...«Μην χρησιμοποιείς αυτό το χαρτί Ρενέ,δεν ξέρεις»...{06}

Πάντα περνάς τη φωτιά για να φτάσεις τη λάμψη.
Οδυσσέας Ελύτης ( 1911-1996 , Ποιητής, Νόμπελ 1979)

Ένας άνθρωπος με πολλά υποσχόμενο μέλλον δεν είχε πάντα ένα πολλά υποσχόμενο παρελθόν..

Εξαντλημένη η Ρενέ έκλεισε το παραμύθι που κρατούσε στα χέρια της και χάζεψε τον μικρό άγγελο που μπήκε με τόση ευκολία στην ζωή της και μέσα σε ένα τόσο σύντομο διάστημα της έδωσε νόημα.
Η Αλίσια ήταν ένα υπέροχο κοριτσάκι.Ήταν έξυπνη,γλυκιά,ευαίσθητη,όμορφη μα κυρίως ήξερε να κλέβει με ευκολία τις καρδιές των γύρων της.
Ο χρόνος αυτός που πέρασε μαζί της έκανε το μυαλό της να παραστρατίσει σε επικίνδυνα μονοπάτια,άβατα και ανεκπλήρωτα.
Είχε σκεφτεί πως θα ήταν η ζωή της αν είχε κάνει οικογένεια.
Ο καταραμμένος ο Τζέιμς..Σκέφτηκε σκυθρωπά!
Η Ρενέ ήταν γυναίκα που δεν είχε ερωτηκή ζωή μεγάλη.
Ο πρώτος της έρωτας ήταν ο Τζέιμς Ράνταλ.Τον είχε γνωρίσει στο πανεπιστήμιο,σπούδαζε και εκείνος μάρκετινγκ και διοίκηση επειχηρήσεων.Της είχε τραβήξει την προσοχή αρκετά και έδειχνε επανελημένα πως την ήθελε.
Εκείνη βέβαια σαν πρωτάρα σε αυτά φοβόταν να κάνει το επόμενο βήμα,αλλά τον είχε εμπιστευτεί και είχε αφήσει ελεύθερο τον εαυτό της,ακριβώς όπως της έλεγε να κάνει η Αμέλια.
Είχαν χωρήσει πρόσφατα, η Ρενέ είχε αφωσιωθεί στην δουλειά της και αυτό έληξε άδοξα.Εκείνος έψαχνε άλλα πράγματα και εκείνη φυσικά άλλα πράγματα που αφορούσαν κυρίος την δουλειά της.
Αν τότε είχε σκεφτεί την πιθανότητα να τον παντρευτεί και να κάνει οικογένεια μαζί του,τώρα θα είχε παιδιά και ένα σταθερό μέλλον,αλλα διστυχός τώρα δεν μπορούσε να αλλάξει τις επιλογές της.

