Αδυναμία
<Δεν είναι καθόλου άσχημος ο πίνακας> Καθόμασταν στο κρεβάτι ο καθένας χωριστά από τον άλλον και εγώ με το πάπλωμα κάλυπτα όλη τη γύμνια νου, ενώ αυτός μόνο μέχρι τους κοιλιακούς του.
Δεν υπήρχε κάτι άλλο να κοιτάξεις από τον πίνακα μέσα στο δωμάτιο κι αυτός βρισκόταν ακριβώς ευθεία από το προσκέφαλο του κρεβατιού. Ο λόγος που τον είχα τοποθετήσει εκεί ήταν επειδή στα αλήθεια ο δημιουργός του είχε βάλει όλη την καλλιτεχνικότητα του και έβγαλα ένα εξαίσιο έργο. Κάθε βράδυ που είχα αυπνία, κάθε φορά που ξάπλωνα ή σηκωνόμουν από το κρεβάτι δεν υπήρχε περίπτωση να μην του ρήξω μια ματιά. Κι αυτός βρισκόταν πάντα εκεί για να τον βλέπω και να τον θαυμάζω.
<Ναι μου πήρε μέρες για να το καταφέρω> Είπε την πρώτη του φράση μετά από ότι είχε γίνει.
<Εσύ τον έκανες?> Ρώτησα χωρίς να γυρίσω να τον κοιτάξω.
<Ναι> Μου απάντησε ξερά και πέταξε το στρώμα από πάνω του για να σηκωθεί.
<Και μαφιόζος και ζωγράγος! Κανένα άλλο ταλέντο έχείς ή θα το ανακαλύψω στο μέλλον?> Ένιωσα την ταλάντωση όταν το σώμα του σηκώθηκε από το στρώμα και γύρισα να τον κοιτάξω. Σήκωσε τα ρούχα του από κάτω και πήγε στην τουαλέτα. <Τώρα δεν μας μιλάει>
Έριξα και εγώ το πάπλωμα από πάνω μου και σηκώθηκα από το κρεβάτι. Πήρα την μαύρη ρόμπα που ήταν κρεμασμένη πίσω από την πόρτα και βγήκα από το δωμάτιο. Έκανα μια στάση στον Μπρόυνο να του χαιδεύψω το κεφαλάκι ενώ κοιμόταν και στην συνέχεια πήγα στο σαλόνάκι μου να μαζέψω τον χαμό. Πρώτα μάζεψα τα μεγάλα κομμάτια γυαλιών και τα πέταξα στην σακούλα σκουπιδιών δίπλα μου. Έβαλα τα ξύλινα κομμάτια του τραπεζιού κοντά στην πόρτα για να τα πετάξω όταν κατέβω. Υπήρχαν κάποιες κόκκινες στάμπες πάνω στο χαλί κάτι που μόλις αντιλήφθηκα με έκανε έξαλλη. Η πόρτα της τουαλέτας άνοιξε και βγήκε ο Μιχάλης φορώντας τα χθεσινά του ρούχα.
<Ζωή μπορούμε να μιλήσουμε?> Έκλεισε την πόρτα του μπάνιου και κάθισε στον καναπέ.
<Ναι> Απάντησα και πήγα στην κουζίνα να πάρω σφουγγάρι μήπως βγουν οι λεκέδες. <Μην ξεχάσεις να πάρεις τα ξύλινα κομμάτια του τραπεζιού όταν φύγεις> Στράγγισα το σφουγγάρι στον νεροχύτη και πήγα ξανά πίσω στο σαλόνι.
<Δεν θα τα ξεχάσω> Είπε και άρχισε να παίζει με τους αντιχειρες του έχοντας ενωμένα τα χέρια του.
