Κεφάλαιο Νο22

Αμηχανία, αμηχανία, αμηχανία!
Αισθάνομαι την αμηχανία όλων να γυρίζει και να τυλίγει εμένα.

Δεν μπορώ να ανασάνω.
Δεν μπορώ να αρθρώσω ούτε μια λέξη μεχρι την στιγμή που ξεροβήχω και κοιτάω τον Όλιβερ κατάματα. Καταλαβαίνει ότι νιώθω άβολα με όλο αυτό. Αλλά κανένας δεν προσπαθεί να με βγάλει από την δύσκολη θέση. Νιώθω λες και όλοι τους περιμένουν μια μου λέξη για να ξανά αρχίσουν να αναπνέουν.
Όποτε πρέπει να αναλάβω δράση μονη μου.
«Συγγνώμη κύριοι και κύριες αλλά θα πρέπει να αποχωρίσω για μερικά λεπτά. Θα ήθελα να δείξετε την κατανόηση σας.»
Τους λέω ενώ το χέρι του Σπενσερ υποχωρεί σιγά σιγά από επάνω μου. Σαν να καταλαβαίνει πως αισθάνομαι.
Κανένας δεν μιλάει απλά κάνουν ένα νεύμα κατανόησης.

Παίρνω μια βαθιά ανασα!!!
Σηκώνομαι και πάω πάνω από τον Όλιβερ του ακουμπάω τον ώμο, και εκείνος σηκώνεται.
Όμως ο Σπενσερ ξεροβήχει και πνίγεται, και ο Βίνσεντ αρχίζει να γελάει. Ποσο άλλο σουρεάλ να γίνει η κατάσταση. Απλά δεν γυρίζω καθόλου το βλέμμα μου προς τον Σπένσερ.
Δεν θέλω να τον κοιτάξω ξέρω ότι θα έχει αυτό το θυμωμένο του ύφος. Θέλω να μιλήσω με τον Όλιβερ, να καταλάβω τι είχε στο μυαλό του όταν σκεφτόταν να φέρει τον Σπένσερ ως πελάτη.
Δεν θέλω ο Σπενσερ να είναι ο πιο σημαντικός μου πελάτης. Δεν θέλω τον οίκτο του, δεν θέλω την βοήθεια του.

Βγαίνουμε έξω και του χτυπάω την πλάτη.
Λέγοντας του. «Προχώρα προδότη.»
Χαμογελάει σπαστικά ενώ μου δείχνει το μαυρισμένο μάτι.
«Τι να σου κάνω εγώ Όλιβερ, μόνος σου προκαλείς την τύχη σου. Δεν αφήνεις άνθρωπο χωρίς να του σπας τα νεύρα.»
Με κοιτάει πιο προσεκτικά.
«Τι είναι αυτό που φοράς;»
«Φόρεμα βλάκα.»
Ενώ τον σπρώχνω για να μπούμε μες στο γραφείο μου.
«Σου πάει αρκετά το ροζ χρώμα.»
Μου λέει και εγώ νιώθω να κοκκινίζω.

Συνήθως με κοροϊδεύει τώρα τι τον έπιασε.
Είναι μερικές στιγμές που με κάνει να αμφιβάλω για την φιλία μας.

