Κεφάλαιο Νο8
Η μυρωδιά του σώματος του μου καίει τα ρουθούνια.
Η αγκαλιά του μου έχει ζεστάνει την ψυχή, και ο χτύπος της καρδιάς του μου έχει ηρεμήσει τα πάντα μέσα μου.
Πλέον πρωί, και οι ακτίνες του ηλίου να εισχωρούν από το γυάλινο τοίχο του δωματίου.
Είναι η πρώτη φορά μετά από ένα χρόνο σχεδόν που κοιμάμαι μέχρι το πρωί και όχι ότι απλά κοιμάμαι.
Κοιμάμαι στην αγκαλιά κάποιου.
Προσπαθώ να ελευθερωθώ από την αγκαλιά του για να σηκωθώ, και να μην τον ξυπνήσω.
Αλλά με τράβηξε μες στην αγκαλιά του, και χαμογέλασε.
Αντιλαμβάνομαι ότι πραγματικά δεν κοιμόταν.
Κοκκίνισα έβαλα το κεφάλι μου στο στέρνο του και πήρα μια βαθιά ανάσα μες στην αγκαλιά του.
«Καλημέρα, δεν ήξερα ότι ήσουν ξύπνιος»
Του λέω ενώ δεν σηκώνω καθόλου το κεφάλι μου, που ακουμπάει το στέρνο του.
«Καλημέρα και σε εσένα μικρό βάσανο.
Για πες μου αν κοιμόμουν θα έφευγες, θα με παρατούσες εδώ;»
«Όχι, δεν σκόπευα να φύγω.»
Μουρμουρίζω.....
Η αγκαλιά του χαλαρώνει, και πλέον με κοιτάει στα μάτια λέγοντας μου.
«Αδυνατώ να σε πιστέψω...»
«Συγγνώμη για το βράδυ.»
«Για ποιο ότι με πέταξες έξω από το δωμάτιο;»
Ενώ με κοιτάει με ανασηκωμένο το ένα του φρύδι.
Θέλει να μου βάλει και άλλες ενοχές δεν μου φτάνουν αυτά που έχω είδη.....
Κάνει σαν να μην συνέβη τίποτα σαν να μην με άκουσε ποτέ να φωνάζω μες στον ύπνο μου.
Το τηλέφωνο μου χτυπάει με κάνει γρήγορα να ανασηκωθώ για να δω ποιος με παίρνει τηλέφωνο πρωί πρωί.
Ενώ ο Σπένσερ είναι ακόμα ξαπλωμένος κοιτώντας με στα μάτια, και δαγκώνοντας το κάτω μέρος των χειλιών του.
«Ωχ!!!! Η Ανν είναι έχω ξεχάσει τελείως να την πάρω τηλέφωνο.»
Ο Σπένσερ χαμογελάει βάζοντας τα δυο του χέρια πίσω από το κεφάλι.
Κάνοντας το καλλίγραμμο σώμα του να φαίνεται ακόμα καλύτερο.
Γυρίζω από την άλλη γιατί απλά θα τρελαθώ άμα κοιτάω τον Σπενσερ δεν θα της ανοίξω καθόλου το τηλέφωνο.
«Καλημέρα Άνν.»
«Καλημέρα φυτό, έφυγες και με ξέχασες.»
«Όχι δεν είναι αυτό απλά δεν πρόλαβα θα σε έπαιρνα τηλέφωνο σήμερα.»
Ενώ βγαίνω από το υπνοδωμάτιο προχωρώντας προς το σαλόνι.
«Δεν πρόλαβες η δεν σε άφησε ο Σπενσερ Ε;»
«Τι λες Άνν μην γίνεσαι γελοία.»
Δεν μπορώ να της εξηγήσω τώρα δεν γίνεται.
«Μικρό φυτό σε όλα τα σάιτ κυκλοφορούν φωτογραφίες με τον Σπενσερ να κουβαλάει κάποια στον ώμο του.
Εγώ όμως θα αναγνώριζα πολύ εύκολα το φόρεμα μου.»
Το φόρεμα.....
Μόλις συνειδητοποιώ ότι κυκλοφορώ τελείως γυμνή κάθομαι γρήγορα στον καναπέ, και καλύπτομαι με ένα μαξιλάρι.
«Άνν αυτό δεν μπορώ να σου το εξηγήσω από το τηλέφωνο ειδικά τώρα. Σε παρακαλώ.»
