...Τις γκομενοδουλειές σου έξω από το σπίτι...{15}
Στον έρωτα δεν δίνει κανείς εξηγήσεις. Ο έρωτας υποχρεώνει τον άλλο να καταλάβει.
Émile Pontich, τέλος 19ου αι., Γάλλος συγγραφέας
Έπρεπε να καταλάβουν και οι δύο τα συναισθήματα τους...
Ο Νόα πήγαινε πάνω κάτω απελπισμένα.Σαν να μην του έφταναν τα προβλήματα που είχε με την οικογένεια του και την μικρή μάγισσα στα πόδια του,τώρα έπρεπε να αντιμετωπίσει και προβλήματα στο οινοποιείο.
Ήταν απελπισμένος,του είχαν πέσει όλα τα βάρη στους ώμους του.Δεν τρεφόταν σωστά,δεν κοιμόταν,ήταν ένα κινούμενο ρομποτ που ήταν προγραμματισμένο να νοιάζεται μονάχα για την δουλειά του.
«Νόα μπορείς να σταματήσεις να φωνάζεις και να κάτσεις κάτω να βρούμε μια λύση;»γρύλισε ο Μαρκ στο Νόα.Εκείνος του έριξε ένα βλέμμα γεμάτο νόημα.
«Πως μπορούσε να είναι τόσο αναίσθητος;»Αναρωτήθηκε.
«Θα βρεθεί η λύση..»είπε αυτή την φορά ο Μαρκ πιο χαλαρά.
Έβλεπε τον φίλο του που ζοριζόταν και προσπαθούσε να τον συνεφέρει πριν τον έχανε οριστικά.
Τον Νόα,ο Μαρκ τον είχε δει σε διάφορες φάσεις.Σαν άνθρωπος είχε πληγωθεί,μα ο αναπάντεχος θάνατος της Αμέλιας του είχε κοστίσει άσχημα.Τον είχε δει σε άσχημη κατάσταση,και προσπάθησε να τον συνεφέρει.Εκείνος δεν τα είχε καταφέρει,όμως η μικρή νταντά που είχε έρθει για την Αλίσια τα είχε καταφέρει από ότι φαίνεται.
Κατάφερε να την βάλει στην καρδιά του,και ποιος δεν θα την έβαζε;Ήταν αξιολάτρευτη.
Όμως τον τελευταίο καιρό ενώ φαινόταν καλύτερα,τώρα είχε ξανακυλήσει.Μετά το πάρτι της Τερίσας είχε δει ξανά τις σκιές στα μάτια του φίλου του.
Και τωρα!Φαινόταν απελπισμένος,κουρασμένος,εξουθενομένος.
Πονούσε να βλέπει έτσι τον κολλητό του,τον αδερφό του!
«Όχι δεν μπορώ...»απάντησε απελπισμένα κουνόντας το κεφάλι του δεξιά και αριστερά.
«Δεν μπορώ να κάτσω με σταυρωμένα χέρια.Δεν μπορώ Μαρκ.»αναφώνησε.
Δεν μπορούσε να καταλάβει πως είχε γίνει κάτι τέτοιο έτσι ξαφνικά.
«Υποτίθεται πως όλα ήταν υπό έλενχο.Υποτίθεται πως τσεκάραμε τα μηχανήματα σε καθημερινή βάση.
Δεν έπρεπε να συμβεί Μαρκ,καταστραφήκαμε.
Έχω παραγγελείες που περιμένουν.Δεν ξέρω αν εσένα σε νοιάζει ή όχι,αλλά εγώ βγάζω έτσι το ψωμί μου.»Ο Μαρκ είδε ξανά αυτή την μαύρη σκιά να περνάει από τα φουρτουνιασμένα μάτια του.Θα καλούσε τεχνικό,θα άφηνε τον Νόα έξω από αυτό.Χρειαζόταν ξεκούραση,ένα πιάτο καλό φαγητό και ένα ζεστό μπάνιο.
Και κάποιον δίπλα του....αλλά αυτό ήταν άλλο θέμα!Είχε εξοντωθεί και τώρα αυτό θα τον αποτελείωνε,γι'αυτό έπρεπε να κάνει ότι περάσει από το χέρι του για να ξε-ανχώσει τον φίλο του.
