Κεφάλαιο 16 - Απόγνωση

Όλοι οι άντρες μου, που άφησα πίσω να φυλάνε το κάστρο, κείτονται νεκροί, σφαγμένοι μέσα στο αίμα τους.

Όλο το σπίτι καίγεται. Απ'όλα τα δωμάτια ξεπηδάνε φλόγες που απλώνονται και επεκτείνονται. Ο αέρας μαύρος, πυκνός, αποπνικτικός.

Και η Ιζαμπέλα δεν είναι πουθενά!

Της είπα ότι θα την προστατέψω με την ίδια μου τη ζωή. Μου είπε να μην δίνω όρκους που δεν μπορώ να κρατήσω. Μόνο να γυρίσω πίσω γερός.

Γύρισα Ιζαμπέλα, αλλά εσύ δεν είσαι πια εδώ! Πού είσαι? 

Πεσμένος στα γόνατα, έξω απ'το δωμάτιό της, παρακολουθώ υπνωτισμένος τα πάντα γύρω μου να καταρρέουν.

-"Άρχοντα, πρέπει να βγούμε έξω. Η φωτιά επεκτείνεται." Η φωνή του Σερ Τζέιμς.

-"Τζέθρο, σήκω πάνω! Τι κάνεις?" Η φωνή του Άντονι.

Τους ακούω, αλλά δεν μπορώ να αντιδράσω. Λες και ζω έναν εφιάλτη, ακούω και βλέπω μόνο, ακινητοποιημένος, ανίκανος.

Νιώθω χέρια να με σηκώνουν και να με τραβάνε έξω. Με ακουμπάνε πάνω στις κρύες πέτρες.

Γύρω μου φωνές, φασαρία, έντονη κινητικότητα. Άντρες τρέχουν, μπαινοβγαίνουν στο κάστρο, προσπαθούν να σβήσουν τη φωτιά. Κόσμος συγκεντρώνεται. Οι συγχωριανοί μου μαζεύονται να βοηθήσουν με κάθε δυνατό τρόπο.

Κάποιοι πετάνε απ'τα παράθυρα, στρώματα που καίγονται. Κάποιοι τρέχουν με κλαριά και κουβάδες στα χέρια. 

-"Τζέθρο, σύνελθε! Σε παρακαλώ..! Κοίτα με..! Φίλε μου..! Αδελφέ μου..! Κοίτα με στα μάτια..!"

Η φωνή του Άντονι κρίσιμη! Επιτακτική! Με πιάνει απ'τους ώμους και με ταρακουνάει.

-"ΚΟΙΤΑ ΜΕ ΤΖΕΘΡΟ!" Με ταρακουνάει ξανά. Δυνατότερα αυτή τη φορά.

Τον κοιτάω. Τα μάτια μου θολά. 

-"Έλα φίλε μου, σύνελθε! Οι άντρες σου σε χρειάζονται. Κοίτα γύρω σου. Περιμένουν εντολές σου. Δεν μπορείς να καταρρεύσεις. Όχι τώρα! Όχι εσύ!" μου ψιθυρίζει με έννοια.

Κοιτάζω γύρω μου άλλη μια φορά. Οι άντρες μου..! Κοιτάζω το κάστρο μπροστά μου. Ο πυκνός καπνός αρχίζει και αραιώνει. Κόσμος μπαινοβγαίνει και τραβάει έξω έπιπλα που μισοκαίγονται και καπνίζουν ακόμα. 

Ένα μικρό κορίτσι με πλησιάζει και μου δίνει ένα κύπελλο με νερό.

-"Πιες άρχοντά μου, είναι δροσερό."

Το παίρνω απ'τα μικρά της χέρια. Της χαϊδεύω τα μαλλιά.

-"Σε ευχαριστώ!" της λέω και πίνω μερικές γουλιές.

Ο Άντονι δίπλα μου, αφήνει μια ανάσα ανακούφισης.

 -"Άρχοντα!" -ο Σερ Ουίλιαμ έρχεται μπροστά μου και χτυπάει τη γροθιά του στο στήθος του.-  Βρήκαμε ένα μήνυμα καρφωμένο με μαχαίρι στην πόρτα του δωματίου σου." 

-"Τι μήνυμα? Τι λέει?" τον ρωτάω με μια φωνή που δεν αναγνωρίζω.