«Άσε της γλύκες και πες μου για πιο λόγο δεν μου είπες ότι ο Σπένσερ είναι ο σημαντικός πελάτης.»
Ξεροβήχει και φτιάχνει λίγο το γιακά από το πουκάμισο του.
«Γιατί αλλιώς δεν θα δεχόσουν και εγώ θέλω να πετύχεις, και μέσω του Σπενσερ είναι η πιο εύκολη διαδρομή. Καθώς εκείνος θα έκανε τα πάντα για να πετύχεις.»
Μου λέει καθώς δεν με κοιτάει καν στα μάτια, σαν να ντρέπεται για αυτό που έκανε.
«Το ξερεις ότι δεν πρόκειται να δεχτώ μια τέτοια συνεργασία;»
Του λέω και αναστενάζει.
«Κάνε μια υποχώρηση μην είσαι ξεροκέφαλη. Τουλάχιστον δες την πρόταση του, είναι αρκετά συμφέρουσα για εσένα.»
Περπατάω πέρα δώθε θέλω να τον χαστούκισω που με έφερε σε αυτήν την δύσκολη θέση. Δεν θέλω να με βοηθήσει ο Σπένσερ. Δεν θέλω να γίνω κάτι εξαιτίας του..
Μπορώ να τα καταφέρω μόνη μου!
Γιατί πρέπει να είναι εκείνος!
«Πάμε μέσα στην αίθουσα θα διαβάσω την πρόταση, αλλά δεν υπάρχει περίπτωση να την δεχτώ ούτε μια στο εκατομμύριο.»
Του λέω και απλά αναστενάζει καθώς περνάει το χέρι του μες από τα μαλλιά του.
«Τελικά τζάμπα μου μαύρισε το μάτι.»
«Φρόντισε μην σου μαυρίσει και το άλλο όταν αρνηθώ την πρόταση του.»
«Δεν μου μαύρισε το μάτι για την πρόταση σου. Μου μαύρισε το μάτι για εκείνη την ημέρα στο αεροδρόμιο.»
«Και τι θέλεις τώρα να σου ξεπληρώσω το χρέος;»
Του λέω ενώ χασκογελάω, και πάω προς την αίθουσα.
«Ναι αυτό θέλω!»
Έχω παραλύσει, δεν μπορω ούτε να κουνηθώ.
«Και τι θέλεις να κάνω;»
«Θα σου πω μετά.»
Μου λέει καθως με σπρώχνει για να μπω μέσα στην αίθουσα.
Όλοι κάθονται σαν κέρινα ομοιώματα κανένας δεν κουνιέται.
Μόνο τα μάτια του Σπενσερ με  κοιτάνε νευρικά μόλις ο Όλιβερ μπαίνει μέσα.
Κάθομαι πάλι στη θέση μου, αλλά τώρα λίγο πιο μακριά για να μην έχει πρόσβαση επάνω μου.
Αισθάνομαι το πόδι του να με ψάχνει αλλά τον κοιτάω λίγο νευρικά και σταματάει.
Ξεκινάω να διαβάζω προσεκτικά την πρόταση του. Το ποσό που προσφέρει είναι εξωφρενικό, κανένας δεν θα έδινε τόσα. Ούτε και στον ποιο έμπειρο αρχιτέκτονα.
Όμως υπάρχει και κάτι άλλο. Θέλει το μισό ποσό να το αποπληρώσει με το εικοσιπέντε της εκατό τον μετόχων του ξενοδοχείου που θα χτιστεί. Δεν υπάρχει περίπτωση να δεχτώ κάτι τέτοιο.
Κοιτάω προσεκτικά την Ανν είναι ενθουσιασμένη με αυτό που διαβάζει.
Αλλά εγώ δεν θα το δεχτώ.
«Κύριε Ντερν. Θα μπορούσατε να μου αναλύσετε για πιο λόγο θέλετε να με αποπληρώσετε με τις μετοχές σας;»
Με κοιτάει προσεκτικά κάνει ένα μικρό πλατύ χαμόγελο.
Καθώς μου λέει. «Είναι ακριβώς όπως με το άλλο ξενοδοχείο που έχετε κληρονομήσει. Κάνω συνεργασία μαζί σας. Σας δίνω το μισό ποσό γιατί αντιλαμβάνομαι ότι δεν θα σας συνέφερε να σας πληρώσω μόνο με μετοχές. Και το υπόλοιπο με μετοχές.»
Ξεφυσάω.. Κοιτάω προς τον Όλιβερ έχει κατεβάσει το κεφάλι του και δεν με βλέπει. ξέρει πολύ καλά τι θα απαντήσω.
Αλλά εγώ δεν ξέρω τι είναι αυτό που θέλει ο Όλιβερ από εμένα όποτε αγχώνομαι και για αυτό.
Κοιτάω προς την ανν αλλά τα μάτια της με παρακαλάνε να δεχτώ. Το ξέρω ότι είναι σημαντικό για εκείνη αλλά δεν μπορώ. Βαθιές ανάσες Αλλισον δεν θα γίνεις κάτι εξαιτίας του Σπενσερ μπορείς και μονη σου. «Συγνώμη κύριε Ντερν αλλά δεν μπορώ να δεχτώ την πρόταση σας όσο συμφέρουσα κι να είναι.» Καθώς κλείνω τον φάκελο.
Ο Όλιβερ έχει ένα μικρό γελακι αλλά κάθεται ακόμα με κατεβασμένο το κεφάλι η Άνν με κοιτάει με απελπισία.
Ο Βίνσεντ κοιτάει τον Σπενσερ.
Και ο Σπενσερ έχει μείνει με ανοιχτό το στόμα.
Ξεροκαταπίνει.
«Μπορώ να έχω μερικά λεπτά ιδιαιτέρως μαζί σας κυρία μου;»
Δεν προλαβαίνω να αντιδράσω, να απαντήσω, δεν προλαβαίνω να κάνω τίποτα. απλά με τραβάει από το χέρι και βγαίνουμε έξω.
Δεν πρόλαβα να δω την αντίδραση κανενός.
Έχουμε βγει έξω και απλά με ρωτάει που είναι το γραφείο μου.
Του δείχνω με το δάχτυλο μην μπορώντας να τον καταλάβω.
Πιάνει το χέρι μου και με τραβάει.
Αλλά μόλις μπαίνουμε μεσα με αρπάζει και με φιλάει.
