Κεφάλαιο 45 - Καινούργια ζωή
-"Δεν υπάρχει τίποτα που να με κάνει ακόμα και να σκεφτώ ότι θέλω να γυρίσω πίσω Τζέθρο, ακόμα και να μπορούσα, που δεν ξέρω πώς. Ότι αγαπώ, ότι με έκανε να νιώσω, να ερωτευτώ, είναι εδώ. Είσαι εσύ Τζέθρο! Όλη μου η ζωή, εσύ! Και τώρα περιμένουμε το παιδί μας. Με ολοκλήρωσες σαν άνθρωπο σε όλα. Πώς περνάει απ' το μυαλό σου, ότι θα ήθελα να γυρίσω πίσω?"
Ο τρόπος που με κοίταξε, όταν τη ρώτησα αν σκέφτεται την εποχή της και αν μπορούσε να επιλέξει, αν θα γύριζε πίσω... Έκπληκτη και ξαφνιασμένη που τη ρώτησα κάτι τέτοιο, με κοίταξε λες και με έβλεπε πρώτη φορά. Βαστούσε ένα βιβλίο στην αγκαλιά της και καθότανε στον κήπο, κάτω από το ξύλινο κιόσκι ανάμεσα στις ανθισμένες τριανταφυλλιές. Είχε κλείσει το βιβλίο στην αγκαλιά της και κοίταζε στο κενό αφηρημένη. Δεν ξέρω πώς, αλλά έτσι όπως την είδα να κοιτάζει στο πουθενά, μου φάνηκε τόσο εύθραυστη και προβληματισμένη... Πέρασε απ' το μυαλό μου ότι σκεφτόταν την εποχή της και ότι άφησε πίσω της. Πήγα κοντά της και τη ρώτησα.
Είμαστε στο δεύτερο μισό του Οκτώβρη και η Ιζαμπέλα είναι στις μέρες της. Υπολογίζω πως θα γεννήσει, μέσα στις επόμενες πέντε, δέκα μέρες το πολύ. Έχει βαρύνει και δυσκολεύεται να περπατάει πια. Κουράζεται εύκολα και την πονάει η μέση της και τα πόδια της και έτσι έκοψε τους περιπάτους της στο ποτάμι και προς το δάσος. Τώρα περνάει τις περισσότερες ώρες της, διαβάζοντας και ζωγραφίζοντας. Γενικά η Ιζαμπέλα βρίσκει το διάβασμα και τη ζωγραφική ιδιαίτερα χαλαρωτικά.
Μου λέει συνέχεια ότι νιώθει άσχημη και χοντρή και δεν μπορώ να μην γελάω κάθε φορά, γιατί ποτέ δεν ήταν πιο όμορφη απ' ότι είναι τώρα. Η πανέμορφη γυναίκα μου, με την κοιλιά της φουσκωμένη με τον καρπό του έρωτά μας, τη συνέχειά μας σε αυτόν τον κόσμο.
Αυτές τις μέρες αποφεύγω να απομακρύνομαι από το κάστρο και να λείπω πολλές ώρες. Θέλω να είμαι κοντά της, σε περίπτωση που φτάσει η ώρα. Σήμερα όμως θα έρθουν οι έφοροι στην πόλη, να ορίσουν το φόρο που θα πληρώσουμε τη χρονιά που ακολουθεί. Είναι ένα νέο σύστημα που εφαρμόστηκε από την προηγούμενη χρονιά, για να σταματήσουν οι λεηλασίες, αλλά και οι έντονες αντιδράσεις από τους φορολογούμενους. Ένα κλιμάκιο εφόρων, περνάει από όλες τις πόλεις και κάνει εκτίμηση της σοδειάς, ή της εκάστοτε παραγωγής που έχει η κάθε πόλη και ορίζει το ποσό φόρου που αναλογεί στην πόλη. Η Ιζαμπέλα λέει ότι είναι η αρχή, το ξεκίνημα για ένα δίκαιο και σωστό σύστημα φορολογίας και πως με αφετηρία αυτή την εποχή, θα δημιουργηθεί ένα σύστημα που με συνέχεια και συνέπεια, θα διαμορφώσει ένα από τα πιο δίκαια συστήματα φορολόγησης.
