Κεφάλαιο 9: Η δεξίωση όπου συνέβησαν πολλά

Ο Περικλής βρήκε την Άννα στο δωμάτιο της. Της φάνηκε περίεργο, γιατί σπάνια την επισκεπτόταν εκεί. Εκείνος τη φίλησε απαλά στα χείλη και της είπε:

"Έχω να σου προτείνω κάτι."

"Σε ακούω, αγαπημένε μου."

"Λοιπόν... Απόψε η μητέρα μου κάνει πάλι μια από εκείνες τις δεξιώσεις της. Αυτή τη φορά, θέλει να γιορτάσει την επιτυχία των διαπραγματεύσεων με τον Νότο, παρόλο που δεν λύθηκε ακόμα το πρόβλημα των ληστών. Αλλά αφού δεν μπορώ να την αποφύγω, θα ήθελα να σου ζητήσω να με συνοδεύσεις σε αυτήν." Η Άννα χαμογέλασε, όμως αμέσως έστρεψε αλλού το βλέμμα της.

"Δεν νομίζω πως είναι σωστό να σε δουν να συνοδεύεσαι από μια υπηρέτρια."

"Άννα..." Ο Περικλής πλησίασε και της κράτησε τα χέρια ανάμεσα στα δικά του. "Κανένας δεν θα μου υπαγορεύσει ποια θα ερωτευθώ και ποια θα με συνοδεύσει, παρά μόνο η καρδιά μου. Και η καρδιά μου επέλεξε εσένα, Άννα."

"Και τι θα πουν οι υπόλοιποι υπηρέτες; Ο κόσμος μιλάει, Περικλή. Θα κοιτάνε περίεργα και θα κουτσομπολεύουν."

"'Ασ' τους να κοιτάνε και να λένε ό,τι θέλουν. Δεν μπορούν να μου κάνουν τίποτα. Είμαι ο πρίγκιπας. Όσο για τη μητέρα μου, θα το δεχτεί, δεν μπορεί να κάνει αλλιώς."

Η Άννα ένιωθε ότι έκανε τη μεγαλύτερη τρέλα της ζωής της, να εμφανιστεί δημόσια και μάλιστα σε βασιλική δεξίωση στο πλευρό του ενός από τους δίδυμους πρίγκιπες. Όμως είχε δίκιο, κανένας δεν μπορούσε να τους απαγορεύσει τίποτα, κι είχε κάνει και η δική της καρδιά την επιλογή της.

"Εντάξει." είπε τελικά. "Όμως...τι θα φορέσω; Όλα μου τα φορέματα είναι πολύ φτωχικά και απλά."

"Και τι σε νοιάζει αυτό; Θα πάμε αμέσως τώρα να σου αγοράσω εγώ φόρεμα. Ετοιμάσου και κατέβα."

"Μα..." πήγε να διαμαρτυρηθεί η Άννα, που ένιωθε άσχημα αλλά και όμορφα συγχρόνως που ο καλός της ενδιαφερόταν τόσο για αυτήν.

"Δεν έχει μα. Σε μισή ώρα θα σε περιμένω στον προθάλαμο να φύγουμε. Γεια." και βγήκε, αφήνοντας την με ένα χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη.

Μισή ώρα μετά, προχωρούσαν μαζί στην αγορά. Πρώτη φορά είχαν βγει εκτός των τειχών του Παλατιού. Οι περαστικοί χαιρετούσαν με σεβασμό τον Περικλή, γέρνοντας ελαφρώς τα κεφάλια τους και όσοι φορούσαν καπέλο το ανασήκωναν. Εκείνος ανταπέδιδε όλους τους χαιρετισμούς, χωρίς καν να τους ξέρει, επειδή αγαπούσε όλο τον λαό του Βορρά ανεξαιρέτως. Μόνο έναν άνθρωπο μισούσε θανάσιμα και η Άννα το ήξερε ήδη αυτό: τον δίδυμο αδελφό του.

"Δεν σε νοιάζει που μας βλέπουν να περπατάμε μαζί;" τον ρώτησε κάποια στιγμή.

"Καθόλου, αγάπη μου. Εξάλλου, θα γίνει γνωστή η σχέση μας απόψε που θα πάμε μαζί στη δεξίωση." της απάντησε, κάνοντας της να αγχωθεί ακόμα περισσότερο για την αποψινή δεξίωση.

Τώρα διέσχιζαν έναν πολυσύχναστο δρόμο με πολλά πανάκριβα μαγαζιά. Η Άννα έριξε μια ματιά διακριτικά στις τιμές: ήταν όλα πανάκριβα!

"Ω, όχι..." άκουσε τον Περικλή να λέει δίπλα της και ένιωσε το χέρι του που κρατούσε το δικό της να σφίγγεται. "Όχι πάλι αυτή με αυτόν..." Κοίταξε προς το μέρος που κοιτούσε και είδε τον Αλέξανδρο με τη Χριστίνα, να βαδίζουν απ' την αντίθετη κατεύθυνση και να γελάνε δυνατά. Ο Περικλής προσπάθησε να τους αποφύγει, όμως την ίδια στιγμή η Χριστίνα τους είδε και πλησίασε με γοργό βήμα και τραβώντας τον Αλέξανδρο απ' το χέρι. Φορούσε πάλι φόρεμα με αβυσσαλέο ντεκολτέ και τα ξανθά μαλλιά της φαίνονταν σαν χρυσάφι στον ήλιο. Τόσο όμορφη, μα και πονηρή συγχρόνως.

"Γεια σας!" είπε με προσποιητή χαρά κι ένα ειρωνικό χαμόγελο στα χείλη.

"Τι κάνεις εσύ εδώ με αυτήν;" ρώτησε ο Περικλής τον αδελφό του, κοιτάζοντας τον άγρια.

"Ήρθαμε βόλτα στα μαγαζιά." εξήγησε με αναιδές ύφος η Χριστίνα.

"Η Χριστίνα ξανάρθε στον Βορρά νωρίτερα το πρωί, ήρθε και με βρήκε και της πρότεινα να με συνοδεύσει απόψε στη δεξίωση." ανέλαβε να απαντήσει ο Αλέξανδρος. "Γιατί, υπάρχει πρόβλημα;" και αγκάλιασε τη Χριστίνα απ' τη μέση.

"Μετά από τις προειδοποιήσεις της μαμάς και την ανακοίνωση ότι είμαστε ξαδέλφια;!" αναφώνησε εκνευρισμένος ο Περικλής.

"Γιατί, δεν μπορεί κανείς να κάνει παρέα με τα ξαδέλφια του;" είπε ο άλλος και γέλασαν κοροϊδευτικά με τη Χριστίνα.

