Κεφάλαιο Νο26

Γιατί γλυκια μου ευχή δεν έπιασες;
γιατί μου το έκανες αυτό;

Μπαίνω μεσα σε ένα κόκκινο σκουριασμένο αγροτικό το οποίο βρωμάει.
Βρωμάει μαριχουάνα αυτήν την μυρωδια την είχα ξεχάσει αλλά όσο την μυρίζω μου έρχονται όλες αυτές η τραυματικές εικόνες που έζησα.

Τα δάκρυα μου τρέχουν ποτάμι καθώς εγώ αποχωρώ από Κέιπ κοντ.
Αφήνω πίσω μου το φως....
Και προχωράω προς το ΣΚΟΤΑΔΙ.

Δεν ξέρω προς τα που πάμε αλλά ούτε ξέρω τι ακριβώς θέλει να κάνει μαζί μου.
Έφυγα μαζί του μονάχα για να μην χρησιμοποιήσει το όπλο του.
Θέλω τόσο πολύ να τον ρωτήσω τι θέλει από εμένα.
Γιατί με έψαξε;
Αλλά τρέμω δεν μπορώ να αρθρώσω ούτε μια λέξη.

«Που πάμε; Γιατί θες να έρθω μαζί σου;»
Του λέω τελικά με τρέμουλο στα χείλη.

Το χέρι του βρέθηκε αστραπιαία στο πρόσωπο μου.
Το χαστούκι που είχα ξεχάσει πόσο πονάει.
Δεν αντιδράω απλά έχω σφίξει τα χέρια μου και προσπαθώ να ηρεμήσω.
«Είμαι ο πατέρας σου δεν μπορώ να πάρω την κόρη μου μαζί μου και να πάω κάπου διακοπές;»
«Εσυ δεν είσαι ο πατέρας μου εσυ είσαι απλώς ο άντρας που προσέφερε το σπερμα του. Ο μόνος πατέρας που είχα ποτέ μου ήταν ο στιβ.»
Το χέρι του πιάνει το σαγόνι μου για να γυρίσω και να κοιτάξω προς αυτόν.
«Αυτος ο ηλίθιος πιανίστας σε πήρε από κοντά μου και με έβαλε φυλακή. Και εσυ τώρα θα μου δώσεις όλα τα λεφτά που θα έχεις πάρει από την περιουσία του.»

Δεν τον ενδιαφέρει επειδή εγώ αποκαλώ τον στιβ μπαμπά. Το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι τα λεφτά.
Όπως τότε με χρησιμοποιούσε για να βγάλει λεφτά.
Έτσι και τώρα θέλει να πάρει ό,τι έχω.
αλλά είμαι διατεθημένη να του δώσω τα πάντα.
Αλλά εγώ δεν έχω πάρει την περιουσία του ακόμα.
«Δεν έχω πάρει τα λεφτά ακόμα...»
«Σκάσε και μην μου μιλάς με αυτόν τον τόνο. Όμως έμαθα ότι πήρες τα περιουσιακά του θείου σου. Όποτε αύριο το πρωί θα πάμε σε τράπεζα για να τα βγάλουμε.»
Για αυτό σταμάτησε να με ψάχνει τότε γιατί κατάλαβε ότι δεν έχω λεφτά και τώρα που έμαθε για την κληρονομιά επέστρεψε.
«Θα σου δώσω ότι θέλεις αρκεί να με αφήσεις ήσυχη.»
Ξεσπάει σε γέλια και εγώ απλά τρέμω δεν έχω ξεπεράσει αυτό τον φόβο όσο ψυχοθεραπεία και να έχω κάνει.
«Να σε αφήσω τώρα; Τώρα που έγινες κανονική πουτανα και πηδιέσαι με τους Ντερν; Όχι!! Τώρα θα σου ζητάω λεφτά κάθε φορά και εσυ θα μου τα δίνεις.»
Δεν θα ξεφορτωθώ ποτέ το ΣΚΟΤΑΔΙ από επάνω μου.
Κοιτάω την διαδρομή θέλω να φύγω θέλω να ανοίξω την πόρτα και να πηδήξω από το αγροτικό.
Μόλις φτάνουμε σε μια στροφή και χαμηλώνει ταχύτητα βρίσκω την ευκαιρία να ανοίξω την πόρτα και να πηδήξω.

Τα πλευρά μου πονάνε, το να κατρακυλάς στο δρόμο δεν είναι εύκολο ειδικά για το δικό μου σώμα που είμαι μονάχα πενήντα κιλά.
Σηκώνομαι απότομα και ξεκινάω να τρέχω.
Έχει σταματήσει το αγροτικό και βγαίνει έξω.
Προς κακή μου τύχη εδώ είναι ερημιά δεν ξέρω που βρίσκομαι αλλά τρέχω.

