Τραπεζαρία

Η Λίλι με έσυρε στην μεγάλη τραπεζαρία μισή ώρα νωρίτερα γιατί είπε πως σήμερα ήταν Κυριακή και κάθε Κυριακή το φαγητό ήταν καταπληκτικό και ήθελε να πιάσει σειρά πριν να τελειώσουν οι κοτομπουκιές και οι τηγανητές πατάτες. (Αλήθεια αυτό το κορίτσι μιλάει περισσότερο από μένα). Έτσι την ακολούθησα στην τραπεζαρία, προσπαθώντας να βαδίσω με τον ρυθμό της. Βρήκε ένα τραπέζι πάνω στο οποίο άφησε το λεπτό μπουφάν που φορούσε και με παρακίνησε να κάνω το ίδιο. Ένιωθα μια ψύχρα από την ώρα που με ξεσήκωσε από το δωμάτιο οπότε προτίμησα να την ακολουθήσω χωμένη μέσα στο δερμάτινο που φορούσα. Δεν είχα κάτσει να ασχοληθώ με το ότι ένιωθα μια ψύχρα από την πρώτη στιγμή που πάτησα το πόδι μου στο ίδρυμα. Τα πόδια μου μέσα στις αρβύλες είχαν σχεδόν ξυλιάσει, κάτι που μου έκανε εντύπωση, μιας και δεν έκανε δα και τόσο κρύο. Αποφάσισα ότι είμαι παρανοϊκή και ακολούθησα τη Λίλι στην ουρά για το φαγητό. 
Μετά από μερικά λεπτά αναμονής και με την Λίλι να χοροπηδάει πότε στο ένα πόδι και πότε στο άλλο - από την ανυπομονησία της, από το κρύο, δεν ξέρω - πρόσεξα εκείνο το παιδί που είχα δει στη Γραμματεία το πρωί, το οποίο είχε πέσει θύμα του Γκόρντον. Περπατούσε με το κεφάλι σκυφτό και κάθισε στο πιο απομακρυσμένο τραπέζι της αίθουσας, σταυρώνοντας τα χέρια πάνω στο τραπέζι. Με αυτό το ύφος, μου ήταν εξαιρετικά δύσκολο να πιστέψω ότι βρισκόταν εδώ μέσα επειδή είχε διαπράξει κάποιο έγκλημα. 
Σκούντηξα τη Λίλι και εκείνη τινάχτηκε λες και τη χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα. "Τον ξέρεις αυτόν τον καινούριο;" τη ρώτησα, δείχνοντας με το κεφάλι μου προς τη μεριά του. 
Εκείνη κούνησε το δικό της αρνητικά. "Όχι, πρέπει να ήρθε μαζί σου, γι' αυτό δεν τον αναγνωρίζω. Γιατί ρωτάς;"
"Τον τρομοκράτησε ο Μαξ Γκόρντον" της είπα. 
Η Λίλι τον κοίταξε και έπειτα στράφηκε πάλι σε μένα. "Και να ήταν ο μόνος..." είπε χαμηλόφωνα. "Πάντως αν θες πληροφορίες για τη πάρτη του, θα φροντίσω να μάθω". 
"Ναι, κοίτα μην το ξεχάσεις..." της είπα και χαμογέλασα. 

Λίγα λεπτά αργότερα, εμφανίστηκαν πίσω από τον πάγκο οι μαγείρισσες, με τα λευκά τους καπελάκια και άρχισαν να γεμίζουν τα πιάτα. Όλα κυλούσαν ομαλά, η Λίλι λιγουρευόταν τις κοτομπουκιές και φλέρταρε μαζί τους πίσω από το διαχωριστικό τζάμι, μέχρι που ακούστηκε μια μικρή φασαρία από κάπου πιο πίσω στη σειρά και μερικά παιδιά παραμέρισαν, αφήνοντας τον Γκόρντον και το ασκέρι του να προσπεράσει και να βρεθεί στην αρχή της ουράς. 
Δεν ξέρω γιατί, ίσως να είμαι εκ φύσεως ηλίθια, ίσως απλά να θύμωσα τόσο πολύ εκείνη τη στιγμή, που απλά δεν μπόρεσα να συγκρατηθώ, έτσι προχώρησα μπροστά και σκούντηξα τον Μαξ στον ώμο. Ήταν κάπως ψηλότερος από εμένα και πολύ μυώδης. Γύρισε να με κοιτάξει, τα μάτια του ταξίδεψαν από την κορυφή του κεφαλιού μου μέχρι τα παπούτσια μου και έπειτα πάλι πάνω. Μετά ένα χαμόγελο στράβωσε τα χείλη του. 
"Θέλεις κάτι;" ρώτησε με αυτή την ήρεμη φωνή, που προμήνυε καταιγίδες. 
"Ναι" είπα σταθερά. Εκεί σκέφτηκα ότι ήμουν ηλίθια, ειδικά αφού η Λίλι είχε αρχίσει να μου τραβάει μανιωδώς το χέρι. "Θέλω να πας πίσω στη σειρά, εκεί που ήσουν". 