Ωχ Θεέ μου αυτά τα χείλη του που παραλύουν όλο μου το κορμί. Τα χέρια του σφίγγουν την μέση μου και εγώ προσπαθώ να τον σπρώξω λίγο αλλά χωρίς επιτυχία. Οπότε αφήνομαι, τυλίγω τα χέρια μου γύρω από το λαιμό του και συνεχίζουμε το παθιασμένο μας φιλι. Με ανασηκώνει πάνω του και με βάζει να καθίσω στο γραφείο μου.
Σταματάει το φιλι μας και ακουμπάει το μέτωπο του πάνω στο δικό μου καθώς η ανάσες μας συγχρονίζονται.
«Για πες μου λίγο γλυκιά μου τι θα κανείς με την πρόταση μου;»
Μου χαμογελάει και τα χέρια του σφίγγουν πιο δυνατά την μέση μου.
«Θα την απορρίψω.»
Του λέω παιχνιδιάρικα.
Αλλά το χέρι του κατεβαίνει κάτω και εγώ αισθάνομαι τα δάχτυλα του να παίζουν μαζί μου και εγώ να αναστενάζω.
«Για ξανά πες μου τι θα κανείς.»
Χαμογελάω από ικανοποίηση.
«Θα το σκεφτώ.»
Του λέω.
«Σοβαρά! ΕΕ!»
Καθώς βάζει τα δυο του δάχτυλα μες μου και εγώ προσπαθώ να μην ουρλιαξω.
Χαμογελάει, απολάμβανει την κάθε μου προσπάθεια για να μην ακουστω.
Τον έχω ανάγκη...
Προσπαθώ να τον πιέσω να κατέβει κάτω να αισθάνομαι την γλώσσα του μεσα μου.
Αλλά αποτραβιέται, και βγάζει και τα δυο του δάχτυλα από μεσα μου.
«Για πες μου τώρα τι θα κανείς με την πρόταση μου;»
Μου λέει χαμογελώντας ειρωνικά.
Αλλά εγώ δεν σκέφτομαι τίποτα άλλο εκτός από εκείνον ανάμεσα στα πόδια μου.
«Θα την δεχτώ μονάχα αν κατέβεις κάτω;»
Καθώς του δείχνω με τα μάτια προς τα που.
Χαμογελάει μου δίνει ένα μικρό φιλι στα χείλη και εξερευνεί το λαιμό μου ενώ αρχίζει να γονατίζει μπροστά μου.
Αναστενάζω! Χώνω τα δάχτυλα μου στα μαλλιά του.
Αλλά μόλις γονατίζει κάτω χωρίς ακόμα να με έχει αγγίξει χωρίς να έχω προλάβει να αισθανθώ την γλώσσα του. Χωρίς να έχει προλάβει να σηκώσει το φόρεμα μου για να δει ποσό υγρή είμαι για αυτόν.
Η πόρτα ανοίγει και είναι ο Όλιβερ.
Ένα μικρό σοκ το παθαίνω!
Την κλείνει γρήγορα αλλά τώρα ποιος μαζεύει τον Σπενσερ.
«Θα τον σκοτώσω!»
Λέει καθώς σηκώνεται απότομα και πάει να βγει έξω προσπαθώ να τον τράβηξω λέγοντας του «ήταν ατύχημα δεν χρειάζεται να κάνεις σκηνή.»
Αλλά μόλις βγαίνει έξω ορμάει κατευθείαν πάνω στον Όλιβερ μην μπορώντας να αντιδράσω.
Αλλά πρώτη φορά είδα τον Όλιβερ να αντιδράει τον χτύπησε και αυτός. Εκείνη την στιγμή μπαίνω ανάμεσα τους και τους λέω «Αν δεν σταματήσετε θα φύγω.» Ενώ τραβάω από το χέρι τον Σπενσερ.
«Με δουλεύεις; Μπήκε μεσα σαν να ήταν σπίτι του.»
Μου λέει ο Σπενσερ.
«Δεν σου φταίω εγώ που μόνο έτσι ξερεις να κλείνεις της δουλειές σου.»
Συμπληρώνει ο Όλιβερ.
«Σταματήσετε και μπείτε τώρα μεσα.»
Ωραία θα μπούν μεσα και οι δυο με μια επιπλέον κοκκινίλα στο πρόσωπο.
Όχι ότι οι άλλοι μεσα δεν έχουν ακουσει τις φωνές του Σπενσερ.
Αλλά δεν βλέπω κανέναν από τους δυο να κουνιέται.
«Πάμε μεσα, και δεν θέλω να ακούσω τίποτα για αυτό που έγινε.»
Λέω και στους δυο νευρικά.
Ο ένας σφίγγει το σαγόνι του και ο άλλος το τρίβει γιατί μάλλον έχει αρχίσει να πονάει.
Μόλις μπαίνουμε μες στην αίθουσα όλοι κάθονται αμήχανα ακόμα και η Ανν. Εκτός από τον Βίνσεντ που μπορώ να πω ότι απολαμβάνει τα πάντα.
Χαμογελάει καθώς τρίβει το σαγόνι του και μου έρχεται να γελάσω και εμένα. Αλλά προσπαθώ να κρατηθώ. Κάθομαι στη θέση μου και θέλω να τελειώσω αυτήν την αλλόκοτη συνεδρίαση.
«Συγγνώμη για την αναμονή.»
προσπαθώ να ανασάνω φυσιολογικά.
Πιάνω ξανά τον φάκελο κοιτάω τον Όλιβερ ακόμα τρίβει το σαγόνι του. Κοιτάω τον Σπενσερ και με κοιτάει σαν μικρό παιδί περιμένει να πιάσω το στύλο και να υπογράψω. Αλλά όχι..
«Θα ήθελα λίγες ημέρες για να σκεφτώ και να διαβάσω αναλυτικά την πρόταση σας κύριε Ντερν.»
Λέω και από μικρό παιδί έγινε ένας νευρικός άντρας που προσπαθεί με νύχια και με δόντια να κρατήσει την ψυχραιμία του.
Η Ανν ανακουφίζεται αισθάνομαι ηρεμία για αυτήν είναι η μόνη που δεν θέλω να πληγώσω πραγματικά όσα νεύρα και να έχω μαζί της.
«Θα το σκεφτείτε;»
Με ρωτάει τελικά ο Σπένσερ.
Ενώ με κοιτάει περίεργα στραβώνοντας το κεφάλι του.
«Γιατί σας κάνει εντύπωση κύριε Ντερν εφόσον δεν κάνατε αυτό που σας ζήτησα δεν μπορώ να δεχτώ έτσι εύκολα την πρόταση σας.»

