~Το Μέλλον~
Το μοναδικό παιδί του Βασιλιά Ρόντιαν ήταν η Ζιζέλλα, που είχε γεννηθεί το έτος 130 -λίγες ημέρες πριν στεφθεί η Βασίλισσα Αμαρυλλίς- σε ένα βοσκοτόπι, μέσα στο κρύο και τον παγωμένο αέρα του χειμώνα. Μια που η μητέρα της είχε πεθάνει από επιλόχειο πυρετό, όταν ο Ρόντιαν στέφθηκε το 135, πολλοί ήταν αυτοί που του ζητούσαν να ξαναπαντρευτεί, μα εκείνος αρνούνταν κατηγορηματικά. Όταν στέφθηκε ξανά το 143, η Ζιζέλλα ήταν δεκατριών ετών και από τότε ως τον ξαφνικό του θάνατο το 145 φρόντισε η κόρη του να λάβει όλη την απαραίτητη μόρφωση για να γίνει μια αξιοζήλευτη κι αξιολάτρευτη βασίλισσα· δίκαιη, συμπονετική και σκληρή όταν έπρεπε.
Στέφθηκε στα δεκαπέντε της χρόνια η Ζιζέλλα, με τον λαό να τη ζητωκραυγάζει και να την επαινεί, κι ήταν η ομορφότερη Βασίλισσα μα κι αυτή που βασίλεψε περισσότερο από κάθε άλλη γυναίκα στα Βασίλεια. Αμέσως μετά τη στέψη της, παντρεύτηκε τον Άρχοντα του Ποσπέριους της Δύσης, τον Λύσαντερ Πόσπερ, ένας γάμος αναγκαίος και χλιαρός, χωρίς πάθος ούτε ψυχρότητα. Όμως, πέρασαν πέντε χρόνια κι η Ζιζέλλα δεν είχε καταφέρει καν να μείνει έγκυος. Τότε, την άνοιξη του 150, ξέσπασε μια αιματηρή και θλιβερή επανάσταση στο Θερ κι έπρεπε να κατασταλεί άμεσα. Η Ζιζέλλα δεν μπορούσε να πάει- δεν είχε ιδέα από πόλεμο- κι έτσι έστειλε τον Βασιλιά Σύντροφο Λύσαντερ και τον Αρχηγό της Βασιλικής Φρουράς, τον Σερ Τάνλιν Ταντ, να ηγηθούν της εκστρατείας. Παρά τις φιλότιμες κι ηρωικές προσπάθειες στις μάχες που ακολούθησαν για τέσσερα χρόνια, οι επαναστάτες ήταν τόσο αποφασισμένοι και λυσσασμένοι, που τελικά έδιωξαν τους στρατούς των Δώδεκα Βασιλείων μακριά, μαζί και όλους όσους κατάγονταν από εκεί και έμεναν στο Θερ. Έτσι, χάθηκαν τα εδάφη που με πολλές θυσίες είχε κερδίσει η Βασίλισσα Αμαρυλλίς κι είχε διασώσει η Βασίλισσα Ευρυδίκη.
Η Ζιζέλλα κυβερνούσε εννέα χρόνια, ήταν εικοσιτεσσάρων ετών, άτεκνη κι είχε χάσει το Θερ. Δεν ήταν καθόλου καλή η πορεία της και η κατάσταση θα χειροτέρευε.
Έπεσε λοιμός στα Βασίλεια και τα ρήμαξε. Η θανατηφόρα αρρώστια θέρισε τον πληθυσμό κατά το ένα πέμπτο του, ξεκλήρησε οικογένειες, ερήμωσε χωριά και φυσικά δεν άφησε το παλάτι ανέγγιχτο. Η συμφορά χτύπησε τον Βασιλικό Σύντροφο Λύσαντερ Πόσπερ και τον σκότωσε ακαριαία, αφήνοντας τη Ζιζέλλα χήρα. Αμέσως, παντρεύτηκε τον αδελφό του, τον Θέοντιρ Πόσπερ, που πέθανε τέσσερις μήνες αργότερα κι αυτός χτυπημένος από τον λοιμό. Τουλάχιστον, αυτή τη φορά η Βασίλισσα έμεινε έγκυος, μα όταν ήρθε η ώρα να γεννήσει, γέννησε ένα νεκρογέννητο και βυθίστηκε στο πένθος. Ο λοιμός πέρασε μετά την τραγική γέννα και η Ζιζέλλα πάλευε όχι μόνο να βρει τρίτο σύζυγο -γιατί κυκλοφορούσε η φήμη ότι ήταν καταραμένη- μα και να επουλώσει τις πληγές του δεκαπεντάμηνου κακού.