Ποτέ του δεν ήταν αμήχανος και τώρα μπροστά μου στεκόταν σαν ένα παιδάκι που είχε κάνει ζημιά και η μάνα του ετοιμαζόταν να του τις βρέξει. Αφού έλεγξα αν υπήρχε κάποιο κομμάτι γυαλί πάνω στο χαλί κάθισα και άρχισα να τρίβω τους λεκέδες με το σφουγγάρι. Όσο προσπαθούσα να καθαρίσω το χαλί ένιωθα ότι γινόταν ακόμα περισσότερο νευρικός.
<Μπορείς να σταματήσεις να μιλήσουμε λίγο?> Ρώτησε και τα δάχτυλα του χτυπόυσαν τον καναπέ.
<Εάν αφήσω κι άλλο αυτούς τους λεκέδες θα χρειαστεί να μου πάρεις καινούριο χαλί> Και συνέχισα να τρίβω με περισσότερη δύναμη.
<Θα σου πάρω καινούριο χαλί> Είπε γρήγορα και προσπάθησε να βολευτεί στον καναπέ.
<Θέλω το ίδιο όμως!> Προσπάθησα να τον δυσκολεύσω λίγο ακόμα αλλά δεν τον έβλεπα να αντέχει.
<Θα σου πάρω το ίδιο> Επανέλαβε τα μισά μου λόγια και σταύρωσε τα χέρια του.
<Ναι όμως θα είναι δύσκολο να το βρεις!> Σταμάτησα να τρίβω και τον κοίταξα.
<Είπα θα σου πάρω ολόιδιο!> Ξεφύσιξε και δεν το συνέχισα άλλο. Παράτησα το σφουγγάρι και σταύρωσα τα χέρια μου έτσι όπως τα είχε δίνοντας του να καταλάβει ότι ήμουν έτοιμη να τον ακούσω. <Θέλω να καταλάβεις την κατάσταση που βρισκόμουν τότε. Προσπαθούσα να μην πάθει κανείς κακό και να πάνε όλα σωστά>
<Ναι μόνο που τα έκανες χειρότερα> Τον διέκοψα και με κοίταξε αγριεμένος που πετάχτηκα. <Δεν καταλαβαίνω κάτι όμως ρε συ Μιχάλη. Ήθελες να βγάλεις από την άκρη τον υποτηθέμενο πατέρα σου για να πάρεις την εξουσία. Τι είναι αυτό που σε εμπόδισε. Μιας και έκανες την εμφάνιση σου τώρα, μπορείς να επιστρέψεις οργανωμένος, να εξαπατήσεις τον Κρίστοφερ, ώστε να μην σε ξαναενοχλήσει και να πάρεις την θέση που τόσο πολύ ήθελες εξαρχής> Τα είπα γρήγορα με μία ανάσα.
Ομολογώ πως τον είχα στριμώξει για τα καλά και δεν ήταν προετοιμαζμένος για μια τέτοια ερώτηση. Αλλά τι να κάνουμε. Με όποιον δάσκαλο καθίσεις τέτοια γράμματα θα μάθεις. Ευτυχώς είχα την τύχη ο δικός μου να είναι παμπόνηρος και με δίδαξε καλά.
<Γιατί δεν θέλω ποια να είμαι μέσα στα σκοτάδια Ζωή. Έχω πόσα χρόνια που δεν καταλάβαινα το νόημα της ζωής και να που τώρα όλα άλλαξαν>
<Και τι είναι αυτό που σε έκανε να αλλάξεις?> Προσπάθησα να τον ζορίσω κι άλλο, αν και νόμιαζα πως ήξερα την απάντηση.
