κεφάλαιο 50 Να την προσέχεις
Το κεφάλαιο ξεκιναει έτσι,με τη φωτογραφία έξω και το βίντεο πάνω,γιατί για να γράψω αυτό το κεφάλαιο έπρεπε να μπω μέσα του,να νιώσω όπως νιώθουν εκείνοι, με αυτό το τραγούδι (δεν ακούω τέτοια μουσική) με συνδέει κάτι για πάντα οπότε μπήκα εύκολα στο μουντ.
Νομίζω ότι ταιριάζει στους ήρωες μας και θα παίξουν στοίχοι παρακάτω!
Τέρμα το ηχείο λοιπόν και πάμε...
Έντεκα ώρες και πενήντα λεπτά πριν το γάμο.
Όλο το βράδυ σκεφτόμουν και κατάστρωνα σχέδια διαφυγής μα όλα έπεφταν στο κενό.
Από τη μια το να φύγω έμοιαζε λύση,από την άλλη το να μείνω ήταν μονόδρομος, κυρίως για τη μικρή.
Ο Αχιλλέας δίπλα μου κοιμόταν γαλήνια,σε λιγότερο από δώδεκα ώρες θα γινομουν γυναίκα του και μόνο έτσι δεν το είχα φανταστεί.
Έτρεμα στην ιδέα ότι θα μάθει κάτι,πως ο Δάμος θα του πει...
Όπως τρελαινόμουν και στην ιδέα ότι εκείνος κοιμόταν λίγα τετραγωνικά μακριά από εμένα,με μια άλλη γυναίκα.
Την αδερφή του άντρα μου.
Σηκώθηκα όρθια και πήγα δίπλα στο παράθυρο ενώ φόρεσα το πουκάμισο του Αχιλλέα.
Στάθηκα στην άκρη και χαζευα την αυγή,που είχε αρχίσει να δημιουργεί όμορφα χρώματα νικώντας το σκοτάδι.
Κάπως έτσι είχα νιώσει και εγώ,σαν την αυγή,που κατάφερα και έβγαλα όλα τα όμορφα χρώματα του Δάμου προς τα έξω και ήταν πολλά,μα τώρα πια δεν υπήρχε κανένα.
Μαύρο...
Σκοτάδι...
Έπαιζε τόσο καλά θέατρο χθες το βράδυ,που κόντευα να πιστέψω κι εγώ πως είναι ερωτευμένος και δεν είναι εδώ για εμένα!
Για εμένα!
Τι περίμενα; Να έρθει και να μου πει γύρνα πίσω; Να μην με ψάξει ποτέ;
Πόσο ανόητη ήμουν!
Πόσο επιπόλαια τα πήρα όλα τότε...
"Θα μπορούσα να σε κοιτάζω κάθε πρωί έτσι..." Η φωνή του Αχιλλέα με τρόμαξε και πετάχτηκα μέσα από τις σκέψεις μου.
"Καλημέρα!" Του χάρισα το πιο γλυκό χαμόγελο που είχα,του άξιζε άλλωστε!
Κάθισα δίπλα του και εκείνος ανακάθησε στο κρεβάτι και με πήρε στην αγκαλιά του.
"Καλημέρα μωρό μου! Επιτέλους ήρθε η μέρα που θα σε κάνω δικιά μου!" Μου είπε και με φίλησε απαλά στα χείλη.
"Αχιλλέα ξέρω ότι είναι λάθος αλλά θέλω να σε ρωτήσω για να σιγουρευτώ! Είσαι απόλυτα σίγουρος ότι δεν θα μετανιώσεις αν με παντρευτείς;" Πήγε να μιλήσει και τον σταμάτησα.
"Δεν σε ρωτάω για όλα αυτά που κουβαλάω,αλλά και επειδή δεν μπορώ να κάνω παιδί! Ίσως μετανιώσεις αργότερα,ίσως θελήσεις να κάνεις ένα δικό σου..."
"Μην κουράζεις το μυαλουδάκι σου άδικα! Δεν θέλω τίποτα που δεν θα έχει εσένα μέσα στη ζωή μου..."
