ΚΕΦΑΛΑΙΟ 15

*Αυτό το κεφάλαιο και το επόμενο (15 και 16) ήταν ένα (ολόκληρο το 15) και όπως θα δείτε, και τα δύο μαζί ήταν αρκετά μεγάλα. Έτσι, για να μη σας κουράσω και σας αφήσω να περιμένετε πολύ μέχρι να ανεβάσω, αποφάσισα να το χωρίσω στα δύο. Το δεύτερο μισό βγήκε αρκετά μεγαλύτερο απ' το πρώτο βέβαια, αλλά αν διαβαστούν ξεχωριστά δεν νομίζω πως είναι κουραστικά. Πείτε μου κι εσείς αν θέλετε τη γνώμη σας όταν τα διαβάσετε και τα δύο.*


***

Όλα ήταν έτοιμα. Οι Πέντε Στρατοί, καθώς και ο μικρός στρατός του Χωριού της Αναγέννησης, βρίσκονταν στο Λιμάνι της Ανατολής, έτοιμοι να επιβιβαστούν στα πλοία. Λίγο πριν γίνει αυτό, ο Περικλής κάλεσε κοντά του τον Αλέξανδρο και τον Κώστα, ο οποίος για ακόμα μία φορά είχε παρακούσει τις εντολές του και βρισκόταν μαζί τους.

«Δεν είναι πια μυστικό.» τους είπε. «Το ξέρουν πλέον όλοι οι αξιωματικοί μου, διότι χθες στο συμβούλιο που κάναμε μεταξύ μας, μου ξέφυγε πάνω σε μια διαφωνία που είχα με τον Στρατηγό Φάνη.»

«Τουλάχιστον... Δεν πιστεύω να το έμαθε η μαμά;» είπε ο αδελφός του.

«Όχι. Υποσχέθηκαν όλοι να μην της το πουν.»

«Ούτε εγώ το κράτησα μυστικό.» είπε τελικά ο Αλέξανδρος. «Το αποκάλυψα στον Βαγγέλα μια νύχτα που ήπιαμε. Και ύστερα γνώρισα μια κοπέλα και το είπα και σ' εκείνη.»

«Τι μου λες; Δηλαδή αποφάσισες να κάνεις σοβαρή σχέση;»

«Ναι. Αλλά τώρα που το πήρα απόφαση είναι και ο πόλεμος στη μέση. Αν γυρίσουμε πίσω ζωντανοί και νικητές, θα σας τη γνωρίσω.»

«Μπράβο, αδελφέ. Αν ήταν άλλες οι συνθήκες, θα χαιρόμουν περισσότερο.»

Έπειτα ο Κώστας πήρε το λόγο:

«Απ' ότι φαίνεται, μόνο εγώ δεν το είπα πουθενά.»

«Σίγουρα; Ούτε στην Ηλιάνα;» τον ρώτησε με νόημα ο Περικλής.

«Πού ξέρεις εσύ για εμένα και την Ηλιάνα;» απόρησε ο Κώστας.

«Ο έρωτας μερικές φορές δεν κρύβεται, ξάδελφε.» είπε ο Περικλής. «Παραδέξου πως έρχεσαι και σε αυτόν τον πόλεμο, παρόλο που το χέρι σου δεν είναι ακόμα σε θέση να κρατήσει σπαθί, μόνο για να βρίσκεσαι κοντά της.»

«Όχι, όχι μόνο για αυτό. Όμως αυτή τη φορά δεν έρχομαι. Η Αρχίατρος Ξένια δεν με αφήνει.»

«Τότε γιατί βρίσκεσαι εδώ;» τον ρώτησε ο Αλέξανδρος.

«Για να αποχαιρετήσω την Ηλιάνα. Χθες βράδυ έφυγα κρυφά από τη Δύση και πήγα και τη βρήκα στο Χωριό της Αναγέννησης. Πέρασα τη νύχτα μαζί της και σήμερα ήρθα εδώ με το στρατό του θείου Κωνσταντίνου.»

«Πέρασες τη νύχτα μαζί της; Ωωω...!» είπε ο Αλέξανδρος, ενώ ο Περικλής χαμογέλασε πονηρά.

«Μόνο κοιμηθήκαμε, πονηρά μυαλά!» αναφώνησε ο ξάδελφος τους.

«Και οι γονείς σου τι είπαν που έφυγες μες στη νύχτα; Δεν ανησύχησαν;» ζήτησε να μάθει ο Περικλής.

«Τους άφησα σημείωμα. Πρέπει να καταλάβουν επιτέλους πως είμαι είκοσι και μπορώ να παίρνω αποφάσεις και μόνος μου.»

