κεφάλαιο 2
Οι φωνές απ' έξω όλο και δυνάμωναν και ξαφνικά ακούστηκε ένας πυροβολισμός με αποτέλεσμα ο Έρικ να πεταχτεί όρθιος <<Τι στο διάολο συμβαίνει >> φωνάζει για να ακουστεί έξω αλλά, δεν παίρνει καμία απάντηση αντιθέτως κάποιος προσπαθεί να ανοίξει την πόρτα χτυπώντας την με δύναμη με αποτέλεσμα να σπάσει την κλειδαριά. Δύο αρματωμένοι άντρες με καλυμμένα πρόσωπα και βαρύ οπλισμό εισβάλουν μέσα στον χώρο <<ΑΚΙΝΗΤΟΣ ΠΕΣΕ ΚΑΤΩ ΜΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΨΥΛΑ>> φωνάζει κρατώντας στο χέρι του το όπλο <<Τους βρήκαμε>> λέει ο άλλος άντρας στο μικρόφωνο. Ενστικτωδώς τυλίγω τα χέρια μου γύρω από το σώμα μου <<Ο χώρος είναι ασφαλής>> λέει πάλι στο μικρόφωνο ενώ ο άντρας με το όπλο σκύβει και παίρνει χειροπέδες στον Έρικ και τον βγάζει από το δωμάτιο κρατώντας τον δυνατά από τα μπράτσα και παρατηρώ το πίσω μέρος του αλεξίσφαιρου γιλέκου του που γράφει SWAT. <<Είσαι ασφαλής>> λέει ο άντρας και με πλησιάζει δίνοντάς μου το χέρι του για να σηκωθώ αλλά κοιτάζει εξεταστικά το πρόσωπό μου και μόνο τότε παρατηρώ πως τρέχει λίγο αίμα από την μύτη μου προφανώς από το χαστούκι που μου έδωσε πριν ο Έρικ. <<Μη φοβάσαι όλα τελείωσαν>> λέει και αφήνω την ανάσα μου ελεύθερη δεν είχα καταλάβει καν πότε σταμάτησα να αναπνέω. Το πιάνω διστακτικά αλλά, με το που σηκώνομαι νιώθω όλα να θολώνουν και το κεφάλι μου να πονάει <<Το κεφάλι μου>> λέω και πριν το καταλάβω λιποθυμάω.
Καθώς όμως με είχε στην αγκαλιά του και με έβγαζε προς τα έξω κατάφερα να ανοίγω ελάχιστα τα μάτια μου και να έχω επαφή με το περιβάλλον παρατήρησα πως ήμασταν μέσα σε μια εγκαταλελειμμένη αποθήκη. Με αφήνει προσεκτικά πάνω στο φορείο του ασθενοφόρου που υπάρχει απ' έξω και βλέπω δυο γιατρούς να έρχονται κοντά μου <<Έχει κάποιο χτύπημα στο κεφάλι>> λέει ο άντρας στους γιατρούς και με τυλίγουν με μια κουβέρτα όταν ξαφνικά ακούω ήχους από ρόδες που γρυλίζουν να φτάνουν κοντά μας. Τρία αμάξια σταματάνε απότομα και νιώθω ήδη την παρουσία του Άλεξ κοντά μου <ΑΝΝΑ>> ακούω την φωνή του χωρίς να μπορώ να τον δω πίσω από τον άντρα που μέχρι πρότινος με κουβαλούσε στα χέρια του. Κάνω να σηκωθώ αλλά με σταματάνε οι γιατροί <<Έχετε χτυπήσει δεσποινίς ξαπλώστε>> λένε αλλά παραμερίζω τα χέρια τους και τρέχω προς το μέρος της φωνής που μόλις άκουσα. Βλέπω τον Άλεξ με ένα μαύρο πουκάμισο αξύριστό και με μια έκφραση αγωνίας χαραγμένη στο πρόσωπό του αλλά, μόλις με βλέπει να τρέχω προς το μέρος του όλα εξαφανίζονται τρέχει με ορμή προς τα εμένα και πέφτω στην αγκαλιά του κλαίγοντας. <<Μωρό μου, αγάπη μου, ζωή μου>> λέει και με κρατάει στην αγκαλιά του <<Άλεξ>> λέω λες και ακόμα δεν μπορώ να το πιστέψω πως πραγματικά είμαι στην αγκαλιά του και όλο αυτό το μαρτύριο έχει τελειώσει.