Ομολογώ ότι από το να μπαίνουν στρατιώτες και να λεηλατούν ότι βρουν μπροστά τους, το να σου ορίσει ένας έφορος τι θα πληρώσεις και να έχεις το χρόνο να το συγκεντρώσεις, είναι ένα μεγάλο βήμα προόδου. Αλλά φυσικά έχει τις ατέλειές του, αφού οι έφοροι τείνουν να υπερβάλλουν προς όφελος της είσπραξης και πάντα υπάρχει ο κίνδυνος, η εκτίμηση που θα γίνει, να μην επιτευχθεί ποτέ. Μια απότομη τροπή του καιρού, μια ασθένεια στις καλλιέργειες, ακόμα και επίθεση εντόμων, μπορεί να πάει πίσω ή ακόμα χειρότερα, να καταστρέψει ολοσχερώς την παραγωγή και να μην καταφέρουμε να έχουμε καθόλου έσοδα. Όμως οι φόροι πρέπει να δοθούν, αλλιώς τα πρόστιμα ξεφεύγουν και γίνονται δυσβάσταχτα, κάτι που δεν πρέπει να αφήσουμε να συμβεί. Γι' αυτό σήμερα πρέπει να είμαι όλη μέρα μαζί με τους εφόρους, όσο θα καταγράφουν περιουσία και παραγωγή, για να διασφαλίσω ότι δεν θα ξεφύγουν στην εκτίμησή τους. Κάτι που μου προκαλεί ιδιαίτερο άγχος, αφού θα πρέπει να είμαι μακριά της, όλη μέρα.
Μίλησα με όλες τις γυναίκες που συναναστρέφονται με την Ιζαμπέλα. Τους είπα να την προσέχουν συνέχεια, γιατί είναι ξεροκέφαλη και αν αισθανθεί άσχημα, δεν θα το πει σε κανέναν και πως αν συμβεί το παραμικρό, να στείλουν να με ειδοποιήσουν.
Η Νάνσυ με πλησίασε και μου είπε για άλλη μια φορά, πως με βλέπει πολύ αγχωμένο και πως κακώς κάνω και δεν την αφήνω να με χαλαρώσει. Της είπα για άλλη μια φορά πως εγώ μόνο την Ιζαμπέλα επιθυμώ και πως είναι πλέον ώρα να σταματήσει τα ανόητα παιχνίδια της, γιατί θα με αναγκάσει να την απομακρύνω από το κάστρο. Με κοίταξε με ένα θλιμμένο βλέμμα. Ένα δάκρυ έτρεξε απ'τα μάτια της, η φωνή της ψίθυρος πάνω στα κόκκινα χείλη της.
-¨Είναι η ουλή στο πρόσωπο, που μου έκανε εκείνος ο φύλακας του Στάνλεϋ ε? Επειδή με κακομεταχειρίστηκαν αυτοί οι άνδρες, γι'αυτό δεν με θες πια. Με σιχαίνεσαι και δεν θες να σε ακουμπήσω ξανά."
Την κοίταξα απορημένος. Είναι αλήθεια πως δεν είχα δώσει σημασία, δεν το είχα καν προσέξει, αλλά τώρα που το ανέφερε, λες και φορούσε βέλο μπροστά στο πρόσωπό της και ξαφνικά το σήκωσε και είδα καθαρά. Λες και η ουλή ξαφνικά φωτίστηκε από μόνη της και εμφανίστηκε μπροστά στα μάτια μου.
