Αόρατη δύναμη... 5
Τα αυτοκίνητα των κοριτσιών ήταν παρκαρισμένα μούρη με μούρη. Ένα ολοκαίνουριο Cherokee την Μαίρης και ένα παλαιότερο μοντέλο της Κάρας.
«Λοιπόν... η ώρα είναι επτά. Σε δέκα λεπτά θα είμαι σπίτι, θα κάνω μπάνιο και... θα την πέσω για καμιά ωρίτσα. Εσύ θα με πάρεις τηλέφωνο κατά τις ... δέκα και μισή, για να με ξυπνήσεις. Εντάξει;» απευθύνθηκε η Κάρα στη φίλη της που ακουμπούσε τον αγκώνα της πάνω στο καπό του αυτοκινήτου της.
«Αχα. Και εδώ γελάμε» αποκρίθηκε σαρκαστικά η Μαίρη. «Το δικό σου τον ύπνο τον ξέρουμε. Δε θα ξυπνάς πάλι. Πριν κοιμηθείς, να θυμάσαι το σκοπό της εξόδου μας, έτσι, ίσως και να ξυπνήσεις» η Μαίρη κουνούσε τον δείκτη της μπροστά από το πρόσωπο της Κάρας.
Η Κάρα έκλεισε βαριεστημένα τα μάτια της και τα άνοιξε κοιτάζοντας προς διαφορετική κατεύθυνση. «Καλά» έκανε με μια ξινισμένη φάτσα.
Βασιζόμενος στη μύτη του σαν άριστος ανιχνευτής ο Κυρίλ ακολούθησε το άρωμα και τα ίχνη ύπαρξης στην ατμόσφαιρα μωβ χρώματος, που ανήκαν στην Κάρα, από το αυτοκίνητό της, μέχρι το νοσοκομείο και από εκεί στο σπίτι της. Μια διαδρομή με ανάποδη πορεία δηλαδή, που τον οδήγησε στο σημείο έναρξης της διαδρομής της Κάρας από την τελευταία φορά που βρέθηκε εκεί. Πριν από δεκαεννιά ώρες στην ουσία.
Τα ίχνη που αφήνουν οι άνθρωποι μπορούν εύκολα να εντοπισθούν μέσα σε είκοσι τέσσερεις ώρες. Η Κάρα σαν βρικόλακας ήταν δυσκολότερο να εντοπιστεί, μα και πάλι για τον Κυρίλ έμοιαζε παιχνιδάκι, αφού ήταν ο καλύτερος σχεδόν σε όλο το βασίλειο των βρικολάκων, όντας γαλαζοαίματος και πρώτος στη σειρά για ανέγερση στο θρόνο του πατέρα του.
Την είδε να περνάει με το αμάξι της μπροστά από το στενό που είχε κρύψει το τεράστιο όχημά του, την ώρα που έλεγχε στο ίντερνετ τις τελευταίες προσλήψεις για τη θέση του ιατροδικαστή στο νοσοκομείου που εργαζόταν η Κάρα. Εντόπισε αμέσως το όνομά του, στη στιγμή φροντίζοντας να αλλάξει τα στοιχεία του άλλου με τα δικά του και την ημερομηνία άφιξής του στη θέση εργασίας, για αύριο. Ενώ θα έστελνε τον άλλον υποψήφιο στην άκρη της χώρας.
Ο Κυρίλ είχε άπλετο ελεύθερο χρόνο πάντα, ώστε να μπορεί να ασχοληθεί με οτιδήποτε τον ενδιέφερε. Είχε δώσει μεγάλη σημασία στην ιατρική αλλά και την πληροφορική. Το δεύτερο τον οδήγησε να μετατραπεί σε έναν από τους διαβόητους χάκερ του κόσμου. Έτσι λοιπόν ευκολάκι έπαιζε το διαδίκτυο στα δάχτυλά του.
Ήταν δύο τετράγωνα μακριά από το διαμέρισμά της, κατάφερνε ωστόσο να εστιάσει την ακοή του σε σημείο να την ακούει να περπατάει μέσα στο σπίτι της. Κάθε άτομο έχει έναν ξεχωριστό τρόπο να βηματίζει, να αναπνέει, να κουνάει τα χέρια του και να υπάρχει γενικά. Αυτά τα πράγματα ο Κυρίλ είχε απομνημονεύσει καλά, όσων αφορά την Κάρα. Τα βήματά της σταμάτησαν. Ο Κυρίλ θορυβήθηκε. Η αναπνοή της επιβράδυνε και οι κινήσεις της ελαχιστοποιήθηκαν.