<<Τώρα είσαι ασφαλής μωρό μου λέει>> και με κρατάει στην αγκαλιά του βλέπω κάποιους ακόμα άντρες να περιπολούν την αποθήκη γύρω γύρω <<Άλεξ>> λέω και τον σφίγγω δυνατά προτού χάσω και πάλι της αισθήσεις μου το μόνο που άκουσα είναι το όνομα μου να φωνάζει καθώς έπεφτα στα χέρια του. Όταν άνοιξα ξανά τα μάτια μου συνειδητοποιώ πως βρίσκομαι ξαπλωμένη σε ένα κρεβάτι νοσοκομείου ενώ στο χέρι μου υπάρχει ένα καλώδιο που φτάνει στον ορό που κρέμεται από πάνω. Νιώθω να πονάει όλο μου το σώμα και σε κάθε μου κίνηση μορφάζω από τον πόνο που νιώθω να με διαπερνάει. Η πόρτα ανοίγει την ώρα που πάω να ανασηκωθώ στο κρεβάτι μου και βλέπω τον Άλεξ να μπαίνει μέσα <<Άννα>> λέει καθώς καταλαβαίνει τι κάνω <<Τι κάνεις ξάπλωσε πάλι>> λέει αλλά κουνάω αρνητικά το κεφάλι μου και έρχεται προς εμένα και με βοηθάει να καθίσω καλύτερα πάνω στο κρεβάτι πιάνω το χέρι του και τον τραβάω να κάτσει δίπλα μου διστάζει για ένα λεπτό αλλά, κάθεται τον αγαλλιάζω και χαϊδεύει τα μαλλιά μου <<Άννα μη μου τα ξανακάνεις αυτό δεν ξέρεις πόσο ανησύχησα>> λέει και με κρατάει αγκαλιά <<Νόμιζα πως δεν θα σε ξανά έβλεπα Άλεξ>> του λέω και δάκρυα αρχίζουν να τρέχουν από τα μάτια μου <<Τώρα είσαι εδώ μωρό μου>> λέει και χαϊδεύει την πλάτη μου απαλά <<Πως με βρήκες;>> ρωτάω και τον βλέπω να παίρνει μια βαθιά ανάσα.
<<Όταν έφυγες από το σπίτι σε πήρα τηλέφωνο αλλά δεν το σήκωσες και πιο μετά πάλι και πάλι και ανησύχησα κατέβηκα να έρθω σπίτι σου να σε βρω και τότε είδα πως το αμάξι σου ήταν παρκαρισμένο έξω από το σπίτι μου και...>> λέει σταματάει κλείνει για λίγο τα μάτια του και βλέπω διάφορα συναισθήματα να παίρνανε από το πρόσωπό του από μίσος, οργή και τέλος γαλήνη <<Και τότε κατάλαβα πως κάτι σου είχε συμβεί. Πήρα τηλέφωνο τον Κρις που ήταν μαζί με την Μια μήπως ήξερε που ήσουν αλλά, δεν γνώριζε κάτι ούτε η Έλσα μίλησα και με τον πατέρα σου τίποτα>> λέει και κλείνει σφιχτά τα μάτια του. Και ξαφνικά συνειδητοποιώ πως οι γονείς μου θα έχουν τρελαθεί από τον φόβο τους << Πήραμε τηλέφωνο την αστυνομία και αρχίσαμε να ψάχνουμε μήπως ήταν κάποιος από τους αντιπάλους της εταιρίας μας και μετά αφού είδαμε πως ζητούσαν λύτρα μας είπαν πως μάλλον πρόκειται για κάποιο αντίποινο εναντίον μας αλλά, και εγώ και ο πατέρας σου δεν έχουμε ανοιχτούς λογαριασμούς με κανέναν>> λέει και βολεύομαι καλύτερα στην αγκαλιά του <<Αρχίσαμε τότε να ψάχνουμε για δικούς σου εχθρούς και ζήτησαν από τα κορίτσια να μας πουν εάν δεν γνωρίζαμε κάτι σχετικά με το παρελθόν σου και η Μια με την Έλσα μας είπαν για τον Έρικ>> και καθώς λέει το όνομά του κλείνει τα μάτια καθώς η οργή είναι χαραγμένη στο πρόσωπό του.
<<Δεν μας είπαν λεπτομέρειες μόνο το όνομα και του και έτσι η αστυνομία άρχισε να ψάχνει είδε πως είχε έρθει στο Μανχάταν μια μέρα πριν σε απαγάγουν και συναναστρεφόταν με υπόκοσμό και στην συνέχεια μέσα από τις κάμερες στον δρόμο εντόπισαν τον βανάκι που σε είχαν βάλει μέσα και ακολούθησαν την πορεία του μέχρι την αποθήκη όπου σε είχαν και φυσικά εντόπισαν και τον Έρικ να μπαίνει μέσα>> λέει και παρατηρεί πως κάθε φορά που αναφέρει το όνομα του τρέμω <<Άλεξ εγώ και ο Έρικ>> πάω να πάω αλλά, με σταματάει <<Θα τα συζητήσουμε όλα αλλά, όχι εδώ μωρό μου τώρα ξεκουράσου γιατί οι γονείς σου είναι απ' έξω και ανυπομονούν να σε δουν όπως και τα κορίτσια α θέλει να σου πάρει κατάθεση και ο διοικητής του τμήματος αλλά αυτό μπορεί να περιμένει>> λέει και χάιδευε τα μαλλιά μου καθώς με βοηθάει να ξαπλώσω καλύτερα στο κρεβάτι <<Θα τους πω πως ξύπνησες να έρθουν να σε δουν>> λέει και ανοίγει την πόρτα του δωματίου και βγαίνει έξω.