Θα σας τα κόψω εγώ τα γέλια! σκέφτηκε ο Περικλής. Ο Αλέξανδρος στράφηκε στην Άννα:

"Κάπου σε ξέρω εσένα." Το σκέφτηκε λίγα δευτερόλεπτα κι έπειτα συμπλήρωσε: "Α, ναι! Είσαι υπηρέτρια στο παλάτι." Η Άννα έσκυψε το κεφάλι.

"Τι δουλειά έχει μια υπηρέτρια με έναν πρίγκιπα, Περικλή;" ρώτησε ειρωνικά η ξαδέλφη τους.

"Είναι η κοπέλα μου. Και θα με συνοδεύσει απόψε στη δεξίωση." δήλωσε εκείνος περήφανος χωρίς ίχνος δισταγμού.

"Η κοπέλα σου; Δεν περίμενα να πέσεις τόσο χαμηλά, αδελφέ." Πριν καν προλάβει να τελειώσει την πρόταση του, ο Περικλής όρμησε και τον έπιασε απ' το γιακά.

"Έτσι και την ξαναπροσβάλεις, θα σου..."

"Σταματήστε! Γινόμαστε θέαμα!" επενέβη η Χριστίνα και τους χώρισε. Ήταν το μόνο καλό που είχε κάνει μέχρι τώρα. Γιατί κάποιοι περαστικοί σταμάτησαν και κοίταξαν τρομοκρατημένοι τα δυο αδέλφια, νόμισαν ότι θα τραβήξουν όπλα ή σπαθιά.

Ο Περικλής στράφηκε στην Άννα.

"Πάμε να φύγουμε." Είπε, ρίχνοντας μια τελευταία δολοφονική μάτια στον Αλέξανδρο και τη Χριστίνα.

Περπάτησαν λίγο αμίλητοι.

"Ζητώ συγγνώμη εκ μέρους του ηλίθιου. Το ξέρω ότι σε πρόσβαλε με αυτό που είπε, μα κυρίως πρόσβαλε εμένα."

"Έχει δίκιο." Είπε εκείνη, κοιτάζοντας σκυθρωπά το φτωχικό φόρεμα της. "Δεν είμαι πάρα μια υπηρέτρια." Ο Περικλής γύρισε ξαφνικά, την έκλεισε στην αγκαλιά του και τη φίλησε μπροστά σε όλους τους περαστικούς.

"Βλέπεις;" της είπε μετά. "Καθόλου δεν με νοιάζει που μας βλέπουν μαζί. Και τώρα ας ξεχάσουμε ότι έγινε και ας πάμε να σου αγοράσω εκείνο το φόρεμα που λέγαμε."

Μπήκαν σε ένα από εκείνα τα πανάκριβα μαγαζιά και μετά από πολλές δοκιμές, η Άννα επέλεξε τελικά ένα κόκκινο στο χρώμα της φωτιάς φόρεμα, με μετάξι και κορδέλες από  τούλι να κρέμονται σαν ουρές από τη μακριά και φαρδιά φούστα. Επίσης μια δαντέλα στο επάνω μέρος αποκάλυπτε τους τέλειους ώμους της και αναδείκνυε τον υπέροχο λευκό λαιμό της.

"Αυτό θα πάρεις. Πάει και τελείωσε." της είπε ενθουσιασμένος ο Περικλής. "Αρκεί να σου αρέσει κι εσένα."

"Μου αρέσει μα...είναι το πιο ακριβό από όλα όσα δοκίμασα."

"Τι είπαμε; Δεν είπαμε να μη σε νοιάζει για τα λεφτά; Πρίγκιπας είμαι, στο κάτω κάτω." επέμεινε κι έπειτα στράφηκε στην πωλήτρια: "Αυτό θα πάρουμε."

"Εξαιρετική επιλογή, Υψηλότατε." απάντησε εκείνη και η Άννα πήγε να βγάλει το φόρεμα για να τους το τυλίξει. 

Το βράδυ έφτασε. Όπως σε κάθε δεξίωση, οι καλεσμένοι ένας- ένας άρχισαν να καταφθάνουν και η Κάτια με τον Περικλή και την Ανθή στο πλάι της να τους υποδέχεται. Ο Αλέξανδρος έλειπε. Είπε πως θα πεταχτεί σε μια δουλειά και δεν θα αργήσει κι έφυγε βιαστικά.

"Μπορείς να μου πεις που είναι ο αδελφός σου τόση ώρα;" ψιθύρισε η Κάτια στον έναν γιο της. "Είναι αγένεια αυτό που κάνει."

"Πού θες να ξέρω πού είναι; Η νταντά του είμαι;" τη ρώτησε εκείνος εκνευρισμένος, ύστερα όμως είδε την Άννα να κατεβαίνει τα σκαλιά, στολισμένη και έτοιμη για τη δεξίωση, ξέχασε τα πάντα και πλησίασε στη βάση της σκάλας τυφλωμένος από τη λάμψη της. 

Έμοιαζε με πραγματική βασίλισσα. Τα μισά μαλλιά της ήταν μαζεμένα σε ένα περίτεχνο κότσο, ενώ τα υπόλοιπα έπεφταν απαλά στους ώμους της. Το βάψιμο της ήταν απαλό εκτός από το κατακόκκινο κραγιόν, που ήταν ακριβώς στο ίδιο χρώμα με το φόρεμα που της είχε πάρει, το οποίο την έκανε να λάμπει περισσότερο από όλες εκείνη τη νύχτα. Οι περισσότεροι καλεσμένοι δεν αναγνώρισαν τη νεαρή καλλονή ούτε κατάλαβαν πως ήταν μια απ' τις υπηρέτριες του παλατιού. 

Η Άννα κατέβηκε αργά τα σκαλιά, αγγίζοντας απαλά τα χρυσά κάγκελα στο πλάι και χαμογελώντας στον Περικλή. Έφτασε μπροστά του και εκείνος την κοίταξε με λατρεία, έπειτα της φίλησε το χέρι και είπε:

"Είσαι πανέμορφη απόψε. Δηλαδή...πάντα είσαι, όμως απόψε είσαι απλά εκθαμβωτική."

"Σε ευχαριστώ. Όλα οφείλονται στο φόρεμα που μου αγόρασες." του είπε εκείνη σκύβοντας ελαφρά το κεφάλι.

"Ναι, αλλά το φόρεμα αυτό λάμπει χάρη σε εσένα και στη δική σου ομορφιά και λάμψη. Δεν θα ταίριαζε σε καμία άλλη."

Η Κάτια, όπως και κάποιοι καλεσμένοι, κοίταξε με απορία και έκπληξη την νεαρή που συνόδευε τον γιο της και κατάλαβε πως ήταν η Άννα, η πιο καινούργια από το υπηρετικό προσωπικό της. 