«Ωραία... Κοιμάται» ο Κυρίλ άφησε τα πράγματά του στο αυτοκίνητο, παίρνοντας μαζί του μόνο τα κλειδιά.
Με ταχύτητα ασύλληπτη από το ανθρώπινο μάτι σκαρφάλωσε στον τρίτο όροφο, όπου και στάθηκε για λίγο στο μπαλκόνι της. Η μπαλκονόπορτα της κρεβατοκάμαράς της έχασκε ανοιχτή, με τον αέρα να παρασέρνει τα σκεπάσματά της.
Αυτό που ο Κυρίλ δε είχε ακόμη προετοιμαστεί να δει, ήταν, την Κάρα να κοιμάται γυμνή. Με την πλάτη της, μέρος του απαλού στήθους της και τα τέλεια σε σχήμα ανάποδης καρδιάς οπίσθια εκτεθειμένα μπρος στα μάτια του. Κατάπιε με δυσκολία, πριν τον σπρώξει μια αόρατη δύναμη κοντά της.
Η Κάρα κοιμόταν γαλήνια και βαθιά, πράγμα για το οποίο ο Κυρίλ ήταν σίγουρος, αφού επέτρεψε στα παγωμένα δάχτυλά του να αγγίξουν την απαλή, λευκή επιδερμίδα των κνημών της, σέρνοντάς τα προς τα πάνω στους μηρούς και τους γλουτούς της, έπειτα πάνω στην πλάτη και το λαιμό της.
https://youtu.be/Dl3wP_d1cYM
Μονάχα σε δύο σημεία του σώματός του υπήρχε κυκλοφορία του αίματος, λόγο της φύσης του. Αυτό της καρδιάς του και εκείνο που είναι ανάμεσα στα πόδια του. Μόνο αυτά διατηρούσαν τη ζεστασιά ενός θερμού, ανθρώπινου σώματος. Και στα δύο αυτή τη στιγμή ένιωθε την κυκλοφορία του αίματος να έχει αυξηθεί κατακόρυφα. Πήρε μια διακεκομμένη ανάσα αν και δε τη χρειαζόταν, δοκιμάζοντας να ακουμπήσει ολόκληρη την παλάμη του πάνω στο δέρμα της Κάρας. Την άκουσε να στενάζει αισθησιακά κάτω από την επαφή τους, σαν μαγεμένη πριγκίπισσα κάτω από το φιλί του πρίγκιπα. Το χέρι του κατέβηκε πάλι πλησιάζοντας περισσότερο το σημείο ανάμεσα στα πόδια της. Αντανακλαστικά μέσα στον ύπνο της η Κάρα άνοιξε τα πόδια της, τεντώνοντας τις άκρες των δαχτύλων. Τα δύο θερμά κομμάτια του Κυρίλ πάλλονταν τρελαμένα. Με την αναπνοή του να κόβεται. Κατέβασε κι' άλλο τα δάχτυλά του κλείνοντας τα μάτια του και εστιάζοντας στην αύρα της που έδειχνε ακόμη ξεκάθαρα, πως κοιμόταν.
Δεν το πιστεύω αυτό που ζω... σκέφτηκε εκείνος απολαμβάνοντας την υγρή ζεστασιά που τον υποδεχόταν και μαζευόταν γύρω από τα δάχτυλά του.
Απομακρύνθηκε αφού ένιωσε το σώμα της να ηρεμεί, χωρίς τον παραμικρό ήχο από τον ίδιο. Δεν τολμούσε καν να αναπνεύσει.
Πλάι στο μπουντουάρ της που βρισκόταν απέναντι από το κρεβάτι της, στη γωνιά, βρισκόταν μια πολυθρόνα. Μέσα στην οποία και βυθίστηκε με τα μακριά πόδια του να απλώνονται μπροστά του. Αδυνατούσε να πάρει τα μάτια του από το κέντρο του θαυμασμού του σαν υπνωτισμένος.
Όταν το κινητό της ξεκίνησε να δονείται για πρώτη φορά με την κλήση της Μαίρης, τον έπιασε πανικός. Έσπευσε να πατήσει το κουμπί στο πλάι ώστε να μην ακούγεται. Δεν ήθελε να την αποχωριστεί ακόμη, και είχαν περάσει ήδη τρεις ώρες που κοιμόταν.
