κεφάλαιο 4
Είμαι ξαπλωμένη στο κρεβάτι και ο πρωινός ήλιος πέφτει πάνω στο πρόσωπό μου αλλά δεν κουνιέμαι κάθομαι εντελώς ακίνητη και αναπολώ την χθεσινή παθιασμένη βραδιά που περάσαμε με τον Άλεξ και νιώθω ένα ελαφρός αναψοκοκκίνισμα στα μάγουλά μου γυρίζω προς τα δεξιά μου και βλέπω την άδεια θέση δίπλα μου. Άκουσα τον Άλεξ να ξυπνάει πολύ νωρίς πριν καν ανατείλει ο ήλιος και να κατεβαίνει κάτω αλλά δεν μπορούσα να ξυπνήσω ένιωθα το σώμα μου να παρακαλεί για λίγες ώρες ύπνου ακόμα. Κοιτάζω το κινητό μου και βλέπω πως η ώρα είναι οκτώ και πέντε και αποφασίζω να σηκωθώ επιτέλους, δεν μπορώ άλλο κλεισμένη μέσα σε αυτό το διαμέρισμα έχω ανάγκη να βγω και συγκεκριμένα να δουλέψω θέλω να πάω στην εταιρία να απασχολώ όσο μπορώ το μυαλό μου γιατί πραγματικά τα γεγονότα των τελευταίων ημερών θα με τρελάνουν ακόμα δεν μπορώ να συνειδητοποιήσω τι ακριβώς πήγε να κάνει ο Έρικ. Πηγαίνω στο μπάνιο και πλένω τα δόντια αφού πρώτα ρίχνω λίγο νερό στο πρόσωπό μου βγάζω από την βαλίτσα - μου την οποία ο Άλεξ προφανώς έχει αφήσει δίπλα από το κρεβάτι ένα φόρεμα σε μπεζ χρώμα και ένα ζευγάρι μπαλαρίνες σε ίδια απόχρωση. Βγάζω τις σατέν πιτζάμες μου που φόρεσα χθες το βράδυ και στέκομαι μπροστά στον καθρέφτη και κοιτάζω την τεράστια μελανιά που έχω στα πλευρά μου η οποία αρχίζει πλέον να ξεθωριάζει.
Ντύνομαι γρήγορά και κατεβαίνω τις σκάλες <<Για που το έβαλες>> ακούω τον Άλεξ να λέει καθώς μπαίνω στο σαλόνι <<Στην δουλειά>> απαντάω και τον βλέπω να κάθεται αναπαυτικά στον καναπέ πίνοντας τον καφέ του φορώντας ένα μαύρο παντελόνι με άσπρο πουκάμισο. <<Νομίζω δεν άκουσες τον γιατρό χθες τι ακριβώς είπε>> μου λέει και σηκώνετε από το καναπέ πλησιάζοντάς με <<Μα θέλω να πάω στην εταιρία θέ...>> λέω αλλά σηκώνει το δάχτυλό του και με σταματάει <<Αρχικά πάμε να φας πρωινό και τσακωνόμαστε στην κουζίνα>> λέει και με πιάνει από το χέρι πηγαίνοντάς με προς την κουζίνα <<Φάε>> λέει και δείχνει το πάσο της κουζίνας όπου πάνω του έχει καφέ, χυμό, ομελέτα και κάποια κρουασάν. Κάθομαι στην καρέκλα και ο Άλεξ στην άλλη δίπλα μου πιάνω στην κούπα με τον καφέ και αρχίζω να πίνω αλλά μου την παίρνει απότομα από τα χέρια μου <<Αρκετά φάε Άννα δεν θα το ξανά πω>> λέει και με βλέπω πως δεν με παίρνει για αντιρρήσεις. Πιάνω το πιρούνι και αρχίζω να τρώω από την ομελέτα και ο Άλεξ μου δίνει και πάλι την κούπα με τον καφέ.
