κεφάλαιο 31
Η υπόλοιπη εβδομάδα κύλησε ήρεμα μίλησα δυο φορές με την μητέρα για τις λεπτομέρειες του ταξιδιού και να με τώρα μόλις έχω τελειώσει τον πρωινό μου καφέ και ετοιμάζομαι να φύγω για το αεροδρόμιο. Είναι μόλις έξι το πρωί ακόμα αλλά χρειάζομαι σχεδόν σαράντα λεπτά για να φτάσω στο αεροδρόμια εάν φυσικά δεν έχει κίνηση και θέλω να έχω χρόνο να κάνω και μια βόλτα στα μαγαζιά πριν την επιβίβαση μας. Απ' ότι μου είπε η μητέρα μου έχει κλείσει πρώτες θέσεις στο αεροπλάνο και αυτό σίγουρα θα με βοηθήσει να χαλαρώσω λίγο ακόμα πριν πατήσω το πόδι μυ στο Σιάτλ. Η Μία είναι ήδη εκεί εδώ και δύο ημέρες έφυγε μαζί με τον Κρις και τους γονείς του και φυσικά τον Άλεξ. Μου λέει πως δεν έχει ξαναδεί τέτοιο σπίτι στη ζωή της ότι περνάει υπέροχα της φέρονται όλοι με αγάπη και ανυπομονεί να πάω για να μου τα πει και από κοντά.
Ρίχνω μια τελευταία ματιά στο σπίτι μήπως και έχω ξεχάσει κάτι ελέγχω και τα φώτα εάν είναι όλα κλειστά και παίρνω την τεράστια βαλίτσα μου μαζί με άλλη μια πιο μικρή με τα καλλυντικά μου και βγαίνω από το διαμέρισμά μου. Η αλήθεια είναι πως δεν ήξερα τι να διαλέξω για να πάρω μαζί μου οπότε τα πήρα όλα και μου ξεφεύγει ένα γελάκι αλλά το πνίγω καθώς την ώρα που ανοίγουν οι πόρτες του ασανσέρ για να μπω μέσα βγαίνει ένα ζευγάρι. Για το μόνο που ήμουν σίγουρη ήταν το φόρεμα που θα φόραγα σήμερα το βράδυ στην αλλαγή του χρόνου ήθελα να ήμουν όσο πιο όμορφη γινόταν και ήλπιζα να το πετύχαινα. Έβαλα τις βαλίτσες στο πορτ μπαγκαζ του αυτοκινήτου μου και μπήκα μέσα. Είχα επιλέξει να φορέσω ένα πλεκτό μακρυμάνικο φόρεμα με ζιβάγκο σε σκούρο πράσινο χρώμα και το είχα συνδυάσει με τις αγαπημένες μου σουετ μπότες Michael Kors. Αν και ήταν δεκάποντες δεν με ενοχλούσαν καθόλου φυσικά απέφευγα να τις φορέσω τόσες ώρες στο γραφείο καθώς φοβόμουν πως αργά ή γρήγορα θα με κούραζαν και έτσι τις φόραγα μόνο μια ή το πολύ δυο φορές το χρόνο.
Έβαλα μπροστά το αμάξι μου και με προορισμό την I-87 S και στην συνέχεια την I-678 S προς το αεροδρόμιο. Αφού άφησα το αυτοκίνητό μου στην κατάλληλη θέση πάρκινγκ έβγαλα με προσοχή τις βαλίτσες μου και προχώρησα προς την είσοδο χάζεψα στα μαγαζιά για μια ώρα και τότε χτύπησε το κινητό μου ήταν η μητέρα μου <<Καλημέρα μαμά>> της λέω <<Άννα που είσαι εμείς ήμαστε στο χώρο του τσεκ ιν>> μου λέει ενώ ακούγονται διάφορες φωνές τριγύρω της <<Και εγώ εδώ είμαι έκανα μια βόλτα στα μαγαζιά σε λίγα λεπτά θα είμαι εκεί>> της απαντάω και προχωράω για να περάσω τον έλεγχο επιβατών. Μετά από λίγα λεπτά μου επιτρέπουν να περάσω και παραδίδω την μεγάλη βαλίτσα μου ενώ την μικρότερη μαζί με την τσάντα μου θα την πάρω μαζί μου. Προχωράω προς την πύλη μου και βλέπω τους γονείς μου να κάθονται στον ιδικό χώρο της πρώτης θέσης. <<Καλημέρα μαμά, μπαμπά>> τους λέω και τους φιλάω στο μάγουλο <<Ελπίζω να μην κουβάλησες και εσύ όπως και η μητέρα σου όλη την ντουλάπα σας>> λέει ο πατέρας μου και γελάει <<Όχι μπαμπά μόνο τα απαραίτητα>> του απαντάω και γελάω μετά από λίγα λεπτά ακούμε την αναγγελία της πτήσης μας και σηκωνόμαστε για να επιβιβαστούμε στο αεροπλάνο.
