Κρύο ντουζ

<Ζωή!!!> Φώναζε σε όλο το σπίτι κατεβαίνοντας τα σκαλοπάτια.

<Στην κουζίνα είμαι!> Και βγήκα να τον δω.

Και όπως πάντα κατέβαινε τα σκαλοπάτια με βαριά και σταθερά βήματα. Μόνο που αυτή την φορά έδενε ταυτόχρονα και την γραβάτα του.

<Τι ετοιμάζεις?> Ρώτησε και μπήκε μέσα στην κουζίνα και άνοιξε το ψυγείο.

<Μιλφέι!> Και επέστρεψα να ετοιμάσω την σαντιγί. 

<Τέλεια!!!> Και ήπιε από το μπουκάλι νερό.

<Πως κοιμήθηκες?> Και ένιωσα τα χέρια του να τυλίγονται γύρω από την μέση μου.

<Υπέροχα!> Ψιθύρισε στο αφτί μου και ρούφηξε τον λοβό μου.

<Μια χαρά τότε> Τον έσπρωξα τινάζοντας τους γοφούς μου προς τα πίσω, χτυπώντας τον ελαφρώς στο σημείο του και τον απομάκρυνα από πάνω μου. 

<Καλά!!!> Γύρισε και μου κούνησε το κεφάλι, κάνοντας μου νόημα πως θα την πληρώσω μετά.

Έφυγε από την κουζίνα και άκουσα το άνοιγμα της πόρτας.

<Αααα... Μιχάλη!> Φώναξα και ξαναήρθε στην κουζίνα.

<Τι έγινε?>

<Καλάμια!> Και του έβγαλα την γλώσσα. 

Με δύο του βήματα με έφτασε και το χέρι του με φόρα και δύναμη χτύπησε τον κώλο μου. Το ουρλιαχτό μου ήχησε σε όλο το σπίτι.

<Θα περάσουμε καλά απόψε!> Είπε και έφυγε.

<Να σαι σίγουρος!!!!> Φώναξα, για να με ακούσει. <Και τώρα μόνη!> Και συνέχισα την συνταγή για το Μιλφέι.

Έβαλα την χαλαρή μουσική μου, τελείωσα το γλυκό, τακτοποίησα το σπίτι και όπως πάντα μου είχε μείνει υπερβολικός χρόνος, που δεν ήξερα πως να τον εκμεταλλευτώ. Το να πάω πάνω και να τελειώσω ακόμα ένα βιβλίο όπως έκανα συνήθως, μου φάνηκε πολύ βαρετό για σήμερα. Έφτιαξα μια ζεστή σοκολάτα, άναψα το τζάκι και κάθισα απέναντι στον καναπέ. Η φαεινή ιδέα δεν άργησε να μου έρθει. 

Σηκώθηκα γρήγορα από τον καναπέ, έλεγξα αν είχε ζεστό νερό για μπάνιο και αφού επιβεβαιώθηκα, φόρεσα το μπουφάν μου και βγήκα έξω. Το χιόνι ήταν υπερβολικά πολύ και το μισό πόδι μου βυθιζόταν σε αυτό.

<Που είστε καλά μου σκυλάκια?> Άρχισα να φωνάζω, κοιτώντας αριστερά και δεξιά μου μήπως εμφανιστούν. 

Άρχισα να σφυρίζω και να χτυπάω παλαμάκια και δεν άργησαν να εμφανιστούν. 

<Καλώς τα μου!> Τους χαμογέλασα και εκείνα σταμάτησαν να προχωράν. 

Από την μία φοβόμουν, διότι δεν με γνώριζαν και πολύ. Έβγαλα μία λιχουδιά που είχα  βάλει στις τσέπες μου και έσκυψα χαμηλά, τεντώνοντας το χέρι μου.

<Ελάτε αγάπες μου> Και κούνησα λίγο το χέρι μου, ώστε να αναπηδήσουν οι λιχουδιές. Το ένα δεν έκανε την πρώτη κίνηση και με πλησίασε, αλλά το άλλο είχε μουλαρώσει και δεν κουνιόταν. Αυτό που με είχε πλησιάσει, αφού μύρισε την λιχουδιά το έφαγε, αλλά το άλλο από πίσω ακόμα δεν κουνιόταν. 