Αχ, αυτά τα παιδιά μου και οι επιλογές τους στον έρωτα... σκέφτηκε, όμως έπειτα θυμήθηκε με πόσο πάθος είχε υπερασπιστεί τότε την ετεροθαλή αδελφή της Πριγκίπισσα Λίζα, όταν ανακοίνωσε στον Λεωνίδα ότι είχε αγαπήσει τον νεαρό υπηρέτη Πέτρο και θα έφευγε μαζί του στη Δύση, που εκείνος θύμωσε και της το απαγόρευσε, και πως κατάφερε τελικά να τον πείσει να μην μπει εμπόδιο στην ευτυχία των δυο νέων ανθρώπων γιατί μόνο μαζί θα ήταν ευτυχισμένοι. Το ίδιο είχε συμβεί και στην ίδια, όταν η μητέρα της και ο πατέρας του Λεωνίδα τους απαγόρευσαν να είναι μαζί.

Ποια είμαι εγώ τώρα να εμποδίσω το παιδί μου να ευτυχίσει; αναρωτήθηκε μέσα της και πλησίασε το ζευγάρι με χαμόγελο.

"Μητέρα, σίγουρα θα ξέρεις την Άννα. Είμαστε μαζί τώρα." της είπε ο Περικλής και περίμενε με αγωνία την απάντηση της.

"Την αγαπάς;" τον ρώτησε.

"Πιο πολύ και απ' τη ζωή μου." Η Κάτια στράφηκε στην κοπέλα:

"Εσύ, Άννα, τον αγαπάς τον γιο μου;"

"Περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, Μεγαλειοτάτη."

"Τότε, έχετε την ευχή μου." είπε η Κάτια, χαρίζοντας τους ένα ζεστό χαμόγελο και κάνοντας τους να χαρούν όσο ποτέ άλλοτε.

Η Αίθουσα Χορού όσο πήγαινε και γέμιζε. Η Έλσα ήρθε μαζί με τον Φάνη αυτή τη φορά. Ήταν και οι δύο εξίσου εντυπωσιακοί με τα επίσημα ρούχα τους και όλοι συμφώνησαν ότι ταίριαζαν απόλυτα. Ακολούθησαν ο Θάνος φυσικά με τη Μαίρη, ο Χρήστος με την Λαίδη Κατερίνα και η Γιάννα κατέφθασε με τους δυο προσωπικούς της βοηθούς, τη Σωτηρία και τον Ανδρέα. 

Τελευταίος επέστρεψε επιτέλους και ο Αλέξανδρος, επιφυλάσσοντας μια δυσάρεστη έκπληξη για όλους τους παραπάνω: Ήταν η Χριστίνα, ντυμένη με ένα από τα εντυπωσιακά, λαμπερά της μπλε φορέματα, περπατώντας με υπεροπτικό ύφος στο πλευρό του. Ο Αλέξανδρος ντυμένος και εκείνος στα μπλε, δεν έδινε σημασία στα γεμάτα απορία και οργή βλέμματα της μητέρας, του αδελφού του και των αξιωματικών καθώς περνούσαν ανάμεσα τους. Έφτασαν μπροστά στην Κάτια, η οποία προσπάθησε να φανεί ευγενική.

"Καλησπέρα, θεία." είπε ελαφρώς ειρωνικά η Χριστίνα.

"Γεια σου, Χριστίνα. Πότε ήρθες, παιδί μου;" τη ρώτησε παγερά.

"Σήμερα το πρωί, μητέρα. Και τώρα πήγα και την πήρα. Δυσκολεύτηκα να βρω το ξενοδοχείο της, για αυτό αργήσαμε λίγο." ανέλαβε να δικαιολογήσει την απουσία του ο Αλέξανδρος. Η Κάτια δεν ήξερε τι να πει, πώς να αντιδράσει. Είχε μια πολύ φριχτή υποψία.

"Ήρθαμε σαν ξαδέλφια, μην ανησυχείτε." προσπάθησε μάταια να την καθησυχάσει η Χριστίνα. "Οι γονείς μου στέλνουν τα χαιρετίσματα τους, το ίδιο και οι Βασιλιάδες μου." Η Κάτια έριξε μια ματιά στην Έλσα, η οποία της ένευσε για να της δείξει ότι είχε το ίδιο άσχημο προαίσθημα με εκείνη.

"Καλώς. Μετά τη δεξίωση θέλω να μιλήσουμε, Αλέξανδρε. Για την ώρα όμως, σημασία έχει να περάσουμε καλά και να μην γίνει σκηνή μπροστά στους καλεσμένους. Έγινα κατανοητή;" είπε.

"Ναι, μητέρα."

"Μάλιστα, θεία." της απάντησαν. 

Καθώς η Κάτια ανέβηκε στην εξέδρα του θρόνου να βγάλει λόγο και όλοι ήταν αφοσιωμένοι εκεί, ο Περικλής σφίγγοντας τις γροθιές του πλησίασε τον αδελφό του και τον τράβηξε μακριά από τη Χριστίνα.

"Δεν μου λες..." ξεκίνησε. "Όλες αυτές οι προειδοποιήσεις της μητέρας μας πήγαν στο βρόντο;" Ο Αλέξανδρος χαμογέλασε ειρωνικά.

"Αθώε μου αδελφούλη... Κανείς δεν μπορεί να με εμποδίσει να είμαι με όποια θέλω, όπως ακριβώς και εσένα."

"Είναι ξαδέλφη μας, για όνομα του Θεού." είπε προσπαθώντας να μη φωνάξει ο Περικλής.

"Ε, και; Ξαδέλφη, όχι αδελφή μας. Δεν μεγαλώσαμε σαν ξαδέλφια για να τη νιώθω έτσι. Τα λες αυτά επειδή ζηλεύεις. Ξέρεις ότι δεν πρόκειται να δεχτεί η Άννα να σε παντρευτεί, ενώ σε ξέρει τόσο λίγο χρονικό διάστημα."

"Σε πληροφορώ ότι την αγαπώ και εκείνη το ίδιο."

"Αγαπιέστε! Χα! Ας γελάσω. Δεν έχεις ιδέα τι είναι η αγάπη. Μην την μπερδεύεις με τους εφήμερους έρωτες."

"Η Άννα δεν είναι κάτι εφήμερο." του είπε άγρια.

"Αυτό θα το δούμε." είπε ο Αλέξανδρος και απομακρύνθηκε. 