Η σπαστική τσιρίδα της με κάνει να βγάλω λίγο το τηλέφωνο από το αυτί.
«Πες μόνο κάτι κοιμήθηκες μαζί του ναι η όχι.»
«Ναι, αλλά θα σου πω όταν γυρίσω. Θα σου τα από κοντά μην με ρωτάς άλλο.»
«Εγώ όμως θα προτιμούσα να μην φύγεις.»
Λέει με μια βραχνή φωνή, και πετάγομαι κατευθείαν αντικρίζοντας τον ημίγυμνο Σπενσερ που είναι τυλιγμένος μονάχα με μια πετσέτα.
Ξεροκαταπίνω έρχεται πιάνει το κινητό μου για να μιλήσει στην Άνν.
«Δεν νομίζω ότι θα σου την φέρω πίσω.»
Ενώ της κλείνει το τηλέφωνο.
Εγώ έχω μείνει να αγκαλιάζω το μαξιλάρι έχω κοκκινίσει ολόκληρη, η φρεσκοπλυμένη μυρωδιά του κορμιού του με κάνει να θέλω να τον φιλήσω παντού.
«Τι θα ηθελες για πρωινο;»
Χαμογελάει!!!
Ενώ έχει κατέβει λίγο για να με κοιτάει στα μάτια.
«Τίποτα δεν θέλω πρέπει να φύγω να φτιάξω βαλίτσα σήμερα γυρίζω πίσω. Πάω να φορέσω τα ρούχα μου.»
Ενώ σηκώνομαι μαζί με το μαξιλάρι με τον Σπενσερ να με κοιτάει με ένα χαζό χαμόγελο.
Πάω στο υπνοδωμάτιο μόλις πιάνω τα ρούχα μου πέφτει το γράμμα από το μικρό τσαντάκι.
Η περιέργεια με τρώει θέλω να το διαβάσω αλλά φοβάμαι μήπως όλα αλλάξουν μετά.
Κάθομαι στην μαύρη πολυθρόνα, και ανοίγω το γράμμα τελικά.
Η περιέργεια μου χτύπησε την πόρτα την ποιο ακατάλληλη στιγμή.
Αγαπητή Αλλισον...
Πριν σου εξηγήσω τα πάντα θα ήθελα να ζητήσω συγγνώμη που δεν μπόρεσα να είμαι κοντά σου, αλλά μου ήταν πραγματικά δύσκολο μου θυμίζεις αρκετά την λαουρα, και μου ήταν αδύνατο να σε αντικρίσω στα μάτια.
Ελπίζω να έχεις δεχτεί την κληρονομιά γιατί μικρή μου Αλλισον αυτό το ξενοδοχείο ήταν το αριστούργημα της μητέρας σου.
Ήταν αυτή που σχεδίασε και ολοκλήρωσε όλο αυτό το υπέροχο κτίριο ήταν μια υπέροχη αρχιτέκτονας όπως ακριβώς θα γίνεις και εσυ.
Ενθουσιαστικά παρα πολύ όταν έμαθα ότι ήθελες να γίνεις αρχιτέκτονας.
Ήταν σαν η λαουρα να ξαναζωντάνεψε μες από τα μάτια σου.
Αλλά αυτό με έκανε να νιώθω ακόμα περισσότερες ενοχές γιατί εκείνη πέθανε εκείνη την ημέρα.
Ήμουν εκεί, και δεν μπόρεσα να κάνω τίποτα είδα την αδερφή μου να την βασανίζουν, και εγώ να μην μπορώ να κάνω τίποτα.
Το πενήντα της εκατό του ξενοδοχείου ήταν δικό της και πλέον είναι δικαιωματικά δικό σου.
Είναι κομμάτι της μητέρας σου μην αφήσεις κανέναν να το πάρει. Προσπάθησα να το κρατήσω με νύχια και με δόντια όλα αυτά τα χρόνια αλλά η καρδιά μου πλέον είναι αδύναμη.
Υπάρχει μόνο ένα πράγμα που πρέπει να προσεχείς μην εμπιστευτείς ποτέ κανέναν Ντερν κανέναν όμως....
Δεν μπόρεσα να το αποδείξω αλλά αυτος που βασάνισε την μάνα σου ήταν σίγουρα
ο "ΡΙΤΣ ΝΤΕΡΝ".
Τα πόδια και τα χέρια μου συνθλίβονται τα δάκρυα μου τρέχουν και καίνε το πρόσωπο μου.
