Κεφάλαιο 38 - Εφιάλτες

Πίνακας "Η μάχη του Νάσμπι" Εμφύλιος πόλεμος Αγγλίας, Τόμας Φέρφαξ - Ολιβερ Κρόμγουελ. Νίκη Κοινοβουλευτικών - Άγνωστου καλλιτέχνη


Καθόμαστε με την Σίλια πιασμένες χέρι χέρι και τους βλέπουμε να απομακρύνονται. Η καρδιά μου σφίγγεται. Πρώτη μέρα μας ως παντρεμένοι και φεύγει σε επικίνδυνη αποστολή. Μου υποσχέθηκε ότι θα είναι από απόσταση και θα ελέγξουν μόνο την κατάσταση.  Μίλησα και με τον Άντονι και τον Ουίλ. Με καθησύχασαν και αυτοί, ότι όλα θα πάνε καλά και δεν θα κάνουν τίποτα απερίσκεπτο. 

Δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ πως θα έχω τόσο αντικρουόμενα συναισθήματα, τέτοιο μπλέξιμο σκέψεων μέσα στο μυαλό μου, για κάποιο θέμα. Θέλω να πάνε και να βρουν την πατατούλα μου, την Γκέηλ και τα κορίτσια της, να είναι γερές και να τις πάρουν από κει. Να καταφέρουμε να ξαναβρεθούμε. Αλλά ο φόβος με έχει κυριεύσει. Κι αν όλα πάνε στραβά? Αν αντί ο στρατός να ελευθερώσει τις γυναίκες, τις σκοτώσει? Αν τους δουν? Αν τους πιάσουν? Αν, αν, αν...

Θεέ μου, θα τρελαθώ! Πώς θα περιμένω μέχρι αύριο να τον ξαναδώ? 

Πρέπει να απασχολήσω το μυαλό μου με κάτι άλλο. Πρέπει να βάλω σε μια σειρά τις σκέψεις μου. Κατ'αρχήν, να προσπαθήσω να θυμηθώ τα γεγονότα, όπως τα έμαθα πριν από χρόνια στο σχολείο.  

Κάτι μου θυμίζει αυτή η μεταφορά στρατευμάτων στα βόρεια. Κάτι σημαντικό... Και εμφανίστηκε και ο Όλιβερ Κρόμγουελ. Ο κύριος πρωταγωνιστής του εμφύλιου πολέμου... Θυμήσου Ιζαμπέλα, θυμήσου!

Ω! Θεέ μου και τι δεν θά'δινα να είχα μια οθόνη και ίντερνετ.  Να γκουγκλάρω πληροφορίες για τον εμφύλιο της Αγγλίας, τον Φέρφαξ, τον Κρόμγουελ... 

Να γκουγκλάρω... Ακόμα και η λέξη, από μόνη της μέσα στο μυαλό μου, μου δημιουργεί μια απίστευτη νοσταλγία. Αλλά παράλληλα ηχεί αταίριαστη στο μυαλό μου και στην πραγματικότητα που ζω. Η πρόσβαση σε πληροφορίες της εποχής μου..., τώρα που δεν την έχω, συνειδητοποιώ πόσο σημαντική ήταν. Τώρα όμως δεν μπορώ να έχω καμιά βοήθεια, πέρα απ'ότι μπορώ να θυμηθώ με το μυαλό μου και δυστυχώς δεν είναι πολλά. 

Σκέψου Ιζαμπέλα, σκέψου! 

Ο Ντέιβιντ και ο Τζέισον είπαν πως ο Βασιλιάς τραβάει τα στρατεύματά του βόρεια. 

Βόρεια. Τι είναι βόρεια? Μα βέβαια! Οι Σκοτσέζοι! Ο Βασιλιάς θέλει να κάνει επίδειξη ισχύος προς τους Σκοτσέζους που μποϊκοτάρουν την εφαρμογή της ενιαίας  αγγλικανικής θρησκείας και έχουν ξεσηκωθεί εναντίον του Στέμματος.  