Της έπιασα το πρόσωπο και πέρασα τον αντίχειρά μου, πάνω από τη βαθιά χαραγματιά. Σκούρο ασήμι πάνω στο απαλό ροζ του δέρματός της.Ξεκίναγε απ' τη γωνία του προσώπου της κάτω απ' το πηγούνι και προχώραγε μέχρι πίσω στη ρίζα του αυτιού. Έκλεισε τα μάτια της και έγειρε το κεφάλι της πάνω στο χέρι μου, ενώ άλλο ένα δάκρυ ξεχείλισε και έτρεξε από τα μάτια της. Με το χέρι μου, ανασήκωσα τα μαλλιά της που πέφτανε πλούσια και κάλυπταν τους ώμους της. Στη ρίζα του λαιμού της και προς τα κάτω στο στήθος της, άγριες γρατζουνιές τριγυρισμένες από μελανιές που έχουν αρχίσει και ξεθωριάζουν.
-"Ποιος στο έκανε αυτό? Είναι και άλλες κοπέλες έτσι?" Τη ρώτησα σφίγγοντας τις γροθιές μου.
Άνοιξε τα μάτια και με κοίταξε απορημένη. Λες και η ερώτησή μου ήταν ότι πιο ανόητο έχει ακούσει ποτέ της.
-"Οι άνδρες του Στάνλεϋ, αυτοί που έμεναν εδώ στο κάστρο σου άρχοντα, ήταν ιδιαίτερα σκληροί. Κάθε βράδυ παίζανε παιχνίδια μαζί μας, κάνοντας επίδειξη ο ένας στον άλλον, ποιος θα μας τρομοκρατήσει περισσότερο, ή θα μας κάνει να ουρλιάξουμε πιο δυνατά. Όλες οι κοπέλες έχουν κάποιο σημάδι, ή κάποια ουλή στο σώμα τους. Ένας από αυτούς, απολάμβανε να μας μαρκάρει όπως έλεγε, για να ξέρουν όλοι ότι πέρασε τα σιχαμένα χέρια του από πάνω μας."
Χωρίς να μπορώ να πιστέψω στ' αυτιά μου, ξαναγύρισα το βλέμμα μου πάνω στα σημάδια της. Δεν μπορώ να το πιστέψω! Κάθε μέρα που περνάει, ανακαλύπτω κάτι ακόμα από τη βρωμιά που άφησε στο πέρασμά του από την πόλη μου, αυτός ο ελεεινός ο Στάνλεϋ. Τώρα μαθαίνω πως κακοποιήθηκαν αυτά τα καημένα κορίτσια, στα χέρια των αχρείων ανδρών του. Ποιος ξέρει τι πέρασαν και πόσο πόνο τους προκάλεσαν. Μα την αλήθεια, είναι πολύ τυχερός που τον πήρε ο διοικητής και τον παρέδωσε στη δικαιοσύνη. Την γλύτωσε πολύ φτηνά!
Χαμήλωσε πάλι το βλέμμα της και με φωνή τρεμάμενη μου είπε:
-"Δεν θα βρεις τίποτα καθαρό πάνω στο σώμα μου πια, μόνο ατέλειες και σημάδια. Δεν σε αδικώ που δεν θες να με ακουμπήσεις πια, άρχοντα."
Ανασηκώνοντας το κεφάλι της, ώστε να με κοιτάξει στα μάτια της απάντησα.
-"Για μένα ήσουν και θα είσαι πάντα τέλεια, γλυκιά μου Νάνσυ. Τα σημάδια στο σώμα σου, δείχνουν ότι πόνεσες, υπέφερες, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μειώνουν την ομορφιά σου και την καλοσύνη σου."
-"Τότε, γιατί δεν με αφήνεις να σε ακουμπήσω πια άρχοντά μου?" Η φωνή της τρεμάμενη, έσπασε από ένα λυγμό στο τέλος.
-¨Καλή μου Νάνσυ, είμαι παντρεμένος με μια πολύ ξεχωριστή γυναίκα. Δεν επιθυμώ πια καμία άλλη εκτός από αυτή." Της χαμογελάω και της χαϊδεύω απαλά τα μαλλιά.
-"Λυπάμαι για όσα πέρασες και ζητώ συγνώμη που δεν ήμουν κοντά σας, για να αποτρέψω αυτή την αποτρόπαια εξέλιξη." Με κοιτάζει βαθιά μέσα στα μάτια. Το βλέμμα της σοβαρό και πονεμένο ταυτόχρονα.