Η μικρή Αλίσια ύστερα από αρκετό παιχνίδι,φαγητό,ένα ζεστό μπάνιο και ένα γλυκό παραμύθι με μια πριγκίπισσα και χαρούμενο τέλος είχε αποκοιμηθεί στην αγκαλιά της.
Χαμογέλασε και την κράτησε γερά πάνω της να την μεταφέρει στο δωμάτιο της.
Την άφησε απαλά στο κρεβατάκι της και χάζεψε τον χώρο γύρω της.
Όλα εδώ μέσα φώναζαν το όνομα της Αμέλια και αυτό κατά κάποιο τρόπο πονούσε την Ρενέ.
Στο δεξί συρτάρι που έψαξε βρήκε την ενδοεπικοινωνία και την πέρασε τον δέκτη στην θηλειά του τζιν της και βγήκε από το δωμάτιο.Περνόντας από το δωμάτιο του Νόα μπήκε στον πειρασμό να ζητήσει παιρετέρω εξηγήσεις για την συμπεριφορά του νωρίτερα ή απλώς να προσποιηθεί πως δεν είχε συμβεί τίποτα;
Βασάνισε το κάτω χείλι της με το δόντι της δαγκώνοντας το νευρικά.Μέχρι τη στιγμή που τον είχε δει ξανά σήμερα,θα είχα κάνει το πρώτο-αναμφισβήτητα.Αλλά ύστερα από αυτήτην ψυχρή,σχεδόν εχθρική συζήτηση δεν ήθελε να ταράξει τα νερά παραπάνω.
Δεν είχε ταχτοποιήςει ακόμα τα πράγματα της,και έτσι πήγε στην κρεβατοκάμαρα όπου είχε αφήσει νωρίτερα την βαλίτσα της.Η πόρτα του δωματίου της καρνταρόμπας ήταν ανοιχτή,και κινήθηκε προς τα εκεί.Η μία πλευρά ήταν άδεια και η άλλη γεμάτη γυναικία ρούχα.Η καρδιά της σφίχτηκε,άπλωσε το χέρι της και το πέρασε απαλά από τα ρούχα,όταν το αγαπημένο άρωμα της Αμέλια της αναστάτωσε τα ρουθούνια.Ήταν το άρωμα που της είχε κάνει δώρο η Ρενέ στα γενέθλια ενηλικίωσης της και από τότε το αγόραζε και το φορούσε συνέχεια.
Εκείνη η απαίσια αίσθηση του κενού πλημμύριζε ξανά,μαζί με συμπόνια για τον άντρα που δεν είχε βρει το κουράγιο να μαζέψει τα ρούχα της πεθαμένης γυναίκας του.Το βλέμμα της έπεςε σε ένα κίτρινο φόρεμα,με βαθύ ντεκολτέ,μέχρι το γόνατο,πιθανόν ζεςτό αφού ήταν πλεκτό.
Χρόνια πολλά ζουζούνα μου,να τα χιλιάσεις με ακούς,να τα χιλιάσεις,ποτέ μην κλάψεις και αν κλάψεις για κανέναν να μου το πεις να έρθω να τον χτυπήσω.
«Στα 20 γενέθλια της..»μουρμούρησε,το έβγαλε από την κρεμάστρα,έκλειςε νευρικά την πόρτα και πήρε μία βαθειά ανάσα προσπαθόντας να ηρεμίσει τον εαυτό της,καθώς τα δάκρυα ήταν έτοιμα να κυλήσουν στο πρόσωπο της σαν καταράκτες.
Αμέλια...
Τα πάντα φώναζαν το όνομα της,όλο το σπίτι ήταν η Αμέλια...
Άνοιξε μερικά συρτάρια ψάχνοντας χώρο για να βάλει τα εσώρουχα της.
Άνοιξε το συρτάρι του κομοδίνου και βρήκε μία φωτογραφία.
Ήταν η φωτογραφία του γάμου τους!
Η Αμέλια φορούσε ένα νυφικό υπέροχο,με ουρά ενος μέτρου,όλο νταντέλα.Μανίκια από νταντέλα και γιακάς που το έκανε να μοιάζει από άλλο αιώνα.Τα κορακίσια μαλλιά της ήταν στο πλάι σπαστά,μέ ένα ασπρο λουλούδι να στηρίζεται στην βάση τους και το μακιγιάζ της,το μακιγιάζ της απλό πολύ,σε γήινες αποχρώσεις με το μοναδικό σκούρο χρώμα του μολυβιού κάτω από τα μάτια της να τονίζει το καταπράσινο βλέμμα της.
Και ο Νόα με ένα μαύρο κουστούμι,σκαρπίνια,ένα γκρίζο παπιγιόν και τα-τότε κοντοκουρεμένα του μαλλιά στο πλάι.
Ήταν πανέμορφοι οι δύο τους..
Η κορνίζα όμως ήταν σπασμένη και αυτό έλεγε πολλά.
Άφησε την φωτογραφία πίσω εκεί που ήταν και άνοιξε πάλι την ντουλάπα,ώστε να ταχτοποιήσει τα πράγματα της.
Μόλις τελείωσε κοίταξε λοξά το κίτρινο φόρεμα πάνω στο κρεβάτι της και σκέφτηκε πάρα πολύ εάν ήταν σωστό να το φορέσει.
Όμως ήθελε να μυρίσει ξανά το άρωμα της φίλης της,του μοναδικού ανθρώπου που αγάπησε αληθινά στην ζωή της.
Με γρήγορες και νευρικές κινήσεις έβγαλε τα ρούχα που φορούσε και με μία κίνηση φόρεσε το υπέροχο αυτό φόρεμα.
Η μυρωδιά της Αμέλιας την τύληξε και ένιωσε πως ήταν ξανά κοντά της.Σχεδόν της μίλησε...
«Είμαι εδώ γλυκιά μου,μην ξεχνάς πως είμαι πάντα στην καρδιά σου,δεν θα φύγω από εκεί ποτέ..
Φύλακας άγγελος σου θα είμαι ότι και να συμβεί.»

