κεφάλαιο 32
Το δωμάτιο ήταν τεράστιο είχε ένα μεγάλο κρεβάτι με ουρανό σχεδόν σε όλο τον χώρο επικρατούσε το άσπρο αλλά υπήρχαν μικρές πινελιές από ροζ χρώμα όπως κάποια μαξιλάρια πάνω στο κρεβάτι και άλλο ένα στην σιδερένια πολυθρόνα. Όπως και στο σαλόνι και εδώ υπήρχε τζάκι το οποίο έκαιγε. Υπήρχε ένα μεγάλο παράθυρο και μια μπαλκονόπορτα με ένα μικρό μπαλκονάκι από το οποίο μπορούσες να θαυμάσεις την θέα έξω δίπλα από το παράθυρο υπήρχαν κάποια ράφια στον τοίχο με κάποια διακοσμητικά πάνω τους ενώ στην απέναντι πλευρά είχε ένα μπουντουάρ με μια καρέκλα και έναν καθρέφτη κρεμασμένο στον τοίχο. <<Μια το σπίτι τους είναι υπέροχο>> της λέω καθώς μπαίνω στο δωμάτιο και ακουμπάω στη τσάντα μου στην καρέκλα και καθόμαστε στο κρεβάτι <<Και που να δεις και το υπόλοιπό το ξέρεις πως έχουν αίθουσα με μπιλιάρδο και άλλη μια που μπορείς να παίξεις γκολφ>> λέει και χαμογελάει <<Ουάου δεν περίμενα ποτέ να μείνω σε ένα τέτοιο σπίτι>> της λέω <<Και όλοι τους είναι τόσο ευγενική ακόμα και ο Άλεξ τις ημέρες που είναι εδώ μου συμπεριφέρεται πολύ ευγενικά>> λέει η Μια <<Πως αισθάνεσαι εσύ;>> με ρωτάει καθώς βλέπει πως στο άκουσμά του ονόματός του πήρα κοφτές ανάσες <<Δεν ξέρω είδες πως με αντιμετώπισε όταν ήρθαμε με ψυχρότητα και τυπικά>> της λέω μελαγχολικά <<Ίσως επειδή ήταν και οι υπόλοιποι μπροστά μπορεί να θέλει να τα πείτε μόνοι σας>> λέει η Μια και κάθετε πιο αναπαυτικά στο κρεβάτι <<Ίσως αλλά με τόσο κόσμο πως είναι δυνατόν να μείνουμε μόνοι μας>> της απαντάω κοιτώντας την ερωτηματικά <<Πίστεψε με εάν θέλει θα βρει τον τρόπο ίσως το βράδυ που όλοι κοιμούνται δεν κυκλοφορούν και πολλοί>> λέει και μου κλείνει το μάτι <<Μια αν είναι δυνατόν>> της λέω περιπαιχτικά καταλαβαίνοντάς που το πάει <<Τι να κάνω μας έχουν περιορίσει Η Βικτόρια θεώρει πως πρέπει να δούμε σοβαρά την σχέση μας με τον Κρις μας έχουν βάλει σε χωριστά δωμάτια>> λέει η Μια και γελάει <<Αυτό απ' ότι κατάλαβα δεν σε εμποδίζει να βρισκόσαστε τα βάρδια>> της λέω και γελάω <<Τι να κάνω δεν μπορώ να αντέξω μακριά από το μωρό μου>> λέει και συνεχίζει να γελάει <<Λοιπόν σε αφήνω να ξεκουραστείς να είσαι έτοιμη στις εννέα για το δείπνο >> λέει η Μια και αφού κατεβαίνει από το κρεβάτι μου βγαίνει κλίνοντάς πίσω της την πόρτα του υπνοδωματίου.
