Κεφάλαιο 7: Μια "τυχαία" συνάντηση



Η άμαξα βγήκε από τα τείχη του Λόφου του Παλατιού και συνέχισε ανατολικά καθώς η νύχτα είχε ρίξει το βαρύ της πέπλο επάνω από το Βασίλειο του Νότου. Μετά από περίπου μισή ώρα δρόμο, πέρασαν κάτι σκοτεινά σοκάκια και σταμάτησαν έξω από ένα σχετικά μικρό σπίτι με κήπο.

"Ώστε ζεις με τους γονείς σου, Χριστίνα;" τη ρώτησε η Κάτια καθώς κατέβαιναν.

"Τυπικά μόνο. Τον περισσότερο καιρό τον περνάω στο Αρχηγείο των κατασκόπων στον Λόφο."

"Ναι, όταν δεν κάνεις μυστικές επισκέψεις σε άλλα βασίλεια..." συμπλήρωσε ειρωνικά η Έλσα, όμως η Χριστίνα απλά της χαμογέλασε αγνοώντας την προσβολή.

Ο κήπος ήταν αρκετά απεριποίητος, με πολλά ξερά και άγρια χόρτα να ξεφυτρώνουν παντού και να καταπίνουν τα κακόμοιρα λουλούδια. Η Χριστίνα τις οδήγησε μέσα από το στενό μονοπάτι στη βεράντα και χτύπησε την κεντρική πόρτα του σπιτιού. Η αγωνία της Κάτιας τώρα κορυφώθηκε. Ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι, τέλος πάντων; 

Τους άνοιξε μια γυναίκα η οποία έμοιαζε αρκετά στη Χριστίνα, ακόμα περισσότερο όμως έμοιαζε στην Κάτια.

"Χριστίνα, κορίτσι μου... Άργησες και ανησυχήσαμε." της είπε κι έπειτα στράφηκε στην Κάτια, η οποία είχε παγώσει και την κοιτούσε σαν άγαλμα. Είχαν ακριβώς τα ίδια ξανθά σγουρά μαλλιά και τα καστανά μάτια του πατέρα τους.

"Γεια σου, Κάτια. Πάει τόσος καιρός..." της είπε η δίδυμη αδελφή της και χαμογέλασε.

"Όχι, δεν μπορεί... Μαρία;" ψέλλισε η Βασίλισσα του Βορρά.

"Ναι, Κάτια. Εγώ."

Αχ, πάει, θα τη χάσω!  είπε από μέσα της η Έλσα, βλέποντας τη βασίλισσα της κατάχλομη και έτοιμη να λιποθυμήσει. "Γιατί δεν πάμε μέσα να καθίσουμε, να συνεχίσετε εκεί αυτήν την... οικογενειακή επανένωση;" είπε με μια μικρή ειρωνεία στη φωνή της. Η Μαρία συμφώνησε και τις οδήγησε σε ένα σαλόνι στα αριστερά ενός μακρόστενου διαδρόμου. Από μέσα το σπίτι φαινόταν πολύ μεγαλύτερο.

Κάθισαν όλοι, εκτός απ' τη Χριστίνα.

"Ο πατέρας;" ρώτησε.

"Θα έρθει σε λίγο, γλυκιά μου. Πήγαινε να ετοιμάσεις λίγο τσάι, αν έχεις την καλοσύνη." Η Χριστίνα έκανε όπως της είπε η μητέρα της και πήγε στο δωμάτιο δίπλα που ήταν η κουζίνα.

"Δεν το πιστεύω..." είπε η Κάτια όταν συνήλθε από το σοκ. "Νόμιζα πως ήσουν νεκρή. Φήμες έλεγαν ότι έπεσες από τον Γκρεμό." Ο Γκρεμός ήταν το φυσικό σύνορο μεταξύ Βορείου και Κεντρικού Βασιλείου, και ήταν ένας γκρεμός ύψους πενήντα μέτρων και πλάτους είκοσι μέτρων περίπου, με έναν ποταμό τα νερά του οποίου συνήθως ήταν ορμητικά. Το όνομα του ποταμού ήταν επίσης Γκρεμός.