«Δεν καταστραφήκαμε Νόα μην είσαι τόσο υπερβολικός.Θα καλέσω τεχνικό να επισκευάσει το μηχάνιμα.»
«Συμφωνώ με τον Μαρκ.»ο Νόα σήκωσε το κεφάλι του και ήρθε αντιμέτωπος με το πρόσωπο του Άντριαν.
Ωω,ήθελε να τον χτυπήσει.Τι καθόταν και ασχολιόταν με θέματα που δεν τον αφορούσαν;
«Άντε παράτα μας και εσύ.»μουρμούρισε ο Νόα εκνευρισμένα.Ο Μαρκ με το ζόρι τον μάζεψε.Θα γινόταν καυγάς σίγουρα.
Ότι ακριβώς δεν χρειαζόντουσαν τώρα.Αρκετά είχαν στο κεφάλι τους!
Ο Μαρκ τον τράβηξε στην άκρη και τον κοίταξε δολοφονικά.Ήξερε πως τραβούσε ζόρια.Αλλά έπρεπε να συνέλθει.Η ζωή συνεχιζόταν...
«Τι έχεις πάθει επιτέλους;Πως συμπεριφέρεσαι έτσι; Σύνελθε!Φέρεσαι λες και είσαι ο μόνος που νοιάζεται για το οινοποιείο.Έχω δώσει και εγώ φράγκα για αυτό φίλε,και εμένα μου έχει φύγει η πίστη,και εγω πονάω να βλέπω να παρουσιάζονται προβλήματα.Αλλά κρατάω μία ψυχραιμία.Και εδώ που τα λέμε οι δύο μας,αδερφός προς αδερφό,τι συμπεριφορά ήταν αυτή προς τον Άντριαν.Ο τύπος είναι θεσπέσιος στην δουλειά του,τι σε έπιασε και του επιτέθηκες έτσι;»
ο Νόα κοίταξε λοξά τον Μαρκ και τράβηξε με δύναμη το χέρι του.
«Απλά δεν γουστάρω τους τύπους που μου λένε τι να κάνω.»ο Μαρκ γέλασε.
«Ζηλεύεις..»διαπίστωσε ο Μαρκ και ο Νόα τον κοίταξε ξαφνιασμένος.
«Ωω ναι,ζηλεύεις...δεν μιλούσα τόσο καιρό,αλλά αδερφέ μου την έχεις πατήσει για τα καλά.Και εδώ θέλω να σου πω πως δεν είναι κακό να ξανά νιώσεις κάτι για μια γυναίκα.Η Αμέλια θα ήθελε να σε δει ευτιχισμένο.»Ο Νόα άπλωσε το χέρι του και έπιασε από τον λαιμό τον Μαρκ.Τον κόλλησε στο πλησιέστερο δέντρο που βρήκε μπροστά του.
«Δεν ξέρεις τι λες!Αν εννοείς πως νιώθω κάτι για αυτήν την ψυλομύτα κάνεις λάθος.Για μια ξεπέτα καλή είναι,αλλά ποτέ μα ποτέ δεν θα φτάσει στο μικρό της δαχτυλάκι την Αμέλια.Για αυτό σταμάτα να πετάς αηδίες.»Ο Μαρκ δεν πίστευε στα αυτία του.Αυτός δεν ήταν ο φίλος του.Αυτός σίγουρα δεν ήταν ο κολλητός του.Το υπέροχο αγόρι που ειχε γνωρίσει τριάντα χρόνια πριν.
Ο Νόα άρχισε να τρέχει απελπισμένος προς τους στάβλους.Χρειαζόταν μια βόλτα.
Τι είχε μόλις αραδιάσει στον επί τριάντα χρόνια κολλητό του;
Αφού ένιωθε,ένιωθε πράγματα για αυτή την μικρή ξελογιάστρα που είχε μπει με το έτσι θέλω στην ζωή του.Και ενώ από τη μία του την είχε φτιάξει,από την άλλη την είχε κάνει χίλια κομμάτια.
Ανέβηκε πάνω στον Ηρακλή.
Το μαύρο αραβικό άλογό του και άρχισε να τρέχει με μανία.Χρειαζόταν ένα διάλλειμα.Και μετά θα επέστρεφε στην θλιβερή του ζωή.Λίγη ώρα μετά στεκόταν στην άκρη του γκρεμού,κοιτόντας την πανέμορφη θέα και προσπαθόντας να χαλαρώσει την πονεμένη του ψυχή.