Χαμηλώνει το κεφάλι του. Δεν μου απαντάει αμέσως. Μετά από μερικά δευτερόλεπτα μου λέει :

-"Καλύτερα να το δεις μόνος σου άρχοντά μου." λέει χαμηλόφωνα.

Παίρνω βαθιά ανάσα. Με αποφασιστικά βήματα, μπαίνω μέσα στο κάστρο και ανεβαίνω τη φαρδιά σκάλα για τα δωμάτιά μου. Μυρωδιά καμένου γεμίζει τα πνευμόνια μου. Μαύροι τοίχοι, αποκαΐδια, σπασμένα, καμμένα έπιπλα και υφάσματα, σκορπισμένα παντού. 

Ο Άντονι, μια ανάσα από πίσω μου. Με κοιτάει με έννοια. Το νιώθω πως φοβάται ότι από στιγμή σε στιγμή θα καταρρεύσω ξανά.

Πάνω στην πόρτα του δωματίου μου, καρφωμένος με μαχαίρι ένας πάπυρος.

Πιάνω το μαχαίρι, το τραβάω και το πετάω στο έδαφος. Παίρνω τον πάπυρο στα χέρια μου.


"OI ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΤΟΥ ΣΤΕΜΜΑΤΟΣ ΘΑ ΠΛΗΡΩΣΟΥΝ ΜΕ ΑΙΜΑ"  

Μένω να κοιτάζω τις λέξεις, γραμμένες με έντονη γραφή πάνω στο χαρτί. Είμαι λοιπόν επίσημα προδότης για την αυτού Μεγαλειότητά του. Ο άθλιος Στάνλεϊ εκπλήρωσε τις απειλές του. Κατάφερε και παρουσίασε την εικόνα που τον βόλευε. Είναι θέμα χρόνου πια να βάλει χέρι στην περιουσία μου.

Τσαλακώνω τον πάπυρο στα χέρια μου. Γυρίζω και κοιτάζω τους άντρες μου, που με κοιτάζουν με μάτια όλο προσμονή. Περιμένουν να τους μιλήσω, να τους δώσω οδηγίες, εντολές. Δεν ξέρω αν έχω πια τη δύναμη. Ξεροκαταπίνω.

-"Ψάξατε όλα τα δωμάτια? Βρήκατε κανέναν απ'τους ανθρώπους μας?"

Ο Σερ Τζέιμς κάνει ένα βήμα μπροστά.

-"'Οχι άρχοντά μου. Όλοι οι φύλακες είναι σφαγμένοι. Όλους τους υπόλοιπους,τους έχουν πάρει. Έχω βάλει άντρες να κοιτάξουν για ίχνη γύρω απ'το κάστρο. Φαίνεται πως όταν ήμασταν όλοι συγκεντρωμένοι και με την προσοχή μας προς την πύλη της πόλης, αυτοί διέσχισαν τα χωράφια απ'την αντίθετη μεριά και πλεύρισαν το κάστρο."

-"Τι εννοείς Σερ Τζέιμς? Η μάχη δηλαδή ήταν αντιπερισπασμός? Είναι δυνατόν? Ποιος θυσιάζει εξακόσιους άντρες για να κάνει αντιπερισπασμό?"

Ο Σερ Τζέιμς ξαναπαίρνει το λόγο.

-"Δεν μπορούσαν να ξέρουν την έκβαση της μάχης άρχοντά μου. Πιστεύω ότι είχαν σκοπό να μας δώσουν ένα δυνατό χτύπημα με την επίθεση. Η καταστροφή του πύργου σου είναι η επικύρωση που θέλανε να δώσουν στη νίκη τους. Μόνο που τους χάλασες τα σχέδια με τη στρατηγική σου. Δεν το περίμεναν να έχουν τέτοια απώλεια, είμαι σίγουρος. Το καλό είναι ότι οι άνθρωποί μας, οι γυναίκες του κάστρου, αν και δεν ξέρουμε πού βρίσκονται, πρέπει να είναι ζωντανές."

Τον κοιτάζω με γουρλωμένα μάτια. 

-"Σερ Τζέιμς πώς το υποθέτεις αυτό? Σε παρακαλώ εξήγησέ μου το σκεπτικό σου."