Τρέμω ολόκληρη η μαμά μου σκοτώθηκε από αυτό το τέρας.
Δεν μπορώ να ανασάνω δεν θέλω να ανασάνω πως εγώ δεν πρέπει να εμπιστευτώ κανέναν Ντερν εγώ εμπιστεύομαι τον Σπενσερ.
Θα τρελαθώ.
Γιατί...
Γιατί το διάβασα τώρα....
Σηκώνομαι να πάω στο μπανιο να καλύψω το σώμα μου με το καυτό νερό για να χαλαρώσω.
Δεν μπορώ να διαχειριστώ.
Προσπαθώ ακόμα να επεξεργαστώ όλα αυτά.
Αλλά γιατί να μην εμπιστεύομαι τον
Σπενσερ εκείνος ήταν μόνο δέκαπεντε όταν πέθανε η μητέρα μου.
Δεν μπορεί ο Σπενσερ να είναι σαν τον πατέρα του δεν μπορεί να είναι σαν αυτό το τέρας.
Ο Σπενσερ εχτές με έσωσε από το ΣΚΟΤΑΔΙ μου.
Βγαίνοντας από το μπάνιο τυλιγμένη με την πετσέτα σκέφτομαι ακόμα το γράμμα.
Πρέπει να φύγω να βρω τον δικηγόρο θέλω να τον ρωτήσω μήπως ξέρει κάτι.
Εγώ δεν πρόκειται να αφήσω ζωντανό τον Ριτς Ντερν.
Όπως έχω ορκιστεί για τον ίδιο μου τον πατέρα ότι θα τον σκοτώσω, έτσι θα σκοτώσω και τον Ριτς Ντερν ακόμα και αν το κάνω με τα ίδια μου τα χέρια.
Προσπαθώ να φορέσω το φόρεμα μου στο υπνοδωμάτιο, αλλά ακόμα δεν μου φεύγουν από το μυαλό μου τα λόγια από το γράμμα.
Θέλω απλά να εμπιστευτώ τον Σπενσερ άμα ήξερε για την μητέρα μου θα μου το έλεγε είμαι σίγουρη.
Ενώ φόρεσα το φόρεμα μου χτένισα λίγο τα μαλλιά μου με τα δάχτυλα μου.
Βγαίνω από το δωμάτιο και και αρχίζω να μυρίζω κάτι γλυκό.
Το στομάχι μου γουργουρίζει.
Προχωράω ακολουθώντας αυτήν την υπέροχη μυρωδιά.
Για να φτάσω στην ολόμαυρη κουζίνα και να αντικρίσω τον Σπενσερ ημίγυμνο να φτιάχνει πανκ κέικ.
Με αντιλαμβάνεται και το χαμόγελο του γίνεται ποιο μεγάλο.
«Νόμιζα ότι δεν θα βγεις ποτέ από το δωμάτιο.
Κάθισε Αλλισον»
Ενώ μου δείχνει με το χέρι του το σκαμπό της κουζίνας.
Είμαι σαστισμένη βλέπω αυτόν τον άνθρωπο, και δεν θέλω να πιστέψω ούτε λέξη από το γράμμα.
Αλλά πρέπει να φύγω να ηρεμήσω για να αρχίσω να αντιλαμβάνομαι τα πράγματα καθαρά,
και όχι υπό την συναισθηματική πλευρά.
«Δεν γίνεται να κάτσω πρέπει να φύγω.»
Του λέω ενώ οι ανάσες μου γίνονται πιο βαριές νιώθω ότι θέλω να κλάψω φοβάμαι ότι δεν ξέρω τι κάνω.
Το χαμόγελο του σβήνει αφήνει ότι κάνει, και προχωράει γύρο από τον πάγκο της κουζίνας μέχρι που έρχεται μπροστά μου.
«Κάτσε πρώτα να φας γλυκιά μου και μετά θα φύγουμε.»
Τον βλέπω κατάματα προσπαθεί να είναι ήρεμος αλλά μπορώ να καταλάβω την ενόχληση του από τις σκληρές εκφράσεις του προσώπου του.
«Όχι Σπενσερ θα φύγω πρέπει να ετοιμαστώ για να γυρίσω στην Βοστόνη.»
Ένα ειρωνικό χαμόγελο στα χείλη του, το σώμα του έχει αλλάξει στάση, φαίνεται αρκετά μεγαλύτερο.