Ύστερα από ένα τέταρτο και αφού έχω φάει την ομελέτα και ήπια και τον χυμό νιώθω ήδη πολύ καλύτερα το σώμα μου και ο Άλεξ φαίνεται πιο ήρεμος οπότε αποφασίζω να ανοίξω την συζήτηση για την δουλειά <<Άλεξ>> λέω και γυρίζει να με κοιτάξει <<Θέλω να πάω στην δουλειά>> του λέω ήρεμα <<Άννα τα είπαμε αυτά ο γιατρός είπε να ξεκουραστείς για δυο τρις ήμερες, εχθές βγήκες από το νοσοκομείο σε παρακαλώ δεν θέλω να μαλώνουμε>> λέει και βλέπω πως προσπαθεί να παραμείνει ψύχραιμος <<Ναι αλλά και εσύ δεν πρέπει να πας να δουλέψεις στην εταιρία δεν μπορείς να κάθισε όλη μέρα μαζί μου να κάνεις babysitting σε εμένα>> του λέω κοιτάζοντάς τον <<Μια χαρά είμαι εγώ όλα τα έχω υπό έλεγχο η Ρέιτσελ με ενημερώνει για ότι συμβαίνει στην εταιρία>> απαντάει και κοιτάζει το κινητό του καθώς διαβάζει ένα email <<Σε παρακαλώ Άλεξ το έχω ανάγκη θέλω να πάω στην δουλειά έχω ένα σωρό προτζέκτ να ετοιμάσω>> του λέω προσπαθώντας να τον πείσω <<Μπορούν να περιμένουν>> λέει χωρίς να πάρει τα μάτια του από το email <<Αρκετά θέλω να πάω και θα πάω δεν θα με κρατήσεις μέσα με το ζόρι>> λέω και σηκώνομαι από την καρέκλα και βγαίνω γοργά από την κουζίνα πηγαίνοντας να πάρω την τσάντα μου την οποία είδα ακουμπισμένη στο σαλόνι.
<ΆΝΝΑ>> ακούω την νευριασμένη φωνή του Άλεξ πίσω μου αλλά δεν σταματάω την ώρα που παίρνω την τσάντα μου με τραβάει από το χέρι και με γυρίζει έτσι που να κοιταζόμαστε πρόσωπο με πρόσωπο <<Γιατί ποτέ δεν κάνεις ότι σου λέω γιατί είσαι τόσο ξεροκέφαλη>> λέει και βλέπω τα μάτια μου να πετάνε φωτιές αλλά δεν με νοιάζει ξέρει πως θα πάρω αυτό που θέλω. Περνάει τα χέρια του μέσα από τα μαλλιά του και ξεφυσάει αγανακτισμένος και σηκώνει τα χέρια ψιλά σε ένδειξη υποχώρησης <<Ωραία κέρδισες θα πάμε μαζί αλλά έτσι και σε δω να ζαλίζεσθε έστω και λίγο θα σε πάρω από εκεί σηκωτή να το ξέρεις σε προειδοποιώ>> μου λέει και βλέπω πως εννοεί την κάθε λέξη που λέει. Κουνάω καταφατικά το κεφάλι μου <<Σάρα>> φωνάζει και εμφανίζεται αμέσως η γυναίκα <<Ειδοποιήσε τον Άνταμ πάμε στην εταιρία>> της λέει και εκείνη εξαφανίζεται αμέσως προς ένα δωμάτιο και βγαίνει μετά από ένα λεπτό <<Σας περιμένει κύριε Άντριου>> λέει στον Άλεξ καθώς στέκεται αγέρωχη. Δεν πρέπει να είναι πάνω από τριάντα πέντε χρονών με καστανά μαλλιά και μαύρα μάτια φορώντας μαύρα ρούχα φαίνεται αρκετά τρομαχτική θα έλεγα αλλά προφανώς αυτός είναι ο σκοπός της αφού η δουλειά της είναι να προστατεύει κόσμο και αυτή την στιγμή εμένα.
