κεφάλαιο 1
Κούνησα διστακτικά τα πόδια μου και μετά από λίγο άνοιξα τα μάτια μου ενώ με τα χέρια μου έπιασα το κεφάλι μου το οποίο πονούσε αφόρητα. Κοιτάζω γύρω μου και συνειδητοποιώ πως είμαι σε ένα δωμάτιο ακουμπισμένη πάνω σε ένα ράντζο και ελάχιστο φως έρχεται μέσα από ένα μικρό παράθυρο. Ξαφνικά καταλαβαίνω το τι ακριβώς έχει συμβεί και δάκρυα τρέχουν από τα μάτια μου. Κάποιος με έχει απαγάγει κάποιος που δεν έχω ιδέα γιατί το κάνει αυτό και νιώθω τον φόβο να με κυριεύει. Ακούω βήματα έξω από την πόρτα και ομιλίες κάποιος ξεκλειδώνει την πόρτα και ενστικτωδώς μαζεύω τα πόδια μου πιο κοντά στο σώμα μου προσπαθώντας να προστατευτώ από τον άγνωστο εχθρό μου. Η πόρτα ανοίγει και ένας άντρας γύρω στα τριάντα με μαύρα μαλλιά και μάτια μπαίνει μέσα στο δωμάτιο και ξαφνικά οι εφιάλτες που έβλεπα τόσο καιρό ζωντανεύουν παίρνουν σάρκα και οστά και βλέπω να στέκετε μπροστά μου ο πρωταγωνιστής τους. <<Εσύ;>> λέω καθώς συνειδητοποιώ ποιος είναι <<Έρικ;>> ξαναρωτάω. <<Σου έλειψα μωρό μου;>> ρωτάει και με πλησιάζει ενώ εγώ απομακρύνομαι και άλλο και ακουμπάω στο παγωμένο τοίχο πίσω μου. Κάθετε σε μια καρέκλα σιδερένια δίπλα από το κρεβάτι μου <<Μη με λες έτσι>> του λέω και χαμογελάει <<Ναι σωστά τώρα σε αποκαλεί έτσι ο Άντριου>> λέει και βλέπω το χαμόγελό του να γίνεται πιο τρομακτικό <<Τι θες από εμένα;>> τον ρωτάω <Εγώ τίποτα ο εργοδότης μου πάλι πολλά>> λέει και συνεχίζει να χαμογελάει αγέρωχα <<Αν και τώρα που το σκέφτομαι ίσως να ήθελα να ξαναθυμηθώ τα παλιά>> λέει και με μια γρήγορη κίνηση σηκώνετε και έρχεται δίπλα μου. Αυτό με κάνει να πεταχτώ όρθια αλλά πιάνει το χέρι μου και με τραβάει αντιστέκομαι και σηκώνετε όρθιος τραβώντας με, με περισσότερη δύναμη με αποτέλεσμα να πονάει ο καρπός μου έτσι τα παρατάω και σταματάω να προσπαθώ να ξεφύγω. <<Έτσι μπράβο μωρό μου καμία δεν αντιστέκετε στον Έρικ αν και αυτό είμαι σίγουρη πως το θυμάσαι>> μου λέει και βάζει το χέρι του στην μέση μου και με κολλάει πάνω του.
Βάζει τα χείλη του πάνω μου προσπαθώντας με φιλήσει αλλά εγώ αντιστέκομαι και επιτέλους καταφέρνω να τον διώξω από πάνω μου <<Μου αρέσει που αντιστέκεσαι μωρό μου αργά η γρήγορα θα γίνεις και πάλι δικιά μου και ο φιλαράκος σου θα πάρει αυτό που του αξίζει>> λέει και βλέπω την οργή του ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του. Χριστέ μου σκέφτομαι τι θέλει από τον Άλεξ τι θέλει από εμένα δεν καταλαβαίνω τίποτα <<Γιατί το κάνεις όλο αυτό για τα λεφτά;>> τον ρωτάω προσπαθώντας να καταλάβω τι συμβαίνει <<Όχι μωρό αν και σου είπα εγώ απλά εκτελώ εντολές ο αφεντικό μου έχει πολλά σχέδια για εσένα όσο λιγότερο αντισταθείς τόσο πιο εύκολο θα είναι για εσένα>> μου λέει και έρχεται πάλι προς το μέρος μου <<Δεν σε θέλω πια Έρικ δεν σημαίνεις τίποτα για εμένα πια>> του λέω και πισοπατώ αλλά με πιάνει πάλι και αυτή την φορά χουφτώνει τους γλουτούς μου <<Άσε με>> του λέω φωνάζοντας αλλά η δύναμή του είναι τριπλάσια από την δικιά μου <<Πίστεψέ με μωρό μου όταν τελειώσει όλο αυτό ο φίλος σου δεν θα θέλει να σε δει πια στα μάτια του θα σε κάνω να φωνάζεις έτσι όπως θα σε γαμάω που δεν θα αντέχεις άλλο>> λέει και τον κοιτάζω τρομοκρατημένη και μου έρχεται να κάνω εμετό από τα λόγια του. Με αφήνει και βγαίνει από το δωμάτιο κλειδώνοντας την πόρτα πίσω του. Πέφτω στο κρεβάτι και κλαίω με λυγμούς Άλεξ σώσε με λέω ξανά και ξανά από μέσα μου σαν μικρή προσευχή ελπίζοντάς πως θα με ψάχνει και θα ακούσει την προσευχή μου.