<Άντε καλό μου!> Είπα και του πέταξα μια λιχουδιά στα πόδια του. 

Εκείνο αφού το μύρισε πρώτα το έφαγε και μετά με πλησίασε. Εφόσον είχα καταφέρει και είχα δημιουργήσει προς το παρόν μια φιλική σχέση μεταξύ μας, άρχισα να τα χαϊδεύω και να τρέχω αριστερά δεξιά παίζοντας μαζί τους. Δεν άργησα να με συμπαθήσουν και ορμάνε πάνω μου γλείφοντας με. 

<Άντε ελάτε μέσα!> Τους είπα και άνοιξα την πόρτα και αυτά όρμησαν μες στο σπίτι. <Εεεε...! Δεν καταλάβατε καλά! Πρώτα θα πάμε για μπάνιο!> Τα φώναξαν και τα έβαλα γρήγορα μέσα στο μπάνιο πριν μου κάνουν το σπίτι εντελώς χάλια.

Όταν τα έκανα μπάνιο είδα στα λουριά τα ονόματα τους. Το ένα ήταν θηλυκό και ονομαζόταν <Rosie> και το άλλο ήταν αρσενικό και λεγόταν <Max>. Μόλις τελειώσαμε τα σκούπισα και τα άφησα ελεύθερα μέσα στο σπίτι, μέχρι να καθαρίσω τις λάσπες που φέραν πιο πριν.

Γέμισα σε δύο μπολάκια φαγητό και τα έβαλα σε μία γωνία με το νεράκι τους. Κάθισα στον καναπέ και πήρα στα χέρια μου την σοκολάτα και άρχισα να πίνω απολαμβάνοντας να τα βλέπω να παίζουν μαζί. Κάποια στιγμή η Rosie ήρθε και κάθισε δίπλα μου και ξάπλωσε πάνω στα πόδια μου, ενώ ο Max ξάπλωσε στο χαλί κάτω από τα πόδια μου. 

Έτσι όπως είχαμε χαλαρώσει και μετά από όλα τα τρεξίματα και τις δουλείες με πήρε ο ύπνος χαϊδεύοντας την Rosie.

<Παναγία μου!!!> Άκουσα τις φωνές του Μιχάλη. <Τι στο δια.... Ζωή τι θέλουν εδώ τα σκυλιά!> Ούρλιαζε σαν υστερικός.

<Πως κάνεις έτσι παιδάκι μου. Τα έφερα μέσα γιατί είχε πολύ κρύο και ήθελα παρέα!>

<Μην ανησυχείς δεν έχουν ανάγκη από κρύο!> Και πήρε τον Mαχ από το λουρί και άρχισε να τον τραβά προς τα έξω.

<Μιχάλη τι κάνεις!> Ούρλιαξα και γω με την σειρά μου και έτρεξα γρήγορα να τον σταματήσω.

<Δεν πρόκειται να μείνουν εδώ> Είπε με άγριο τόνο.

<Τα έκανα μπάνιο, είναι καθαρά> Και του απομάκρυνα το χέρι από τον Μax.

<Μωρέ δεν πάει να τα έκανες και βιολογικό καθαρισμό τα σκυλιά δεν πρόκειται να μείνουν εδώ μέσα! Max κουνήσου!> 

<Όχι θα κάτσουν εδώ!> 

<Χα γελάσαμε για κάνε μια προσπάθεια να σε δούμε!> Και μου γύρισε την πλάτη τραβώντας τον σκύλο.

Χωρίς να χάσω χρόνο έβγαλα γρήγορα τα ρούχα μου και έμεινα ολόκληρη γυμνή και τον σφύριξα να γυρίσει.

<Τώρα τι λες? Τα σκυλιά θα μείνουν ή θα φύγουν?> Και τον κοίταξα με ορθάνοιχτα τα μάτια, καθώς εκείνος είχε μείνει άγαλμα.

Άνοιξε το στόμα να μιλήσει, όμως τον πρόλαβα και είπα πως αυτό το δέχομαι ως ναι και τον πλησίασα σιγά σιγά, κάνοντας αργά και σταθερά βήματα. Πήρα το χέρι του από το σκυλί και άρχισα να τον οδηγό στον πάνω όροφο.

