~ 46 ~
~ Ανατροπή ~
Το απόγευμα μας είχε προλάβει στο γυρισμό. Η ψυχή μου διαλυμένη σε χίλια κομμάτια με ακουλούθησε δειλά μαζί με το σώμα μου. Δίπλα μου -όπως και σε όλη τη διαδρομή- στεκόταν η Κριστάλια. Προτίμησε να αφήσει τον Άστερντ της και να με ακολουθήσει με τα πόδια... Δεν άντεχα να καβαλήσω κανένα άλλο άλογο ούτε καν τον Κουφό... Ο Ντικίλ πιο πίσω συνόδευε την Ελεωνόρα που καθόταν πάνω σε μια καστανοκόκκινη φοράδα. Δεν την άφηνε ούτε να καλπάσει ο υπερπροστατευτικός χαζομπαμπάς... Η Μελίγια μπροστά μας, κοντά στο Ραούλ, συνόδευαν τον αλυσοδεμένο Φίλντιξ. Κρατούσε τα ινία της Βολίδας και φαινόταν να διασκεδάζει το θέμα περί του αιχμάλωτου Φίλντιξ. Την είχε αιχμαλωτήσει κάποτε και δεν μπορώ να πω ότι τα συναίσθημα που τρέφει για το πρόσωπο του είναι ευχάριστα...
Πλησιάσαμε προς το Κάλβερ όταν ξαφνικά εμφανίστηκε μέσα από τις σκιές ένας στρατιώτης της φρουράς του Βασιλείου. Η Ελεωνόρα σε εγρήγορση τον ρώτησε αν έχει συμβεί κάτι καθώς έχει λαχανιάσει. Η Μελίγια που βρίσκονταν πιο κοντά του πήγε να τον βοηθήσει όμως εκείνος έβγαλε μαχαίρι! Την άρπαξε και απειλώνας μας ότι θα της κάνει κακό φώναξε:
-Παραδωθείτε αλλιώς η φίλη σας θα πάει στον άλλον κόσμο! Μας διέταξε ο καστανομάλλης νεαρός. Ήμασταν ανήμποροι να αντιδράσουμε.
-Τι θέλεις? Το Φίλντιξ και εμένα? Τον ρώτησα ενώ ο Ραούλ κρατούσε γερά τον Φίλντιξ μην του ξεφύγει.
-Χα! Ναι πράγματι ο Λίτσβερ πληρώνει πολλά για εσένα και αρκετά για τον γιό του, αλλά τι κρίμα! Ο βασιλιάς Βαρόνος δίνει τα διπλά σε όποιον επιστέψει την κόρη του! Φώναξε ενώ μόλις κατάλαβαμε τις προθέσεις του...
-Άσε την Μελίγια ήσυχη! Φώναξε η Κριστάλια και όλοι έβαλαν τα σπαθιά τους. Ο άνδρας με τα κάστανα μάτια ήταν σβέλτος.
-Λάθος κίνηση! Φώναξε και με τα λόγια του τριάντα τοξότες με Ψ.Α.Λ.Ι.Δ ανάμεσα τους κρατώντας τόξα στα χέρια τους πετάχτηκαν μέσα από τους θάμνους.
-Πείτε αντίο στην φίλη σας! Άρθρωσε αυτές τις λέξεις σε κίνηση να της κόψη το λαιμό. Ο Φίλντιξ όμως πήδηξε στον αέρα παίρνοντας της αλυσίδες του μπροστά ελευθερώνοντας τε χέρια του. Ξεφεύγοντας από τα χέρια του Ραούλ προχώρησε προς το μέρος του Ναντ.
-Αα δεν θα με έσωζες. Του μίλησε χαλαρά και ταυτόχρονα φιλικά.
-Τι κάνω ο κακόμοιρος ο μισθοφόρος? Το πορτοφόλι μου κοιτάω. Μου κρατάς κακίας? Τον ρώτησε με ειρωνικό ύφος ο τύπος που στην συνέχεια έμαθα πως τον λένε Ναντ. Ήθελε να μάθει τις προθέσεις του.
-Όχι, καθόλου. Και εγώ το ίδιο θα έκανα. Του απάντησε χαλαρά Φίλντιξ.
-Εξάλλου ξέρω που με σπέρνει. Αλυσοδεμένος είμαι και άοπλος, για τρελό με κόβεις? Δικαιολόγησε τις προθέσεις του. Εκείνος δεν απάντησε αλλά άλλαξε το βλέμμα του κοιτόντας εμάς.
-Ώρα για δική! Φώναξε έτοιμος να σκοτώσει την Μελίγια.
-Σταμάτα, παραδίνομαι! Φώναξε η Κριστάλια ενώ ξέφυγε από το κράτημα μου τρέχοντας προς τό μέρος του.
-Άφησε την ήσυχη και θα κάνω ότι πεις! Πήγα να την βοηθήσω αλλά ο Ντικίλ με τράβηξε από το χέρι. Κούνησε το κεφάλι του αρνητικά.
