0006. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Oh baby I love
Your madness
It's all incredibly beautiful
You shine like gold
So selfless to all
And wild I get anymore
Some would say I'm insane
And they're right in a way
But I just like to play
Any fun and the games
Always hungry for more
That's just how I was born
Take me somewhere I don't know

Ω γειά σας! Ναι, ναι! Τραγουδούσα και χόρευα... Πριν από λίγο ήμουνα στο ΤικΤοκ και άραζα... Γιέα μπέιμπι!

Ναι, το ξέρω, προσπαθώ να κάνω αντιστροφή ρόλων για αυτό το βιβλίο, και προσπαθώ έστω και για λίγο να αλλάζω λίγο την προσωπική μου ζωή και σκέψη, αλλά ορισμένα πράγματα, δύσκολα τα κόβεις. Όπως και τις κακές συνήθειες άλλωστε. Εγώ έχω σαν κακή συνήθεια, να κάνω lip sync μόνη μου και να χορεύω σαν τρελή. Εντάξει. Όταν είμαι μόνη μου. Μόνο. Ποτέ δημόσια. Αλλά οι περισσότεροι με θεωρούν χαζοβιόλα που το κάνω. Χωρίς όμως να γνωρίζουν ότι αυτό που κάνω, με βοηθάει να έχω περισσότερη αντοχή όταν δουλεύω, όταν κάνω γυμναστική, όταν περπατάω και όταν παίζω μουσική! Αλλά κρίνουν μόνο το απέξω. Έτσι, προσπαθώ να σκέφτομαι ότι αυτοί που με κρίνουν, είναι κατά βάθος πεντάχρονα που δεν ξέρουν να κρίνουν σωστά. Και αντί να με ρωτήσουν σοβαρά γιατί το κάνω αυτό... Μόνο, μα μόνο κρίνουν. Τέλος πάντων. Στο θέμα μας τώρα.

Εξερευνώντας τον υπολογιστή μου σε κάποια στιγμή μέσα στη μέρα, βλέποντας κάποια από τα υπέροχα και γεμάτα ποιότητα βίντεο του τεχνολογικού καναλιού pc steps με κεντρικό παρουσιαστή τον Άγγελο Κυρίτση, ανακάλυψα τη λειτουργία Νυχτερινού Φωτισμού! Και έτσι, ενώ μέχρι τώρα καθόμουν όλη μέρα για να δουλεύω εδώ στο κομπιούτερ ή στο κινητό και με πόναγαν τα μάτια και το κεφάλι μου, τώρα πια ανυπομονώ να ξανακαθίσω να δουλέψω! Νιώθω ΤΕΤΟΙΑ χαρά με αυτήν μου την ανακάλυψη! Ακόμα πιο μεγάλη χαρά με κάνει να νιώθω και η άλλη μου ανακάλυψη που έκανα στο κινητό μου, με την εγκατάσταση μιας εφαρμογής για φίλτρο μπλε φωτός από το Google Play Store! Γιέι! Και δούλευα, δούλευα όλη μέρα μέσα στους πονοκεφάλους, την κούραση και τα νεύρα, τόσους μήνες και τώρα, τα γλίτωσα όλα! Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει πως δεν θα έχω όρια φυσικά. Ένα ακόμη καλό στην υπόθεση, είναι ότι ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ μπορώ να κάτσω το ΣΚ μια ολόκληρη μέρα παίζοντας παιχνίδια ηλεκτρονικά χωρίς να πονούν τα μάτια μου! Αγαπημένοι μου gamers, αν με διαβάζετε! Μπορεί να παίζετε πολλές ώρες στον υπολογιστή, αλλά σας παρακαλώ, δοκιμάστε να εγκαταστήσετε φίλτρο νυχτερινού φωτισμού ή μπλε φωτός στο κομπιούτερ ή στο κινητό σας! Θα σας σώσει! Αλλά και γενικά, μιλάω σε εσάς που κάθεστε αρκετές ώρες στο κινητό και στον υπολογιστή! Πιστέψτε με! Θα σας σώσει αλλά και θα σας κάνει να νιώσετε χαρούμενοι!