Ο τρίτος της σύζυγος ήταν ο τέταρτος γιος του Βασιλιά Δημήτηρ της μακρινής Θάναγκαρτ, που έθεσε τις βάσεις για μια ισχυρή συμμαχία μεταξύ των δυο Επικρατειών. Ο Πρίγκιπας Θαρρόν ήταν τέσσερα χρόνια μικρότερος της, εξαιρετικά όμορφος και τρέλα ερωτευμένος μαζί της, σχεδόν από την πρώτη στιγμή που την αντίκρισε. Μαζί έζησαν στιγμές πάθους κι επιτέλους η Ζιζέλλα έμεινε ξανά έγκυος και πέθανε στη γέννα ενός εκ γενετής καμπουριασμένου κοριτσιού στο κατακαλόκαιρο του 158, μετά από δεκατρία χρόνια βασιλείας, τρεις γάμους, δυο ατυχείς γέννες και άπειρα προβλήματα. Ο λαός στην κηδεία της ψιθύριζε πως αν η θεία της η Αμαρυλλίς ή η Ευρυδίκη αξιώνονταν να κυβερνήσουν δεκατρία χρόνια όπως εκείνη, θα κατόρθωναν να αναδείξουν την Επικράτεια σε απόλυτη υπερδύναμη και Αυτοκρατορία.
Μαζί με τη Ζιζέλλα, έσβησε κι η Δυναστεία των Ρόβεναρ, που ήταν οι Κατακτητές και αυτοί που ένωσαν τα Δώδεκα Βασίλεια σε μια γιγαντιαία και ισχυρή Επικράτεια.
Βίοι Άτυχοι του Θύσκολ Ορτίν, Ιερέα στο Ιερό της Βασίλισσας Ευαδώρα.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Η Χρυσή Αίθουσα ήταν το μεγαλύτερο δωμάτιο στον Πύργο της Ίστγουντ, της πρωτεύουσας του Δάμπονις. Εκεί είχε προγραμματίσει ο Άρχοντας Φίλιξ Κένταρ να πραγματοποιηθεί η ένωση του μοναχογιού του με την Πριγκίπισσα Νυμέρια.
Από την ώρα που έμαθε ο Άρχοντας Φίλιξ ότι η Νυμέρια ενδιαφέρονταν για τον Ντάνιελ, είχε ξεκινήσει ήδη τις ετοιμασίες κι όταν οι νέοι ήρθαν στην Ίστγουντ για να ανακοινώσουν τους γάμους τους, ανακάλυψαν ότι η ημέρα εκείνη τους περίμενε σχεδόν. Χρειάστηκαν άλλες πέντε ημέρες, για να σταλθούν οι προσκλήσεις, να επιλαγεί το νυφικό της Νυμέρια και μερικές ακόμη λεπτομέρειες κι έπειτα έφτασε η ορισμένη ημέρα του γάμου.
Η Πριγκίπισσα που είχε μεγαλώσει στο Κόντορ παρατηρούσε τον εαυτό της στον καθρέφτη με το νυφικό που είχε διαλέξει. Ένα κατάλευκο φόρεμα, με ανάγλυφα τα εμβλήματα των Πορφυρογόνων και των Κένταρ -έναν χρυσό λέοντα σε γαλανό φόντο- που μέσα στην απλότητά του φάνταζε περίπλοκο και επιτηδευμένο, γιατί το φώτιζε περισσότερο η λάμψη που εξέπεμπε η κόρη από ευτυχία.
"Φαίνεσαι πανέμορφη, ξαδέρφη," είπε η Διώνη, η δεύτερη κόρη του Άρχοντα Εδουάρδου του Κόντορ.
"Ήδη λυπάμαι όποια προσπαθήσει να παραβγεί στην ομορφιά σου," πρόσθεσε η Ζένια, η μικρότερη.
"Ο Ντάνιελ εις βάθος σε περίμενε, για αυτό αρνούνταν κάθε άλλη νύφη που του παρουσιάζονταν. Ποιά άλλη φτάνει εσένα σε χάρη;" Συνέχισε η Βιβιάνα, η πρωτότοκη.
"Να είστε πάντοτε ευτυχείς. Αν και θα μας λείψεις πολύ, χαιρόμαστε απέραντα που θα ζήσεις με τον άνδρα που επέλεξες," συμπλήρωσε η Ιζόλδη, φανερά λυπημένη που έχανε την αγαπημένη της ξαδέλφη.
"Θα έρχομαι πολύ συχνά να σας βλέπω," δεσμεύτηκε η Νυμέρια συγκινημένη. "Ακόμα κι όταν γίνω Βασίλισσα δε θα σας ξεχάσω ποτέ. Μαζί σας μεγάλωσα, σας νιώθω σαν αδελφές μου, όχι απλώς σαν ξαδέλφες."
Αγκαλιάστηκαν αγαπημένα κι οι πέντε, ενώ θυμούνταν τις περασμένες αναμνήσεις των παιδικών τους χρόνων, μαζί με τους τέσσερις γιούς του Κόντορ, που τώρα περίμεναν στις μπροστινές θέσεις του Ιερού της Θεάς Αμάρα, όπου θα τελούνταν ο γάμος.
Συγκινημένος ήρθε ο Άρχοντας Εδουάρδος Δρυάς, για να συνοδεύσει την ανιψιά του σαν δεύτερος πατέρας. Η Νυμέρια δέχτηκε το μπράτσο του πλημμυρισμένη από ευτυχία, ενώ οι ξαδελφές της έπιασαν τις άκρες του αραχνοΰφαντου πέπλου της. Βγήκαν από το διαμέρισμα της Νυμέρια και προχώρησαν ως το Ιερό της Αμάρα, ντυμένοι ολόλευκα σαν μια γιορτινή πομπή.
