Η σκλάβα σου (Β μέρος)

<Μιχάλη?>

<Μμμμμ> Είπε μέσα στο φιλί μας.

<Γιατί ήρθαμε εδώ?> Και σταμάτησε να με φιλάει.

<Πολύ βιάζεσαι!> Μου είπε και συνέχισε.

Με είχε κολλήσει στο δέντρο και δεν σταματούσε να με φιλάει. Βέβαια δεν ήταν από εκείνα τα άγρια φιλιά, αλλά από τα ήρεμα και γλυκά που δεν το συνήθιζε. 

<Πάμε!> Είπε και άρχισε να με τραβά.

Συνεχίσαμε να προχωράμε μέσα στα δέντρα, μέχρι που άκουσα τον ήχο του νερού.

<Πλησιάζουμε ποτάμι?> 

<Σε ποτάμι θα σε πήγαινα?> Με ρώτησε και δεν του απάντησα. 

Συνεχίσαμε να προχωράμε και ο ήχος όλο και δυνάμωνε. Μπροστά μας εμφανίστηκε ένα μικρό σπιτάκι και ακριβώς δίπλα του υπήρχε μια λίμνη και ένας μικρός καταρράκτης έριχνε άγρια τα νερά του πάνω της.

<Κάθε φορά με εκπλήσσεις> Του είπα και εκείνος χαμογέλασε και άρχισε να με τραβά για να περάσουμε πάνω από την μικρή γέφυρα.  

<Να φανταστώ πως είναι δικό σου> Του είπα και έδειξα το σπιτάκι.

<Θα σε πήγαινα πουθενά που να μην ήταν δικό μου?>

<Σταμάτα να μου απαντάς με ερωτήσεις!> Του είπα και του χαμογέλασα γλυκά.

Είχε αλλάξει ή όχι? Το είχε μετανιώσει ή ήθελε να με ξαναφτιάξει για να με ξανά καταστρέψει?

<Μήπως πεινάς?> Με ρώτησε και εγώ του έγνεψα αρνητικά.

<Αλλά θα ήθελα να δω πως το έχεις διακοσμήσει> Είπα και τον τράβηξα προς την πόρτα. 

Άνοιξε την πόρτα και ενώ περίμενα να δω μια μικρή κουζινούλα, έναν καναπέ ή ένα κρεβάτι είδα σκοινιά και μαστίγια. Βασικά ήταν διαμορφωμένο όπως στο δωμάτιο στο σπίτι.

Χωρίς να χάσω ευκαιρία άρπαξα γρήγορα ένα μαστίγιο και το πέρασα πίσω από την μέση του και τον έσπρωξα προς τα εμένα, φέρνοντας τον σε απόσταση αναπνοής.

<Συνεχίζεις να με εκπλήσσεις> Είπα και άφησα το μαστίγιο να πέσει κάτω.

Εφόσον το ήθελε θα το είχε, σκέφτηκα από μέσα μου και κοιτώντας τον στα μάτια οπισθοχωρούσα βγάζοντας τα τακούνια και κάθισα στο κρεβάτι. Ξάπλωσα μπρούμυτα στο κρεβάτι και άρχισα να κουνάω πάνω κάτω τα πόδια σιγά και το σκίσιμο που είχα έδειχνε όλο το πόδι μου.

<Λοιπόν τι περιμένεις Αφέντη?> Έκανα μια παύση για να δω την αντίδραση του. Κοίταξε το μαστίγιο και μετά εμένα και συμπλήρωσα τα λόγια μου. <Είμαι η σκλάβα σου!>

Μόλις το άκουσε έκανε ένα βήμα και έσκυψε να πάρει το μαστίγιο. Βλέποντας αυτή την κίνηση του μου κόπηκε η ανάσα. Δεν είχε αλλάξει, αντιθέτως είχε παραμείνει ο ίδιος και χειρότερος. Πήρε το μαστίγιο στο χέρι ου και άρχισε να με πλησιάζει. Είχε φτάσει ακριβώς από πάνω μου και σήκωσε το χέρι με το μαστίγιο και εγώ έκλεισα τα μάτια μου έτοιμη να το νιώσω να χτυπάει πάνω μου. Μόνο αντί να νιώσω άκουσα να πέφτει κάτι και άνοιξα τα μάτια μου. Το χέρι του με τράβηξε γρήγορα κοντά του και με έσφιξε δυνατά.