Αχ και να ήξερες Αχιλλέα μου.
Έπεσα στην αγκαλιά του και εκείνος με έκλεισε μέσα της και χάθηκα.
Έκλεισα τα μάτια μου και για μια στιγμή τα ξέχασα όλα.
Τον Δάμο,τη Μαρίλια τους πόνους μου το παρελθόν μου όλα!
"Πάμε να πάρουμε το πρωινό μας; Τι ώρα ειναι;" Έσπασε τη σιωπή ο Αχιλλέας και κοίταξα το ρολόι που είχα στο κομοδίνο μου.
"Οκτώ παρά τέταρτο!" Του απάντησα και έβγαλα το πουκάμισο του μένοντας όπως με γέννησε η μάνα μου.
Εκείνο το άβουλο πλάσμα που έσερνε από τη μύτη ο πατέρας μου και δεν έπρεπε να θυμηθώ τώρα.
"Τι λες για πρωινό στο κρεβάτι σήμερα;"
Του είπα και εκείνος μαρμάρωσε και κοίταζε το κορμί μου όπως ένας κυνηγός το θήραμα του.
"Σαν τρελός θέλω Μαρκέλλα,όμως δεν γίνεται! Είναι ντροπή πρώτη μέρα με την αδερφή μου και τον Μάνο να μην εμφανιστουμε στο πρωινό."
Μου απάντησε και έφυγε στο μπάνιο.
ΑΥΤΟ ΑΚΡΙΒΩΣ ΔΕΝ ΘΈΛΩ,ΑΛΛΑ ΜΑΛΛΟΝ ΔΕΝ ΦΤΑΝΕΙ Η ΑΠΟΠΛΆΝΗΣΗ!
"Ετοιμάσου και εσύ! Σήμερα μέρα που είναι θέλω την οικογένειά μας ενωμένη."
Μου φώναξε από το μπάνιο και εγώ στριφογυρισα τα μάτια μου.
Μπήκα στη ντουλάπα μου και φόρεσα ένα ροζ φόρεμα με λουλούδια που έφτανε ως τον αστράγαλο μου ενώ από πάνω τα μανίκια ήταν ως τους αγκώνες μου.
Μου πήγαινε πολύ αυτό το φουστάνι και ήταν από τα αγαπημένα μου.
Δεν ήθελα να είμαι τίποτα λιγότερο από τέλεια.
Έκανα ένα ελαφρύ μακιγιάζ και όταν ξανά μπήκα στη κρεβατοκάμαρα ο Αχιλλέας με περίμενε κοιτάζοντας κάτι στο κινητό του.
"Νεράιδα μου!" Φώναξε και εγώ έκανα μια στροφή και μια πριγκιπική υπόκλιση.
Με έπιασε από τη μέση και βγήκαμε από το δωμάτιο πειράζοντας ο ένας τον άλλο.
Όταν κατεβήκαμε στη κουζίνα η Αργυρώ είχε ετοιμάσει τα πάντα και σέρβιρε ενώ ήταν ήδη εκεί η Λάουρα με την Υβόννη και τη Μαρίλια.
Η καρδιά μου ανέβασε παλμούς, φοβόμουν τόσο να μην καταλάβει κάτι ο Αχιλλέας που ήταν δίπλα μου.
"Καλημέρα!" Είπαμε σαν χοροδια με τον Αχιλλέα.
"Καλημέρα παιδιά μου!" Απάντησε χαμογελαστή η Υβόννη όσο εγώ πήρα θέση δίπλα στη κόρη μου.
"Καλημέρα!" Απάντησε και η Μαρίλια.
"Που είναι ο Μάνος;" Ρώτησε ο Αχιλλέας και εγώ άφησα απαλά να βγει η αναπνοή μου.
"Πήγε για τρέξιμο,έτσι κάνει κάθε πρωί!" Απάντησε εκείνη και δάγκωσε μια μπουκιά από το πρωινό της.
"Ενδιαφέρον έχουμε και κοινά χόμπι!" Παρατήρησε ο Αχιλλέας και άνοιξε το ραδιόφωνο όπως κάθε πρωί.
