Κεφάλαιο Νο18
Που βρίσκομαι το κεφάλι μου βουίζει.
Προσπαθώ να ανοίξω τα μάτια μου αλλά είναι όλα θολά τη μου συνέβη τη έκανα.
Ανοίγω τα μάτια μου απότομα, και ένας δυνατός πόνος στο κεφάλι με κάνει να τα ξανά κλείσω βάζοντας τα χέρια μου μπροστά.
«Επιτέλους άνοιξες τα μάτια σου.»
Την ξέρω αυτή την φωνή, αυτή η φωνή είναι του Σπενσερ.
«Τι κανείς εδώ;»
Του λέω καθώς σηκώνω το κεφάλι μου για βρω που ειναι.
«Αυτή την ερώτηση πρέπει να την κάνω εγώ όχι εσυ.
Εσυ τι κανείς εδώ;»
Εξιχνιάζω με τα μάτια μου βρίσκομαι! Μάλλον είμαι στο γραφείο του.
Σε έναν σκοτεινό και μονόχρωμο χώρο.
Πρέπει να λιποθύμησα όταν καταλαβα ότι με ανακάλυψε.
Τώρα τη θα κάνω πως θα του εξηγήσω.
Βασικά όχι...
«Μπορώ να κάνω ότι θέλω αφού το πενήντα της εκατό αυτού του ξενοδοχείου μου ανήκει.»
Σφίγγει παραπάνω τα χέρια του στην άκρη του γραφειου που έχει ακουμπήσει για να στηριχτεί.
«Όχι δεν μπορείς να κανείς ότι θέλεις. Εδώ είναι τα γραφεία της εταιρίας Ριτς, δεν υπάρχει μόνο αυτό το ξενοδοχείο και σου ανήκει. Εδώ υπάρχουν αρχεία και για τα εκατόν πέντε ξενοδοχεία της εταιρίας δεν μπορείς να έρχεσαι εδώ, και μάλιστα μες στα μεσάνυχτα.»
Φωνάζει δυνατά.
Ο ήχος της φωνής του με ενοχλεί, και εγώ ακουμπάω το χερι μου στο κεφάλι που αισθάνομαι τσούξιμο.
Η ανησυχία στο βλέμμα του φαίνεται, όσο κάνει την κινήση να κάτσει με το ένα γόνατο κάτω για να είναι στο ύψος μου.
«Πρέπει να βάλεις λίγο πάγο γιατί θα μαυρίσει.»
Ναι πρώτα με τρομάζεις.
Μετά μου φωνάζεις,
και τώρα με προσεχείς.
Τι να το κάνω όταν με βασανίζεις πρώτα.
«Θα βάλω μόλις φτάσω σπίτι μου.»
Καθως πάω να σηκωθώ αλλά εκεινος είχε άλλη άποψη.
«Χωρίς να μου πεις τον λόγο γιατί παραβίασες την εταιρία, δεν υπάρχει περίπτωση να φύγεις.»
Δεν ξέρω πως θα ξεφύγω! Που ήταν ο Όλιβερ δεν τον είδε, δεν μου έστειλε ούτε ένα μήνυμα.
Είμαι εγκλωβισμένη!
«Δεν υπάρχει λόγος απλά ήθελα να φύγω από το πλήθος κόσμου για να ηρεμήσω.»
Σε παρακαλώ άσε με να φύγω δεν αντέχω να βρίσκομαι κοντά σου υποφέρω.
Πλέον έχω ξεχάσει οτιδήποτε όσο το άρωμα του με τυλίγει, εγώ υπνωτίζομαι και δεν θυμάμαι τίποτα.
«Μην με περνάς για ηλίθιο πες μου τώρα τον λόγο.»
Φωνάζει!
Σηκώνεται πάλι όρθιος ακουμπώντας το σώμα του στην άκρη του γραφείου.
Είμαι τρομοκρατημένη αλλά δεν ξέρω γιατί τρέμω. Επειδή με τσάκωσε παράνομα στο γραφεία τους, η επειδή βρίσκεται κοντά μου και εγώ χανω τον ελέγχο του εαυτού μου.
Σηκώνομαι όρθια, και πάω μπροστά του.
«Σου είπα ήρθα για να ηρεμήσω! Εσυ όμως με τρόμαξες, και κατέληξα να λιποθυμήσω. Εσυ με τρόμαξες και εγώ πρέπει να απολογούμαι.»
Του λέω όσο εξερευνώ με τα μάτια μου όλον τον χώρο. Αντιλαμβάνομαι στο γραφείο του ένα σχεδόν άδειο μπουκάλι ουίσκι, και κάτι άλλο παράνομο.
Μια παράνομη ουσία.
Νομίζω πως έχω μπλέξει!
Αυτος έχει αντιληφθεί ότι το βλέμμα μου έχει κολλήσει πάνω στο γραφείο του.
«Ωραία τότε! Και εγώ όπως εσυ ήρθα να ηρεμήσω με τον δικό μου τρόπο. Μπορείς να φύγεις τώρα.»
Μου λέει.
Προσπαθεί να με αποφύγει;
Με διώχνει;
Ενώ πριν ήθελε να με κρατήσει για να του δώσω εξηγήσεις.
«Από τι να ηρεμήσεις από την σαρα;»
Ένα ειρωνικό χαμόγελο στα χείλη του με έκανε να νιώσω ντροπή.
«Εγώ πήγα να ηρεμήσω για να μην ακούω από όλους για την υπέροχη σχέση σου με τον ηλίθιο τον Όλιβερ, και για το ποσό ερωτευμένοι δείχνετε. Αλλά εσυ γιατί ήθελες να ηρεμήσεις σε κούρασε κιόλας η σχέση σου μαζί του.»
Μου λέει ειρωνικά.
«Δεν έχω σχέση μαζί του!»
Του λέω δυνατά καθως ο δείκτης μου ακουμπάει πάνω του.
