27. Ιερό Αίμα - Εκδίκηση
Ο ουρανός είναι γκρίζος, απειλητικός, καθρεπτίζει τέλεια εκείνον τον άνθρωπο που είναι κλειστός, αρνείται να κλάψει για να βγάλει το σκοτάδι από μέσα του, οπότε ως επιλογή έχει τον θυμό... Μερικοί άνθρωποι, έχουν ως γλώσσα αγάπης, τις κραυγές, την οργή, τις καταιγίδες και τους ανέμους. . . αποφεύγουν να κλάψουν γιατί το θεωρούν ήττα, αλλά μόνο ήττα δεν είναι.
Ολόκληρη η παιδική μου ηλικία ήταν αυτή η γαλάζια πόρτα, η μυρωδιά του νοσοκομείου, ζεστά δάκρυα, περίεργα βλέμματα γιατρών και προσευχές για ένα παρόν που δεν ήταν δεδομένο. Τα φώτα τρεμοπαίζουν, κάθε διάδρομος είναι χωρισμένος στα δύο, το ένα μέρος φωτίζεται, ενώ το άλλο όχι. Τα πάντα μοιάζουν σαν να έχουν επιλέξει συγκεκριμένη θέση στον πόλεμο ανάμεσα στο καλό και το κακό. Το είδωλο μου καθρεπτίζεται στις τζαμαρίες, η ενδυμασία μου αποτελείται από ένα κατάλευκο φόρεμα, τα πόδια μου είναι γυμνά, η σκηνή μοιάζει σαν να έχει βγει από ταινία τρόμου. Μήπως άνοιξα μια πόρτα που δε θα μπορώ να κλείσω; Μήπως ονειρεύομαι; Μήπως δεν έχω περάσει σε κάποια πύλη και από στιγμή σε στιγμή θα ξυπνήσω στο άδειο κρεβάτι της μητέρας μου; Μια γρήγορη θολή φιγούρα τρέχει και την ακολουθώ. Κεραυνοί ακούγονται, άδεια κρεβάτια ασθενών μετακινούνται, πόρτες ανοιγοκλείνουν, κλάματα νεογνών τρυπάνε τα αυτιά μου τόσο πολύ, που πρέπει να τα κλείσω με τα χέρια μου για να ξεφύγω από αυτή τη παράνοια. Ο ουρανός δεν θρηνεί, προειδοποιεί για το χάος που θα έρθει, ουρλιάζει, ουρλιάζει τόσο πολύ που θυμίζει άνθρωπο ψυχιατρικής κλινικής που τον τσιμπάει το κεντρί της μνήμης.
Η μορφή του πατέρα μου ξεπροβάλει από το νέφος του σκότους, σαν ιππότης που είναι έτοιμος να παραδώσει το ξίφος του. Μένει σκεπτικός, η στάση του σώματος προδίδει το άγχος του, η σπονδυλική του στήλη δημιουργεί μια καμπούρα που τον εμποδίζει από το να αναπνεύσει καλά, τα χέρια του τρέμουν, ενώ τα δάχτυλα του δημιουργούν το σχήμα του τριγώνου. Τα μάγουλα του είναι αναψοκοκκινισμένα, τα δάκρυα γδέρνουν το δέρμα του βίαια, χωρίς να δείχνουν έλεος. Τα μάτια του είναι πράσινα, κουρασμένα. Κάθομαι δίπλα του. Από την μονάδα θανάτου βγαίνει μια νοσοκόμα, νεαρή, τα μαλλιά της είναι βαμμένα στο έντονο κόκκινο, τα χαρακτηριστικά της είναι λεπτά, ντελικάτα, η ομορφιά της μοιάζει με τις γυναίκες που διαφημίζονται και πουλάνε τη ψυχή τους στα περιοδικά της Γαλλίας. Οι κινήσεις της, τα λόγια της, τα πάντα, είναι προσεκτικά, ξέρει ακριβώς τι να πει για να επηρεάσει τη ψυχολογία του πατέρα μου, τα αισιόδοξα νέα κάνουν τα μάτια του φωτεινά, η στάση του σώματος του υψώνεται, το σώμα του είναι ίσιο. Τα βάζει με Θεούς και Αγγέλους, με Δαίμονες και Κεραυνούς για τον ερχομό της κόρης του. Ήλπιζε η επίσκεψη των Σκιών να ρουφήξουν την ενέργεια του μωρού, τόσο πολύ, που θα του κλέψουν ακόμα και τη τελευταία ανάσα. Αλλά απέτυχε. Το μωρό, όχι μόνο δε θα έπαιρνε το όνομά της πολυαγαπημένης του μητέρας, αλλά δεν θα γινόταν ποτέ ο συνεχιστής που ήλπιζε να έχει ως γιό. Αντί αυτού, στη μονάδα, βρισκόταν ένα μικρό πλασματάκι, που η φύση της έδωσε ως δώρο τη δύναμη της γυναίκας, ενώ, ο ουρανός την ομορφιά του σκότους. Και κάπως έτσι, τόσο απλά και τόσο τραγικά ταυτόχρονα, τα πάντα τοποθετήθηκαν από μόνα τους στη θέση που τους άξιζε.