Εν τω μεταξύ όσο ο Βασιλιάς θα απομακρύνεται βόρεια, ο Τόμας Φέρφαξ θα πολιορκήσει την Οξφόρδη. Στη συνέχεια θα ενώσει δυνάμεις με τον Κρόμγουελ. Θα αποσύρει τα στρατεύματά του από την Οξφόρδη και μαζί με τον Κρόμγουελ, θα αναγκάσουν τον Βασιλιά να τους αντιμετωπίσει κάπου στα μισά μεταξύ Λονδίνου και Σκοτίας. Ο Βασιλιάς έχοντας τραβήξει τη μεγαλύτερη δύναμη του στρατού του βόρεια, δεν θα έχει άλλη επιλογή, παρά να αντιμετωπίσει τον στρατό των κοινοβουλευτικών, των στρογγυλοκέφαλων όπως τους αποκαλούν, που του κλείνουν το δρόμο για επιστροφή στη βάση του. 

Η μάχη στο Νάσμπι! Ένα ανοιχτό πεδίο αυτή την εποχή ακόμα, έξω απ'το Νορθάμπτον. Η αρχή του τέλους του Βασιλιά Κάρολου. Σε αυτή τη μάχη ο κοινοβουλευτικός στρατός θα καταφέρει ένα τεράστιο πλήγμα στη βασιλική δύναμη, που θα χάσει επτά χιλιάδες στρατό. Τεράστιες απώλειες σε πεζικό, πυροβολικό αλλά και κάτι ακόμα. Οι στρογγυλοκέφαλοι εκτός απ'τις τεράστιες απώλειες που κατάφεραν στους καβαλιέρους, κατάφεραν και κάτι ακόμα πιο  σπουδαίο, που θα καθορίσει την έκβαση του πολέμου. Κατάφεραν και εντόπισαν προσωπικό αρχείο και έγγραφα με τη σφραγίδα του Βασιλιά, που αποκάλυπταν τις προσπάθειες του βασιλιά Κάρολου, να προσελκύσει Ιρλανδούς Καθολικούς και ξένους μισθοφόρους στον πόλεμο. Η δημοσίευση αυτών των εγγράφων θα δώσει στο Κοινοβούλιο τη δυνατότητα, να κατηγορήσει το Βασιλιά για εσχάτη προδοσία κατά της χώρας, να τον δικάσει και να τον καταδικάσει σε αποκεφαλισμό, στο προαύλιο του παλατιού του. 

Το αποτέλεσμα του πολέμου είχε τρία βασικά σκέλη. Την καταδίκη και τον αποκεφαλισμό του Βασιλιά Κάρολου Α', την εξορία του γιου του Καρόλου Β' και την αντικατάσταση της μοναρχίας από την Κοινοπολιτεία της Αγγλίας και αργότερα Προτεκτοράτο, υπό την προσωπική διοίκηση του Όλιβερ Κρόμγουελ. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ένας Βασιλιάς καταδικάστηκε και αποκεφαλίστηκε, κάτι που δεν ξανάγινε ποτέ στην ιστορία της Βρετανίας. Τερματίστηκε το μονοπώλιο της Αγγλικανικής Εκκλησίας και φυσικά εδραιώθηκε συνταγματικά, ότι ένας μονάρχης δεν μπορεί να βασιλεύσει χωρίς την συγκατάθεση του Κοινοβουλίου. 

Ωστόσο, ο Κρόμγουελ εφαρμόζοντας μια πολύ σκληρή πολιτική, κατάφερε να οδηγήσει τη χώρα σε χειρότερο χάος. Έτσι για να αποκατασταθεί πάλι η τάξη, το κοινοβούλιο αποφασίζει να επαναφέρει τη Βασιλεία στο πρόσωπο του γιου του Καρόλου Α', τον Κάρολο Β'.

Όμως πλέον ο Κάρολος Β΄στέφτηκε Βασιλιάς από το Κοινοβούλιο και όχι από το Θεό, όπως ήθελε να πιστεύει ο πατέρας του.