Μόλις έφτασαν, η Νυμέρια θαμπώθηκε από το πλήθος του κόσμου και τη μεγαλοπρέπεια του χώρου. Το Ιερό ήταν τεράστιο και πλουσιοπάροχο, με χρυσά καντήλια και κηροπήγια, μαρμάρινες κολώνες, τοιχογραφίες με λεπτομέρειες από πολύτιμους λίθους, ψηφιδωτά με πέτρες που έλαμπαν, ακόμη κι οι ιερείς φορούσαν λαμπερές αλυσίδες με ζαφείρια και ρουμπίνια. Ο πλούτος ξεχείλιζε· εμφανώς ο Άρχοντας Φίλιξ αξιοποίησε τον γάμο ως ευκαιρία επίδειξης. Η Νυμέρια δεν πειράχτηκε ιδιαίτερα.
Προχώρησαν κατά μήκος του διαδρόμου στρωμένου με πορφυρό, μεταξένιο χαλί και στο τέλος του περίμεναν ο Ντάνιελ, ο Άρχοντας Φίλιξ και οι γιοί του Κόντορ, μαζί με τους ιερείς που θα τελούσαν τον γάμο.
Μόλις τα μάτια της Νυμέρια συνάντησαν τα μάτια του Ντάνιελ, δεν αποχωρίστηκαν ποτέ ξανά ως το τέλος της τελετής. Η Νυμέρια γνώριζε ότι τα μάτια ήταν τα παράθυρα της ψυχής και διαρκώς ήθελε να ξέρει τι συνέβαινε στην ψυχή του όσο οι δυο τους ένωναν τις ζωές τους για πάντα.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
"Το πρώτο μάθημα στην ξιφομαχία είναι η συγκέντρωση. Πρέπει κάθε φορά που κρατάμε ένα όπλο στο χέρι μας να το ελέγχουμε πλήρως και να μονοπωλεί τη σκέψη μας. Θεωρείς τον εαυτό σου συγκεντρωμένο; Σου αποσπάται εύκολα η προσοχή;"
"Όχι, Σερ Άλφεν," απάντησε με το κεφάλι ψηλά η Αντέλ. "Θεωρώ ότι επικεντρώνομαι αβίαστα στο αντικείμενό μου."
"Πόσων ετών είσαι;"
"Δεκαπέντε."
"Θα χρειαστεί να με πείσεις ότι διαθέτεις την απαραίτητη αυτοσυγκέντρωση."
"Μήπως είναι ανούσια όλα αυτά; Το θέμα είναι να πολεμώ με μαεστρία, όχι να συγκεντρώνομαι."
"Το θέμα είναι να καταφέρεις να ελέγχεις πλήρως το σώμα σου και βαθμηδόν το σπαθί σου. Μόλις κρατάς ένα όπλο στο χέρι σου, γίνεσαι εν δυνάμει φονιάς και μια απλή απροσεξία μπορεί να σκοτώσει ένα αθώο πλάσμα. Ξεκίνησα να εκπαιδεύομαι στα οχτώ και πρώτη φορά έπιασα αληθινό ξίφος στα δεκατέσσερα, όταν ήμουν σίγουρος ότι είχα πλήρη αυτοέλεγχο κι αυτοκυριαρχία. Σαν αυτό το φίδι που προχωράει προς το πόδι σου."
Η Αντέλ, που παρακολουθούσε μαγεμένη τα λόγια του, μόλις άκουσε για το φίδι, κατατρόμαξε και πετάχτηκε, τρέμοντας από φόβο. Εκείνη την ώρα, ο Σερ Άλφεν σήκωσε το βαρύ του χέρι και τη χτύπησε στο πρόσωπο. Αυτό την ξάφνιασε τόσο, που σωριάστηκε στο χώμα.
Δάγκωσε το χείλος της κι αίμα άρχισε να τρέχει. Κοίταξε γύρω και δεν έβλεπε κανένα φίδι.
"Δεν υπάρχει φίδι," συμπέρανε βαριανασαίνοντας.
"Είσαι γρήγορη," σχολίασε ο πρώην Αρχηγός της Βασιλικής Φρουράς. "Πράγματι, δεν υπάρχει, όμως εσύ έχασες τη συγκέντρωση και την ισορροπία σου και με ένα χτύπημα έπεσες ευκολότερα κι από άδειο σακί." Έτεινε το χέρι του προς το μέρος της. "Σήκω κι ας συνεχίσουμε."
Η Αντέλ σηκώθηκε χωρίς τη βοήθειά του, θυμωμένη με τον εαυτό της που αποσυντονίστηκε. Ωστόσο, δεν ήταν παρά το πρώτο μάθημα με τον Σερ Άλφεν Κέλπαρ κι ήλπιζε ότι θα βελτιώνονταν. Αυτός ο άνδρας είχε εκπαιδεύσει χιλιάδες και σίγουρα είχε πολύ χειρότερους μαθητές από εκείνη. Παρέμενε αισιόδοξη.
