~21~

Από εκείνη την μέρα αποφάσισα να ξενοικιάσω το σπίτι μου στην Ρώμη και να αρχίζω να τα μαζεύω με την βοήθεια του. Η περιοδεία συνεχίστηκε και σε άλλα μέρη της Ευρώπης Παρίσι, Μαδρίτη, και τελευταίος σταθμός της περιοδείας μας ήταν το Λονδίνο. Μετά, επιστρέψαμε στην βάση μας. Στην όμορφη μας Ελλάδα. Στην χώρα με ήλιο. Στον τόπο μου. Κανείς δεν έμαθε ότι γύρισα πίσω. Και ούτε ήθελα. Δεν ξέρω γιατί αλλά παρόλο που γύρισα στην αγκαλιά του Στέλιου, δεν ήθελα να έχω επαφές με κανέναν. Ούτε καν με τους γονείς μου, ούτε καν με την Χρύσα μπορεί κιόλας να είχε φτιάξει την ζωή της πλέον και σίγουρα να μην χωρούσα εγώ σε αυτήν άλλο.

Μετά την τελευταία μας περιοδεία αποφασίσαμε με τον Στέλιο να βρούμε ένα σπίτι στην Θεσσαλονίκη για να συζήσουμε κάτι που δεν είχαμε προλάβει να κάνουμε. Ναι ήταν καιρός να αποκατασταθούμε και να γνωριστούμε ξανά από την αρχή

Ήμουν πολύ ευτυχισμένη και το ένιωθα μέσα μου. Ποιο ζωντανή από ποτέ. Με τον άνθρωπο που αγαπώ περνούσα χρόνο μαζί του και με το να ζω μαζί του ήταν κάτι το υπέροχο. Να κοιμάμαι και να ξυπνάμε μαζί να μην αποχωριζόμαστε ο ένας τον άλλον ποτέ. Ένιωθα ότι κάποιος με αγαπάει με όλη του την καρδιά και αυτός είναι ένας λόγος που δεν πρόκειται να τον ξανά αφήσω ποτέ.

Ετοιμαζόμασταν για μια ακόμα συναυλία στην Αθηνά η οποία από τι κατάλαβα θα είχε πολύ τρέξιμο, ήταν η τελευταία της σεζόν απρόοπτη αλλά θα έβγαζε πολλά. Ήδη πίσω από τα παρασκήνια έβλεπα τον κόσμο να καταφτάνει και τον Στέλιο να αγχώνετε για μια ακόμα συναυλία αν θα πάει καλά.

«Μωρό μου μην αγχώνεσαι όλα καλά θα πάνε.» του είπα πριν βγει στην σκηνή. Εγώ ακόμα με την στολή της δουλειάς. Έπρεπε κάποιος να του δώσει κουράγιο.

«Έγινε sold out σήμερα δεν βλέπεις τον κόσμο; Πως γίνεται να μην αγχώνομαι; Δεν έχω και σένα διπλά μου γιατί βολοδέρνεις μεταξύ κουζίνας και παρασκήνια.»

«Εγώ φταίω που προσπαθώ και να σε εμψυχώσω κιόλας! Δεν σου ξανά μιλάω πάω στην κουζίνα μου.»

Πήγα να φύγω αλλά δεν πρόλαβα να κάνω το πρώτο βήμα, με άρπαξε από το χέρι και με τράβηξε πάνω του με φίλησε με πάθος

«Είσαι καλύτερα τώρα;» τον ρώτησα

«Με μερικές επαναλήψεις θα είμαι πολύ καλύτερα.» και συνέχιζε να με φιλάει.

«Έλα ρε Στέλιο ακόμα εδώ είσαι σε τρία λεπτά βιενου...» η Γεωργία εμφανίστηκε πετυχαίνοντας μας την στιγμή που φιλιόμασταν. Σταματήσαμε και απλά την κοιτούσαμε.