Δεν ξέρω γιατί του το είπα αυτό!
Δεν ξέρω γιατί ζηλεύω!
Δεν ξέρω γιατί μόλις μου είπε ότι ζηλεύει!
Το μόνο που ξέρω είναι ότι βρίσκεται μπροστά μου και εγώ ζαλίζομαι από την παρουσία του.
«Γαμωτο γιατί είσαι τόσο όμορφη.»
Λέει καθώς με αρπάζει και με φιλάει.
Δεν τον απωθώ!
Απλά αφήνομαι στα μαγικά του χέρια που με σφίγγουν.
Η γλώσσες μας να ενώνονται και εμείς τρελαμένοι συνεχίζουμε να φιλιόμαστε πιο έντονα.
Λες και είναι το μόνο πράγμα που μας κρατάει ζωντανούς.
Με γυρίζει, και εγώ πλέον βρίσκομαι να ακουμπάω εγώ στο γραφείο για να στηριχτώ.
Τα χέρια του κατεβαίνουν ποιο κάτω καθώς τα χείλη του εξερευνούν το λαιμό μου, και οι αναστεναγμοί μου γίνονται μεγαλύτεροι.
Με ανασηκώνει λίγο για να κάτσω πάνω στο γραφείο καθώς εγώ ανοίγω τα πόδια μου φέρνοντας τον πιο κοντά μου.
Η σχισμή στο φόρεμα μου τον βοηθάει να έχει εύκολη πρόσβαση στο σώμα μου. Ακουμπάει τον γυμνό γλουτό μου και εγώ κάνω έναν πιο έντονο αναστεναγμό υποφέρω για ένα του άγγιγμα.
Και απλά του ψιθυρίζω!
«Άγγιξε με»
«Όχι, όχι τι κάνω; συγγνώμη, συγγνώμη δεν πρόκειται να σε ξανά αγγίξω.»
Μου λέει καθώς αποτραβιέται από πάνω μου.
Γιατί γιατί δεν με αγγίζει γιατί αποτραβιέται εννοώ εγώ καίγομαι για αυτόν.
Νιώθω ντροπιασμένη με έκανε να ενδώσω και τώρα με αφήνει έτσι.
«Είσαι ένα κάθαρμα.»
Του λέω καθως τα μάτια μου γεμίζουν δάκρυα δεν μπορώ να τα συγκρατήσω.
«Συγγνώμη.»
Λέει ενώ κάνει μερικά βήματα προς τα πίσω ακόμα.
«Με ξανά χρησιμοποίησες για τον δικό σου εγωισμό πάλι.»
Του φωνάζω.
Καθως ξεκινάω να τρέχω προς την έξοδο κλαίγοντας
«Απλα δεν θέλω να σου κάνω κακό. Δεν θα σε ξανά αγγιξω ποτέ ξανά.»
Τον ακούω να φωνάζει όσο τρέχω. Πράγματα αρχίζουν να σπάνε. Ο θόρυβος με κάνει να τρέμω όσο περιμένω το ασανσερ.
Αλλά εκείνος δεν με ακολουθεί!
Δεν θέλει να μου κάνει κακό;
Μου έχει κάνει ήδη κακό.
Το διαλυμένο μου σώμα δεν αντέχει άλλο μόλις μπαίνω μες στο ασανσέρ κάθομαι κάτω με το κόκκινο φόρεμα μου να απλώνεται παντού. Κανείς δεν έμπαινε στο ασανσέρ μαζί μου μόλις με έβλεπε, απλά περιμένανε το επόμενο.
Μόλις η πόρτα του ασανσέρ ανοίγει προσπαθώ σκουπίσω τα δάκρυα μου, και το κραγιόν που έχει καταστραφει εξαιτίας του.
Και δεν είναι το μόνο που έχει καταστρέψει ο Σπενσερ.
Προσπαθώ με μια γρήγορη μάτια να βρω που είναι ο Όλιβερ, ή η ανν αλλά προς απογοήτευση μου ο Όλιβερ είναι με την σαρα στο μπαρ.
Με έχει ξεχάσει τελείως καθώς χαριεντίζεται μαζί της.
Ενώ η Ανν περπατάει μαζί με έναν άντρα που δεν έχει σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο. Όλοι τους φοράνε κουστούμια και είναι περιποιημένοι. Ενώ αυτός φοράει τζιν και ένα τισερτ, θα μπορούσα άνετα να ήμουν εγώ αυτος ο άνθρωπος.
Αλλά ήθελα να μασκαρευτώ για να με ξανά χρησιμοποιήσει ξανά ο Σπενσερ.
Η δυο μου φίλοι έχουν την ζωή τους, και περνάνε καλά. Δεν πρόκειται να τους το χαλάσω, απλά φεύγω από την αίθουσα γρήγορα θέλοντας μονάχα να πάω στο σπίτι.
Δεν μπορώ να σταματήσω να κλαίω.
Γιατί είμαι τόσο ηλίθια και ενέδωσα!
Πλέον βρίσκομαι στο σπίτι και το μόνο που θέλω να κάνω είναι να βγάλω αυτό το ρούχο από επάνω μου.
Να βγάλω την μυρωδιά του από επάνω μου.
Να βγάλω το άγγιγμα του από επάνω μου.
Να βγάλω τα καυτά του χείλη από επάνω μου.
Να πάρω πίσω την καρδιά μου!
Το κινητό μου έχει αρχίσει να χτυπάει ο Όλιβερ τηλεφωνεί, αλλά το μόνο που έκανα ήταν να του στείλω μήνυμα ότι έφυγα όπως, και στην Ανν το ίδιο έστειλα.
Είμαι αρκετά θυμωμένη με τον Όλιβερ υποτίθεται ήρθε να με βοηθήσει, αλλά με άφησε στα χέρια του Σπενσερ.