-"Τελικά ερωτεύτηκες Άρχοντα και ερωτεύτηκες δυνατά. Θυμάμαι τις ξέγνοιαστες μέρες μας, τότε που έπαιζες παιχνίδια με όλες μας. Μας έλεγες ότι μπορεί να μας ερωτευτείς και εμείς γελούσαμε μαζί σου, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι δεν θα μας έδινες ποτέ την καρδιά σου. Όλες βαθιά μέσα μας όμως ελπίζαμε, ότι μια μέρα μπορεί και να γινόταν ένα θαύμα και να γινόταν αλήθεια αυτό που μας έλεγες. Ελπίζαμε όλες μας, χωρίς καμιά να το λέει δυνατά και να το παραδέχεται. Είχαμε πιστέψει όλες, ότι μια μέρα θα διάλεγες μία γυναίκα να γίνει αρχόντισσα και θα συνέχιζες τα παιχνίδια σου με τις υπόλοιπες. Βάζαμε και στοιχήματα, για το ποια θα διαλέξεις και για πόσο θα παίζεις με όλες μας. Πρέπει να είναι πολύ ξεχωριστή η αρχόντισσα Ιζαμπέλα, αφού κατάφερε να κλέψει την καρδιά σου άρχοντα και να σε αλλάξει έτσι."
-"Είναι! Είναι το πιο ξεχωριστό πλάσμα στον κόσμο! Καμία άλλη γυναίκα δεν με έχει κάνει να νιώσω έτσι, όπως νιώθω γι' αυτήν." Λέω και νιώθω το αίμα στις φλέβες μου να βράζει, μόνο που την αναφέρω. Είναι λες και δεν θυμάμαι να υπήρχε εποχή πριν την Ιζαμπέλα. Ακούω αυτά που μου λέει η Νάνσυ και νομίζω ότι μιλάει για κάποιον άλλον και όχι για μένα.
Ο Άντονι έρχεται δίπλα μας κοιτώντας μας εξεταστικά.
-"Τζέθρο, οι έφοροι πλησιάζουν την πύλη της πόλης. Αν θέλεις να τους υποδεχτείς εσύ, πρέπει να ξεκινήσεις αμέσως."
-"Ναι Άντονι, ευχαριστώ. Ξεκινάω αμέσως."
Γυρίζω προς τη Νάνσυ που με κοιτάζει με βουρκωμένα μάτια.
-"Θες να φύγω από το κάστρο άρχοντα?" με ρωτάει και η φωνή της σπάει σε έναν λυγμό.
-"Όχι Νάνσυ, δεν θέλω να φύγεις. Θέλω να σταματήσεις όμως να σκαρώνεις τα παιχνίδια σου. Δεν υπάρχει πια, ούτε πρόκειται να ξαναϋπάρξει κάτι μεταξύ μας. Άμα το καταλάβεις αυτό, μπορείς να συνεχίσεις να μένεις στο κάστρο. Πρέπει να φύγω τώρα."
.
.
Η καταγραφή ήταν αρκετά κουραστική. Μας πήρε το βράδυ, αλλά τελειώσαμε και οι έφοροι μόλις έφυγαν από την πόλη μου.
Γυρίζουμε με αργό βηματισμό προς το κάστρο. Αφήνουμε τα άλογα και προχωράμε προς τον κήπο. Η Ιζαμπέλα κάθεται έξω στον κήπο. Έχει γύρει το κεφάλι της πίσω και έχει κλειστά τα μάτια της.
Πλησιάζω κοντά της.
-"Τι κάνεις εδώ έξω μωρό μου? Νυχτώνει και η θερμοκρασία πέφτει. Θα κρυώσεις. Έλα να πάμε μέσα."
-"Σε περίμενα να γυρίσεις και είναι όμορφη βραδιά." Μου χαμογελάει, αλλά δείχνει κουρασμένη.
-"Έλα, δώσε μου το χέρι σου να σε βοηθήσω να σηκωθείς."