Τρέχα Αλλισον τρέχα για να σωθείς.
Λέω στον εαυτό μου.

Αλλά γυρίζω το κεφάλι μου για να δω που ακριβώς είναι.
Όμως το οπλο του με σημαδεύει, και χωρίς να το καταλάβω η σφαίρα διαπερνάει το αριστερό μου πόδι και εγώ σωριάζομαι κάτω.
Όχι πάλι, όχι είμαι στο έλεος του.
Δεν αισθάνομαι ακόμα πόνο αλλά δεν μπορώ να σηκωθώ.
Είμαι εδώ αβοήθητη με μια σφαίρα στο πόδι όσο βλέπω τα πόδια του να πλησιάζουν προς εμένα.
Έρχεται με τραβάει από τα μαλλιά προσπαθώ να σηκωθώ αλλά ήδη έχω αρχίσει να νιώθω την αίσθηση του πόνου. Με πάει στο αγροτικό σέρνοντας με, και μου δένει τα χέρια με την ζώνη του αυτοκινήτου.
Καθως το πίσω μέρος του όπλου μου χτυπάει το κεφάλι και εγώ χάνω κάθε επαφή με το περιβάλλον.


➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿


Εφιάλτες βλέπω κάθε στιγμή άντρες γέρους μεθυσμένους να ακουμπάνε το κορμί μου.
Και εγώ να κλαίω...
Να φωνάζω μπαμπά σώσε με αλλά εκείνος δεν είναι πουθενά.
Υποφέρω σε κάθε άγγιγμα όλον αυτόν το αντρών.
Νιώθω τόσο βρώμικη...
Δεν θα αφήσω ποτέ κανέναν άντρα να με αγγίξει ποτέ.
Δεν θέλω να έχω επαφή με κανέναν άντρα..
Ο μόνος άντρας που είναι άνθρωπος είναι ο στιβ ο μπαμπάς στιβ που μου παίζει πιάνο κάθε ημέρα για να ξυπνήσω. Μου λείπει ο μπαμπάς στιβ μου λείπει η μαμά μου.
Έχω ανάγκη από μια αγκαλιά.
Αλλά εδώ και δυο μήνες το μόνο που κάνω είναι να μένω με αυτόν τον άνθρωπο που δεν με αφήνει να ζήσω με χτυπάει αν αρνηθώ να πάω στο δωμάτιο που με περιμένουν. Φοβάμαι όταν βλέπω αυτούς τους άντρες γυμνούς.
Κλαίω με λυγμούς αλλά κανένας τους δεν σταματάει απλά γελάνε μαζί μου.

➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿➿

Παγωμένο νερό λούζει το πρόσωπο μου και εγώ επανέρχομαι στην πραγματικότητα.
Τρέμω δεν είμαι καλά ζαλίζομαι.
Είμαι ακόμα μες στο αυτοκίνητο ενώ το τέρας μου έχει ανοίξει την πόρτα για να βγω μου έχει λύσει τα χέρια.
Κατεβαίνω ενώ περπατάω με δυσκολία. Η σφαίρα βρίσκεται ακόμα στο πόδι μου γιατί διαφορετικά θα είχα πεθάνει από την αιμορραγία.
Αναγνωρίζω την περιοχή βρισκόμαστε στην Βοστόνη είναι μια κακόφημη γειτονιά. Ήταν εδώ όλον το καιρό και με έψαξε μονάχα όταν έμαθε για τα λεφτά.
Θα του δώσω ότι θέλει και θα τον ξεφορτωθώ μια και καλή....
Προχωράμε προς ένα στούντιο έχει κρεβατοκάμαρα και έναν καναπέ δίπλα.
Εγώ κάθομαι στον καναπέ αλλά δεν μπορώ να ανασάνω.
Κοιτάει το πόδι μου προσεκτικά..
καθώς μου λέει
«πρέπει να βγάλουμε την σφαίρα»
Φοβάμαι δεν ξέρω τι θα μου κάνει.
Και του λέω δυνατά.
«Όχι....»

«Πρέπει Αλλισον αλλιώς πως θα πάμε το πρωί στην τράπεζα.»
Πραγματικά το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι τα λεφτά και η δόση του.
Δεν με ενδιαφέρουν τα λεφτά μονάχα θέλω να ζήσω ελεύθερη.
«Καλώς, αλλά πώς.»
«Θα έρθει ένας φίλος μου γιατρός και θα το βγάλει.»

Φίλος; Η άνθρωποι σαν εσενα δεν έχουν φίλους παρα μόνο εχθρούς. Για τον μόνο λόγο που θα σε βοηθούσε κάποιος είναι επειδή σου χρωστάει ή σε φοβάται.
Σκέφτομαι έχω αρχίσει και ζαλίζομαι μου λείπει η παρουσία του γλυκού μου δαίμονα.