Ωραία! Κατάφερα και θυμήθηκα μερικά πράγματα και έκανα μια ωραία περίληψη του εμφυλίου. Εδώ όμως δεν είναι σελίδες βιβλίου, είναι πραγματικότητα.Το βάρος των γνώσεών μου, ξαφνικά με πνίγει. Εφτά χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, μόνο σε αυτή τη μάχη! Ποτέ δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο τραγικά ήταν αυτά που διάβαζα για τον πόλεμο και για κάθε πόλεμο. Για μένα τότε ήταν απλά νούμερα, μέρη, τοποθεσίες, ημερομηνίες και ονόματα, που δεν με αφορούσαν, που ήταν κάτι στο παρελθόν που συνέβη και χάθηκε. Ξαφνικά η ιστορία της ανθρωπότητας με πνίγει! 

Η εικόνα του βουτηγμένου στα αίματα διοικητή, έρχεται να στοιχειώσει τις σκέψεις μου, για μιαν ακόμα φορά. Το στρατόπεδο, η βία, οι τραυματίες, η απόγνωση και η αίσθηση ότι είμαι μόνη σε έναν ξένο κόσμο...

Τα μάτια μου γεμίζουν δάκρυα. Η Σίλια έρχεται κοντά μου και με σφίγγει στην αγκαλιά της. 

-"Έλα, σταμάτα να κλαις. Όλα θα πάνε καλά. Έτσι είναι οι άντρες. Δεν ησυχάζουν ποτέ. Δεν μπορείς να αντιδράς έτσι, θα τρελαθείς. Υπήρχαν φορές που περίμενα να μάθω νέα του Ουίλ πάνω από μήνα. Άκουγα φήμες για μάχες και φασαρίες και δεν είχα κανένα νέο του. Όμως δεν έχανα την ελπίδα μου. Ήξερα ότι από μέρα σε μέρα, από στιγμή σε στιγμή, θα εμφανιστεί και θα μου στείλει μήνυμα να συναντηθούμε."

Ανταποδίδω και γω σφίγγοντάς τη στην αγκαλιά μου. Για κάποιο λόγο τα λόγια της, αντί να με ηρεμήσουν με κάνουν να ξεσπάσω σε λυγμούς. Κλαίω χωρίς να μπορώ να σταματήσω. Αυτό το μικρό κορίτσι που έχει περάσει τα πάνδεινα, προσπαθεί να μου πει λόγια παρηγοριάς. Όμως, για μένα, που όλη μου η ζωή ήταν μια τελείως διαφορετική πραγματικότητα, τα λόγια της δεν μπορούν να μου δώσουν καμιά γαλήνη.

Ακούω τη φωνή του Ντέιβιντ πίσω μου.

-"Έϊ κορίτσια, δεν θέλω τέτοια. Τι είναι αυτά τώρα?"

Ο Τζέισον πλησιάζει δίπλα μου.

"Ιζαμπέλα, ο Τζέθρο μας έβαλε και ορκιστήκαμε ότι θα σε προσέχουμε. Άμα μάθει ότι μόλις έφυγε εσύ βαλάντωσες στο κλάμα, θα μας πετάξει με τις κλωτσιές από δω μέσα." 

Γυρίζω και τον κοιτάζω, ενώ σκουπίζω τη μύτη μου και τα μάτια μου με το πίσω μέρος της παλάμης μου, με έναν όχι και τόσο κομψό τρόπο. Το στήθος μου τραντάζεται από λυγμούς που δεν λένε να σταματήσουν.

-"Σας έβαλε και ορκιστήκατε ότι θα με προσέχετε?" Τον ρωτάω έκπληκτη.

-"Ολόκληρο λόγο μας έβγαλε." Συμπληρώνει ο Ντέιβιντ χαμογελώντας.

Με ξαναπιάνουν τα κλάματα. Και τα δυο αδέλφια με κοιτάζουν ξαφνιασμένοι και μετά κοιτάζονται μεταξύ τους. 

-"Γιατί κλαις τώρα? Επειδή μας είπε να σε προσέχουμε?" Ρωτάει ο Τζέισον που δείχνει να τα έχει τελείως χαμένα με το ξέσπασμά μου.