Δυστυχώς όμως, αυτήν την ανακάλυψη δεν την έκανε ποτέ κανένας στην ιστορία που σας περιγράφω... Ούτε η Ροζαλία που ήταν έξυπνο κορίτσι, αλλά ούτε οι γονείς της, πόσο μάλλον ο Εφιάλτης... Στην πορεία θα καταλάβετε το γιατί.

Ήρθε λοιπόν η σημαντική ευλογημένη μέρα. Οι δύο γονείς ξύπνησαν όλοι τους νταν στις εφτά το πρωί. Δύο ώρες νωρίτερα από το ραντεβού τους με τον Εφιάλτη για να προετοιμαστούν φυσικά και οι ίδιοι, αλλά και για να προετοιμάσουν την μικρή Ροζαλία φυσικά. Αν και δεν θεωρώ και τόσο... σωστό να την αποκαλώ μικρή μιας και είναι πλέον δώδεκα ετών. Δεν την λες και μικρή, αλλά ούτε και μεγάλη...

Μετά από πολλή κούραση, αφού κατάφεραν για ακόμη μια φορά να ρυθμίσουν τον προγραμματισμό της το πρωί που κάνουν κάθε φορά για να την επαναφέρουν στην τάξη και για να συνέλθει μιας και κοιμόταν, ήρθε η ώρα να ετοιμαστούν και οι ίδιοι! Οι δύο γονείς έμειναν μόνοι τους στη κρεβατοκάμαρά τους. Δεν έβγαλαν κουβέντα ενώ ντύνονταν. Για λίγο έμειναν καθιστοί στο ήδη στρωμένα διπλό τους κρεβάτι. Ο πατέρας κοίταξε κάτι στο κινητό του, ενώ η μητέρα άνοιξε για μια στιγμή το αγαπημένο της βιβλίο. Η ίδια μάλιστα τελείωσε ένα κεφάλαιο αστραπή, μέσα σε πέντε λεπτά. Κοιτάχτηκαν μετά για μια στιγμή και σηκώθηκαν όρθιοι. Προσπάθησαν να δείχνουν αποφασισμένοι, αλλά ήξεραν ότι ήταν μέσα στον τρόμο και την ενοχή για το άγνωστο που τους περίμενε...

Το ζευγάρι ήταν πρόχειρα ντυμένο. Δεν είχαν καμία όρεξη να περιποιηθούν περισσότερο τον εαυτό τους. Και ο προγραμματισμός της Ροζαλίας την διέταξε και αυτή να ντυθεί πρόχειρα, αλλά άνετα. Για να μπορέσει ο Εφιάλτης ελεύθερα να παρέμβει στο σώμα της χωρίς δυσκολίες.

Η Ροζαλία σηκώθηκε από το μεγάλο άνετο κρεβάτι της πολύ προσεκτικά όπως την διέταζε ο προγραμματισμός της για να μην τραυματίσει τα χέρια της ή το κεφάλι της. Πόσο μάλλον την ευαίσθητη καρδιά της. Τεντώθηκε επίσης προσεκτικά και πήγε στο μπάνιο. Λίγο αργότερα ανακάθισε στο κρεβάτι της. Για μια στιγμή προσπάθησε να πάρει βαθιές ανάσες και να νιώσει τον φρέσκο αέρα. Σηκώθηκε μετά και άνοιξε λίγο το παράθυρο. Έκλεισε τα μάτια της και άφησε το αεράκι να της παρασύρει λίγο τα μαλλιά. Λίγο αργότερα, έκλεισε το παράθυρο και φόρεσε τα ρούχα της.

Κατέβηκε πολύ προσεκτικά κάτω στη τραπεζαρία. Όπου οι γονείς της έτρωγαν το πρωινό τους έχοντας για πρώτη φορά στη ζωή τους την καταραμένη κακιά συνήθεια, να κοιτούν τα κινητά τους παράλληλα. Η Ροζαλία από απόσταση τους κοίταξε περίεργα. Αλλά δεν τους πλησίασε. Αναρωτήθηκε: Τι στον κόρακα ήταν αυτά τα μικρά επίπεδα ορθογώνια μαγικά κουτάκια που φώτιζαν, έλαμπαν και που κρατούσαν οι γονείς της; Γιατί τα κοιτάζουν με τόση αφοσίωση, λες και από αυτά εξαρτιέται η ίδια τους η ζωή; Τι στο κόρακα παραπάνω να κάνουν αυτά τα κουτάκια τα αναθεματισμένα παραπάνω από όσα κάνουν μέσα στη μέρα;