Όλα ήταν ένα λάθος...
Όλοκληρη η ζωή του ήταν ένα τεράστιο λάθος!Έπρεπε να την διορθώσει όσο ήταν νωρίς.Πλήγωνε ανθρώπους που ήθελε στην ζωή του.Πλήγωνε την Ρενέ,που εκείνη ήθελε να τον βοηθήσει σε αυτή την δύσκολη στιγμή της ζωής του.
«Φίλε μου εκείνη τα παράτησε όλα για να σε βοηθήσει και δεν ζήτησε τίποτα άλλο.Γι'αυτό μην είσαι τόσο γάϊδαρος μαζί της.»του υπενθύμισε το υποσυνήδητο του.
Πήρε μία βαθιά ανάσα και καβάλησε ξανά τον Ηρακλή,έπρεπε να διορθώσει όσο μπορούσε τα πράγματα και πρώτα πρώτα να ζητήσει συγνώμη για την άθλια συμπεριφορά του στον καλύτερο του φίλο.
Ο Μαρκ δεν ήταν πουθενά,είχε φάει όλο τον κόσμο να τον βρει,συγκεκριμένα αρκετά στρέμματα και δεν τον έβρισκε πουθενά.
Θα έψαχνε στο χωράφι,ήταν σίγουρος πως εκεί βρισκόταν.
Μπήκε ατο χωράφι φουρτουνιασμένα και σε μια γωνία αντίκρισε το μπλέ πουκάμισο του φίλου του.Δεν ήταν μόνος,μία γυναικία παρουσία ήταν απέναντι του και μιλούσαν.Ο Νόα δεν μπορούσε να καταλάβει ποια ήταν,αλλά είχε μία άσχημη υποψία,η οποία αν έβγαινε αληθινή σίγουρα θα είχε κακό τέλος.
****
«Μαρκ δεν θέλω να μας δουν και κυρίως ο θείος μου.Τον φοβάμαι,είναι τρελός ο τύπος,δεν ξέρεις τι μπορεί να κάνει.Και εκτός από αυτόν φοβάμαι τον πατέρα μου,για το κολλητάρι σου τον Πάμπλο λέω βρε.Που άμα μάθει τίποτα θα σε κρεμάσει ξέρεις από που και....» ο Μαρκ κόλλησε με δύναμη τα χείλη του πάνω στα δικά της σταματόντας την.
«Σσς μην μιλάς άλλο.»ψυθίρισε αισθησιακά ο Μαρκ στο αυτί της Τερίσας.Όλες οι αισθήσεις της ενεργοποιήθηκαν.
Από την μία φοβόταν άλλα από την άλλη ποθούσε αυτόν τον άντρα πιο πολύ και από την ζωή της.
Τον κοίταξε στα μάτια.Έβλεπε έναν υπέροχο άνθρωπο.Αν δεν υπήρχε αυτή η φιλία με τον θείο της και τον πατέρα της δεν θα υπολόγιζε τίποτα,θα κοιτούσε την δική της ευτιχία και δεν θα κρυβόταν στα χωράφια όπως καλή ώρα τώρα για να πάρει μια δόση από την αγάπη του.
«Είσαι τρελός.»φώναξε γελώντας η Τερίσα.
«Ναι για εσένα!Και δεν θα σε πάρει κανένας από εμένα.Το ακούς;»Ο Μαρκ φαινόταν να εννοούσε κάθε του λέξη και αυτό την έκανε πιο ευτιχισμένη από ποτέ.
«Με το σχολείο;»ρώτησε με παράπονο τώρα η Τερίσα.Τα γαλάζια της μάτια σκοτείνιασαν και το πρόσωπο της χλώμιασε.
«Με το σχολείο τι μωρό μου;»
«Τι θα κάνω;Πως θα σε βλέπω μόλις ξεκινήσει το σχολείο;Το σπίτι μου είναι αρκετά μακριά από την Αδελαΐδα.»του είπε ανύσηχα.