<Βαρέθηκα να προσπαθώ να σκέφτομαι το επόμενο βήμα του εχθρού μου. Βαρέθηκα να είμαι πιο μπροστά από όλους και να σακατεύομαι για να το πετύχω. Η μεγάλη προσπάθεια να κατακτήσεις κάτι που δεν σε θέλει σε κουράζει. Σε κάνει αδύναμο μπροστά του και φτάνεις στο σημείο να μην αναγνωρίζεις τον εαυτό σου. Να οι λόγοι που με άλλαξαν>
<Τι απαισιοδοξία!> Ειρωνεύτικα. <Αν σταματήσεις να προσπαθείς να κατακτήσεις κάτι που τόσο επιθυμείς σημαίνει ότι δεν είχε μεγάλη αξία για εσένα. Αλλά γιατί κάθομαι να σου αλλάξω την γνώμη, αφού το άφησες τώρα έχει φύγει μακριά> Σηκώθηκα από το χαλί και πήγα στο υπνοδωμάτιο μου.
Έκλεισα την πόρτα και κάθισα στο κρεβάτι μπροστά από τον πίνακα. Στεκόμουν εκεί χωρίς να σκέφτομαι τίποτα, μέχρι που άκουσα την εξώπορτα να κλείνει και σαν πήρε μπρος το μυαλό μου άρχισε να δουλεύει σαν δαιμονισμένο.
Βαρέθηκε να κατακτήσει κάτι που δεν αξίζει. Δεν έχει πλέον άλλες δυνάμεις να αλλάξει για να κυνηγήσει την επιθυμία του. Συμπέρασμα έφυγε Ζωή! Βγήκα έξω από το δωμάτιο μου και βρήκα τον καναπέ άδειο. Κοίταξα τα ξύλα που είχα αφήσει στην πόρτα και έλειπαν. Ο Μπρούνο είχε ξυπνήσει και από την στιγμή που μπήκα ξανά στον χώρο με κοιτούσε.
<Δεν του αξίζω Μπρούνο!> Φώναξα στον σκύλο μου λες και ήταν ο καθρέφτις μου και έβλεπα την αντανάκλαση μου. <Αν άξιζα έστω και λίγο θα καθόταν, θα το προσπαθούσε λίγο ακόμα. Έστω λίγό!> Χτύπησα το χέρι μου στον τοίχο και κούνησα τα κάδρα που είχα κρεμασμένα. <Αλλά δεν χρειάζεται ούτε να χαλιέμαι, ούτε να στεναχωριέμαι. Αυτός έχασε όχι εγώ. Δεν αξίζω σε κάποιον αδύναμο. Αντιθέτως, αυτός που θα με κερδίσει θα είναι άντρας και δεν θα σταματάει να παλεύει για αυτό που θέλει. Και ούτε εσύ πρέπει να σταματήσει να...> Σταμάτησα όταν συνηδειτοποιησα ότι αντί να τα λέω σε αυτόν τα έλεγα στον σκύλο μου.
Είχα παθιαστεί τόσο πολύ. Ήθελα να βγάλω από μέσα μου ότι ήθελα να του πω και δεν ήξερα που να μιλήσω. Και δυστηχώς αυτός που δεν έφταιγε σε τίποτα τα άκουσε. Έσκυψα και αγκάλιασα τον Μπρούνο ζητώντας του να με συμβουλεύσει, αν και ήξερα ότι δεν θα έπαιρνα απάντηση, αλλά χρειαόζμουν κάπου να νιώσω ότι στηρίζομαι. Πόσο τρελό και απαισιόδοξο να στηρίζεσαι στον σκύλο σου. Και αυτός και εγώ βαδίζαμε στο όριο της τρέλας και αυτό επειδή και οι δύο είχαμε σταματήσει να εκφράζουμε ή να προσπαθούμε να κατακτήσουμε αυτό που θέλουμε. Μας είχε καταβάλει μια αδυναμία που με δυσκολία μπορούσαμε να δούμε τα λάθη μας. Τα λάθη που δεν μιλούσαμε.
<Βέβαια η καρδιά νικάει πάντα το μυαλό Μπρούνο. Οπότε κάποια στιγμή είμαι σίγουρη ότι ο παλιός Μιχάλης θα βγει στο φως και θα μπορέσει να μιλήσει> Είπα και του φίλησα το κεφάλι.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top