Τι θα σκέφτεται τώρα;
Θα με ψάξει;
Θα του λείπω;
Κοιτάω το δαχτυλίδι και αναπολώ την τελευταία στιγμή ευτυχίας...

Όλοι θα νομίζουν ότι πήγα να κρυφτώ και ο Σπενσερ θα νομίζει ότι τον εγκατέλειψα αλλά εγώ δεν θα εγκατέλειπα ποτέ τον παράδεισο με την δίκη μου θέληση.

Αυτος ο περίεργος γιατρός ήρθε και βρωμάει χειρότερα και από το τέρας.
Αυτος θα μπορέσει να βγάλει την σφαίρα;
Απλά θα πεθάνω εδώ από τον πόνο.
Πιάνει το πόδι μου και εγώ ουρλιάζω
Το τέρας μου δίνει ένα μπουκάλι αλκοόλ και εγώ κατεβάζω μια γουλιά.
Δεν πίνω αλκοόλ αλλά εδώ βοηθάει.
Ουρλιάζω σε κάθε άγγιγμα του.
Αλλά επιτέλους το βγάζει και η γάμπα μου πλημμυρίζει
με αίμα σαν καταρακτης.
Γάζες αρκετές γάζες γύρω γύρω.
Ζαλίζομαι!
Αλλά προσπαθώ να κρατήσω τον εαυτό μου ξύπνιο.
Δαγκώνοντας το χέρι μου δυνατά!
Γιατί αν έσφιγγα τα δόντια μου τόσο δυνατά πιθανότατα θα τα είχα σπάσει.

Τα καταφερα επέζησα και από αυτό. Θέλω αύριο να τελειώσω με τα χρήματα και να φύγω από την ζωή του.
Αλλά αυτος είπε ότι δεν έχει σκοπό να με αφήσει ήσυχη.
Ότι θα μου ζητάει συνέχεια αυτό πως θα το καταφέρω.
Πως θα καταφέρω να ξεφορτωθώ το ΣΚΟΤΑΔΙ.

«Ξυπνά!»
«Βρομόπαιδο σου λέω ξυπνά»
Τον ακούω. ακούω την κάθε λέξη δεν έχω κοιμηθεί όλη νύχτα περίμενα μήπως και θα κοιμόταν αυτος αλλά όχι. Έχω κάτσει όλη νύχτα με τα μάτια κλειστά περιμένοντας μήπως και κοιμηθεί αλλά τον άκουγα όλη νύχτα κάτι έκανε, τηλεόραση ανοιχτή, και όλος ο χώρος βρωμούσε.
Κάνω ότι μόλις ξυπνάω αλλά μόλις γυρίζω λίγο το πόδι μου ο πόνος είναι σαν ένα μαχαίρι που στριφογυρίζει μες στην αριστερή μου γάμπα. Είναι λες και ενα λυσσασμένο σκυλί με δαγκώνει και εγώ απλά κάθομαι και δεν αντιδράω στον πονο.
«Ξύπνησα» του λέω χωρίς να τον βλέπω χωρίς να τον αντικρίσω στα μάτια «Ωραία σήκω τώρα για να πάμε στην τράπεζα.»
Η μόνη του σκέψη είναι να πάμε στην τράπεζα είναι να πάρει τα λεφτά για την επόμενη δόση του ελπίζω αυτά τα λεφτά να το σκοτώσουν να πάρει τόσο πολύ που να μην αντέξει το σώμα του.
Πως μπορεί ένα παιδί να λέει αυτό για τον πατέρα του.
Όμως εκείνος δεν είναι πατέρας είναι ο εφιάλτης. είναι ο άνθρωπος που μου δημιούργησε όλους τους εφιάλτες μου και υπόλοιποι το συνεχίζανε ερχόντουσαν μεγάλοι άντρες για να πειράξουν το σώμα μιας μικρής κοπέλας τι πιο σιχαμερό και πιο άρρωστο.
Σηκώνομαι σιγά-σιγά φορώντας ακόμα τα ρούχα μου μυρίζουν απαίσια αλλά δε δίνω σημασία προτεραιότητα έχει να επιζήσω από αυτό, και να επιστρέψω πίσω.
Να επιστρέψω πίσω για να ραγίσω την καρδιά του ανθρώπου που αγαπώ.
Γιατί αν δεν τον βγάλω από τη ζωή μου εκείνος δεν θα με αφήσει ήσυχη.
Θα με κυνηγάει για να πάρει τα χρήματα κάθε φορά και πιο πολλά και κάθε φορά πιο συχνά. οπότε ο μόνος τρόπος είναι να μείνω μακριά από τον Σπενσερ γιατί αν μείνω μακριά του δεν θα έχω χρήματα να του προσφέρω οπότε δεν θα με κυνηγάει.