Ο προγραμματισμός της όμως πριν καν προλάβει να σκεφτεί περισσότερα, της απάντησε αυτόματα πως "αυτά τα μαγικά κουτάκια" αποκαλούνται κινητά. Κινητά τηλέφωνα. Ή smartphones, δηλαδή έξυπνα τηλέφωνα. Κάποτε τα αποκαλούσαν και "ραδιοτηλέφωνα" αλλά πλέον αυτός ο χαρακτηρισμός θεωρείται πεπερασμένος και παλιομοδίτικος.

Έτσι η μικρή Ροζαλία ξαναέκατσε ήσυχη και δεν ανακατεύτηκε περισσότερο σε άλλες σκέψεις. Έφαγε με πειθαρχεία τα φρούτα που της σέρβιρε η μητέρα της μαζί με το γάλα της. Έτρωγε με μια μηχανική αλλά και ταυτόχρονα επιτηδευμένη κοσμιότητα που σίγουρα θα ήταν αξιοζήλευτη σε κάθε άνθρωπο, ανεξαρτήτως της κοινωνικής του τάξης. Οι γονείς της για μια στιγμή την κοίταξαν με θαυμασμό αλλά και με μια μικρή θλίψη ταυτόχρονα στα μάτια τους. Δεν μπορούσαν να βλέπουν το παιδί τους έτσι.

Εγώ δυστυχώς αναγκάστηκα να διακόψω γιατί ήρθε ο πατέρας μου στο σπίτι μετά τη δουλειά του και λίγο αργότερα μας κάλεσε να φάμε όλοι μαζί φασολάδα στη κουζίνα. Πριν μερικές μέρες θα εξακολουθούσα να κάθομαι απορροφημένη στη δουλειά μου χωρίς να την διακόψω ούτε καν για πέντε λεπτά. Ενώ πλέον έχοντας κάνει τα κουμάντα μου σε ορισμένα πράγματα, μπορώ μια χαρά να ανταπεξέλθω λίγο καλύτερα και στα οικογενειακά μου. Και μια αφορμή για να το καταφέρω, ήταν φυσικά, η σταδιακή απεξάρτησή μου από το κινητό. Ναι, από το κινητό. Γιατί τον υπολογιστή τον χρησιμοποιώ για τη σχολή μου φυσικά.

Η Ροζαλία όμως δεν μπορούσε να νιώσει αυτόν τον εθισμό στην τεχνολογία. Απαγορευόταν αυστηρά με βάση τον προγραμματισμό της αλλά και φυσικά τους κανόνες που της έβαλε υποσυνείδητα ο Εφιάλτης.

Οι κανόνες με βάση την τεχνολογία της έλεγαν τα εξής. Απλά και απόλυτα:

1. Απαγορεύεται να έχεις στην κατοχή σου σταθερό υπολογιστή, κινητό, τηλέφωνο σταθερό, λάπτοπ, Blackberry, φωτογραφική μηχανή, τηλεόραση, ραδιόφωνο, cd player, walkman, τάμπλετ, Nintendo, Xbox, Playstation, οποιαδήποτε άλλου είδους παιχνιδομηχανή, netbook, mp3, ipod και οποιαδήποτε άλλη ηλεκτρική συσκευή. Προκαλούν τεράστια βλάβη στον προγραμματισμό σου.

2. Αν παρόλα αυτά θα πρέπει να χρησιμοποιήσεις κάποια ηλεκτρική συσκευή θα πρέπει αν πρέπει να την κοιτάζεις μόνο 5 λεπτά τη φορά. Αν δεν πρέπει να την κοιτάζεις, θα πρέπει να κοιτάς ΠΑΝΤΑ στο πλάι ενώ τη χρησιμοποιείς. Επίσης, απαγορεύεται να μιλάς στο τηλέφωνο. Ακόμα και να είσαι μόνη σου με ανοιχτή ακρόαση. Και φυσικά, πρέπει οι διπλανοί σου να μην χρησιμοποιούν τα κινητά τους ή τις φορητές ηλεκτρονικές συσκευές τους με κανέναν τρόπο.