"Πήγα όντως να πέσω." αποκρίθηκε εκείνη με σκυμμένο κεφάλι. "Όταν με έδιωξε ο Λεωνίδας απ' το παλάτι, ένιωθα τόσο άδεια, τόσο άσχημα με τον εαυτό μου για ό,τι είχα κάνει και που πέθανε η μητέρα μας εξαιτίας μου, που δεν ήθελα πια τη ζωή μου. Πώς θα ζούσα τώρα σαν εξόριστη, γνωρίζοντας ότι εσύ είχες πάρει τη θέση που δικαιωματικά σου ανήκε; Δείλιασα όμως. Δεν κατάφερα να αυτοκτονήσω πέφτοντας στον Γκρεμό. Πέρασα τη γέφυρα των συνόρων και περιπλανήθηκα για αρκετές μέρες στα δάση και στις πεδιάδες του Κεντρικού Βασιλείου, ώσπου κατέληξα σε ένα μικρό χωριουδάκι χωρίς λεφτά, χωρίς τίποτα αξίας επάνω μου, όμως ένας πανδοχέας με λυπήθηκε και με φιλοξένησε στο πανδοχείο του."

"Εκεί γνώρισε εμένα." ακούστηκε μια αντρική φωνή και τα τρία γυναικεία κεφάλια στράφηκαν προς την πόρτα. Κανένας δεν είχε αντιληφθεί πότε είχε φτάσει ο άντρας της Μαρίας. Ήταν ένας κομψός, μαυροντυμένος άντρας, με μαύρα μαλλιά που είχαν αρχίσει να γκριζάρουν, τα μπλε μάτια που είχε κληρονομήσει η Χριστίνα και ένα κοντοκουρεμένο μούσι που του έδινε μια νότα αγριάδας. Πλησίασε την Κάτια και συστήθηκε:

"Νίκος. Σύζυγος της Μαρίας." Κι άλλο σοκ για την Κάτια! Θυμήθηκε αμέσως αυτά τα μπλε σκούρα μάτια και την σκληρή έκφραση με το πάντα αγέλαστο πρόσωπο, που όμως κάποτε την είχε γοητεύσει.

"Νίκο...;"

"Σωστά κατάλαβες, Κάτια. Ή μήπως να πω... Βασίλισσα του Βορρά;" είπε εκείνος σαν να διάβασε τη σκέψη της. "Εγώ είμαι ο μαφιόζος εκείνος που σε έσωσε τότε στον Νότο από την παγίδα του ποτού." 

Στο μεταξύ επέστρεψε και η Χριστίνα και ακούμπησε στο τραπεζάκι μπροστά τους τον δίσκο με το τσάι και τα φλιτζάνια. Η Κάτια κοίταξε τη Μαρία με μίσος:

"Είσαι αδίστακτη." της είπε. "Δεν σου έφτανε ο Λεωνίδας, ήθελες να μου κλέψεις και τον δεύτερο άντρα που αγάπησα; Πάω στοίχημα πως και αυτός νόμιζε πως ήσουν εγώ και το εκμεταλλεύτηκες αυτό!"