Και να ήταν μόνο αυτό το κοινό σας στοιχείο!
Ξεκίνησα να αλείφω τις φρυγανιές της Λάουρας με τη μαρμελάδα όταν ένιωσα μια παρουσία να περπατάει προς το μέρος και δε χρειάστηκε να κοιτάξω καθόλου για να καταλάβω ποιος ήταν.
Η μυρωδιά του κατέκλυσε το χώρο!
"Καλημέρα!" Είπε και κάθησε δίπλα στη Μαρίλια αφού της άφησε ένα φιλί στα χείλη, κάνοντας τη καρδιά μου να σταματήσει τους χτύπους της για κάποια δευτερόλεπτα.
Τα Μάλια του ήταν ακόμα νωπά από το μπάνιο και οι φόρμες του αγκάλιαζαν τέλεια το γυμνασμενο κορμί του.
"Καλημέρα αγόρι μου!" Απάντησε η Υβόννη!
"Καλημέρα Μάνο,έμαθα αθλείσαι κάθε πρωί, όποτε είμαι εδώ μπορούμε να πηγαίνουμε μαζί!" Δήλωσε ευδιάθετα ο Αχιλλέας και εγώ ξεροκαταπια.
Δεν μπορούσα να διανοηθώ ότι θα συνήθιζα κάποια στιγμή όλη αυτή την άβολη κατάσταση που περνούσα.
Για μένα αυτό ήταν θάνατος.
"Γιατί όχι; Απλώς τρέχω αρκετά χιλιόμετρα!" Απάντησε υπεροπτικά ο Δάμος και εγώ ανέβασα παλμούς.
"Και ο Αχιλλέας το ίδιο! Κάποτε ασχολούταν με τον στίβο για χρόνια!" Του απάντησα στον ίδιο κοροιδευτικό τόνο και ο Αχιλλέας μου χάιδεψε τη πλάτη.
"Τέλεια τότε! Εγώ πηγαίνω πάντα πρωί στις έξι! " Απάντησε στον Αχιλλέα ενώ κοίταζε εμένα και γύρισε στο τέλος σε εκείνον.
"Κοίτα σύμπτωση και εγώ το ίδιο συνήθως για να προλαβαίνω να παίρνω έπειτα πρωινό με αυτή την όμορφη γυναίκα δίπλα μου." Του απάντησε και είδα τις φλέβες του Δάμου να πάλλονται.
Κάτι υπήρχε ακόμα μέσα του,το ένιωθα!
Εκείνος χαμογέλασε τυπικά και έβαλε το χέρι του πίσω από τη πλάτη της Μαρίλιας.
Η Υβόννη ξεκίνησε τη συζητη για τις ετοιμασίες του γάμου και εγώ έμεινα σιωπηλή να τρώω το πρωινό μου και να προσπαθώ να αποβάλλω όλους αυτούς που είχα γύρω μου από το μυαλό μου.
Άκουγα το ραδιόφωνο και ταξίδευα αλλού.
"Πάμε τώρα να ακούσουμε και ένα κομμάτι για τους ανεκπλήρωτους έρωτες,για εκείνες τις αγάπες που δεν ευδοκίμησαν όπως θα θέλαμε και στο τέλος μας τις έκλεψαν μέσα από τα χέρια μας!" Σχολίασε η εκφωνήτρια και ξεκίνησε να παίζει ένα νοσταλγικό κομμάτι που δεν είχα ξανά ακούσει ανατριχιαζοντας με.
Έγειρα το κεφάλι μου και ατένιζα έξω όσο ο ήχος του τραγουδιού άγγιζε τη καρδιά μου.
"Δεν σε ξέρω μα έμαθα να σε ζηλεύω βλέπεις αυτή που αγαπώ στην αγκαλιά σου τη βλέπω..."
Από τα πρώτα λόγια με άγγιξε βαθιά,ήταν τόσο όμορφο μια κατάθεση ψυχής.
"Νόμιζα θα έρθει να με βρει όμως δεν είναι εδώ..."