Ένα χτύπημα στην πόρτα την έκανε να τυναχτεί.
«Ναι;»φώναξε
Η πόρτα άνοιξε και ο Νόα γέμισε το πλαίσιο.Το βλέμμα του έπεσε πάνω της κοιτόντας την εξεταστικά.Εκείνη ανταποκρίθηκε αμέσως στο βλέμμα του-αυτή η ερωτηκή ανταπόκριση που ένιωθε όταν την κοιτούσε.Αυτή η αίσθηση της ανατριχίλας και του μυρμηγκιάσματος,δεν θα έφευγε ποτέ.Τα μάτια της πλανήθηκαν πάνω του κοιτόντας τον άφωνη και ντροπιασμένη.
Δεν ήθελα να με δει έτσι γαμώτο.
Το βλέμμα της έπεσε στο σώμα του και θαύμασε το τρόπο που τα ρούχα κρεμόντουσαν υπερβολικά χαλαρά πάνω του.
Ήταν δύσκολο να πιστέψει πως αυτός ο άντρας ήταν ο ίδιος που είχε γνωρίσει από παλιά.
Αλλά βέβαια δεν ήταν.Είχε αλλάξει.
Όλοι αλλάζουν..
Είχε περάσει μία κόλαση,και έπρεπε να το θυμάται αυτό καθώς αναλάμβανε τον νέο της ρόλο.
Ίσως να γινόταν λιγότερο επικριτηκή!
«Ήρθα να δω απλά αν βολεύτηκες.»της είπε αποφεύγοντας να την ανταμώσει στα μάτια.
«Ναι..είμαι..είμαι πολύ καλά..»ψέλλισε εκείνη.Στην πραγματικότητα ήθελε να ανοίξει η γη να την καταπιεί.
«Η μικρή είναι πολύ ήσυχη είναι καλά;»η Ρενέ ήθελε να χαμογελάσει,αυτό ήταν μια αρχή,μία πολύ καλή αρχή.
«Κοιμάται!Είναι μια χαρά..»
«Που ξέρεις πως είναι καλα;Δεν είσαι καν μαζί της.»Η Ρενέ του έδειξε την συσκευή πάνω στο κρεβάτι.
«Έχω την συσκευή παρακολούθησης,άμα γίνει κάτι θα τρέξω.Στο κάτω κάτω η Αλίσια δεν είναι μωράκι,αν θέλει κάτι ή θα έρθει σε εμένα ή θα με φωνάξει.»
«Που ξέρεις πως δουλεύει καλά αυτό,πολυ ανέυθυνη φαίνεσαι Ρενέ.»τα μάτια της γούρλωσαν από έκπληξη.
«Θα αστειεύεσαι φυσικά!»
Ο Νόα αγνόησε την παρατήρηση της και στράφηκε πάνω της.
«Να αλλάξεις μπαταρίες αμέσως,πάω να φέρω.»η Ρενέ κατέπνιξε την επιθυμία της να τον χαιρετήσει στρατιωτικά στην εντολή του.Αντί για αυτό απλώς κατενεύσε.Εκείνος έδειχνε ανύσηχος πράγμα που σήμαινε πως τα πράγματα πήγαιναν καλήτερα.
«Ααα.»εκείνος σταμάτησε και στράφηκε προς το μέρος της.
Την πλησίασε απειλητικά κολόντας την στον τοίχο και βλέποντας το βλέμμα γεμάτο μίσως,ένιωσε η Ρενέ την καρδιά της να βουλιάζει στο στήθος της.
«Μην ξάνα ακουμπήσεις τα ρούχα της Αμέλιας.Δεν έχεις το δικαίωμα να το κάνεις.Δεν θα γίνεις ποτέ σαν εκείνη!»Η Ρενέ έπνιξε την επιθυμία της να τον χαστουκίσει και απλά τον έσπρωξε μακριά της και έστρεψε το σώμα της στο παράθυρο,με θέα την πίσω μεριά του αμπελώνα.
Μόλις ηρέμισε τον εαυτό της στράφηκε προς το μέρος του βάζοντας ένα ψεύτικο χαμόγελο.
«Υπάρχει κάτι άλλο;Σκέφτηκα να αρχίσω να ετοιμάζω το φαγητό μας.Η Άλι έφαγε νωρίτερα,αλλά τώρα έχω χρόνο να ετοιμάσω κάτι για μας.Θα φας μαζί μου;»