Βγάζω από την βαλίτσα μου κάποια πράγματα και ξεντύνομαι για να κάνω ένα ντουζ μετά από το ταξίδι το χρειάζομαι απεγνωσμένα. Μπαίνω στο μπάνιο το οποίο είναι μικρότερο από το υπνοδωμάτιο αλλά πεντακάθαρο. Πάνω σε ένα μικρό τραπεζάκι είναι ακουμπισμένες μερικές άσπρες πετσέτες. Τα πάντα μέσα στο μπάνιο από τα πλακάκια μέχρι τα έπιπλα είναι όλα σε άσπρο χρώμα το μόνο που ξεχωρίζει είναι ένα καθρέφτης με χρυσό πλαίσιο μια ορχιδέα είναι ακουμπισμένη πάνω στο έπιπλο και κάνει τον χώρο να μυρίζει υπέροχα ανοίγω την πόρτα του ντουζ και μπαίνω μέσα υπάρχει σαμπουάν και αφρόλουτρο καθώς και ένα καινούριο σφουγγάρι. Ανοίγω το ζεστό νερό και το αφήνω να πέσει πάνω στο σώμα μου με δύναμη κάνοντας με να χαλαρώσω.
Μετά από μια ώρα μέσα στο μπάνιο πήρα αποφάσισα να βγω τυλίχτηκα με την πετσέτα και πήρα και μια πιο μικρή για τα μαλλιά μου στέγνωσα τα μαλλιά μου και αποφάσισα να τα κάνω μπούκλες θα ταίριαζαν καλύτερα με το φόρεμά μου σκέφτηκα. Ή ώρα ήταν ήδη έξι οπότε ξεκίνησα να κάνω το μακιγιάζ μου σε χρυσές αποχρώσεις ενώ στα χείλη μου επέλεξα ένα βαθύ κόκκινο κραγιόν. Το φόρεμα που είχα διαλέξει ήταν σε ένα έντονο κόκκινο χρώμα ενώ τα μανίκια του έπεφταν κάτω από τους ώμους μου. Τέλος είχε ένα βαθύ άνοιγμα στο δεξί μου πόδι που έφτανε μέχρι και το μπούτι μου. Ήταν αρκετά στενό τονίζοντας την μέση αλλά και τους γοφούς μου. Φόρεσα ένα ζευγάρι χρυσούς κρίκους και έβγαλα τις Christian Louboutin σε φυσικό χρώμα γόβες οι οποίες είχαν δεκαέξι εκατοστά τακούνι. Ο Θεός βοηθός σκέφτηκα και αφού κοίταξα την ώρα στο κινητό μου που ήταν εννέα πάρα είκοσι αποφάσισα να κατέβω προς το σαλόνι. Την ώρα που έβγαινα από το δωμάτιο μου βγήκε και η Μία μέσα σε ένα υπέροχο μπλε σκούρο φόρεμα κοκτέιλ με μαύρες γόβες στιλέτο <<Άννα είσαι κούκλα>> λέει και με πλησιάζει <<Δεν σου φαίνεται υπερβολικό>> της λέω γυρίζει με κοιτάζει και γελάει <<Όλο αυτό μου φαίνεται υπερβολικό εμείς απλά εναρμονιζόμαστε με τον χώρο>> λέει δείχνοντας το σπίτι και γελάμε και οι δυο
Εκείνη την ώρα βγαίνει και ο Κρις από το δικό του δωμάτιο με ένα μπλε σκούρο κοστούμι και η αλήθεια ήταν πως μας κοίταζε άναυδος κάνοντας μας να γελάσουμε ακόμα περισσότερο <<Κορίτσια είστε υπέροχες είναι η καλύτερη Πρωτοχρονιά που έχω κάνει μέχρι τώρα λοιπόν πάμε εμάς περιμένουν>> λέει και η Μια τον πιάνει από το μπράτσο για να κατέβει την σκάλα. Κοντοστέκομαι και παίρνω μια βαθιά ανάσα πριν κατέβω την σκάλα σκέφτηκα να γυρίσω στο δωμάτιο μου και να κάνω την άρρωστη αλλά έκανα τόσο κόπο να ετοιμαστώ και ήθελα απεγνωσμένα να δω τον Άλεξ οπότε με αργά βήματα κατέβηκα τις σκάλες <<Η Άννα που είναι Μία;>> ακούω την μητέρα μου να ρωτάει <<Α ορίστε κατεβαίνει>> λέει και δείχνει την σκάλα με αποτέλεσμα όλα τα βλέμματα να στραφούν πάνω μου. Ο Άλεξ την ώρα αυτήν πήγαινε προς την τραπεζαρία αλλά βλέποντάς τους όλους γύρισε να κοιτάξει και αυτός φορούσε ένα μαύρο κοστούμι με άσπρο πουκάμισο. Ένιωθα να κόβονται τα πόδια μου αλλά συνέχισα να κατεβαίνω τις σκάλες κρατώντας την κουπαστή σαν σανίδα σωτηρίας. Είδα το έντονο βλέμμα του να με περιπλανιέται πάνω μου για λίγα λεπτά και στην συνέχεια προχώρησε προς το μέρος της τραπεζαρίας σαν να μην είχε συμβεί απολύτως τίποτα.