-"Άρχοντά μου, αν ήθελαν να τις σκοτώσουν, θα το έκαναν εδώ, όπως κάναν με τους φύλακες. Τους έσφαξαν όλους και τους άφησαν εδώ, να τους βρούμε. Τις γυναίκες όμως, τις πήρανε μαζί τους. Δεν ξέρω με τι σκοπό, αλλά πιστεύω ότι είναι ζωντανές." 

Μια σταγόνα αισιοδοξίας! Έχει μια βάση αυτό που λέει ο Σερ Τζέιμς. Αν τις θέλανε νεκρές, γιατί να μπούνε στον κόπο να τις απομακρύνουν απ'τον πύργο. Θα το κάνανε εδώ.

 Είναι ζωντανή! Το νιώθω! Και τρομοκρατημένη...! Με χρειάζεται...! Πρέπει να τη βρω...!

Κοιτάζω γύρω μου. Οι φρουροί μου κείτονται όλοι νεκροί, σπαρμένοι στους διαδρόμους.

- Οργανώστε ομάδα να μαζέψουμε τους νεκρούς άντρες μας και να τους τιμήσουμε όπως τους πρέπει. Σερ Ουίλιαμ, φρόντισε να ενημερωθούν οι οικογένειές τους και να πάρουν τις σωρούς των ανθρώπων τους."

Ο Σερ Τζέιμς παίρνει πάλι το λόγο.

-"Άρχοντα, δεν έχουμε πολύ χρόνο. Πρέπει να στήσουμε ένα σχέδιο άμυνας. Είναι θέμα χρόνου να μας ξαναεπιτεθούν, με ακόμα μεγαλύτερη δύναμη αυτή τη φορά. Μας υποτίμησαν μια φορά. Νά'σαι σίγουρος ότι δεν θα ξανακάνουν το ίδιο λάθος. Τα νέα για τη νίκη μας, θα έχουν μαθευτεί τώρα και θα στήνουν ήδη σχέδιο για νέα, σφοδρότερη επίθεση."

Ο Άντονι έρχεται κοντά μου. Σκύβει κοντά στο πρόσωπό μου και μου μιλάει χαμηλόφωνα.

-"Τζέθρο ξέρω τι σκέφτεσαι. Η έννοια σου είναι να σώσεις την Ιζαμπέλα. Σε παρακαλώ, λογικέψου. Ξέχασέ τη. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα γι'αυτήν πια. Πρέπει να σκεφτείς την πόλη σου, τους ανθρώπους της."  

Τον κοιτάζω ερευνητικά, ενώ το μυαλό μου σκέφτεται χιλιάδες πράγματα ταυτόχρονα. Γυρίζω προς τον αξιωματικό μου.

"Σερ Τζέιμς, μόλις γυρίσουν οι άντρες που έστειλες για ίχνη, θέλω πλήρη αναφορά. Πάμε τώρα να μιλήσουμε για το πώς θα αντιμετωπίσουμε μια νέα επίθεση."

Λέω και προχωράω προς την τραπεζαρία, καθώς το δωμάτιό μου είναι τελείως κατεστραμμένο. Θα κάνω ότι καλύτερο μπορώ για να υπερασπιστώ τους ανθρώπους μου, όπως έχω δώσει λόγο να κάνω. Και μόλις μάθω πληροφορίες για το προς τα πού πήγανε τις γυναίκες...

Κοιτάζω έξω απ'το παράθυρο. Η νύχτα καταπίνει τις τελευταίες αχτίδες φωτός στον ορίζοντα. Σε λίγο τα πάντα θα καλυφτούν από σκοτάδι.

Κοιτάζω τον εαυτό μου, τους άντρες μου. Είμαστε στο κακό μας το χάλι. Εξαντλημένοι και καλυμμένοι με ξεραμένα αίματα.

-"Σερ Τζέιμς. Η νύχτα έφτασε. Κανείς δεν μπορεί να κάνει τίποτα τώρα. Είναι ώρα να ανακτήσουμε όλοι τις δυνάμεις μας και τα μυαλά μας. Πάρε τους άντρες σου. Πηγαίνετε να πλυθείτε, να φάτε και να ξεκουραστείτε. Είναι ανάγκη για όλους μας. Την ώρα που θα χαλαρώνεις στο μπάνιο σου, σκέψου τί τακτική άμυνας μπορούμε να στήσουμε. Το ίδιο θα κάνω και γω. Και όλοι μας. Αύριο πρωί-πρωί, με καθαρό μυαλό θα μιλήσουμε όλοι και θα πούμε τις στρατηγικές που σκεφτήκαμε. Φύγετε τώρα. Η σκέψη μας αυτή τη βραδιά, ανήκει στους άντρες μας που έχασαν τη ζωή τους, υπερασπιζόμενοι τους ανθρώπους μας."