-"Ο Τζέθρο ανησυχεί, που με άφησε εδώ πίσω, στην ασφάλεια του σπιτιού, μαζί με εσάς να με προσέχετε και εγώ δεν πρέπει να ανησυχώ που φύγανε να πάνε στο στόμα του λύκου? Κακώς σας άφησαν πίσω για να μας προσέχετε, έπρεπε να είστε και σεις μαζί τους. Όσο περισσότεροι, τόσο πιο μεγάλη ασφάλεια." Λέω κλαίγοντας με λυγμούς.

Με κοιτάνε έκπληκτοι! Και οι τρεις τους! Η Σίλια πάει να μου βάλει ένα ποτήρι νερό. Ο Τζέισον με πλησιάζει και με παίρνει μαλακά απ'το χέρι. Με βάζει να κάτσω στον καναπέ.

-"Άκουσε Ιζαμπέλα, δεν προσφέρει τίποτα όλη αυτή η ανησυχία, πέρα απ'το να κάνεις κακό στον εαυτό σου. Δεν θα γυρίσουν νωρίτερα από αύριο. Δεν μπορείς να είσαι έτσι όλη μέρα, πρέπει να ηρεμήσεις." Μου λέει προσπαθώντας να με λογικεύσει. 

-"Κι αν δεν έρθουν αύριο? Αν δεν γυρίσουν μέχρι αύριο? Τι θα κάνουμε Τζέισον? Θα καθόμαστε εδώ στην ησυχία μας, χωρίς να κάνουμε τίποτα?" Ρωτάω κλαίγοντας. Δεν μπορώ να ελέγξω τον εαυτό μου πια.

Τα δυο αδέλφια κοιτάζονται μεταξύ τους. Η Σίλια μου δίνει ένα ποτήρι με νερό και μου λέει να ηρεμήσω. 

-"Αν δεν έρθουν αύριο, θα πάμε να τους βρούμε. Είσαι ευχαριστημένη τώρα? Θα ηρεμήσεις?"

Μου λέει ο Τζέισον, που με κοιτάζει έντρομος πλέον, μην μπορώντας να κατανοήσει το ξέσπασμά μου.

-"Έλα, ηρέμησε, όλα θα πάνε καλά. Αύριο μεσημεράκι, το πολύ απόγευμα, πριν σουρουπώσει, θα είναι όλοι πίσω και όλο αυτό που περνάς τώρα, θα σου φαίνεται αστείο." Μου λέει ο Ντέιβιντ με μαλακιά φωνή.

Πιάνω το ποτήρι με το νερό που μου έφερε η Σίλια και νιώθω τα χέρια μου να τρέμουν. Πίνω δυο γουλιές. Πρέπει να ηρεμήσω. Νιώθω τα νεύρα μου πλεγμένα μεταξύ τους, το στομάχι μου να  φέρνει τούμπες και τα μηνίγγια μου να χτυπάνε μέσα στο κρανίο μου.

Η Σίλια κάθεται δίπλα μου και μου χαϊδεύει τα μαλλιά.

-"Ξέρω, είναι δύσκολο. Αλλιώς την είχες φανταστεί την πρώτη μέρα σου ως κα Ταλ, έτσι δεν είναι? Όμως, δεν πρέπει να σκέφτεσαι το χειρότερο. Θα δεις, όλα θα πάνε καλά."

.

Η μέρα κύλησε βασανιστικά αργά. 

Έχει σκοτεινιάσει για τα καλά. Καθόμαστε όλοι στον καναπέ, με μόνο φως, τη φωτιά στο τζάκι που καίει.

-"Νομίζω ότι είναι ώρα να πάμε να ξαπλώσουμε κυρίες μου." Μας λέει ο Τζέισον και σηκώνεται να απλώσει τα κούτσουρα στο τζάκι.

Ξαπλώνω στο διπλό κρεβάτι στο δωμάτιό μας, πρώτη φορά από τότε που ήρθαμε σε αυτό το σπίτι, μόνη μου. Εχτές κάναμε έρωτα για πρώτη φορά εδώ. Γυρίζω προς τη μεριά του και παίρνω αγκαλιά το μαξιλάρι του. Το σφίγγω στην αγκαλιά μου και εισπνέω βαθιά. Κλείνω σφιχτά τα μάτια μου, προσπαθώντας να συγκρατήσω δάκρυα, που είναι έτοιμα να ξεχυθούν πάλι και να μην σταματάνε. Η ανησυχία και ο πανικός αρχίζουν και με κυριεύουν πάλι.