«Αγάπη μου και πόλους θα έφερνα κοντά για να σε δω.»Της ψυθίρισε και της σκούπισε μερικά δάκρυα που έτρεχαν από το πρόσωπο της.Ήταν η μικρή του,η ψυχή του,ο άγγελος και ο δίαβολος του μαζί,δεν υπήρχε περίπτωση να την αφήσει να του φύγει,έστω και αν χρειαζόταν να ρισκάρει φιλίες για εκείνη και οικογένεια.Την τράβηξε κοντά του και της χάρισε ένα παθιασμένο φιλί,γεμάτο συναίσθημα.Ήθελε να της δείξει την απέραντη αγάπη του.Ήθελε να την πείσει πως σήμαινε πολλά για εκείνον.
Μόλις χρειαζόντουσαν και οι δύο ανάσα απομακρύνθηκαν και κοίταξαν ο ένας τον άλλο βαθιά στα μάτια.
«Πρέπει να φύγω.Έχω να καθαρίσω τους στάβλους.Θα σε δω το βράδυ;»
«Ναι αν δεν με έχει σκοτώσει ο Νόα επειδή δεν έχει επισκευαστεί το μηχάνημα.»
Η Τερίσα γέλασε και απομακρύνθηκε κουνόντας τους γοφούς της προκλητικά.
«Μικρέ διάολε...»σκέφτηκε ο Μαρκ.
«Μαρκ;»σήκωσε το βλέμμα του και είδε τον Νόα να τον κοιτάει.
«Θα μου ρίξεις καμιά μπουνιά;Να φέρω πάγο;»τον ειρωνεύτικε ο Μαρκ.
«Οχι!Ήθελα να σου ζητήσω συγνώμη για την άθλια συμπεριφορά μου.Ήμουν απαράδεχτος έχεις δίκιο.»Ο Μαρκ γέλασε έντονα κάνοντας τον φίλο του απέναντι να απορρήσει.
«Μην ζητάς σε εμένα συγνώμη.Σε εκείνη ζήτα φίλε μου.Εκείνη χρειάζεται την συγνώμη σου!Και θα σου πω κάτι σαν φίλος.Λες πως δεν μοιάζει με την Αμέλια,και έχεις δίκιο δεν μοιάζει.Είναι καλύτερη από εκείνη και μην μου το αρνηθείς.Η Αμέλια ήταν ένα φίδι και σε βασάνισε,σε πόνεσε και ακόμα σε πονάει.Την αγάπησες αλλά εκείνη δεν φάνηκε να σε αγαπάει.Σώσε τον εαυτό σου από αυτή την άβυσσο.Μείνε με ανθρώπους που σε νοιάζονται πραγματικά.»ο Νόα τον κοίταξε συγκινημένος.Του έδωσε μια αδερφική αγκαλιά και έφυγε.
Ήρθε η ώρα να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα...
****
Η Ρενέ στεκόταν στην κουζίνα και μαγείρευε κάτι πρόχειρο για εκείνη,αλλά και για την Αλίσια.
Έβαλε και κάτι παραπάνω για τον Νόα σε περίπτωση που καταδεχόταν να φάει μαζί της.Είχε απελπιστεί με αυτόν τον άνθρωπο.Εντάξει ήταν νταντά και φρόντιζε να προσέχει την Αλίσια,αλλά όλο αυτό το διάστημα είχε κουραστεί αφάνταστα,δούλευε χωρίς διάλλειμα και ο Νόα ήταν άφαντος στην ζωή του παιδιού του.Αν δεν μπορούσε να δέσει την Αλίσια με τον Νόα,τότε τι νόημα είχε να βρίσκεται εκεί;Το σκεφτόταν σοβαρά το γεγονός να δώσει την μικρή πίσω στην Σάρα μόλις εκείνη είχε αναρώσει και μπορούσε να την φροντίζει ξανά.Δεν μπόρεσε να αλλάξει την κατάσταση εδώ.
Είχε αποτύχει!
«Λυπάμαι Αμέλια που δεν τα κατάφερα.»ψυθίρισε.
Ο ήχος του κουδουνιού την έκανε να αναπηδήσει από τρομάρα.
Μα ποιος να ήταν τέτοια ώρα;
Προχώρησε προς την πόρτα και την άνοιξε.Το στόμα της άνοιξε άπο έκπληξη.
Ωωω,αυτό δεν ήταν καλό,δεν ήταν καθόλου καλό...
«Κρις;»αναφώνησε έκπληκτη.
«Ρενέ!Οοο θεέ μου πως άλλαξες.Είσαι υπέροχη.»η Ρενέ ένιωσε τα μάγουλα της να κοκκινίζουν από ντροπή.