Κοίταξα τους υπόλοιπους και τον είδα να τρώει και να με κοιτάζει στα μάτια.
Ήταν λες και ήταν μόνο εγώ και εκείνος όσο οι υπόλοιποι συζητούσαν τις λεπτομέρειες της ημέρας.
"Πρόσεχε την γιατί εγώ είμαι ο χειρότερος,από μας τους δυο είσαι σημαντικότερος...
Δεν σε ξέρω αλλά να την προσέχεις αυτήν που αγαπώ εσύ την έχεις θα θελα να μαι εσύ..."
Τα μάτια μας κολλημένα και παγωμένα,σαν να μιλούσαν μόνα τους,σαν να έλεγαν όσα ξέραμε πως δεν θα έλεγαν πια τα χείλη.
Με κοίταζαν και μου έλεγαν με σκότωσες Ροζαλία,μπορεί να αστόχησες με τη σφαίρα μα με τσακισες.
Με τσακισες τόσο που όταν κατάφερα να σηκωθώ συνειδητοποίησα ότι είχα φτιαχτεί από την αρχή,όμως από πέτρα.
"Τι λες Μάνο συμφωνείς;" Ρώτησε η Μαρίλια και βγήκαμε από το παράλληλο σύμπαν που ταξιδεύαμε.
"Συγνώμη ήμουν αφηρημένος δεν άκουσα τι με ρώτησες!" Δικαιολογήθηκε εκείνος και εγώ στράφηκα και πάλι στο φαγητό μου δαγκώνοντας ένα κομμάτι από τη φρυγανιά μου προσπαθώντας να αγνοήσω τα δάκρυα που είχαν μαζευτεί στις γωνιές των ματιών μου.
"Σκεφτήκαμε να οδηγήσεις εσύ στην εκκλησία τη Μαρκέλλα και με το αυτοκίνητο και στον γαμπρό!" Του ανακοίνωσε με ενθουσιασμό εκείνη και εγώ κόντεψα να πνιγώ και βιαστικά πήρα τον χυμό μου και ήπια.
"Θα με παραδώσει η Λάουρα στον μπαμπά της! Βιάστηκα να μιλήσω εγώ για να μας βγάλω από αυτή την ανόητη κατάσταση στην οποία εξ αρχής μας έβαλε αυτος ερχόμενος εδώ.
"Εντάξει τότε θα οδηγήσω το αυτοκίνητο εγώ..." Απάντησε και μου έκλεισε το μάτι κάνοντας με να με λούσει κρύος ιδρώτας.
"Τέλεια κανονίστηκε και αυτό!" Αναφώνησε η Υβόννη και χτύπησε χαρούμενη τα χέρια της σαν μικρό παιδί.
"Σε λίγο θα έρθουν και οι κομμωτές με τις μακιγιέρ,είμαστε και πολλοί!" Συνέχισε και σηκώθηκε πάνω.
"Λοιπόν τελειώστε το πρωινό σας και ξεκινάμε,έχουμε πολλά να κάνουμε!
Εσύ όχι...εσύ να πας στο δωμάτιο σου να χαλαρώσεις!" Μου ανακοίνωσε και με χάιδεψε.
Φάγαμε το πρωινό μας σε ένα περίεργο κλίμα με εμένα να μου κόβεται σχεδόν η αναπνοή με την έκβαση των γεγονότων.
Σηκώθηκα από το τραπέζι και τους χαιρέτησα ενώ με γρήγορα βήματα έφυγα στο δωμάτιο μου.
Άρχισα να πηγαίνω πάνω κάτω και να κλαίω σαν μωρό.
Χτυπούσα τα χέρια μου στον τοίχο και βρισκόμουν σε έξαλλη κατάσταση.
Να με πάει ο Δάμος νύφη στην εκκλησία!
Αυτό δεν γινόταν να το ζω με τίποτα!
Πήγα στο τεράστιο παράθυρο που έβλεπε στη πισίνα και έβαλα τα χέρια μου δεξιά και αριστερά και στηρίχτηκα κοιτάζοντας έξω προσπαθώντας να πάρω βαθιές ανάσες και να γλιτώσω από τη κρίση πανικού.