Σηκώνεται με αργές κινήσεις, κρατώντας σφιχτά το χέρι μου. Μόλις στήνεται στα πόδια της, βάζει και τα δυο χέρια της πίσω στη μέση της και μια κραυγή βγαίνει βαθιά μέσα απ'το στήθος της.
-"Ιζαμπέλα, τι συμβαίνει?" Τη ρωτάω έντρομος.
-"Τζέθρο, νομίζω ότι μου σπάσανε τα νερά." Μου λέει κοιτώντας κάτω στα πόδια της, που κυλάει ένα διάφανο υγρό.
Χωρίς καθυστέρηση την σηκώνω στην αγκαλιά μου και φεύγω με κατεύθυνση το κάστρο, ενώ ταυτόχρονα φωνάζω στον Άντονι να ειδοποιήσει τις γυναίκες. Τυλίγεται στην αγκαλιά μου και με κοιτάζει με τρομαγμένα μάτια.
-"Τζέθρο, φοβάμαι!" Μου ψελλίζει.
-"Όχι μωρό μου, όχι το γενναίο μου κορίτσι, δεν γίνεται να φοβάσαι, όχι εσύ! Όλα θα πάνε καλά αγαπημένη μου. Θυμάσαι τι μου έλεγες? Εσείς οι γυναίκες για χιλιάδες χρόνια τα καταφέρνετε και δημιουργείτε το θαύμα της ζωής ξανά και ξανά, χωρίς καμιά βοήθεια. Σε λίγο θα είσαι μητέρα Ιζαμπέλα, θα με κάνεις πατέρα. Είμαι τόσο περήφανος για σένα αγάπη μου."
Φτάνουμε στο δωμάτιο και την ξαπλώνω στο κρεβάτι. Η ανησυχία με έχει κυριεύσει, αλλά προσπαθώ να δείχνω ψύχραιμος μπροστά της. Μου σφίγγει δυνατά το χέρι και παίρνει μιαν απότομη βαθιά ανάσα, καθώς ένας πόνος δείχνει να διαπερνάει όλο της το σώμα.
Έφτασε η ώρα!
.
Έχουν περάσει ήδη οκτώ ώρες. Κοντεύει να ξημερώσει και η Ιζαμπέλα δεν έχει γεννήσει ακόμα. Στην αρχή ήμουν δίπλα της και της κρατούσα το χέρι, αλλά μόλις ήρθε η μαμή και συγκεντρώθηκαν όλες οι γυναίκες, με έβγαλαν έξω από το δωμάτιο.
Στο κάστρο επικρατεί ένας πανικός! Όλοι τρέχουν πάνω κάτω. Κουβαλούν κανάτες με βραστό νερό και κοφίνια με βρασμένα πανιά. Ακούω κάθε τόσο τις κραυγές της Ιζαμπέλας και είναι λες και ένα μαχαίρι χώνεται στη καρδιά μου. Πόσο μπορεί να αντέξει? Είναι ώρες τώρα που υποφέρει. Με έχει πιάσει πανικός! Κόβω βόλτες πάνω κάτω το διάδρομο έξω από τα δωμάτια και σκίζεται η καρδιά μου κάθε φορά που ακούω τις φωνές και τα βογγητά της.
Κάποια στιγμή η πόρτα ανοίγει και βγαίνει έξω η Σίλια.
-"Σίλια τι συμβαίνει? Γιατί παίρνει τόση ώρα να γεννήσει?"
-"Τζέθρο πήγαινε να κοιμηθείς λιγάκι. Είσαι άυπνος όλο το βράδυ και δείχνεις εξαντλημένος."
-"Είσαι με τα καλά σου Σίλια? Νομίζεις ότι μπορώ να πάω να κοιμηθώ, τη στιγμή που η γυναίκα μου υποφέρει παλεύοντας να φέρει στη ζωή το παιδί μας? Γιατί αργεί τόσο? Είναι κάτι που δεν πάει καλά?"