«Ευχαριστώ!Πέρνα μέσα.»τον προσκάλεσε ευγενικά.
Ήξερε πως αυτό δεν ήταν και πολύ έξυπνο εκ μέρους της.
«Πως με βρήκες;»ρώτησε λίγη ώρα αργότερα την ερώτηση που την έκαιγε.
«Όποιος νοιάζεται μαθαίνει.»
«Και εσύ νοιάζεσαι;Κρις μην με δουλεύεις!Δεν θυμάμαι να νοιάζεσαι τόσο πολύ όταν πηδούσες την ξανθιά καλονή πάνω στο κρεβάτι μας.»
του επιτέθηκε και εκείνος έσκυψε το κεφάλι ντροπιασμένα.
Φυσικά και αυτό του άρμοζε.
Ο Κρις Ντεπ δεν ήταν καλόπαιδο,του άρμοζε μία αντίστοιχη συμπεριφορά.Όπως τότε δεν είχε σεβαστεί την Ρενέ,έτσι και εκείνη δεν θα τον σεβόταν τώρα.
Οφθαλμός αντί οφθαλμού λένε.
«Ρενεέ,γλυκιά μου μην γίνεσαι κακιά,δεν σου πηγαίνει.Εσύ είσαι ένα γλυκό ροζ τριαντάφυλλο.»
«Ναι αλλά και τα τριαντάφυλλα έχουν αγκάθια ξέρεις.»του απάντησε στον ίδιο τόνο,με μία δόση ειρωνίας να χρωματίζει την φωνή της.
«Τι θες εδώ Κρις;»
«Απλά ήρθα να σε δω.Να δω πως πάει η ζωή.Δεν έχω τίποτα παραπάνω στον νου μου.Έμαθα εχθές από την Λινέτ πως μένεις Αυστραλία και τυχαία ήρθα και εγώ διακοπές στην Αδελαίδα πριν από μια εβδομάδα,οπότε είπα να δω τι κάνει αυτή η ψυχή.Που μου έλειψε.»η Ρενέ χαμογέλασε κρατημένα.
Το ένστικτό της της έλεγε πως ο τύπος απέναντι της δεν είχε έρθει εδώ μόνο για να δει τι κάνει.Είχε παραπάνω πράγματα στο μυαλό του.
«Μην έχεις αυτό το επιφυλακτικό βλέμμα Ρενέ.Σε πλήγωσα,αλλά πραγματικά θέλω να διορθώσω.Είχα σκοπό καιρό τώρα,αλλά εσύ έφυγες και σε έχασα.Θέλω να είμαι φίλος σου.»
Έβλεπε στα μάτια του την αλήθεια και δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά,θα δεχόταν ότι της έλεγε.
Δεν είχε να χάσει και τίποτα.
«Θα μείνεις αρκετά εδώ;»θέλησε να μάθει.
«Λέω κανά μήνα,αν και σκέφτομαι να πάρω την απόφαση να μείνω για πάντα εδώ.Είναι τόσο υπέροχα,δεν εκπλήσομαι που μένεις εδώ.»
Και η συζήτηση κύλησε έτσι,ομαλά,γεμάτη γέλια καθώς αναπολουσαν όμορφες στιγμές.
Όμως δεν ήξεραν τι τους περίμενε...
«Ωωω θεέ μου θυμάμαι εκείνη την απαίσια μέρα που μας είχε πιάσει ο πατέρας μου στο δωμάτιο μου.Ήταν απαίσιο!Θυμάμαι ακόμα τον ήχο της καρδιάς σου που χτυπούσε από φόβο μήπως ο τρελόγερος σε πυροβολήσει με την καραμπίνα.»ο Κρις γέλασε δυνατά και παρέσυρε την Ρενέ σε ένα νέο κυμα γέλιων.
«Ήμουν μόνο δεκαοχτώ Ρενέ δεν ήταν και το πιο ευχάριστο πράγμα να έχεις μία καραμπίνα στο κεφάλι και έναν τρελαμένο πατέρα απέναντι σου να σε κατηγορεί πως πήρες την αθωότητα του παιδιού του.»το χέρι του Κρις σύρθηκε πάνω στο δικό της και την κοίταξε ένοχα.
