~ 51 ~

   
~ Στην αναζήτηση νέου ίππου ~

      Πήρα μαζί μου τον Πέτρο και με την συνοδία του Κέιπ και της Μελάνιας και ένα μικρό αριθμό στρατιωτών για να επισκεφτώ το παζάρι των εμπόρων του Βασίλειου της Πέτρας. Είναι ένα από τα μεγαλύτερα στα γύρω νησιά και ταυτόχρονα το μεγαλύτερο στην Κάρλια... Εκεί με έσπρωξε με το ζόρι ο Ντικίλ και η Ελεωνόρα και βασικά και όλοι οι άλλοι να διαλέξω ένα καινούργιο άλογο...
+Πώς θα το κάνω αυτό? Εγώ κι ο Έλαμάναμου γνωριζόμασταν από παιδία! Είναι αντικατάστατος για εμένα.
-Θέλεις κάποιος συγκεκριμένο χρώμα ή ράτσα ή σχέδιο κύριε Φοινίκ?
-Όχι . Είπα μουντά, εσύ τι προτείνεις? Τον ρώτησα χαμογελώντας στο όμορφο προσωπάκι του. Και σε παρακαλώ, Φοινίκ σκέτο. Εντάξει Πέτρο.
Ο μικρούλης Πέτρος κοκκίνισε με τα λόγια μου. Αγαπούσα παρά πολύ αυτό το παιδί ήταν μοναδικό! Εξυπνο, ίσος και σε έναν μικρό βαθμό λιγομίλητο αλλά και με θάρρος και καλή καρδιά μέσα του... Ανακάτεψα τα ξανθά μαλλιά του.
-Δεν ξέρω για εσάς, εμένα μου αρέσουν τα ασπρόμαυρα ζώα. Το χρώμα του διατηρεί μια ισορροπία. Παρόλο που δεν με συμπαθούν και πόλυ τα άλογα. Ανέφερε δυσταχτικά την γνώμη του.
-Μμμ... Είπε σε βαθειά σκέψη. Προχωρήσαμε παρακάτω στην αγορά. Μπορούσες να βρεις στα πάντα. Ξύφη, λόνχες, τόξα, βέλη, ζώα από όλων των κόσμο ακόμα και μικρές βάρκες πουλούσαν. Στην Κάρλια απαγορευώντουσαν οι δούλοι. Μόνο οι βασιλιάδες είχαν κάποιους προσωπικούς υπηρέτες. Κι ακόμα και εκείνοι ήταν πάρα πολύ αγαπητοί ειδικά στο πρόην παλάτι μου. Ο Πέτρος κοιτούσε τα πάντα σαν να έβγαινε βόλτα σε μαγαζιά για πρώτη φορά. Ένα μικρό πουλάρι πετάχτηκε από το πουθενά και στάθηκε ακινητοποιημένο μπροστά του. Τα μάτια των δύο τους καρφώθηκα και έμειναν να κοιτάνε ο ένας τον άλλον. Ο Πέτρος έμοιαζε τρομαγμένος. Δεν ήταν και πολύ φιλόζωος... Ο ιδιοκτήτης του εμφανίστηκε καθώς έψαχνε να το βρει. Εκείνο δεν ήθελε, πήγαινε μόνο κοντά στον Πέτρο και τύχη τι να το πω, είχε τα χρώματα που του άρεσαν. Ήταν ένα ασπρόμαυρο πουλάρι με χοντρή γούνα με κάτασπρες φούντες -μποτάκια- στα πόδια. Ο ιδιοκτήτης του τελικά το μάζεψε με την βοήθεια του Πέτρου. Τον εμπιστευόταν πολύ το ζωντανό.
-Χίλια ευχαριστώ νεαρέ μου. Το έσκασε από την μάνα του και δεν μπορούσα να το πιάσω με τίποτα! Είναι πολύ επιφυλακτικός ο άτιμος. Χαμογέλασα στον άνδρα με τα κάτασπρα μαλλιά. Τον ακολουθήσαμε μέχρι τον στάβλο του. Η μητέρα του ήταν ένα πανέμορφο άλογο. Όχι τόσο δυνατό ή γρήγορο αλλά η ομορφιά του ξεχώριζε. Είχε αργό σταθερό βηματισμό και έμοιαζε αρκετά στον μικρούλη μας φυγά. Ο Πέτρος παρακολουθούσα κάθε του κίνηση. Το μικρό αλογάκι αφού είδε και χοροπηδούσε κοντά στην μητέρα του, τον πλησίασε για ακόμα μια φορά.