Λίγο παραπέρα, από το παράθυρο του γραφείου του, τους παρακολουθούσε ο Άρχοντας Βέρνον. Δεν ήταν μόνος στο δωμάτιο, είχε συντροφιά τις δυο μεγάλες του κόρες, την Ελοντί και τη Μέλισεντ, που είχε ζητήσει κοντά του για να συζητήσουν για την Αντέλ.
"Η ξαδέλφη σας σήμερα ξεκίνησε μαθήματα πολεμικών τεχνών με τον Σερ Άλφεν Κέλπαρ," τους είπε καθώς παρατηρούσε τις κινήσεις της.
"Δεν έχει σταματήσει να μιλά για αυτό τις τελευταίες μέρες," σχολίασε χαμογελαστά η Μέλισεντ. "Είναι ενθουσιασμένη."
"Ανέκαθεν έκλινε σε αυτόν τον τομέα," πρόσθεσε η Ελοντί. "Όμως, η γιαγιά της το απαγόρευε ρητά."
"Της το κρατώ μυστικό," παραδέχτηκε ο πατέρας τους.
"Λάθεψες, πατέρα. Είτε το γνωρίζει είτε όχι δεν έχει σημασία," είπε αγέρωχα η Μέλισεντ. "Εσύ είσαι ο Άρχοντας του Ποσπέριους, όχι η γιαγιά. Το δικό σου θέλημα υπερτερεί του δικού της κι αυτό αν δεν το έχει συνειδητοποιήσει να της το κάνεις κατανοητό εσύ! Πάψε να τη φοβάσαι! Δεν μπορεί να σου κάνει τίποτα!"
Ο Άρχοντας του Ποσπέριους στήλωσε το βλέμμα του στο πάτωμα ντροπιασμένος. Είχε δίκιο η κόρη του, όμως είχε αποδεχτεί αυτόν τον έμφυτο φόβο για τη μητέρα του που επίσημα αποκαλούσε σεβασμό, ως στοιχείο της φύσης του και του ήταν αδιανόητο να απαγκιστρωθεί από αυτόν.
"Δε σας κάλεσα σήμερα για τη γιαγιά σας μα για την Αντέλ," άλλαξε θέμα, ανήμπορος να συζητήσει περαιτέρω. "Χρειάζομαι τη γνώμη σας για κάτι σημαντικό."
"Αφού είναι σημαντικό κι αφορά την Αντέλ, γιατί κάλεσες εμάς κι όχι την ίδια;" Απόρησε η Ελοντί.
"Γιατί δεν ξέρω πώς να την προσεγγίσω και είναι μια απόφαση που πρέπει να λάβω ο ίδιος," αποκρίθηκε ευθύς ο Βέρνον. "Σήμερα μου στάλθηκε μια πρόταση γάμου για την Αντέλ, σπουδαιότερη από οποιαδήποτε άλλη έχω δεχθεί."
"Από ποιόν είναι;" Ρώτησε εναγωνίως η Μέλισεντ.
"Από τον Άρχοντα Θέξον Λάντοβερ του γειτονικού μας Πέντοκρατ, εκ μέρους του μοναχογιού του Έινταν."
Αυτή η απάντηση έσπειρε τον ενθουσιασμό στις καρδιές των κοριτσιών, διότι γνώριζαν λεπτομερώς όλα όσα είχαν συμβεί μεταξύ του Έινταν και της Αντέλ στη Ρέισαν. Τους τα είχε διηγηθεί η ίδια κάποιο βράδυ με πανσέληνο. Παρόλο που ήθελαν να ξεσπάσουν σε ξέφρενους πανηγυρισμούς, διατήρησαν μετά βίας την ψυχραιμία τους κι υποκρίθηκαν ότι δεν τους έκανε εντύπωση το όνομα του μνηστήρα.
"Πατέρα, εάν αυτός ο γάμος αποβεί κερδοφόρος για το Ποσπέριους, είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία. Θαρρώ επιβάλλεται να δεχθείς," ξεκίνησε η Ελοντί.
"Φυσικά. Κι είμαι βέβαιη ότι η Αντέλ θα κατανοήσει τη σημασία αυτής της ένωσης και δε θα προβεί σε αντιστάσεις κι άκομψες αρνήσεις," συμπλήρωσε η Μέλισεντ.
Τα λόγια τους φάνηκαν αρκετά για να πείσουν σχεδόν τον πατέρα τους. Ήταν γνωστό σε όλους ότι ο Άρχοντας Βέρνον λάτρευε τις κόρες του και τους είχε αδυναμία, χωρίς να λυπάται που δεν έκανε γιούς προτού χάσει τη μονάκριβη γυναίκα του.
"Ίσως έχετε δίκιο, κόρες μου," είπε τελικά, με τα πράσινα μάτια του να σκοτεινιάζουν από περισυλλογή. "Η Αντέλ είχε πάντοτε την αίσθηση του δικαίου και ήταν πρόθυμη να θυσιαστεί για το καλό των πολλών. Ας ελπίσουμε ότι αυτή η περίπτωση θα είναι μια από αυτές."
"Μακάρι να ήξερες, πατέρα," ψιθύρισε η Ελοντί στη Μέλισεντ και με το ζόρι κρατήθηκαν να μη γελάσουν. "Μονάχα να ήξερες πόση ευτυχία θα χαρίσεις στην ξαδέλφη μας."
