κεφάλαιο 15
Ο ήλιος που μπαίνει μέσα στο δωμάτιο με κάνει να ανοίξω τα μάτια ενώ χασμουριέμαι παίρνω το κινητό μου και κοιτάζω την ώρα 9:45 νιώθω ότι δεν έχω ξεκουραστεί εντελώς από χθες αλλά δεν θέλω να χάσω τη μέρα. Μπαίνω στο messager και στέλνω στην ομαδική συνομιλία που έχω μαζί με την Μία και Έλσα καλημέρα και τα χρόνια πολλά για την ημέρα. Έχουμε να βγούμε από την προηγούμενη Πέμπτη που είχαμε πάει για καφέ και μιλήσαμε για τα σχέδιά μας για την ημέρα των Ευχαριστιών. Η Μία θα έμενε στο Μανχάταν με τους γονείς της και περίμενε τα ξαδέλφια τους από την Γαλλία να τους επισκεφτούν θα έμεναν μια εβδομάδα αν θυμάμαι καλά μου είχε πει. Η Έλσα από την άλλη θα πήγαιναν οικογενειακός στο Λος Άντζελες για το τετραήμερο στον θείο της. Μετά λίγα λεπτά μου ήρθε απάντηση και από τις δυο η Μία έλεγε πως δεν άντεχε άλλο γιατί τα παιδία του θείου της ήταν πολύ μικρά και έτρεχαν όλη την ώρα πάνω κάτω και αναγκαστικά θα έπρεπε να το υποστεί για μια εβδομάδα. Η Έλσα την μάλωνε λέγοντάς της πως όταν κάνει παιδία θα δει πως είναι και η Μία τις έστελνε αγριεμένες φατσούλες. Η Έλσα πέρναγε πολύ ωραία και αν μπορούσε μας έλεγε ήθελε να καθίσει περισσότερες μέρες αλλά είχε δουλειά και έπρεπε να γυρίσει πίσω. Μιλήσαμε λίγο ακόμα ενώ χάζευα στο Facebook και στο Tik Tok μετά από μισή ώρα σηκώθηκα επιτέλους από το κρεβάτι.
Διάλεξα για την σημερινή μέρα ένα άσπρο πουκάμισο με ένα παντελόνι μαύρο τύπου γραφείου ψηλόμεσο ενώ έβαλα και ένα ζευγάρι άσπρα sneakers Ralph Lauren. Αφού έκανα την πρωινή μου ρουτίνα όπως πάντα ντύθηκα πήρα το κινητό μου και κατέβηκα κάτω. Φωνές ακούγονταν απο τα σαλόνια και την κουζίνα μπήκα μέσα στο πρώτο σαλόνι στο οποίο και καθόταν ο θείος μου με τον πατέρα μου δίπλα στο αναμένω τζάκι. <<Καλημέρα>> είπα καθώς έμπαινα μέσα <<Καλημέρα Άννα>> είπε ο θείος μου <<Καλημέρα όλα καλά>> είπε ο πατέρας μου <<Μια χαρά μπαμπά>> έσκυψα και του έδωσα ένα φιλί στο μάγουλο <<Κάποιες άργησαν να κοιμηθούν χθες και δεν ξύπναγαν σήμερα>> λέει ο θείος μου δείχνοντας προς τα μέσα προφανώς στο άλλο δωμάτιο ήταν η Ολίβια με τον Λούκας <<Με την συζήτηση ξεχαστήκαμε>> λέω απολογητικά και προχώρησα προς τα μέσα
Οι φωνές από το μέσα δωμάτιο δυνάμωναν καθώς πλησίαζα. <<Καλημέρα παιδιά>> είπα κάθισα και εγώ στο καναπέ. Η Ολίβια με τον Λούκας έπιναν καφέ βλέποντας μια πρωινή εκπομπή στην τηλεόραση και μαλώνανε γιατί η Ολίβια ήθελε να κάποια άλλη <<Καλημέρα Άννα>> είπε η Ολίβια χαμογελώντας <<Μέρα..>> απάντησε ο Λούκας αγανακτισμένος τραβώντας το τηλεκοντρόλ από τα χέρι της αδελφής του. <<Όλα καλά;>> ρώτησα και πήρα για απάντηση τα άγρια βλέμματα και των δύο με αποτέλεσμα να αρχίσω να γελάω. Έκαναν και οι δυο σαν μικρά παιδιά εγώ βέβαια δεν είχα αδέλφια για να ξέρω αλλά σίγουρα σε αυτή την ηλικία δεν είναι λογικό να μαλώνεις για το πρόγραμμα στην τηλεόραση αν και εμένα δεν μου άρεσε ιδιαίτερα να βλέπω μόνο όποτε είχα χρόνο τα σαββατοκύριακα στο σπίτι έβλεπα. <<Καφέ;>> με ρώτησε ο Λούκας δείχνοντάς μου την κανάτα με τον γαλλικό πάνω στο δίσκο στο τραπεζάκι <<Ναι φυσικά>> του απάντησε και μου έβαλε σε μια κούπα που υπήρχαν πάνω στον δίσκο. Άνοιξα το γυάλινο βαζάκι με την ζάχαρη και έριξα στον καφέ μου μιάμιση κουταλιά. <<Είδατε την μητέρα μου;>> τους ρώτησα πίνοντας μια γουλιά καφέ <<Στην κουζίνα είναι μαζί με την δικιά μας από το πρωί και μαγειρεύουν>> λέει η Ολίβια.
