Kεφάλαιο 52
Ο Πέτρος παρακολούθησε τη νεκρώσιμη ακολουθία που τελέστηκε στην εκκλησία του Αγίου Διονυσίου. Μετά την ταφή έγινε η στέψη του καινούριου βασιλιά Κάρολου Ε΄, γιος του αποθανών.
Ο Πέτρος ήξερε από πριν ότι ο Κάρολος ήταν αρνητικά διακείμενος για το όλο θέμα της σταυροφορίας.
Είδε τις ελπίδες του να εξανεμίζονται και την αισιοδοξία του να καταρρίπτεται όμως δεν το έβαζε κάτω. Αποφάσισε να μιλήσει μαζί του, να τον πείσει με τα λεγόμενά του και να του αλλάξει γνώμη.
Όταν βρέθηκε μπροστά στον Κάρολο και του μίλησε με όλο το πάθος που τον διακατέχει για το εγχείρημά του, το μόνο που εισέπραξε ο Πέτρος ήταν ένα ψυχρό αδιάφορο βλέμμα και τα παρακάτω λόγια:
«Σε άκουσα με προσοχή, όμως δεν αλλάζω γνώμη. Από την αρχή δεν μου άρεσε όλο αυτό, όμως δεν μπορούσα να κάνω κάτι γιατί τις τελικές αποφάσεις τις έπαιρνε ο πατέρας μου. Τώρα, όμως, που ο πατέρας μου χάθηκε και τις αποφάσεις πλέον τις παίρνω εγώ, σου λέω λοιπόν πως εδώ στο βασίλειό μου υπάρχουν πιο σοβαρά προβλήματα να αντιμετωπίσω από την δική σου ματαιοδοξία να αποκτήσεις ένα καινούριο βασίλειο. Επέστρεψε λοιπόν στο βασίλειο που έχεις σίγουρα στα χέρια σου και πάψε να κυνηγάς χίμαιρες. Αν παρ'όλα αυτά ακόμα επιμένεις στην σταυροφορία αυτή το μόνο που μπορώ να σου παράσχω είναι ένα χρηματικό ποσό, και αυτό όχι μεγάλο γιατί τα χρήματα μού χρειάζονται περισσότερο εδώ».
Οι ελπίδες του Πέτρου διαψεύτηκαν και αποφασίζει να πάει στην Γερμανία. Να ζητήσει από εκεί βοήθεια. Από τον βασιλιά Κάρολο τον Δ'.
Μετά την καταστροφική συνάντηση του Πέτρου με τον νέο βασιλιά της Γαλλίας ένα καινούριο πλήγμα βρίσκει τον Πέτρο.
Ούτε ο βασιλιάς της Γερμανίας είναι πολύ θετικός με όλο αυτό.
«Είμαι πολύ γέρος για να μπω σε μια τέτοια περιπέτεια. Όμως τίποτα δεν αποκλείεται και μπορεί να αλλάξω γνώμη. Θα σου προτείνω λοιπόν να πάμε μαζί στην Κρακοβία και Βοημία να συζητήσουμε με τους βασιλείς εκεί. Να ακούσουμε και τη δική τους γνώμη, να δούμε αν θα θελήσουν και αυτοί να συνεισφέρουν στην σταυροφορία και ανάλογα με το αποτέλεσμα θα το ξανασκεφτώ και εγώ».
Ο Πέτρος δεν είχε άλλη επιλογή από το να δεκτεί.
Εν τω μεταξύ ο χρόνος κυλούσε σαν το νερό. Του τον ροκάνιζαν οι γιορτές και οι κονταρομαχίες που διοργάνωναν προς τιμήν του όπου και αν πήγαινε. Ο Πέτρος αδυνατούσε να αντισταθεί και έπεφτε με τα μούτρα στις απολαύσεις ξεχνώντας για λίγο τον αρχικό του ιερό σκοπό. Πολλές ήταν επίσης και οι γυναίκες που πρόθυμα περνούσαν τα βράδια τους στο κρεβάτι του.
Το καλοκαίρι του 1364 μ.Χ. μπήκε με αναταράξεις και έσεισε τα θεμέλια της Βενετίας.
Εξέγερση σημειώθηκε στην Βενετοκρατούμενη Κρήτη. Οι Κρητικοί και οι Βενετοί άποικοι συμμάχησαν και επαναστάτησαν ενάντια στη Βενετία. Αφορμή για αυτό στάθηκε ο νέος βαρύς φόρος που θέλησαν να τους επιβάλουν οι Βενετοί. Στην πραγματικότητα, από καιρό ήθελαν να επαναστατήσουν, όμως, έψαχναν για αφορμή, και τους την έδωσαν απλόχερα οι ίδιοι οι κατακτητές τους.