Όσο για την Ανν ελπίζω να περάσει καλά γιατί δεν μου φταίει σε τίποτα. Εγώ φταίω που δεν της είπα την αλήθεια.
Κάθομαι στο μπανιο καλύπτοντας το κορμί μου με το καυτό νερό, αλλά όσο το άρωμα του υποχωρεί από το κορμί μου τόσο ποιο έντονες γίνονται η αναμνήσεις.
Ερωτεύτηκα έναν δαίμονα που με ξεγέλασε με το Αγγελικό του πρόσωπο.
Ερωτεύτηκα έναν δαίμονα και ως γνωστόν η δαίμονες δεν έχουν ψυχή, και όσοι δεν έχουν ψυχή δεν έχουν και καρδιά.
Μέχρι το ξημέρωμα έμεινα μες στο μπάνιο δεν μπόρεσα να κουνηθώ καθόλου.
Τώρα πλέον βλέπω την αντανάκλαση μου στον καθρέφτη. Δεν υπάρχω πλέον εγώ υπάρχει μόνο ένα σώμα χωρίς ψυχή αυτος ο δαίμονας με έκανε έτσι.
Το χτύπημα της εξώπορτας του σπιτιού με κάνει να αναπηδήσω, και να ξανά δω την φυσιολογική μου αντανάκλαση. Την Αλλισον με τα μακριά κάστανα μαλλιά, και τους εφιάλτες να την τυλίγουν.
Ντύνομαι γρήγορα και παω να ανοίξω!
«Όλιβερ τη κανείς εδώ;»
Κάθεται έξω από την πόρτα περιμένοντας να του πω να περάσει μεσα.
«Μπορώ;»
Ενώ μου δείχνει προς τα μεσα.
«Όχι δεν μπορείς πες ότι έχεις να πεις και φύγε.»
«Συγγνώμη.»
Το παίζω αδιάφορη αλλά πραγματικά είμαι θυμωμένη μαζί του.
«Ωραία! Τώρα αν δεν έχεις κάτι άλλο να πεις γεια σου.»
Καθώς του κλείνω την πόρτα κατάμουτρα.
«Είμαι μαλακας!»
Τον ακούω να λέει έξω από την πόρτα.
«Είσαι!»
Του απαντάω.
Αλλά φεύγω δεν θέλω να του ανοίξω ξανά την πόρτα.
Απλά ξαπλώνω κάτω από τα σκεπάσματα θέλοντας να κρυφτώ από την πραγματικότητα.
Η οποία όσο πάει γίνεται και χειρότερη.
Έχει βραδιάσει και η Ανν δεν έχει γυρίσει έχω αρχίσει να αγχώνομαι.
Όποτε της στέλνω ένα μήνυμα.
«Όλα καλά.»
Μου απαντάει αμέσως.
«Φτάνω.»
Ανακουφίζομαι αλλά περπατάω σαν την ψυχοπαθή πέρα δώθε μέχρι την στιγμή που μου ανοίγει την πόρτα.
Αλλά το χαμόγελο της μου διαγραφεί την κάθε κακή σκέψη που μπορεί να είχα.
Δεν θέλω να την ρωτήσω κάτι γιατί θα μου γυρίσει μπούμερανγκ, και μετά θα αρχίσει να με ρωτάει εκείνη.
«Τη ήταν αυτος ο υπέροχος χορός εχτές το βράδυ.»
Μου λέει ειρωνικά!
Ωστόσο εμένα με λούζει κρύος ιδρώτας γιατί αυτος ο χορός μου δημιούργησε και άλλα προβλήματα.
«Σε εκλιπαρώ ανν μην αρχίσεις.»
«Εγώ! όλος ο κόσμος για αυτό μιλούσε. Τουλάχιστον περάσατε καλά.»
Καθως μου κλεινει το μάτι πονηρά.
«Αν υπονοείς αυτό που νομίζω να ξερεις ότι έφυγα μονη μου, και ο Όλιβερ χαριεντίζονταν με μια άλλη εκείνη την ώρα.»
«Σοβαρά ο Όλιβερ είναι έξω από την πόρτα μας.»
«Με δουλεύεις;»
«Δεν σε δουλεύω αλλά καλό θα ήταν να μαζέψεις τον Όλιβερ από την είσοδο.»
Τι λέει ο Όλιβερ ήταν εδώ πριν αρκετές ώρες.
Πάω κατευθείαν στην πόρτα, και ναι πραγματικά ο Όλιβερ κάθεται κάτω στο πάτωμα ακουμπώντας την πλάτη στον τοίχο.
«Γεια σου Αλλισον.»
«Τη θες ακόμα εδώ;»
«Μπορούμε να μιλήσουμε σαν άνθρωποι;»
Ενα ειρωνικό χαμόγελο σχηματίζεται στα χείλη μου καθώς του δείχνω να περάσει μεσα.
«Ωραία τώρα βρήκες να τον βάλεις μεσα που ήρθα εγώ;»
Δεν τους μπορώ θα τα ακούσουν από την καλή και από την ανάποδη.
«Σταματά ανν! Απλά σταματά!»
Με κοιτάει περίεργα γιατί δεν με έχει συνηθίσει έτσι.
«Πες μου Όλιβερ τι ήθελες να μου πεις.»
Του λέω προσπαθώντας να είμαι ήρεμη αλλα μα καθόλου ήρεμη δεν ήμουν.
«Για αρχή συγγνώμη. Αλλά θέλω πραγματικά να μάθω τη σου συνέβη εχτές.»
«Θέλεις να μάθεις; Εσυ δεν ήσουν αυτος που έπρεπε να φυλάει τα νώτα μου και μόλις καταλάβει κάτι περίεργο να με ειδοποιήσει;»
«Ναι αλλά έμπλεξα, και μετά από κάποια ποτά απλά δεν τον ξανά είδα πουθενά.»