Σηκώνομαι σιγά-σιγά κουτσαίνω το πόδι με πονάει υπερβολικά αλλά προχωραω μέχρι τουαλέτα. Φτάνω στην μικρή τουαλέτα που ίσα-ίσα χωράει ένας άνθρωπος.
Στέκομαι μπροστά στο νεροχύτη Προσπαθώ να βρω είναι καθαρό σημείο, αλλά είναι τόσο βρώμικα παντού. Μου έρχεται να κάνω εμετό απλά κατεβάζω λίγο το σορτσάκι μου και κατουράω χωρίς να ακουμπήσω πουθενά αλλού το πόδι μου πονάει υπερβολικά έτσι όπως στέκομαι.
Δεν μπορώ να καταλάβω πως έχω καταντήσει. Κάθε τρεις και λίγο τρέχουν δάκρυα στο πρόσωπο μου.
Βλέπω την αντανάκλαση μου στον καθρέφτη, και βλέπω τον πιο δειλό άνθρωπο σε όλο τον πλανήτη γη εγώ είμαι ο πιο δειλός άνθρωπος σ' αυτό τον πλανήτη.
Βγαίνω έξω και εκείνος με τραβάει από το χέρι κατευθείαν κατεβαίνουμε κάτω, δεν έχει ασανσέρ πάλι η ίδια διαδικασία με τα πόδια το πόδι μου είναι καταστραμμένο πια προχωράω σιγά-σιγά σιγά-σιγά μέχρι που πιάνει τα μαλλιά μου και πέφτω κατρακύλα κάτω.

Προσπαθώ να καταλάβω πως αυτός ο άνθρωπος δεν έχει ούτε ίχνος συναισθήματος ήταν πάντα έτσι τον έκαναν τα ναρκωτικά έτσι; ερωτεύτηκε ποτέ τη μητέρα μου; γι' αυτό το λόγο τον χώρισε μητέρα μου;
Έχω τόσες απορίες αλλά δε σκοπεύω να τις λύσω ποτέ, θα ζήσω με αυτές τις απορίες.

Τελικά φτάσαμε μέχρι την έξοδο έχοντας πεσει τρεις φορές από τις σκάλες. έχοντας ματώσει το πόδι μου και προχωράω το λευκό μπλουζάκι μου είναι βρώμικο σε άθλια κατάσταση νομίζω ότι είμαι άστεγη μοιάζω περισσότερο σαν αυτόν.
Κοιτάω στο χέρι του κρατάει το κινητό μου.
Μου το πήρε κατευθείαν εχθές τη στιγμή που τον αντίκρισα και με σημαδεύει με το όπλο του δεν ξέρω τι έχει κάνει μάλλον πιστεύει ότι μέσω του κινητού θα μπορέσω να βγάλω χρήματα, και δεν έχει άδικο.
Προχωράμε προς το σκουριασμένο αγροτικό ταιριάζουμε τέλεια με το περιβάλλον πιο κακόφημή γειτονιά της Βοστώνης κι εμείς είμαστε Ακριβώς το ίδιο ταιριάζουμε. Τέλεια!

Μπαίνουμε μέσα στο αυτοκίνητο μου δίνει το κινητό στο χέρι Ενώ μου λέει να το ανοίξω. Τον κοιτάω περίεργα αλλά κατευθείαν βγάζει το όπλο του.
«Το ξερεις δεν σε λυπάμαι μπορώ να σε πυροβολήσω άνετα παντού οπότε το ανοίγεις, δεν δέχεσαι κάποια κλήση, δεν απαντάς σε κανέναν μέχρι να πάρουμε τα χρήματα όταν πάρουμε τα χρήματα είσαι ελεύθερη να πας όπου θέλεις μέχρι την στιγμή που θα σε ξανα χρειαστώ. Γιατί έτσι κάνουν οι γονείς μεγαλώνουν τα παιδιά και μετά όταν τα χρειάζονται τα χρησιμοποιούν.»

τρέμω και σκέφτομαι τις αλλόκοτες Λέξεις που λέει δεν είναι φυσιολογικός, εκείνος δεν με μεγάλωσε, εκείνος δεν έκανε τίποτα για μένα παρά να θέλει να πάρει τα χρήματα μου, να πάρει την ζωή, την ανάσα, την παιδική μου ηλικία μου τα πήρε όλα.
«Αυτός που με μεγάλωσε είναι ο μπαμπάς στιβ! εσύ δεν είσαι τίποτα.»
Του απαντάω αλλά με την άκρη του όπλου του με χτυπάει στο πρόσωπό μου νομίζω ότι η μύτη άρχισε να ματώνει.