Φαντάζομαι μέχρι το βράδυ δεν θα μπορώ να κουνηθώ από το φαγητό θα γυρίσω πίσω με δυο κιλά επιπλέον <<Δεν μου είπατε ότι κάνατε πάρτι με κρασί χθες να έρθω>> λέει ο Λούκας γελώντας καθώς κοίταζε την αδελφή του που χασμουριόταν και απλωνόταν στο καναπέ να βολευτεί καλύτερα <<Λέγαμε προσωπικά δεδομένα που δεν σε αφορούν>> του λέει η Ολίβια κοιτάζοντάς τον έντονα <<Όλα με αφορούν όταν πρόκριτε για την αδελφή μου>> της απάντησε στον ίδιο τόνο <<Νομίζεις εσύ δεν μας λες για αυτήν που φασωνόσουν τις προάλλες μέσα στο χώρο του πανεπιστημίου>> του λέει η Ολίβια φωνάζοντας και ο Λούκας τις ρίχνει μια αγκωνιά <<Άουτς βλαμμένο πας καλά>> φωνάζει η Ολίβια και σηκώνετε για να του το ανταποδώσει <<Δεν χρειάζεται να μάθουν όλοι τι κάνω>> φώναξε ο Λούκας ενώ προσπαθούσε να αποφύγει τα χτυπήματα της Ολίβιας. Προσπαθούσα να μην γελάσω με την εικόνα που έβλεπα μπροστά μου αλλά μου ήταν αδύνατον και έσκασα στα γέλια κάνοντας και τους δύο να γυρίσουν προς το μέρος μου. Η Ολίβια έριξε ένα πονηρό βλέμμα στον Λούκας χωρίς να προλάβω να αντιδράσω δέχτηκα το πρώτο μαξιλάρι στο κεφάλι από τον Λούκας και μετά ακολούθησε και αυτό της Ολίβιας. Ώστε έτσι θέλετε τώρα θα δείτε τα πήρα στα χέρια μου και άρχισα να τους χτυπάω ενώ και αυτοί είχαν πάρει στα χέρια τους τα υπόλοιπα μαξιλάρια και παίζαμε μαξιλαροπόλεμο όπως συνηθίζαμε όταν ήμασταν μικρά. Η αλήθεια είναι πως ο Λούκας αν και μικρότερος είχε περισσότερη δύναμη από εμάς και αποφασίσαμε με ένα νόημα την Ολίβιας να κάνουμε κοινό μέτωπο εναντίον του.
Οι φωνές μας ακουγόντουσαν σε όλο το σπίτι <<Τι ακριβώς κάνετε εδώ>> άκουσα την μαμά μου να λέει δυνατά για να ακουστεί πάνω από τις φωνές μας ενώ αμέσως κοκαλώσαμε στις θέσεις μας και γυρίσαμε να την κοιτάξουμε <<Δεν βαρεθήκατε πια ολόκληρα παιδιά για γάμο να κάνετε σαν πεντάχρονα>> λέει αυστηρά η μαμά μου δεν έχανε ευκαιρία να αναφέρει την λέξη γάμο. Κοιταχτήκαμε μεταξύ μας <<συγνώμη θεία αλλά αυτές το ξεκίνησαν>> είπε ο Λούκας δείχνοντάς μας. Α τον ψεύτη εγώ δεν έφταιγα καν η Ολίβια είχε κοκκινίσει από τα νευρά της <<Να μην σας ακούσω πάλι δεν έρχεστε να στην κουζίνα εσείς να βοηθήσετε>> λέει η μαμά μου δείχνοντας εμένα και την Ολίβια <<Εντάξει μαμά να πιούμε τον καφέ και ερχόμαστε>> της λέω. Αφού μας ρίχνει άλλη μια άγρια ματιά φεύγει από το δωμάτιο μπαίνοντας πάλι στην κουζίνα και ξέρω πως ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει με το μπαίνει στην κουζίνα η μαμά μου η Ολίβια αρχίζει να χτυπά με το μαξιλάρι τον Λούκας και την ακολουθώ και εγώ φοβάμαι πως σε λίγα λεπτά η μαμά μου θα έρθει πάλι μέσα και δεν θα είναι τόσο ήρεμη όσο πριν. Θεωρεί πως εμείς οι κοπέλες θα πρέπει να συμπεριφερόμαστε με ευπρέπεια και σεβασμό πόσο μάλλον τώρα που δεν είμαι μικρή και δεν έχω δικαιολογία. Ποτέ μου δεν την έχω δει να κάνει κάτι παρορμητικό ή να φωνάζει ακόμα και όταν ήμουν μικρή και έκανα φασαρία σε κόσμο φρόντιζε να παραμένει ψύχραιμη. Πάντα ήταν αψεγάδιαστη σε κάθε της εμφάνιση σε αντίθεση με εμένα όμως ο πατέρας μου ποτέ δεν μας είχε κάνει παρατήρηση όταν ήμασταν μικρά με τα ξαδέλφια μου και μαλώναμε μεταξύ μας συνήθως για τα παιχνίδια ίσως ήξερε πως θα επέμβει η μητέρα μου για να ηρεμίσει την κατάσταση.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top