Κανείς δεν μπορεί να καταλάβει τι ακριβώς λέω.
Εκτός από τον Όλιβερ ο οποίος χασκογελάει...
Αλλά ο φάκελος του Σπενσερ εκτοξεύεται κατευθείαν στα μούτρα του Όλιβερ.
«Σταμάτησε τώρα! Η συνεδρίαση έληξε! Θα σας ενημερώσουμε μόλις έχουμε μια απάντηση για εσάς κύριε Ντερν.»
Λέω δυνατά και σηκώνομαι όρθια.
Όλοι σηκώνονται σιγα σιγα εκτός από τον Σπενσερ.
«Κύριε Ντερν μπορείτε να φύγετε.»
Του λέω λίγο πιο ήρεμα.
«Όχι κάτσε κάτω!» μου λέει λίγο νευρικά όλοι γυρίζουν το κεφάλι αλλά συνεχίζουν και βγαίνουν έξω.
Κάθομαι και κοιτάω τα μπλε του μάτια που με κοιτάνε νευρικά. Του χαμογελάω.
«Γλυκιά μου γιατί δεν δέχτηκες την πρόταση μου;»
Με ρωτάει καθώς πλησιάζει το σώμα του πιο κοντά μου.

«Άφου σου είπα ότι θα δεχτώ μονάχα αν κατέβεις εκεί κάτω. Τι δεν κατάλαβες;»
«Ναιι!!! Τώρα όμως θα τον βάλεις εσυ μες στο στόμα σου για να με χαλαρώσεις.»
Με πιάνει απότομα από τα μαλλιά και με φιλάει δυνατά ενώ σηκώνομαι για να πάω να κάτσω πάνω στο πόδι του.
Αλλά όχι η πόρτα ανοίγει το ίδιο επεισοδιακά μην πω και χειρότερα... Η Ανν....
Αλλά δεν είναι τόσο διακριτική όσο ο Όλιβερ. Εκείνη μένει εκεί με το στόμα ανοιχτό. Να βλέπει εμένα στα πόδια του Σπενσερ και η γλώσσα του Σπενσερ να βρίσκεται μες στο στόμα μου.

Ο Σπενσερ χαμογελάει και εγώ πεθαίνω από αμηχανία.
«Αλις πες μου τι στο διάολο συμβαίνει τώρα;»
Μπαίνει μεσα και κλείνει την πόρτα δυνατά.
Δεν είναι καθόλου διακριτική όπως πάντα.
Προσπαθώ να αρθρώσω κάποια λέξη αλλά άδικα.
«Θα μπορούσες να βγεις έξω γιατί μας διέκοψες.»
Της λέει ο Σπενσερ και ξεσπάω σε ένα μικρό χαμόγελο.
Και εκείνη γελάει.
Σηκώνομαι από πάνω του και πάω στην ανν την πιάνω από το χέρι και βγαίνω έξω μαζί της.
Λέγοντας της « θα σου εξηγήσω το βράδυ με παγωτό και ταινία.»
Μου χαμογελάει ενώ με αγκαλιάζει.
Το παγωτό πάντα πιάνει....

Ξανά μπαίνω μεσα αλλά δεν τον πλησιάζω είναι επικίνδυνα εδώ..
«Σήκω πρέπει να φύγεις.»
Με κοιτάει προσεκτικά κάνει ένα νεύμα για να πάω κοντά του, και να κάτσω στο πόδι του.
Δεν τον πλησιάζω απλά του λέω.
«Όχι εδώ σε παρακαλώ.»
Του λέω και εκείνος έρχεται μπροστά μου κάθεται ακριβώς μπροστά μου. Ο δαίμονας μου είναι μπροστά μου, και εγώ νιώθω τόσο μικροσκοπική μπροστά του.
«Εντάξει γλυκια μου, αλλά το βράδυ θα ήθελα να το περάσουμε μαζί.»
Μου λέει και εγώ αισθάνομαι την καρδούλα μου να λιώνει.
Απλά του γνέφω θετικά και εκείνος μου φιλάει στο μέτωπο μου ενώ με κλεινει μες στην αγκαλιά του.

Απολαμβάνω τόσο πολύ τον ήχο της καρδιάς του που όσο πάει ακούγεται ακόμα περισσότερο...
Αλλά ο χτύπος της πόρτας μας κάνει να αποτραβηχτούμε.
Η Ανν πάλι...
«Να σας πω! Το βράδυ θα περάσετε από το σπίτι να φάμε και οι τέσσερεις μαζί;»

Έλεος για αυτό δεν ήθελα να το μάθει τώρα...
«Εννοείται!» Απαντάει ο Σπενσερ και εγω μένω με το στόμα ανοιχτό.
Εκείνος δέχτηκε κατευθείαν δεν πρόλαβα ούτε καν να αντιδράσω.
«Πρέπει να φύγω τώρα γλυκιά μου.»
Καθώς μου δίνει ένα πεταχτό φιλι και με απελευθερώνει από την αγκαλιά του.
Έχω πλέον μείνει μόνη με την Ανν δεν νομίζω ότι θα βγω ζωντανή από τα χέρια της αν δεν της πω τι έχει συμβεί.