«Όχι!»η απάντηση του κοφτή και απότομη.
«Στο είπα και στο ξαναλέω,φροντίζω μόνος μου τον εαυτό μου.»
«Νόαδεν είναι κόπος,μπορώ να μαγειρεψω δύο γεύματα αντί για ένα.Θα αφήσω το γεύμα σου μόλις γίνει να ζεσταθεί στον φούρνο.»Το κορμί του μαζεύτηκε,σαν να εγκατέλειπε την μάχη.
Η Ρενέ παρατήρησε το κουρασμένο πρόσωπο του.
«Ευχαριστώ.»
«Αν αλλάξεις γνώμη,έλα να φάμε μαζί μην διστάσεις,όλο και κάτι θα πούμε.Ή αν θες να πάρουμε πρωινό αύριο,έλα θα κάνει καλό στην Αλίσια να περάσει λίγο χρόνο με τον πατέρα της.»
Ο Νόα έτριψε κουρασμένα το πρόσωπο του.
«Ξέρω πως είσαι πεισματάρα Ρενέ,ξέρω πως δεν θα τα παρατήσεις μέχρι να κάνεις αυτό που θεωρείς ότι είναι σωστό.Σε αυτό μοιάζεις με την Αμέλια,στο μόνο δηλαδή,αλλά η παρουσία σου και η παρουσία της Αλίσιας είναι μία επιπλοκή,μην το κάνεις πιο δύσκολο δεν χρειάζεται.»
Πως μπορούσε και ήταν τόσο σκληρός και ατσάλινος.Δεν έσπαγε με τίποτα,αλλά ήθελε με τα λόγια του να σπάει με ευκολία τους άλλους.
«Μα..»
«Δεν έχει μα,μόλις η Σάρα μπορέσει και αρχίσει να κινείται φυσιολογικά,όλα θα επιστρέψουν στο φυσιολογικό.»
«Φυσιολογικό;»Αναφώνησε εξοργησμένη πλέον με τα καμόματα του και τα πικρά του λόγια.«Αυτό είναι το φυσιολογικό;Αυτό θεωρείς φυσιολογικό;Είμαι βέβαιη πως η Αμέλια δεν θα ήθελε να είσαι τόσο απόμακρος με το ίδιο σου το παιδί.»Εκείνος ξαφνικά χλώμιασε,σαν να είχε δει κάτι που τον είχε σοκάρει πολύ.
«Μη..»,είπε με σπασμένη φωνή,«Μην χρησιμοποιείς αυτό το χαρτί Ρενέ,δεν ξέρεις..»εκείνος κούνησε το κεφάλι του οπισθοχορόντας προς την πόρτα.
«Απλά κάνε αυτό που σε έβαλε η Σάρα να κάνεις και μην ασχολήσε με παραπάνω πράγματα.»
Η Ρενέ κοίταξε την πόρτα αποκαρδιομένη,σπασμένη,πονεμένη..
Κατά τα φαινόμενα,δεν μπορούσε να αναφέρει την καλήτερη της φίλη χωρίς να τον κάνει να το βάλει στα πόδια.Ήταν ολοφάνερο πως την είχε αγαπήσει βαθειά.Και δεν θα έμπαινε καμία άλλη εύκολα στην καρδιά του.
Πόσο μάλλον εσύ Ρενέ...
Αλλά πως ήταν δυνατό αυτή η αγάπη να μην μπορούσε να μεταφερθεί και στην μικρή τους κόρη;

Αχχχ πονεσαν τα χερια μου να γραφω.Αγκιλωση θα πάθω!
Εντάξει σταματάω να γκρινιάζω.

Να το κεφαλαιακι σας,συγνωμη που άργησα αλλα με συνεπείρε το γραψιμο και δεν μπορούσα να βάλω μία τελια.

Δεν νομιζω πως βγηκε έτσι όπως το ήθελα αλλα και με αυτο ειμαι ευχαριστημενη.
😅😅😅😅😅😅
(ζυγοι παιδια,αναποφάσιστοι,μην μπλεξεται ποτέ μαζι μας😅😅)

Ελπιζω να σας άρεσε,περιμένω με ανυπομονισια τα σχολιάκια σας και τους ψήφους σας.

Καλό βράδυ😘

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top