<<Άννα επιτέλους εσένα περιμέναμε>> λέει η μητέρα μου και προχωράει προς τα μέσα. Η μητέρα μου φοράει ένα μαύρο φόρεμα μακρύ το ίδιο και η Βικτόρια μόνο που το δικό της είναι σε σκούρο μπλε χρώμα και έχει κεντημένο μπούστο. Καθώς μπαίνουμε στον χώρο της τραπεζαρίας βλέπω ένα τεράστιο ξύλινο τραπέζι και γύρο του δέκα καρέκλες οι οποίες πρέπει να ήταν αντίκες. Από πάνω κρεμόντουσαν τρις μεγαλοπρεπής πολυέλεοί ενώ από το τεράστιο παράθυρο που υπήρχε μέσα στον χώρο έβλεπες τα φώτα που φώτιζαν τους εξωτερικούς κήπους του σπιτιού. Για κακή μου τύχη η μόνη θέση που μπορούσα να κάτσω ήταν δίπλα στην Μία αλλά απέναντι από τον Άλεξ. Χριστέ μου πως θα βγάλω και αυτό το βράδυ σκέφτηκα. Με το που κάτσαμε το υπηρετικό προσωπικό άρχισε να σερβίρει τι δείπνο. Ξεκίνησε με μπρουσκέτα η οποία περιέχει κατσικίσιο τυρί, μπέικον, μαυρομάτικά φασόλια τα οποία συμβολίζουν τα νομίσματα και την τύχη καθώς και κάποια πράσινα λαχανικά που και αυτά συμβολίζουν κατά την παράδοση τον πλούτο κια το χρήμα.
Στην συνέχεια φάγαμε υπέροχα μύδια γεμιστά με καλαμπόκι και μοσχαρίσιο φιλέτο με δεντρολίβανο το οποίο ήταν γεμιστό με λαχανικά. Φυσικά εννοείτε όλα αυτά τα συνοδέψαμε με το γιορτινό Ποντς το οποίο περιέχει μηλίτη, Μπύρα τζίντζερ καθώς και χυμό από μούρα. Για επιδόρπιο μας έφεραν μίνι ντόνατς γεμιστά με μαρμελάδα και σοκολάτα. Μέχρι να τελειώσει το δείπνο μας είχε πάει ήδη δώδεκα παρά δέκα και είχαμε μαζευτεί στον εξωτερικό χώρο δίπλα από την πισίνα. Υπάρχει και εδώ ένα πέτρινο τζάκι που καίει είχε ακόμα και brq με ένα ψιλό τραπέζι και τέσσερις καρέκλες. Οι γονείς μας καθόντουσαν στον καναπέ και στις πολυθρόνες που υπάρχουν δίπλα από το τζάκι. Εγώ με την Μία καθόμαστε ακουμπισμένες στις κολόνες και συζητάμε όπως και ο Άλεξ με τον Κρις που είναι λίγο πιο πέρα
<<Άννα πως αισθάνεσαι>> με ρωτάει η Μία <<Καλά υποθέτω>> της λέω και κοιτάζω τον ουρανό περιμένοντας να πάει δώδεκα τα μεσάνυκτα. Τυλίγω την εσάρπα μου πιο σφιχτά γιατί αν και το τζάκι καίει ασταμάτητα η βραδιά είναι παγωμένη. <<Ελπίζω να περνάτε καλά εδώ;>> ρωτάει ο Κρις καθώς μας πλησιάζει μαζί με τον Άλεξ <<Ναι μωρό μου όλο είναι υπέροχα>> λέει η Μία και του δίνει ένα απαλό φιλί στο μάγουλο. Νιώθω ένα χέρι ξαφνικά να ακουμπάει το δικό μου και να το τραβάει γυρίζω απότομα και κοιτάζω τον