Με κοιτάει με το γνωστό της βλέμμα ανάκρισης αλλά δεν σκοπεύω να της κρύψω τίποτα.
Νιώθω ευτυχισμένη...
φοβάμαι επειδή νιώθω ευτυχισμένη......
«Πες μου τώρα ποτέ τα ξανά βρήκες μαζί του;»
Με ρωτάει καθώς πιάνει τα μάγουλα μου σαν να είμαι ένα νήπιο...
«Έλα άσε τα μάγουλα μου.»
Της λέω ενώ προσπαθώ να βγάλω τα χέρια της από πάνω μου.
«Πες μου τότε...»
«Καλά καλά εχτές έμεινα κλειδωμένη μαζί του και λύσαμε τα προβλήματα μας.»
Έχει μείνει με το στόμα ανοιχτό χαμογελώντας σαν υστερική.
Μακάρι να μην με ρωτήσει άλλα πράγματα δεν αντέχω σήμερα...
«Πως έμεινες κλειδωμένη τι συνέβη, πες τα όλα.»
«Ανν σε παρακαλώ κάποια άλλη στιγμή άσε να το εμπεδώσω και εγώ.»

Άσε με να εμπεδώσω αυτά που έκανα μαζί του.
Ούτε στα όνειρα μου δεν τον παρακαλούσα έτσι, ούτε στα όνειρα μου δεν κάναμε τέτοιο σεξ.
Γιατί ότι έβλεπα στον ύπνο μου για αυτόν ήταν όνειρο και όχι εφιάλτης..
Και αυτό το όνειρο πλέον γίνεται πραγματικότητα.
Η πόρτα χτυπάει και μπαίνει μεσα δειλά δειλά ο Όλιβερ. Γελάω λίγο με το πρόσωπο του, και με κοιτάει εκνευριστικά.
«Αλλισον θέλω να μιλήσουμε.»

Αυτή η χροιά της φωνής του έκανε το σώμα μου να ανατριχιάσει. Λέω στην ανν να φεύγει.
Με κοιτάει λίγο με δυσφορία αλλά φεύγει.
Δεν της έχω πει τίποτα.
«Τι Συνέβη Όλιβερ πες μου.»
Με κοιτάει λίγο τρομοκρατημένος ενώ χαϊδεύει τον αυχένα του πιέζει το σαγόνι του, και δεν ξέρω τι θα μου πει έχω αρχίσει και αγχώνομαι.
Άλισον δεν καταφέραμε κάτι πάλι μια τρύπα στο νερό ο Ουίλιαμ έχει πεθάνει. Δεν ξέρω τι θα κάνουμε τώρα θα πρέπει να βρούμε κάποιον άλλον τρόπο να το βάλουμε μέσα.
Τα λόγια του με κάνουν να θυμώνω. έχουμε τέσσερις μήνες και ψάχνουμε τον Ουίλιαμ για να τον βρούμε νεκρό.

Σιγά μην άφηνε στοιχεία θα τον σκότωσε και αυτόν.
Το κοιτάω στα μάτια και του λέω θα προσπαθήσουμε αλλιώς χωρίς να το πιστεύω.
Δεν πιστεύω τίποτα ούτε πιστεύω ότι θα καταφέρουμε κάτι και αυτή τι στιγμή είμαι μπερδεμένη. Τι θα κάνει ο Σπένσερ μόλις μάθει ότι θα βάλω τον πατέρα του φυλακή ; Δεν με ενδιαφέρει για την ακρίβεια. Απλά ξέρω ότι θα με παρατήσει.
Ο Όλιβερ ακόμα με κοιτάει νομίζω ότι κάτι άλλο θέλει να με ρωτήσει, και ξέρω τι είναι. Θέλει σίγουρα να με ρωτήσει για τον Σπένσερ που ήταν ανάμεσα στα πόδια μου. Τρώγεται με τον εαυτό του για να με ρωτήσει το βλέπω.
Και του λέω «πες μου»
Ξεφυσάει!!!!
«Να πότε τα ξαναβρήκες μαζί του; γιατί δε μου είπες τίποτα;»
πλησιάζει πιο κοντά νιώθω αμήχανα και ο τρόπος που πλησιάζει με κάνει να νιώθω αμήχανα.
«Όλιβερ χθες το βράδυ αλλιώς θα σου το είχα πει. ξέρεις δε σου κρύβω κάτι.»
Του λέω αλλά τα μάτια του είναι έντονα και δεν μπορώ να καταλάβω γιατί. «Μπορείς να κάνεις ότι θέλεις δεν είπα αυτό» «Απλά σου λέω ότι έμεινα μαζί του όλη νύχτα. γιατί κλειδώθηκα μαζί του και δεν πρόλαβα να σου πω κάτι.»
«Συγγνώμη.»
Και αποχωρεί με νεύρα.