«Συγνώμη τι ακριβώς κάνετε εδώ;» ρώτησε προσπαθώντας να συνέλθει από το σοκ που μόλις έπαθε μόλις τώρα.

«Ξεχάσαμε να της το πούμε...» μουρμουρίζει ο Στέλιος μέσα από τα δόντια του «Εμ ναι, κοίταξε να δεις Γεωργία...είναι αυτό που νομίζεις.» λέει τελικά ο Στέλιος και εγώ προσπαθώ με τα βίας να κρατήσω το ξέσκασμα μου σε γέλιο.

«Θα το συζητήσουμε αργότερα το θέμα αυτό, τώρα είναι η ώρα να βγείτε. Καλή επιτυχία»

«Σε λατρεύω.»

«Κι εγώ μωρό μου.» του δίνω ένα τελευταίο φιλί και ανεβαίνει στην σκηνή.

Μένω μονή μυ με την Γεωργία η οποία με κοιτούσε με σταυρωμένα τα χέρια της στο στήθος της περιμένοντας εξηγήσεις.

Έκατσα και της είπα όλη μου την ιστορία από την αρχή μέχρι το τέλος. Έβλεπα την έκπληξη στο πρόσωπο της. Τα μαλλιά της είχαν σηκωθεί όρθια.

«Τελικά τίποτα δεν είναι τυχαίο σε αυτή την ζωή. Ναι τώρα που το ξανά σκέπτομαι δεν είναι. Από τι βλέπω σε λίγο τελειώνουν. Οπότε ξέρεις, πάρε μετά το αγόρι σου και φύγετε. Και από τη πίσω πόρτα θα απασχολήσω εγώ τους δημοσιογράφους και τα κανάλια.»

«Σε ευχαριστώ Γεωργία μου.»

«Τίποτα. Είσαστε πολύ ταιριαστοί να το ξέρεις αυτό. Έβλεπα ότι κάτι έχει αλλάξει στον Στέλιο από τότε που φύγαμε από την Ρώμη και χαίρομαι που είσαι εσύ η αίτια.»

Αφού τέλειωσαν τα αγόρια μας από την συναυλία ήρθαν στα παρασκήνια οπού τα περιμέναμε. Ήρθαν με εύθυμη διάθεση αφού η συναυλία πήγε πολύ καλά. Κάποια στιγμή ο Στέλιος πήρε τον λόγο. Ώπα! Τι έγινε πάλι;

«Παιδιά, θέλω να σας πω κάτι .Μυρτώ;» μου απλώνει το χέρι του και του δίνω το δικό μου και με τραβάει κοντά του. Μπροστά στα άτομα της ομάδας λοιπόν μου δίνει ένα ρουφηχτό φιλί. Και όταν τους κοιτάξαμε, είχαν μείνει με ανοιχτό το στόμα.

«Αυτή παιδιά ήταν η δήλωση μου οποίος κατάλαβε κατάλαβε.»

Όλοι χάρηκαν για μας και φάνηκε στα πρόσωπα τους και τότε τα πάντα αλλάξαν.

Τα επόμενα δευτερόλεπτα κύλησαν ποιο αργά και από την αργή κίνηση που κάνουν στις ταινίες. Όλοι μείναμε άναυδοι την ώρα που ο Μάριος έπεφτε στο πάτωμα. Σαστίσαμε για λίγο και μέχρι να καταλάβουμε τι έγινε, ασθενοφόρα, κάμερες είχαν έρθει στα παρασκήνια. Ευτυχώς είχαμε την αστυνομία να αποτρέψει τις κάμερες από αυτό το θέαμα και αφού μπήκαμε όλοι στα αμάξια πήραμε τον δρόμο για το νοσοκομείο.