Ο Σερ Τζέιμς σκύβει το κεφάλι του και χτυπάει τη γροθιά του στο στήθος του. Κάνει νεύμα στους άντρες του και φεύγουν όλοι προς την έξοδο. Είμαι σίγουρος πως διέκρινα ένα ύφος ανακούφισης σε όλους, ακόμα και στο πρόσωπο του άκαμπτου Σερ Τζέιμς.

.

Το πρωί μαζευόμαστε όλοι και πάλι στον πύργο. Ο ύπνος και η ξεκούραση έκαναν τη δουλειά τους, στα ταλαιπωρημένα σώματα και στο ανταριασμένο μυαλό μας.

Είμαστε όλοι εμφανώς πιο συγκεντρωμένοι στο σκοπό για τον οποίο μαζευτήκαμε. Αφού κρατάμε σιγή τριών λεπτών, προς τιμή των ανθρώπων που χάθηκαν, ξεκινάμε το στήσιμο στρατηγικής άμυνας.

Όλοι έχουν κάτι να προτείνουν. Άλλα σχέδια ακούγονται υποσχόμενα, άλλα απορρίπτονται αμέσως. Καταλήγουμε σε αυτό που θεωρούμε το πιο αποδοτικό με βάση τα δεδομένα μας. Είναι υπεραισιόδοξο να σκεφτόμαστε ότι θα αποδώσει οτιδήποτε, όμως κανένας απ'τους άντρες μου και τους συγχωριανούς μου δεν θέλει να το βάλει κάτω.  Ο σχεδιασμός περιλαμβάνει και την ασφάλεια των άμαχων φυσικά. Αν όλα πάνε καλά, θα καταφέρουμε να κρατήσουμε λίγο ακόμα, χωρίς απώλειες, και ίσως αποθαρρύνουμε τους εχθρούς μας. Ή,  εν τω μεταξύ καταφέρουμε να έρθουμε σε επαφή με αυτή την περιβόητη αντίσταση και εξασφαλίσουμε τη συνεργασία και βοήθειά της. 

Όσο μιλάμε η πόρτα χτυπάει.

-"Άρχοντα, οι ιχνηλάτες επέστρεψαν. Ζητούν άδεια για ακρόαση."

-"Να περάσουν αμέσως."

Οι τέσσερις ιχνηλάτες απ'τους άριστα εκπαιδευμένους άντρες του Σερ Τζέιμς, μπαίνουν μέσα στο δωμάτιο. Όλοι ταυτόχρονα, χτυπώντας τη γροθιά τους στο στήθος τους και χαμηλώνοντας τα κεφάλια τους, αποδίδουν τιμή και χαιρετισμό προς εμένα και τους αξιωματικούς μου.  

Είναι καλυμμένοι με λάσπες και χώματα και δείχνουν και οι τέσσερις εξαντλημένοι. Πρέπει να ήταν σε κίνηση όλο το βράδυ.

-"Δώστε μας την αναφορά σας. Βρήκατε ίχνη? Καταφέρατε να εντοπίσετε πού πήγαν τους ανθρώπους μας?"

Ο ένας απ'τους τέσσερις, μεγαλύτερος σε ηλικία και επικεφαλής της αποστολής, κάνει ένα βήμα μπροστά.

-"Δεν ήταν δύσκολο να ακολουθήσουμε τα ίχνη τους άρχοντά μου, καθώς ήταν μεγάλος αριθμός γυναικών, που προχωρούσαν άτακτα μαζί με έφιππους στρατιώτες. Ακολουθήσαμε την κατεύθυνση που πήραν, που ήταν δυτικά απ'το χωριό μας και αρκετά ανοιχτά απ'το γειτονικό Φρόξφιλντ, διασχίζοντας το μεγάλο δάσος."

Στο άκουσμα της πόλης αυτού του καταραμένου Στάνλεϊ, σφίγγω ασυναίσθητα τα χέρια μου σε γροθιές, τόσο σφιχτά που νιώθω τα νύχια μου να μπήγονται στις παλάμες μου. Κάνω νεύμα με το κεφάλι μου να συνεχίσει.