3. Απαγορεύεται φυσικά να ακούς μουσική, πόσο μάλλον να φοράς ακουστικά στα αυτιά. Όχι μόνο επειδή υπολειτουργούν τα αυτιά σου αλλά και επειδή παράσιτα θα σου καταστρέψουν τον προγραμματισμό.

4. Απαγορεύεται επίσης ο οποιοσδήποτε να σου δώσει ηλεκτρικές συσκευές. Και φυσικά απαγορεύεται να εκτίθεσαι σε wi-fi.

5. Προσπάθησε να έχεις στο δωμάτιό σου όσο πιο χαμηλό φωτισμό μπορείς για να προστατέψεις τα μάτια σου. Δεν μπορείς να βάλεις γυαλιά ή φακούς γιατί δεν θα σου χρειαστούν. Αλλά μάθε να έχεις χαμηλό φωτισμό στο δωμάτιό σου και ενώ διαβάζεις και να προσέχεις πολύ πως ξυπνάς κάθε πρωί. Μην ανάβεις ξαφνικά το φως και πάρε τον χρόνο σου για να σηκωθείς από το κρεβάτι.

Τώρα σας βλέπω κάλλιστα στα σχόλια να μου γράφετε και να μου παραπονιέστε να μην γράφω μεγάλες εισαγωγές πριν μπω στο θέμα. Και έχετε δίκιο, κάτι πρέπει να αλλάξω στο μήκος τους αλλά προσπαθώ μεν να παρλάρω αλλά να είμαι και χρήσιμη. Γιατί λοιπόν πιστεύετε ότι ξεκίνησα με τα κινητά, τα κομπιούτερ και το μπλε φως; Για αυτόν ακριβώς τον λόγο. Έτσι λοιπόν όπως κι εγώ έχω το φίλτρο μου στο κομπιούτερ, έτσι και η Ροζαλία έχει πάνω από το κρεβάτι της έναν διακόπτη στριφογυριστό που της χαμηλώνει το φως όσο ήθελε. Ένας ακόμη λόγος που οι γονείς της αγόρασαν αυτό το σπίτι ήταν για τη λειτουργία του χαμηλότερου φωτισμού! Κρίμα πάντως που ο Εφιάλτης απαγόρευσε στη Ροζαλία ακόμα και κινητά και κομπιούτερς με μπλε φως να χρησιμοποιεί! Θα την βοηθούσαν πιστεύω πάρα πολύ στη ζωή, στο σχολείο της, στο διάβασμά της, στη καθημερινότητά της και στη δουλειά της!

Παρόλα αυτά, η Ροζαλία όταν τελείωσε το πρωινό της και τους συλλογισμούς της, όσους τουλάχιστον της επέτρεπαν οι προγραμματισμοί της στο μυαλό της, ακολούθησε πειθαρχικά τους γονείς της για να βγουν από το σπίτι. Κοίταξαν πολύ προσεκτικά γύρω τους, έμειναν για μια στιγμή ακίνητοι χωρίς να κάνουν κανέναν θόρυβο, και μετά φυσικά, άνοιξαν την πόρτα επίσης αθόρυβα. Βγήκαν πάλι έξω αθόρυβα και μετά την έκλεισαν και την κλείδωσαν, αφήνοντας μόνες τους τις μικρές δίδυμες Άννα και Ηλέκτρα.

Περπάτησαν για 40 μέτρα από το σπίτι τους για να πάνε στη κοντινότερη στάση λεωφορείου στη Λεωφόρο Διονύσου κοιτάζοντας από πίσω τους μήπως χάζευαν οι δίδυμες ή μήπως κάποιος άλλος να τους έβλεπε χωρίς να πρέπει να τους βλέπει. Κανένας δεν ήταν έξω. Ούτε ψυχή. Δεν το συνήθιζαν άλλωστε και οι άνθρωποι που έμεναν στο Διόνυσο. Ούτε καν μέρα μεσημέρι δεν έβλεπες έξω έστω έναν άνθρωπο να περπατάει για να πάει στη δουλειά του. Και τα αμάξια σπάνια πηγαινοερχόντουσαν στους έρημους αλλά φαρδιούς δρόμους.