<Ακόμα δεν πέρασε μια ημέρα που έφυγες από εκεί που ήσουν και με δοκιμάζεις!> Είπε και το σκληρό του άρωμα εισχώρησε στα ρουθούνια μου.

Είχε πετάξει κάτω το μαστίγιο. Αυτό ήταν που έπεσε κάτω την ώρα που δεν έβλεπα. Δεν θα με χτυπούσε, αλλά ήταν νευριασμένος που δοκίμασα αν είχε αλλάξει.

Χωρίς χάσιμο ένωσα τα χείλη μας και τον έσπρωξα πάνω στο κρεβάτι. Άνοιξα το φερμουαρ του φορέματος και το άφησα να πέσει κάτω αφήνοντας με μπροστά του μόνο με τα εσώρουχα. Εκείνος είχε απλωθεί στο κρεβάτι και είχε βάλει τα χέρια πίσω από το κεφάλι του κοιτώντας με.

Πήγα να ανέβω πάνω του, όμως μου είπε να τα βγάλω όλα με πρόσταξε να τα βγάλω όλα. Χωρίς να τον παρακούσω άρχισα να τα βγάζω σιγά σιγά και σε λιγότερο από δύο λεπτά βρισκόμουν ολόγυμνη μπροστά του. Τον είδα να ανασηκώνεται στους αγκώνες του και να με κοιτά από πάνω έως κάτω.  

<Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο μου έλειψες> Είπε και τέντωσε το χέρι του και με έσπρωξε πάνω του. 

Με έβαλε από κάτω του και έβγαλε γρήγορα το σακάκι του, όσο εγώ προσπαθούσα να ξελύσω την γραβάτα. Πέταξα την γραβάτα κάτω και προσπάθησα να ξεκουμπώσω το πουκάμισο του, όμως τα χέρια του με οδήγησαν σιγά πάνω από τον ανδρισμό του. Παίρνοντας το μήνυμα, άρχισα να του βγάζω την ζώνη και να ξεκουμπώνω το παντελόνι. Μόλις το ξεκούμπωσα είχε κιόλας τελειώσει με το πουκάμισο και έπεσε πάνω μου. Άρχισε να με φιλάει κτητικά, όσο συνέχιζα να προσπαθώ να τον ξεγυμνώσω. Όταν επιτέλους τα κατάφερα τα χέρια του μπήκαν πίσω από την πλάτη μου και με σήκωσε στην αγκαλιά του. 

<Που πάμε?> Τον ρώτησα μιας και τον έβλεπα να μας βγάζει έξω από το σπίτι.

<Είμαι γεννημένος για πιο extreme πράγματα και όχι για ένα απλό σεξ στο κρεβάτι!> Είπε και άρχισε να προχωρά προς την λίμνη.

<Θα αρρωστήσουμε!> Τον φώναξα και εκείνος ένωσε τα χείλη μας.

<Σταμάτα ποια να μιλάς!> Είπε και τα εγκλώβισε για ακόμη μία φορά μέσα στα δικά του. 

Το μισό του σώμα είχε μπει στο νερό και μόλις το δικό μου ακούμπησε τα κρύα νερά σφίχτηκα πάνω του, ενώ εκείνος συνέχιζε να πηγαίνει όλο και πιο βαθιά.

<Μιχάλη> 

<Είπα κάτι!> Με μάλωσε χαμηλόφωνα και πλέον είχαμε μπει και οι δύο μέσα στην λίμνη.