-Τα άλογα αυτά πουλιούνται? Ρώτησα και ο Πέτρος με κοίταξε χαραπός.
-Βασικά ναι, αλλά θέλει να αγοράσει την μητέρα ένας ακόμα άνδρας. Ξέρετε εγώ τα πουλάω για να μαζέψω προίκα στην κόρη μου, παρόλο που τα αγαπώ πολύ. Είναι κρίμα να χωρίσουν αλλά είναι πολλή ακριβή η ράτσα του οπότε ο άνδρας, ο Φαλξ ο εκπαιδευτής, θα πληρώσει πολλά. Δεν ξέρω αν μπορείτε να τα πάρετε και τα δύο... Μας ανέφερε δειλά.
Συζήτησα με τον άνδρα την τιμή. Τον πλήρωσα αμέσως. Εκείνος δεν περίμενε να μαζέψει τόσα πολλά χρήματα σε καμία περίπτωση. Ο Πέτρος χάρηκε αφάνταστα. Εγώ θα πάρω την μήτερα και εκείνος τον γιο της.
-Αλήθεια πώς θα τον ονομάσεις? Ρώτησα τον Πέτρο που το χάιδευε απαλά στο σβέρκο με χάρη.
-Φυγά! Μου απάντησε και γελάσαμε όλοι παρέα. Ο άνδρας με κοίταξε.
-Μοιάζει πολύ με της μητέρα του. Ακούει στο όνομα Ελευθερία. Μας ανέφερε.
-Λοιπόν Πέτρο, πήγαινε να ενημερώσεις τον Κέιπ ή την Μελάνια για την αγορά του Φυγά και της Ελευθερίας. Ο Πέτρος έτρεξε αμέσως να τους βρει.
-Έχει πολύ καλό παιδί με πολύ καλούς τρόπους. Μου είπε ο ηλικιωμένος άνδρας ενώ με χτύπησε ελαφρά στο ώμο.
-Μακάρι να ήταν. Δεν είναι γιός μου αλλά θα το ήθελα. Με τα λόγια μου τον ξάφνιασα.
-Έχετε μεγάλη καρδιά. Μου απάντησε πριν αποχωρήσω. Τον ενημέρωσα ότι θα επισκεφτώ εκείνον τον άνδρα να τον ενημερώσω για την αγορά. Ήθελα επιπλέον να ψάξω λίγο ακόμα μήπως βρω κάτι ενδιαφέρον... Καθώς πλησίαζα στην τοποθεσία που μου έδωσε -ο πρόην ιδιοκτήτης των αλόγων πλέον μου- μια φωνή με είχε συγκινήσει καθώς ψάχναμε στο ανατολικό μέρος του παζαριού. Ένα χλιμίτρισμα φοβισμένου ίσος και εξοργισμένου ζώου με οδήγησε καταπάνω σε έναν κλειστό αχυρώνα ενός εμπόρου. Απέξω η ταμπέλα έγραφε: «Αχυρώνας κ. Φαλξ.»
+Τύχη βουνό μετά σου λένε...
Κοίταξα λοιπόν τον άνδρα που θα έπερνε την Ελευθερία, το νέο μου άλογο. Είχε πάνω από τριάντα άλογα. Πανάκριβα και όλα τους με βαθιές ουλές. Τέλος, στο κέντρο εκπαίδευσης του κλειστού αχυρώνα υπήρχε ένα υπαίθριο μέρος εκπαίδευση για αρχικά μαθήματα στα άλογα. Το άλογο που εκπαιδεύονταν αυτήν την στιγμή και δεν έμοιαζε με κανέναν αλλά από όλο το νησί.
+Δεν μου αρέσει αυτό...
-Στα δύο! ΕΊΠΑ ΣΤΑ ΔΎΟ! Φώναζε ο άνδρας κρατώντας ένα μαστίγιο. Το άλογο δεν καταλάβανε όπως ήταν δυνατόν. Ο άνδρας χτύπησε το μαστίγιο στον αέρα. Το πουλάρι έμεινε στάσιμο και άφοβο στην θέση του, χωρίς να δείχνει ίχνος έστο κοινού ενδιαφέροντος... Δεν τον κοιτούσε καν. Αδιαφορούσε παντελώς.