Οι παιδικές χαρές ήταν έρημες και σπάνια είχαν ζωή με παιδιά που έτρεχαν, φώναζαν και έπαιζαν. Τα περίπτερα επίσης ήταν και αυτά έρημα λες και ήταν μόνο ο περιπτεράς που απλά ερχόταν για να ανοίξει το περίπτερο και να το κλείσει. Και κανένας δεν του έλεγε να του δώσει τσιγάρα, πούρα, αναψυκτικά, σοκολάτες και εφημερίδες.

Ψυχή δεν υπήρχε τριγύρω. Μόνο οι τρεις τους στη Μεγάλη και Έρημη Λεωφόρο Διονύσου. Ο πατέρας κοίταξε το ρολόι του χωρίς να πει τίποτα. Ήταν εννιά παρά τρία λεπτά. Άντε επιτέλους! Να έρθει αυτός ο Εφιάλτης για να τελειώνουμε! Πολλή ώρα ακόμη θα περίμεναν; Τους άρεσε κιόλας που τους είχε πει να μην αργήσουν, πόσο μάλλον να μην τους δουν οι δίδυμες από το σπίτι! Λες και θα τους έβλεπαν στα 40 μέτρα απόσταση από τη στάση! Αν δεν ήθελε να τους δει, θα έπρεπε αυτός να ήταν ΗΔΗ εκεί!

Μέχρι που όταν το ρολόι έφτασε εννιά και ένα λεπτό, ακούστηκε ένας αμυδρός θόρυβος στα εκατόν πενήντα μέτρα απόσταση. Ο ουρανός ήταν ακόμη αρκετά σκοτεινός βέβαια και γεμάτος σύννεφα και ας ήταν εννιά το πρωί. Επίσης τα αυτιά τους τα ένιωθαν λες και τους είχαν τρυπήσει. Μιας και έμεναν σε ψηλό μέρος της Αττικής. Που ακόμα και φαρδιούς δρόμους να είχε, δύσκολα ερχόσουν με το αυτοκίνητο. Και ήταν και μακριά από το πολύβουο κέντρο της πόλης.

Αυτοί όμως το είχαν συνηθίσει που έμεναν τόσα χρόνια εκεί. Αλλά όταν άρχισαν να ακούν αυτόν τον θόρυβο, άρχισαν να πονάνε τα αυτιά τους. Η Ροζαλία τους έβλεπε να κλείνουν με τα χέρια τους τα αυτιά τους, αλλά δεν τους έδινε και πολλή σημασία. Αν και κατά βάθος αναρωτιόταν γιατί το έκαναν αυτό. Αφού ο θόρυβος δεν ήταν αρκετά δυνατός.

Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, σταμάτησε μπροστά τους ένα μικρό λεωφορείο με φιμέ τζάμια! Μέσα στη θέση του οδηγού είδαν τον Εφιάλτη! Φορούσε καπέλο πλατύγυρο και γυαλιά ηλίου όταν άνοιξε η πόρτα για να μπουν μέσα!

-Έλατε μέσα γρήγορα! Ο χρόνος είναι χρήμα! λέει ο Εφιάλτης κοφτά.

Για μια στιγμή οι γονείς κοιτάχτηκαν σαν να επικοινωνούσαν με τηλεπάθεια. Σαν να έλεγαν μεταξύ τους αυτόν τον άτυπο διάλογο:

-Μα καλά, ποιός είναι αυτός που μας λέει τι να κάνουμε;

-Πως ήξερε ότι η κόρη μας η νεογέννητη έχει πρόβλημα υγείας;

-Τι στον κόρακα είναι; Άνθρωπος; Βρικόλακας; Φάντασμα; Άγγελος; Διάβολος; Δαίμονας;

-Τι στον κόρακα θέλει από τις ζωές μας;

Πολλές ερωτήσεις ήθελαν να του κάνουν, αλλά ήξεραν πολύ καλά ότι ακόμη και να του τις έκαναν, δεν θα έπαιρναν ποτέ απάντηση. Κανονικά, θα μου λέγατε, ότι αυτές τις σκέψεις και ερωτήσεις θα έπρεπε να του τις κάνουν, πολύ πιο πριν! Αλλά με την τόση ένταση, δεν θέλησαν καν να το σκεφτούν. Πόσο μάλλον τον τρόμο άλλωστε!