«Αυτό είναι καλό.» του είπε ο Αλέξανδρος. «Σε λίγα χρόνια που θα γίνεις βασιλιάς της Δύσης, θα σου χρειαστεί αυτή η αποφασιστικότητα.»

Ο Περικλής συμφώνησε και άλλαξε θέμα:

«Όσο για αυτό που είπε εκείνο το σκουλήκι ο Ιάκωβος και μας έκανε να υποφέρουμε τόσον καιρό κρυφά ή φανερά... η Έλσα πιστεύει πως είναι ψέματα.» Οι άλλοι δύο απόρησαν.

«Τι την κάνει να το πιστεύει αυτό, αφού δεν ήταν εκεί;» ρώτησε ο Κώστας.

«Ισχυρίζεται πως ο Ιάκωβος μου το είπε αυτό, για να μου ρίξει το ηθικό και να υποχωρήσουμε.»

«Σωστή σκέψη, αν και θα υποχωρούσαμε ούτως η άλλως όταν μαθαίναμε που είναι η Ανθή. Αυτό δεν ήταν το σχέδιο μας, Περικλή;» είπε ο Αλέξανδρος.

«Ναι, αλλά εκείνος δεν το ήξερε.» είπε ο Περικλής.

«Ελπίζω η Κατάσκοπος σου να έχει δίκιο, γιατί αν όντως ο Ιάκωβος και ο γιος του έχουν πειράξει την Ανθή τα πράγματα θα είναι πολύ δύσκολα.» είπε ο Κώστας.

«Θα το μάθουμε σύντομα. Όμως τώρα έχει σημασία να λειτουργήσει σωστά το σχέδιο Β και να πετύχει η αποστολή.» είπε ο Αλέξανδρος και οι άλλοι συμφώνησαν.

Εκείνη την ώρα πλησίασε ο Θάνος και είπε στον Περικλή:

«Μεγαλειότατε, τα καράβια είναι όλα έτοιμα για να ξεκινήσουμε.»

«Εντάξει, Ναύαρχε. Διέταξε επιβίβαση.»

«Επιβίβαση όλοι!» φώναξε για να ακουστεί ο Ναύαρχος και στη συνέχεια το ίδιο έκαναν και όλοι οι άλλοι Ναύαρχοι: ο Γιάννης, ο Σπύρος του Νότου, ο Παντελής της Ανατολής και ο Θανάσης του Κέντρου.

Ο Κώστας αποχαιρέτησε τα ξαδέλφια του και στη συνέχεια τους γονείς του και την Ηλιάνα. Μετά έμεινε να κοιτάει τα καράβια που απομακρύνονταν. Και τι δεν θα έδινε να έφευγε κι εκείνος μαζί τους για μία ακόμα φορά... Όμως το τραύμα στο χέρι του ήταν σοβαρό, γιατί είχε κοπεί ο τένοντας και θα χρειαζόταν πάνω από ένα μήνα για να γιατρευτεί, όπως του είπε η Ξένια. Ήλπιζε μόνο να γυρίσει πίσω η ξαδέλφη του σώα και αβλαβής, όπως ήταν πριν. Να μην ήταν αλήθεια αυτό που είπε ο Βασιλιάς των Πειρατών.

****************************************

Το ταξίδι τους ήταν όλο ήρεμο, χωρίς ούτε ένα κύμα. Απ' ότι υπολόγισαν οι ναύαρχοι, θα έφταναν στην παραλία τη νύχτα της Δευτέρας προς ξημερώματα Τρίτης, ενώ ήταν ακόμα Κυριακή. Ο Κεντρικός Ωκεανός ήταν ήσυχος και γαλήνιος και το νερό έμοιαζε με γυαλί. Τίποτα δεν προμηνούσε το χαμό και την καταστροφή που θα ακολουθούσε τις επόμενες μέρες.

******************************************************************************************



Ήταν Δευτέρα πρωί. Ο Φάνης με την Έλσα και τον Πάνο είχαν πάει στο Παλάτι, για να κάνουν παρέα στην Άννα και στην Κάτια, αλλά και στους εαυτούς τους, επειδή δεν μπορούσαν να κάτσουν σπίτι όσο σκέφτονταν πως όλοι σχεδόν οι δικοί τους έλειπαν στην εκστρατεία. Και το Παλάτι όμως το ίδιο έρημο ήταν. Σε ένα σαλόνι κάθονταν η Άννα, η Κάτια και η Μαρία. Κάθισαν μαζί τους και μια υπηρέτρια τους σέρβιρε χυμό και φρούτα, ενώ ο Πάνος παραπονιόταν γιατί δεν ήταν εκεί ο Μάξιμος να έπαιζαν.