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
"Άρχοντά μου, έχω λάβει την απόφασή μου. Έχω επιλέξει έναν από τους γιούς σου."
Η Φοίβη είχε ξυπνήσει λίγο μετά την ανατολή του ηλίου και είχε παρει το πρωινό γεύμα μόνη με τον Άρχοντα Ριχάρδο. Ο θετός αδελφός της μητέρας της είχε κανονίσει, ώστε να ακούσει αυτός και μόνο αυτός την απόφασή της πρώτος.
"Αδημονώ να την ακούσω," της είπε χωρίς να υπερβάλλει. Πράγματι, ανυπομονούσε.
"Επέλεξα τον Ριχάρδο."
Ο Άρχοντας του Γουίντεργουολ ξεροκατάπιε. Προσεύχονταν να μην επέλεγε τον Ριχάρδο, γιατί ήταν το αγαπημένο του παιδί, το πιο υπάκουο, το πιο σεβαστικό, το πιο έξυπνο. Δεν ήθελε να τον αποχωριστεί τόσο γρήγορα.
"Ως Ανώτατο Σύμβουλό μου," πρόσθεσε η Φοίβη κι αυτό τρόμαξε ακόμα περισσότερο τον Άρχοντα Ριχάρδο.
"Με συγχωρείς, παιδί μου, αλλά συμφωνήσαμε να επιλέξεις σύζυγο όχι σύμβουλο," της θύμισε ευγενικά.
"Δεν το ξέχασα ποτέ," παρέμεινε στο ύψος της η Φοίβη. "Για σύζυγό μου επέλεξα χωρίς δεύτερη σκέψη και χωρίς αμφιβολία τον Βενέδικτο. Θα τον παντρευτώ, αν ο Ριχάρδος γίνει το δεξί μου χέρι."
Αυτή η πρόταση ήταν διττή για τον θετό της θείο. Από τη μια, λάτρευε τον Ριχάρδο κι επιθυμούσε να τον κρατήσει για πάντα κοντά του. Όταν η Φοίβη γινόταν Βασίλισσα, αν γινόταν, θα έπρεπε να την ακολουθήσει στη Ρέισαν ή ακόμα πιο μακριά, στην πατρίδα της αγαπημένης του Έμπερ. Από την άλλη, βέβαια, του δινόταν η τέλεια ευκαιρία να αποκαταστήσει επιτέλους τον Βενέδικτο με μια κοπέλα σοβαρή, μετρημένη και ευφυή, που αν κι ήταν έφηβη διέθετε σοφία γεροντική και σκέψη ενηλίκου. Ήταν ελκυστική πρόταση, μια που δεν ήξερε αν θα ξανά είχε ποτέ αυτή τη χρυσή ευκαιρία. Έτσι, πλησίασε τη Φοίβη, άνοιξε τα χέρια του διάπλατα και βροντοφώναξε χαμογελαστά.
"Καλωσήρθες στο σπίτι σου, κόρη μου, που από σήμερα θα είναι επίσημα και δικό σου, μια που θα παντρευτείς τον δεύτερο μου γιο!"
Η Φοίβη έπεσε στην αγκαλιά του, ευτυχισμένη που είχε γίνει δεκτή η πρότασή της, τον ευχαρίστησε θερμά και σιωπηλά ευχήθηκε η επόμενη αγκαλιά που θα δεχόταν να ήταν από τον Βενέδικτο.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Ο Ντάνιελ κι η Νυμέρια, νεόνυμφοι πια, αποσύρθηκαν στην κρεβατοκάμαρά τους, αφού χαιρέτησαν πάντες τους προσκεκλημένους κι έλαβαν συγχαρητήρια ακόμα κι από τους υπηρέτες. Μόνο όταν κλείδωσαν την πόρτα πίσω τους συνειδητοποίησε η Νυμέρια ότι δεν είχε ιδέα τι να κάνει. Μέσα στη βιασύνη του γάμου, δεν είχε σκεφτεί να ρωτήσει κανέναν κι επειδή είχε ορκιστεί ειλικρίνεια και τιμιότητα με τον σύζυγό της, έπρεπε να την τηρήσει.
"Ντάνιελ," ξεκίνησε επιφυλακτικά κι εκείνος εξέλαβε ένα εντελώς διαφορετικό μήνυμα, την πήρε στην αγκαλιά του και τη φίλησε.
Ήταν ένα φιλί νωχελικό, δειλό, άβολο, που παραξένεψε τη Νυμέρια. Του χαμογέλασε ντροπαλά κι έτριβε τα χέρια της νευρικά.
"Ήθελα απλώς να σου πω ότι ποτέ μου δεν έχω κοιμηθεί με άνδρα."
"Για να είμαι ειλικρινής, δεν το περίμενα," εξομολογήθηκε ο Ντάνιελ. Προχώρησε στο κρεβάτι, κάθησε ανακούρκουδα και της υπέδειξε να καθήσει δίπλα του. "Είσαι ναύτης, έχεις ένα πλοίο να κυβερνάς, όλο και κάτι μπορεί να είχε συμβεί. Νομίζω είναι εμφανές ότι δεν είσαι καθόλου άσχημη, αντιθέτως είσαι πολύ όμορφη."