Βυθίζομαι σε έναν ταραγμένο ύπνο, γεμάτο με αγχωτικά όνειρα. 

~~~Είμαι στη βιβλιοθήκη Wren του Κολεγίου Τρίνιτι. Γκραβούρες και πίνακες της Αναγέννησης, με σκηνές από τον εμφύλιο της Αγγλίας, απλωμένες μπροστά μου. Εξετάζω προσεκτικά και μελετάω με γάντια και μεγεθυντικό φακό, κάθε μικρή ζωγραφισμένη λεπτομέρεια. Ο Τζέθρο! Μια μικρή εικόνα, μια προσωπογραφία, ζωγραφισμένη πάνω στον καμβά, με κοιτάζει με θλιμμένα, τραγικά μάτια. Περνάω τα δάχτυλά μου πάνω απ'το ζωγραφισμένο πρόσωπό του και το χαϊδεύω. Του ψιθυρίζω όρκους αιώνιας αγάπης και αφοσίωσης. Ένα χέρι ακουμπάει τον ώμο μου. Ο Πίτερ! Με κοιτάζει στα μάτια και μου λέει σοβαρός:

-"Δεν ανήκεις στον κόσμο του. Ποτέ δεν θα γίνεις μέρος της ζωής του. Γύρνα πίσω Ιζαμπέλα."

-"Ψέματα! Λες ψέματα! Εδώ ανήκω, μέσα σε αυτόν τον πίνακα, δίπλα του. Εδώ θέλω να είμαι. Είμαστε ένα εμείς, μια καρδιά, μια ψυχή."  

Ξυπνάω μούσκεμα στον ιδρώτα, βαριανασαίνοντας. Πετάγομαι απ'το κρεβάτι και κοιτάζω αποπροσανατολισμένη γύρω μου. Ηρέμησε Ιζαμπέλα, ένα κακό όνειρο ήταν.

Πλεγμένες εικόνες από παρελθόν, παρόν και μέλλον, που δεν βγάζουν κανένα νόημα, δεν έχουν καμιά συνοχή. Σαν τη ζωή μου, σαν τις ταραγμένες σκέψεις μου.~~~

.

Έχει ξημερώσει. Οι πρώτες ηλιαχτίδες του πρωινού, περνάνε απ'τους φεγγίτες, δίνοντας ένα ζωηρό ροζ χρώμα στο δωμάτιο.

Σήμερα θα γυρίσει. Σε λίγες ώρες, θα είναι πάλι κοντά μου. Ντύνομαι και κατεβαίνω κάτω. Η Σίλια έχει ήδη σηκωθεί και ετοιμάζει πρωινό.  

-"Καλημέρα Ιζαμπέλα. Κοιμήθηκες καλά?"

-"Καλημέρα γλυκιά μου Σίλια. Είχα ταραγμένο ύπνο. Περίεργα όνειρα με επισκέφτηκαν."

-"Ήσουν ταραγμένη εχτές. Αλλά σήμερα όλα θα φτιάξουν. Σε λίγο θα γυρίσουν οι άντρες. Είμαι σίγουρη ότι θα έχουν καλά νέα να μας πουν. Ανυπομονώ να ακούσω, ότι βρήκανε τη Λούσι, τη Γκέηλ και τα κορίτσια της."

-"Ναι, Σίλια, όλα θα πάνε καλά. Κι εγώ ανυπομονώ να ακούσω τα καλά νέα για τα κορίτσια μας."

Κάνουμε τις δουλειές μας, προσπαθώντας να ξεχαστεί το μυαλό και να περάσει η ώρα. Ετοιμάζουμε φαγητό, καθαρίζουμε το σπίτι, κουβαλάμε και γεμίζουμε τα βαρέλια νερό απ'το ποτάμι, καθαρίζουμε τη σόμπα και φέρνουμε ξύλα για το τζάκι.

Τα δυο αδέλφια έχουνε φύγει απ'το πρωί για το Άλμπουρι, για να ξεκινήσουν τη δουλειά στο βυρσοδεψείο. Μας είπανε ότι θα γυρίσουν πριν το σούρουπο και μάλλον θα έχουν έρθει εν τω μεταξύ οι άντρες.

