Συνεχίζουμε ως το ΤΕΛΟΣ του κόσμου
Και ναι τελείωσα την ιστορία!αυτή την φορά νιώθω όμορφα γι αυτό το τέλος γιατί είμαι συγκινημένη πράγμα πολύ καλο για εμένα. Μου δείχνει πως ήρθε η ώρα να τους αποχαιρετήσω και να σας ευχαριστήσω που με τιμήσατε διαβάζοντας τις ονειροπολήσεις μου. Είναι πάντα μια γλυκιά εμπειρία και σας ευχαριστώ πολύ πολύ . Εύχομαι κάθε καλό στην ζωή σας. Καλή ανάγνωση!
Η πανσέληνος στραφταλίζει πάνω στη γυάλινη επιφάνεια του ουρανοξύστη εισχωρώντας αβίαστα απο το μεγάλο παράθυρο του μπάνιου. Μια δέσμη ασημένιου φωτός διαπερνά το δωμάτιο που φωτίζεται μονάχα απο δυο μικρά κεριά αφημένα στο πάτωμα, έτοιμα να σβήσουν.Μικρά σωματίδιου ατμού αποκαλύπτονται μέσα στο φεγγαρόφωτο.
Ο Αλεξάντερ γυμνός κρατά κλειστά τα μάτια του καθώς το κεφάλι του ακουμπά στο μικρό μαξιλάρι της πορσελάνινης μπανιέρας.
"Με τρίβεις πάνω απο μια ώρα"
Το χαμόγελο του στραβό καθώς η Ελίζα περνά πάνω απο το στήθος του το μαλακό σφουγγάρι.
"Υπερβολές" του απαντά καθώς τον ανασηκώνει ίσα για να βολευτει απο πίσω του . Περνά τα πόδια της γύρω απο την μέση του και με το βρεγμένο σφουγγάρι αγγίζει την πλάτη του.
"Θέλεις..να σου μιλήσω για το τι είπε ο Σαμαήλ?"
"Όχι"
"Όχι αυτή την στιγμή" συμπληρώνει και με μια κίνηση την φέρνει μπροστά του. Κοιτιούνται αμίλητοι καθώς ο Αλεξάντερ ενώνει το μέτωπο του με το δικό της.
Πώς σημαδεύονται ανεξίτηλα οι καρδιές των ανθρώπων?
Και σε μια αργή στιγμή η Νεα Υόρκη , η βοή του αυτοκινητόδρομου, οι σειρήνες των περιπολικών, μαζί με τους ανθρώπους και τους ουρανοξύστες, όλα ένα προς ένα σβήνουν απο γύρω τους. Και μένουν οι δυο τους μονάχα σε ένα κόσμο φτιαγμένο για εκείνους. Είναι η στιγμή τους. Είναι η στιγμή που θα έμενε μέσα τους ως η φορά που ένιωσαν την απόλυτη πλήρωση. Δεν ήταν ένα ζευγάρωμα σαν αυτό που η μοίρα τους προοριζε, αλλά ένα ζευγάρωμα ψυχών που καθρεπτιζόταν η μια στην άλλη φτιάχνοντας μια εικόνα , ένα κοινό όνειρο.
Ήταν μια ήρεμη στιγμή. Η στιγμή που τελικά σημάδεψε ο ένας την ψυχή του άλλου. Εκεί μέσα στην μπανιέρα. Με ενωμένα τα μέτωπα τους να ακούν την ρυθμική ανάσα του αλλου.
Και ήταν λες και μπροστά τους διαγραφόταν μια ολάκερη ζωή. Η ζωή τους: Με όλα τα γέλια που θα ερχόντουσαν, τα κλάμματα και τις συζητήσεις τους. Όλα τα μικροπράγματα και τις συνήθειες που θα χτίζαν. Ήταν σαν να άκουγαν να χτίζεται ο δεσμός τους. Και κάθε πέτρα του δεσμού ήταν φτιαγμένο απο έναν χτυπο απο την καρδιά τους. Μια εμπειρία. Ένα νέο γέλιο .
"Μέχρι το τέλος του κόσμου" της ορκίζεται με σίγουρη φωνή και σφραγίζει τον όρκο του με ένα φιλί στα χείλη της.
"Μέχρι το τέλος του χρόνου" του ψιθυρίζει καθώς τα κορμιά τους μπλέκονται σε μια αγκαλιά αγάπης .
Μέρες μετά ο σπόρος της αγάπης τους θα φώλιαζε στο κορμί της Ελίζας.