Στα πνευμόνια του εισχωρεί άφθονος αέρας μέσα, και εγώ αρχίζω και νιώθω μικροσκοπική νιώθω την μικρή μου καρδιά να χτυπά δυνατά.
Τα χέρια του πιάνουν το φόρεμα μου μπροστά τραβώντας το και σκίζοντας το όλο.
Το σοκ στα μάτια μου.
Νιώθω τόσο ευάλωτη μπροστά του.
Ο Σπενσερ γίνεται βίαιος.......
«Σπενσερ τι έκανες;»
Ρωτάω κοιτώντας τον σαστισμένη.
Το ειρωνικό του χαμόγελο δεν έχει αποχωρίσει από το πρόσωπο του.
«Τίποτα απλά σου έβγαλα αυτό το φόρεμα που κάλυπτε την θέα του γυμνού κορμιού σου.»
Με δουλεύει εγώ πως θα φύγω.
«Εγώ πως θα φύγω τώρα;»
Ενώ ο δείκτης του χεριού μου σπρώχνει το στέρνο του.
«Ποιος σου είπε ότι μπορείς να φύγεις;»
Τα εγκεφαλικά μου κύτταρα καίγονται δεν έχω επαφή με το περιβάλλον δεν μπορεί να το ξεστόμισε αυτό.
Τα χέρια μου τον χτυπάνε αλλά τα τυλίγει με τα δικά του που με πιέζουν αρκετά.
«Εγώ θέλω να φύγω και θα φύγω.»
Πιέζει λίγο ακόμα τα χέρια μου προκαλώντας μου λίγο πόνο.
«Ναι σίγουρα... και πως θα φύγεις γυμνή;»
Ξεροκαταπίνω κοιτώντας το σώμα μου και μια αίσθηση ντροπής και ανατριχίλας κάλυψε ακόμα και τα ακροδάχτυλα μου.
Τα χέρια του χαλαρώνουν πλησιάζει απειλητικά κοντά μου πλησιάζει το χέρι του στο πρόσωπο μου φτιάχνοντας μια τούφα από τα μαλλιά μου πίσω στο αυτί μου.
«Προτιμώ να φύγω γυμνή παρα να κάτσω εδώ να με ειρωνεύεσαι.»
Πλησιάζει ακόμα ποιο κοντά πλέον μας χωρίζουν χιλιοστά κάνω ένα μικρό βήμα πίσω ακουμπώντας στο σκαμπό πίσω μου.
«Ποιος σε ειρωνεύεται γλυκιά μου; Εγώ απλά τρελαίνομαι από την θέα του γυμνού κορμιού σου.»
Έχει πλησιάσει τόσο κοντά που τα χείλη του βρίσκονται μόνο ένα χιλιοστό μακριά από τα δικά μου. Το μόνο που κάνει είναι να περιμένει να κάνω την πρώτη κίνηση.
Βλέπει πως το σώμα μου υποφέρει τον αποζητά, είναι σαν μαγνήτης για μένα που με τραβάει κοντά του.
Τα χέρια μου ακουμπάνε το σώμα του που είναι γεμάτο με τατουάζ.
Πάω τα χέρια μου πίσω από το κεφάλι του πιέζοντας λίγο για να με φιλήσει.
Τα χέρια του πιάνουν την μέση μου βάζοντας με να κάτσω στο σκαμπό.
Τα χείλη του αρχίζουν να με φιλάνε και το σώμα μου παραλύει.
Η γλώσσα του παίζει μεθοδικά μες στο στόμα μου ενώ εγώ τον τραβάω πιο κοντά μου για να κολλήσουν τα κορμιά μας.
Με το χερι βγάζει την πετσέτα μένοντας γυμνός μπροστά μου τα χέρια μου θέλουν να ακουμπήσουν το μεγαλείο του σώματος του.
Αλλά δεν το κάνω.
Τα χέρια του πάνε στους μηρούς μου σηκώνοντας τα πόδια μου ελαφριά τα χείλη του κατεβαίνουν σιγά σιγά φιλώντας το λαιμό μου, και έπειτα πιπιλίζουν της σκληρές ερεθισμένες ρώγες μου, η ανάσες μου με το ζόρι βγαίνουν είμαι τόσο υγρή όλο το σώμα μου αποζητά ένα του άγγιγμα.
