Κεφάλαιο 3°

«Έτοιμο το αυτοκίνητο» του ανακοίνωσε μπαίνοντας μέσα στο γραφείο. «Θα μου πεις επιτέλους τι συμβαίνει και είσαι σε αυτή τη κατάσταση;» ο Σεθ τον κοίταξε καλά καλά και βάζοντας στη τσέπη έναν εφεδρικό γεμιστήρα φόρεσε το σακάκι του.
«Δεν ξέρω πολλά Στέφεν. Ο Σέρτζιο είπε να πάμε στο Γκόλντεν αμέσως. Στο τηλέφωνο δεν είπε κάτι παραπάνω» του απάντησε προβληματισμένος
«Πρώτη φορά σε καλεί εκεί. Από την άλλη είναι φρόνιμο να παρουσιαστείς με την αληθινή σου ταυτότητα; Δεν έχουμε πάει ποτέ εκεί και…»
«Γι’ αυτό σε παίρνω μαζί!» τον διέκοψε «Οι ρόλοι θα αλλάξουν σήμερα, εσύ θα γίνεις ο Ναβάρο κι εγώ ο Μίλερ» ο άντρας γούρλωσε τα μάτια και έβαλε τα γέλια μα βλέποντας πως ο Σεθ δεν αστειεύεται σοβάρεψε
«Δεν μιλάς σοβαρά έτσι;» αποκρίθηκε με όλο το θάρρος που του είχε. Ο Στέφεν δεν ήταν ένας απλός σωματοφύλακας για το Σεθ, ήταν ένας από τους ελάχιστους άνδρες που θεωρούσε φίλο και εμπιστευόταν μα η αλλαγή ρόλων του φάνηκε σαν αστείο.
«Μιλάω πολύ σοβαρά. Δεν με ξέρουν εκεί μέσα. Μέχρι να φτάσουμε στο γραφείο του Σέρτζιο δε γουστάρω να μάθει κανένας ποιος είμαι. Θα μπούμε από πίσω. Δε θα μας δει το προσωπικό εκτός από τους άντρες ασφαλείας. Έχω χρόνια να πατήσω εκεί μέσα το πόδι μου και το προσωπικό έχει αλλάξει…»
«Το καταλαβαίνω Σεθ , από την άλλη όμως ίσως είναι μια ευκαιρία να τους δείξεις τη δυναμική σου ότι κι αν έγινε. Δεν ξέρουμε τι πάμε να αντιμετωπίσουμε και θεωρώ σώφρων να μάθουν ποιος είναι το αφεντικό» προσπάθησε να τον συνετίσει. Δεν φοβόταν φυσικά να πάρει τη θέση του μα ήξερε καλά πως στα δύσκολα ο σωματοφύλακας μπαίνει στο στόχαστρο πρώτος. Αν κάποιος ήθελε να βλάψει το Σεθ , θα έβαζε το κορμί του χωρίς δεύτερη σκέψη , τώρα όμως; Με το Σεθ στη δική του θέση ο κίνδυνος θα αυξανόταν δραματικά.
«Δε θα το συζητήσω πολύ Στέφεν. Πάμε στο αμάξι»
«Πόσο ξεροκέφαλος είσαι ώρες ώρες..» μουρμούρισε ακολουθώντας τον προς τα έξω. Πρώτα τον διέταξε να ετοιμάσει ένα όχημα χωρίς να ειδοποιήσει κανέναν άλλο από τους άντρες και τώρα αυτό. Η μυστικοπάθεια ήταν σύνηθες φαινόμενο στη καθημερινότητα τους μα πάντοτε ο Σεθ φρόντιζε να υπάρχει ένα δεύτερο αυτοκίνητο γεμάτο ανθρώπους έτοιμους να δώσουν και να πάρουν ζωές. Όχι πως το είχε ανάγκη. Ο Ναβάρο ήταν ίσως ένας από τους εκείνους τους άντρες που σου έβγαζε φόβο ακόμα και με ένα βλέμμα, πόσο μάλλον να τον έβλεπες να κρατάει κάποιο όπλο και να σε σημαδεύει. Ήταν αμείλικτος και δεν έδειχνε έλεος σχεδόν σε κανένα. Γι’ αυτό έφτασε κι εδώ που έφτασε. Έλεγχε όλο τον υπόκοσμο και κάθε ένας από τους μικροεγκληματίες του χρωστούσε. Περπάτησαν κατά μήκος του κρυφού διαδρόμου που μόνο εκείνοι είχαν πρόσβαση και μπαίνοντας στο ασανσέρ που οδηγούσε στα υπόγειο πάρκινγκ τον κοίταξε ξανά «Σίγουρα δε θέλεις να κάνει ο καθένας τη δουλειά του; Σέβομαι την επιθυμία σου μα αν…»
«Φέρε τα κλειδιά και μη λες πολλά Στεφ» τον έκοψε απότομα και εκείνος του τα έδωσε. «Η άγνοια λένε πως είναι αρετή, εγώ λέω πως μέσω αυτής βλέπεις πιο καθαρά μερικές φορές. Κάνε αυτό που σου είπα και μην αγχώνεσαι. Ξέρω να φροντίζω τον εαυτό μου»