Η Έλσα τον καθησύχασε λέγοντας του πως την επόμενη μέρα θα πήγαιναν στο Χωριό της Αναγέννησης να δει τον φίλο του. Επικράτησε για λίγο σιωπή στο σαλόνι, ώσπου μίλησε ο Φάνης:

«Ο Πρίγκιπας Μάριος πήγε κι εκείνος μαζί, έτσι;» ρώτησε τη Μαρία, για να ανοίξει κάποιο θέμα.

«Ω, ναι. Δυστυχώς, για μένα τουλάχιστον. Εκείνος χαιρόταν που θα ξανάβλεπε τον φίλο του τον Μάνο, αλλά και επειδή θα πολεμήσει επιτέλους για το βασίλειο του και για το νησί μας. Και εγώ είμαι αναγκασμένη να μείνω πίσω, για λογαριασμό της Ανατολής, ενός βασιλείου που δεν νιώθω πια μέρος του και για τον Νίκο, έναν άντρα που επίσης δεν είναι πια δικός μου!» ξέσπασε η Μαρία.

Η Έλσα σκούντησε τον Φάνη με δύναμη.

«Βρήκες θέμα να ανοίξεις κι εσύ.» του είπε διακριτικά. Η Μαρία στράφηκε στην αδελφή της και διόρθωσε κάπως τα πράγματα:

«Συγνώμη, καλή μου. Δεν ήθελα να σε θίξω.»

«Δεν πειράζει.» απάντησε ήρεμα η Κάτια. «Εμένα η ζωή μου είναι έτσι και αλλιώς χαμένη.»

«Λίγη υπομονή ακόμα και όλα θα φτιάξουν, Μεγαλειοτάτη.» της είπε η Έλσα. «Ελπίζω.»

«Κι εμείς τι μπορούμε να κάνουμε από εδώ που είμαστε;» αναρωτήθηκε η Άννα, σχεδόν σαν να μονολογούσε. «Ξέρετε τι μου τη δίνει πιο πολύ;» είπε, απευθυνόμενη σε όλους αυτή τη φορά. «Ότι κάθομαι εδώ όχι από επιλογή μου, αλλά επειδή αυτή ήταν η άποψη και η θέληση του Περικλή.»

«Κι εγώ έτσι το σκέφτομαι.» συμφώνησε ο Φάνης.

Η Άννα σηκώθηκε και συνέχισε:

«Δεν είμαι απλά μια βασίλισσα του Παλατιού, είμαι γεννημένη για να πολεμάω.» Έπειτα κοίταξε τον Στρατηγό. «Φάνη, πρέπει να πάμε. Γιατί μπορούμε και για να δείξουμε στον Περικλή τι αξίζουμε.»

«Μα... οι διαταγές του Βασιλιά ήταν να μείνουμε.»

«Δεν με νοιάζει. Είμαι κι εγώ Βασίλισσα και δέχεσαι κι από εμένα διαταγές. Όμως δεν σε διατάζω, στο ζητάω σαν χάρη.»

Τον κοίταξε ικετευτικά, ενώ εκείνος σκεφτόταν αν θα ήταν σοφή απόφαση η όχι, κι αν θα υπήρχαν συνέπειες, όπως τιμωρία για ανυπακοή διαταγών.

«Σε παρακαλώ... Ξέρω πόσο θες κι εσύ να πας, να γίνεις μέρος και αυτού του πολέμου... Και αν πει τίποτα ο Περικλής, αναλαμβάνω εγώ όλη την ευθύνη.» συνέχισε η Άννα. «Μητέρα, εσύ τι λες; Εγκρίνεις την απόφαση μου;»

«Να πάτε, αρκεί να φέρετε πίσω την Ανθή μου.» απάντησε η Κάτια.

«Θα κάνουμε ό,τι μπορούμε, Μεγαλειοτάτη.» της είπε ο Φάνης.

Η Άννα χάρηκε μ' αυτά τα λόγια.

«Δηλαδή θα πάμε;» τον ρώτησε. Ο Φάνης στράφηκε στην Έλσα. Χρειαζόταν και τη δική της έγκριση. Εκείνη, αν και κατά βάθος δεν συμφωνούσε, του είπε:

«Αρκεί να γυρίσεις πίσω ζωντανός.» Άγγιξε την κοιλιά της, που είχε αρχίσει να μεγαλώνει.

«Ξέρεις εσύ για ποιο λόγο.»

«Σου υπόσχομαι να προσπαθήσω.»

«Να έρθω κι εγώ;» ρώτησε ο Πάνος.

«Εσύ να μείνεις εδώ και να προσέχεις τη μαμά σου, νεαρέ ιππότη. Ίσως έρθει κάποια στιγμή που θα πολεμήσεις κι εσύ. Όμως όχι σήμερα.» του είπε ο πατέρας του. (Προφητικά λόγια άραγε;)

«Καλά. Αλλά αύριο θα πάμε στο Χωριό, ναι μαμά;»

«Εντάξει.» του υποσχέθηκε η μητέρα του.