«Αυτός ο χαζός πιανίστας πήρε το μυαλό της μάνας σου και με χώρισε. Αυτός ο χαζός πιανίστας σε πήρε από κοντά μου και δεν μπόρεσα να σε μεγαλώσω εγώ όπως θα ήθελα οπότε αυτός είναι ο κακός όχι εγώ.»
Είναι τρελός είναι ένας τρελός ψυχρός δολοφόνος.
«Εσύ με κακοποίησες με χρησιμοποίησες.»
«Όπως σου είπα γι' αυτό είναι τα παιδιά και να ξέρεις αν είχες μείνει μαζί μου θα ήμασταν πλούσιοι τώρα.»

«Δεν με ενδιαφέρουν τα λεφτά! με ενδιαφέρει ότι με κατάστρεψες για πάντα. Άντρες, γέροι άντρες όλοι αυτοί ασέλγησαν πάνω σε ένα μικρό παιδί κι αυτό το παιδί ήταν το δικό σου παιδί. Μόνο εσύ δε νοιάστηκες ούτε μία στιγμή. τους αφήνεις να έρθουν στο δωμάτιο μου για να πάρεις την δόση σου και θεωρείς ότι είσαι πατέρας.»

«Όχι ο μόνος πατέρας που είχα ποτέ είναι ο στιβ εκείνος με έσωσε από εσένα κι ας μην έχουμε συγγένεια εξ αίματος.»

Δεν ξανά απαντάει απλά βάζει μπροστά το αυτοκίνητο και προχωράμε. προχωράμε όσο προσπαθώ να σκουπιστώ απο τα αίματα μου δίνει χαρτομάντηλα και μου λέει «καθαρίσου γιατί σε λίγο θα φτάσουμε στην τράπεζα» ευτυχώς έχω τα στοιχεία στο κινητό και έχω και τις κάρτες την θήκη του κινητού θα βγάλω όσα χρήματα γίνεται για να πάρει. Για να πάρει τη δόση και να πεθάνει αυτό θέλω.

Βγαίνοντας έξω από την τράπεζα κόσμος γυναίκες άντρες μένουν, με κοιτάνε περίεργα με κοιτάνε πολύ περίεργα μοιάζω πιο πολύ σαν το τέρας όχι όπως ένας φυσιολογικός άνθρωπος.

Προχωράω σιγά-σιγά προς την τράπεζα και κανένας δε με πλησιάζει νομίζουν ότι κάτι έχω λες και θα τους κολλήσω κάτι. αλλά βλέποντας την αντανάκλαση μου στα παράθυρα της τράπεζας αντιλαμβάνομαι ότι ούτε εγώ θα με πλησίαζα. ούτε εγώ θα πλησιάζα τόσο εύκολα έναν άνθρωπο σ' αυτή την κατάσταση.

περιμένω στην αναμονή με τα αδιάκριτα βλέμματα επάνω μου. φτάνει η σειρά μου εκείνος έρχεται δίπλα μου για να δει το ποσό που υπάρχει στην τράπεζα. Κάνω ανάληψη όσα πιο πολλά μπορώ είναι αρκετά. Αλλά όχι όλα, όχι όσο θα ήθελε.
Μόλις παίρνει τα λεφτά τα βαζει σε μία τσάντα.
«αύριο εδώ είμαστε για τα επόμενα.»
«Δεν είναι πιο φυσιολογικό να μπούμε στην τράπεζα και να τα βγάλω απ' το ταμείο;»
με κοιτάει όλο ειρωνεία.

«νομίζεις ότι θα σ' αφήσω ελεύθερη να πας στην τράπεζα και να με παραδώσεις όχι θα το βγάλουμε έτσι θα πάμε και σε άλλη τράπεζα.»
Ούτε αυτό το συνεχίζω.  Εχουμε γυρίσει σε όλες τις γύρω περιοχές και βγάζουμε λεφτά λίγα λίγα από όλες τις τράπεζες που έχω λεφτά. το τηλέφωνο μου είναι σε λειτουργία πτήσης δεν μπορώ να δω ποιος με έχει πάρει τηλέφωνο.
κάποιος θα έχει ενδιαφερθεί και θα ψάχνει για εμένα είμαι σίγουρη ότι ο Σπενσερ θα με ψάχνει η Ανν θα με ψάχνει. μου λείπουν, μου λείπουν αρκετά!

Άραγε θα μπορέσω να έχω έστω μια στιγμή ευτυχίας με τον Σπενσερ.

Ο μόνος τρόπος για να είμαι ευτυχισμένη με τον Σπενσερ είναι να εξαφανιστεί ο ναρκομανής βιολογικός πατέρας μου από την ζωή μου.
Ο Σπενσερ έβαλε τον πατέρα του φυλακή μονάχα για εμένα και εγώ δεν έχω το θάρρος να κάνω τίποτα για την αγάπη μας δεν έχω το θάρρος ούτε να τον παραδώσω στην αστυνομία.