-"Είναι το πρώτο της παιδί, Τζέθρο. Δεν θα πεταχτεί έτσι μόνο του από μέσα της. Εσύ, επειδή περιμένεις απ' έξω και αγωνιάς, σου φαίνεται ότι αργεί. Αλλά σε διαβεβαιώ ότι η Ιζαμπέλα τα πηγαίνει μια χαρά. Είναι φυσιολογικό να παίρνει αρκετή ώρα, μέχρι να είναι έτοιμο το μωρό να βγει. Η μαμή μας διαβεβαίωσε ότι το κεφαλάκι του είναι στη σωστή θέση και όλα θα πάνε καλά. Χρειάζεται υπομονή μόνο."
Εκείνη την ώρα που μιλάμε, μια σπαραχτική κραυγή πόνου ακούγεται μέσα απ' το δωμάτιο. Νιώθω τη ραχοκοκαλιά μου να σείεται ολόκληρη από την κραυγή της Ιζαμπέλας. Προχωράω αποφασισμένος να μπω μέσα. Η Σίλια μου κόβει το δρόμο.
-"Σίλια, φύγε από μπροστά μου. Άσε με να πάω κοντά της." Την προειδοποιώ με έντονο ύφος.
-"'Όχι Τζέθρο, δεν μπορείς να μπεις μέσα. Έχει αρκετά να διαχειριστεί αυτή τη στιγμή η Ιζαμπέλα, δεν μπορεί να έχει κι εσένα με την αγωνία σου από πάνω της. Πήγαινε να ξεκουραστείς. Είμαστε ένα σωρό γυναίκες από πάνω της. Θα σε ειδοποιήσουμε όταν όλα θα έχουν τελειώσει." Μου λέει και σηκώνει το χέρι της κάνοντας νόημα σε κάποιον από πίσω μου.
Γυρίζω και βλέπω τον Ουίλ να έρχεται προς το μέρος μας.
-"Ουίλ, πάρε τον Τζέθρο από δω, δεν βοηθάει καθόλου να στέκεται έξω από το δωμάτιο και να αγωνιά. Δεν έχει κοιμηθεί καθόλου. Παρ' τον σε παρακαλώ και οδήγησέ τον στα διαμερίσματά του να ξεκουραστεί, να φάει κάτι, ότι θέλει τέλος πάντων, φτάνει να μην στέκεται εδώ, έξω απ' το δωμάτιο."
-"Έλα φίλε, άσε τις γυναίκες να κάνουν τη δουλειά τους. Εμείς δεν μπορούμε να προσφέρουμε τίποτα απολύτως σε αυτή την περίπτωση." Μου λέει ο Ουίλ, βάζει το χέρι του στον ώμο μου και με κατευθύνει προς την τραπεζαρία.
Ξημέρωσε! Ο ήλιος ανέτειλε και ξεκίνησε το καθιερωμένο ταξίδι στον ουράνιο θόλο, με προορισμό τη Δύση.
Έφτασε το μεσημέρι. Καθόμαστε τρεις άνδρες, κλεισμένοι σε ένα δωμάτιο και περιμένουμε, ενώ δίπλα η αγάπη μου υποφέρει.
Η Λούσι μας στέλνει συνέχεια φαγητό. Πρωινό, γλυκό, τώρα έστειλε μια κοπέλα να μας πει τι φτιάχνει για μεσημεριανό και μήπως θέλω κάτι διαφορετικό. Αν είναι δυνατόν! Λες και με νοιάζει! Λες και κατεβαίνει μπουκιά στο στομάχι μου! Κάθομαι εγκλωβισμένος εδώ μέσα και το κορίτσι μου δυο δωμάτια παρά δίπλα, δίνει μάχη για τη ζωή της και τη ζωή του παιδιού μας!
Ο Ουίλ και ο Τζον μου ανοίγουν συνέχεια κουβέντα για ένα σωρό θέματα, για άμυνα και στρατηγική, προσπαθώντας να με κρατούν απασχολημένο. Ο Άντονι μπήκε στο δωμάτιο της βιβλιοθήκης και μετά από κάμποση ώρα, βγήκε με το χονδρό δερματόδετο βιβλίο με τα αρχεία της οικογένειας. Μου έφερε και μελάνι και πένα και τα ακούμπησε όλα μπροστά μου, για να είναι έτοιμα μου είπε, όταν φτάσει το μωρό να το καταγράψουμε.