.............
Αργά το ίδιο βράδυ
"Πάμε να τρέξουμε Ελίζα"
"Πως να τρέξουμε χωρίς λύκους?"
"Δεν με ενδιαφέρει θέλω να τρέξω , πάμε ως άνθρωποι"
"Που? Στους δρόμους της Νέας Υόρκης?"
"Ναι σήκω . Θέλω να τρέξω μαζί σου "
Η Ελίζα κοιτά τον Αλεξάντερ να φορά βιαστικά στο κορμί του μια μαύρη φόρμα και ενώ είναι ακόμη ημίγυμνος φορά τα αθλητικά του. Τα κορδόνια του είναι ξελυμμένα ,περπατά πάνω κάτω ανυπόμονα. Βρίσκει μια ζακέτα ,ανεβάζει το φερμουάρ ως απάνω βάζοντας την κουκούλα .
"Πιο γρήγορα . Ντύσου όμορφη"
Βάζει τα αθλητικά της και μια μπλούζα του.
"Πάμε" την κρατά σφιχτά απο το χέρι και ξεκινά να τρέχει απο τις σκάλες του ουρανοξύστη. Κατεβαίνουν λαχανιασμένοι κάτω στο δρόμο . Γύρω τους κόσμος τους προσπερνάει ενώ εκείνοι είναι ακίνητοι. Κοιτάζονται.
"Τώρα τι?" του λέει γελώντας. Την κοιτά αποφασιστικά.
"Τρέξε μαζί μου"
Του γνέφει θετικά καθώς την τραβά απο το χέρι , ξεκινάνε να τρέχουν γρήγορα σαν να είχαν τους λύκους τους , ο Αλεξάντερ πηδά με φόρα τα παγκάκια αφήνοντας πολεμικές ιαχές και γελώντας με την Ελίζα που προσπαθεί να τον αντιγράψει
Έπαιζαν
"Είσαι παιδί Άλφα κατα βάθος"
Εκείνος γελάει. Νιώθει ελεύθερος και ευτυχισμένος.
"Το νιώθεις Ελίζα?"
Ναι το ένιωθε.
"Παίξε μαζί μου Λιζ" της φωνάζει καθώς κάνει ακόμη ένα άλμα
Τον προφταίνει
"Τι να παίξω?"
"Το παιχνίδι της ζωής όμορφη"
Την τραβά απο το χερι καθώς τρεχουν με ορμή, ξεφωνίζουν και άλλοτε τραγουδάνε δυνατά και γελάνε.
Την περιστρέφει γρήγορα γύρω του και όλα τα φώτα της πόλης θυμίζουν πυροτέχνημα.
Πέφτει στην αγκαλιά του. Νιώθουν ζαλισμένοι.
Μεθυσμένοι απο έρωτα
"Μου λείπει ο Άλεφ ..εκείνος ..αγαπούσε να με πηγαίνει για τρέξιμο με τον λύκο του"
"Μπορείς να με καβαλήσεις και να σε πάω κι εγώ βόλτα τρέχοντας , το έχω άνετα ξέρεις"
Της χαμογελά γοητευτικά. Η αλαζονεία του Άλφα άλλωστε πάντα την εξίταρε. Ποτέ δεν περηφανεύτηκε εκείνος για κάτι που δεν μπορούσε στην τελική να κάνει. Ξέρει πόσο αξίζει ο Άλφα της.
"Ξέρεις Αλεξάντερ.."
Ενώνει τα χέρια τους.
"Μπορείς και με τον λύκο σου να με πας βόλτα, αρκει να το θελήσεις"
Δεν δείχνει να ταράζεται. Κοιτάει στο βάθος το σκοτεινό δάσος του Σέντραλ Παρκ. Απο πίσω του τα φώτα της πόλης.
"Ο Σαμαήλ βρήκε τρόπο να αποκτήσουμε πάλι τους λύκους μας? Γι αυτο σε πλησίασε?"
"Ναι. Υποθέτω έχει πολλά να κερδίσει απο αυτό"
Ενώνουν τα μέτωπα τους. Συνταιριάζουν τις ανάσες τους.
Της αγγίζει τα χείλη ελαφρά καθώς την σφίγγει πάνω του. Την μυρίζει.
"Λοιπόν Λίζι..συνεχίζουμε το τρέξιμο?" τα λακκάκια του γοητευτικά διαγράφονται στο πρόσωπο του.
"Ναι Άλεξ .
Συνεχίζουμε"
Τέλος.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top