Νιώθω τόσο λίγη μπροστά στα συναισθήματα του Σπενσερ.
Νιώθω ότι εγώ δεν κάνω τίποτα για εμάς ότι τον προδίδω αλλά φοβάμαι.
Φύγαμε κρυφτήκαμε και εκείνος με βρήκε κατευθείαν.
Οπότε κανείς δεν θα είναι ασφαλής κοντά μου.
Πρέπει να φύγω από την ζωή τον άνθρωπων που αγαπώ και όχι για το δικό μου καλό αλλά για το δικό τους.

Τι θα είχε συμβεί αν εχτές είχε βγει κάποιος έξω αν ο Σπενσερ έβγαινε έξω και με έψαχνε εκείνη την στιγμή  τι θα γινόταν αν είχε χρησιμοποιήσει το οπλο του πάνω σε κάποιον φιλο μου. Δεν θα το άντεχα δεν είμαι αντάξια να έχω φίλους να έχω οικογένεια καλύτερα να εξαφανιστώ από αυτόν τον κόσμο.

Δεν πρέπει να ζήσω για να τους κάνω να υποφέρουν πρέπει να εξαφανηστω από την ζωή τους.

«Δεν έχουμε βγάλει όλα τα χρήματα. Θα κάτσεις μαζί μου μέχρι να τα βγάλουμε όλα!»
Κάτι πρέπει να κάνω δεν μπορώ να μείνω εδώ πέρα.
Μόνο ο Όλιβερ μπορεί να με βοηθήσει εκείνος ελέγχει όλους τους τραπεζικούς λογαριασμούς μου άμα ήταν εκείνος εδώ θα μπορούσαμε να βγάλουμε όλα τα λεφτά.
«Μπορούμε να τα βγάλουμε σε μια μέρα αν με αφήσεις να κάνω έστω ένα τηλεφώνημα.»
«Δεν υπάρχει περίπτω......»
«Απλά άκουσε με δεν με ενδιαφέρουν τα χρήματα το μόνο που θέλω είναι να γλυτωσω από εσένα όποτε εσυ θα πάρεις τα χρήματα σου και εγώ θα βρω την ηρεμία μου.»

Αυτό είναι πραγματικά το μόνο που θέλω δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο...

«Άμα αυτος που θα πάρεις με καταδώσει στην αστυνομία θε βρεθείς νεκρή εσυ και όλοι οι φίλοι σου. Όποτε σκέψου καλά τον εμπιστεύεσαι τόσο;»

«Τον εμπιστεύομαι!»

Λέω αποφασιστικά ενώ ξεροκαταπίνω!
Ξεροκαταπίνω γιατί ξεστόμισα ότι εμπιστεύομαι τον Όλιβερ και νιώθω σαν να πρόδωσα τον Σπενσερ για ακόμη μια φορά.
Για ακόμη μια φορά νιώθω ανίκανη να εμπιστευτώ τον Σπενσερ.

«Ωραία άνοιξε το, βάλτο μεγάφωνο και μιλά.»
Μόλις ανοίγω το κινητό από την λειτουργία πτήσεις εκατό μηνύματα. Αλλά δεν ανοίγω κανένα.
Απλά σφίγγω το χέρι μου σε γροθιά όσο σκέφτομαι ότι με αυτό που κάνω είναι σαν να προδίδω τον Σπενσερ ποτέ δεν του έδειξα την εμπιστοσύνη που του άξιζε.

Το τηλέφωνο χτυπάει δεν προλαβαίνει να ακουστεί ο πρώτος χαρακτηριστικός ήχος και ο Όλιβερ το ανοίγει κατευθείαν.
«Αλλισον»
«Όλιβερ είσαι μόνος σου;»
«Είμαι στο αυτοκίνητο μόνος μου. Είσαι καλά που είσαι γιατί δεν μου έστειλες ένα μήνυμα σε ψάχνω σαν τρελός νόμιζα ότι κάτι επαθ.....»
«Σταματά! Θέλω μια μεγάλη χάρη, και θέλω και την εχεμύθεια σου.»
«Είσαι καλά; Με ποιον είσαι;»
«Είμαι καλα! Αλλά θέλω την βοήθεια σου για να βγάλω τα χρήματα από τους λογαριασμούς μου θέλω να τα βγάλω όλα.»
Σιωπή! επικρατεί σιωπή!
Όσο ο Όλιβερ δεν αρθρώνει καμία λέξη το όπλο με σημαδεύει και τα χέρια μου τρέμουν.
Εκλιπαρώ στα βουβά να μου πει έστω κάτι.
«Αλλισον θα βγάλω όλα τα λεφτά από όλους τους λογαριασμούς αρκεί να μην πειράξει ούτε μια τρίχα σου.»
«Όχι δεν με έχει πειράξει!»
Πετάγομαι γρήγορα και αποφασιστικά. Το τέρας με κοιτάει με ένα ειρωνικό χαμόγελο απολαμβάνει τον εξευτελισμό μου.
«Ωραία θα σου βγάλω όλα τα χρήματα και θα έρθεις να τα πάρεις.»

