51.Εκείνος κι εκείνη

Ήταν ένα αγόρι κι ένα κορίτσι.

Γνωρίστηκαν ξαφνικά,το τελευταίο φθινόπωρο της ελπίδας.

Εκείνος ήταν οχτώ κι εκείνη επτά.

Εκείνος φορούσε μαύρα ρούχα,ενώ εκείνη πάντα λευκά φορέματα.

Μπορούσε να επιβληθεί, να νικάει κάθε φορά.

Μπορούσε να σιωπήσει και να σκύβει το κεφάλι.

Εκείνος κι εκείνη.

Δυο φίλοι, δυο αστέρια ένος σύντομου καλοκαιριού.

Πολεμούσαν με χάρτινες ασπίδες,

με τα ατίθασα άλογα των ονείρων που πάντα υπόσχονταν πολλά.

Κι ήταν τελικά από σκουριασμένο ξύλο.

Μπορούσε πάντα να επιβληθεί, να τη κερδίσει.

Ήταν ένας άντρας και μια γυναίκα, χρόνια αργότερα.

Δυο ζωές δεμένες, πλεγμένες σ' έναν περίεργο δεσμό.

Ήταν πια ένας άνθρωπος, ένα σώμα μαζί.

Και το πρωί η αγάπη ανέτειλλε σε στιγμές ευτυχίας

μέσα απ' το ολόχρυσο φως, σαν τον ήλιο μετά τη βροχή.

Και κάθε πρωι και κάθε ευτυχία,

πιο ερωτευμένα από ποτέ τα βλέμματα, χάραζαν το δικό τους μονοπάτι.

Ήταν μαζί, ένας άνθρωπος.

Μα το βράδυ... όλοι φοβούνται το βράδυ, που χάνεται το φως.

Ένα χέρι έπεφτε μαστίγιο πάνω της, το τίμημα για όλα τα λάθη.

Εκείνα τα μεγάλα λάθη που έκανε καθημερινά.

Μα αλήθεια ποια λάθη;

Κανείς τους δεν ήξερε.

Όμως εκείνος είχε πάντα δίκιο, εκείνος τα κατάφερνε σε όλα.

Κι εκείνη έσκυβε το κεφάλι, γιατί τον αγαπούσε.

Στο σώμα σημάδια, για όλα τα λάθη και τα σφάλματα της.

Για αυτά που δεν ήξερε.

Κι ένα χέρι μαστίγιο, μια τρομακτική σκια στον τοίχο.

Πάνω-κάτω, πάνω-κάτω, να πέφτει πιο γρήγορα.

Μια μέρα εκείνη δεν σηκώθηκε από το πάτωμα...

Μια μέρα, του χαμογέλασε με δυό μάτια ορθάνοιχτα,

με τα μάτια του γιατί.

Ναι, αν είχε μάτια η λέξη γιατί, στα δικά της θα έμοιαζαν.

Εκείνος αναστέναξε βαριά, βγήκε έξω στον καθαρό αέρα,

άνοιξε τα χέρια του...

Χαμογέλασε στον θάνατο, χαμογέλασε με τον πιο παράξενο τρόπο.

Τρέλα...

Ένα μπαλκόνι κι ένας σκοτεινός ουρανός,

τα μαύρα κάγκελα δεν εμποδίζουν πια κανέναν,

τα μαύρα κάγκελα είναι απλά ένα τίποτα.

Αρκεί μια βουτιά στο κενό και... εκείνος τώρα χαμογελάει.

Δυο μάτια κόκκινα, σαν δυό μικρές σταγόνες 'γιατί'.

Κόκκινο παντού.

Αν είχε χρώμα το 'γιατί' θα ήταν κόκκινο.

Το χρώμα της ζωής, που αν χάσει τη ζωντάνια του θυμίζει θάνατο.

Εκείνος, κάποτε μπορούσε να επιβληθεί, να νικάει σε κάθε μάχη.

Κάποτε...

Όχι πια.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top

Tags: