{42}

Τόσα που είχα να σου πω, κι όμως χαθήκαμε
Έτσι τυχαία σε συνάντησα στους δρόμους
Είπα καρδιά μου φύγε, πες πως δε βρεθήκαμε
Μη μου μιλάς δεν θέλω πια δικούς σου νόμους

Γιατί δεν τρέχεις να μου πεις πως μ' αγαπάς;
Γιατί το δρόμο δεν μου κλείνεις να μη φύγω;
Γιατί σαν άνεμος αγάπης με κοιτάς;
Γιατί όλα μέσα μου φωνάζουνε να μείνω;
Γιατί δεν τρέχεις να μου πεις πως μ' αγαπάς;
Γιατί το δρόμο δεν μου κλείνεις να μη φύγω;
Γιατί σαν άνεμος αγάπης με κοιτάς;
Γιατί όλα μέσα μου φωνάζουνε να μείνω;
Δε μου μιλάς, δε μ' αγκαλιάζεις, δεν μπορείς
Και τη φωνή μου που τρελάθηκε, την πνίγω

Τόσα που είχα να σου πω, στο δρόμο τα έριξα
Δεν έχεις τίποτα για μένα από δικό σου
Πόσο σε άλλαξε ο καιρός, πόσο σε άδειασε
Μοιάζει με πέτρα στο βυθό το πρόσωπό σου

--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Το κουδούνι χτύπησε και ο Λουκ χαμογέλασε ειρωνικά, καθώς σηκώθηκε να ανοίξει. Η Σελήνη έσμιξε τα φρύδια της παραξενεμένη, αλλά δεν έδωσε σημασία, μέχρι που άκουσε μια πολύ γνωστή φωνή πίσω της.

"Γεια σου Σελ. Τι ευχάριστη επίσκεψη είναι αυτή" ακούστηκε η ειρωνική φωνή του Μάριου.

Η κοπέλα ρόλαρε εκνευρισμένη τα μάτια της και τον κοίταξε ειρωνικά. 

"Τι έγινε Μαριούκο; Ο εγωισμός σου δεν αντέχει να είμαι με κάποιον καλύτερό σου;" τον προκάλεσε εκείνη και το αγόρι ένιωσε να κοκκινίζει ολόκληρος.

"Μωρό μου, και οι δύο ξέρουμε πολύ καλά ότι δεν υπάρχει καλύτερός μου" απάντησε αλαζονικά, κάνοντας τη Σελήνη να ξεσπάσει σε δυνατά γέλια.

"Υπάρχει και βρίσκεται μπροστά σου" του είπε και χωρίς να ασχοληθεί περισσότερο γύρισε ξανά στον Αχιλλέα που έδειχνε κάτι παραπάνω από θυμωμένος.

"Μη του δίνεις σημασία" του ψιθύρισε και άγγιξε απαλά το χέρι του, κάνοντάς τον να μαλακώσει κάπως. 

"Είμαστε μια πολύ ωραία ατμόσφαιρα" μονολόγησε ειρωνικά η Έλενα, κάνοντας την κοκκινομάλλα να γελάσει δυνατά.

"Αυτό να λέγεται" είπε και τέντωσε τα χέρια της.

Ο Αχιλλέας, που τόση ώρα έμενε αμέτοχος, ρόλαρε τα μάτια του. Κατά βάθος ήξερε ότι η σημερινή συνάντηση θα εξελισσόταν σε μια εντελώς γελοία κατάσταση, αλλά δεν μπορούσε να κάνει κάτι. Δε συμπαθούσε καθόλου την παρέα της κοπέλας του και αντιλαμβανόταν πως τα αισθήματα ήταν αμοιβαία. Παρ' όλα αυτά αποφάσισε να μη της χαλάσει χατίρι και να την ακολουθήσει στο σπίτι του Ζήνωνα χωρίς αντιρρήσεις, γεγονός που είχε μετανιώσει. Έβαλε το χέρι του στην τσέπη του τζιν της Σελήνης και έπιασε το πακέτο της, βγάζοντας ένα τσιγάρο από μέσα. Το τοποθέτησε ανάμεσα στα χείλια του και το άναψε, φυσώντας τον καπνό. Η κοκκινομάλλα τον κοίταξε χαμογελώντας.

"Σου πάει" σχολίασε και γύρισε το βλέμμα της στην Έλενα που της μιλούσε εδώ και αρκετή ώρα.

Το βλέμμα του άντρα περιπλανήθηκε στον χώρο. Αναρωτιόταν τι δουλειά είχε με τους εικοσάχρονους φίλους της κοπέλας του, αλλά απέφυγε να απαντήσει. Τράβηξε μια τζούρα και φύσηξε τον καπνό, όταν πρόσεξε τον Μάριο. Από την ώρα που είχε έρθει δεν είχε τραβήξει ούτε δευτερόλεπτο το βλέμμα του από την Σελήνη, πράγμα που τον εκνεύριζε αφάνταστα. Δεν ήθελε κανένας να την κοιτάει, πόσο μάλλον σα να ήθελε να τη γδύσει και να την πάρει επιτόπου. Το βλέμμα του αγοριού στράφηκε στον Αχιλλέα, κοιτώντας τον εχθρικά. Ο άντρας ανταπέδωσε το βλέμμα, νιώθοντας τα νεύρα του να τσιτώνονται. Σκούντηξε απαλά τη Σελήνη.

"Πάμε να φύγουμε;" της ψιθύρισε ενοχλημένος.

"Τι έγινε;" τον ρώτησε εκείνη.

"Ο Μάριος" την πληροφόρησε και η κοπέλα ρόλαρε τα μάτια της.

"Μη του δίνει σημασία. Μαζί σου είμαι, όχι με εκείνον. Δεν έχεις κάτι να ζηλέψεις" του είπε σε μια προσπάθεια να τον καθησυχάσει, αλλά ο άντρας δεν έδειξε να ηρεμεί.

"Τον βλέπεις πως σε κοιτάει; Λες και θέλει να σε πηδήξει" της είπε χυδαία, προσπαθώντας με νύχια και με δόντια να συγκρατήσει τα νεύρα του.

Η κοκκινομάλλα γέλασε και του έκλεισε το μάτι. Κατά βάθος της άρεσε όταν ζήλευε. 

"Εσύ θες να με πηδήξεις;" τον ρώτησε προκλητικά, γλύφοντας τα σαρκώδη χείλη της.

"Όσο δε φαντάζεσαι" της απάντησε χωρίς αναστολές.

"Τότε σε λίγο φεύγουμε" του ανακοίνωσε και σηκώθηκε από τον καναπέ με προορισμό την κουζίνα.

Μπαίνοντας μέσα, έπεσε πάνω στον Ζήνωνα. Ένιωσε τα νεύρα της να χτυπάνε κόκκινο.

"Ποιο ακριβώς είναι το πρόβλημά σου;" τον ρώτησε άγρια, κλείνοντας την πόρτα για να μην ακουστούν μέσα.

"Τι εννοείς;" ρώτησε εκείνος ανήξερος.

"Τι σκατά κάνεις εδώ ο Μάριος; Μου είχες πει ότι δε θα τον φώναζες; Τι πάει λάθος μαζί σου;" ρώτησε, ανεβάζοντας τον τόνο της φωνής της.

"Ηρέμησε Σελ. Δε τον κάλεσα εγώ. Η Έμμα του το είπε. Δεν ήξερε ότι θα έφερνες και τον Αχιλλέα. Νόμιζε ότι θα μαζευόμασταν η παρέα, όπως παλιά" της είπε σε μια προσπάθεια να την ηρεμήσει.

Η κοκκινομάλλα αναστέναξε και τον κοίταξε. 

"Μάζεψε τον φίλο σου" έτριξε και αφού πήρε μια μπύρα από το ψυγείο, βγήκε από την κουζίνα.