-Μπράβο, καλό κορίτσι. Την ειρωνεύτηκε ο Ναντ ευχαριστιμένος που το σχέδιο του είχε πετύχει. Μάλιστα τις έβγαλε χειροπέδες ο ίδιος μου ο αδελφός!
-Άφησέ τους τώρα. Του μίλησε σχεδόν επιθετικά η Κριστάλια προσπαθόντας να κρύψει τον φόβο της για την συνέχεια.
-Ωραία. Κύριοι μου, είμαι στην ευχάριστη θέση να σας πως θα πεθάνετε όλοι! Φώναξε και γέλασε με τρομαχτικό τρόπο.
Ο Ντικίλ με μιας προσπάθησε να καλύψει το σώμα της Ελεωνόρας και όλοι οι υπόλοιποι μαζεύτηκαν. Όμως αυτό που δεν περίμενε κανείς είναι η μετέπειτα πράξη του Φίλντιξ! Τραβώντας το σπαθί από το του χέρι του Ναντ -με το οποίο ήθελε να αποκεφαλίσει την Μελίγια- τον άρπαξε και του το κάρφωσε στην καρδιά δύο φορές! Οι άνδρες του Ναντ δεν άργυσαν να αντιδράσουν, το αποτέλεσμα όμως, ήταν ήδη καθορισμένο. Ο στρατός του Ντικίλ και της Ελεωνόρα ξεχύθηκε σαν λυσασμένα σκυλιά πάνω τους. Τα βέλη δεν τους προλάβεναν. Η Φίλντιξ έλυσε τις αλυσίδες της Μελίγιας και εκείνη έτρεξε να ανέβει στην Βολίδα. Ο Φίλντιξ έσκυψε για να αποφύγει τα βέλη ενώ όρμηξα και εγώ τραβώντας από την θήκη τον ξίφος μου. Ελευθέρωσε την Κριστάλια και εκείνη σφύριξε στον Άστερντ. Έμεινε πίσω να προστατέψει την Ελεωνόρα όπως εγώ κι η Μελίγια ενώ ο Ραούλ, ο Ζάρικ, και όλοι άλλοι στρατιώτες, προχωρήσαμε με έφοδο προς τους τοξότες. Εκείνοι υποχώρησαν άτακτα σε φυγή. Με το σπαθί μου κάρφωσα έναν ενώ έτρεχε. Μιας όμως δεν ήμουν έφιππος γύρισα πίσω...
~ Μέσα από τα μάτια του Ραούλ ~
Κυνηγούσαμε τους δειλούς στρατιώτες στο δάσος. Διέταξα το μεγαλύτερο μέρος τους στρατού αποχωρίσει και να επιστρέψει πίσω. Το πυκνό δάσος με τα πεύκα απλονώταν μπροστά μου. Το έστιχτό μου μου έλεγε να περιμένω επίθεσή και δεν αμφέβαλλα για την άποψη του ποτέ. Το τοπίο του δάσους σε ξεγελά εύκολα και κρύβεσαι καλύτερα. Τέλειο για έναν τοξότη.
Κράτησα λοιπόν τους καλύτερους άνδρες με το μέρος μου. Έτσι μια ομάδα δεκαπέντε ανδρών ήταν αρκετή για
δέκα φυγάδες και μάλιστα τοξότες.
-Προσέχετε! Του ενημέρωσα. Οποιοδήποτε λάθος μπορεί να οδήγησε σε... Κάτω! Φώναξα μια έσκυψα γρήγορα. Ένα βέλος πέρασε ξυστά το κεφάλι μου. Αγκυστρόθηκε βάναυσα στην σάρκα του αλόγου του Τζακ. Το πλάσμα τρομοκρατιμένο σηκώθηκε στα πισίνα του πόδια και ο φίλος μου έπεσε κάτω.
+Παγίδα!
-Υποχώρηση! Φώναξα και με ακολούθησαν οι στρατιώτες του Ντικίλ πίστα όχι όμως και τις Ελεωνόρα, εκείνοι έμειναν πίσω. Ενώ οι άνδρες μου βοήθησαν τον Τζακ και αποχώρησαν σβέλτα. Αμέσως μετά, διαπίστωσα κάτι παράλογο. Γύρισα να τους φωνάξω τραβώντας τα ινία, του Καβλ, του κάτασπρου αλόγου μου:
-Τι κάνετε! Διέταξα υποχώρηση! Τους φώναξα ενώ με αγνόησαν.
-Δεν ακούμε διαταγές από νερόπαιδο! Οι Ορεινοί δεν υποχωρούν τόσο εύκολα! Μου είπε ένας θεότρελος.
-Δεν με ακούν! Φώναξα στον Ζάρικ ενώ ένα βέλος πέτυχε ένα από του τέσσερις αναπομείναντες άνδρες στην πλάτη. Έπεσε κάτω νεκρός. Οι άλλοι τρεις άνδρες προχώρησαν προς την πορεία του τόξου...