Η Κάτια τελείωσε το λόγο της, διατάσσοντας να ξεκινήσει η δεξίωση και η μπάντα που είχε καλέσει άρχισε να παίζει μια δυναμική μπαλάντα τους. Πολλά ζευγάρια άρχισαν να χορεύουν, ανάμεσα τους η Έλσα με τον Φάνη, ο Περικλής με την Άννα και ο Αλέξανδρος με τη Χριστίνα. Ο τελευταίος πότε κοιτούσε με πάθος στα μάτια τη Χριστίνα, καθώς περιστρέφονταν μαζί στο ρυθμό, και πότε έριχνε δολοφονικές ματιές στον αδελφό του. Η Άννα ανησυχούσε πως θα τσακωθούν σύντομα και προσπάθησε να ηρεμήσει τον αγαπημένο της:

"Αγάπη μου, μην τον αφήσεις να χαλάσει τη βραδιά." του είπε. "Δεν αξίζει. Είναι η πρώτη μας δημόσια εμφάνιση μαζί και θέλω να το ζήσω. Σε παρακαλώ, ότι και αν σου πει, προσπάθησε να συγκρατηθείς."

"Δεν μπορείς να καταλάβεις..." της είπε. "Η Χριστίνα, εκτός από ξαδέλφη μας, είναι και πολύ επικίνδυνη. Σίγουρα σχεδιάζει να τον παρασύρει, και μέχρι στιγμής τα καταφέρνει μια χαρά. Και αυτός ο ηλίθιος είναι ικανός να την παντρευτεί απλά και μόνο για να γίνει βασιλιάς."

"Τι εννοείς;" Η Άννα ξαφνικά σταμάτησε να χορεύει. Ο Περικλής, πάνω στον θυμό του για τον αδελφό του, παρασύρθηκε και της είπε κάτι που δεν έπρεπε... Δηλαδή έπρεπε κάποια στιγμή, όμως όχι ακόμα, όχι με αυτόν τον τρόπο...

"Άννα..."

"Τι εννοείς ότι πρόκειται να την παντρευτεί μόνο και μόνο για να γίνει βασιλιάς; Είναι κάποιο στοίχημα που έχετε βάλει; Και είμαι κι εγώ μέσα σε αυτό;"

"Περίμενε να σου εξηγήσω."

"Δεν χρειάζεται. Τα κατάλαβα όλα." είπε η Άννα και σήκωσε την ουρά του φορέματος της για να τρέξει έξω.

Ο Περικλής την ακολούθησε στους κήπους.

"Άννα, στάσου!" Την πρόφτασε και τη σταμάτησε πιάνοντας το χέρι της. Εκείνη το τίναξε μακριά.

"Σε παρακαλώ, άσε με να σου εξηγήσω..."

"Τι να μου εξηγήσεις, Περικλή;! Ότι βάλατε στοίχημα με τον αδελφό σου ποιος θα παντρευτεί πρώτος και ότι μόνο για αυτό με πλησίασες και με έκανες να σε ερωτευθώ;!" φώναξε η Άννα με τα δάκρυα να κυλούν στα όμορφα της μάτια. Πρώτη φορά την άκουγε να φωνάζει.

"Δεν είναι έτσι όπως τα λες τα πράγματα. Δεν ήταν στοίχημα, ήταν...απόφαση της μητέρας μας. Αποφάσισε να αποσυρθεί, και επειδή ήρθαμε σε ρήξη με τον αδελφό μου για το θρόνο, μας είπε πως εκείνος που θα παντρευτεί πρώτος θα γίνει βασιλιάς."

"Ακόμα χειρότερα." είπε η Άννα. "Και όταν γνώρισες εμένα, σκέφτηκες ότι σίγουρα μια υπηρέτρια θα ήθελε να γίνει βασίλισσα και θα έπεφτε εύκολα με τα λόγια και τα φιλιά σου, έτσι δεν είναι;"

"Όχι, Άννα, δεν είναι καθόλου έτσι. Δεν σε πλησίασα μονάχα για αυτό. Ακόμα και αν δεν ήταν η βασιλεία στη μέση, και πάλι θα μου άρεσες, και πάλι θα σε ερωτευόμουν. Πριν γνωρίσω εσένα, θα σου παραδεχτώ κάτι: Ήθελα κι εγώ τη Χριστίνα. Νόμιζα πως την είχα ερωτευθεί, και ήθελα να την κατακτήσω για να την παντρευτώ όσο πιο γρήγορα γίνεται και να γίνω βασιλιάς. Δεν ήταν έρωτας όμως. Γιατί μετά γνώρισα εσένα, και μου έδειξες τι σημαίνει αληθινή αγάπη. Με τη Χριστίνα δεν ήταν παρά ένα πείσμα, ένα απωθημένο που την είχε ο αδελφός μου και όχι εγώ." 

Η Άννα έδιωξε μερικά δάκρυα και είπε:

"Μήπως ακόμα έχει παραμείνει απωθημένο; Ε; Μήπως ακόμα τη θες;"

"Όχι, αγάπη μου, στο ορκίζομαι. Τη σιχάθηκα όταν έμαθα όλα αυτά τα πράγματα για εκείνη, και σιχάθηκα και τον εαυτό μου που την ποθούσα και τελικά είναι ξαδέλφη μας. Μόνο εσένα θέλω και σ' αγαπώ. Άννα..." Εκείνη τη στιγμή έκανε εκείνο που είχε σχεδιάσει από την αρχή της βραδιάς. Γονάτισε μπροστά της και της κράτησε τα χέρια.

"Τι κάνεις;" απόρησε εκείνη.

"Ακόμα και αν δεν γίνουμε βασιλιάδες του Βορρά, η πρόταση μου θα ισχύει, το ίδιο και η αγάπη μου για σένα." Έβγαλε από την τσέπη του σακακιού του ένα μικρό κουτάκι, το άνοιξε και μέσα φάνηκε ένα ολόχρυσο δαχτυλίδι με ένα αστραφτερό διαμάντι στην κορυφή του. "Άννα... Θέλεις να με παντρευτείς;" είπε και περίμενε με τη μεγαλύτερη αγωνία που είχε νιώσει ποτέ του.

Η Άννα είχε μείνει άφωνη, δεν ήξερε τι να πει. Σίγουρα κάτι τέτοιο, μια τέτοια πρόταση δηλαδή, δεν την περίμενε. Ήθελε κι εκείνη όσο τίποτα άλλο να τον παντρευτεί, και ας ήταν παράτολμο κάτι τέτοιο, και ας είχε τις αμφιβολίες της.