Μπήκαν όμως πειθαρχημένα στο μυστηριώδες λεωφορείο του χωρίς να πουν λέξη. Κάθισαν και οι δύο μαζί δίπλα δίπλα σε μια δυάδα θέσεων ακριβώς από πίσω του. Το λεωφορείο μετά ξεκίνησε αργά αργά και στη πορεία έγινε όλο και πιο γρήγορο! Και ξαφνικά απογειώθηκε στον ουρανό! Λες και απογειώνεται αεροπλάνο! Βέβαια αυτό απογειώθηκε με κάθετη απογείωση! Λες και ήταν χόβερκραφτ ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων...

Όταν λοιπόν φτάσαμε στα διακόσια μέτρα στον ουρανό, το λεωφορείο μετατράπηκε σε μια μικρή μαύρη λιμουζίνα με φιμέ τζάμια πάλι! Αλλά στη πορεία, ο Εφιάλτης ενεργοποίησε και την λειτουργία στο αόρατο μιας και φυσικά, δεν είναι συνηθισμένο να βλέπεις ιπτάμενες λιμουζίνες! Το ζευγάρι άρχισε να ψοφάει από το κρύο. Η μικρή Ροζαλία απλά παρακολουθούσε τα όσα συνέβαιναν γύρω της με περιέργεια φανερή αλλά δεν έδινε και πολλή σημασία. Δεν της το επέτρεπε και ο προγραμματισμός της άλλωστε, παρά μόνο να κάνει τις στοιχειώδεις σκέψεις για να επιβιώσει και να μείνει ζωντανή.

Οι γονείς της όμως τρόμαξαν που την κρατούσαν ο καθένας από το κάθε της χέρι για να παρηγορηθούν. Όχι μόνο επειδή η μικρή τους κόρη δεν ένιωθε το κρύο όπως εκείνοι, αλλά και επειδή όταν αντίκρισαν μετά τον Εφιάλτη, έπαθαν κοκομπλόκο. Ο Εφιάλτης λοιπόν ενώ πριν φαινόταν σαν έναν συνηθισμένο άνθρωπο που απλά φορούσε καπέλο πλατύγυρο και γυαλιά ηλίου, τώρα φορούσε μαύρο μανδύα με ψηλό γιακά και κόκκινη φόδρα, μαύρο κοστούμι, άσπρο πουκάμισο και φορούσε άσπρα δερμάτινα γάντια. Μια μαύρη καλή μακριά ομπρέλα ήταν ακουμπισμένη στο κάθισμα του συνοδηγού. Το πρόσωπό του το έβλεπαν από τον καθρέφτη της οροφής. Ήταν κάτασπρο και δύο αιχμηροί κυνόδοντες έκαναν την εμφάνισή τους, μιας και ο Εφιάλτης είχε φάτσα φόρα δύο υποψήφια θύματα για την προσωπική του λαιμαργία και ευχαρίστηση. Αλλά φυσικά, έπρεπε να συγκρατηθεί γιατί στόχος τους ήταν να τους βοηθήσει και όχι να τους ρουφήξει το αίμα, να τους καταβροχθίσει τα εσωτερικά όργανα και στο τέλος να τους σκοτώσει και να έμοιαζαν μετά σαν ταριχευμένα πτώματα σε σαρκοφάγους ή ξεφούσκωτα μαξιλαράκια σαλονιού. Τα μάτια του όμως ήταν καταγάλανα. Δεν αγαλλίαζες όμως βλέποντάς τα. Ήταν θολά. Είχαν μέσα τους ένα γκρίζο και άσπρο χρώμα που σε ανατρίχιαζε βλέποντάς το. Μέχρι και το χρώμα των ματιών του αλλάζει ρε αδερφέ; Ουάου! Πριν ήταν ένα αδιάφορο μαύρο χρώμα. Και τώρα; Να το κατάχλωμο γαλάζιο! Τελικά, αυτό που είχαν στο μυαλό τους για τον Εφιάλτη πριν δώδεκα χρόνια δεν ήταν ένα απλό όραμα. Ήταν αλήθεια!