Αυτή η φιλοφρόνηση την έκανε να χαρεί. Κάθησε δίπλα του, μαζεύοντας τα χέρια στη φούστα της, με τον κορμό στητό.
"Όλο τον καιρό που ήσουν συνοδός μου στη Ρέισαν δε μου έδωσες την εντύπωση πως με θεωρούσες όμορφη."
Ο Ντάνιελ την κοίταξε στα μάτια, ώστε και τα τέσσερα σμαράγδια τους να συναντηθούν.
"Έχω συνηθίσει να κυνηγώ τις γυναίκες, όχι να με κυνηγούν," της εκμυστηρεύτηκε. "Πριν σε γνωρίσω είχα δεχθεί- όπως σίγουρα θα ξέρεις- αμέτρητα προξενιά κι ακόμα περισσότερες γυναίκες με πλησίαζαν σε χοροεσπερίδες, γιορτές κι οπουδήποτε έκανα δημόσιες εμφανίσεις. Δε σου κρύβω ότι πολλές φορές είχα εκμεταλλευτεί την προθυμία τους να νιώσουν ένα ανδρικό χάδι και μια κάποια ανδρική στοργή ή αγριότητα προς όφελός μου."
"Είχα πολλές επιλογές ανδρών," μίλησε με τη σειρά της η Νυμέρια και πήγε αργά να ανοίξει το παράθυρο, για να μπει ο δροσερός αέρας στο δωμάτιο που ξαφνικά έμοιαζε με καμίνι. "Μπορούσα να παντρευτώ όποιον ήθελα· άρχοντα, ναύτη, ζητιάνο, αγρότη. Κανείς δε θα με έκρινε. Χωρίς δεύτερη σκέψη σε διάλεξα, γιατί από τότε που σε γνώρισα, βεβαιώθηκα ότι επιθυμούσα να περάσω τη ζωή μου μαζί σου. Δε με πείραξε η φήμη σου ή ο χαρακτήρας που προωθείς· του ανέμελου, "σκανδαλιάρη" και "ζωηρού" νέου. Παραμένεις ένα μυστήριο που λαχταρώ να λύσω. Δεν είμαι κοριτσάκι· γνωρίζω τι θέλω από έναν σύντροφο κι αυτό είμαι σίγουρη ότι θα μου το προσφέρεις."
Είχε μείνει να κοιτάζει το φεγγάρι όσο μιλούσε κι όταν γύρισε προς το κρεβάτι, αντίκρισε τον Ντάνιελ μια ανάσα μακριά της. Είχε ξεφορτωθεί το πουκάμισό του, αφήνοντας το αψεγάδιαστο στήθος του γυμνό, να βάφεται ασημένιο από το φεγγαρόφως.
"Με έσωσες από την κατάπτωση," της είπε ειλικρινά, σχεδόν ψιθυριστά. "Αυτό δε θα το ξεχάσω ποτέ και θα στο χρωστάω για πάντα."
Προτού προλάβει να απαντήσει η Νυμέρια, τη φίλησε ξανά, μόνο που αυτή τη φορά ήταν θαρραλέος και αποφασιστικός, μια που γνώριζε ότι το ήθελε κι εκείνη πραγματικά. Ενέδωσαν κι οι δυο στο πρωτόγνωρο πάθος του φιλιού και πριν καν το καταλάβουν βρέθηκαν στο κρεβάτι τους, όπου σφράγισαν τον γάμο τους, με την πολυπόθητη ένωση. Κι όσο ο Ντάνιελ κοιμόταν δίπλα της, η Νυμέρια του χάιδευε τις χρυσές μπούκλες και εύχονταν να καρποφορούσε ο έρωτας τους το συντομότερο δυνατό.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Ο πιο μανιασμένος ταύρος, το πιο λυσσασμένο λιοντάρι, το πιο αιμοδιψές θαλάσσιο κήτος θα έτρεμε από φόβο κοιτώντας τη Ροζλύν τη στιγμή που έμπαινε στην Αίθουσα του Θρόνου των Ελεύθερων, συνοδευόμενη από την Ιθάκη. Εκεί, βρήκε τη μητέρα της να συζητά με δυο Σρατηγούς· την Υακίνθη και την Ηλέκτρα, οι οποίες αφότου αντίκρισαν τον πορφυρό θυμό στα μάτια της, υποκλίθηκαν στη Βασίλισσα κι εξαφανίστηκαν σε μηδενικό χρόνο. Η Ραέλ από την άλλη, μόλις αντίκρισε τη μαινόμενη κόρη της, χαμογέλασε πλατιά, φανερά ευχαριστημένη που την ξαναέβλεπε.
"Κόρη μου, επιτέλους επέστρεψες! Την καλωσόρισε απόλυτα ψύχραιμη. "Ήρθες πάνω στην ώρα για να σου ανακοινώσω κάτι υπέροχο!"
"Ξέρω ότι σχεδιάζεις να με ξεπουλήσεις στον Ροσφόρ," αποκάλυψε σχεδόν γρυλίζοντας η Ροζλύν. Η Ραέλ αμέσως κατάλαβε ότι είχε μιλήσει η Ιθάκη, που στεκόταν παγωμένη πίσω από το κορίτσι της.