Δεν μπορώ να καταλάβω τι τον έπιασε ούτε εγώ συμπαθώ την Σάρα αλλά ποτέ δεν το κάνω παράπονο. Ενώ εκείνος μου έλεγε συνέχεια ότι ο Σπενσερ είναι κολλημένος μαζί μου, τώρα βρήκε να τον ενοχλήσει επειδή τα ξαναβρήκα. Περίμενε ότι δεν θα τα ξαναβρώ; Δεν θέλω να σκέφτομαι τίποτα προχωράω προς το γραφείο μου κλειδώνω την πόρτα, και θα κάτσω όλη μέρα μόνη μου μέχρι που θα πάει οκτώ το βράδυ. Μετά θα αναγκαστώ να βρεθώ στο δείπνο το σουρεάλ που θα γίνει στο σπίτι μου.
Εγώ ο Σπένσερ ή Ανν και ο Βίνσεντ τι άλλο θέλω.
Πλέον η ώρα έχει περάσει, και εγώ ετοιμάζομαι να φύγω από το γραφείο για να πάω σπίτι μου.
Εκεί μαγειρεύουν για να μου κάνουν το τραπέζι.
Δεν έχω ξανά πάει σε διπλό ραντεβού.
Βασικά δεν ξέρω αν ποτέ κανένας άνθρωπος έχει πάει καλεσμένος στο ίδιο του το σπίτι.

Επιτέλους σπίτι! Επιτέλους θα μπω στο ασανσέρ και θα πάω σπίτι.
Αλλά καθώς περιμένω το ασανσέρ κάποιος  μου κλεινει τα μάτια με το χέρι του.
Ποιος άλλος!
Θα αναγνώριζα αυτό το χέρι, αυτή την μυρωδιά της επιδερμίδας του από χιλιόμετρα.
«Σπενσερ.»
Λέω ψιθυριστά.
Με τραβάει προς τα πάνω του, και εγώ αφήνω το σώμα μου ελεύθερο για να γύρει επάνω του. Τα χέρια του αγκαλιάζουν την μέση μου και εγώ παίρνω μια  βαθιά ανάσα. Με γυρίζει με τα χέρια του και εγώ πλέον αντικρίζω τον βαθύ ωκεανό τον ματιών του που μου αρέσει να κολυμπάω.
Ασυνείδητα χαμογελάω, αντιγράφω το χαμόγελο του.
Εκείνος χαϊδεύει απαλά το μάγουλο μου.
Δεν ξέρω τι μου συμβαίνει βρίσκομαι μπροστά του, και είναι σαν όλος ο υπόλοιπος πλανήτης να έχει παραλύσει. Δεν υπάρχει τίποτα άλλο, υπάρχει αυτός εγώ και οι καρδιές μας που συγχρονίζουν τους χτύπους τους.
«Μου έλειψες.»
Μου λέει και η πεταλούδες στο στομάχι μου χορεύουν.
Τα μάτια μου λάμπουν.
Και η γλώσσα μου δεν μπορεί να αρθρώσει ούτε μια λέξη.
Μου φιλάει απαλά τα χείλη.
Αλλά τον διακόπτω.
«Πρέπει να πάμε επάνω.»
Του λέω και ξεφυσάει.
«Πάμε γλυκιά μου.»
Μου λέει καθώς πιάνει το χέρι μου και μπαίνουμε μες στο ασανσέρ.
Ποιο απολαυστική διαδρομή σε ασανσέρ δεν έχουμε ξανά κάνει ποτέ είμαστε αγκαλιά και απλά απολαμβάνουμε την στιγμή.

Χτυπάμε την πόρτα αλλά κανείς δεν ανοίγει.
Δεν θέλω να ανοίξω με τα κλειδιά μου γιατί δεν ξέρω τι θα αντικρίσω.
Ξανά χτυπάω πάλι..
Αλλά ο Σπένσερ μου ψιθυρίζει.
«Μήπως να τους αφήσουμε και να φύγουμε.»
Ενώ με τραβάει πάνω του και με φιλάει.
Αλλά μόλις τα χείλη του ακουμπάνε τα δικά μου, η πόρτα ανοίγει. Δεν υπάρχει περίπτωση σήμερα να μην μας διακόψει κάποιος.
Θέλω λίγο χρόνο μαζί του..
«Εσείς οι δυο Μαζευτείτε.» Λέει η Ανν καθώς μας δείχνει να μπούμε μέσα.
Είμαι καλεσμένη στο ίδιο μου το σπίτι τι πιο παράλογο.
Προχωράμε προς τα μέσα αισθάνομαι πληθώρα από μυρωδιές. Αλλά σίγουρα τίποτα από αυτά δεν είναι τα μακαρόνια με κέτσαπ της Ανν.
Βλέπω τον Βίνσεντ στην κουζίνα μου...... Την χρησιμοποιεί καλύτερα και από εμένα. θα τρελαθώ.
Αυτός ο άνθρωπος έχει τέτοια άνεση μες στην κουζίνα μου...
Η τραπεζαρία είναι στρωμένη και εμείς προχωράμε κατευθείαν προς τα εκεί. Ο Σπενσερ έχει φέρει ένα μπουκάλι λευκό κρασί. Περίεργο το μόνο αλκοόλ που θα περίμενα από τον Σπενσερ είναι το ουίσκι.
Καθόμαστε και το χέρι του πάει κατευθείαν στο μηρό μου. Χαμογελάω λίγο αμήχανα καθώς τον κοιτάω.
«Τι έπαθες γλυκιά μου.»
«Τίποτα καρδιά μου.»
Του λέω και δαγκώνει το κάτω μέρος τον χειλών του.
«Αχχχχ αυτά τα λόγια σου.»
Αλλά έρχονται η ανν με τον Βίνσεντ με τα φαγητά όποτε δεν το συνεχίζω προσπαθώ να είμαι ήρεμη.
Όσο βλέπω τα πιάτα να ακουμπάνε στο τραπέζι έχω μείνει με το στόμα ανοιχτό.
Σούσι ρολς. Γαριδομακαρονάδα και οτιδήποτε θαλασσινό..
κάθονται και ο Βίνσεντ με την Ανν, ενώ ο Βίνσεντ μας σερβίρει από το κρασί.
Το λευκό κρασί ταιριάζει τέλεια με τα θαλασσινά.