-Ώστε τελικά είσαι βρικόλακας έτσι;

-Ναι κύριοι. Είμαι πολύ μεγαλύτερος από εσάς στην ηλικία. Έχω την ευλογία της αθανασίας. Για τους περισσότερους είναι κατάρα. Ακόμα και για αυτούς σαν εμένα. Εγώ όμως το λατρεύω. Μπορώ και κάνω πράγματα που δεν το περίμενα καθόλου ότι θα κατάφερνα ενώ ήμουν άνθρωπος. Και μπορώ να πω ότι είμαι ευτυχισμένος.

-Πότε... Έγινες...

-Πότε μεταμορφώθηκα εννοείτε κυρία μου σε βρικόλακα; Το 1648. Γεννήθηκα τον 17ο αιώνα. Ήμουν 35 χρονών όταν μεταμορφώθηκα. Και θα μείνω εξωτερικά 35 χρονών για πάντα. Αλλά τώρα είμαι 372 χρονών. Ω ναι! Μου αρέσει αυτό. Δεν θα το μετάνιωνα στιγμή αυτό που ζω. Δεν θα γεράσω ποτέ. Δεν θα παχύνω ποτέ. Δεν θα αρρωστήσω ποτέ. Για μένα είναι ευλογία!

-Μάλιστα. Δεν μας λες τώρα... Τι ακριβώς σκέφτεσαι να κάνεις με την κόρη μας;

-Αυτό σας το έχω για έκπληξη. Αν σας πω περισσότερα δεν θα μπορέσω να το κάνω κυρία μου. Σας ζητώ χίλια συγνώμη και σας καταλαβαίνω απόλυτα. Αλλά δεν γίνεται, απλά δεν γίνεται να σας πω περισσότερα. Πρέπει να αρκεστείτε με όσα σας έστειλα στο γράμμα μου εχθές το βράδυ. Πολύ σύντομα θα μάθετε όλα όσα θέλετε.

-Καλά... λέει η μητέρα ελαφρώς εκνευρισμένη.

-Μη μου εκνευρίζεστε! Δεν θέλω τέτοια μούτρα! Δεν θέλω να σας βλέπω στεναχωρημένους. Τέτοια μούτρα δεν είχα ούτε εγώ καν στις πέντε πρώτες βρικολακίσιες δεκαετίες της ζωής μου από τη βαρεμάρα, μέχρι να συνειδητοποιήσω το θεϊκό δώρο που μου είχε προσφέρει η Τύχη! λέει ο Εφιάλτης κοιτάζοντας μέσα από τον καθρέφτη του το στενάχωρο ζευγάρι που ήταν φως φανάρι ότι φοβόταν πολύ. Αν και από έξω, έδειχνε τέρμα κεφάτος και περήφανος, στα χλωμά του μάτια έδειχνε και μια κατανόηση και συμπόνια για τους θεραπευόμενούς του. Μπορούσε απόλυτα να τους καταλάβει. Αχ και αυτή η μικρή Ροζαλία! Πόσο θλιμμένη θα ήταν υπό ιδανικές και φυσιολογικές συνθήκες! Αν μπορούσε να νιώσει και να σκεφτεί σαν άνθρωπος...

-Που σκέφτεσαι πάντως να μας πας;

-Και αυτό έκπληξη! Αλλά μη μου αγχώνεστε καθόλου. Θα είστε όλοι σας απόλυτα ασφαλείς και δεν θα πάθει ποτέ κανείς σας τίποτα. Απολαύστε απλά τη διαδρομή. Δεν είστε κάθε μέρα πάνω από τα σύννεφα! Χεχε... λέει ο Εφιάλτης ενώ παράλληλα οδηγάει το πανάκριβο αμάξι του.

Αυτό λοιπόν αναγκάστηκαν να κάνουν οι γονείς. Απόλαυσαν την διαδρομή πάνω από τα σύννεφα. Ήταν όλα τα λεφτά. Τους άρεσε αυτό που ζούσαν και που έκαναν εκείνη τη στιγμή.