Κοιτάζω το ηλιακό ρολόι στο κέντρο του κήπου. Ο δείκτης έχει διανύσει ένα ολόκληρο τεταρτημόριο και η Ιζαμπέλα ακόμα να γεννήσει. Δεν αντέχω άλλο. Σηκώνομαι απότομα και τους ανακοινώνω ότι θα πάω να δω τι συμβαίνει. Δεν είναι δυνατόν να αργεί τόσο! Έχουν περάσει τουλάχιστον δεκαέξι ώρες. Η καρδιά μου πάει να σπάσει!
Μου λένε πως δεν συνηθίζεται να είναι παρόντες άνδρες σε γέννα και να περιμένω να με ειδοποιήσουν. Δεν υπάρχει περίπτωση να περιμένω άλλο! Είμαι ο άρχοντας του κάστρου και θα κάνω ότι αποφασίσω! Τι θα πει δεν συνηθίζεται... Η Ιζαμπέλα δεν είναι μια συνηθισμένη γυναίκα, μπορεί να με χρειάζεται δίπλα της. Θα πάω και αν μου το ζητήσει η ίδια, τότε μόνο θα φύγω!
Φτάνω έξω από την πόρτα. Επικρατεί απόλυτη ησυχία! Δεν ακούγεται ο παραμικρός ήχος μέσα στο δωμάτιο. Πανικός με λούζει. Ο Άντονι δίπλα μου, με πιάνει απ' τον ώμο να με σταματήσει. Του σπρώχνω το χέρι και πιάνω το χερούλι της πόρτας για να μπω μέσα.
Ένα κλάμα! Κλάμα μωρού! Δυνατό και καθαρό ακούγεται μέσα απ' το δωμάτιο. Το χέρι μου μένει κοκαλωμένο πάνω στο χερούλι της πόρτας. Γυρίζω και κοιτάζω τον Άντονι. Μου χαμογελάει κουνώντας το κεφάλι του.
-"Μόλις έγινες πατέρας Τζέθρο." Μου λέει και μου χτυπάει την πλάτη με ένα λαμπερό χαμόγελο.
Το χέρι μου τρέμει. Ανοίγω την πόρτα όσο πιο αθόρυβα μπορώ, λες και υπάρχει κάτι εύθραυστο μέσα στο δωμάτιο και με τον παραμικρό θόρυβο μπορεί να σπάσει.
Τέσσερις γυναίκες είναι πάνω από το μωράκι, το καθαρίζουν, το μετράνε και το ζυγίζουν, ενώ αυτό κλαίει με δυνατή και καθαρή φωνή. Κοιτάζω προς το κρεβάτι. Η ανάσα μου κόβεται. Πάω δίπλα της και την κοιτάζω από πάνω μέχρι κάτω. Το κεφάλι της είναι γερμένο στο πλάι και έχει τα μάτια της κλειστά. Στο μέτωπό της, μικρές πέρλες από σταγόνες ιδρώτα, γυαλίζουν στο φως της ημέρας που μπαίνει απ'τα παράθυρα στο πλάι. Κάτω από τα μάτια της, σκούροι κύκλοι την κάνουν να φαίνεται απίστευτα ευάλωτη κι εξουθενωμένη. Τα πανέμορφα κόκκινα μαλλιά της είναι μουσκεμένα και ένα τσουλούφι είναι κολλημένο στο μάγουλό της. Κοιτάζω προς τα κάτω. Το λευκό νυχτικό της, διαγράφει μια μικρή κοιλίτσα και πιο κάτω, ανάμεσα από τα πόδια της, όλα είναι καλυμμένα με αίμα. Σηκώνω το βλέμμα μου και κοιτάζω με απόγνωση την Σίλια.
-"Κοιμάται. Έχει εξαντληθεί. Δεν θα ήθελε να την δεις έτσι Τζέθρο. Άσε μας να την ετοιμάσουμε και να την καθαρίσουμε πρώτα." Μου λέει γλυκά και με σιγανή φωνή. Έρχεται κοντά μου και με τραβάει μακριά της.