Το χαμόγελό του πλάτυνε. "Εγώ θέλω να κάτσω εδώ" είπε. "Έχεις κάποιο πρόβλημα με αυτό;"
"Μπορεί και να έχω" απάντησα σταυρώνοντας τα χέρια στο στήθος. 
"Να το λύσεις τότε" είπε και έκανε να γυρίσει μπροστά. Τον άρπαξα από τον ώμο πιο δυνατά από όσο σκόπευα και τον έφερα πάλι εκεί που στεκόταν ώστε να με κοιτάζει. 
"Όταν σου μιλάω απαιτώ να με κοιτάς" του είπα. Οντέτ, κοπέλα μου, μόλις ανακάλυψες νέα μέθοδο αυτοκτονίας. Τα μάτια του γούρλωσαν και έδειξε τρομερά έκπληκτος. Κανείς φαίνεται δεν του είπε ποτέ πει κάτι τέτοιο. Και ήμουν αρκετά χαζή για να κάνω το πρώτο βήμα. 
Ο Γκόρντον με έπιασε βίαια από τον καρπό και με πλησίασε. Αναγκάστηκε να χαμηλώσει το πρόσωπό του για να βρεθεί στο ίδιο ύψος με το δικό μου και με κοίταξε θυμωμένα. "Εμένα δεν με αγγίζει κανείς αν δεν το θέλω" μου ψέλλισε. Η Λίλι επέμενε να μου τραβάει το μανίκι και τότε μόνο ένιωσα πως μπορεί όντως η κατάσταση να έφευγε εκτός ελέγχου. 
"Γιατί; Τί θα μου κάνεις;" ρώτησα παρόλα αυτά. Ο Γκόρντον με περιεργάστηκε με προσοχή, κρατώντας ακόμα τον καρπό μου σφιχτά που ένιωθα να μου κόβει το αίμα. "Με πονάς" του είπα θυμωμένη.
"Θα επιβιώσεις" σχολίασε εκείνος και με μια απότομη κίνηση μου άφησε απότομα το χέρι και κατευθύνθηκε προς το τέλος της σειράς. 
Για αρκετή ώρα δεν μιλούσε κανείς. Έπειτα από λίγο δέχτηκα μερικά φιλικά χτυπήματα στην πλάτη, μαζί με μερικά συγχαρητήρια, αλλά και μερικά σχόλια του τύπου "η κοπελιά είναι για ψυχιατρείο" και "τόλμησε να τα βάλει μαζί του; θα της κάνει τη ζωή ποδήλατο" και άλλα τέτοια χαρμόσυνα. 
Δεν έδωσα βάση. Ήθελα να περάσω το υπόλοιπο της πρώτης μέρας ήρεμα και χωρίς καυγάδες, σπασμένα χέρια ή πόδια. Έτσι πήρα το φαγητό που μου σέρβιραν και ακολούθησα την Λίλι στο τραπέζι μας. Μετά από μερικά λεπτά συνειδητοποίησα ότι στο τραπέζι απέναντί μου είχαν καθίσει τα παιδιά του Χειμώνα. Ο Μαξ συγκεκριμένα μου έριξε ένα βλέμμα, έπειτα πήρε το μαχαίρι από το πιάτο του και το στριφογύρισε στα χέρια του, ενώ το βλέμμα του κρατούσε κλειδωμένο το δικό μου και τα χείλη του είχαν σφιχτεί σε μια ευθεία γραμμή. Ανατρίχιασα. Κοίταξα γύρω, να δω αν κανένας άλλος είδε το σκηνικό που μόλις παίχτηκε, αλλά ήταν όλοι αφοσιωμένοι στο φαγητό τους και κανείς δεν έδινε σημασία. 
Κακή αρχή κάναμε. 

Το απόγευμα, δεν είχα όρεξη να κάνω τίποτα. Η ΜακΚλάγκεν με φώναξε στο γραφείο της για να μου δώσει το πρόγραμμα που όφειλα να ακολουθήσω όσο θα ήμουν εκεί. Δύο φορές την εβδομάδα γυμναστήριο, άλλες δύο συνεδρίες με τον ψυχολόγο που θα με αναλάμβανε, ένα απόγευμα αφιερωμένο σε κάποια δραστηριότητα, η οποία μπορεί να ήταν από άθλημα μέχρι απλά παρακολούθηση κάποιου αγώνα μπάσκετ που γινόταν στην αυλή (εδώ το χαρτί έγραφε και "χορός" αλλά μάντεψα πως αυτή η επιλογή αποκλειόταν μιας και γνώριζα ποιός είχε κάνει κατάληψη στην αίθουσα χορού) και δύο απογεύματα ελεύθερα να κάνω ό, τι θέλω. Λόγω του ότι η Λίλι είχε διαφορετικό πρόγραμμα από εμένα, από τα δύο απογεύματα που είχα ελεύθερα, μόνο το ένα θα μπορούσα να περνάω παρέα της στην αίθουσα αναψυχής του ορόφου μας. Τις υπόλοιπες μέρες θα τις περνούσα είτε μόνη μου με τον φόβο μην με βρει ο Γκόρντον σε καμιά σκοτεινή γωνία και μου σκίσει το λαιμό σαν τσιγαρόχαρτο, είτε με περιστασιακές κουβέντες με τη Λίλι και τον φόβο μην με πετύχει ο Γκόρντον σε σε καμιά σκοτεινή γωνία και μου σκίσει το λαιμό σαν τσιγαρόχαρτο. 