Αρχίζουμε το φαγητό μας χωρίς να μιλάμε, αλλά το βλέμμα του Βίνσεντ επάνω μου με κάνει να νιώθω αμήχανα.
Ο τρόπος που μου προσφέρει οτιδήποτε θέλω να φάω με κάνει να νιώθω αμήχανα.
Και μόλις πάω να βάλω λίγο σαλάτα μου την προσφέρει απλά του λέω.
«Σταματά να με κανείς να νιώθω αμήχανα.»
Όλοι τους σηκώνουν το βλέμμα τους προς εμένα.
Αρχίζω να μην νιώθω καλά δεν ξέρω γιατί το είπα αυτό δυνατά. Ο Σπενσερ χαϊδεύει τον ώμο μου καθώς μου λέει να ηρεμήσω δεν ξέρω ποσό δυνατά φώναξα.
«Συγγνώμη.»
Λέω καθώς κατεβάζω όλο το ποτήρι με το κρασί, και ο Βίνσεντ το ξανά γεμίζει.
Τον κοιτάω μες στα μάτια. Θέλω να μάθω γιατί το κάνει αυτό.
Δεν γίνεται να νιώθει τόσο καλά μαζί μου δεν με ξερει καθόλου. Για ποιο λόγο το κάνει αυτό;
«Συγγνώμη Αλλισον αλλά , εδώ και τέσσερεις μήνες ζεις καθημερινά στο σπίτι μαζί μου. Οπότε νιώθω πολύ οικεία με την παρουσία σου. Είναι λίγο περίεργο αλλά έχω δει το πρόσωπο σου, πρωί, μεσημέρι, βράδυ. Τις περισσότερες ώρες της ημέρας συναναστρέφομαι με τις εικόνες σου. Υπάρχεις παντού μες στο σπίτι. Μερικές φορές ακόμα και τα προβλήματα μου τα έλεγα στις φωτογραφίες σου.»
Μόλις το λέει αυτό το χέρι του Σπενσερ αφήνει το πιρούνι κάτω καθώς το σαγόνι του σφίγγεται και ξεροκαταπίνει.
«Δεν σε υποχρέωσα να μείνεις στο σπίτι μου. Μπορούσες να φύγεις άμα δεν σου άρεσε.»
Απαντάει ο Σπενσερ όλο νευρικότητα.
«Παιδιά αφήστε τα αυτά περάσανε. Σήμερα είμαστε εδώ για να περάσουμε καλά.»
Λέει η Ανν καθώς σηκώνει το ποτήρι της για να τσουγκρίσουμε, αλλά χτύπος από το κουδούνι μας κάνει να σταματήσουμε.
Έχουμε όλοι κολλήσει αλλά σηκώνομαι να ανοίξω την πόρτα δεν ξέρουμε πολύ κόσμο, και κατά πασα πιθανότητα θα είναι ο Όλιβερ.
Και είχα δίκιο.
Είναι εξουθενωμένος το πρόσωπο του είναι χλωμό.
«Όλιβερ τι έγινε;»
Τον ρωτάω ενώ είμαι σαστισμένη.
«Το κινητό σου ηλίθια που το έχεις;»
Με ρωτάει και ακούω μια καρέκλα να κουνιέται γυρίζω το κεφάλι μου, και ο Σπενσερ έρχεται προς εμάς.
Δεν αντέχω άλλον έναν τσακωμό.
Προτού προλάβει να έρθει κοντά μου.
Τον απωθώ λέγοντας του.
«Πήγαινε πίσω έχω κάτι σημαντικό να συζήτησω.»
Αλλά ποτέ δεν παίρνει από λόγια.
Έρχεται μπροστά μας.
«Μην τολμήσεις να την ξανά πεις ηλίθια.»
Δεν μπορώ όσο γλυκός μπορεί να είναι, που με προστατεύει. Τόσο μου σπάει τα νεύρα που το κάνει.
«Σπενσερ σταματά..»
Καθώς βάζω το χέρι μου μπροστά στο στέρνο του.
«Αλλισον δες το κινητό σου.»
Μου λέει ο Όλιβερ και εγώ έχω αγχωθεί.
Προχωράω προς την τσάντα μου και βγάζω το κινητό που είχα στο αθόρυβο.
Κοιτάω τις κλήσεις είναι πάνω από είκοσι και όλες από τον Όλιβερ.
Αλλά μόλις βλέπω τα μηνύματα.
Σοκάρομαι το παρελθόν μου χτυπάει την πόρτα, και εγώ πρέπει να το αποφύγω κάπως, πρέπει να το αποφύγω πριν με βρει, πριν τον αντικρίσω πάλι στα μάτια μου.
Κοιτάω τον Όλιβερ και καταλαβαίνω γιατί ήταν έτσι.
Αλλά τι πρέπει να κάνω δεν ξέρω.
Ο Όλιβερ απλώνει το χέρι του λέγοντας μου.
«Έλα να φύγουμε δεν υπάρχει άλλη λύση.»
Το χέρι του Σπενσερ σπρώχνει τον Όλιβερ.
«Δεν υπάρχει περίπτωση να πάει πουθενά μαζί σου.»
Ενώ βλέπει εμένα περιμένει να του πω κάτι να υπερασπιστώ τα λόγια του.
Αλλά δεν το κάνω..
«Θα έρθω Όλιβερ.»
Του λέω και ο Σπενσερ σπάει βλέπω το πρόσωπο του να διαλύεται τα συναίσθηματα του να χάνονται.
Πάω προς το δωμάτιο να πάρω μερικά ρούχα, αλλά ο Σπενσερ με ακολουθεί, και κάθεται στην πόρτα καθώς με βλέπει να μαζεύω μερικά ρούχα σε μια μικρή βαλίτσα.
«Που πας;»
Με ρωτάει με μια ήρεμη φωνή αλλά γεμάτη θυμό.
Αισθάνομαι την καρδιά του να χτυπάει και ας είμαι δυο μέτρα μακριά.
«Πρέπει να φύγω είναι επείγον.»
Του λέω. Δεν μπορώ να τον κοιτάξω στα μάτια, δεν μπορώ να του πω ότι κρύβομαι από τον πατέρα μου.
«Μπορείς να φύγεις μαζί μου όπου θες. Σε παρακαλώ μην φύγεις με τον Όλιβερ.»
Τα λόγια του είναι τόσο απαλά που περνάνε το δέρμα μου και εισχωρούν βαθιά στην καρδιά μου. Την αγκαλιάζουν δυνατά μέχρι να πει ναι θα έρθω παντού μαζί σου.
«Σπενσερ σε παρακαλώ δεν μπορώ..»
«Δεν θα σε ρωτήσω γιατί. Δεν θα σε ρωτήσω τίποτα απλά θέλω να είσαι μαζί μου. Μπορούμε να πάμε όπου θες όσο μακριά και να είναι.»
Γιατί μου το κάνει αυτό γιατί;
Γιατί μου τα λέει αυτά;
Απλά γνέφω θετικά καθώς κλείνω την βαλίτσα μου.
Πάω μπροστά του ενώ τον ενημερώνω.
«Αν έστω μου κανείς μια ερώτηση έφυγα.»
Χαμογελάει πλατιά χωρίς να μου πει τίποτα.
Και απλά παίρνει την βαλίτσα από το χέρι μου.
Προχωράω προς τα έξω ενώ ο Σπενσερ κρατάει την βαλίτσα. Μόλις η Ανν βλέπει την βαλίτσα σαστίζει.
Σηκώνεται γρήγορα και ο Βίνσεντ την ακολουθεί.
«Αλλισον πάλι;»
Με ρωτάει. Έχει ξανά συμβεί με έχει ξανά δει να φεύγω.