Απλά γελάω ήταν με την σαρα όταν κατέβηκα και δεν κατάλαβε ότι ο Σπενσερ λείπει αφού εκείνη ήταν κολιτσίδα πάνω του.
«Με δουλεύεις όταν έφυγα εσυ χαριεντίζοσουν με την Σάρα πως και δεν κατάλαβες τίποτα αφού εκείνη ηταν σαν βδέλλα πάνω στον Σπένσερ.»
Με κοιτάει ενώ ξεροκαταπίνει.
Δεν το περίμενε ότι θα τον είχα δει.
Η ανν από την άλλη μόνο που δεν έχει ανοίξει σαμπάνια από την χαρά ότι εγώ τα χώνω στον Όλιβερ.
«Πες μου Όλιβερ έχεις κάτι άλλο να μου πεις;»
«Ευτυχώς που κατάλαβες ποιος είναι.»
Πετάγεται η Ανν.
«Ανν απλά σταματά από την στιγμή που σου γνώρισα τον Όλιβερ το μόνο που κανείς είναι να τσακώνεστε. Μπορεί να μην τον θες για φίλο σου αλλά πρέπει να σεβαστείς ότι εγώ δεν ανακατεύομαι ποτέ στην ζωή σου. Όποτε και εγώ έχω το δικαίωμα να έχω κάποιον άλλον φίλο εκτός από εσένα.»
Της κόβεται το γέλιο απότομα.
«Ωραία πίστευα ότι πραγματικά έχω δυο φίλους ότι έχω αρχίσει να είμαι λίγο ποιο κανονική.
Αλλά ο ένας με ξέχασε και με άφησε στο έλεος του Σπενσερ. Ενώ η άλλη ζηλεύει ότι μπορώ να έχω και άλλους ανθρώπους στην ζωή μου.»
Κανένας από τους δυο δεν μιλάει απλά με κοιτάνε σαν μικρά παιδιά με γουρλωμένα τα μάτια.
Απλά λέω αυτά που νιώθω αυτά που κρύβω για να νιώθουν όλοι καλύτερα.
Τώρα απλά τελείωσε δεν με νοιάζει η ύπαρξη κανενός ανθρώπου πέρα από εμένα.
Απλά τα μάτια μου με τσούζουν δεν θέλω να φανώ άλλο ευάλωτη και απλά αποχωρώ και κλείνομαι στο δωμάτιο.
Φοράω τα ακουστικά και δεν με ενιδαφερει τίποτα σε αυτόν τον κόσμο.
Αυτος ο κόσμος είναι βουτηγμένος στο ΣΚΟΤΑΔΙ αλλά εγώ έχω ανάγκη για λίγο φως.
Το επόμενο πρωί καθώς δεν έχω κοιμηθεί καθόλου είμαι δυο ημέρες άυπνη χωρίς φαγητό χωρίς νερό κάνω κακό στον εαυτό μου.
Αυτό πρέπει να το αλλάξω!
Ντύνομαι γρήγορα μαύρη μπλούζα μαύρη φόρμα μαύρη καρδιά.
Θέλω να πάω για περπάτημα και να βγάλω μερικές φωτογραφίες, θέλω να ζήσω από την δίκη μου οπτική γωνία.
Μόλις ανοίγω την πόρτα κάτω στο πάτωμα έχει ένα κουτί πίτσας με ένα αναψυκτικό δίπλα.
Μάλλον η Ανν προσπάθησε να με πλησιάσει αλλά εγώ είχα τα ακουστικά. Αλλά μάλλον καλύτερα έτσι δεν νομίζω πως είμαι ακόμα έτοιμη να μιλήσω μαζί της είμαι ακόμα αρκετά θυμωμένη.
Πιο θυμωμένη είμαι με τον Όλιβερ.
Αλλά περισσότερο θυμωμένη είμαι με τον εαυτό μου.
Προχωράω προς το σαλόνι αλλά εκει βρίσκεται η ανν με τον Όλιβερ η μια να κοιμάται στην μια άκρη του καναπέ και ο άλλος στην άλλη.
Υπάρχουν κουτιά πίτσας στο τραπέζι.
Δεν θέλω να ξυπνήσουν όποτε περπατώ σιγά σιγά μέχρι την πόρτα αλλά μόλις την ανοίγω ο Όλιβερ ανοίγει τα μάτια του.
Γαμωτο γιατί τώρα.
«Που πας;»
Καθως χασμουριέται.
«Εσυ δεν έχεις σπίτι;»
Των ρωτάω αφού έχω ακόμη νεύρα μαζί του.
Σηκώνεται, και έρχεται κοντά μου.
«Θες να πάμε μια βόλτα μαζί.»
«Να μου λείπει Όλιβερ δεν θέλω να πάω πουθενά μαζί σου. Το μόνο που έχω να σου πω είναι ευχαριστώ για όσα έκανες με το σπίτι όταν με βοήθησες την ημέρα που ο Σπενσερ με έψαχνε. Και γενικά για όλα.
Αλλά δεν θέλω να έχω πλέον πολλές επαφές μαζί σου.»
Ξεφυσάει καθως περνάει το χέρι του μες από τα μαλλιά του.
«Κοιτα έχεις δίκιο τα έκανα μαντάρα κάθισα μαζί με την σαρα και σε ξέχασα. Δεν ξέρω τι πέρασες εκει αλλά για να είσαι έτσι κάτι συνέβη πες μου τουλάχιστον τη συνέβη.»
«Απλά με τσάκωσε ο Σπενσερ. Δεν θα μπορούσε να γίνει χειρότερα, αλλα έγινε εγώ λιποθύμησα γιατί τρόμαξα. Με κράταγε μέχρι να του πω γατί βρισκόμουν εκεί. Για αυτό φύγε τώρα.»
Με κοιτάει ξαφνιασμένος.
«Τι σου συνέβη;»
Πετάγεται η ανν από τον καναπέ.