***

«Τι διάβολο της είπες;» ο Σέρτζιο  της άρπαξε το ακουστικό από τα χέρια μόλις εκείνη έπεσε κάτω και χωρίς ίχνος σεβασμού, απαίτησε να μάθει από τον αστυνομικό τι ακριβώς συμβαίνει χωρίς όμως να χάσει οπτική επαφή μαζί της.
«Λυπάμαι μα οι πληροφορίες δεν σας αφορούν» του απάντησε αυστηρά και Σέρτζιο γέλασε
«Λάθος απάντηση φίλε. Μην αγχώνεσαι όμως θα επικοινωνήσω με τον ανώτερο σου σύντομα!» ο Σέρτζιο έκλεισε το τηλέφωνο και επικέντρωσε τη προσοχή του στην Νάταλι. «Τι σου είπε;» ρώτησε χωρίς περιστροφές μα βλέποντας πως δε του απαντάει άρχισε να θυμώνει «Θα σου εξηγήσω πως έχει η κατάσταση. Έρχεται ο μεγάλος. Δεν ξέρω πόση ώρα έχεις μα αν υπάρχει κάποιο σοβαρό πρόβλημα και πρέπει να καλύψω τον όμορφο κωλο σου θέλω να το ξέρω! Σε κάθε άλλη περίπτωση δε φέρω ευθύνη για όσα συμβούν» της ξεκαθάρισε και εκείνη τον αγριοκοίταξε
«Δε με ενδιαφέρει Σέρτζιο ακόμα κι αν έρθει ο ίδιος ο Πάπας της Ρώμης !» είπε με θράσος σκουπίζοντας τα μάτια της.
«Αλήθεια;» την ειρωνεύτηκε χωρίς  να χαμογελά «Δεν έχεις ιδέα για την επικινδυνότητα πόσο μάλλον…»
«Φτάνει!» τον διέκοψε «Πέθαναν όλοι! Η μάνα μου, ο πατέρας μου , η αδερφή μου…Όλοι!» Η Νάταλι ξέσπασε θυμωμένη και μπλέκοντας τα δάχτυλα μέσα στα πλούσια μαλλιά της , έκλεισε τα μάτια και αναστέναξε «Θέλουν να πάρω την κηδεμονία της ανιψιάς μου. Είπαν πως ήταν ατύχημα…» έκανε μια παύση και ανοίγοντας τα μάτια της , του φανέρωσε τη δυσπιστία της ως προς το πόρισμα της αστυνομίας «Δηλητηρίαση από τα ψάρια…» συνέχισε ξεφυσώντας «Πώς διάολο θα αναλάβω ένα παιδί που δε γνώρισα;;» ο Σέρτζιο έπειτα από αρκετά λεπτά σιωπής και ξέροντας πως στην ουσία κάλεσε τζάμπα τον Σεθ , πήρε θέση στο γραφείο και τη προέτρεψε να καθίσει μα δε πρόλαβε να πει τίποτα από όσα είχε στο μυαλό του. Η πόρτα του γραφείου άνοιξε. Έσμιξε τα φρύδια βλέποντας τον Στέφεν να περπατάει μπροστά μα ξέροντας τις ιδιοτροπίες του Σεθ δεν έδωσε σημασία. Από την άλλη πλευρά, η Νάταλι γύρισε και τους κοίταξε με τη σειρά της χωρίς ίχνος φόβου. Μπορεί ο Σέρτζιο να φόβιζε οποιαδήποτε γυναίκα με τα λεγόμενα του μα εκείνη δεν ήταν από αυτές που έτρεμαν ούτε ήξερε τι εστί φόβος. Το είχε αποδείξει άλλωστε περίτρανα