III Ο Υποψήφιος Ισκιοδέτης

Στην WorkWithFantasy που δεν προλαβαίνω να ανεβάσω κεφάλαιο και το ψηφίζει και στην Elisabeth200225 που ειναι μαζί μου από την αρχή

Ο Σόρεϊν σηκώθηκε από το μαλακό στρώμα από πούπουλα χήνας έπειτα από ελάχιστες μύθρες ύπνου. Όλο το βράδυ στριφογυρνούσε κάτω από τα λινά σκεπάσματα μην βρίσκοντας ησυχία. Σήμερα ήταν η μεγάλη μέρα. Περίμενε με ανυπομονησία αυτή τη στιγμή εδώ και καιρό και παρ'όλα αυτά τώρα, στο στομάχι του είχε σχηματιστεί ένας κόμπος που τον γέμιζε αβεβαιότητα.

Προχώρησε στο παράθυρο του δωματίου του και παραμέρισε την σφιχτοπλεγμένη καλαμωτή από μπαμπού και καμβά. Το πρωινό φως εισέβαλλε στον χώρο κάνοντας τις σκιές να τραβηχτούν στις εσοχές του ζωγραφιστού τοίχου. Έξω από τον ευρύχωρο φεγγίτη απλώνονταν το Ισχάτεμ ως εκεί που έφθανε το μάτι. Οι επιχρυσωμένες κορυφές των πυραμίδων και οι γυάλινοι βοτανικοί κήποι με τα εξωτικά πορφυρόχρωμα φυτά ξεπρόβαλλαν μέσα από την πρωινή ομίχλη.

Το Μέγαρο της φατρίας των Νέμβους ήταν το μέρος που ο Σόρεϊν ονόμαζε σπίτι απ' όταν ήταν ακόμη δέκα κύκλων, όταν δηλαδή, άνθισε για πρώτη φορά το Χάρισμά του. Τα τωρινά του διαμερίσματα όμως, στον πύργο που έμενε ο Ζόραν, ο αρχηγός της φατρίας, τού παραχωρήθηκαν όταν διαπιστώθηκε η φύση των δυνάμεών του. Ήταν ισκιοδέτης, όπως άλλωστε και ο ίδιος ο Ζόραν. Η πηγή για το Χάρισμά του, ήταν οι σκιές. Αντλούσε όλη την ενέργεια που χρησιμοποιούσε από το σκοτάδι. Ένα είδος μαγείας σπάνιο και πανίσχυρο μα και εξαιρετικά επικίνδυνο.

Από τύχη τον είχε ανακαλύψει η φατρία σ'ένα από τα πολλά ταξίδια του Ζόραν στην ενδοχώρα και στις δυτικές ακτές της Αλθένχιραμ, της ηπείρου στην οποία ανήκε και το Ισχάτεμ. Τους πρώτους κύκλους της ζωής του τους είχε περάσει στις Ακτές των Μαργάρων, έναν άγονο, πετρώδη τόπο που απείχε λιγότερη απόσταση από το Νέδρος παρά από τη Χερσόνησο του Ισχάτεμ, με χέρσα γη στην οποία δεν φύτρωνε τίποτα παρά ζιζάνια. Οι κάτοικοι του τόπου αυτού ήταν κυρίως ψαράδες ή ασχολούνταν με άλλες εποχιακές δουλειές. Η ζωή κυλούσε με τους δικούς της ρυθμούς και η πείνα ήταν ένα μόνιμο αίσθημα. Το μόνο όμορφο θέαμα στην πατρίδα του ήταν το περίφημο, τεράστιο πέτρινο άπλωμα με τους λαξευτούς ογκόλιθους που έφθαναν ως το χείλος της θάλασσας και έμοιαζαν φτιαγμένοι από ατόφιο μαργαριτάρι. Ο Ζόραν τον είχε βρει να μαζεύει τις γλιστερές μαύρες σκιές στα χέρια του σαν ένα κουβάρι από πίσσα σ'αυτό ακριβώς το σημείο. Το βράδυ της ίδιας μέρας, ο πατέρας του Σόρεϊν πούλησε τον γιό του σ'έναν μακιγιαρισμένο ξένο από το Ισχάτεμ για ένα σακουλάκι χρυσό. Ένα στόμα λιγότερο να ταΐσει. Μέχρι να κλείσει τον εικοστό κύκλο της ζωής του ο Ζόραν εκπαίδευσε προσωπικά τον Σόρεϊν στους Επτά Πυλώνες της Τέχνης. Ιδιαίτερα ταλαντούχος ως μαθητής, ο νεαρός είχε ήδη τελειοποιήσει την γνώση του σε πέντε από αυτούς.