Οι ώρες περνούν. Είναι μια ηλιόλουστη μέρα σήμερα. Τα χιόνια αρχίζουν σιγά σιγά να λιώνουν. Το ποτάμι έχει φουσκώσει και κατεβαίνει ορμητικό. Μαζέψαμε με τη Σίλια φρούτα απ'το δάσος, φτιάξαμε και γλυκό. 

Το μεσημέρι πέρασε. Ο ήλιος αρχίζει και χαμηλώνει στον ορίζοντα. Πιέζω τον εαυτό μου να κρατηθώ ψύχραιμη, να συγκρατήσω τα νεύρα μου και να μην με πιάσει πανικός όπως χτες.

Οι ώρες περνάνε και η θερμοκρασία αρχίζει να πέφτει, όσο ο ήλιος χαμηλώνει. Μπαίνουμε μέσα στο σπίτι και περιμένουμε. Ούτε εγώ, ούτε η Σίλια λέμε κουβέντα.

Ξαφνικά, οπλές αλόγων, ποδοβολητά και ξεφυσήματα, ακούγονται απ'έξω.

Πετάγομαι όρθια με ενθουσιασμό! Δόξα το Θεό! Ήρθαν!

Βγαίνω έξω τρέχοντας. 

Δεν είναι ο Τζέθρο. Είναι ο Ντέιβιντ με τον Τζέισον. Απογοήτευση με λούζει. Ο πανικός αρχίζει να με κυριεύει πάλι.

-"Τι έγινε? Δεν γύρισαν ακόμα?" Ρωτάει χαλαρά ο Τζέισον.

-"Όχι Τζέισον, δεν ήρθαν ακόμα. Ελάτε να σας βάλουμε να φάτε, θα είστε πεινασμένοι." Λέει η Σίλια με το γνωστό γλυκό της τρόπο.

Βλέπω τον Ντέιβιντ να με κοιτάζει εξεταστικά. Κάνω προσπάθεια να του χαμογελάσω, αλλά το γέλιο δεν φτάνει στα μάτια μου. Μένει σαν αλλόκοτο στράβωμα στα χείλια μου. Ξένο, ψεύτικο.

Μπαίνουμε πάλι στο σπίτι. Οι ώρες περνάνε. Η νύχτα κατάπιε και τις τελευταίες ακτίνες φωτός. Πυκνό σκοτάδι έχει απλωθεί παντού.

Κοιτάζω τα παιδιά γύρω μου με απόγνωση.

-"Ίσως καθυστέρησαν να βρουν τα κορίτσια και χρειάστηκε να διανυκτερεύσουν και δεύτερη νύχτα κάπου. Ίσως έρθουν το πρωί." Λέει η Σίλια, μα η φωνή της ακούγεται αβέβαιη. Ανησυχεί και αυτή και ας προσπαθεί να το κρύψει.

Κοιτάζω τον Τζέισον με βλέμμα απόγνωσης.

-"Είπες πως αν δεν έρθουν, θα πάμε να τους βρούμε." Του λέω με φωνή που ίσα που βγαίνει.

-"Ιζαμπέλα, δεν είναι συνετό να φύγουμε από δω. Και πού θα πάμε?"

-"Και τι θα κάνουμε Τζέισον? Θα καθόμαστε εδώ χωρίς να κάνουμε τίποτα? Χωρίς να ξέρουμε πού βρίσκονται και αν τους συνέβη τίποτα? Αν είναι ζωντανοί, ή αν..." Η φωνή μου σπάει. Τον κοιτάζω στα μάτια αποφασισμένη.

-"Μου είπες πως αν δεν έρθουν, θα πάμε να τους βρούμε. Αυτό θα κάνουμε. Αύριο το πρωί, αν δεν έχουν έρθει, θα φύγουμε."

Και πού θα πάμε Ιζαμπέλα?" Ρωτάει ο Ντέιβιντ όλο ανησυχία.

-"Θα πάμε στο Χάνγκερφορντ." 


Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top