"Είναι λίγο βιαστική η πρόταση σου, και αυτό που έμαθα σήμερα είναι πολύ για εμένα..." ξεκίνησε να λέει, και είδε τη θλίψη να ζωγραφίζεται για λίγο στα μάτια του. "...Όμως, ήσουν ειλικρινής τελικά, έστω και αν άργησες λιγάκι. Οπότε, δέχομαι την πρόταση σου. Θέλω κι εγώ να σε παντρευτώ." κατέληξε και το πρόσωπο του έλαμψε ξανά. Της φόρεσε ο δαχτυλίδι, την πήρε στην αγκαλιά του και της έδωσε ένα φιλί όλο πάθος και προσμονή.

"Θέλω να το ανακοινώσω σε όλους. Απόψε κιόλας. Αν συμφωνείς κι εσύ, φυσικά." της είπε ύστερα κρατώντας την ακόμα.

"Ούτως ή άλλως θα το μάθουν κάποια στιγμή. Άσε που..." Η Άννα χαμογέλασε παιχνιδιάρικα και συνέχισε: "...Δεν μου αρέσει καθόλου το ύφος του αδελφού σου και θέλω πολύ να δω τα μούτρα του όταν το ακούσει ότι παντρευόμαστε." Ο Περικλής γέλασε και επέστρεψαν τρέχοντας σχεδόν στην αίθουσα και κρατώντας την απ' το χέρι, ανέβηκε στην εξέδρα.

"Την προσοχή σας, παρακαλώ!" φώναξε για να τον ακούσουν όλοι. 

Όλα τα μάτια στράφηκαν στην εξέδρα και στο νεαρό ζευγάρι. Η μπάντα σταμάτησε να παίζει και όσοι χόρευαν σταμάτησαν να χορεύουν και κοίταξαν απορημένοι. Η μεγαλύτερη απορία ήταν εκείνη της Κάτιας, αλλά και του Αλέξανδρου, η οποία συνοδευόταν από μια τρομερή αγωνία. Η Χριστίνα στάθηκε δίπλα του και τον κοίταξε καθυσηχαστικά, χωρίς να έχει την παραμικρή ταραχή. Η Έλσα, απ' την άλλη, έβλεπε πως το πρόσωπο της νεαρής παιδικής φίλης της έλαμπε από ευτυχία, κατάλαβε ήδη πού οφειλόταν αυτό και χαιρόταν για αυτήν. Ο Περικλής ξεκίνησε να λέει:

"Αγαπητοί παρευρισκόμενοι. Πριν από περίπου μισό μήνα, η μητέρα μου, Βασίλισσα Κάτια, έκανε μια πολύ σημαντική ανακοίνωση σε εμένα και στον αδελφό μου Πρίγκιπα Αλέξανδρο. Είπε ότι σχεδιάζει να αποσυρθεί, και ότι μόνο ένας από εμάς μπορούσε να πάρει το θρόνο!" Ψίθυροι απορίας ακούστηκαν στην αίθουσα, καθώς όπως ήταν φυσικό δεν γνώριζαν όλοι για αυτήν την απόφαση της βασίλισσας τους. "Και αυτός ο ένας που θα γινόταν βασιλιάς του Βορρά, σύμφωνα με την απόφαση της, θα ήταν εκείνος που θα παντρευτεί πρώτος. Και αυτή η στιγμή έφτασε, αγαπητοί παρευρισκόμενοι. Διότι εγώ, ο Πρίγκιπας Περικλής, γνώρισα πρόσφατα αυτήν με την οποία θέλω να μοιραστώ το θρόνο. Μια κοπέλα ξεχωριστή, με καλή καρδιά εκτός από απίστευτη ομορφιά, που θα γίνει σίγουρα μια πολύ δίκαιη και ικανή βασίλισσα στο πλευρό μου, όπως ακριβώς ήταν και η μητέρα μου στο πλευρό του πατέρα μου, του Βασιλιά Λεωνίδα. Μόνο εκείνη διάλεξε η καρδιά μου, και αν αρνιόταν την πρόταση μου, θα προτιμούσα να μην γίνω βασιλιάς, παρά να παντρευτώ οποιαδήποτε άλλη σε ολόκληρο το βασίλειο. Κυρίες και κύριοι, εγώ και η Δεσποινίδα Άννα σας ανακοινώνουμε τον αρραβώνα μας." 

Όλοι ξέσπασαν σε χειροκροτήματα και επευφημίες, εκτός απ' τον Αλέξανδρο και τη Χριστίνα. Ο Περικλής και η Άννα κοιτάχτηκαν με λατρεία και έπειτα κοίταξαν το απογοητευμένο πρόσωπο του Αλέξανδρου και έπνιξαν μαζί ένα γέλιο. Την αμέσως επόμενη στιγμή όμως, είδαν τη Χριστίνα να ψιθυρίζει κάτι στο αυτί του και εκείνος να παίρνει αμέσως το σατανικό του ύφος.

"Μισό λεπτό!" φώναξε και τα χειροκροτήματα κόπηκαν απότομα. 

Ο Αλέξανδρος πλησίασε την εξέδρα, με τη Χριστίνα να τον ακολουθεί, περνώντας μέσα από το πλήθος οι οποίοι έκαναν στην άκρη απορημένοι.

"Έχεις αντίρρηση με αυτόν το γάμο, αδελφέ;" τον ρώτησε ο Περικλής. Κάποιοι αξιωματικοί, που ήξεραν σχετικά με την έχθρα ανάμεσα τους, γέλασαν, όχι όμως και η Έλσα.

"Τώρα τα πράγματα θα γίνουν πολύ επικίνδυνα." ψιθύρισε στον Φάνη. "Θα σε συμβούλευα να έχεις τους φρουρούς σε ετοιμότητα."

"Τους έχω ήδη, μην αγχώνεσαι." της απάντησε εκείνος. "Τι σόι στρατηγός θα ήμουν αν δεν είχα προνοήσει από πριν για την ασφάλεια των καλεσμένων και της βασιλικής οικογένειας;" Και έβαλε το χέρι του στη θήκη του σπαθιού του.

"Φυσικά και δεν έχω αντίρρηση!" απάντησε ο Αλέξανδρος στον αδελφό του. "Όμως, έχω και εγώ να ανακοινώσω κάτι: Και εγώ σκοπεύω να παντρευτώ με τη Δεσποινίδα Χριστίνα!"

Μουρμουρητά έκπληξης ακούστηκαν παντού στην αίθουσα, ενώ η Γιάννα και η Έλσα έσπευσαν να συγκρατήσουν την Κάτια, που άσπρισε κατευθείαν και ήταν έτοιμη να λιποθυμήσει.