Έριξε στην χάλκινη λεκάνη του λαβομάνου του νερό που ζέστανε με ένα σπάσιμο του καρπού του και άρχισε να πλένει το νευρώδες σώμα του. Το νερό έτρεξε πάνω στα εντυπωμένα σημάδια του κορμιού του, τα πειστήρια των ικανοτήτων του. Ένας άνδρας στην ανάταση είχε σχεδιαστεί πάνω από την ρίζα των γεννητικών του οργάνων αποδεικνύοντας την ευχέρεια στην Τηλεκίνηση. Τον αφαλό του κοσμούσε ένα διάπλατα ανοικτό μάτι, το σύμβολο της Ενόρασης και, ακόμη πιο πάνω φιγουράριζε μια ανθρώπινη παλάμη τυλιγμένη στις φλόγες. Το στέρνο του καλύπτονταν από μια ιπτάμενη φιγούρα που αντιπροσώπευε τον πυλώνα της Τηλεμεταφοράς ενώ, πάνω στο μήλο του λαιμού τουείχε αποκτήσει πριν λίγους μήνες το σύμβολο της Υποβολής, του ελέγχου του μυαλού και των πράξεων τρίτων, ένα ανθρώπινο κεφάλι στεφανωμένο με ακτίνες. Αν όλα πήγαιναν καλά, μέχρι το τέλος της μέρας, το σχέδιο ενός περίτεχνου δισκοπότηρου θα σχεδιάζονταν στο μέτωπό του. Είχε ήδη ξυρίσει το απαραίτητο ημικύκλιο στις ρίζες των μαλλιών του.

Ντύθηκε γρήγορα μ'έναν πλουμιστό κροκί μανδύα στολισμένο με κομμάτια γυαλισμένου κεχριμπαριού και, έβαψε με επιμέλεια το πρόσωπο και τον λαιμό του με την καθιερωμένη λευκή χρωστική. Με μια ευθεία πινελιά χώρισε τα χείλη του στα δύο με μια μενεξεδιά λωρίδα βαφής. Τα χέρια του έτρεμαν και ο γιακάς του μανδύα του είχε αρχίσει να μουλιάζει με κρύο ιδρώτα. Σε λίγο, θα κρινόταν όλοι αυτοί οι τομείς προσπάθειας στην Τέχνη της Ίασης.

Ο Ζόραν τον περίμενε στην έξοδο του Μεγάρου, ντυμένος στα χρώματα της φατρίας, ένα βαθύ βιολετί- γκρίζο, το χρώμα του ουρανού αφού δύσει ο ήλιος.

«Καλημέρα Σόρεϊν» τον χαιρέτησε με την βαθιά φωνή του. Ο νεαρός ήταν πολύ αγχωμένος για να μιλήσει. Ξεροκατάπιε. «Καλημέρα Ζόραν... Πάμε λοιπόν;»

Ο μεγαλύτερος άνδρας τον σκούντηξε χαϊδευτικά «Μην Αγχώνεσαι Σόρεϊν... Πρέπει μόνο να μείνεις ψύχραιμος... Ό,τι κι αν συμβεί εκεί μέσα...»

Ο Νεαρός τον κοίταξε διερευνητικά «Τι εννοείς ό.τι κι αν συμβεί;»

«Θα δεις όταν έρθει εκείνη η στιγμή. Εσύ, πρέπει να προσηλωθείς στο Χάρισμά σ-»

«Ναι, αλλά τι θα μου κάνουν;»

«Τίποτα Σόρεϊν. Τίποτα. Μόνο να θυμάσαι. Η Μαγεία έρχεται πάντα μ'έν-»

«...πάντα μ'ένα τίμημα» συμπλήρωσε ο μαθητευόμενος. Το ρητό αυτό το ήξεραν και οι πέτρες στο Ισχάτεμ.