-Δεν με ακούς? Τώρα θα δεις! ΣΤΑ ΔΎΟ! Φώναξε και πήγε να το χτύπησε με το μαστίγιο. Τον σταμάτησε η παρουσία μου. Άφησε το ζώο και πλησίασε με ένα ύπουλο χαζοχαρούμενο υφάκι προς το μέρος μου:
-Εκπαιδευτής Φαλξ, χάρηκα πολύ.
+Δεν θα το 'λεγα...
-Εκπαιδευτής κι εγώ, Φοινίκ. Του είπα και τον χαιρέτησα, τίποτα πάνω του δεν μου γέμιζε το μάτι.
-Μπορείτε να περιμένετε ένα λεπτό, έχω ακόμα να κανονίσω αυτόν τον ατίθασο ζωντανό που δεν λέει να υπακούσει με τίποτα. Μάζεμα θέλει η συμπεριφορά του...
-Θέλω να το αγοράσω. Είπα μονότονα.
-Δεν πουλιέται, άσε που είναι πανάκριβο. Μου είπε ενώ το πλησίασε για να το μαστιγώσει. Τον σταμάτησε η λαβή μου.
-Τι νομίζεις ότι κανείς? Με ρώτησε με μίσος.
-Άσε το άλογο! Σε ρώτησα κάτι πόσο κοστίζει όχι αν πουλιέται! Του μίλησα επιθετικά έτοιμος να τον πλακώσω στο ξύλο αν κριθεί αναγκαίο.
-Χαχα, όσο πενήντα μισθοφόροι για έναν μήνα σε πόλεμο με άθλιες συνθήκες. Αλλά και να τα έχεις σου είπα δεν το πουλάω! Είναι δικό μου! Χαμογέλασα μπροστά στη άσχημη μούρη του.
-Ήταν. Σου δίνω τα διπλάσια. Τους είπα ευθέως και εκείνος έτρυψε το μουστάκι του.
-Μπα και που θα τα βρεις? Με ρώτησε μην μπορώντας να με πιστέψει. Ο Κέιπ μπήκε στον χώρο ενώ μου είπε μόλις με πλησίασε:
-Τακτοποιήσαμε τα άλογα πρίγκιπα Φοίνικ.
-Πρι_πρι_γκιπας είπες? Τον πήρε κατάκαρδα.
-Ναι. Και για να τελειώνουμε Κέιπ, φώναξε τους φόρους μου.
-Αμέσως! Είπε και οι άνδρες μου εμφανίστηκαν μέσα στην σκηνή.
-Τι ζητάτε, κύριε? Είπε ένας από αυτούς για λογαριασμό των υπολοίπων.
-Τα άλογα κατασχέτονται στο όνομα μου και με την επιστροφή μου θα είναι και της βασίλισσας Ελεωνόρας. Πάρτε τα του όλα και το κεφάλι του δώστε το στα σκυλιά. Τέτοια κτήνη δεν ανήκουν στην Κάρλια. Έξω από εδώ όμως, μην τρομάξετε τα ζώα που δεν φταίνε και σε τίποτα. Είπα αμετακίνητος και προσπάθησα να πιάσω το άφοβο πουλάρι. Εκείνος πήγε να με δαγκώσει με πολύ προσπαθεί το έπιασα.
Η επιστροφή μου στο Βασίλειο ήταν κάτι παραπάνω από εγκάρδια. Ο Ντικίλ και η Ελεωνόρα που στεκόντουσαν στο προαύλιο με κοιτούσαν μπερδεμένοι.
-Τόσα άλογα και έναν φόνο. Δεν σε ξαναφήνω ποτέ να πας στην αγορά! Μου παραπονέθηκε Ελεωνόρα.
-Συμφωνεί, αλλά πρέπει να πάω τώρα στο στάβλο. Τα άλογα θέλω αν γίνεται να τα μοιράσω. Συμφωνείτε? Του ρώτησα.
-Εγώ δεν έχω αντίρηση το δικό μου είναι πρόην δικό σας σου άρα κάνε ότι θες. Είπε ο Ντικίλ, η Ελεωνόρα δεν μίλησε άρα κανονίστηκε... Προχωρήσα προς τον στάβλο. Είδα τον Κέιπ ο οποίος με πλησίασε.