"Σε αυτό κάνεις λάθος, Κάτια." επενέβη ο Νίκος. "Τη Μαρία την αγάπησα για αυτό που είναι κι όχι επειδή σου μοιάζει. Όταν την είδα τυχαία σε εκείνο το πανδοχείο στο χωριό, ναι μεν νόμιζα στην αρχή πως ήσουν εσύ και για αυτό την πλησίασα. Όμως εκείνη μου αφηγήθηκε την ιστορία της και κατάλαβα πως χρειαζόταν βοήθεια. Τη φιλοξένησα στο σπίτι που ζούσα εκείνη την εποχή στο χωριό εκείνο στο Κέντρο, καθώς κρυβόμουν από τους εχθρούς μου, εξαιτίας των οποίων είχα φύγει από το Βασίλειο του Νότου και αναγκάστηκα να σε εγκαταλείψω. Στη συνέχεια ερωτευθήκαμε και σύντομα η Μαρία έμεινε έγκυος στη Χριστίνα. Παράλληλα έμαθα ότι οι συνεργοί μου είχαν εξουδετερώσει τους εχθρούς μου στον Νότο, επιστρέψαμε εδώ και αγοράσαμε αυτό το σπίτι. Παντρευτήκαμε και λίγους μήνες μετά, γεννήθηκε η Χριστίνα, η μοναχοκόρη μας και Αρχηγός των Κατασκόπων του Νότου. Όσο για εμένα, τα πράγματα εξελίχθηκαν πολύ καλύτερα απ' ότι περίμενα. Είμαι πλέων ο Αρχηγός ολόκληρης της Μαφίας." Οι εκπλήξεις και οι συμπτώσεις ήταν ατελείωτες.

"Δηλαδή..." κατάφερε να πει η Κάτια. "Εσύ ευθύνεσαι για όλα αυτά; Και γιατί δεν ζείτε στο Κλεφτοχώρι;"

"Είμαι ο αρχηγός, κανένας δεν μπορεί να μου πει πού θα ζήσω." αποκρίθηκε ο Νίκος. "Έτσι κι αλλιώς, πολλοί μαφιόζοι δεν ζουν πλέων στο Κλεφτοχώρι. Δεν μπορούμε να συνυπάρχουμε με τους ληστές και οι οικογένειες μας κινδυνεύουν. Και δεν είμαι διατεθειμένος να χάσω δεύτερη φορά την οικογένεια μου." Η Κάτια κούνησε το κεφάλι με κατανόηση, καθώς θυμόταν πώς ο Νίκος είχε χάσει τη γυναίκα του, τους γονείς του και τους φίλους του εξαιτίας πολέμου μεταξύ μαφιόζικων συμμοριών.

"Το καλό είναι," συνέχισε ο Νίκος, "ότι έχω καταφέρει τουλάχιστον να ενώσω όλες τις οικογένειες και να μην παλεύουμε πλέων μεταξύ μας. Όσο για τους ληστές, έμαθα ότι ξέφυγε η κατάσταση και δεν μπορούσα να κάνω τίποτα για αυτό. Δεν μπορώ να ελέγχω από εδώ την κατάσταση στο Κλεφτοχώρι και οι δικοί μου που έχω ορίσει επικεφαλής εκεί πέρα, απ' ότι φαίνεται δεν μπορούν να κάνουν και πολλά."

Η Κάτια ήπιε μια γουλιά τσάι για να συνέλθει και να αρχίσει να σκέφτεται πάλι καθαρά.

"Δηλαδή...αν η Χριστίνα είναι κόρη σας, αυτό σημαίνει ότι είναι ανιψιά μου." είπε λίγα δευτερόλεπτα μετά.

"Ακριβώς, θεία." την επιβεβαίωσε εκείνη με χαμόγελο.

"Και ξαδέλφη των παιδιών μου! Δεν μπορεί να παντρευτεί κανέναν απ' τους δύο!" αναφώνησε η Κάτια.

"Το ήξερες εσύ αυτό;" ρώτησε τη συνάδελφο της η Έλσα.

"Όχι. Είδα βέβαια ότι η Βασίλισσα Κάτια έμοιαζε απίστευτα στη μητέρα μου, αλλά δεν πήγε το μυαλό μου εκεί. Η μητέρα δεν μιλούσε ποτέ για το παρελθόν της, ούτε ήξερα ότι είχε αδέλφια και ότι είχε υπάρξει κάποτε βασίλισσα του Βορρά για λίγα χρόνια."