Η Μαρία σηκώθηκε κι εκείνη και είπε:

«Λοιπόν, έχουμε πολλά να κάνουμε. Θα έρθω μαζί σας μέχρι την Ανατολή, για να σας βρω καράβι και πλήρωμα.» τους είπε.

«Εντάξει.» συμφώνησε η Άννα. «Θα φύγουμε το συντομότερο. Σήμερα κιόλας. Φάνη, θέλω να βρεις μερικούς στρατιώτες για να έρθουν επίσης μαζί μας.»

«Μάλιστα.»

Σε μισή ώρα, ο Φάνης συγκέντρωσε μερικούς απ' τους στρατιώτες του που είχαν μείνει πίσω και εκείνοι περίμεναν στα Σύνορα. Μετά αυτός και η Άννα ετοιμάστηκαν, ενώ η Έλσα έπεισε την Κάτια να πάει μαζί της την επόμενη μέρα στο Χωριό της Αναγέννησης, γνωρίζοντας ότι θα της έκανε καλό να ξεφύγει απ' τα συνηθισμένα. Έτσι λοιπόν, αφού κανονίστηκαν όλα, η Μαρία με τον Φάνη, την Άννα και τους Βόρειους στρατιώτες έφυγαν και σε λίγες ώρες βρίσκονταν στο Λιμάνι της Ανατολής. Έφαγαν για μεσημέρι σε ένα ταβερνάκι, ενώ η Μαρία τους βρήκε το πιο γρήγορο καράβι του βασιλείου μαζί με το πιο ικανό πλήρωμα, εκείνο του ξακουστού Καπετάνιου Στεφ (από το Στέφανος), χρησιμοποιώντας τις γνωριμίες της.

Όλα ήταν έτοιμα και οι στρατιώτες ανέβηκαν στο πλοίο.

«Θέλετε να μεταφέρουμε από εσάς κάποιο μήνυμα, Σουλτάνα Μαρία;» τη ρώτησε ο Φάνης, λίγο πριν επιβιβαστούν οι ίδιοι.

«Μονάχα στον Μάριο. Πείτε του ότι του στέλνω την αγάπη μου. Και μη με αποκαλείς Σουλτάνα, γιατί δεν είμαι πια. Το Πριγκίπισσα Μαρία της Ερημιάς νομίζω πως είναι καλό.»

«Άντε, σαλπάρουμε! Τώρα θα λύσετε το Ανατολικό ζήτημα;!» φώναξε ο Κάπτεν Στεφ από πάνω από το πλοίο.

«Πάμε.» είπε η Άννα στον Φάνη και αφού αποχαιρέτησαν και ευχαρίστησαν τη Μαρία για τη βοήθεια της, επιβιβάστηκαν στο καράβι του βιαστικού καπετάνιου.

Το ότι ήταν απ' τη φύση του βιαστικός ήταν καλό από μία άποψη, γιατί λόγω αυτού του χαρακτηριστικού το πλοίο του ήταν το πιο γρήγορο. Άνοιξε αμέσως πανιά κι άρχισε να σκίζει τα νερά με ταχύτητα που ο Φάνης και η Άννα πρώτη φορά έβλεπαν. Απ' ότι τους πληροφόρησε αργότερα ο Στεφ, θα έφταναν στην Παραλία των Πειρατών, Μεγάλη Παραλία όπως λεγόταν, τη νύχτα της Τρίτης. Από εκεί θα πήγαιναν να δουν τι εξέλιξη θα είχε ο πόλεμος και φυσικά να ορμήσουν κι οι ίδιοι! Τίποτα πλέον δεν τους κρατούσε.

*****************************************************

Νομίζω πως αυτό ήταν ένα καλό σημείο να το κόψω. Να σας κρατήσω και σε αγωνία 😊

Στο επόμενο: Οι Πέντε Στόλοι φτάνουν στο Νησί των Πειρατών και προετοιμάζονται για τη μυστική εισβολή, όμως ο Βαγγέλας τα βρίσκει λίγο σκούρα στο άναμμα της φωτιάς για το σινιάλο 😆

Στη συνέχεια έχουμε την έκπληξη της Άννας και του Φάνη, οι οποίοι επίσης φτάνουν. Ποια θα είναι η αντίδραση του Περικλή άραγε μόλις τους δει;

Και ύστερα, άλλη μια μάχη ξεκινάει, αυτή τη φορά μέσα στα στενά του Κάστρου. Πώς θα εξελιχθεί και τι θα κάνει ο Ιάκωβος μόλις αντιληφθεί την "έκπληξη" που του ετοίμασαν οι Πεντονησιώτες; 😁

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top