-Αυτό το άλογο είναι σπαστικό! Ούτε πίνει γάλα από το μπολερό ούτε με αφήνει να το ακουμπήσω και το πιο περίεργο πάντα με κοίτα λες και καταλαβαίνει τι του λέω! Με αυτό το βλέμμα της αδιαφορίας απορώ πως και δεν το διώξατε! Σου έσπασε τα νεύρα. Καλή τύχη κ. Φοινίκ, εύχομαι επιτυχία. Δύσκολο όμως... Απόρησε με νεύρα στα ουράνια.
Κοίταξα το άλογο από την πόρτα του σταύλου. Άκουγα παιδικές φωνές και χλιμιντρίσματα. Είδα ένα αγόρι στην ηλικία του Πέτρου ίσος και λίγο μικρότερο να προσπαθεί να δώσει γάλα στο πουλάρι με ένα μπιμπερό.
+Μμμμ...
-Σταμάτα πεισματάρη! Σκέψου αν δεν το πιεις δεν θα έχει για πολύ ακόμα δύναμη να μου φέρνεις αντιρρήσεις!
Το άλογο πράγματι φαινόταν σαν να καταλαβαίνει τι του έλεγε. Το παρακολουθούσε και μόλις τελείωσε να μιλά του γύρισε την πλάτη όπως θα έκανε ένας νευριασμένος άνθρωπος! Το αγόρι όμως δεν το έβαλα κάτω...

~Μέσα από τα μάτια του Παϊ/ Παϊντερ~

     Μόλις έφυγε ο άνδρα από τον σταύλο προσπάθησα σκέφτηκα να προσπαθήσω κάθε εγώ να βοηθήσω αυτό το πεισματάρικο φίλο μου. Όλα τα άλογα στο σταύλο με συμπαθούσαν και με την ίδια αυτοπεποίθηση προσπάθησα να δεθώ και με αυτό. Λάθος σκέψη... Αυτό το ζώο δεν είχαν σαν τα άλλα! Δεν το έβαζε κάτω με τίποτα!
-Σταμάτα πεισματάρη! Του είπα ενώ πήγε να με δαγκώσει αντιδρώντας με αυτόν τον τρόπο στο να πιει από το μπιμπερό.
-Σκέψου αν δεν το πιεις δεν θα έχει για πολύ ακόμα δύναμη να μου φέρνεις αντιρρήσεις! Του είπα και φάνηκε να με κατάλαβε. Τον είχα συμπαθήσει τον άτιμο. Γύρισε από την άλλη δείχνοντάς μου την ουρά του και... Να μην περιγράψω. Σκέφτηκα τι μπορεί να του αρέσει. Ο άνδρα δοκίμασε με καρότο, με μήλο αλλά και πάλι ήταν αρκετά μικρός για να το φάει... Μου ήρθε μια ιδέα. Έβγαλα ένα αποξηραμένο σύκο από την τσέπη μου. Το πουλάρι αμέσως γύρισε περίεργο να δει το κάνω τα μάτια του μαύρα και στρογγυλά σαν κουμπιά κοιτούσαν συνέχεια να δουν τι κάνω. Πήρα ένα εργαλείο από το στάβλο και άρχισα να το βαράω μέχρι που έλιωσε και έγινε μικρά κομμάτια. Έβαλα τα κομματάκια μέσα στο μπιμπερό.
+Για να σε δούμε τώρα.
Πλησίασα το μπιμπερό προς το μέρος του. Δεν αντιστάθηκε. Φάνηκε από τον χαρακτήρα του, η μεγάλη περιέργεια να μάθει τι το έβαλα εκεί μέσα. Ήπιε μια γλυκιά ενώ με κοιτούσε εξεταστηκά κάθε μου κίνηση έτοιμο για αντίποινα αν έκανα κάτι άλλο εκτός εκτός βέβαια αυτό που ήθελε...
-Πίνει! πίνει! Φώναξα χαρούμενος ενώ χαμογέλασα στην επιτυχία μου. Αλλά ο άτιμος μικρούλης δεν με άφησε να χαρώ ούτε αυτό! Έφτυσε στο πρόσωπο μου. Το πρόσωπο μου έγινε άσπρο από το γάλα. Το μπουκάλι έπεσε κάτω και τότε ήταν και μόνο τότε το ήπιε όλο. Είχα γίνει χάλια. Άκουσα από πίσω μου έναν άνδρα να γελά. Τρομοκρατήθηκα και στάθηκα προσοχή.