«Πάμε λοιπόν... αλλά πριν φύγουμε, θα φορέσεις αυτό» του έτεινε ένα μεταξωτό φουλάρι που έκλεινε με μια σκαλιστή πόρπη στο σχήμα της σφίγγας. Τα χρώματα και ο θυρεός της φατρίας. «Πάμε...»

Ο νεαρός συνοδευόμενος από τον μέντορά του βγήκε στον δρόμο, αφήνοντας πίσω του την σκαλιστή πύλη που έβγαζε στο Μέγαρο των Νέμβους. Οι διαβαθμίσεις των πέτρινων πυραμίδων έριχναν αλλόκοτες σκιές στον πλακόστρωτο δρόμο. Στα ρουθούνια του έφθασε η μυρωδιά των εσπεριδοειδών από το άρωμα του Ζόραν, η βαριά οσμή της πρωινής υγρασίας, του βρεγμένου χώματος και μια ανεπαίσθητη υποψία ανθρώπινων ούρων. Η μυρωδιά που χαρακτήριζε τα πρωινά το Ισχατέμ.

Έστριψαν σ΄ένα στενό και πέρασαν κάτω από μια μεγαλόπρεπη αψίδα που ανοίχτηκε μπροστά τους. Το σχέδιο του γλυπτού πάντα τραβούσε το ενδιαφέρον του Σόρεϊν, δύο ερμαφρόδιτα πλάσματα που κρατούσαν ένα γιγάντιο φτερωτό ερπετό. Το χέρι του Ζοράν στην πλάτη του τον κατεύθυνε προς τα δεξιά, προς την υπαίθρια αγορά που βρίσκονταν χτισμένη στις παρυφές της παλιάς πόλης. Πάνω σε ζωηρόχρωμα λινά υφάσματα οι έμποροι εξέθεταν την πραμάτεια τους. Σπάνια μπαχαρικά, κόκκαλα και φυτά και όλα τα απαραίτητα συστατικά για τις μαγγανείες, σκόνες χρωματιστές και απολιθώματα, ζωντανά παραδείσια πτηνά και στιλβωμένα κοσμήματα που έλαμπαν σαν δεύτεροι ήλιοι. Ο Σόρεϊν προσπέρασε έναν γενειοφόρο άνδρα που διαπραγματευόταν την τιμή ενός Μιρβάαλ με τον πωλητή του. Το ζώο, έμοιαζε με τα άλογα που καβαλίκευαν στο Νέδρος μα είχε κέρατα, μεγάλα και στριφογυριστά σαν του κριαριού. Ήξερε πως τα Μιρβάαλ ήταν τα υποζύγια των Νομάδων, μα αυτοί ζούσαν κυρίως στην Κοιλάδα και ταξίδευαν μέχρι τα όρια της κόκκινης ερήμου της Αλθέχιραμ, σπάνια μέχρι τη Νουβίμ και σχεδόν ποτέ μέχρι το Ισχάτεμ.

Όταν έφθασαν στην Μεγάλη Πυραμίδα των Μάγων ο ήλιος είχε σχεδόν μεσουρανήσει. Πλήθος κόσμου περίμενε απ' έξω, μαθητευόμενοι και τελειόφοιτοι και μέντορες από διάφορες φατρίες. Όλοι, στολισμένοι με τα χρώματά τους. Διέκρινε τον ασημένιο λύγκα των Μερπόζ και τα φαιοκόκκινα φίδια των Αττίρμ, την γυναίκα- πουλί των Θαμέλ και τον μονόφθαλμο άνδρα των Ελλέχ. Ο Ζόραν τον έσπρωξε μπροστά στα σκαλιά του γιγαντιαίου οικοδομήματος από οψιδιανό και μαύρο γρανίτη. Οι Νέμβους ήταν μια από τις αρχαιότερες φατρίες και είχαν το προνόμιο να εξετάζονται από τους πρώτους. Όταν άνοιξαν οι χάλκινες πόρτες, ο Σόρεϊν ανέβηκε τρέμοντας τα σκαλιά νιώθοντας το αίμα του να σφυροκοπά στα αυτιά του. Οι πόρτες έκλεισαν πίσω του μόλις πέρασε το κατώφλι.