Οι Βενετοί έξαλλοι, αμέσως έστειλαν δυνάμεις για να καταστείλουν την εξέγερση όμως απέτυχαν. Το μένος των κατοίκων της Κρήτης ήταν πιο δυνατό.
Τελικά η κατάσταση ήταν πιο δύσκολη απ'ότι υπολόγιζαν οι Βενετοί. Έπρεπε να βάλουν ένα τέλος σε αυτό πριν γίνουν τα πράγματα χειρότερα. Μη αναστρέψιμα.
Έπρεπε να προλάβουν. Έστειλαν λοιπόν περισσότερες δυνάμεις όμως πάλι δεν τα κατάφεραν. Η επανάσταση βρισκόταν σε έξαρση.
Όλη η προσοχή του Λερέντζο Τσέλσι έπεσε στην Κρήτη. Όλα τ'άλλα είχαν ξεχαστεί.
Όταν είδε πως και οι άλλες δυνάμεις που είχε στείλει δεν κατάφεραν να ανακόψουν την ορμή των επαναστατών, αποφάσισε να στείλει τις δυνάμεις που είχε τάξει στον Πέτρο για την σταυροφορία.
Επίσης έγραψε και έστειλε ένα γράμμα όπου ενημέρωνε τον Πέτρο τι είχε συμβεί.
Έτσι κι αλλιώς ο δόγης Λορέντζο Τσέλσι μπορεί να δέκτηκε να βοηθήσει στην σταυροφορία αλλά δεν πίστεψε ποτέ πως ο Πέτρος θα κατώρθωνε να συγκεντρώσει τις δυνάμεις που χρειάζεται ένα τέτοιο τόλμημα. Μάλιστα, επιθυμούσε να αποτύχει ο Πέτρος και να ακυρωθεί η σταυροφορία γιατί αυτό συνέφερε την Βενετία. Οι εμπορικές συναλλαγές που είχε με τους μωαμεθανούς ήταν πολύ επικερδείς. Δεν ήθελαν να τις χάσουν. Δεν ήθελαν να γκρεμίσουν συνεργασία χρόνων για μια τρέλα του Πέτρου, και που στο κάτω κάτω αυτοί δεν θα είχαν ουσιαστικά κανένα όφελος. Κανένα κέρδος.
Το γράμμα αυτό ο Πέτρος το παρέλαβε ενώ βρισκόταν ακόμα στη Γερμανία και τον έκανε έξαλλο από θυμό.
Αμέσως έστειλε απάντηση στο δόγη απαιτώντας να κρατήσει την υπόσχεση που του είχε δώσει. Προσφέρθηκε να στείλει τον Πέτρο Θωμά στην Κρήτη για να καταπραϋνει τα οξυμένα πνεύματα.
Ο Πέτρος Θωμάς πήρε το μήνυμα του Πέτρου και αμέσως έτρεξε στη Βενετία. Μίλησε στο Συμβούλιο των Δέκα και τελικά τους έπεισε να τηρήσουν την υπόσχεση που είχαν δώσει και να παραχωρήσουν τα καράβια, όμως, υπό έναν όρο:
Όταν ο Πέτρος θα παραλάμβανε τα καράβια, θα πήγαινε πρώτα στην Κρήτη να καταστείλει την επανάσταση και να εδραιώσει και πάλι την κυριαρχία των Βενετών στο νησί. Μόνο αν κατάφερνε αυτό θα είχε το δικαίωμα να κρατήσει τα καράβια για το σκοπό του.
Ο Πέτρος Θωμάς δέχτηκε με τη σκέψη πως η αποστολή αυτή θα ήταν παιχνιδάκι για τον Πέτρο. Αμέσως έστειλε μήνυμα στον Πέτρο για ότι είχε διαδραματιστεί, επίσης του επισήμανε ότι δεν πρέπει να καθυστερήσει άλλο, ήδη είχε καθυστερήσει αρκετά.
Η χαρά του Πέτρου όταν έλαβε το μήνυμα αντιστάθμισε την απογοήτευση που πήρε από τις αρνητικές απαντήσεις που πήρε από τους βασιλιάδες που είχαν επισκεφτεί με τον βασιλιά της Γερμανίας. Ωστόσο άφησαν στον αέρα να πλανιέται η πιθανότητα ότι στο μέλλον μπορεί και να έστελναν κάποια βοήθεια. Δεν δεσμεύτηκαν για τίποτα.