Θέλω να ουρλιάξω. Θέλω οι κραυγές μου να ακουστούν μέχρι το τελευταίο δωμάτιο του καταραμένου κτηρίου, αλλά όσο και να ουρλιάξω, ποτέ δεν θα φτάσουν στον σκοτεινό κόσμο του πατέρα μου. Η τηλεφωνική γραμμή σβήνει, από τα μάτια μου τρέχουν μαύρα δάκρυα ξανά, η ανάσα μου βγαίνει κοφτή. Το καρδιοχτύπι μου είναι το μόνο ακούγεται ανάμεσα μας. Τικ-τοκ, οι δείκτες του ρολογιού, ο ήχος που γλιστράει κάθε σταγόνα και πέφτει στο βρώμικο πάτωμα. Εγώ μπαμπά, ήθελα να μεγαλώνω με εσένα, αλλά μεγάλωνα για εσένα, γιατί μόνο τα μεγάλα κορίτσια μπορούσαν να σε καταλάβουν- όπως έλεγες. Και τα κεράκια από μονοψήφια γινόντουσαν διψήφια, αλλά η ευχή μου ήταν πάντα μόνο μια: να σε ζήσω. Και ο φόβος τρύπωνε από τα παράθυρα κάθε βράδυ να μη μεγαλώσεις, γιατί όλοι θα θρηνούν ένα παρελθόν που είχαν μαζί σου, ενώ εγώ ένα μέλλον που δεν είχα ποτέ μαζί σου. Όλοι θα θρηνούν συναισθήματα, αναμνήσεις, ενώ, εγώ ένα άψυχο σώμα στο οποίο ποτέ δε βρήκα ζεστασιά, παρά μόνο παγερούς χειμώνες.
Αλλά δεν έσβησα ακόμα το κερί της τούρτας για τα εικοστά γενέθλια μου, μπαμπά.
Το πρότυπο του πατέρα ισούται με το πρότυπο της πρώτης αγάπης: ενας πατέρας θα πρέπει να αγαπάει το κοριτσάκι του όπως θα ήθελε να το αγαπούν και οι επόμενοι. Κρίμα που πίστεψες ότι είμαι μόνο ο σκοτεινός ουρανός και όχι τα αστέρια που τον αποτελούν. Ίσως τελικά, η Λίλιθ, να προσπαθούσε να πολεμήσει άνδρες σαν εσένα, άνδρες που σκοτώνουν το πιο όμορφο τριαντάφυλλο ενός κήπου, του ξεριζώνουν τα πέταλα, ένα προς ένα, το σκοτώνουν, για να κρατήσουν τα αγκάθια. Και εγώ μπαμπά, δε θα δεχτώ κανένα στεφάνι από αγκάθια, από στάχτη και θλίψη. Και αν πρέπει να πολεμήσω το ίδιο μου το αίμα, θα το κάνω. Γιατί το αίμα δε γίνεται νερό, αλλά φωτιά.
«Δεν τα κατάφερα, δεν έκανα ποτέ τον συνεχιστή που ήθελα για να αποδείξω στον πατέρα μου ότι είμαι ικανός.», τα λόγια του γίνονται ηχώ που δε πεθαίνει ποτέ, γίνονται το αίμα που κυλά στις μωβ φλέβες μου. Και δε θα κάνεις ποτέ τον συνεχιστή που ήθελες για να επιβεβαιώσεις τις ανασφάλειες σου, μπαμπά, γιατί είμαι κάτι χειρότερο. Είμαι όσα θα φοβόταν ο συνεχιστής σου, όσα θα προσπαθούσε να αντιμετωπίσει στο σκοτάδι. Ο χάρτης των άστρων έσβησε, το άστρο έπεσε στη γη, πέθανε. Δεν υπάρχει καμία προφητεία. Είμαι η νέα προφητεία. Είμαι η προφητεία που κανένας συνεχιστής σου μπαμπά, δε θα μπορέσει να εκπληρώσει. Κανένας δε θα μπορεί να με σπάσει, κάθε φορά θα αυτοτραυματίζεται.
Θα γίνω όλα όσα δε μπορείς να σκοτώσεις, μα εγώ δε θα έχω στάχτες και κοφτερά δόντια, θα έχουμε το πιο ιερό απ' όλα, το ίδιο αίμα.
Ίσως το μόνο κοινό που έχουμε με τη Λίλιθ είναι ότι πιστέψαμε σε έναν πατέρα που δε πίστεψε ποτέ σε εμάς και μας στέρησε όλα όσα αγαπήσαμε. Παρατάω τον πατέρα μου στο χάος που αποκαλεί δύναμη και φεύγω, για να βρω τις Σκιές. «Μη φοβάσαι, είμαι η ψυχή σου που σε καλεί, ο ήλιος θα φανεί, το σκοτάδι θα πνιγεί.», τραγουδάω όσο πιο ψιθυριστά μπορώ, με απαλή φωνή, προσπαθώντας να κρατήσω την ενέργεια μου φιλική.
Η πόρτα της πύλης άνοιξε, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι βγήκα από αυτή.
Σκιές, βρικόλακες και δαίμονες, έρχονται
Το κεντρί της μνήμης είναι ιερό
Αλλά χρειάζεται αίμα από αυτούς που αγαπώ.
Ουρλιαχτά και κραυγές, είναι το κάλεσμα τους,
Αλλά εγώ είμαι το πέρασμα τους.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top