Έχοντας αλλάξει εκατό χρώματα.
«Συγγνώμη!»
Λέει ο Όλιβερ καθώς βγαίνει από το σπίτι.
Η ανν έρχεται κατά πάνω μου παίρνοντας με αγκαλιά.
«Είμαι η χειρότερη φίλη που θα μπορούσες να έχεις.»
Τα δάκρυα της λερώνουν το όμορφο πρόσωπο της.
Αλλά τα σκουπίζω
«Είσαι η οικογένεια μου όποτε ότι και να γίνει εσυ θα είσαι πάντα μες στην ζωή μου.»
Της λέω ενώ την σφίγγω πιο δυνατά.
«Με φίλησε!»
Λέω ψιθυριστά στην ανν όσο την σφίγγω.
«Ποιος;»
Ποιος άλλος....
«Ο Σπενσερ και εγώ απλά ενέδωσα αλλά μετά από κάποια στιγμή αποτραβήχτηκε, και μου είπε συγγνώμη. Και ότι δεν πρόκειται να με ξανά αγγίξει ποτέ ξανά.»
Τα δάκρυα μου έχουν αρχίσει να τρέχουν
«Ηρέμησε γλυκια μου.»
Πως με είπε!!!!
Αποτραβιεμαι από την αγκαλιά της και την κοιτάω περίεργα.
«Γιατί με είπες έτσι;»
«Αλλισον αυθόρμητα σου το είπα σταματά να είσαι περίεργη.»
«Να σου πω κάτι Αλλισον, και με τον Όλιβερ ήσουν πολύ σκληρή.»
Τι ήταν αυτό άκουσα καλά υπερασπίζεται τον Όλιβερ.
«Νομίζω ότι άκουω λόγια που δεν θα ξεστόμιζες ποτέ.»
«Κι όμως αυτή είναι η αλήθεια. Τον στόλισες το πρωί αλλά αυτος καθόταν όλη μέρα έξω από το σπίτι για να σου μιλήσει. Τον στόλισες πάλι το βράδυ και έκατσε εδώ όλη νύχτα ερχόταν κάθε μια ώρα στην πόρτα σου και σου μιλούσε. Πήγαινε μιλά του.»
Την κοιτάω παρατηρητικά καθώς ακουμπάω το χέρι μου στο κεφάλι της για να δω αν έχει πυρετό.
Αλλά όλα φυσιολογικά.
Το ξέρω ότι μίλησα άσχημα στον Όλιβερ αλλά για να μου το λέει και η Ανν που δεν τον συμπαθεί μάλλον παραήταν άσχημο.
«Θα τον πάρω τηλέφωνο αργότερα.»
«Όχι αλις θα πας τώρα!»
Αρχίζω να σκέφτομαι τι έχει κάνει ο Όλιβερ για εμένα χωρίς να με γνωρίζει καθόλου, και η αίσθηση της ντροπής με κάνει να ανατριχιάζω.
«Καλά ανν θα πάω.»
Ένα μικρό χαμόγελο στα χείλη της και ο δείκτης του χεριού της να μου δείχνει την εξώπορτα.
Απλά αποχωρώ χωρίς να μιλάω με το κεφάλι κάτω καθως σκέφτομαι τη θα του πω, και πως θα του ζητήσω συγγνώμη. Μετά από μερικά λεπτά περπάτημα έχοντας πλέον φτάσει έξω από την πόρτα του. Νιώθω ηλίθια δεν σκέφτομαι τι λέω όταν έχεις φίλους πρέπει να κανείς αμοιβαίες υποχωρήσεις.
Σηκώνω το χέρι μου να χτυπήσω αλλά το ξανά μαζεύω.
Τελικά παίρνω μια βαθιά ανάσα και χτυπάω την πόρτα. Κανείς δεν ανοίγει ξανά χτυπάω την πόρτα άλλη μια φορά.
Μου ανοίγει ο Όλιβερ έχοντας πάνω του μόνο μια πετσέτα.
Κλείνω τα μάτια μου με το χερι μου.
Και εκείνος γελάει.
«Μπες μέσα και θα πάω να ντυθώ.»
Καθώς μου πιάνει το άλλο χέρι που είναι ελεύθερο και με βάζει μες στο σπίτι. Γιατί το άλλο χέρι δεν σκοπεύω να το βγάλω από τα μάτια μου.
Έχω κάτσει στον καναπέ του σπιτιού του και είμαι κατακόκκινη από ντροπή περιμένοντας να ντυθεί για να μιλήσουμε.
«Θέλεις καφέ;»
Τον ακούω να με ρωτάει καθώς έρχεται προς εμένα.
«Όχι δεν θέλω απλά έλα κάτσε να μιλήσουμε.»
Ενώ νομίζω ότι είμαι αρκετά νευρική γιατι έχω αρχίσει να τρέμω.
«Καλά εσυ ξερεις.»
Έρχεται και κάθεται δίπλα μου. Αρκετά κοντά μου και εγώ πάω λίγο πιο μακριά για να υπάρχει η απόσταση ασφαλείας.
«Ήμουν υπερβολική πριν. Ήμουν πολύ θυμωμένη μαζί σου. Συγγνώμη.»
Του τα λέω όλα μαζεμένα δεν ξέρω τι άλλο να κάνω.
Το μόνο που κάνω είναι να μην έχω οπτική επαφή μαζί του γιατί ντρέπομαι που τον είδα σχεδόν γυμνό.
Χαλαρώνει το σώμα του στον καναπέ κλεινει το πρόσωπο του με τα δυο του χέρια και ξεφυσάει.
«Πες μου τι σου είπε; Τι ακριβώς συνέβη;»
Δεν θέλει ούτε να μου πει ότι αποδέχεται την συγνώμη μου νιώθω μια δυσφορία, αλλά δεν θα δώσω παραπάνω αξία.
Αλλά τι να του πω πως με φίλησε πως με έκανε να ενδώσω και μετά με παράτησε.