«Μην νομίζεις ότι θα με ξεγελάσεις. τα λεφτά θα τα πάρω εκεί που θα σου πω εγώ να τα αφήσεις. Εσυ το μόνο που έχεις να κανείς είναι να μην μπλέξεις την αστυνομία γιατί αλλιώς θα την βρείτε νεκρή σε κομμάτια.»
Απλά ξεροκαταπίνω όσο άκουσα την τελευταία του απειλή. Αυτος ο άνθρωπος είναι αδίστακτος.

Το τηλέφωνο κλεινει και εγώ τώρα είμαι πάλι μονη μαζί του στο κόκκινο σκουριασμένο φορτηγάκι. Αλλά τώρα σκέφτομαι ποσό εύκολα μπορεί να μου κάνει κακό αν το θέλει.

Καθόμαστε επί ώρες περιμένοντας ένα μήνυμα ένα τηλεφώνημα έστω κάτι από τον Όλιβερ.
Τον έχω μπλέξει τόσο άσχημα χωρίς να μου φταίει πουθενά.

Εκείνος κάθεται βγαίνει. έξω πάει τρώει,μετράει ξανά και ξανά τα χρήματα που ήδη έχουμε βγάλει.

Επιτέλους το τηλέφωνο χτυπάει και εγώ ανοίγω κατευθείαν στο μεγάφωνο δεν θέλω να χειροτέρεψω την κατάσταση.
«Αλλισον;»
Ακούγεται η φωνή του Όλιβερ και εγώ είμαι έτοιμη να κλάψω.
«Εδώ είμαι σε ακούω.»
«Είναι όλα έτοιμα έχω αδειάσει όλους τους λογαριασμούς τι θέλεις να κάνω;»
Ξεφυσάω!
Προσπαθώ να σκεφτώ κάτι λογικό αλλά το τέρας μου παίρνει το τηλέφωνο από το χέρι και εγώ απλά δεν αντιδράω.

«Θα φέρεις όλα τα λεφτά και θα τα αφήσεις στο σπίτι της στην Βοστόνη. Και μετά απλά θα φύγεις δεν σε χρειαζόμαστε άλλο.»
Από το ακουστικό ακούγεται ένας ακατανόητος ήχος.
«Και η Αλλισον;»
«Θα είναι ελεύθερη μόλις εγώ πάρω τα λεφτά.»
«Δεν γίνεται θέλω να την δω δεν υπάρχει περίπτωση να αφήσω τα λεφτά χωρίς να ξέρω ότι είναι καλά.»
«Είμαι καλά σε παρακαλώ κάνε αυτό που σου ζήτησε είναι η καλύτερη λύση.»
Πετάγομαι!

Το μονο που με ενδιαφέρει είναι να ξεφύγω μια ώρα αρχύτερα από αυτήν την τρέλα.

«Μέχρι το βραδυ θα έχω αφήσει τα λεφτά στο σπιτι. Ελπιζω να ξερεις τι κανείς Αλλισον.»
Λέει και το τηλέφωνο κλεινει κατευθείαν.
Είμαι πάλι εγω κοιτάω το ηλίθιο χαμόγελο του τέρατος που κέρδισε άλλη μια φορά..

Αναμονή, ανυπόφορη αναμονή έχω μετρήσει το κάθε δευτερόλεπτο της ημέρας έχω χάσει επαφή με το περιβάλλον το μονο που κάνω είναι να βλέπω αριθμούς παντού.
«Αν αυτος ο φίλος σου μου κάνει κάτι περίεργο ή φωνάξει την αστυνομία ποιον θα ήθελες να σκοτώσω πρώτα.»
Απλά ανοίγω τα μάτια μου διάπλατα και δεν μπορώ να μιλήσω δεν μπορώ να αντιδράσω έχω να κάνω με έναν ψυχοπαθή.
«Δεν θα συμβεί τίποτα τέτοιο όλα θα γίνουν όπως θέλεις και εσυ απλά θα εξαφανιστείς από την ζωή μου.»

Χασκογελάει ενώ με κοιτάει στραβά.
«Τώρα που έχεις το λαχείο στην τσέπη σου νομίζεις ότι θα σε αφήσω.»
Ενώ μου δείχνει με το δάχτυλο του το δαχτυλίδι.
«Είναι απλά ένα δώρο δεν πρόκειται να παντρευτώ ποτέ τον Σπενσερ....»
Δεν πρόκειται να τον παντρευτώ ποτέ!
Δεν θα γίνω εγω η αιτία να πάθει εκείνος και άλλο κακό.

Εγώ απλά πρέπει να απορρίψω την αγάπη του πρέπει να αφήσω ό,τι νιώθω για εκείνον πίσω και να ζήσω χωρίς αυτόν.
Αλλιώς αυτό το τέρας δεν θα με αφήσει ελεύθερη.