Έξι ώρες περίπου είχε διάρκεια το ταξίδι μας και κατά τις δώδεκα και μισή τοπική ώρα του Σιάτλ προσγειωθήκαμε στο αεροδρόμιο λόγο της τρίωρης διαφοράς ώρας με το Μανχάταν είχαμε ακόμα σχεδόν όλη την ημέρα μπροστά μας. Αφού παραλάβαμε τις αποσκευές μας μας περίμεναν με το βγήκαμε από τις πόρτες εξόδου του αεροδρομίου δυο SUV Porsche Cayenne Coupe <<Κύριε Σουάν παρακαλώ περάστε>> είπε ο οδηγός του πρώτου αυτοκινήτου και άνοιξε την πόρτα του συνοδηγού για να μπει ο πατέρας μου ενώ πήρε την βαλίτσα του <<Κυρίες μου>> λέει καθώς απευθύνετε σε εμάς και ανοίγει την μια πίσω πόρτα και μπαίνει πρώτα η μητέρα μου ενώ εμένα με οδηγεί στην άλλη πλευρά και ανοίγει την πόρτα ώστε να μπορέσω να μπω μέσα. Αφού έβαλα τις αποσκευές μας στο πορτ παγκαζ του αυτοκινήτου ξεκίνησε την πορεία του για το σπίτι του Άλεξ. Σε όλη την διαδρομή το άλλο SUV μας ακολουθούσε από πίσω δεν γνώριζα πως η οικογένεια του Άλεξ έχει και φύλακες ασφαλείας αλλά είναι λογικό ο πατέρας του είναι ένας πολύ επιφανειακός άντρας με μεγάλη δύναμη και περιουσία και σίγουρα θα έπρεπε να προστατεύει την οικογένειά του.
Στην διαδρομή καθώς πηγαίναμε στο σπίτι του Άλεξ μπορούσα να διακρίνω τον εμβληματικός οβελίσκος ύψους 184,4 μ. στο κέντρο του Σιάτλ ήταν πράγματι εντυπωσιακός φαντάζομαι πως θα φαίνεται και από κοντά υπάρχει και κάποιο εστιατόριο απ' όσο γνωρίζω στο επάνω μέρος του που περιστρέφετε. Ύστερα από είκοσι λεπτά φτάσαμε σε μια γειτονία με πολυτελής μονοκατοικίες υπέροχους κήπους θα νόμιζε κανείς πως σε κάποιο μικρό χωριό. Το SUV σταμάτησε μπροστά σε μια σιδερένια περίτεχνη πόρτα η οποία άνοιγε σιγά σιγά αποκαλύπτοντας το σπίτι. Ήταν πραγματικά τεράστιο είχε περιποιημένους κήπους με λουλούδια και δέντρα ενώ τα παράθυρα σε χρώμα ξύλου έδιναν μια αρχοντική ομορφιά στο σπίτι. Τα αυτοκίνητα μπήκαν μέσα στην τεράστια αυλή και το δικό μας σταμάτησε μπροστά από την ξύλινη κεντρική πόρτα όπου άνοιξε και από μέσα βγήκε η Η Βικτόρια με τον Ερρίκο και από πίσω τους ακολουθούσαν ο Κρις με την Μία και τελευταίος ο Άλεξ φορώντας ένα άσπρο πουκάμισο με μαύρο παντελόνι ήταν λες και ήταν ο πρίγκιπας του κάστρου. Βέβαια το σπίτι τους θα μπορούσε άνετε να μοιάζει με κάστρο.