Ναι ακριβώς αυτό θα κάνω θέλω να τον κάνω να νιώθει ενοχές οπότε του λέω ακριβώς αυτό που συνέβη.
Πως με τρόμαξε και λιποθύμησα πως μου είπε με τον τρόπο του.
ότι ζήλεψε.
ότι και εγώ ζήλεψα.
Ότι με φίλησε και ενέδωσα.
Ότι αποτραβήχτηκε λέγοντας μου ότι δεν θα με ξανά αγγίξει.
Όλα! τα είπα όλα.
Δεν μιλάει καθόλου είναι ακόμα με τα χέρια στο πρόσωπο του και απλά βαριανασαίνει.
«Δεν ήθελα να σου συμβεί αυτό. Συγγνώμη!»
Πόσες φορές θα ακούσω αυτή την λέξη συγγνώμη. Πόσες φορές θα κάνω ότι την αποδέχομαι πόσες φορές απλά θα κάνω την αδιάφορη.
Ήρθα εδώ με την προοπτική ότι εγώ θα του ζητήσω συγγνώμη. Αλλά είμαι αρκετά θυμωμένη, και το μόνο που θέλω πραγματικά είναι να τον κάνω να νιώσει χειρότερα.
Αυτό που κάνω δεν είναι φυσιολογικό σύνελθε Αλλισον μην γίνεσαι και εσυ όπως τα τέρατα σου, μην γίνεσαι έτσι.
Άλλαξε λίγο το κλίμα είναι φίλος σου.
«Τουλάχιστον άξιζαν τα βασανιστήρια μου. Πέρασες καλά;»
Των ρωτάω λίγο πιο παιχνιδιάρικα προσπαθώντας να σώσω ότι μπορώ.
Αλλά δεν παιρνω απάντηση.
Μάλλον πρέπει να φύγω έχω αρχίσει να γίνομαι βάρος. Είπα όλες τις κακίες μου και τώρα περιμένω να είναι όλα φυσιολογικά.
«Φεύγω.»
Ψιθυρίζω ενώ σηκώνομαι όρθια.
Αλλά επιτέλους βγάζει τα χέρια από το πρόσωπο του.
Τα μάτια του με κοιτάνε με λύπηση. Ξέρω πολύ καλά πως είναι αυτό το βλέμμα να σε λυπούνται, αλλά δεν θέλω να με λυπούνται.
«Μην φύγεις απλά ακόμα προσπαθώ να διαχειριστώ πως μπόρεσα να σου το κάνω αυτό.»
Αυτό το βλέμμα της λυπήσης δεν έχει φύγει από το πρόσωπο του.
«Δεν θέλω να με λυπάσαι Όλιβερ. Εγώ ενέδωσα στον Σπένσερ και μπόρεσε να μου φερθεί έτσι αυτό δεν είναι για λύπηση.»
Απλά χαμογελάει είναι εκνευριστικό.
Το ειρωνικό του χαμόγελο έχει δημιουργηθεί στο πρόσωπο του και δεν λέει να φύγει.
«Να ξερεις ότι για αυτό περισσότερο θα λυπόμουνα τον Σπένσερ. Η γλώσσα σου τσακίζει κόκαλα Αλλισον όποτε δεν σε λυπάμαι για αυτό.»
Τι είναι όλη αυτή η υποστήριξη που έχει πέσει προς τον Σπενσερ.
Κανένας δεν μπορεί να καταλάβει ότι είναι ένας δαίμονας με αγγγελικο πρόσωπο.
«Ωραία οπότε ό,τι έπαθα δεν πειράζει όλα καλά.»
«Δεν είπα αυτό απλά νομίζω ότι εσυ είσαι η αιτία της αλλόκοτης συμπεριφοράς του Σπενσερ.»
Έχω νευριάσει Σπενσερ Σπενσερ παντού όλοι τον δικαιολογούν.
«Δεν θέλω να μου ξανά ανοίξεις συζήτηση για τον Σπενσερ.»
«Ωραία θες να σου πω τότε πόσες φορές πηδήχτηκα εχτές με την σαρα;»
Το αίμα ανεβαίνει στο κεφάλι μου. Ενοχλήθηκα αλλά γιατί;
«Ναι μπορείς να μου πεις πόσες φορές πηδήχτηκες μαζί της επειδή εγώ κρατούσα απασχολημένο τον Σπενσερ.»
«Ενοχλήθηκες;»
Ανασηκώνει το ένα του φρύδι.
«Όχι αλλά αν δεν ήμουν εγώ θα κοιμόταν με τον Σπενσερ.»
«Τότε πρέπει να σου πω ευχαριστώ.»
«Μην γίνεσαι γελοίος.»
Σταματάει να γελάει και το πρόσωπο του σοβαρεύει.
«Πέρα από την πλάκα μπόρεσες να βρεις κάτι;»
Απλά γνέφω θετικά και το χαμόγελο του έχει φτάσει στα αυτιά του.
Με ενοχλεί και θέλω να μαθω γιατί ενδιαφέρεται τόσο πολύ.
«Θέλω να μου πεις τον λόγο που θες τον Ριτς Ντερν φυλακή.»
Με κοιτάει εξονυχιστικά, και είναι λίγο νευρικός.
«Για να σου το ξεκαθαρίσω δεν μπορεί να συγκριθεί αυτό που έχει κάνει σε εσενα. Για εμένα απλά είναι ένα εγωιστικό κομμάτι, και ακόμη και αν δεν είχα θέματα μαζί του με αυτά που έμαθα από εσενα φτάνουν για να θέλω να τον βάλω μεσα.»
«Ωραία όλα αυτά αλλά θέλω να μου πεις τι είναι ακόμη και αν είναι κάτι ασήμαντο.»
