουζίνα φαίνονταν εντάξει.
Το χέρι τού Peter δεν σταμάτησε να με κρατάει λεπτό, μπορούσα να νιώσω την αγωνία που ένιωθε, από τον τρόπου που το χέρι του έσφιγγε και χαλάρωνε κάθε στιγμή που διαπίστωνε πως κανένας επικίνδυνος δεν παραφύλαγε στο σκοτάδι.
Τα παράθυρα στο διαμέρισμα ήταν όλα ανοιχτά, όπως συνήθως. Κάτι που δεν διευκόλυνε την αγωνία που προσπαθούσαμε να ξεπεράσουμε.
«Μάλλον θα ξέχασα να κλειδώσω πριν έρθω να σε βρω.» είπε, πράγμα που μου φάνηκε αρκετά λογικό. Φυσούσε αρκετά, ενδεχομένως ο άνεμος άνοιξε ελάχιστα την πόρτα, με αποτέλεσμα όταν ήρθαμε, την βρήκαμε έτσι, ανοιχτή.
Προσπάθησα να ηρεμήσω την αναστατωμένη και αγωνιώδης αναπνοή μου. Ο Peter ήταν εδώ, οπότε δεν χρειαζόταν να φοβάμαι, δεν ήμουν μόνη μου.
Μα μία λογική σκέψη, ακύρωσε ό,τι είπε.
Είχαν αφήσει την πόρτα ανοιχτή; Ειδικά σε μία νύχτα Σαββάτου, με σπίτι δίπλα σε γήπεδο, με μεθυσμένους και τρελούς να περιτριγυρίζουν στις γειτονιές; Δεν ήταν λογικό!
Γύρισα να τον κοιτάξω, χωρίς να θέλω να μοιραστώ τις σκέψεις μου μαζί του, χωρίς να μπορώ να αντιληφθώ αμέσως το γιατί. Ξέρω ότι ο Peter είναι μυστικοπαθής, και προτιμάει να μην μου λέει πράγματα που εκείνος κρίνει μη απαραίτητα, αγνοώντας με τελείως. Τσακωνόμαστε συχνά για αυτό!
Αυτήν την φορά, κάνει ακριβώς το ίδιο. Είπε πως ξέχασε, ενδεχομένως να αφαιρέθηκε. Κάτι που θεωρώ αδύνατον. Ο Peter όταν βρισκόμαστε μαζί ή τυχαίνει να φεύγουμε από το σπίτι, κοιτάζει τα πάντα είκοσι πέντε φορές. Αν έχει κλειδώσει, αν κάποιος φούρνος ή κερί είναι ανοιχτό. Μοιάζει πλέον να έχει γίνει συνήθεια, μόνο που κάτι τέτοιο για να σου γίνει συνήθεια, ξεκινάει από κάτι πιο σκοτεινό και βαθύ, ίσως ακόμα και μία φοβία.
Τέτοιες στιγμές πιστεύω τα λόγια τής Natalie για την μυστικότητά του.
Εκείνος, είχε ξαπλώσει σε έναν καναπέ, έχοντας κλείσει τα παράθυρα σε όλο το σπίτι.
Με παραξένευε το γεγονός πως όταν βρισκόμασταν στο διαμέρισμά του, όλα τα παράθυρα είναι κλειστά, ενώ βγαίνοντας, τα άνοιγε όλα και τα κρατούσε ολάνοιχτα για ώρες ολόκληρες.
Η τρομάρα που είχα πάρει προηγουμένως, αντικαταστάθηκε σε μία καταδίωξη απέναντι στον Peter. Κάτι που τελευταία γινόταν συχνά, χωρίς να μπορώ ή να θέλω να το ελέγξω. Αυτός βέβαια το καταλάβαινε, από τις πλάγιες ματιές που του έριχνα ή τους αναστεναγμούς όταν αγνοούσε τις ερωτήσεις που του έκανα.
Μισούσα που συμπεριφερόταν έτσι, αλλά και εγώ ξεχνάω τι τείνει να κάνει μέχρι να το ξανακάνει.
Τον ακολούθησα στον καναπέ, ξαπλώνοντας δίπλα του, βάζοντας το κεφάλι μου στο στήθος του. «Ακόμα δεν μου είπες. Πως και άλλαξες γνώμη για το μπαρ;»
Νωρίτερα εκείνο το βράδυ, είχε πει πως ήταν κουρασμένος και λέγοντάς μου να περάσω καλά, με άφησε για να ξαπλώσει. Όχι ότι παραπονιόμουν, κάθε άλλο, χάρηκα υπερβολικά όταν τον είδα εκεί, κάτι που σίγουρα δεν περίμενα.