Την αγκαλιάζω ενώ της ψιθυρίζω μην πεις τίποτα πουθενά γιατί φεύγω.
Με σφίγγει τόσο δυνατά λες και δεν θα με ξανα αγκαλιάσει ποτέ.
Με φοβίζει αυτό!

Δεν θέλω να μάθει ο Σπενσερ τον λόγο δεν μπορώ να φανταστώ πως θα αντιδράσει.
Ο Όλιβερ με περιμένει στην πόρτα αλλά μόλις ο Σπενσερ του λέει ότι θα φύγω μαζί του εκείνος έρχεται προς τα μεσα και μου λέει «πας καλά;»
Νιώθω άσχημα για αυτό. Εκείνος προσπαθεί πάντα για εμένα, αλλά δεν γίνεται. Άμα ήταν να επιλέξω ανάμεσα στον Όλιβερ και τον Σπένσερ. Εγώ πάντα θα επέλεγα τον Σπενσερ.
«Όλιβερ θα είμαι μια χαρά.»
Προχωράω, και βγαίνω έξω αφήνοντας τον Όλιβερ μεσα μες στα νεύρα.
Την Ανν μες στο άγχος.
Τον Βίνσεντ μες στην απορία.
Ενώ εγώ απλά τυλίγω τα δάχτυλα μου με του Σπενσερ και αποχωρώ.
Αποχωρώ για να μην με τυλίξει το ΣΚΟΤΑΔΙ.




Γεια σας ❤️❤️❤️

Για πιο λόγο λέτε να αποχωρεί η Αλλισον και τη θα γίνει εκεί πέρα;

Η μέρες είναι δύσκολες και έχω αρκετές αμφιβολίες για το βιβλίο. Μπορώ να πω ότι μου πέρασε από το μυαλό και να το διαγράψω αλλά δεν το έκανα.

Συγγνώμη για το παραλήρημα αλλά νιώθω λίγο περίεργα αυτές της μέρες😫😫😫

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top