-Πώς σε λένε μικρέ? Είπε χαμογελώντας μου ενώ με πλησίασε.
-Παϊ, δηλαδή Παϊντερ κύριε.
+Οχ τι τημωρία θα φάω σήμερα...
-Πού είναι οι γονείς σου μικρέ μου φίλε? Με ρώτησε ενώ γονάτισε για να σταθεί στο ύψος μου.
-Δεν δεν... Τους έχασα. Είπα. Με έφεραν εδώ οι Λιμνοφιδίων για να προσέχω τα άλογα τους. Εκεί εμένα πρώτα μαζί νε τους γονείς μου μέχρι...
-Κατάλαβα. Το πουλάρι χλιμίντρισε αγριεμένο καθώς ακουμπούσε το χέρι του στον ώμο μου.
+Με προστατεύει ή χαίρεται που φοβάμαι?
-Εσείς οι δύο τα πάτε πολύ καλά. Τι θα έλεγες να αναλάβεις εξολοκλήρου την φροντίδα του? Έτσι θα χαρώ και εγώ και ο μικρούλης μας μπελάς, τι λες? Αφουγκράστηκε επιθετικά το άλογο στην λέξη «μικρούλης» σηκώνοντας ψηλά το κεφάλι σε ένδειξη υπεροχής.
-Καλά καλά μην αρπάζεσαι. Ξέρω ότι δεν με συμπαθείς. Μίλησε ο άνδρας με λεπτή φωνή στο άλογο.
-Μα κύριε αυτό το άλογο το αγόρασε ο πρίγκιπας και είναι πολύ σπάνιο. Το μοναδικό στην Κάρλια! Είπα και ο άνδρας με τα μαύρα μαλλιά και τα εξωπραγματικά γκρίζα μάτια γέλασε.
-Έχεις την συγκατάθεση του. Μου είπε.
-Πώς το ξέρετε? Τον ρώτησα δειλά.
-Γιατί εγώ είμαι ο ίδιος αυτοπροσώπως.
Έχασα την γη κάτω από τα πόδια μου. Μιλούσα τόση ώρα στο πρίγκιπα των Δεντριδών και μου ανέθεσε την φροντίδα ενός αλόγου του! Αδύνατον! Ο άνδρας αποχώρησα ενώ λίγο πριν βγεί από το σταύλο μου είπε:
-Διάλεξε και όνομα στον πεισματάρη μας κάτι θα βρεις. Έμεινα μόνος μου με το πουλάρι. Εκείνος με κοίταξε με το ίδιο βλέμμα και πριν.
-Με συμπαθείς στα αλήθεια? Το ρώτησα χωρίς να περιμένω απάντηση. Εκείνο στα λόγια μου κοίταξε άλλου.
+Πώς λες να τον βγάλω?
-Θες να σε πω Πεισματάρη? Στρίγκλο? Αγενή ίσος αυτό σου πάει? Τον ρώτησα και εκείνο έγδαρε το πόδι του επιθετικά στο σανό.
-Αυτό το κατάλαβα, θες να με δγάρεις ζωντανό. Είπα και γέλασα από μέσα μου.
- Λοιπόν ας το αφήσουμε για την αρχή "Ανώνυμος" και βλέπουμε. Το πουλάρι χλιμήντρισε στο άκουσμα.
-Αυτό θες? Ε "Ανώνυμε"? Επανάλαβα.
-Με πλησίασε στο άκουσμα και για πρώτη φορά. Χάιδεψα την μουσούδα του και εκείνο μύρισε το χέρι μου.
-Το βρίσκαμε από ότι κατάλαβα... Είσαι ξεχωριστός. Του είπα και με κοίταξε στα μάτια. «Κι εσύ», μόνο έτσι μπορούσα να το μεταφράσω αυτό το βλέμμα.
-Χαχα για την γνωριμία. Παϊ. Του είπα.
+Θα τα πάμε πολύ καλά εμείς οι δύο...

Η εικόνα δεν είναι ρεαλιστική. Συγνώμη για αυτό αλλά δεν βρήκα ούτε μία στην ράτσα που έψαχνα!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top