Έπειτα από το περιστατικό στην τραπεζαρία, δεν τον ξαναπέτυχα, παρά μόνο την επομένη, πριν το καθορισμένο μου ραντεβού με τον ψυχολόγο. Τον είδα όμως, ενώ εκείνος δεν με είχε δει, το ίδιο βράδυ. 
Εκείνο το βράδυ πέρασε ήσυχα. Σχεδόν. Έμεινα βέβαια ξύπνια ως αργά, γιατί στριφογύριζα συνεχώς και γιατί μόλις έκλεινα τα μάτια μου συνέχιζα να βλέπω τα φώτα του αυτοκινήτου και να ακούω τις λαμαρίνες. Ήλπιζα πως μετά από μερικές συνεδρίες με τον ψυχολόγο θα το ξεπερνούσα και θα μπορούσα να κοιμηθώ σαν άνθρωπος. Αναρωτήθηκα αν έπρεπε να μιλήσω στον ψυχολόγο για το γεγονός ότι είχα πιθανότατα κάνει εχθρό τον χειρότερο τρόφιμο του ιδρύματος, αλλά αποφάσισα να μην μπλέξω κανέναν, μέχρι να έκανε πρώτα εκείνος κάποια κίνηση, η οποία, αν ήμουν τυχερή, δεν θα ήταν απόπειρα δολοφονίας. 
Αυτά τα ωραία σκεφτόμουν όταν η Λίλι άρχισε να ροχαλίζει από το δίπλα κρεβάτι και άλλαξε πλευρό, σαν να έβλεπε ένα πολύ άβολο όνειρο. Χαμογέλασα αχνά και προσπάθησα να μην σκέφτομαι ότι αυτό ήταν το πρώτο βράδυ, το δυσκολότερο βράδυ. Κοίταξα το ρολόι στο κομοδίνο μου. Η ώρα ήταν μία μετά τα μεσάνυχτα και το μάτι μου δεν έκλεινε με τίποτα από την υπερένταση. Σηκώθηκα αθόρυβα χώνοντας τα παπούτσια μου σε ένα ζευγάρι παντόφλες και ρίχνοντας στους ώμους μου μια ζακέτα. Ανατρίχιασα από το κρύο, ο χειμώνας μάλλον είχε έρθει τσουχτερός. Πήγα προς την πόρτα του δωματίου μας και κρεμάστηκα ολόκληρη από πάνω, προσπαθώντας να την ξεκλειδώσω χωρίς να ξυπνήσω την Λίλι. Βγήκα από το δωμάτιο, πήρα το κλειδί και κλείδωσα επίσης ελαφρά. 
Δεν είχα κάνει πάνω από πέντε βήματα, όταν άκουσα φασαρία από τον διάδρομο στα δεξιά του δωματίου μας. Κοίταξα το νούμερο στην ανοιχτή πόρτα. 312. Τραβήχτηκα λίγο πιο πίσω μιας και η φασαρία έμοιαζε να έρχεται από εκεί μέσα και κρυφοκοίταξα. 
Ο Μαξ Γκόρντον έσερνε με κόπο μια σακούλα σκουπιδιών από τον διάδρομο μέσα στο δωμάτιο με τη βοήθεια ενός φίλου του. Έτσι όπως τον είδα, ήταν μάλλον ο Τσάρλι. Η σακούλα έπεσε από τα χέρια του Τσάρλι κάνοντας έναν έντονο θόρυβο και ο Μαξ τον έβρισε χαμηλόφωνα. Ο Τσάρλι ξανασήκωσε τη σακούλα - που έμοιαζε πολύ βαριά - και την έβαλε στο δωμάτιο. Έπειτα από λίγο, ο Μαξ βγήκε από το δωμάτιο, κοίταξε μια στα δεξιά του και πρόλαβα να κρυφτώ πριν γυρίσει το κεφάλι στην άλλη μεριά. Τόλμησα να κοιτάξω κλεφτά μόλις άκουσα την πόρτα να κλείνει. Έπειτα από αυτό έτρεξα πίσω στο δωμάτιο, ξεκλείδωσα, χωρίς να με νοιάζει αν η Λίλι θα ξυπνούσε και έκλεισα την πόρτα πίσω μου, διπλοτσεκάροντας την κλειδαριά. Χώθηκα στα σκεπάσματα και προσπάθησα να κοιμηθώ, χωρίς να σκέφτομαι τί στα κομμάτια κουβαλούσε ο Γκόρντον μέσα σε σακούλα σκουπιδιών σε άκρα μυστικότητα και στη μία τα ξημερώματα.  

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top