«Γαμώτο» ψέλλισε νευριασμένα μιας και το κινητό εξακολουθούσε να βαρά ακατάπαυστα. Έτσι, αναγκάστηκε να συμμεριστεί με την ιδέα της φυγής. Το παράτησε πάνω στο κομοδίνο και έτρεξε στο μπαλκόνι, όπου το βαθύ σκοτάδι θα τον προστάτευε από τα μάτια της.
Στα τυφλά η Κάρα άπλωσε το χέρι της για να σηκώσει το τηλέφωνο.
«Μμμμ» έκανε σέρνοντας το δάχτυλο στην οθόνη.
«Τι μμμμ, τι μμμμ;» φώναζε η Μαίρη στο ακουστικό συγχυσμένη. «Κοντεύει έντεκα Μουλάρα! Σήκω!» συνέχισε να ωρύεται.
«Ναι;» γουργούρισε η Κάρα ναζιάρικα, γυρίζοντας τον κορμό της ανάσκελα. Με τον Κυρίλ να τσιτώνεται στη θέση του πάλι, και από τα ρουθούνια του έμοιαζε να βγαίνει καυτός αέρας. «Είδα ένα όνειρο φιλενάδα» ψέλλισε νυσταγμένα η Κάρα, σταυρώνοντας τα τεντωμένα πόδια της.
«Άσε τα όνειρα! Ετοιμάσου και έλα! Θα σε περιμένω εκεί» είπε πιο ήρεμα τώρα η Μαίρη.
«Αχά» απάντησε η Κάρα ονειροπόλα με τα μάτια της να ανοίγουν απότομα. «Γεια» έσυρε τη λέξη και πάτησε το κουμπί του τερματισμού της κλήσης.
Χουζούρεψε για λίγο στο κρεβάτι της με ένα γαλήνιο χαμόγελο να μην εγκαταλείπει τα χείλη της. Πράγμα που γέμισε τον Κυρίλ με περηφάνια.
Τα μάτια της έμειναν καρφωμένα στο σημείο που στεκόταν αν και εκείνος ήξερε καλά πως δεν τον έβλεπε μέσα στο πυκνό σκοτάδι, άλλωστε το βλέμμα της αυτό μαρτυρούσε.
Με το πέρας των είκοσι λεπτών η Κάρα είχε πιεί τον καφέ της παρέα με την αγαπημένη της εξάρτηση, το τσιγάρο. Είχε κάνει άλλο ένα ντους για να φρεσκαριστεί. Φόρεσε ένα καρό κόκκινο με μαύρο φόρεμα με κοντό μανίκι και τετραγωνισμένο ντεκολτέ, που ήταν στενό γύρω από το μπούστο της και άνοιγε από τη μέση και κάτω, μέχρι περίπου το γόνατο. Έσπρωξε τα γυμνά πόδια της μέσα στις αγαπημένες μπότες της. Το μακιγιάζ της περιοριζόταν σε έντονο smoky eyes και ένα νεκρικό χρώμα στα χείλη, χωρίς ρουζ και περιττά χρώματα. Το δερμάτινο μπουφάν της θα κρατούσε το σώμα της σε μια κανονική θερμοκρασία και το πουγκί στο ίδιο υλικό τα απαραίτητα για την έξοδό της.
Τα μαύρα μαλλιά της έπεφταν φυσικά, κυματιστά πάνω στους ώμους της και έφταναν μέχρι τους γλουτούς της. Το μόνο που έκανε με αυτά, ήταν να δώσει περισσότερο όγκο στις ρίζες. Κοίταζε τώρα την αντανάκλαση στον καθρέφτη και χαμογελούσε πάλι. Όχι γιατί μηχανικά, είχε μεταμορφωθεί σε μια άγρια αμαζόνα και σε κάποιο κρύο μπαρ την περίμενε ένας τυχαίος για να την ευχαριστήσει, αλλά γιατί η ευχαρίστηση την επισπεύτηκε στον ύπνο της.
Ο Κυρίλ τη θαύμαζε τόση ώρα να περιφέρεται ξέγνοιαστη μέσα στο σπίτι της και ήταν ευχαριστημένος με τον εαυτό του που κατάφερε να την απαλλάξει για λίγο από τα προβλήματά της. Έστω κι αν δε γνώριζε για την ύπαρξή του, έστω και από μακριά. «Σύντομα... σύντομα» μουρμούρισε στον εαυτό του σαν υπόσχεση και πήδηξε από το μπαλκόνι, τη στιγμή που η Κάρα έκλεινε την πόρτα πίσω της.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top