***

Πέρασε σε μια ευρύχωρη αίθουσα βυθισμένη στο μισοσκόταδο. Κεριά έκαιγαν στα μπρούτζινα κηροπήγια και απέναντί του, σ'ένα στενόμακρο τραπέζι τον περίμεναν οι εξεταστές. Το δωμάτιο αυτό ήταν τελείως διαφορετικό από τα δωμάτια που είχε εξεταστεί για τους προηγούμενους Πυλώνες. Ένωθε πιο άβολα κατά κάποιον τρόπο ενώ, η απόστασή του από την έδρα του Συμβουλίου μεγάλωνε την αγωνία του. Οι κριτές, οι εκπρόσωποι των αρχαιότερων Φατριών των Μάγων, κανονικά ήταν επτά στον αριθμό. Το φιλικό όμως πρόσωπο του Ζόραν απείχε της διαδικασίας προς αποφυγή κάθε πιθανής μεροληψίας. Κι έτσι ήταν μόνος του.

«Είσαι ο Σόρεϊν, της Φατρίας των Νέμβους;...»

«Μάλιστα...» έκανε αβέβαια. Το ημίφως και το βαρύ μακιγιάζ του εξεταστή παραμόρφωναν το πρόσωπό του σε τρομακτικό βαθμό.

« Κύριος των πέντε πρώτων πυλώνων της Υψηλής Τέχνης;...»

«Μάλιστα...»

«Και υπ' εξέτασιν σήμερα για τον Πυλώνα της Ίασης;»

«...Ναι...»

«Δήλωσε την φύση του Χαρίσματός σου υποψήφιε»

«Ισκιοδεσία» Απάντησε βιαστικά, σχεδόν μη εκτιμώντας τη σημασία των λόγων του. Δεν του διέφυγε όμως το βλέμμα όλο νόημα που μοιράστηκαν οι εξεταστές.

«Ας προχωρήσουμε λοιπόν. Πλησίασε Σόρεϊν των Νέμβους»

Προχώρησε αβέβαια προς το μέρος τους. Ο επικεφαλής συνέχισε «θα ήθελε κάποιος να προσφερθεί για την εξέταση του υποψηφίου;»

"Εγώ». Η ξερή απάντηση προήλθε από μια ισχνή γυναίκα στ' αριστερά του τραπεζιού που ήταν βαμμένη με αποχρώσεις του πορτοκαλί. Ο Σόρεϊν ένεψε «ευχαριστώ» αλλά η γυναίκα δεν φάνηκε να αντιλαμβάνεται τη χειρονομία. Ένας γεροδεμένος σκλάβος προχώρησε προς αυτή κρατώντας έναν καλογυαλισμένο πολεμικό πέλεκυ. Ο εξεταστής συνέχισε:

«Για να εξεταστείς στην Ιάση, θα πρέπει να χρησιμοποιήσεις το Χάρισμά σου για να επουλώσεις τραύμα μεγάλου μεγέθους, διαμπερές...»

Ο Σόρεϊν δεν μπόρεσε να συγκρατήσει μια πνιχτή κραυγή όταν αντιλήφθηκε τι επρόκειτο να γίνει. Η λάμψη από τον πέλεκυ που έπεσε πάνω στον πήχη της γυναίκας στα αριστερά καθρεπτίστηκε για μια στιγμή στα μάτια του. Το αίμα άρχισε να ρέει από το κατεστραμμένο χέρι πάνω στην λεία επιφάνεια του τραπεζιού και έξι ζευγάρια μάτια είχαν καρφωθεί επάνω του.

Πήρε μια βαθιά ανάσα και κάλεσε τις σκιές. Ημιάυλα σκοτεινά πέπλα πέταξαν προς το μέρος του από κάθε άκρη του δωματίου. Επεξεργάστηκε με το Χάρισμά του κάθε σπασμένο οστό, μυ ή τένοντα, κάθε διαλυμένη ίνα σάρκας. Κατεύθυνε τις σκιές γύρω από το προβληματικό σημείο. Το σκοτάδι χόρεψε γύρω από το ακρωτηριασμένο μέλος. Σε μια στιγμή το χέρι της γυναίκας έγινε άθικτο, καμία υποψία τραύματος ή ουλής δεν ήταν εμφανής.
Η μύτη του άρχισε να τρέχει αίμα, οι δυσάρεστες επιπτώσεις Ίασης μια τόσο εκτεταμένης πληγής ήταν η σωματική καταπόνηση του θεραπευτή. Κάθε Μαγεία έρχεται πάντα μ'ένα τίμημα. Όταν το αίμα σταμάτησε έτριψε τον αυχένα του με το χέρι του ανακουφισμένος. Πήγε να χαμογελάσει. Μα το μειδίαμα πάγωσε στα χείλη του όταν άνοιξε η πόρτα.