«Ήμουν τρελός και μικρός και είχα έναν τέτοιο άγγελο κοντά μου και δεν τον σεβόμουν.Ρενέ,συνχώρεσε με.»της ψυθίρισε.
Η Ρενέ είχε μείνει στύλη άλατος ένιωθε όλα τα σημεία του σώματος της μουδιασμένα.
Εκείνος σηκώθηκε λακωνικά από την καρέκλα και στάθηκε πίσω της.Ένιωθε την ανάσα του στο μάγουλο της,τα χείλη του άγγιξαν την επιδερμιδα της.Ήταν ζεστά και απαλά,ανατρίχιασε.Τα ζεστά του χέρια μπλέχτηκαν στον λαιμό της και τον κράτησαν απαλά.Για την Ρενέ ήταν αδύνατο να αντιδράσει.
«Κρις.»ψυθίρισε θέλοντας να τον σταματήσει.Γιατί στην ζωή της έμπαιναν και έβγαιναν άτομα με το έτσι θέλω και της την έκαναν άνω κάτω;
«Τι γλυκιά μου;»
ταμάτα Κρις.Δεν είμαι ακόμα έφηβη.»τον τράβηξε μακριά της και τον κοίταξε στα μάτια.Η όλη φάση ήταν πολύ άβολη,αλλά η Ρενέ ήταν σταθερός τύπος,δεν ήταν άνθρωπος που γυρνούσε στις παλιές καταστάσεις.Σε κάτι που για εκείνη είχε τελειώσει.
«Συγνώμη Κρις,αλλά είμαι ερωτευμένη με κάποιον άλλο.Μην με παρεξηγήσεις.»
Ο Κρίστοφερ γέλασε.
«Δεν έχω σκοπό να σε αποπλανήσω Έλλιοτ.»
Ο ήχος της πόρτας ήχησε στο δωμάτιο και η Ρενέ άρχισε να αισθάνεται την τύχη να την εγκαταλείπει.
Ο Νόα,μα φυσικά ήταν ο Νόα,ο μόνος που είχε κλειδιά για το σπίτι.
Κοίταξε τον Κρις ένοχα και ξεροκατάπιε.
Είχε ξεχάσει φυσικά να του αναφέρει πως εδώ δεν είχε έρθει για ταξιδάκι αναψυχής και ηρεμίας,αλλά για να φροντίζει ένα μικρό κορίτσι και φυσικά να προσπαθεί να φέρει στα νερά της έναν τύραννο.
«Μένει και άλλος στο σπίτι;»τα μάτια της έπεσαν στα παππούτσια της.Ντρεπόταν και φοβόταν να μιλήσει στον Κρις για την κατάσταση που επικρατούσε.
«Ναι αλλά...»πριν προλάβει να απαντήσει ένιωσε το καυτό βλέμμα του Νόα πάνω της,λες και την περνούσε ακτίνες Χ θέλοντας να καταλάβει τι σκεφτόταν,να δει μέσα της!
Η σκηνή έγινε ακόμα πιο άβολη όταν το βλέμμα του Νόα έπεσε σκοτεινό πάνω στον Κρις.Η Ρενέ δεν είχε ξαναδεί αυτή την φουρτούνα στα μάτια του.Ακόμα και όταν ήταν θλιμμένος ή θυμωμένος δεν αντιδρούσε έτσι.Φοβήθηκε!Τον φοβήθηκε,τον είδε έτσι όπως δεν τον είχε ξαναδεί ποτέ και δεν καταλάβαινε το γιατί.
Ήθελε να μιλήσει αλλά ένιωθε τον λαιμό της ξεραμένο.Τελικά μετά από αρκετές προσπάθειες κατάφερε να μιλήσει.
«Νόα,από εδώ ο Κρις,ένας παλιός μου φίλος.»
Ο Νόα της έριξε ένα βλοσυρό βλέμμα που της έκαψε την καρδιά και έπειτα πλησίασε τον Κρις.
«Χάρηκα για την γνωριμία Κρις,παλιέ φίλε της Ρενέ.»η ειρωνία του την εκνεύρισε.Με πιο δικαίωμα συμπεριφερόταν έτσι.Φαινόταν λες και τον μισούσε,και ο Κρις δεν του είχε κάνει τίποτα απολύτως.
Αυτή ήταν μία από της στιγμές που η Ρενέ δεν καταλάβαινε με την καμία τον Νόα.