Ύστερα από αρκετή ώρα ένας από τους άντρες του Έρικ προφανώς ήρθε και μου έφερε ένα δίσκο με κοτόπουλο και πατάτες αλλά δεν το άγγιξα καν το τελευταίο πράγμα που ήθελα ήταν να φάω. Ξάπλωσα στο κρεβάτι παρακαλώντας για ένα θαύμα τα δάκρυά μου είχαν στερέψει πια και το μόνο που σκεφτόμουν ήταν ένα τρόπο για να μπορέσω να ξεφύγω από εδώ αλλά, μάταια έξω πρέπει να ήταν γύρω στα τρία με τέσσερά άτομα απ' ότι θυμάμαι όταν με έβαλαν στο βανάκι και εγώ ήμουν μόνη μου δεν θα μπορούσα με κανέναν τρόπο να τους ξεφύγω. Έκλεισα τα μάτια μου και φαντάστηκα πως ήμουν στο σπίτι του Άλεξ και με είχε στην αγκαλιά του και προσπάθησα να κοιμηθώ για λίγο. Ξύπνησα από έναν δυνατό θόρυβο ένας από τους άντρες του Έρικ είχε έρθει μέσα στο δωμάτιο και πετάχτηκα όρθια κοίταξε τον γεμάτο δίσκο και μετά εμένα <<Φάε το αφεντικό μας έχει δώσει ρητή εντολή να σε προσέχουμε και να τρως αλλιώς θα σε κάνουμε να φας με το ζόρι και πίστεψέ με δεν θα σου αρέσει>> είπε και με κοίταξε με μίσος <<Άσε με να φύγω τι θέλετε επιτέλους από εμένα γιατί τα κάντε αυτά;>> ρώτησα αλλά δεν πήρα καμία απάντηση <<ΦΑΕ>> λέει και πηγαίνει προς την πόρτα. Τρέχω προς το μέρος του αλλά κλείνει με δύναμη την πόρτα χτυπάω δυνατά <<ΑΦΗΣΤΕ ΜΕ ΝΑ ΦΥΓΩ ΑΦΗΣΤΕ ΜΕ>> φωνάζω και συνεχίζω να χτυπάω την πόρτα καθώς πέφτω κάτω ακουμπώντας την πλάτη μου πάνω της.
Μαζεύω τα πόδια μου στο σώμα μου και ακουμπάω το κεφάλι μου πάνω τους κλαίγοντας άλλη μια φορά με λυγμούς. Αρχίζω να χάνω κάθε ελπίδα που έχω ώστε να μπορέσει κάποιος να ν=με σώσει έτσι κι αλλιώς κανένας δεν γνωρίζει για τον Έρικ εκτός από τα κορίτσια και είναι αδύνατον να καταφέρει κάποιος να μας εντοπίσει. Μετά από κάμποση ώρα σηκώνομαι και κάθομαι στο κρεβάτι κοιτάζω εξεταστικά το φαγητό η αλήθεια είναι πως έχω να φάω από χθες το μεσημέρι στο σπίτι του Άλεξ αλλά, πραγματικά το στομάχι μου έχει δεθεί κόμπος. Παίρνω διστακτικά το πιρούνι και βάζω στο στόμα μου μια μπουκιά κοτόπουλο προτού όμως το καταλάβω νιώθω μια αναγούλα και τρέχω προς ένα μικρό καλάθι σκουπιδιών που υπάρχει μέσα στο δωμάτιο κάνοντας εμετό. Το μόνο που έχει καταφέρει να δεχτεί το σώμα μου αυτές τις μέρες είναι λίγο νερό. Σηκώνομαι όρθια την ώρα που η πόρτα ανοίγει και βλέπω τον Έρικ να μπαίνει μέσα κοιτάζει το δίσκο με το φαγητό και μετά εμένα που στέκομαι δίπλα από τον κάδο. <<Νομίζω πως σου είπαν να φας>> λέει και με κοιτάζει <<Δεν θέλω θέλω να με αφήσεις να φύγω>> λέω και υψώνω το ανάστημά μου αλλά, με το που κάνει δυο βήματα προς το μέρος μου αμέσως το μετανιώνω <<Πολύ απαιτητική είσαι>> λέει και γελάει περιπαιχτικά <<Όλα στην ώρα τους μωρό μου>> λέει και με πλησιάζει κι άλλο και κάνω ένα βήμα πίσω <<Μη με λες έτσι>> λέω κοφτά. Γελάει και με κοιτάζει <<Και τώρα νομίζω πως ήρθε η ώρα να θυμηθούμε τα παλιά της λες;>> λέει και με αρπάζει από το χέρι <<Άσε με>> φωνάζω και τον σπρώχνω μακριά μου <<Έλα τώρα μη μου κάνεις την δύσκολη όταν σε πήδαγα στο πανεπιστήμιο σου άρεσε>> λέει και μου πιάνει και τα δύο μου χέρια και με κρατάει με δύναμη <<Άσε με σε παρακαλώ>> εκλιπαρώ <<Μην ανησυχείς μωρό μου θα είμαι καλός μαζί σου>> λέει και γελάει και με πετάει πάνω στο κρεβάτι με δύναμη.