Το ταξίδι ήταν λίγο ζαλιστικό παρόλα αυτά και κράτησε μια ολόκληρη ώρα μέχρι να φτάσουν στον προορισμό τους. Αλλά το απόλαυσαν όλοι. Και το ζευγάρι και ο Εφιάλτης αλλά κατά βάθος και η μικρή Ροζαλία... Για μια στιγμή η Ροζαλία προσπάθησε να νιώσει σαν ένα φυσιολογικό παιδί που έβλεπε κάτι υπέροχο για πρώτη φορά στη ζωή της. Σαν ένα παιδάκι που του αγοράζεις μια σοκολάτα ή ένα γλειφιτζούρι. Χαμογέλασε αμυδρά. Αλλά αμέσως σοβάρεψε. Την διέταξε ο προγραμματισμός της όπως ήταν φυσικό και επόμενο.

Σε λίγο, έφτασαν σε ένα μεγάλο μαύρο κάστρο με πανήψυλους πύργους. Το σπίτι του Εφιάλτη. Ήταν θεοσκότεινο και τρομακτικό. Και ακόμα και εκεί, ο ουρανός ήταν μονίμως συννεφιασμένος. Περίεργο. Γιατί ήταν πάνω από την τροπόσφαιρα! Πως γινόταν, πραγματικά να είναι πιο συννεφιασμένα εδώ από ότι στη τροπόσφαιρα; Πολλά πως και πολλά γιατί. Πολλά μυστήρια.

Ο Εφιάλτης αμέσως μετά κατέβηκε από το αμάξι του. Το πάρκαρε ακριβώς έξω από το τεράστιο μαύρο γρανιτένιο κάστρο και αμέσως μετά με δεξιοτεχνία και σοβαρότητα σοφέρ τους άνοιξε την πόρτα. Το ζευγάρι κατέβηκε αθόρυβα και αμήχανα, ενώ η μικρή Ροζαλία απλά κατέβηκε σχετικά γρήγορα λες και δεν συνέβη τίποτα. Λες και δεν έβλεπε τίποτα μπροστά της.

-Ροζαλία! Τον προγραμματισμό σου πρόσεξε αγαπούλα μου! Μικρούλι μου! Καραμελίτσα μου! λέει τρυφερά ο Εφιάλτης κοιτάζοντάς την κατάματα.

Η μικρή Ροζαλία αμέσως μαζεύτηκε και σοβαρεύτηκε. Σούζα! Παρότι τα αυτιά της υπολειτουργούσαν ακόμη περισσότερο στο τεράστιο υψόμετρο. Τουλάχιστον μπορείς να πεις πως μπορούσαν να αναπνεύσουν. Πάλι καλά να λες...

-Αν ποτέ σας αντιμετωπίσετε δυσκολία με την μικρή πείτε της ό,τι θέλετε με τον τρόπο που το είπα εγώ. Είναι στον προγραμματισμό της. Θα υπακούσει αμέσως. λέει χαμογελαστά ο Εφιάλτης.

Το ζευγάρι κοίταξε με αμηχανία τον Εφιάλτη, ύστερα από αυτό που είπαν, και ύστερα προχώρησαν μέσα στο γιγάντιο κάστρο. Πραγματικά απορούσαν για το που θα τους έφερνε η μοίρα, η τύχη... Τι νέες περιπέτειες θα περνούσαν... Και στο μυαλό αλλά και στην πραγματικότητα...

___________________________________________
Κα-λη-σπέ-ρα σας! Ελπίζω και πάλι να είστε όλοι καλά!

Θα διακόψω αυτό το κεφάλαιο εδώ γιατί ήδη έχω φτάσει 3200 λέξεις και δεν θέλω να το παρατραβήξω. Θέλω επίσης να δω αν θα έχετε αγωνία για τη συνέχεια!

Φυσικά σας περιμένω όσο τίποτα άλλο, στο ραντεβού μας στα σχόλια αλλά και φυσικά στο επόμενο κεφάλαιο! Η έμπνευσή μου έχει πάρει φωτιά! Είμαι τόσο ευτυχισμένη! Τα ξαναλέμε λοιπόν σύντομα!

ΥΓ. Αν αναρωτιέστε τι τραγούδι τραγουδούσα στην αρχή, τραγουδούσα το Pandemonium των Mondays. Ψάξτε το! Αξίζει! ;)

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top