Κάθισε ξανά δίπλα στον Αχιλλέα και του πρόσφερε το μπουκάλι που είχε πάρει προηγουμένως. Ο άντρας ήπιε μια γουλιά και της το επέστρεψε.

"Ταιριάζετε" ακούστηκε η φωνή της Μαριάννας και η Σελήνη έγνεψε χαμογελώντας αλαζονικά.

"Το ξέρουμε" απάντησε στη φίλη της.

"Μα ναι. Είστε ο ένας φτιαγμένος για τον άλλο" μουρμούρισε ειρωνικά ο Μάριος, που είχε πιει πολύ και πλέον είχε χάσει τον έλεγχο του εαυτού του.

"Ποιο είναι το πρόβλημά σου;" ρώτησε αγριεμένα ο Αχιλλέας.

"Εσύ είσαι το πρόβλημά μου" του απάντησε στον ίδιο τόνο το αγόρι και τράβηξε μια τζούρα από το τσιγάρο του.

"Μαζέψου" έτριξε ο Αχιλλέας, προκαλώντας τον Μάριο ακόμη περισσότερο.

"Γιατί κύριε καθηγητά; Δε σου αρέσουν αυτά που ακούς; Κάτσε να σου πω μερικά ακόμη τότε. Εμφανίστηκες από το πουθενά, μου πήρες την κοπέλα που απορώ πως στραβώθηκε και της άρεσες και τώρα έρχεσαι στην παρέα μου και μου το παίζεις γκόμενος. Τι δουλειά έχεις εσύ ρε μαλάκα με μια 19χρονή;" φώναξε ο Μάριος, που πλέον ήταν εκτός ορίων.

Ο Αχιλλέας σηκώθηκε όρθιος έτοιμος να τον δείρει, αλλά τελευταίο στιγμή η Σελήνη επενέβη.

"Πολύ γλυκό που μαλώνετε για χάρη μου, αλλά σοβαρευτείτε. Δεν είναι δυνατόν ολόκληροι άντρες να κάθεστε και να σκοτώνεστε για μαλακίες. Πρώτον Μάριε είμαι ενήλικη και θα κάνω ότι θέλω. Ο Αχιλλέας δε με πήρε απο εσένα γιατί ουσιαστικά ποτέ δε σου άνηκα. Και δεύτερον Αχιλλέα, σταμάτα να τον προκαλείς. Απλά αγνόησέ τον και μη το συνεχίζεις. Με τον Μάριο είχαμε χρόνια κάτι μεταξύ μας και δεν του είναι εύκολο να αποδεχτεί κάποια πράγματα. Σοβαρευτείτε και οι δύο μη σας πάρει ο διάολος." φώναξε η κοκκινομάλλα, που τόση ώρα κρατιόταν για να μη τους πλακώσει.

Και οι δύο έσκυψαν το κεφάλι μπροστά στην κοπέλα. Το θέαμα δύο αντρών να υπακούν μια κοπέλα ήταν γελοίο, αλλά κανείς δεν μιλούσε. Η Σελήνη είχε καταφέρει να κερδίσει τον σεβασμό όλων, εδώ και πολλά χρόνια, ανεξαρτήτως ηλικίας και φύλου. 

Χωρίς να πει άλλη κουβέντα, μάζεψε τα πράγματά της, έπιασε το χέρι του Αχιλλέα και με ένα νεύμα στους φίλους της, άνοιξε την πόρτα, φεύγοντας από το διαμέρισμα.

Γεια σας κορίτσια μου.

Τι κάνετε;;;

Ελπίζω να περάσατε ένα όμορφο ΣΚ και να προετοιμάζεστε ψυχολογικά για την καινούρια βδομάδα😑😑

Πώς σας φάνηκε το κεφάλαιο; Τι λέτε να γίνει στο επόμενο;

Τα λέμε.

Φιλάκια πολλά❤❤❤










Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top