«Όπως ξερεις εγώ όταν ήμουν φοιτητής είχα πάρει υποτροφία. Αλλά αυτός που προσέφερε την υποτροφία, η εταιρία δηλαδή ήταν η Ριτς. Όποτε μόλις ο τότε πρόεδρος Ριτς Ντερν κατάλαβε ότι εγώ δεν είμαι αμερικανός αλλά είμαι ξένος. Μου αφαίρεσε την υποτροφία αφήνοντας με έτσι έναν φοιτητή χωρίς υποτροφία είκοσι ετών χωρίς δουλειά χωρίς τίποτα απλά επειδή ήμουν Ισπανός.»
Δεν μπορώ να πω ότι δεν είναι δύσκολο να είσαι μόνος και να χάνεις τα πάντα. Εγώ τελείωσα την σχολή μου ως αριστούχος με υποτροφία όποτε ξέρω πολύ καλά ποσό σημαντικό είναι.
«Ωραία τώρα που μου το είπες νιώθω λίγο καλύτερα. του αξίζει να μπει φυλακή για όλα αυτά που έχει κάνει.»
«Μην προσπαθείς να το κανείς σημαντικό Αλλισον. Εγώ δεν θα είχα ασχοληθεί ποτέ μαζί του, αν δεν βρισκόσουν στον δρόμο μου. Απλά δεν μπορώ να κρύψω την ικανοποίηση ότι θα πληρώσει για όλα αυτά. Γιατί για να τα έκανε σε εσένα, φαντάσου πόσα άλλα κορίτσια έχουν περάσει από τα χέρια του.»
Μόνο στην σκέψη τι μου έχει κάνει αυτος ο άνθρωπος και τι μου έχει κάνει ο ίδιος μου ο πατέρας τρέμω...
«Ηρέμησε!»
Ακούω τον Όλιβερ να λέει καθως σηκώνεται όρθιος και ανοίγει την αγκαλιά του για να χωθώ μεσα.
Απλά αγκαλιάζω το ζεστό κορμί του τα ζεστά του χέρια με κάνουν να χαλαρώσω και άλλο. Παίρνω μια βαθιά ανάσα καθώς μυρίζω το φρεσκοπλυμένο του κορμί. Και εκείνος με χαϊδεύει απαλά
«Τώρα πρέπει να κανονίσουμε ένα άλλο θέμα τι θα κανείς με την δουλειά σου;»
Μου λέει ενώ εγώ ξεφυσάω μες στην αγκαλιά του.
«Δεν ξέρω θέλω παρά πολύ να ανοίξω αρχιτεκτονικό γραφείο αλλά θα είναι δύσκολο και έχω και τους μπελάδες με τους Ντερν .»
Του λέω καθώς κάθομαι στον καναπέ.
Κάθεται και εκείνος δίπλα μου. Αρκετά κοντά αλλά δεν μπορώ να ζητήσω απόσταση ασφαλέιας καθώς εγώ πριν λίγο ήμουν χωμένη μες στην αγκαλιά του.
«Κοιτα έχεις την οικονομική δυνατότητα να ανοίξεις το αρχιτεκτονικό γραφείο. Είσαι ταλαντούχα μαζί με την Ανν θα αποκτήστε γρήγορα πελάτες. Μην περιμένετε ότι θα κάνετε μεγάλες δουλειές αλλά αν δεν δοκιμάσεις, δεν θα ξέρεις αν μπορείς να πετύχεις.»
Όσο το θέλω εγώ δεν το θέλει κανείς αλλά τώρα αυτή την στιγμή που έχω τόσα προβλήματα πρέπει να ασχοληθώ και με την δουλειά. Έχω μια δουλειά που μου έχει φορτωσει ο Σπενσερ. Αλλά άμα συγκεντρωθώ στην δουλειά μπορεί να μην σκέφτομαι συνέχεια τον Σπενσερ.
«Ναι θα αρχίσουμε να ψάχνουμε μάλλον για γραφείο και να ανοίξουμε τα λογιστικά βιβλία. Να ξέρεις θα σε χρειαστούμε ως νομικό σύμβουλο. Αν θέλεις να μας αναλάβεις.»
Χαμογελάει καθως χαλαρώνει το σώμα του στον καναπέ.
«Εννοιτε ότι εγώ θα το αναλάβω γιατί εσυ απλά θα υπογράφεις ότι βρεις όπως πάντα.»
Τον σκουντάω λίγο κάνοντας μια ηλίθια γκριμάτσα.
«Μόλις πω στην Ανν να ψάξουμε γραφείο θα ξετρελαθεί.»
Λέω ενώ πιάνω το κινητό μου για να την πάρω τηλέφωνο αλλά ο Όλιβερ μου το τραβάει.
«Μπορώ να σε ρωτήσω κάτι πριν μιλήσεις μαζί της.»
Η καχυποπτη έκφραση του με ενοχλεί αλλά τελικά του λέω «Ναι»
«Για ποιον λόγο είσαι έτσι με την Ανν; Θέλω να πω ότι είστε φίλες ναι αλλά η σχέση μεταξύ σας είναι περίεργη. Δεν έχει μια, και είμαι σίγουρος ότι εσύ θα την βάλεις μέτοχο στο αρχιτεκτονικό γραφείο μονάχα για να είναι κοντά σου.»
Τον κοιτάω προσηλωμένη μέχρι και την τελευταία του λέξη μέχρι και την τελευταία του απορία.
Θα του λύσω την απορία έχοντας σχηματίσει ένα γλυκό χαμόγελο στα χείλη μονάχα που σκέφτομαι την ανν.
«Υπάρχει μια απάντηση μονο επειδή είναι οικογένεια μου εχω εγώ εκείνη και εκείνη εμένα.
Αλλα θα σου το αναλύσω για να μην έχεις απορίες.»
Θα σου αναλύσω την γνωριμία μας και θα καταλάβεις.»
"Είχε κάποιο πρόβλημα με τους γονείς της και το είχε σκάσει από το σπίτι.