Βάζω τα πόδια μου μπροστά μου για να του αντισταθώ την ώρα που έρχεται πάνω μου <<Έλα τώρα μη μου το παίζεις δύσκολη το ξέρω πως και εσύ το θες μωρό μου>> λέει και επιτίθεται στα χείλη μου προσπαθώντας να με φιλήσει αλλά αντιστέκομαι με όσες δυνάμεις μου έχουν απομείνει<<ΑΣΕ ΜΕ ΜΑΛΑΚΑ>> λέω και του χώνω ένα χαστούκι <<Παλιό πουτάνα>> λέει και μου δίνει ένα χαστούκι με δύναμη με αποτέλεσμα να χτυπήσω το κεφάλι μου στον τοίχο πίσω μου. Πιάνει το πουκάμισό μου και μια κίνηση το σκίζει αποκαλύπτοντας το σουτιέν μου βάζω τα χέρια μου μπροστά μου προσπαθώντας να τον διώξω από πάνω μου αλλά μάταια τα ακινητοποιεί ενώ αρχίζει να μου γλύφει το στήθος <<Είχα ξεχάσει πόσο καύλα ήσουν όσο περισσότερο αντιστέκεσαι τόσο πιο δύσκολο το κάνεις για εσένα>> λέει και με το ένα του χέρι προσπαθεί να μου ξεκουμπώσει το παντελόνι <<Σε παρακαλώ Έρικ μην το κάνεις αυτό >> τον εκλιπαρώ κλαίγοντας <<Κάτσε φρόνιμα επιτέλους>> λέει με οργή και μου κατεβάζει το παντελόνι. Σηκώνεται από πάνω μου και ξεκουμπώνει το δικό του και καταφέρνω να σηκωθώ από το κρεβάτι και να του ξεφύγω αλλά, με πιάνει από το χέρι <<Τι σου είπα όσο περισσότερο αντιστέκεσαι τόσο το χειρότερο για εσένα>> λέει και μου δίνει άλλο ένα δυνατό χαστούκι με αποτέλεσμα να πέσω στο πάτωμα μπρούμητα.
Προσπαθώ να συρθώ μακριά του αλλά, με ακινητοποιεί για ακόμα μια φορά, νιώθω το μόριο του να τρίβεται πάνω μου <<Έρικ σε παρακαλώ μη μου το κάνεις αυτό >> τον εκλιπαρώ για μια φορά ακόμα χωρίς όμως να βρίσκω ανταπόκριση μου σκίζει το εσώρουχό μου και αρχίζει να με φιλάει ενώ κλαίω με λυγμούς και τον βλέπω να κατεβάζει το μποξεράκι του αποκαλύπτοντας το μόριό του και νιώθω πως όλα τελείωσαν σκύβει από πάνω μου και κλείνω τα μάτια μου γυρίζοντάς το κεφάλι μου από την άλλη πλευρά δεν μπορώ να τον βλέπω με αηδιάζει, τον σιχαίνομαι, τον μισό με μια κίνηση μου ανοίγει τα πόδια μου και προσπαθώ να αντισταθώ χωρίς αποτέλεσμά όμως, είναι έτοιμος να μπει μέσα μου αλλά, απ' έξω επικρατεί πανικός και ακούγονται φωνές και μια μικρή ελπίδα γεννιέται μέσα μου.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top