Ο Άλεξ προχωράει προς το ασανσέρ και το ακολουθώ μαζί με την Σάρα και πληκτρολογεί τον αριθμό του γκαράζ μόλις οι πόρτες ανοίγουν και βγαίνουμε βλέπω τον Άντριου να κάθετε έξω από το αμάξι και να μας περιμένει <<Κύριε Άντριου κυρία Σουάν>> λέει και ανοίγει την πόρτα για να μπω στο πίσω μέρος του SUV και το ίδιο κάνει και στον Άλεξ η Σάρα κάθετε στην θέση του συνοδηγού και ο Άνταμ δίπλα ενώ βάζει μπροστά και ξεκινάει για την εταιρία μας. Υστέρα από σαράντα πέντε λεπτά βρισκόμαστε με τον Άλεξ και την Σάρα στο ασανσέρ την εταιρίας μας και ανεβαίνουμε προς τα γραφεία μας μόλις οι πόρτες ανοίγουν τα μάτια της Μάγκι πέφτουν πάνω μου και μένει άναυδη <<Άννα Χριστέ μου δεν ξέρεις πόσο ανησύχησα>> λέει και έρχεται προς το μέρος μου και με αγκαλιάζει και βλέπω την συγκίνηση στα μάτια της << Μην ανησυχείς τώρα είμαι μια χαρά>> της λέω και την βλέπω να χαλαρώνει <<Μάγκι από εδώ η Σάρα είναι η σωματοφύλακας της Άννας θα κάθετε στην υποδοχή μαζί σου>> της λέει ο Άλεξ και η Μάγκι δίνει το χέρι της στην Σάρα <<Χάρηκα πολύ Σάρα κάθισε>> της λέει δείχνοντάς της μια καρέκλα δίπλα της. Προχωράμε προς τα γραφεία μας και όλοι μου εύχονται περαστικά <<Άννα>> λέει η Έλενα και με αγαλλιάζει <<Πως είσαι δεν έπρεπε να ξεκουράζεσαι;>> με ρωτάει <<Μην αρχίζεις και εσύ τώρα Έλενα αισθάνομαι μια χαρά δεν θα ήθελα να είμαι πουθενά άλλου>> της απαντάω <<Έχουμε πολύ δουλειά μπροστά μας>>της λέω και ανοίγω της πόρτα για το γραφείο μου <<Έλενα σε παρακαλώ πρόσεχε την>> λέει ο Άλεξ <<Μείνε ήσυχος>> του λέει η Έλενα <<Ξέρετε δεν είμαι μωρό>> τους απαντάω κοιτώντας τους και τους δυο <<Με αυτή την συμπεριφορά που έχεις μάλλον είσαι>> λέει ο Άλεξ και ξεφεύγει ένα γελάκι της Έλενας <<Εμείς θα τα πούμε μετά>> μου λέει ο Άλεξ και μπαίνει στο γραφείο του ενώ η Ρέιτσελ τον ακολουθεί.
Πηγαίνω και κάθομαι στο γραφείο μου ενώ η Έλενα στέκετε απέναντί μου και βλέπω ακόμα το χαμόγελο στα χείλη της <<Το βρίσκεις αστείο>> της λέω αλλά δεν σταματάει να χαμογελάει <<Τι;>> την ρωτάω νευριασμένη <<Ώστε δεν ήταν φαντασιώσεις τον πρωινάδικων σχετικά με εσένα και τον Άλεξ>> λέει και με κοιτάζει πονηρά. Παίρνω μια ανάσα και κάθομαι πίσω στην καρέκλα μου αναπαυτικά συνειδητοποιώντας πως αυτή είναι η πρώτη κοινή μας εμφάνιση στην δουλειά με τον Άλεξ μετά την απαγωγή μου και όλοι φυσικά έχουν ακούσει στις κουτσομπολίστικες εκπομπές ότι κάτι παίζει μεταξύ μας <<Όχι είναι όντως αλήθεια αλλά με όλα αυτά που συνέβησαν είναι η πρώτη φορά που εμφανιζόμαστε μαζί>> της λέει χαμογελώντας της <<Χαίρομαι η αλήθεια είναι πως κάτι είχα καταλάβει πως τρέχει μεταξύ σας από τον τρόπο που κοιταζόσασταν όταν βρισκόσασταν στον ίδιο χώρο>> λέει η Έλενα και κουνάω το κεφάλι μου καταφατικά <<Λοιπόν τι έχουμε πόσο πίσω έχουμε μείνει στα πρότζεκτ μας που πρέπει να παραδώσουμε;>> την ρωτάω <<Αρκετά αλλά, έχω μιλήσει με όλους και έχουν δείξει κατανόηση θα σου φέρω τους φακέλους να τους δεις και να μου πεις τι να κάνουμε αλλά, Άννα με το μαλακό σε παρακαλώ μην πιέζεις τον εαυτό σου όλα θα τα φτιάξουμε>> μου λέει και βγαίνει από το γραφείο μου αλλά επιστρέφει μετά από δέκα λεπτά με αρκετούς φακέλους στα χέρια της του οποίους εναποθέτει πάνω στο γραφείο μου. Ώρα να πιάσουμε δουλειά παίρνω μια βαθιά ανάσα και ανοίγω τον πρώτο φάκελο.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top