σε όλους όταν αποφάσισε να ζήσει στους δρόμους. Το βλέμμα της πήγαινε μια στον έναν άντρα και μια στον άλλο. Δεν ήθελε και πολύ για να αντιληφθεί πως ο μπροστά ήταν το αφεντικό και πίσω ο σωματοφύλακας μα κάτι στο βλέμμα τους , δεν ταίριαζε στην ιδιότητά τους και τη προβλημάτισε. Είχαν άγρια χαρακτηριστικά, ο ένας ξανθός ,πιο μυώδης  και σκοτεινός ενώ ο άλλος έμοιαζε με πεζοναύτη βγαλμένο από ταινία.
«Για ποιον αναθεματισμένο λόγο με κουβάλησες εδώ πέρα Σέρτζιο;» αποκρίθηκε ο μελαχρινός και εκείνος τους κοίταξε σιωπηλός. Έριξε ένα περίεργο βλέμμα στο σωματοφύλακα και έπειτα στην Νάταλι.
«Πήγαινε στο δωμάτιο σου, αν σε χρειαστώ θα σε φωνάξω» της είπε και εκείνη σκοτείνιασε
«Πάω να μαζέψω τα πράγματα μου» αποκρίθηκε χωρίς να την ενδιαφέρει που δεν ήταν μόνοι «Φεύγω σήμερα κι όλας!»
«Δεν έχεις να πας πουθενά!» της φώναξε έξαλλος ο Σέρτζιο
«Δεν είμαι υποχείριο σου! Είπα φεύγω και θα φύγω!» επέμενε εκείνη εκνευρισμένη και ο Σέρτζιο κοκκίνησε ολόκληρος από τα νεύρα. Του έδειχνε ασέβεια μπροστά στο Σεθ και σίγουρα θα άκουγε κατσάδα μετέπειτα. Ο Ναβάρο ήταν ξεκάθαρος. Δεν επέτρεπε ασέβεια και το ίδιο ήθελε και από τους άντρες του. Λίγο πριν απαντήσει ο Σέρτζιο, ο Σεθ έκανε ένα βήμα προς το μέρος της και αρπάζοντας τη από το μπράτσο την τράβηξε προς τη πόρτα
«Ποιος νομίζεις ότι είσαι;» Η Νάταλι τράβηξε το χέρι της μα εκείνος τη γράπωσε πιο δυνατά
«Θα υπακούς όταν σου λένε!» αρκέστηκε να πει και εκείνη γέλασε. Ο Σέρτζιο από την άλλη πρασίνισε από το φόβο.
«Πρώτον δε δέχομαι εντολές από σωματοφύλακες,  δεύτερον δε δέχομαι εντολές από κανένα. Κερδίζετε από μένα και φέρνω τόσα λεφτά σε αυτό το μέρος όσο καμία άλλη. Πάρε λοιπόν τα γαμημένα τα χέρια σου από πάνω μου !» αποκρίθηκε σθεναρά και στο χώρο απλώθηκε μια δυσοίωνη σιωπή
«Ας ηρεμήσουμε…» επενέβη ο Σέρτζιο χαμηλόφωνα θέλοντας να γλιτώσει το κεφάλι της μα δε πρόλαβε… Ο Σεθ την έσπρωξε με φόρα προς τα έξω και βγαίνοντας μαζί της , κοπάνησε δυνατά τη πόρτα πίσω του αφήνοντας τόσο το Στέφεν όσο και το Σέρτζιο στα σκοτάδια και το τρόμο…


Σας φιλώ...Επιστρέφουμε σιγά σιγά στη καθημερινότητα μας :)



Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top