-"Περπατήσαμε αρκετές ώρες και κάπου στα μισά του δάσους Σέιβερνεϊκ, τα ίχνη γίναν ιδιαίτερα πυκνά. Πολλαπλασιαστήκανε. Προσπαθώντας να διαπιστώσουμε, αν αυτό το μπλέξιμο από ίχνη οφειλόταν σε κάποια στάση, ή κάποια άλλη αιτία, εντοπίσαμε ίχνη από διαφορετικές κατευθύνσεις, που ενώθηκαν με την αρχική ομάδα που παρακολουθούσαμε. Βήματα από εξαντλημένους ανθρώπους, που πρέπει να περπατάγανε ώρες, καθώς ήταν εμφανές ότι τα βήματα όλο και γίνονταν πιο βαριά, σέρνονταν στο μουσκεμένο χώμα. Λίγο πιο πέρα βρήκαμε και μια νεκρή ηλικιωμένη γυναίκα. Ήταν άσκημα χτυπημένη και μωλωπισμένη σε όλο της το σώμα. Πιο πέρα, βρήκαμε μια κοπέλα γύρω στα εικοσικάτι, πυροβολημένη στην πλάτη. Νεκρή και αυτή." λέει και βαθιά θλίψη ζωγραφίζεται στο πρόσωπο και των τεσσάρων αντρών.

-"Ηταν... δικιά μας, δούλευε εδώ, στο κάστρο?" ρωτάω και η φωνή μου ίσα που βγαίνει.

-"Όχι άρχοντά μου, ήταν άγνωστη. Ποιος ξέρει από πού τις μαζέψανε."

Κάνει ένα βαθύ αναστεναγμό και συνεχίζει.

 -"Από κείνο το σημείο και μετά, η τεράστια πλέον ομάδα από πεζούς και έφιππους, λοξοδρόμησε και πήρε κατεύθυνση βορειοανατολικά."

-"Τους εντοπίσατε?" ρωτάω με σιγανή φωνή. Η εικόνα απ'τις νεκρές γυναίκες καταχτυπημένες και πεταμένες στο δάσος, ζωντανή μπροστά στα μάτια μου.

-"Ναι!" απαντάει πένθιμα ο επικεφαλής ιχνηλάτης. Μετά κάνει μια παύση και με κοιτάει. Το βλέμμα του σκοτεινιάζει. Κρύος ιδρώτας με λούζει. 

-"Μίλα! Πες τι βρήκατε." του λέω έντονα έχοντας αρχίσει να πανικοβάλλομαι. Τι συμβαίνει? Γιατί διστάζει να μιλήσει? Βρήκαν και τις υπόλοιπες γυναίκες νεκρές, σφαγμένες, άσχημα χτυπημένες? Όχι Θεέ μου, δεν μπορεί. 

-"Άρχοντα, εντοπίσαμε πού κατέληξαν οι ομάδες που ακολουθούσαμε. Δεν καταφέραμε όμως να βρούμε ούτε μία από τις γυναίκες μας." σταματάει να μιλάει και ξεροκαταπίνει.

-"Εντοπίσατε ή όχι την ομάδα που ακολουθούσατε?" ρωτάει ο Σερ Τζέιμς που δείχνει να έχει χάσει και αυτός την υπομονή του. 

-"Εντοπίσαμε πού κατέληξαν." λέει πένθιμα.

Κανείς μας δεν ανασαίνει. Περιμένουμε όλοι να μας δοθεί μια εξήγηση. Ο στρατιώτης συνεχίζει να μιλάει.

-"Βόρεια του Μάρλμπορο, αφού περάσαμε το σημείο που ο ποταμός Κέννετ συναντάει τον ποταμό Όγκ και έχοντας δεξιά μας το ποτάμι, έχει στηθεί ένα τεράστιο στρατόπεδο. Έχουν στρατοπεδεύσει και έχουν επεκταθεί σε μια τεράστια έκταση στα τελειώματα του δάσους και δίπλα στον ποταμό Ογκ. Εκεί κατέληξαν οι γυναίκες μας, αλλά και όλες οι άλλες ομάδες που εντοπίσαμε να ενώθηκαν στο δάσος Σέιβερνεϊκ."

-"Τεράστιο στρατόπεδο είπες?" ρωτάει ο Άντονι, με τα μάτια γουρλωμένα.