-"Έλα να σου γνωρίσω την κόρη σου." Μου λέει ψιθυριστά.
Η Έλλα φέρνει κοντά μου, ένα στρουμπουλό ροζουλί μωράκι, που κλαψουρίζει με δυνατή και καθαρή φωνή.
-"Η κόρη σου άρχοντά μου." Μου λέει και την βάζει στην αγκαλιά μου.
Με το που την παίρνω στα χέρια μου, σταματάει το κλαψούρισμα, γυρίζει και με κοιτάζει. Είναι πανέμορφη! Έχει δύο λαμπερά γαλαζοπράσινα ανεστίαστα ζωηρά ματάκια, ίδια με της Ιζαμπέλας. Κατακόκκινα, γεμάτα χειλάκια που μοιάζουν με τα δικά μου. Σηκωτό μικρό μυτάκι που θυμίζει κουμπάκι. Τα μαλλάκια της είναι μια μπλεγμένη τουφίτσα από μουσκεμένο χρυσοκόκκινο μετάξι. Κοιτάζω αυτό το θαύμα που κρατάω στην αγκαλιά μου και μετά γυρίζω και κοιτάζω την γυναίκα μου. Συνεχίζει να κοιμάται, εξαντλημένη.
-"Πήγαινε έξω άρχοντα και μόλις ξυπνήσει η αρχόντισσα Ιζαμπέλα και την ετοιμάσουμε, θα σε ειδοποιήσουμε να έρθεις." Μου λέει η Άλις και απλώνει τα χέρια της να της δώσω την κόρη μου.
Βγαίνω έξω απ'το δωμάτιο ζαλισμένος απ'το θαύμα που αντίκρισα. Ο Άντονι περιμένει απ' έξω.
-"Λοιπόν? Τι είναι το μωρό?" Με ρωτάει με προσμονή.
-"Είναι κόρη. Ένα πανέμορφο κοριτσάκι, Άντονι."
-"Και η Ιζαμπέλα?"
-"Κοιμάται! Είναι εξαντλημένη, αλλά είναι καλά." Του λέω και τα μάτια μου γεμίζουν δάκρυα.
-"Συγχαρητήρια φίλε, να σου ζήσει!" Μου λέει και μου κάνει μια γερή αγκαλιά.
-"Έλα, πάμε να το ανακοινώσουμε και στους υπόλοιπους. Περιμένουν όλοι να μάθουν τα καλά νέα."
Μπαίνω στην τραπεζαρία, φανερά χαλαρωμένος. Ο Ουίλ και ο Τζον με κοιτάζουν μες τα μάτια, περιμένοντας να τους πω τα νέα. Έχουν έρθει και ο Ντέιβιντ με τον Τζέισον. Μόλις έμαθαν πως η Ιζαμπέλα γεννάει, άφησαν το σιδεράδικο και ήρθαν να μάθουν τα νέα.
Τους λέω ότι όλα πήγαν καλά και πως είμαι πλέον πατέρας μιας πανέμορφης κόρης. Τα γέλια, τα συγχαρητήρια και οι ευχές, πέφτουν βροχή.
Ο Άντονι μου τραβάει την καρέκλα να κάτσω στο τραπέζι και σπρώχνει προς το μέρος μου, το χοντρό δερματόδετο βιβλίο με τα αρχεία της οικογένειας.
Κάθομαι και ανοίγω το βαρύ βιβλίο. Ξεφυλλίζω και φτάνω στην τελευταία εγγραφή, το γάμο μας στο εκκλησάκι του Αγίου Παύλου στο Άλμπουρι.
Βουτάω την πένα μέσα στο μελάνι και γράφω πολύ προσεκτικά, με καλλιγραφικά γράμματα :
"Καλώς ήρθες μικρούλα Άννα Ταλ
Γέννηση την: Οκτωβρίου 26η 1645 στις 3:45 μ.μ.
21 ίντσες
8 λίβρες & 2 ουγγιές"
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top