Το πιο παράξενο απ'όλα ήταν πως ο βασιλιάς Καρολος ο Δ' τελικά δέχτηκε να παρέχει βοήθεια στη σταυροφορία υπό τον όρο όμως να ηγηθεί αυτός.
Ο Πέτρος δυσαρεστήθηκε όταν το άκουσε αυτό αλλά δεν είπε τίποτα. Ούτε έδωσε κάποια απάντηση. Αποφάσισε να περιμένει μέχρι να σιγουρευτεί ότι ο βασιλιάς Κάρολος τα εννοούσε όλα όσα είπε.
Όλα όσα είχε καταφέρει ο Πέτρος μέχρι εκείνη τη στιγμή τα είδε να καταρρέουν. Οι Βενετοί τελικά κατάφεραν από μόνοι τους να καταστείλουν την επανάσταση στην Κρήτη. Δεν χρειάστηκαν την βοήθεια του Πέτρου. Οπότε η συμφωνία ακυρώθηκε. Με μεγάλη ευχαρίστηση ο δόγης Λορέντζο Τσέλσι με ένα γράμμα ενημέρωσε τον Πέτρο για την πορεία των εξελίξεων. Του τόνισε πως μπορεί η συμφωνία να ακυρώθηκε όμως πάντα θα είναι ευπρόσδεκτος στην Βενετία ως φιλοξενούμενος.
Επίσης τον ενημέρωσε για την αποχώρηση των ιπποτών που είχαν έρθει μήνες πριν και περίμεναν τον Πέτρο. Κουράστηκαν πια να τον περιμένουν και απογοητευμένοι γύρισαν στην πατρίδα τους.
Ο Πέτρος εκτός από το γράμμα του δόγη έλαβε και ένα δεύτερο γράμμα από τον Πέτρο Θωμά που πάνω κάτω έλεγε τα ίδια πράγματα. Αλλά αυτό το γράμμα ήταν γραμμένο με πόνο, απογοήτευση και θλίψη.
Μετά από αυτό ο Πέτρος ξεκίνησε αμέσως για την Βενετία.
Όταν φτάνει στη Βενετία ο δόγης Λορέντζο τον υποδέχεται με τιμές. Ο Πέτρος τον αντιμετώπισε ευγενικά αλλά ψυχρά. Του ήταν αδιανόητη τέτοια υποκρισία.
Τον περίμενε και ένα γράμμα από τον αδελφό του τον Ιωάννη όπου τον ενημέρωνε για τις συνεχείς επιθέσεις των Τούρκων στην Αττάλεια.
Ο Πέτρος όμως είχε άλλες έγνοιες για να ασχοληθεί με αυτά. Το μόνο που τον απασχολούσε ήταν η σταυροφορία.
Αντί να απαντήσει στον Ιωάννη γράφει στον Πάπα. Τον ενημερώνει για τους Βενετούς που δεν τήρησαν την υπόσχεσή τους και με ποιο τρόπο βρήκαν πάτημα για να το καταφέρουν. Του γράφει επίσης για την απόφασή του να ξεκινήσει την σταυροφορία
το καλοκαίρι έστω και χωρίς βοήθεια από κανέναν.
«Έχουμε το Θεό με το μέρος μας και αυτό είναι αρκετό» έγραψε στο τέλος της επιστολής του.
Το σφράγισε με βουλοκέρι και το έστειλε.
Αποφάσισε να μείνει στη Βενετία μέχρι το καλοκαίρι που θα ξεκινούσε η σταυροφορία.
Όταν το πληροφορήθηκε ο δόγης του προκάλεσε δυσφορία. Δεν τον ήθελε άλλο μέσα στα πόδια του, αλλά, δεν μπορούσε να τον διώξει.
Εκείνες τις μέρες μεγάλα γλέντια και γιορτές είχαν στηθεί για να γιορτάσει η Βενετία τη νίκη της στην Κρήτη. Ήταν και ο Πέτρος καλεσμένος που καμία όρεξη δεν είχε να παρευρίσκεται στον εορτασμό του γεγονότος που του στοίχισε την συμφωνία του με την Βενετία.
Τα βράδια μόνος του στο κρεβάτι του ένιωθε απέραντη μοναξιά. Αποζητούσε τη συντροφιά μιας γυναίκας, αλλά όχι οποιασδήποτε γυναίκας ήθελε την Ιωάννα. Ήταν αβάστακτος ο πόνος της απουσίας της. Αποφάσισε λοιπόν να της γράψει για να έρθει στην Βενετία. Κοντά του.
Την επόμενη κιόλας μέρα της έγραψε καλώντας την κοντά του.
Γέμισε ευτυχία και προσμονή.