Οι βαστάζοι έφεραν ένα βρέφος. Θα ήταν μόλις λίγων Υριών. Βυζανιάρικο. Το δέρμα του ήταν καλυμμένο από φριχτές ουλές που έμοιαζαν με λέπια και έβγαζαν πύο. Το κορμάκι του έτρεμε καθώς πάλευε να πάρει κάθε επόμενη ανάσα, που έλεγες ότι θα ήταν η τελευταία του. «Κύριοι, μας είπαν ότι εδώ είναι το δωμάτιο της Ίασης... Σώστε το σας παρακαλώ. Είναι το παιδί της αδελφής μου. Έχασε τον πατέρα του πριν από μια Υρία. Δεν θα αντέξει να χάσει και τον γιο της... Σας εκλιπαρώ.. βοήθεια», δάκρυα έτρεχαν στα αξύριστα μάγουλα του άνδρα «...έλεος... δείξτε λίγο έλεος...».

«Ο εξεταζόμενος απέδειξε τις ικανότητές του. Ας μας δείξει λοιπόν και τα όριά του. Σόρεϊν... ανέλαβε το βρέφος» δήλωσε ο επικεφαλής τον εξεταστών. Στράφηκε προς τον άνδρα «το όνομά του;»

«Μελάρ κύριέ μου... νεαρέ αφέντη έλεος..»

Ο Σόρεϊν έριξε το Χάρισμά του στον Μελάρ. Η ασθένεια είχε προχωρήσει πολύ. Το βρέφος ήταν ήδη σαν νεκρό. Πισωπάτησε. Αν το γιάτρευε θα έπρεπε να... Έπιασε τον λαιμό του. Κάθε Μαγεία έρχεται πάντα μ'ένα τίμημα. Σε μια κίνηση απελπισίας ο θείος του βρέφους το απόθεσε στα χέρια του νεαρού «Έλεος... έλεος...». Ο ΣόρεΪν ένιωσε την καρδιά του να σπάει σε χίλια κομμάτια. Ένιωθε απτό πόνο. Αν και ήξερε πως ήταν μόνο από το φρικτό δίλλημα που του είχε τεθεί και την εγωιστική του απόφαση.

«Έλεος...»

Το βρέφος τραντάχτηκε στα χέρια του και εξέπνευσε. Ήταν νεκρό.

«Σόρεϊν... γιατί;» Ο επικεφαλής σηκώθηκε από την θέση του σοκαρισμένος. «Μπορούσες...»

Ο Σόρεϊν έτριψε τα μάτια του, νιώθοντας ήδη τις ενοχές σαν καυτές βελόνες να τρέχουν στον αυχένα του. Προσπάθησε να μην τρέμει η φωνή του:
«Όχι. Η Μαγεία έρχεται πάντα μ'ένα τίμημα. Δεν ήθελα να το πληρώσω.»

Ο εξεταστής χαμογέλασε κυνικά και κούνησε τα δάκτυλα των χεριών του. Το πεθαμένο βρέφος και ο θείος του που έκλεγε γοερά εξαφανίστηκαν. Ξεθώριασαν. Δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια πανίσχυρη Υποβολή.

«Ακριβώς... και να το θυμάσαι πάντα αυτό.» ένεψε «Από σήμερα, δικαιούσαι να φέρεις και το έκτο σημάδι. Αυτό της Ίασης»

Ο Σόρεϊν δεν είχε γευτεί ποτέ μια νίκη που να έμοιαζε τόσο πολύ με ήττα. Η πικρία κολλούσε στο στόμα του. Οι τύψεις και ο θυμός έκαιγαν μέσα του. Ήταν η πρώτη φορά που σκέφθηκε πως δεν ήθελε αυτό το σημάδι.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top