Ο οδηγός του SUV κατέβηκε και άνοιξε πρώτα την πόρτα του πατέρα μου και στην συνέχεια την μαμάς μου και ήρθε προς την δικιά μου πλευρά. Ώσπου να κατέβω από το αυτοκίνητο ο πατέρας με την μαμά μου είχαν ήδη φτάσει στους οικοδεσπότες μας. <<Βικτόρια πόσο χαίρομε που ξανά βρισκόμαστε από κοντά>> λέει η μητέρα μου καθώς φιλάει την Βικτόρια στο μάγουλο και αυτή της το ανταποδίδει <<Ερρίκο σε ευχαριστούμε πολύ για την πρόσκληση>> λέει ο πατέρας μου και κάνουν μια χειραψία με τον Ερρίκο και στην συνέχεια με τον Κρις και τον Άλεξ <<Δική μου χαρά Ιζαμπέλα επιτέλους θα έχω μια φίλη να μιλάω>> λέει η Βικτόρια στην μητέρα μου <<Κυρία μου καλώς ήρθατε σπίτι μας>> λέει ο Ερρίκος και φιλάει απαλά το χέρι της μαμάς μου. Τα βλέμματα όλων στέφονται σε εμένα καθώς προχωράω σιγά σιγά προς το μέρος τους <<Άννα καλώς όρισες>> λέει η Βικτόρια και με φιλάει απαλά όπως και εγώ <<Ιαν η κόρη σου είναι μια οπτασία κάθε φορά που την βλέπω ομορφαίνει ακόμα περισσότερο σίγουρα θα υπάρχουν πολλοί που θα την διεκδικούν>> λέει και νιώθω ένα κύμα ντροπής να με κατακλύζει κάνοντας τα μάγουλα μου να βαφτούν κόκκινα <<Και τα δικά σου αγόρια δεν πάνε πίσω>> λέει ο πατέρας μου και με βγάζει από την δύσκολη θέση να απαντήσω <<ΆΝΝΑ>> η Μια που τόση ώρα καθόταν και έβλεπε σαν απλός θεατής ήρθε καταπάνω μου και με αγκαλιάζει σφιχτά με αποτέλεσμα να σκουντήσει ελαφρά την μητέρα μου που στεκόταν δίπλα μου και φυσικά δέχτηκε το επικριτικό της βλέμμα αλλά η Μια δεν πτοείτε από κάτι τέτοια. <<Μου έλειψες δεν είναι τέλειο θα περάσουμε παρέα την Προτωχρονία>> λέει ενώ ακόμα με αγκαλιάζει.
<<Δεν περνάμε προς τα μέσα σιγά σιγά>> λέει ο Ερρίκος και τον ακολουθούμε αλλά πρώτα ο Κρις έρχεται και με αγκαλιάζει και αυτός αφού πρώτα μου κάνει ένα χειροφίλημα <<Άννα χαίρομαι πολύ που είστε εδώ μαζί μας>> λέει και κοιτάζω τον Άλεξ ο οποίος δεν έχει πει λέξη μέχρι τώρα <<Καλώς ήρθες Άννα>> λέει απλά και παραμερίζει για να περάσουμε μέσα με την Μία <<Ωραία θα περάσουμε>> λέει ο Κρις στον Άλεξ σιγανά αλλά εγώ προλαβαίνω και τον ακούω ενώ βλέπω πως ο Άλεξ του χαμογελάει. Ποιος ο Άλεξ χαμογέλασε σε σχόλιο κιόλας του Κρις αν είναι δυνατόν. Σε αντίθεση βέβαια με έμενα που απλά μου είπε ένα ξερό καλός ήρθες απλά και τυπικά. Ο οδηγός έρχεται πίσω μας κουβαλώντας τις βαλίτσες. Το εσωτερικό του σπιτιού είναι ακόμα πιο εντυπωσιακό υπάρχει ένα μικρό στρογγυλό τραπέζι με ένα βάζω στο κέντρο του ενώ ένα εντυπωσιακό παλιό ρολόι στέκετε αγέρωχο στον απέναντι τοίχο και δεξιά και αριστερά υπάρχουν πόρτες αλλά και άλλες δυο καμάρες και μια ξύλινη σκάλα που πήγαινε στον επάνω όροφο του σπιτιού. Στην είσοδο μας περίμεναν δυο γυναίκες και ένας άντρας με ρούχα υπηρεσίας προφανώς δούλευαν υπηρετικό προσωπικό <<Άννα η Ολίβια θα είναι η προσωπική σου βοηθός για αυτές τις μέρες και η Τζένη της Ιζαμπέλας να νιώθετε σαν στο σπίτι σας ότι θελήσετε μην διστάσετε να το ζητήσετε>> λέει η Βικτόρια και δείχνει δυο γυναίκες γύρω στα τριάντα πέντε με σαράντα <<Ο Φερνάντο θα είναι ο βοηθός του Ίαν>> συμπληρώνει και βλέπω έναν άντρα γύρω στα σαρανταπέντε χρόνια <<Δεν χρειάζεται Βικτόρια να μπείτε σε κόπο>> λέει η μητέρα μου <<Κανένας κόπος, μπορείτε να πάρετε τα πράγματα των προσκεκλημένων μας και να τα μεταφέρετε στα δωμάτια τους>> λέει η Βικτόρια και αμέσως υπακούν παίρνοντας τις βαλίτσες μας και τις πηγαίνουν στον επάνω όροφο.
Ο Άλεξ με τον Κρις δεν φαίνονται πουθενά, καθώς προχωράμε στον μεγάλο διάδρομο πετυχαίνουμε την Ολίβια <<Δεσποινίς Άννα το δωμάτιό σας είναι έτοιμο>> λέει και μας πάει προς μια κλειστή πόρτα μόλις την ανοίγει μένω με το στόμα ανοιχτώ αυτό είναι το δικό μου δωμάτιο δηλαδή φαντάσου τα υπόλοιπα σκέφτομαι.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top