Δίαολε ήταν τόσο παράξενος...
Από την μία ήταν νευριασμένος,θυμωμένος,πληγωμένος και από την άλλη γινόταν γλυκός και ευάλωτος.Δεν ήξερε πια πλευρά ήταν στον πραγματικό Νόα.
Αυτόν τον Νόα πριν την θλίψη.
Την κοίταξε στα μάτια,με ένα βλέμμα που της έκαψε τα σωθηκά.Την είχε πληγώσει αμέτρητες φορές λέγοντάς της με πλάγιο τρόπο πόσο άχρηστη ήταν και πόσο λίγη για εκείνον,όμως τα λόγια δεν την πλήγωναν τόσο όσο αυτό το βλέμμα,που για έναν περίεργο λόγο έκρυβε απογοήτευση.
«Μπορώ να σου πω;»είπε μέσα από τα δόντια του και χωρίς να προλάβει να δεχθεί η Ρενέ την τράβηξε με δύναμη στις σκάλες...
Έκλεισε την πόρτα του δωματίου πίσω του και της έριξε ένα απαξιωτικό βλέμμα.
«Σε αφήνω λίγες ώρες μόνη σου εδώ μέσα και κουβαλάς γκόμενους;»η Ρενέ έμεινε έκπληκτη με το θράσος του.Με πιο δικαίωμα;
Στένεψε τα μεγάλα της μάτια προσπαθόντας να συγκρατήσει τον εαυτό της.
«Δεν είναι γκόμενος μου και δεν τον έφερα εγώ,μόνος του ήρθε δεν είχα ιδέα.»
«Τις γκομενοδουλειές σου έξω από το σπίτι μου και μακριά αυτόν τον λεχρίτη και κάθε λεχρίτη από το παιδί μου.»την πρόσβαλε.«Τώρα θυμήθηκες το παιδί σου;Δεν σε θυμώμουν τόσο στοργικό πατέρα.»
Το χαστούκι που έλαβε για απάντηση η Ρενέ από εκείνον ήταν έντονο.Τον κοίταξε στα μάτια με δάκρυα.Πως μπόρεσε;
«Μην τολμήσεις να ακουμπήσεις ξανά τα χέρια σου πάνω μου ποτέ,με ακούς ποτέ.»ξεφύσηξε θυμωμένα εκείνη και ο Νόα την κοίταξε έκπληκτος,λες και ακόμα δεν πίστευε αυτό που είχε κάνει.
Δεν το ήθελε σίγουρα δεν ήθελε να την χτυπήσει,εκείνος είχε έρθει εδώ για καλό σκοπό,αλλά εκείνος ο τύπος και τα σκληρά της λόγια τον ώθησαν σε αυτήν την αποτρόπαια πράξη.
«Συγνώμη»ψέλλισε θυμωμένα.Πέρασε τα χέρια του μέσα από το χάος τον μαλλιών του με μανία.Η Ρενέ του έριξε ένα βλέμμα γεμάτο μίσος που αν μπορούσε να τον σκοτώσει θα ήταν ήδη νεκρός.
Άνοιξε την πόρτα και έτρεξε κάτω.
Ο Κρις στεκόταν στην κουζίνα και μόλις την είδε να περνάει σαν σίφουνας και να βγαίνει από το σπίτι με δάκρυα στα μάτια έτρεξε ξωπίσω της.
Χρειαζόταν αέρα,λίγο παγωμένο αέρα!
Και εκείνη το είχε παρατραβήξει με τα λόγια που είπε,αλλά τα δικά του λόγια και οι πράξεις του την πίκραναν πάρα πολύ.
Τσίριξε απεγνωσμένα!Θα έφευγε από εδώ μέσα,δεν είχε θέση.Ούτως ή άλλως είχε αποτύχει,πιο ήταν το νόημα πλέον;
Δάκρυα απόγνωσης κύλησαν από τα μάτια της στα ρόδινα μάγουλα της.
«Ρενέ;»η φωνή του Κρις την συνέφερε στην πραγματικότητα.Αρνήθηκε πεισματικά να γυρίσει για να τον κοιτάξει.
Ούτε εκείνος τότε που την είχε απατήσει δεν την είχε πληγώσει έτσι,που ήταν σχεδόν μια ολόκληρη ζωή μαζί.Και την είχε πληγώσει ένας-άγνωστος σχεδόν-για εκείνη άντρας,αφού το βλέμμα του και τα λόγια του έκαιγαν την ψυχή της.