Άλεξ ο οποίος μου κάνει νόημα να τον ακολουθήσω. Ρίχνω μια γρήγορη ματιά τριγύρω μου οι γονείς μας είναι απορροφημένοι σε μια συζήτηση και ο Κρις με την Μια κάνουν τάχα πως δεν καταλαβαίνουν τι συμβαίνει. Ακολουθώ τον Άλεξ ο οποίος κρατάει ακόμα το χέρι μου ενώ οι παλμοί τις καρδίας μου έχουν φτάσει τους διακόσιους νιώθω πως θα πάθω καρδιακή ανακοπή. Απομακρυνόμαστε και πηγαίνουμε προς την άλλη πλευρά του σπιτιού όπου παρατηρώ πως υπάρχει ακόμα και γήπεδο τένις. Ακριβώς απέναντι από το γήπεδο έχει ένα σιδερένιο καναπέ με δυο καρέκλες και ένα τραπεζάκι ενώ αν και χειμώνας υπάρχουν τριγύρω κάποια ανθισμένα λουλούδια που μυρίζουν υπέροχα.
Ο Άλεξ ξαφνικά σταματάει να περπατάει και γυρίζει προς το μέρος μου ενώ παραμερίζει μια τούφα από τα μαλλιά μου. Κοιταζόμαστε για λίγα λεπτά χωρίς να μιλάμε και αποφασίζω να σπάσω την σιωπή <<Άλεξ>> <<Άννα>> λέμε και οι δυο ταυτόχρονα και χαμογελάμε αλλά μου κάνει νόημα να μιλήσω εγώ <<Άλεξ εννοούσα κάθε λέξη που είπα το βράδυ της δεξίωσης>> του λέω σιγανά ενώ νιώθω το χέρι του να ακουμπάει απαλά την μέση μου <<Το ξέρω Άννα θέλω να ξέρεις πως τα αισθήματά μου για εσένα δεν έχουν αλλάξει>> λέει χαδεύοντας απαλά πλέον την μέση μου <<Και η Ναταλία;>> τον ρωτάω <<Αυτός ήταν και ο λόγος που χωρίσαμε εκείνο το βράδυ εγώ θέλω εσένα όπως και πριν από ενάμιση χρόνο που είχαμε χωρίσει και πάλι>> λέει και παίρνει μια ανάσα <<Η μητέρα μου την κάλεσε την ημέρα τον Ευχαριστιών γιατί πίστευε πως έπρεπε να ήμαστε μαζί αλλά όπως τους είπα το βράδυ της δεξίωσης όταν έφυγε η Ναταλία κάποια άλλη γυναίκα είναι αυτή με την οποία θέλω να είμαι μαζί και είμαι ερωτευμένος εδώ και αρκετό καιρό>> λέει ο Άλεξ και νιώθω την καρδία μου να λιώνει δεν θυμάμαι καν αν μου είχε απομείνει καρδία από εκείνο το βράδυ στην δεξίωση αλλά απ' ότι φαίνεται υπάρχει και χτυπάει μόνο για αυτόν <<Άλεξ εγώ..>> πήγα να πω αλλά με άρπαξε από την μέση και με φίλησε με πάθος. Χριστέ μου πόσο καιρό είχα να νιώσω τα χείλη του πάνω στα δικά μου δεν είχα ιδέα πόσο πολύ μου είχε λείψει το άγγιγμά, τα φιλιά του μέχρι τώρα. Την ώρα που φιλιόμασταν παθιασμένα χιλιάδες πυροτεχνήματα φώτισαν τον ουρανό του Σιάτλ όπως ξαφνικά φωτιστική και η ψυχή μου σηματοδοτώντας την νέα χρονιά μια νέα αρχή.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top