Κατεβαίνει ποιο κάτω ανοίγοντας τα πόδια μου, και εγώ να βάζω τα δάχτυλα μου στα μαύρα μαλλιά του.
Αλλά δεν με ακουμπάει.
Γιατί δεν με αγγίζει έχει μείνει εκεί σαν άγαλμα και εγώ να κλαψουρίζω για ένα του άγγιγμα.
Προσπαθώ να σπρώξω το κεφάλι του πιο μέσα με τα χέρια μου χωρίς να τα καταφέρνω.
Κλαψουρίζω..
«Σε παρακαλώ.»
Σηκώνει ένα δολοφονικό βλέμμα ικανοποίησης χαμογελώντας.
«Εσυ δεν ήσουν αυτή που ήθελε να φύγει;»
«Σε παρακαλώ Σπένσερ.»
Ενώ ακόμα προσπαθώ να πιέσω το κεφάλι του.
Παίζει με το κορμί μου που τον αποζητά απεγνωσμένα.
«Πες μου θες ακόμα να φύγεις;»
«Όχι δεν θέλω να φύγω απλά σε θέλω μέσα μου.»
Του λέω έχοντας υποκύψει σε όλες μου τις σκοτεινές επιθυμίες.
Το κεφάλι του χαλαρώνει, και επιτέλους η γλώσσα του αγγίζει την κλειτορίδα μου ο πρώτος τρανταγμός έρχεται κατευθείαν.
Δεν μπορώ να ανασάνω με δαγκώνει ελαφρώς, και τα βογκητά μου γίνονται όλο και πιο δυνατά.
Τα δάχτυλα του πειράζουν την κλειτορίδα μου όσο η γλώσσα του εισχωρεί μέσα μου δεν αντέχω άλλο και τα υγρά μου του καλύπτουν το πρόσωπο.
Σηκώνεται όρθιος με ένα πονηρό χαμόγελο ενώ φεύγει από την κουζίνα.
Γυρίζει πίσω με ένα κουτί προφυλακτικά το ανοίγει πέρνει ένα σκίζοντας το με τα δόντια του, έρχεται κοντα στο αυτί μου.
«Θέλω να τελειώσω ολο το κουτί σήμερα θέλω όλα αυτά να τα βάλω μέσα σου.»
Ξεροκαταπίνω αλλά χαμογελάω ξέροντας την ικανοποίηση όταν αυτος ο δαίμονας με το αγγελικό πρόσωπο είναι μέσα μου.
Εισχωρεί μέσα μου βίαια κρατώντας με τα χέρια του τους μηρούς μου.
Προσπαθώ να κρατήσω αντίσταση πιέζοντας τα χέρια μου στον πάγκο.
Αλλά εκείνος αρχίζει να σπρώχνει ποιο δυνατά, και το σώμα μου να καίγεται από ηδονή.
Τα μάτια μου αντικρίζουν τα δικά του, και εκείνος εισχωρεί ακόμα πιο δυνατά έχω αρχίσει να πονάω, αλλά απολαμβάνω κάθε φορά που μπαίνει μέσα μου.
«Για πες μου ξανά τι ήθελες;»
Με ρωτάει ενώ το χέρι του πλησιάζει το λαιμό μου, πιέζοντας το ελαφριά.
«Εσένα μέσα μου.»
Το χέρι του αφήνει το λαιμό μου και πηγαίνει στην κλειτορίδα μου παίζοντας μέχρι που όλο μου το κορμί είχε σπασμούς.
«Έτσι γλυκιά μου σε θέλω να χύνεις για μένα.»
Ενώ με χύνει και αυτός φωνάζοντας με το ποιο απολαυστικό θέαμα έναν άντρα να φωνάζει από ηδονή για εσενα.
Δεν μπορώ να ανασάνω θέλω να ξαπλώσω στον πάγκο της κουζίνας και να κοιμηθώ.
Αλλά με σηκώνει τυλίγω τα πόδια μου γύρο από την μέση του ενώ με παίρνει στην αγκαλιά του φιλώντας το λαιμό μου.
Με πηγαίνει στην μπανιέρα να ξαπλώσω ενώ το νερό έπεφτε σαν βροχή επάνω μου και τα χέρια του καθάριζαν το σώμα μου.
Είναι ένας δαίμονας που απολαμβάνω να κακομεταχειρίζεται το σώμα μου,
και ταυτόχρονα ένας Άγγελος που με προσέχει σαν να είμαι μικρό παιδί.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top