"Χρόνια που θέλω να διαγράψω από τη μνήμη μου." συμπλήρωσε η Μαρία. Η κόρη της συνέχισε:

"Όταν γύρισα λοιπόν απ' τον Βορρά, της είπα για εσάς και για το...φλερτ που είχα με τους γιους σας και ιδιαίτερα με τον Αλέξανδρο και τότε εκείνη μου είπε όλη την αλήθεια. Λυπάμαι που θα πρέπει να τελειώσει η σχέση μου με τον Πρίγκιπα Αλέξανδρο, όμως, εφόσον είναι ξάδελφος μου δεν μπορώ να κάνω αλλιώς." είπε με προσποιητή λύπη στη φωνή της. 

Η Έλσα την κοίταξε περίεργα. Όλοι σώπασαν για μερικά λεπτά και έπιναν αμίλητοι το τσάι τους. Η Κάτια δεν άντεχε άλλο. Ανυπομονούσε να επιστρέψει στον Βορρά. Ο Νότος τελικά δεν τη χωρούσε πλέον. Όλες αυτές οι πληροφορίες μαζεμένες κόντευαν να την τρελάνουν.

Λίγο αργότερα, η Μαρία τις οδήγησε στον ξενώνα που τους είχε ετοιμάσει για να κοιμηθούν.

"Χάρηκα που σε ξαναείδα μετά από χρόνια, Κάτια. Έστω και μετά από όλα όσα έγιναν. Θέλω να σου ζητήσω συγχώρεση, αν και ξέρω ότι δεν πρόκειται να τη δεχθείς." Η Κάτια έμεινε αμίλητη. "Λοιπόν, αυτός είναι ο ξενώνας. Ελπίζω να βολευτείτε. Καλή σας νύχτα."

"Καληνύχτα, Μαρία." είπε μόνο η Κάτια και της έκλεισε την πόρτα.

Η Έλσα έβγαλε το μακρύ της μαχαίρι απ' τη βαλίτσα και άρχισε να το ακονίζει με την ειδική πέτρα. Η Κάτια περπάτησε ως το κρεβάτι της και κάθισε ξεφυσώντας σε αυτό.

"Έλσα... Πιστεύεις όντως ότι δεν θα συνεχίσει τη σχέση της με τον Αλέξανδρο;" τη ρώτησε.

"Όχι. Δεν πιστεύω λέξη απ' όσα λέει. Δεν ξέρω τι έχει στο μυαλό της, ίσως επιθυμεί να γίνει βασίλισσα και αν όντως ισχύει αυτό, θα προσπαθήσει να τυλίξει τον Αλέξανδρο και ας είναι ξαδέλφια."

"Έχεις δίκιο." είπε η Κάτια. "Και για αυτό, αύριο θα ξυπνήσουμε νωρίς και θα φύγουμε με το πρώτο τρένο για τον Βορρά ώστε να προλάβουμε το μοιραίο. Πρέπει να ειδοποιήσουμε τους γιους μου για όσα μάθουμε και να τους ανακοινώσουμε ότι η Χριστίνα είναι ξαδέλφη τους." Η Έλσα συμφώνησε και αφού άλλαξαν, έσβησαν τη λάμπα και ξάπλωσαν στα στενά κρεβάτια του ξενώνα. Η Κατάσκοπος κοιμήθηκε με το μαχαίρι της καλά ακονισμένο και τοποθετημένο μέσα στη θήκη του για παν ενδεχόμενο.

************************************

Στο Κεφάλαιο 8 (Επιστροφή στον Βορρά): Τα πράγματα δυσκολεύουν όταν η Κάτια επιστρέφει στον Βορρά και ανακοινώνει στα παιδιά της πως η Χριστίνα είναι ξαδέλφη τους. Ποια θα είναι τα συναισθήματα του καθενός και ποια η αντίδραση τους;;

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top