Τα χέρια μου τύλιξαν τον λαιμό του και τα πόδια μου την μέση του. Τα δικά του που ήταν στην μέση μου παρέμειναν εκεί. Με σήκωσε λίγο πιο ψηλά και έσκυψε να ρουφήξει την ορθωμένη από το κρύο ρώγα μου. Η αντίθεση θερμοκρασίας που έκανε με τρέλαινε. Τα φίλια του ήταν ζεστά και το δέρμα μου ήταν παγωμένο. Συνέχιζε να την ρουφάει και να παίζει με την γλώσσα του και το ένα χέρι του ανέβηκε οδήγησε τον ανδρισμό του στην είσοδο μου. Λίγο πριν μπει μέσα μου άρχισε με το δάχτυλο του να με χαϊδεύει γλυκά και ο πρώτος αναστεναγμός βγήκε από μέσα μου. Ο αναστεναγμός μου ακούστηκε δυνατά και έκανε αντίλαλο και μόνο στην σκέψη ότι ακούστηκε τόσο κοκκίνισα. 

<Δεν ζει ούτε υπάρχει πιθανότητα να σε ακούσει κανείς πέρα από τα ζώα, το φεγγάρι και τα άστρα> Μου είπε και συνέχισε να κάνει ότι έκανε.

Λίγο πριν μπει μέσα μου τα χείλη του πήγα στον λοβό μου και άρχισε να τον ρουφά και να τον δαγκώνει. Τον ένιωσα να με γεμίζει και ένιωσα καλύτερα από ποτέ. Μου είχε λείψει αυτή η αίσθηση. Μου είχε λείψει ο τρόπος του. Μου είχαν λείψει τα πάντα.

 Τα χέρια του μετακινήθηκαν στους γοφούς μου και άρχισαν να με κουνάνε στον ρυθμό που ήθελε. Τον ένιωθα να με κατεβάζει πάνω του και στο τέλος να κάνει μια μικρή ώθηση και να καρφώνεται όλο και πιο μέσα. Τα βογγητά μου δεν είχαν σταματημό και τα χείλη του ενώθηκαν με τα δικά μου για να με κάνει να σωπάσω. Οι ανάσες μας πήγαιναν πολύ γρήγορα και τα βογγητά το ίδιο.

 Εκείνο το σκούρο μπλε των ματιών του με κοιτούσε σε κάθε του ώθηση. Με κοιτούσε όταν ήμουν ολοκληρωμένη και ερχόμουν στην κορύφωση μου. Τα χέρια μου άρχισαν να γρατζουνάν την πλάτη του, καθώς ένιωθα το πόσο κοντά ήμουν. Το έβλεπα να με κοιτάει λίγο πριν γίνω δικιά του, λίγο πριν πέσουν οι δυνάμεις μου. Όμως πριν όλα αυτά σταμάτησε και τα μάτια μου τον κοίταξαν γουρλωμένα.

<Μιχάλη τι κάνεις?> Τον ρώτησα καθώς βγήκε από μέσα μου πριν ολοκληρώσω.

<Ποιος είπε ότι η νύχτα τελειώνει εδώ μωρό μου. Όλο το βράδυ θέλω να σε κάνω δική μου!> Είπε και για ακόμα μία φορά ένωσε τα χείλη μας φιλώντας με με όσο πάθος είχε.



Hey!!! Έχω πόσες ώρες που γράφω. Έχει αλλάξει ο Μιχαλάκης δεν ξέρω αν το είδατε! Δεν έχω να σχολιάσω κάτι εγώ τα αφήνω σε εσάς, απλός ενημερώνω πως πριν λίγο ανέβασα καινούριο κεφάλαιο στην άλλη μου την ιστορία για όσους ενδιαφέρονται και θέλουν να την ρίξουν μια ματιά.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top