"Αυτό που ακούσατε!" συνέχισε ο Αλέξανδρος απευθυνόμενος σε όλους. "Και εφόσον η Χριστίνα προέρχεται από αρχοντική γενιά, από μια πρώην βασίλισσα και τον αρχηγό της Μαφίας του Νότου, νομίζω πως η θέση της βασίλισσας είναι πιο κατάλληλη για εκείνη, παρά για μια απλή υπηρέτρια! Συνεπώς, εγώ θα πρέπει να γίνω ο Βασιλιάς του Βορρά!"

"Αυτό δεν θα το επιτρέψω!" φώναξε η Κάτια.

"Είναι αιμομιξία!" συμπλήρωσε και ο Περικλής, επίσης φωνάζοντας. "Φρουροί, πιάστε και τους δυο και κλειδώστε τους!" 

Οι φρουροί όμως έμειναν ακίνητοι στις θέσεις τους, περιμένοντας τη διαταγή από τη βασίλισσα ή έστω απ' τον στρατηγό τους. Κανένας όμως δεν έκανε τίποτα. Ο Στρατηγός Φάνης κοιτούσε την Κάτια και περίμενε εντολή της, ενώ η Κάτια κοιτούσε πότε τον ένα γιο της, πότε τον άλλον. Πρώτη φορά στεκόταν τόσο αδύναμη μπροστά σε μια απόφαση.  Όλοι είχαν παγώσει και περίμεναν με αγωνία.

"Ξέρεις ποιο είναι το σωστό, μητέρα." της είπε ο Περικλής με ένταση. "Ξέρεις ποια είναι η τιμωρία για τους αιμομίκτες."

"Μανούλα; Δεν θα αφήσεις να συλλάβουν το ίδιο σου το παιδί, έτσι δεν είναι;" της είπε ο Αλέξανδρος κοιτάζοντας την ικετευτικά.

"Παίζει με το μυαλό σου! Διέταξε να τον συλλάβουν! Δεν πρέπει να παντρευτεί αυτή τη γυναίκα!"

"Ο Περικλής έχει δίκιο, Αλέξανδρε. Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς." είπε εκείνη δακρυσμένη, ωστόσο δίσταζε να δώσει την διαταγή.

"Εσύ παντρεύτηκες τον αδελφό σου!" της πέταξε ο Αλέξανδρος. Η Κάτια σάστισε. Δεν περίμενε με τίποτα μια τέτοια προσβολή από το ίδιο της το παιδί, ειδικά τη στιγμή που κάτι τέτοιο δεν ήταν αλήθεια. Την γύρισε πολλά χρόνια πίσω, και θυμήθηκε τη φωνή εκείνου του απαίσιου βασιλιά- πατριού της να βροντοφωνάζει:

"Αυτό είναι αίσχος! Είστε αδέλφια!" 

Τότε κοίταξε στα γαλανά μάτια του Αλέξανδρου και δεν τον αναγνώριζε πλέον, εκείνον, τον ίδιο της τον γιο.

"Διέταξε να τους κλειδώσουν, Φάνη." είπε στον Στρατηγό και άλλο ένα δάκρυ κύλησε.

"Φρουροί, συλλάβετε τους!" φώναξε ο Φάνης, και τότε τέσσερις φρουροί από τέσσερα διαφορετικά σημεία της αίθουσας έτρεξαν καταπάνω στον Αλέξανδρο και τη Χριστίνα. 

Οι δύο έπιασαν τον Αλέξανδρο, ενώ την ίδια στιγμή η Χριστίνα έτρεξε και αφού ξέφυγε από τους άλλους δύο, έβγαλε κάτω από το φόρεμα της ένα όπλο που είχε στερεώσει και πυροβόλησε ψηλά, σπάζοντας τον έναν πολυέλαιο με αποτέλεσμα πολλά γυαλιά να πέσουν στον κόσμο που υπήρχε από κάτω και οι φρουροί τρομοκρατημένοι να κάνουν πίσω για να μην πέσουν πάνω τους. Ο Αλέξανδρος φώναζε:

"Αφήστε με, ανόητοι! Εγώ δικαιούμαι να γίνω βασιλιάς!" και καθώς περνούσαν δίπλα από την Κάτια, της είπε: "Θα μου το πληρώσεις αυτό! Όλοι σας θα μου το πληρώσετε!"

"Δειλοί! Η Χριστίνα το σκάει!" φώναξε ο Φάνης. Μόνο η Έλσα τόλμησε να τρέξει και να την ακολουθήσει, το φαρδύ της φόρεμα όμως και οι γόβες το έκαναν αρκετά δύσκολο αυτό.

Την κυνήγησε έξω στους κήπους καθώς εκείνη κατευθυνόταν προς τους στάβλους, και κάποια στιγμή αυτή γύρισε προς το μέρος της και την πυροβόλησε. Τα τέλεια αντανακλαστικά της κατασκόπου όμως τη βοήθησαν να πηδήσει αμέσως στην άκρη και πίσω από ένα θάμνο τη στιγμή που είδε το όπλο, έτσι η σφαίρα δεν βρήκε το στόχο της. Η Χριστίνα έτρεξε μέσα στους στάβλους και αφού απείλησε με το όπλο τον υπεύθυνο σταβλίτη που βρισκόταν εκεί, έκλεψε ένα άλογο και κάλπασε μακριά μέσα στη νύχτα.

Ο Φάνης έτρεξε γεμάτος αγωνία στη νευριασμένη Έλσα και την είδε με μεγάλη ανακούφιση να σηκώνεται σώα και αβλαβής.

"Αγάπη μου; Είσαι καλά; Άκουσα τον πυροβολισμό και τρελάθηκα!" της είπε.

"Μου ξέφυγε, να πάρει!" αναφώνησε εκείνη ξεσκονίζοντας το φόρεμα της. "Συγνώμη, Φάνη μου. Ήταν οπλισμένη. Δεν κατάφερα να κάνω τίποτα."

"Δεν πειράζει. Φτάνει που δεν σε πέτυχε και είσαι καλά. Έτσι κι αλλιώς, οι φρουροί κατευθύνουν ήδη τον Πρίγκιπα Αλέξανδρο στα μπουντρούμια. Η Χριστίνα δεν θα μπορεί να κάνει τίποτα χωρίς αυτόν." της είπε καθώς περπατούσαν μαζί πάλι πίσω στην Αίθουσα του Θρόνου.

"Άρα οι θεωρίες μας βγήκαν όντως σωστές." συμπέρανε εκείνη. "Η Χριστίνα ήθελε να παντρευτεί τον Αλέξανδρο για να αποκτήσει εξουσία στον Βορρά."

"Ακριβώς. Και ποιος ξέρει τι άλλο έχει στο μυαλό της, για αυτό καλύτερα να φυλαγόμαστε. Θα βάλω ισχυρή φρουρά να τον φυλάει, μέχρι να αποφασιστεί τι θα γίνει με αυτόν. Δεν αποκλείεται να στείλει δικούς της να τον φυγαδεύσουν..." 