"Μιλάς πολύ σκληρά," την επέπληξε αμέσως. "Δεν πρόκειται να σα ξεπουλήσω. Θα παντρευτείς τον μοναχογιό του, θα λάβεις υποστήριξη στη διεκδίκηση του θρόνου κι όταν πεθάνεις, η κόρη σου θα κυβερνά τις Ελεύθερες, ο μεγάλος γιος σου τα Δώδεκα Βασίλεια κι ο μικρός το Ροσφόρ."
"Μητέρα, σου έχω δηλώσει επανειλλημένως ότι ούτε να διεκδικήσω τον θρόνο θέλω ούτε να παντρευτώ!"
"Ροζλύν, μην αδικείς τον εαυτό σου!" Τη διέκοψε η Ραέλ, πριν συνεχίσει την άρνησή της. "Έχεις καθήκον απέναντι στον λαό μας να παντρευτείς και να προσφέρεις την διάδοχό σου και βεβαίως έχεις καθήκον απέναντι στον εαυτό σου να αναλάβεις τον Θρόνο των Δώδεκα Βασιλείων που σου ανήκει δικαιωματικά! Είναι δυνατόν να επιτρέπεις σε ένα νιάνιαρο να φορά το στέμμα σου, επειδή ο παππούς της ήταν Πρωθυπουργός του πατέρα σου;"
"Μου επιτρέπετε να προσθέσω τη γνώμη μου;" Ρώτησε διστακτικά η Ιθάκη και συνέχισε μόνο όταν έλαβε αποδοχή κι από τις δυο συγκρουόμενες γυναίκες. "Θεωρώ ότι εάν η Ροζλύν επιβάλλεται να παντρευτεί, ας διαλέξει τουλάχιστον η ίδια τον σύζυγό της κι ας μην πιέζεται για έναν συγκεκριμένο."
"Η κόρη μου είναι τόσο ξεροκέφαλη που αν της δωθεί ελευθερία επιλογής, δε θα την αξιοποιήσει ποτέ!" Αντιτάχθηκε αμέσως η Ραέλ. "Δε θα της αρέσει κάνενας υποψήφιος γαμπρός και θα πεισμώσει σαν το μουλάρι να μείνει για πάντα παρθένα!"
"Είμαι είκοσι ετών, άρα τέσσερα χρόνια ενήλικη!" Επενέβη δυναμικά η Ροζλύν, που συχαινόταν να της απευθύνονται στο τρίτο πρόσωπο. "Δε σε έχω ανάγκη, μητέρα, δεν μπορείς να ελέγχεις τη ζωή και τις επιλογές μου!"
Κι αφού είπε αυτά, γύρισε να φύγει, με την Ιθάκη να την ακολουθεί. Η Ραέλ έτριψε το μέτωπό της κουρασμένα κι ετοιμάστηκε για την τελευταία, πιο ριψοκίνδυνη και πιο αποφασιστική της κίνηση.
"Αν δε συναινέσεις στον γάμο σου με τον Ρόιμπεν Ροσφόρ, θα σε αποκληρώσω από τα δικαιώματά σου στον θρόνο μου και θα σε εξορίσω από τη Χώρα μου. Ας πας όπου θέλεις κι ας κάνεις ό,τι θέλεις, αφού δε με έχεις ανάγκη. Εδώ, όμως, δε θα είσαι πια ευπρόσδεκτη και θα θεωρείσαι εχθρικό πρόσωπο."
Αυτή η απειλή χτύπησε κατάστηθα τη Ροζλύν, που αν δεν είχε εξασκηθεί στην ψυχραιμία θα έκλαιγε με αναφιλητά και θα κατέρρεε. Η μητέρα της δεν ήταν άνθρωπος που άφηνε τις απειλές της στα λόγια. Ο εκβιασμός ήταν βαρύς· γάμος υπό πίεση ή για πάντα εξορία. Θα έπρεπε να θυσιάσει την αγνότητα, την παρθενιά της, τις αξίες της και τα όνειρά της, για να μη χάσει όλα όσα είχε. Δεν μπορούσε να αρνηθεί, έπρεπε να υποκύψει στον εκβιασμό, για να γλιτώσει τις ολέθριες συνέπειες. Εν τέλει, μόνο μια ήταν η επιλογή που της εμένε.
"Ας είναι," είπε και γύρισε ξανά προς το μέρος της μητέρας της, αγέρωχη κι αλύγιστη. "Θα τον παντρευτώ τον γιο του Ροσφόρ. Θα γίνει αυτό που θέλεις."