Μετά από αρκετή ώρα κάθομαι στην αγκαλιά της μητέρας μου ενώ ο πατέρας σου κάθετε στην καρέκλα και τα κορίτσια απέναντι μου <<Άννα δεν ξέρω τι θα έκανα πήγα να τρελαθώ μέχρι να σε βρουν ευτυχώς ο Ερρίκος μας βοήθησε πολύ>> λέει και την κοιτάζω <<Ο μπαμπάς του Άλεξ;>> την ρωτάω <<Ναι αυτός έβαλε την επίλεκτη μονάδα για να σε βρούμε>> λέει η μητέρα μου <<Μάθατε ποιος κρύβεται από πίσω;>> ρωτάω <<Όχι ο ένας δεν μιλάει και οι υπόλοιποι γνώριζαν μόνο τον Έρικ και όχι τους υπόλοιπους>> λέει ο πατέρας μου <<Άννα γιατί σε απήγαγε αυτός ο άντρας;>> ρωτάει η μητέρα μου και ρίχνω μια γρήγορη ματιά στα κορίτσια. Ο Άλεξ μου είχε πει πριν πως δεν τους είπαν λεπτομέρειες σχετικά με εμένα και τον Έρικ <<Δεν έχω ιδέα δεν μου είπε το μόνο που κατάλαβα ήταν πως με κάποιο τρόπο ήθελαν να εκδικηθούν τον Άλεξ>> τους λέω και τα κορίτσια κοιτάζονται μεταξύ τους. <<Έχει έρθει ο διοικητής και θέλει να σου πάρει κατάθεση θα βοηθήσει για να μείνει μέσα αυτό το κάθαρμα>> λέει ο πατέρας μου<<Εντάξει πες του να περάσει μέσα>> λέω και η πόρτα ανοίγει και μπαίνει μέσα ο Άλεξ ο πατέρας μου τον χτυπάει απαλά στην πλάτη <<Σε ευχαριστώ για ότι κάνατε για την κόρη μου>> του λέει και του δίνει το χέρι του <<Κύριε Ίαν ξέρετε τι σημαίνει για εμένα η Άννα θα έδινα και την ζωή μου>> λέει και με κοιτάζει <<Ίαν σκέτο>> λέει ο πατέρας μου <<Θέλει να δώσει κατάθεση>> του λέει ο πατέρας μου και όλοι πηγαίνουν προς την πόρτα για να βγουν έξω <<Θα φωνάξω τον διοικητή>> μου λέει ο πατέρας μου και κουνάω το κεφάλι μου καταφατικά <<Θα μείνω εγώ μαζί της>> λέει ο Άλεξ και με κοιτάζει
Ο διοικητής κάθετε στην καρέκλα απέναντι μου και σημειώνει ότι του λέω εξιστορώ τα όσα έζησα από την στιγμή που βγήκα από το σπίτι του Άλεξ ο οποίος στέκετε απέναντι μου και με ακούει με προσοχή τα όσα λέω και βλέπω την οργή και το μίσος να κατακλύζουν το όμορφο πρόσωπό του καθώς περιγράφω τις στιγμές που πέρασα στα χέρια του Έρικ και το ότι προσπάθησε να με βιάσει ο Άλεξ με δυσκολία συγκρατεί τα νεύρα του ακούγοντας τα όσα βγαίνουν από το στόμα μου καθώς φτάνω στο τέλος των γεγονότων. <<Σας ευχαριστώ πολύ δεσποινίς Σουάν όλα αυτά θα μας βοηθήσουν στο να δέσουμε τις κατηγορίες εναντίων του και να μπει φυλακή>> λέει ο διοικητής <<Απ' ότι γνωρίζω όμως τον ξέρατε από παλιά τον συγκεκριμένο άντρα;>> με ρωτάει. Ρίχνω μια ματιά στον Άλεξ και κοιτάζω πάλι προς το μέρος του διοικητή Τζέιμς <<Ναι τον γνώριζα>> λέω απλά <<Όταν νιώσετε καλύτερα θα θέλαμε να μάθουμε περισσότερες πληροφορίες για τον συγκεκριμένο άντρα. Ίσως, μας βοηθήσουν να φτάσουμε στον επικεφαλή αυτόν που κρύβεται από πίσω του και κινεί τα νήματα καθώς, ο Έρικ είναι απλώς ένα πιόνι του>> λέει ο Τζέιμς και σηκώνετε από την καρέκλα <<Καλή ανάρρωση σας εύχομαι και να γυρίσετε γρήγορα σπίτι σας>> μου λέει και χαιρετάει τον Άλεξ δίνοντας το χέρι του και βγαίνει από το δωμάτιο αφήνοντας με μόνη μου με τον Άλεξ και μένουμε έτσι να κοιταζόμαστε.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top