Μετά από μερικές μέρες η Ιωάννα έστεκε μπροστά του.
«Ω, αγαπημένη» της είπε με λατρεία και την έκλεισε στην αγκαλιά του σφίγγοντάς την απάνω του. Ένας αναστεναγμός ευτυχίας ξέφυγε από τα χείλη της Ιωάννας.
Από εκείνη τη στιγμή οι μέρες του Πέτρου απέκτησαν χρώμα και τα βράδια του παθιασμένο έρωτα. Δεν την χόρταινε την Ιωάννα.
Τις μέρες τους τις περνούσαν είτε περιδιαβαίνοντας στην πόλη είτε βολτάροντας με γόνδολα στα ατέλειωτα κανάλια της. Τα βράδια απολάμβαναν ο ένας το κορμί του άλλου και αποκοιμιόντουσαν σφικταγκαλιασμένοι.
Ένιωθαν ελεύθεροι μακριά από την επιβλητική παρουσία της Ελεονώρας.
«Είμαι τόσο ευτυχισμένος» της έλεγε κάθε τόσο.
«Και εγώ αγάπη μου, και εγώ» του απαντούσε. Όμως φοβόταν. Φοβόταν τόσο πολύ ότι κάποιος θα τους μαρτυρούσε στην Ελεονώρα. Φοβία που ποτέ δεν μοιράστηκε με τον Πέτρο. Έδειχνε τόσο ευτυχισμένος, τόσο χαρούμενος που της ξεσκιζόταν η καρδιά στη σκέψη πως θα τον πικράνει λέγοντάς του κάτι τέτοιο.
Μέρες πέρασαν. Ονειρεμένες μέρες που ποτέ δεν φαντάστηκε η Ιωάννα πως θα τις ζούσε με τον άντρα που λάτρευε. Όμως ο φόβος της παρέμενε αναλλοίωτος και τελικά δεν άργησε να επαληφθεί προς μεγάλη δυστυχία και των δυο.
Ένα βράδυ που επέστρεψαν στο μέγαρο που διέμεναν ένα γράμμα περίμενε τον Πέτρο στο τραπέζι.
Το πήρε και το ξεσφράδισε. Πάγωσε ο Πέτρος σαν αναγνώρισε τον γραφικό χαρακτήρα Ελεονώρας.
Διάβασε δυνατά:
Βασιλιά μου,
Πέρασε τόσος καιρός από την τελευταία φορά που μου έγραψες, έτσι πήρα την πρωτοβουλία να σου γράψω εγώ.
Λείπεις τόσο καιρό που φοβάμαι πως με ξέχασες.
Εμένα μα και το βασίλειό μας.
Τα βράδια το κορμί μου σε αποζητά έντονα.
Με κούρασε η μοναξιά. Πότε επιτέλους θα γυρίσεις;
Ελπίζω να μου είσαι πιστός όσο είμαι
εγώ σε σένα. Φήμες λένε πως οι νύχτες σου
είναι γεμάτες διασκέδαση και γυναίκες.
Και πως μια γυναίκα ήρθε στη Βενετία μυστικά για να σε συναντήσει.
Ελπίζω και εύχομαι να είναι όλα ψέματα. Πρόσεξε Πέτρο,
αν γυναίκα μπει ανάμεσά μας οι συνέπειες
θα είναι τρομερές και να το ξέρεις.
Ελεονώρα,
βασίλισσα της Κύπρου
«Μα αυτό είναι τρομερό» αναφώνισε η Ιωάννα τρομαγμένη «μα ποιος μπορεί να την ενημέρωσε;»
«Δεν ξέρω Ιωάννα, πραγματικά δεν ξέρω. Το μόνο που ξέρω είναι πως πρέπει να επιστρέψεις. Στον σπίτι σου θα είσαι ασφαλής. Θα κανονίσω να φύγεις αύριο κιόλας».
Η Ιωάννα άρχισε να κλαίει
«Μα πώς να φύγω τώρα που έμαθα πως είναι να είμαι μαζί σου, να ζω μαζί σου, να κοιμάμαι και να ξυπνάω πλάι σου; Όχι, δεν είναι δυνατόν να μου ζητάς κάτι τέτοιο».
«Πίστεψέ με το ίδιο πονάω και εγώ που θα σε αποχωριστώ, όμως, πρέπει δεν το βλέπεις και εσύ;»
Κοιτάχτηκαν και όρμησαν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Την φίλησε αχόρταγα με πάθος και την οδήγησε στο κρεβάτι. Στο κρεβάτι τους.
Την επόμενη κιόλας μέρα η Ιωάννα φυγαδεύτηκε από τη Βενετία.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top