Η ώρα δώδεκα τα μεσάνυχτα και επιτέλους ένα μήνυμα.
"Τα λεφτά είναι στο σπιτι εδώ η δουλειά μου τελείωσε μόλις ξεμπερδέψεις πάρε με τηλέφωνο."

Επιτέλους επιτέλους θα ξεμπερδεψω.
Του δείχνω το μήνυμα και ένα υστερικό χαμόγελο σχηματίζεται στα χείλη του.
«Ωραία το πρωί θα πάμε να τα πάρουμε...»
«Τι; Γιατί όχι τώρα;»
Δεν θέλω ούτε ένα δευτερόλεπτο να κάτσω άλλο μαζί του.
«Σε πέντε έξι ώρες ξημερώνει και θα πάμε τώρα είναι επικίνδυνα. Και ξανά κλείσε το τηλέφωνο.»
Ενώ μου το παίρνει και το κλεινει ο ίδιος.
«Τώρα θα κάτσεις μαζί μου και θα μου πεις ποσό σου έλειψε ο μπαμπάς.»
Ενώ τριβει τα χέρια του πάνω μου.
Μου έρχεται να κάνω εμετό απλά του φωνάζω.
«Σταματά! σε παρακαλώ σταματά.»
«Κι αν δεν σταματήσω τι θα κανείς;»
Μου λέει ενώ με πιάνει από το λαιμό.
Δεν μπορώ να ανασάνω δεν μπορώ να φωνάξω δεν μπορώ να κάνω τίποτα όσο αυτος ακουμπάει το σώμα μου.

«Το μόνο που θέλω από εσενα μικρή είναι λεφτά και εσυ θα πηδιέσαι με τον Σπενσερ για να τρώω τα λεφτά του..»
Ενώ αφήνει το λαιμό μου.
«Δεν υπάρχει περίπτωση εγώ θα χωρίσω.»
«Σκάσε!»
Ενώ με πιάνει από τα μαλλιά και στρίβει το κεφάλι μου για να τον κοιτάξω κατάματα.
«Δεν θα χωρίσεις κανέναν γιατί αλλιώς θα σε κάνω πάλι όπως ήσουν μικρή.»
Απλά σταματάω δεν μιλάω δεν αντιδράω δεν κουνάω κανέναν μυ του προσώπου ή του σώματος μου.
Και απλά κάθομαι εκεί περιμένοντας να περάσουν αυτές η ώρες..

Σπίτι μου σπιτάκι εδώ θα ξεμπερδεψω μαζί του.
Ανοίγω την πόρτα του σπιτιού γρήγορα και κοιτάω γύρω γύρω για τον Όλιβερ αλλά δεν είναι πουθενά.
«Ψάξε όλο το σπίτι μήπως αυτος ο καριόλης φίλος σου  είναι εδώ.»
«Μάλιστα»
Του λέω ενώ τρεμοπαίζουν τα χείλη μου.
Δεν θέλω να αντιμιλήσω άλλο το μόνο που θέλω είναι να ξεφύγω για τώρα.
Το τι θα γίνει μετά θα το δείξει ο χρόνος!

«Δεν είναι κανένας! Μόνο τα λεφτά είναι όλα στον πάγκο της κουζίνας. Αυτά είναι όλα όσα έχω μπορείς να τα πάρεις και να εξαφανιστείς.»
Είναι το μόνο που λέω! Αλλά πραγματικά εύχομαι ο Όλιβερ να μην έχει πει τίποτα πουθενά.
Το μόνο που θέλω είναι ο Σπενσερ να μην μάθει τίποτα.
Θέλω απλά να νομίζει ότι τον παράτησα έτσι δεν θα ψάξει για εμένα.
Δεν αξίζω να έχω αυτούς τους ανθρώπους στην ζωή μου. Πρέπει να εξαφανιστώ και να ζήσουν ελεύθεροι χωρίς εμένα.

Χωρίς τον εφιάλτη που τους προκαλεί η παρουσία μου.


Γεια σας φίλοι μου τι κάνετε πως είστε 🩵🩵

Πως σας φάνηκε αυτό το κεφάλαιο;

Να σας πω ότι δεν τα πάω καλά με την βία και με δυσκόλεψε αρκετά όταν το έγραφα.

Ελπίζω να βγήκε καλό🙄🙄🙄

Δεν αντέχω αυτές της μέρες γράφω τρία βιβλία μαζί και έχω μπερδέψει τα μπούτια μου.

Δεν ξέρω ποτέ θα δημοσιεύσω τα αλλά δυο βιβλία αλλά θα προσπαθήσω να το δημοσιεύσω πριν το τέλος του καλοκαιριού 😅

Αν σας άρεσε πατήστε ένα αστεράκι, η σχολιάστε κάτι που σας έκανε εντύπωση 🫣

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top