Ο Αλέξανδρος φυλακίστηκε σε ένα υπόγειο κελί με ύψιστη ασφάλεια, ενώ η Κάτια έληξε τη δεξίωση και συγκάλεσε έκτακτο συμβούλιο μεταξύ εκείνης, του Περικλή και των πιο σημαντικών αξιωματικών. Ο Περικλής επέμεινε να παρευρεθεί και η Άννα και έτσι έγινε, για να αρχίσει να προετοιμάζεται για τα βασιλικά της καθήκοντα.

Στο συμβούλιο, ο Φάνης και η Έλσα μίλησαν και στους υπόλοιπους σχετικά με τις υποψίες και τις εικασίες τους.

"Έπρεπε να το είχα προβλέψει." είπε ο Περικλής, έπειτα ύψωσε τη φωνή του νευριασμένος: "Έπρεπε να απαγορεύσουμε την είσοδο σε αυτήν εδώ μέσα! Είδατε πόση αναστάτωση προκάλεσε; Και ποιος ξέρει τι άλλο μπορεί να κάνει τώρα! Μπορεί μέχρι και να στρέψει ολόκληρο τον Νότο εναντίον μας!" Η Άννα πρώτη φορά έβλεπε τον αρραβωνιαστικό της τόσο νευριασμένο, όμως τον δικαιολογούσε ύστερα από όλα αυτά που έγιναν. Και θα τον στήριζε σε όποια απόφαση και αν έπαιρνε. Ήξερε ότι η  βασιλεία δεν ήταν κάτι εύκολο, ειδικά σε μια ταραγμένη περίοδο σαν και αυτήν. Όμως θα τα κατάφερνε, ήταν σίγουρη όσο είχε τον Περικλή στο πλευρό της.

"Αυτό είναι αδύνατον, γιε μου." απάντησε η Κάτια στο προηγούμενο σχόλιο του Περικλή. "Μπορεί ο Βασιλιάς Μάξιμος να την εμπιστεύεται τυφλά, όμως αποκλείεται να τον πείσει να μας κάνει πόλεμο. Όχι όσο φταίει η ίδια." Ο Φάνης πήρε το λόγο:

"Θα μπορούσε όμως... Όχι, ξεχάστε το. Ήταν απλά μια σκέψη."

"Τι σκέψη, Στρατηγέ;" ρώτησε η Κάτια.

"Ίσως θα μπορούσε να ανατρέψει τον Βασιλιά του Νότου, έπειτα να διασώσει τον Πρίγκιπα Αλέξανδρο και να γίνουν οι ίδιοι βασιλιάδες. Ας μην ξεχνάμε ότι είναι κόρη του Νονού της Μαφίας, και όσο έχει τον πατέρα της να τη βοηθάει και να της κάνει πλάτες, δεν μας σώζει ούτε ο ίδιος ο Θεός."

"Και η αδελφή μου σίγουρα θα είναι ακόμα τυφλωμένη από μίσος για εμένα που της πήρα πίσω το θρόνο πριν από είκοσι περίπου χρόνια. Δεν αποκλείεται να σχεδιάζει εκδίκηση, και ας έδειξε μετανιωμένη και φιλόξενη όταν μείναμε στο σπίτι της στον Νότο." 

Και έπειτα ο Φάνης τη ρώτησε την πιο κρίσιμη ερώτηση:

"Τι θα κάνουμε με τον Πρίγκιπα Αλέξανδρο, λοιπόν;" Κοιτάχτηκαν όλοι σιωπηλοί για μερικά ατέλειωτα δευτερόλεπτα. Ο Περικλής ανέλαβε να απαντήσει:

"Μητέρα, ξέρεις ποια είναι η τιμωρία για τους αιμομίκτες και όσους απειλούν να πάρουν το θρόνο." Η Κάτια ήξερε πολύ καλά πως ήταν η εκτέλεση. Όμως δεν ήθελε, δεν θα το άντεχε αυτό. Το ίδιο θα ένιωθε και αν στη θέση του Αλέξανδρου βρισκόταν ο Περικλής. Αγαπούσε και τα τρία παιδιά της το ίδιο, κανένα δεν ξεχώριζε. Ακόμα και αν εκείνα την πλήγωναν...

"Δεν απείλησε, Περικλή, ήταν απλά η επιθυμία του όπως ήταν και η δική σου. Όσο για το άλλο θέμα, δεν διαπράχθηκε καμιά αιμομιξία. Η σχέση τους δεν ολοκληρώθηκε."

"Και πώς είσαι τόσο σίγουρη; Τι νομίζεις ότι έκαναν τόση ώρα πριν έρθουν στη δεξίωση;"

"Αποκλείεται να έκανε κάτι τέτοιο ο Αλέξανδρος. Δεν είναι τόσο χαζός. Από πείσμα είπε πως θέλει να παντρευτεί τη Χριστίνα, επειδή πρόλαβες και αρραβωνιάστηκες και θα γίνεις εσύ βασιλιάς. Είμαι σίγουρη πως θα μετανοήσει για τις πράξεις του." Ο Περικλής γέλασε ειρωνικά.

"Ακόμα και αν μετανιώσει, δεν μπορώ να τον εμπιστευτώ και να τον αφήσω ελεύθερο. Θα πάει να βρει τη Χριστίνα και τότε ποιος ξέρει τι θα σχεδιάσουν για εκδίκηση. Προτείνω να τον εκτελέσουμε."

Αυτή η λέξη ακούστηκε τόσο βαριά στην καρδιά της Κάτιας... Σαν ένα βάρος που πλάκωσε αμέσως το στήθος της. Το ένα της παιδί να θέλει να σκοτώσει το άλλο... Τι θα έκανε; 

Λεωνίδα, βοήθησε με... προσευχήθηκε στο πνεύμα του άντρα της. Τι να κάνω;!  

"Άκου να δεις..." είπε μαζεύοντας όση δύναμη είχε. "Δεν έγινες ακόμα βασιλιάς για να παίρνεις αποφάσεις! Εγώ θα αποφασίσω για τη μοίρα του αδελφού σου! Και η απόφαση μου είναι να κρατηθεί στο κελί ο Αλέξανδρος μέχρι να ηρεμήσουν τα πράγματα και να βεβαιωθούμε ότι η Χριστίνα δεν θα επιστρέψει για να τον ελευθερώσει. Μετά θα δούμε τι θα κάνουμε." Ο Περικλής κούνησε το κεφάλι του καταφατικά και πλησίασε μπροστά της.