Όλοι μας περιμέναμε έξω από τα χειρουργεία. Ήμασταν όλοι πολύ αγχωμένοι και φοβισμένη και ελπίζαμε για το καλύτερο ο Στέλιος, έκανε συνέχεια βόλτες στον διάδρομο και δεν ήξερα τι να κάνω. Να πάω κοντά του, ή να τον αφήσω έτσι ; δεν πρόλαβα να σηκωθώ και ο γιατρός βγήκε στην αίθουσα αναμονής. Πρώτος, έτρεξε ο Στέλιος κοντά του και τους έβλεπα να συζητάνε. Ξαφνικά, ο Στέλιος άρχιζε να ξεσπά σε αναφιλητά. Έτρεξα κοντά του να τον προλάβω μην πέσει κάτω. Ανακοπή καρδίας. Είπε ο γιατρός. Δεν τον προλάβαμε. Έπασχε από μια ασθένεια στην οποία δεν είχε πει σε κανένα τίποτα. Και η ανακοπή ήταν το αποκορύφωμα.

Την ημέρα της κηδείας η ατμόσφαιρά ήταν πολύ βαριά. Ήμουν δίπλα στο Στέλιο να του κρατάω το χέρι για να τον αποτρέψω να μην πέσει μέσα στο λάκκο όπου είχαν βάλει το φέρετρο. Το γεγονός δημιούργησε μεγάλη πλήξη στο κείνο τους όπου το νεκροταφείο είχε πήξει πλέον από θαυμαστές και κάμερες που προσπαθούσαν να καταγράψουν το γεγονός. Ευτυχώς η αστυνομία τον είχε περιορίσει αρκετά τον κόσμο ώστε να γίνει σωστά η τελετή. Ήταν κρίμα για ένα τόσο νέο παλικάρι να πάει άδικα. Τουλάχιστον η ψυχή του θα ξεκουραστεί δεν θα υπέφερε από αυτή την σπάνια ασθένεια που σου παραλύει το νευρικό σύστημα.

Γυρνώντας στην Θεσσαλονίκη φανερά κουρασμένοι και ταλαιπωρημένοι ο Στέλιος κλείστηκε στον εαυτό του. Δεν έτρωγε, δεν έπινε νερό, δεν μιλούσε. Προσπαθούσα να τον ταΐσω ή να του δώσω λίγο νερό αλλά δεν είχε αποτέλεσμα. Καθόταν στο κρεβάτι και κοιτούσε τις φωτογραφίες με τον Μάριο και έκλαιγε. Πρώτη φορά στην ζωή μου τον έβλεπα έτσι. Ότι και να έκανα δεν είχε αποτέλεσμα.

Μια μέρα, που ήμουν στην κουζίνα τον είδα να βγαίνει από το δωμάτιο με μια βαλίτσα στο χέρι του. Ήρθε δίπλα μου κοιτώντας με στα μάτια.

«Μην μου θυμώσεις. Θέλω να φύγω για λίγο. Θέλω να πάω στο σπίτι όπου μαζευόμασταν με τα παιδιά να ηρεμήσω και να σκεφτώ. Σε παρακαλώ μην μου κρατήσεις κακία.»

Δεν μπορούσα να του πω τίποτα. Ήξερα ότι πονούσε και ήθελε να θρηνήσει ότι ήθελε τον χρόνο του. Τον πείρα στην αγκαλιά μου και του είπα να προσέχει.

Με άφησε μονή μου στο σπίτι να προσπαθώ να μαζέψω τα ασυμμάζευτα. Να τακτοποιήσω το σπίτι να ξεπακετάρω και άλλες τόσες δουλειές που θα τις κάναμε μαζί. Κάποιες μέρες τον έπαιρνα τηλέφωνο να δω τι κάνει αλλά δεν το σήκωνε. Έπαιρνα και τα παιδιά του συγκροτήματος αλλά ούτε από εκεί έπαιρνα ανταπόκριση .

Από ένα σημείο και έπειτα όταν είδα ότι όλο αυτό ήταν συνεχόμενο είχα αρχίσει να ανησυχώ μην τυχόν είχε πάθει κάτι. Έπρεπε να πάω να τον βρω και αν έβλεπα ότι ήταν καλά θα τον άφηνα στην ησυχία του ξανά.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top