Ο Κρις ξεφύσηξε στεναχωρημένα.
«Αυτός είναι έτσι;»η Ρενέ τον κοίταξε στα μάτια.Δεν καταλάβαινε τι εννοούσε.
«Αυτός που είσαι ερωτευμένη λέω,αυτός δεν είναι;»
«Ίσως,αλλά τι νόημα έχει,εγώ είμαι πολύ λίγη για να συγκριθώ με την γυναίκα του.»Την κοίταξε με περιέργια.
«Αυτός ο άντρας ήταν παντρεμένος με την Αμέλια.»ο άντρας φάνηκε σοκαρισμένος.
Η Ρενέ δεν άντεξε και ξέσπασε σε κλάμματα.
Τώρα που το σκεφτόταν,ήταν λίγη,όντως ήταν λίγη για όλους,ακόμα και ο πατέρας της της υπενθύμιζε πόσο λίγη ήταν.Δεν μπορούσε να συγκριθεί με καμία Αμέλια.Εκείνη η γυναίκα ήταν δυναμική,υπέροχη,ήξερε τι ήθελε και τι έκανε,μπορούσε να παίζει και να κερδίζει!Είτε παρανομώντας είτε κερδίζοντας νόμιμα.Όμως τίποτα δεν την σταματούσε.
Την έκλεισε στην αγκαλιά του,η Ρενέ εκεί αισθάνθηκε μία περίεργη ασφάλεια.Που την αισθανόταν και παλιά.Ο Κρις είχε μπει μετά από τόσο καιρό σαν σίφουνας στην ζωή της,κιόμως ήταν εκεί για να την στηρίξει σε μια δύσκολη στιγμή της ζωής της.
«Ρενέ μην λες βλακειές!Λίγος είναι αυτός που δεν βλέπει την ομορφιά της ψυχής σου.Εγώ,εκείνος και ο οποιοσδήποτε είμαστε λίγοι,αυτοί που πληγώσαμε ένα τέτοιο πλάσμα με τέτοια ψυχή.Η Αμέλια ήταν λίγη,δεν ήταν φίλη γλυκιά μου φίδι κολοβό ήταν.Μία εκθαμβωτηκή κούκλα με περιτύλιγμα,αλλά μέσα της όπως κάθε κούκλα άψυχη!Αν εκείνος θεωρεί καλύτερη από εσένα,την αληθινή εκείνη την σκρόφα τότε κάνει λάθος.»
Τον κοίταξε συγκινημένη.Δεν είχε και πολύ άδικο.Δεν ήταν λίγες οι φορές που η Αμέλια την μείωνε,το αντίθετο μάλιστα.
«Πάρε με από εδώ σε εκλιπαρώ.»του ψυθίρισε
«Οχι!Αυτός ο τύπος σου χρωστάει μία συγνώμη.Και εσύ σαν δυναμική γυναίκα θα τον αντιμετωπίσεις.Μην παραδίνεις τα όπλα Ρενέ μου.»της είπε και την έβγαλε από την αγκαλιά του.
«Πήγαινε τώρα και δείξε του τι θα πει Ρενέ.»
Εκείνη του χαμογέλασε σκουπίζοντας τα δάκρυα της και έφυγε τρέχοντας προς το σπίτι.
Η στιγμή της αλήθειας είχε φτάσει...
Ζητώ ένα τεράστιο συγνωμη που δεν ανέβασα τόσο καιρό.Ελπίζω να μην με ξεχάσατε😔
Αυτό το κεφάλαιο θεεέ μ πρέπει να είναι το μεγαλήτερο κεφάλαιο που έχω γράψει στην ζωή μ 😂😂😂
Στο επόμενο θα γίνει χαμούλης.
Πείτε μ στα σχόλια θελετε ήρεμα πραγματα ή ένταση;
😂😍😍😍😂🌈🌈🌈
Εγώ το δεύτερο😣😣😣
ΠΕΡΙΜΈΝΩ ΠΩΣ ΚΑΙ ΠΩΣ ΤΗΝ ΓΝΩΜΗ ΣΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑΚΙΑ ΣΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΣΤΕΡΑΚΙΑ ΣΑΣ.❤❤❤❤
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top