"Είχαμε όμως και μια συμφωνία. Όταν εγώ και η Άννα παντρευτούμε, θα γίνουμε βασιλιάδες και τότε η μοίρα του Αλέξανδρου θα βρίσκεται στα δικά μου χέρια. Και ο γάμος θέλω να γίνει όσο το δυνατόν πιο σύντομα."

"Τότε δεν έχω παρά να συμφωνήσω μαζί σου." του είπε η Κάτια. "Έδωσα μια υπόσχεση και σκοπεύω να την κρατήσω." κατέληξε. 

Ποιος ξέρει; Μπορεί μέχρι τη στέψη να έχω καταφέρει να τον πείσω να μην τον σκοτώσει. σκέφτηκε. Έριξε μια ματιά στην Άννα, η οποία παρατηρούσε τον αγαπημένο της με αγωνία.

Μακάρι αυτό το πανέμορφο και καλοσυνάτο πλάσμα να καταφέρει να μαλακώσει την καρδιά του. συνέχισε από μέσα της.

Το συμβούλιο έληξε και η ώρα ήταν περασμένη. Η Έλσα πήγε μαζί με τον Φάνη στο μέγαρο του, που βρισκόταν κοντά στο Παλάτι, για να περάσουν εκεί τη νύχτα, μιας και κανένας απ΄ τους δύο δεν θα είχε ύπνο μετά από όλα αυτά που έγιναν. 

Μπήκαν στο σαλόνι, το οποίο είχε παντού πορτραίτα παλαιότερων, διάσημων  στρατηγών του Βορρά. Ανέβηκαν μια σκάλα και βρέθηκαν στο μεγάλο υπνοδωμάτιο του, που είχε και αυτό δικό του σαλόνι και τουαλέτα.

"Δεν το πιστεύω ότι κατάφερε να μου ξεφύγει έτσι η Χριστίνα μέσα από τα χέρια μου." είπε η Έλσα και σωριάστηκε σε έναν απ' τους καναπέδες. Ο Φάνης κάθισε δίπλα της.

"Γλυκιά μου, δεν φταις εσύ. Είσαι μια καταπληκτική κατάσκοπος, όμως μην ξεχνάς πως ήσουν άοπλη, ενώ εκείνη είχε πιστόλι. Το μόνο που έχει σημασία για εμένα πρώτα απ' όλα είναι η ασφάλεια σου." Κράτησε τα χέρια της ανάμεσα στα δικά του. "Και θα παλέψω για αυτήν, όπως και για την ασφάλεια της βασιλικής οικογένειας, των υπόλοιπων αξιωματικών, αλλά και του λαού του Βορρά, αν και ξέρω ότι αυτό θα γίνει πολύ δύσκολο σε λίγο καιρό."

"Τι θες να πεις;" ρώτησε με αγωνία στη φωνή της. "Πιστεύεις ότι μπορεί όντως να γίνει πραγματικότητα η θεωρία σου, αυτή η σκέψη που εξέφρασες στο συμβούλιο και να γίνει πόλεμος με τον Νότο;" Ο Φάνης της ένευσε με θλίψη.

"Είναι πολύ πιθανόν. Θα κάνω ό,τι μπορέσω βέβαια για να το αποφύγουμε, όμως δεν είναι στο δικό μου χέρι αλλά στων βασιλιάδων. Και όταν θα γίνει ο Περικλής βασιλιάς, και ο Αλέξανδρος καταφέρει να πάει με τη Χριστίνα στον Νότο, τότε λυπάμαι που το λέω αλλά δεν νομίζω να λύσουν τις διαφορές τους ειρηνικά." Η Έλσα το σκέφτηκε λίγο.

"Απ' την άλλη, ούτε να τον εκτελέσει πρόκειται. Η Κάτια δεν θα τον αφήσει, και η Άννα είναι πονόψυχη και θα τον πείσει κι εκείνη. Και κατά τη γνώμη μου, θα είναι όντως κρίμα να χυθεί βασιλικό αίμα έτσι άδικα. Γιατί αν γίνει κάτι τέτοιο, τότε η Χριστίνα θα θυμώσει ακόμα πιο πολύ, ο Μάξιμος θα μας θεωρήσει βάρβαρους και θα είναι πιο εύκολο να τον στρέψει εναντίον μας." είπε αγχωμένη.

"Συμφωνώ, αγάπη μου. Ίσως προτείνω στον μέλλοντα βασιλιά μας να τον τιμωρήσει κάπως αλλιώς, στέλνοντας τον εξορία ίσως ή κατ' οίκων περιορισμό μέσα στο Παλάτι." είπε ο Φάνης και η Έλσα συμφώνησε με ένα νεύμα κι έναν αναστεναγμό, διώχνοντας από πάνω της όλη την ένταση της ημέρας. "Σε ευχαριστώ που είσαι δίπλα μου και με στηρίζεις σε όλα." της είπε ύστερα από μερικά δευτερόλεπτα σιωπής. Η Έλσα άγγιξε απαλά με το χέρι της το μάγουλο του.

"Πάντα θα είμαι. Και ό,τι κι αν γίνει, θα το περάσουμε μαζί." και τον φίλησε.

Εκείνη τη νύχτα, οι δυο αυτοί εραστές ενώθηκαν για πρώτη φορά, έχοντας την ανάγκη να ξεχαστούν από όλα αυτά που είχαν γίνει και από το αβέβαιο μέλλον του βασιλείου τους. Ίσως δεν είχαν και πολλές τέτοιες ευκαιρίες, αν γινόταν πόλεμος, και για αυτό έζησαν τη στιγμή έντονα και με πολύ πάθος. Κι ύστερα κοιμήθηκαν γαλήνια αγκαλιασμένοι, χωρίς να σκέφτονται τίποτα άλλο πέρα από την αγάπη τους, που ήταν τόσο δυνατή, που θα παρέμενε αναλλοίωτη ακόμα και σε περίοδο πολέμου.

*******************************

Μεγάλο κεφάλαιο και με πολλές ανατροπές όπως σας υποσχέθηκα. Ελπίζω να το απολαύσατε και να μη σας κούρασε.

Για το Κεφάλαιο 10 (Βασιλικός Γάμος) σας έχω όπως λέει και ο τίτλος το γάμο του Περικλή με την Άννα και τη στέψη τους. Ο Αλέξανδρος είναι ακόμα φυλακισμένος στο μπουντρούμι και πολύ θυμωμένος, όχι μόνο επειδή χάνει το θρόνο απ' τον αδελφό του, αλλά και επειδή η Χριστίνα τον έχει εγκαταλείψει...ή μήπως όχι; Δεν θα σας αποκαλύψω τίποτα άλλο. Ραντεβού στο επόμενο κεφάλαιο!!!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top