Είχε φτάσει σε απελπιστική φάση, και είχε ανεβεί στην ταράτσα μιας τυχαίας πολυκατοικίας. Αλλα εγώ βρισκόμουν εκεί η πολυκατοικία ήταν το σπίτι μου. την κοίταγα προσεκτικά όσο εκείνη με κοίταγε διστακτικά με φόβο. Εγώ ποτέ δεν πλησίαζα ανθρώπους αλλά το μελαγχολικό της βλέμμα με έκανε να πάω κοντά της.
Όσο την πλησίαζα η οπτική επαφή γινόταν ποιο έντονη μέχρι την στιγμή που μου φωνάζει.
«Μην κουνηθείς άλλο γιατί θα πηδήξω.»
Εκείνη την στιγμή απλά με έλουσε κρύος ιδρώτας είχα μετανιώσει γιατί κουνήθηκα από την θέση μου.
Εγώ δεν μπορώ να προστατεύσω τον εαυτό μου πως θα καταφέρω να προστατεύσω έναν άνθρωπο από το να μην αυτοκτονήσει.
«Δεν θα κουνηθώ απλά μην κανείς κακό στον εαυτό σου.»
Με κοιτάει θυμωμένη τα μπλε μάτια της είναι σαν πάγος σκληρά, και κρύα.
«Και τι σε ενδιαφέρει εσένα αν θα αυτοκτονήσω ούτε καν με ξέρεις. Μπορεί να είμαι μια δολοφόνος που σκότωσε κάποιον, και απλά να θέλει να πεθάνει.»
Η χτύποι της καρδιάς μου χτυπανε ξέφρενα γιατί μόλις έκλεισα τα δεκαοκτώ μου χρόνια εχω δώρο γενεθλίων αυτό το βάσανο.
Μπορεί να εχω μια δολοφόνο εδώ μπροστά μου. Όχι είναι πολύ γλυκια για να είναι δολοφόνος. Αλλά από την άλλη σε αυτούς που δεν φαίνονται τελικά είναι οι χειρότεροι.
Πρέπει κάτι να σκεφτώ κάτι γρήγορο.
«Δεν με ενδιαφέρεις εσυ αλλά ο εαυτός μου. Δεν θα ήθελα να βρίσκομαι εδώ σε μια αυτοκτονία. Να βλέπω ένα άτομο να πέφτει καθώς σκάει κάτω, και σπάνε τα Κόκκαλα του. Να σπάει το κεφάλι της, και να βγαίνουν μυαλά από μέσα. Σε ευχαριστώ αλλά δεν θα πάρω.
Αλλα ξερεις μερικές φορές σκέφτομαι ότι αυτοί οι ανθρωποι σαν εσένα, την στιγμή που πεφτουν τι σκέφτονται, απορώ;
Μπορείς να πηδήξεις μόλις φύγω. Εντάξει.»
Αναγούλα, και εμετός καθώς διπλώνεται κάτω.
Δεν μπορεί ούτε να ανασάνει καθως φτύνει.
Σηκώνει λίγο το βλέμμα της και μου λέει.
«Είσαι σιχαμερή μου χάλασες την αυτοκτονία μου.»
«Και εσυ είσαι σιχαμερή μου χάλασες τα γενέθλια μου .»
Της απαντάω, αλλά από μέσα μου νιώθω ανακούφιση ότι μπορεί να τα κατάφερα έστω και λίγο να την τρομάξω, και να μην θέλει να αυτοκτονήσει.
«Ποιος κάνει γενέθλια πάνω σε μια βρώμικη ταράτσα.»
Εδώ υπάρχει ηρεμία δεν έχω φίλους για να κάνω γενέθλια έχω μόνο τον πατριό μου.
Οπότε ανεβαίνω εδώ και μιλάω στον ουρανό, μήπως η μητέρα μου με ακουσει γιατί δεν μπορώ άλλο μακριά της. Αυτό που σκέφτηκε το κορίτσι με τα μάτια από πάγο, το εχω σκεφτεί άπειρες φορές αλλά δεν μπορώ να φανταστώ ποσό θα πονέσω όποτε πάντα το αναβάλω.
«Υπάρχει τούρτα κάτω στο σπίτι μπορείς να έρθεις αν θες θα σου δώσω και μια μπλούζα.»
Δεν ξέρω γιατί την κάλεσα νομίζω ότι σκέφτηκα τον εαυτό μου. Ότι κανείς δεν μπόρεσε να βοηθήσει εμένα εγω όμως θα καταφέρω κάτι.
Γνέφει θετικά.
Και από εκεί άρχισαν όλα.
Δεν υπάρχει γιατί.
Της έσωσα της ζωή και με έσωσε από την μοναξια.
Από εκείνη την ημέρα δεν νομίζω να έχει περάσει ημέρα που να μην την έχω στην ζωή μου.
Γεια σας και πάλι ..
Συγγνώμη για αυτό το ξέρω ότι πιστεύατε ότι θα τα βρουν αλλά δεν έγινε...
Όμως έχω να σας θέσω μια ερώτηση.
Ποιος είναι αυτός ο άντρας με την ανν;
Αν το βρείτε θα καταλάβετε πολλά.
Στο επόμενο κεφάλαιο και στο μεθεπόμενο θα έχετε αυτό που περιμένετε..
Θα υπάρξει κάποιος η κάποια θα βοηθήσει ποιος λέτε να είναι αυτός η αυτή.
Αν σας άρεσε το κεφάλαιο πατήστε αστεράκι.
Να ξέρετε λατρεύω τα μηνύματα σας που μου στέλνετε για υποστηρίξει όταν δεν είμαι καλά.
Το μόνο κακό είναι ότι θα αργήσω μερικές μέρες να ανεβάσω άλλο κεφάλαιο...
Σας λατρεύω γλυκά μου κορίτσια❤️❤️
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top