<Νομίζω πως αυτή η αλλαγή συμπεριφοράς δεν μου αρέσει καθόλου> Και τον γύρισα απότομα κολλώντας τον στον τοίχο.

<Δεν θα ήταν καλύτερα να κάνουμε πρώτα ένα μπανάκι να χαλαρώσεις και λίγο?> Και έκανα παύση. <Εεε Αφέντη?> Και με αυτήν την λέξη τον έκανα κομμάτια.

<Γιατί όχι!> Και με σήκωσε στην αγκαλιά του και άρχισε να ανεβαίνει γρήγορα τα σκαλοπάτια.

Τόσο γρήγορα που ανέβαινε σκόνταψε στο χαλί, όμως δεν πέσαμε κάτω.

<Μιχάλη> Τον φώναξα αθώα και έγλυψα τον λοβό του αφτιού του.

<Λέγε> 

<Πρόσεχε μην σκοντάψεις και πέσουμε!> Και αμέσως μούτρωσε που τον κορόιδεψα και ξέσπασα σε γέλια.

<Όπως επιθυμείς μικρή!> Είπε και όταν φτάσαμε στο πάνω μπάνιο Με έβαλε γρήγορα μέσα και άνοιξε το νερό. 

<Μιχάλη!> Ούρλιαξα μόλις το παγωμένο νερό έπεσε πάνω μας και πήγα να το γυρίσω προς το ζεστό, όμως μου τράβηξε το χέρι και το έβαλε μαζί με το άλλο πάνω από το κεφάλι μου.

<Δεν κατάλαβες μικρή! Τώρα θα το διασκεδάσουμε!> Και χωρίς να βγάλει τα ρούχα του έπεσε αμέσως πάνω στο στήθος μου, παίρνοντας την μια μου ρόγα στο στόμα του. 

Τα ρούχα του είχαν κολλήσει πάνω του και φαινόταν τόσο σέξυ με τα βρεγμένα μαλλιά και ρούχα. Το χέρι του κρατούσε με δύναμη τα δικά μου και το άλλο κατέβηκε προς τα κάτω αρχίζοντας να δείχνει όλα όσα ήξερε να κάνει σε εκείνη την περιοχή.

Οι πρώτες κοφτές ανάσες μου δεν άργησαν να ακουστούν. Τα μάτια του ήταν καρφωμένα στα δικά μου και ο τρόπος που με κοιτούσαν με θύμιζε μια μοναδική εικόνα. Εκείνος ήταν το θηρίο και εγώ το θήραμα. 

<Μιχάλη άσε τα χέρια μου, σε παρακαλώ!> 

<Θα με αποκαλείς Αφέντη!> Είπε αυστηρά και με γύρισε απότομα από την άλλη αφήνοντας τα χέρια μου. <Μην τολμήσουν και φύγουν από εκεί που είναι τώρα> 

Όλο μου το σώμα ήταν ακουμπισμένο πάνω στο παγωμένο πλακάκι, όσο εκείνος έβγαζε τα ρούχα του. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα ένιωσα το γεροδεμένο στήθος του να πέφτει με φόρα πάνω στην πλάτη μου. Κόλλησε όλο το σώμα του πάνω μου και το δεξί του χέρι χούφτωσε με δύναμη το στήθος μου και το άλλο αφού άρχισε να χαϊδεύει γλυκά την κοιλιά μου κατέβηκε και πιο κάτω και άρχισε να με τρίβει κυκλικά. 

<Αφέντη σας παρακαλώ!> Τον παρακάλεσα κι άλλο .

<Τι θέλεις?> Ρώτησε και εκείνος με κοφτές ανάσες πλέον.

<Να σας ικανοποιήσω έτσι όπως κάνετε και εσείς!> Και χωρίς δεύτερη ευκαιρία γύρισα απότομα και κόλλησα εκείνον στο πλακάκι. 

Έπεσα γρήγορα στα γόνατα και τον πρόσταξα να κλείσει τα μάτια του και από εκεί και πέρα άρχισα να κάνω τα μαγικά μου.

Hey!!! Μάλλον έχω πάθει κάτι και ανεβάζω τελευταία πολύ γρήγορα κεφάλαια. Μην ξεχνάτε να ψηφίσετε και να σχολιάσετε .❤️

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top