Δεν μπορούσα να τους αφήσω πίσω, όσο και αν με προκαλούσαν. Ήθελα να τους ακολουθήσω αλλά μια φωνή πόνου με σταμάτησε. Ο Ζάρικ χτυπήθηκε από βέλος!
+Όχι όχι δικό μου το λάθος!
Έτρεξε και πρόφτασα τους άλλους.
-Θέλω βοήθεια! Ο Ζάρικ χτυπήθηκε! Φώναξα και επιτέλους προθυμοποιήθηκαν να με ακούσουν. Φτάσαμε στο σημείο της τραγωδίας. Δύο ξανθοί και μεγαλόσωμοι άνδρες -τι λέω όλοι έτσι ήταν!- σήκωσαν το πτώμα του άτυχου Ζάρικ... Το είχε πετύχει το βέλος απευθείας στην καρδιά.
Κοίταξα στο δάσος. Είδα έναν από αυτούς του σκοπευτές. Σημάδευαν τον νεαρό που μου αντιμίλησε πριν από λίγο. Τον έριξα από το άλογο του με μια σπροξιά. Δεν φτάνει που πέτυχε εμένα το βέλος στον ώμο μου, άκουσα και τις βρισιές από πάνω! Ο άνδρας μόλις είδε τι πραγματικά έκανα μου απάντησε λυπητερά:
-Συ_συγνω... Πήγε να πει άλλα του απάντησα απότομα:
-Τι πάει να πει συγνώμη! Ένας άνδρας, οικογενειάρχης πέθανε εξαιτίας σας! Όλα αυτά γιατί παρακούσατε σαφή εντολές! Τους φώναξα και δεν μείναμε να φάμε και άλλα τόξα. Καλπάσαμε μακριά από αυτό το θανατερό μέρος προς το ξέφωτο όπου βρισκόντουσαν και οι άλλοι...
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
-Τι σε έπιασε και μας βοηθήσεις? Ρώτησε σοκαρισμένη η Ελεωνόρα. Εσύ είσαι εχθρός μας! Του φώναξε.
-Εεεε, έπρεπε και εγώ να βρώ κάποιον τρόπο να γλυτώσω από το δικό σου το χεράκι Βασίλισσα. Την ειρωνεύτηκε ο Φίλντιξ και ήταν έτοιμη να του σπάσει το σαγόνι. Πριν Ντικίλ μπήκε ανάμεσα τους.
-Γλυκιά μου γυναικούλα δεν κάνει να συνχίζεσαι στην κατάσταση σου. Συζήτησε την τιμωρία του μαζί με τον Ραούλ και με συγκατάθεση του Φοινίκ εγώ θα κάνω ότι μου πείτε.
-Πρόβατο. Ξερώβηξε ο Φίλντιξ και έφαγε μια γερή γροθιά στην κοιλιά από το "χεράκι" μου.
-Επειδή μας έσωσες δεν σημαίνει κι ότι έχεις το δικαίωμα να μας κρίνεις! Του απάντησα μονότονα.
-Καλά καλά. Βασιλιά, το τσιράκι σου κατεύθασε. Είπε και έδειξε με το δάκτυλο το τον Ραούλ. Ήταν πληγωμένος και δύο στρατιώτες μετέφεραν ένα πτώμα.
-Όχι! Αναφώνησαν τα κορίτσια και εγώ το ίδιο. Κατευθύαν βρεθήκαμε στο πλευρό του Ραούλ και στο σώμα του νεκρού Ζακ.
-Όχι ο Ζακ. Μοιρολογούσε η Κριστάλια στο πλάι μου. Η Μελιγια δάκρυσε ενώ η Ελεωνόρα έμεινε ακίνητη στην θέση της.
-Τι έγινε? Ρώτησε δειλά ο Ντικίλ και ο Ραούλ τους απάντησε:
-Λάθος μου. Δεν περίμενα να μας επιτεθούν και... Μας έστησαν ενέδρα. Δέκα άνδρες ξέφυγαν. Απολογήθηκε.
Η διαδρομή μέχρι το κάστρο έγινε με βαρειά καρδιά. Η Ελεωνόρα πρότεινε σε έναν στρατιώτη να ενημερώσει το θάνατο του Ζακ στην σύζυγο του. Βαριά υποχρέωση...
-Θα πάω εγώ. Δεν είμαι και στα μαύρα μου χάλια. Παραπονέθηκε ο Ραούλ.
-Όχι θα πάω εγώ. Είπε ένας νεαρός ενώ λίγο πριν φύγει άκουσα κάποια πράγματα τυχαία.
-Σε ευχαριστώ που δεν μας κάρφωσες. Του μίλησε ο νεαρός μετανιωμένος.
-Λάθη γίνονται το θέμα είναι ότι χάθηκε μια ζωή... Του
απάντησε ο Ραούλ και κατάλαβα το λόγο που πήρε όλοι την ευθύνη πάνω του...
+Είναι ο πιο καλός άνθρωπος που γνωρίζω και ας είμαι μόλις δύο χρόνια μικρότερος μου.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top