-"Ναι! Άντονι. Πρέπει να είναι τουλάχιστον δύο χιλιάδες στρατιώτες, αν όχι παραπάνω. Ήταν καλά οργανωμένοι, πλήρως εξοπλισμένοι και σε πλήρη δραστηριότητα. Υπήρχαν φύλακες και περίπολοι. Άλογα και άμαξες ανεφοδιασμού. Το ρίσκο ήταν μεγάλο αν πλησιάζαμε, ή μέναμε περισσότερο και γι'αυτό το λόγο απομακρυνθήκαμε και δεν καταφέραμε να εντοπίσουμε καμιά απ'τις γυναίκες μας. Αλλά είναι σίγουρο ότι βρίσκονται εκεί."

-"Πώς είστε σίγουροι?" κάνω την τελείως ανόητη ερώτηση, αλλά θέλω να ακούσω κάθε εκτίμηση που έχουν σχηματίσει.

-"Τα ίχνη εκεί οδήγησαν άρχοντά μου. Και μπορεί να μην είδαμε καμία απ'τις γυναίκες μας με τα μάτια μας, αλλά είδαμε ένα σωρό τέντες με γυναίκες που κάναν ένα σωρό δουλειές. Είναι μεγάλος ο αριθμός των στρατιωτών και χρειάζονται χέρια. Υπάρχουν άπειρες ανάγκες να καλυφτούν. Από μαγείρεμα χιλιάδων μερίδων φαγητού, πλύσιμο ρούχων, συλλογή, καθάρισμα, μεταφορά σκουπιδιών και αποβλήτων, μέχρι και ανάγκες ικανοποίησης και διασκέδασης των αντρών του στρατοπέδου. Τα κορίτσια μας είναι εκεί μέσα και υπηρετούν με τον ένα, ή τον άλλο τρόπο τον αγγλικό στρατό." λέει με μεγάλη θλίψη και σοβαρότητα.

Μένουμε όλοι παγωμένοι χωρίς να μιλάει κανείς μας. Μία ολόκληρη μεραρχία, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αντρών μου. Και το κορίτσι μου εκεί. Ανάμεσα σε χιλιάδες αγριεμένους στρατιώτες, να υπηρετεί και να ικανοποιεί τις ανάγκες και ορέξεις τους. Ανακατεύομαι! Το στομάχι μου φέρνει βόλτες, λες και ένα αόρατο χέρι το έχει πιάσει και το στρίβει. Τραβάω την καρέκλα και σωριάζομαι πάνω της. Δεν με κρατάνε τα πόδια μου.

 Στρέφω το βλέμμα μου προς τον Άντονι που με παρακολουθεί σαν γεράκι. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Εδώ που φτάσαμε, δεν υπάρχει πια επιστροφή. Σηκώνομαι πάλι όρθιος, έχοντας πάρει τις αποφάσεις μου. Απευθύνομαι κατευθείαν στους αξιωματικούς μου.

-"Σερ Τζέιμς, σερ Ουίλιαμ, συγκεντρώστε τους άντρες σας και ενημερώστε για τα σχέδια που συζητήσαμε και θα τεθούν σε ισχύ από αυτή τη στιγμή. Φροντίστε για τα γυναικόπαιδα όπως είπαμε."

Γυρίζω προς τα τέσσερα παλληκάρια που δείχνουν έτοιμοι να σωριαστούν κάτω. 

-"Η αποστολή σας ολοκληρώθηκε. Πηγαίνετε να φάτε και να ξεκουραστείτε. Μετά ενημερωθείτε για τη στρατηγική που θα ακολουθήσουμε και πάρτε τις θέσεις που θα σας υποδείξει ο Σερ Τζέιμς."

-"Σερ Τζέιμς έχεις το γενικό πρόσταγμα. Το αφήνω όλο πάνω σου. Πάρτε τις θέσεις σας και ας ελπίσουμε να μας βοηθήσει όλους ο Θεός."

Γυρίζω να φύγω.

-"Άρχοντά μου, πού πας? Γιατί μου αφήνεις το γενικό πρόσταγμα? Δεν θα είσαι μαζί μας?" με ρωτάει ο Σερ Τζέιμς.

-"Θα είμαι μαζί σας, όσο πιο σύντομα μπορώ. Αλλά πρώτα, έχω έναν όρκο να εκπληρώσω."

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top