Ξαφνικά, ανασηκώθηκε από τον καναπέ, κάτι που αναγκάστηκα να κάνω και εγώ. Φορούσε μία μαύρη ζακέτα πάνω από ένα μαύρο τοπ που συνήθιζε να φοράει, έβγαλε την ζακέτα νευρικά, κουνώντας πέρα δώθε το κεφάλι του.
«Τι έχεις;» Ρώτησα σπάζοντας εκείνη την σιωπή που μας κατέκλυζε, αγνοώντας για λίγο το γεγονός πως δεν απάντησε την ερώτηση μου, κι είμαι σίγουρη πως την άκουσε.
Βγάζοντας την ζακέτα του, και τοποθετώντας την στην άκρη τού καναπέ που καθόμασταν, πάλι δεν απάντησε την ερώτηση.
Τι είχε πάθει σήμερα και γιατί είχε επιστρέψει στα περίεργά του; Και γιατί κάθε ερώτηση που του έκανα, έμοιαζε ανόητη στα αφτιά του; Αλλιώς θα έκανε την όποια προσπάθεια να ασχοληθεί μαζί της.
Είχα αρχίσει να εκνευρίζομαι, ανεχόμουν κάθε αναποδιά και παραξενιά του, πιστεύοντας πως κάποια μέρα θα ανοιχτεί περισσότερο, θα μου πει τι τον κρατάει σε απόσταση.
Το μόνο κακό που έχει, είναι αυτό. Σε όλα τα άλλα τέλειος, αλλά και αυτή η πράξη του, η απόσταση, κατά καιρούς αναιρεί όλα τα άλλα.
«Μπορείς να μπεις στον κόπο να απαντήσεις σε μία από τις ερωτήσεις μου, για μια φορά;» Πέταξα απότομα, σταυρώνοντας τα χέρια μου στο στήθος.
Φάνηκε να κάνει το ίδιο, αν και αρνούμαι να πιστέψω ακόμα και λίγο, ότι αυτός είναι εκνευρισμένος. Γιατί ποιον λόγο να είχε;
Δεν μίλησε, καθώς δεν άκουγα κάτι. Και ας με πλήγωνε, δεν είπα ούτε και εγώ κάτι.
Έτσι τσακωνόμασταν κάθε φορά, μόνο που δεν ήταν ακριβώς τσακωμός, καθώς τις περισσότερες φορές παρέμενε ήρεμος και εκνευρισμένος, πράγμα τελείως αντιφατικό. Ήταν συγκρατημένος, να μην ξεσπάσει, ενώ ταυτόχρονα ήταν και εκνευρισμένος, για λόγους που πάντοτε αρνείται πεισματικά αλλά όμως αθόρυβα να μοιραστεί μαζί μου.
«Ώστε πάλι θα με αφήσεις να κάνω τον τσακωμό μόνη μου; Δεν βαρέθηκες πια;»
Για ώρα, προσπαθούσα να μην κοιτάξω τα μάτια του, αλλά δεν άντεχα να μην το κάνω πια.
Ο Peter είναι από τα άτομα με αφύσικη ομορφιά, που σου κλέβει ακόμα και την ανάσα. Δεν ήταν ξανθός, με γαλάζια ή πράσινα μάτια, όχι. Είχε δύο καφετί μάτια και παρόμοιο σκούρο καφέ, με τις ρίζες του να γίνονται μαύρες ανά τον καιρό, και το μαλλί γενικότερα να παίρνει μία πιο μαύρη απόχρωση. Δεν ήταν μονόχνοτη η εμφάνισή του, κι ας ακούγεται συχνή και καθημερινή. Κάτι πάνω του, τον κάνει το πιο γοητευτικό και πανέμορφο νεαρό που έχω δει σε όλη μου την ζωή.
Αναγκάζοντας τον εαυτό μου να τον κοιτάξει, όσο δύσκολο και να ήταν, αντιλήφθηκα πως ούτε και αυτός με κοιτούσε, εσκεμμένα.
«Με φέρνεις εκτός εαυτού όταν το κάνεις αυτό.»
Με πήρε εξ' απροόπτου όταν σήκωσε το κεφάλι του και κλείδωσε την ματιά του αμέσως με την δικιά μου. «Το γνωρίζω αυτό.»
Και όμως εξακολουθεί να μην κάνει τίποτα για αυτό, σαν να μην τον νοιάζει. Αλλά τον νοιάζει, φαίνεται από την ένταση που έχει κάθε φορά, που κι όμως προσπαθεί απεγνωσμένα να κρύψει.
«Κάνε κάτι για αυτό, λοιπόν!»
Έκλεισε τα μάτια του για λίγες στιγμές, μα όταν τα άνοιξε, κάτι διέφερε από όλες τις άλλες φορές που βρισκόταν στην ίδια ακριβώς θέση. Ήταν αποφασισμένος, ίσως και ενθουσιασμένος καθώς σπίθες ενέργειας φλέγονταν στα μάτια του.
«Θα προσπαθήσω, Olivia.»
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top