Τότε τον είδα να κάθεται με τη Μαρίλια στην αγκαλιά του κάτω από τον ήλιο και να φιλιούνται ανέμελοι...
Χτύπησα το τζάμι με δύναμη και ξάπλωσα στο κρεβάτι...όχι το χέρι μου δεν πονούσε καθόλου,μόνο η καρδιά μου...
Έκλεισα τα μάτια μου για να χαθώ στα όνειρα μου... Έστω εκεί...μονο για λίγο...
Τέσσερις ώρες πριν το γάμο...
Η Υβόννη μας είχε κλείσει μασάζ για μια ώρα μαζί με τον Αχιλλέα για να είμαστε χαλαροί και να μας φύγει το άγχος της ημέρας.
Δεν βοήθησε και τόσο πολύ για εμένα που απλώς από εκεί και έπειτα έβλεπα ανθρώπους να με ετοιμάζουν και να περνούν από μπροστά μου χωρίς να βρίσκομαι εγώ σε αυτό το σύμπαν,μα βυθισμένη στο δικό μου...
Ο Αχιλλέας είχε φύγει από ώρα να ετοιμαστεί στην άλλη πλευρά της βίλας με συντονιστή τη Μαρίλια για να μην βρεθούμε πριν το γάμο.
Μόνο το γάμο δεν μπορούσα να σκεφτώ εγώ όσο έκανα μπάνιο μόνη μου μέσα στις σκέψεις μου!
Βγήκα στο δωμάτιο και με περίμεναν πέντε άτομα για να με ετοιμάσουν και να με στολίσουν,από τη κορυφή ως τα νύχια.
Υπό άλλες συνθήκες θα ήμουν χαρούμενη και ξέγνοιαστη σήμερα,μακριά από όλα αυτά που με στοιχειώνουν όλη μου τη ζωή,μα το παρελθόν μου χτύπησε τη πόρτα κυριολεκτικά στα μούτρα.
Αφού βάλαμε τραγούδια να παίζουν δυνατά ξεκίνησαν να με ετοιμάζουν και εγώ έκλεισα τα μάτια προσπαθώντας να αφήσω το μυαλό μου να ταξιδέψει.
Πάντα έπιανε αυτό με τη μουσική και εμένα...
Πετούσα σε δικούς μου κόσμους χωρίς να σκέφτομαι τίποτα άλλο,όμως σήμερα το μυαλό μου είχε την ίδια μόνο σκέψη που φοβόταν και να ξεστομίσει,ένα επαναλαμβανόμενο λάθος που με στοίχειωνε από μικρή.
Όταν τελείωσαν όλοι και φόρεσα το νυφικό μου,έμεινα μπροστά στο καθρέφτη να κοιτάζω το είδωλο μου, όμορφο, φρέσκο και δελεαστικό απ' έξω...
Μα σάπιο, μαυρισμένο και μόνο από μέσα...
Ήμουν η πιο αγέλαστη νυφη που είχε περάσει από αυτή τη γη...
Το πρέπει ή τη καρδιά;
"Είσαι μια κούκλα Μαρκέλλα μου!" Φώναξε συγκινημένη η Υβόννη ενώ η Μαρίλια από δίπλα της δεν μίλησε και κοιτούσε ξινισμένα.
"Σ' ευχαριστώ Υβόννη μου!"Της είπα ενω συνέχισα να κοιτάζω τον εαυτό μου στον καθρέφτη,τη δαντέλα στο νυφικό μου το ποσό στενό και όμορφο ήταν πάνω στο σώμα μου.
"Εμείς θα φύγουμε με τον Αχιλλέα,σε πέντε λεπτά ξεκινάμε! Ο Μάνος θα σε περιμένει κάτω να σας φέρει με τη Λάουρα!" Μου ανακοίνωσε ενθουσιασμένη.
"Τον έχω ενημερώσει τι ώρα πρέπει να ξεκινήσεις εκείνος..." Συνέχισε και με φίλησε στο μέτωπο.