Δεν περίμενε την αντίδραση ή την απάντηση της μητέρας της. Έφυγε τρέχοντας από την Αίθουσα του Θρόνου και κλειδώθηκε στο δωμάτιό της, όπου έκλαψε πικρά, βρόντησε, άστραψε, ούρλιαξε, χτυπούσε αλύπητα τον τοίχο ώσπου μάτωσαν οι φάλαγγες της. Ξεσπούσε την πίεση που ένιωθε πολλά χρόνια τώρα, άφηνε την ένταση που της πλάκωνε την ψυχή να φύγει από μέσα της, μήπως κι έβρισκε για λίγο τη γαλήνη. Μήπως και κατάφερνε να ξεχάσει αυτό που θα συνέβαινε. Λυπούνταν, θλίβονταν για την κατάντια της, μα πλέον φάνταζε μονόδρομος.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Η Βίνας ήταν ευτυχισμένη. Κάθε ημέρα που περνούσε, ένιωθε την αγάπη της για τον Πέρσιβαλ να φουντώνει και να μεγαλώνει. Έβλεπε τον έρωτα στα μάτια του κι έχανε το μυαλό της, ένιωθε τη θέρμη του κάθε βράδυ και γέμιζε αγαλλίαση. Περνούσε σχεδόν όλη την ημέρα μαζί του κι όμως δεν τον χόρταινε. Οι δυο αγαπημένοι κάθονταν στους θρόνους τους μόνο όταν ήταν απόλυτα απαραίτητο κι άφηναν τους Άρχοντες Μπράιτον Καστέλ και Φερδινάνδο Λαυρεντίδη -τον πατέρα του Πέρσιβαλ- να κυβερνούν τα Βασίλεια με ελάχιστη επιτήρηση.
Αυτή η κατάσταση ευθυμίας, απέραντης ευτυχίας και θαλπωρής τελείωσε απότομα, όταν ο Αρχηγός των Ψιθύρων, του σημαντικότερου τάγματος, που ήταν ένοπλοι κατάσκοποι, ο Ράντμπιαν Πλαττ ζήτησε επειγόντως να δει την ίδια τη Βασίλισσα.
"Κάθησε και πες μου τι χρειάζεσαι χωρίς προστριβές," τον προέτρεψε η Βίνας, μόλις εισήλθε στο γραφείο της.
"Μεγαλειοτάτη, ανακάλυψα προδοτικές ενέργειες μέσα στο ίδιο σας το παλάτι και δεν μπορούσα να μη σας τις αναφέρω," είπε ο γιος του Γκάλφιν Πλαττ διστακτικά. "Ένας Άρχοντας του Συμβουλίου σας πουλά κρατικά μυστικά στα Βασίλεια του Θερ και της Θάναγκαρτ με αντάλλαγμα χρυσό."
Η Βίνας τον κοιτούσε έκπληκτη και τρομαγμένη. Ένιωσε όλο της τον κόσμο να γκρεμίζεται. Αυτό δεν έπρεπε να συμβεί.
"Ποιός είναι;" Ρώτησε σχεδόν ξεψυχισμένα.
"Είναι ο Διαχειριστής του Εμπορίου. Ο Άρχοντας Φάιλο Καρντ," αποκάλυψε ο Ράντμπιαν.
Η Βασίλισσα άφησε για μια στιγμή την οργή της να φανεί και χτύπησε τη μπουνιά της στο γραφείο έξαλλη. Η Βασιλεία της έπρεπε να ήταν υπέροχη, ιδανική, όλοι να την αγαπούν ως δίκαιη και σώφρων. Αυτό δεν έπρεπε να συμβεί.
"Κανένας δεν μπορεί να προδώσει εμένα!" Φώναξε κι αμέσως χαμήλωσε τη φωνή της, κατανοώντας ότι οποιοδήποτε μπορεί να τους άκουγε. Πήρα δυο ανάσες για να ηρεμήσει και συνέχισε. "Ράντμπιαν, σε παρακαλώ, πήγαινε πίσω στη θέση σου κι αν μάθεις κάτι άλλο, να μου το αναφέρεις αμέσως. Στείλε μου γρήγορα τα αποδεικτικά στοιχεία. Σε ευχαριστώ για την υπηρεσία σου."
Ο Ραντμπαν υποκλίθηκε κι έφυγε. Λιγο αργότερα, ακολούθησε η Βίνας, που έτρεξε στους στρατώνες, όπου βρήκε τη Νταϊάνα, τη μοναδική πλέον Αρχηγό της Βασιλικής Φρουράς.
"Νταϊάνα, πάρε όσους άνδρες θέλεις και συλλάβετε τον Φάιλο Καρντ," τη διέταξε ευθύς. "Είναι προδότης και πρέπει να τιμωρηθεί παραδειγματικά!"
"Αμέσως Μεγαλειοτάτη!"
Και πριν προλάβει να απομακρυνθεί η Νταϊάνα, την πλησίασε ξαναμμένος ο Πέρσιβαλ.
"Τι έγινε;" Τον ρώτησε φοβισμένη, μια που δεν ήξερε αν θα άντεχε δεύτερο χτύπημα την ίδια ημέρα.
"Έχω να σου ανακοινώσω κάτι υπέροχο, αγάπη μου," της είπε ευτυχισμένος. "Η μητέρα σου είναι εδώ και σε ζητά!
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Αυτό ήταν το κεφάλαιο!
Πως σας φάνηκε;
Για να μη μου επιτεθείτε, στο επόμενο κεφαλαιο θα αναλύσουμε τους λόγους για την επιλογή της Φοίβης.
Περιμένω τις θεωρίες σας για τη συνέχεια!
Το επόμενο κεφάλαιο δε θα αργήσει καθόλου! Να είστε όλοι καλά και να προσέχετε τους εαυτούς σας!!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top