"Με το καλό κόρη μου,μακάρι να ήταν εδώ σήμερα και ο άντρας μου να σας καμαρώσει!"
Συγκινήθηκε και συγκίνησε και εμένα που δεν είχα κανένα εκτός από τη Λάουρα κοντά μου και περνούσα τόσο πόνο βουβά.
"Φεύγω πριν σε κάνω να κλαίς και χαλάσουμε το μακιγιάζ μας!" Είπε εκείνη και γέλασε ενώ πρώτη αποχώρησε η κόρη της χωρίς να μου ευχηθεί φυσικά.
Τη μισούσα τόσο πολύ...
Μετά από εκείνες,έφυγαν από το δωμάτιο αφού με χαιρέτησαν και μου ευχήθηκαν όλοι όσοι με είχαν ετοιμάσει και με άφησαν μόνη με τη Λάουρα,που στριφογύριζε από τη χαρά της μέσα στο όμορφο φόρεμα της.
Ήταν το πιο όμορφο παρανυφακι του κόσμου.
Πήγα κοντά της και κάθησα στο κρεβάτι.
"Λάουρα μου έλα λίγο εδώ..." Της ζήτησα και χτύπησα απαλά το στρώμα δίπλα μου για να της δείξω που να καθίσει.
"Μαμά είσαι τόσο όμορφη,όμως και ο μπαμπάς είναι τέλειος σήμερα!" Ήταν τόσο χαρούμενη, έλαμπε το προσωπάκι της!
Δεν θα μπορούσε να καταλάβει...
Ήταν μικρό παιδί...
"Κοριτσακι μου ότι και αν γίνει σήμερα,να ξέρεις πως σε αγαπώ..." Της είπα και εκείνη μέσα στην αθωότητα της απλώς κούνησε το κεφάλι της χωρίς να καταλαβαίνει.
Ξαφνικα ακούσαμε κόρνες από κάτω και τρομαξαμε! Πήγα στο παράθυρο και είδα τον Δάμο να είναι από κάτω με ανοιχτή τη πόρτα και να βαράει τη κόρνα αγελαστος ενώ κοίταζε επάνω.
Η καρδιά μου χτυπούσε δυνατότερα!
"Έλα πάμε.. Ήρθε η ώρα!" Της είπα και αφού την έπιασα από το χέρι κατεβηκαμε τη σκάλα και πριν βγούμε έξω πήρα μία βαθιά ανάσα!
Εκείνος μας κοίταζε και κλείδωσε τα μάτια του πάνω μου,όσο πλησιαζαμε τόσο παρατηρούσα το παγωμένο βλέμμα του.
Άνοιξε τη πόρτα της Λάουρας και της έσκασε ένα χαμόγελο!
"Περάστε πριγκίπισσα Λάουρα!" Της είπε και εκείνη έλιωσε λίγο...
Είχε το τρόπο του με τις γυναίκες ο Δάμος χρόνια τώρα...
Έπειτα ήρθε από τη δική μου μεριά και άνοιξε τη πόρτα μου.
έφερε ξανά το κεφάλι του κοντά στο αφτί μου και ανατριχιασα ολόκληρη με τον ψίθυρο του.
"Βίον ανθόσπαρτον..." Μου ευχήθηκε ειρωνικά και έκανε πίσω για να μπω.
Τον κοίταξα ανοιγοκλείνοντας τα βλέφαρα μου και κάθησα στη θέση μου δίπλα από τη Λάουρα.
Μπήκε στη θέση του οδηγού και ξεκινήσαμε για την εκκλησία με εμένα να βιώνω για ακόμα μια φορά κρίση πανικού...
Αλλά αυτή τη φορά για την ανοησία που είχε κολλήσει στο κεφάλι μου...
Εκείνος οδηγούσε και κάπου κάπου κοίταζε εμένα από τον καθρέφτη...
"Πάμε να φύγουμε..." Του είπα ενώ έκλεισα τα αφτιά της Λάουρας και εκείνος με κοίταξε μέσα από το καθρέφτη με το πιο άγριο βλέμμα...
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top