Κεφάλαιο 22ο - Σε αγαπώ

Κωνσταντίνος p.o.v

Φτάσαμε έξω από το σπίτι της Ελένης και πάρκαρα το αυτοκίνητο ακριβώς μπροστά από την είσοδο. Βγήκαμε βιαστικά με την Μαρία από το όχημα και τρέξαμε στην πόρτα. Χτυπούσαμε δέκα λεπτά συνεχόμενα το κουδούνι όμως δεν πήραμε καμία απάντηση.

"Ούτε στο κινητό της απαντάει" αναφώνησε η Μαρία και τράβηξα τα μαλλιά μου. Δεν ήξερα καν που να την ψάξω.

"Ποιό είναι το ασφαλές της μέρος;" ρώτησα βιαστικά την Μαρία κι εκείνη με κοίταξε μπερδεμένη.

"Το ποιο;" ρώτησε κι εκείνη με την σειρά της, μα δεν είχαμε χρόνο για χάσιμο.

"Το μέρος που πηγαίνει όταν θέλει να μείνει μόνη της να σκεφτεί. Το αγαπημένο της μέρος μακριά από όλους κι από όλα" προσπάθησα να της εξηγήσω και η Μαρία ανασήκωσε τους ώμους της.

"Δεν έχει κάποιο. Μιλάμε για την Ελένη, ποτέ δε θα εξαφανιζόταν έτσι. Όταν χρειαζόταν κάτι ερχόταν σε 'μένα" απάντησε και μπήκα μέσα στο αυτοκίνητο.

"Ας χωριστούμε! Εσύ πήγαινε σπίτι κι εγώ θα πάω στο παρκάκι δίπλα στο φροντιστήριο. Όποιος την βρει πρώτος ειδοποιεί τον άλλον. Και σε καμία περίπτωση μην ανησυχήσεις τους γονείς της...τουλάχιστον όχι ακόμη" την διέταξα κι εκείνη έγνεψε θετικά.

Έβαλα μπροστά τη μηχανή και ξεκίνησα για το φροντιστήριο. Έπρεπε να την βρω, να της εξηγήσω. Δεν ήξερα τι άκουσε και τι είδε όμως έπρεπε να της πω εγώ τι συνέβη. Ήλπιζα να θέλει να με ακούσει.

Έφτασα στο πάρκο, όμως ήταν άφαντη. Πήγα και στο φροντιστήριο όμως ήταν ακόμη κλειστό.

"Γαμώτο Ελένη πού βρίσκεσαι;" έβρισα και έβγαλα το κινητό μου για να τηλεφωνήσω στην Μαρία.

"Δεν είναι εδώ" η φωνή της Μαρίας ακούστηκε στην άλλη άκρη του ακουστικού.

"Γαμώτο!" φώναξα.

"Είπα στην μαμά τι συνέβη και πήρε την κυρία Κατερίνα να την ψαρέψει, όμως δεν είχε μιλήσει με την Ελένη" συνέχισε εκείνη, κι εγώ ξαναμπήκα στο αυτοκίνητο.

"Θα κάνω άλλη μία βόλτα μήπως την πετύχω πουθενά, και μετά θα γυρίσω σπίτι" είπα κι έκλεισα το τηλέφωνο.

Άρχισα να κάνω γύρους γύρω από το τετράγωνό της και τότε παρέκαμψα τη στροφή για το σπίτι της και κατευθύνθηκα προς το αγαπημένο μου μέρος.

Που είσαι ρε μικρή μου;

Ελένης p.o.v.

Ο ουρανός άρχισε να γίνεται όλο και πιο σκοτεινός και σίγουρα σε λίγο θα ξέσπαγε μπόρα. Ένα ελαφρό αεράκι έκανε τα λιτά μου μαλλιά να χορεύουν γύρω από το σώμα μου, κι εγώ είχα αγκαλιάσει τον εαυτό μου για να μην κρυώνω.

Ένα αυτοκίνητο ακούστηκε πίσω μου και αυθόρμητα γύρισα να δω ποιος ήταν.

"Μικρή μου εδώ είσαι!" φώναξε και βγήκε γρήγορα από το αμάξι.

Δεν περίμενα να ερχόταν εδώ να με ψάξει. Στη θέα του χτυπημένου του προσώπου σχεδόν υπέκυψα. Ήθελα να τον ρωτήσω πως είναι, όμως όχι! Έπρεπε να είμαι δυνατή μετά από αυτό που έκανε. Κατέβηκα από το τοιχάκι και σηκώθηκα όρθια για να φύγω. Πήρα την τσάντα μου και προσπάθησα να τον προσπεράσω χωρίς να τον κοιτάξω και να τον ακουμπήσω.

"Ούτε καν να με κοιτάξεις; Τι σου έκανα ρε Λενάκι;" με ρώτησε και κάτι μέσα μου έσπασε. Μόλις τον είχα προσπεράσει, όμως γύρισα για να τον κοιτάξω.

Φαινόταν κι εκείνος χάλια, όμως δεν είχε λόγο να είναι χάλια. Εγώ έπρεπε να ήμουν, όχι αυτός!

"Με ρωτάς τι μου έκανες; Αλήθεια Κωνσταντίνε;" σχεδόν φώναξα και άρχισα να τον πλησιάζω.

"Ναι, αλήθεια" ήταν το μοναδικό που απάντησε και με έκανε να θέλω να τον χτυπήσω.

"Γέλασες πολύ με τους φίλους σου όταν τους έλεγες πως το κάναμε;" δάκρυά άρχισαν να κυλάνε ανεξέλεγκτα στα μάγουλά μου κι εκείνος άπλωσε το χέρι του για να μου τα σκουπίσει.

"Πιστεύεις πως θα γελούσα ποτέ με εσένα; Ή πώς θα έλεγα ποτέ σε κανέναν πως ήταν η πρώτη μας φορά;" με ρώτησε απαλά κι εγώ τα έχασα. Δεν ήξερα τι να του απαντήσω.

"Και τότε γιατί έβαλες στοίχημα για 'μένα;" ξανά ρώτησα αφού δεν ήξερα τι άλλο να του πω.

"Μικρή μου, με γνωρίζεις 17 χρόνια. Πιστεύεις πως θα έβαζα ποτέ στοίχημα για να σε ρίξω; Και άντε να ήθελα να σε πειράξω και το έκανα, πιστεύεις πως θα έκανα έρωτα μαζί σου για κάποιο στοίχημα; Τόσο λίγο με ξέρεις;" τα λόγια του με έπιασαν απροετοίμαστη.

Ο Κωνσταντίνος μου, ποτέ δεν θα με πλήγωνε. Όχι επειδή με αγαπούσε, αλλά επειδή έχουμε μεγαλώσει μαζί και πάντα μας προστάτευε. Αυτή ήταν η δουλειά του μεγάλου αδερφού, κι αφού εγώ δεν είχα έναν ήταν εκείνος που το έκανε αυτό. Ποτέ δεν θα μου περνούσε από το μυαλό πως θα έκανε κάτι τέτοιο, όχι σε εμένα τουλάχιστον. Μπορεί να άλλαζε τις κοπέλες σαν τα πουκάμισα όμως δεν μπορούσε να μου φερθεί κι εμένα έτσι. Θα τον σκότωναν οι γονείς μας! Τα λόγια του Μανώλη όμως...

"Και αυτό που ανέφερε ο Μανώλης για κάποιο στοιχημα;" τον ρώτησα κι εκείνος με έσφιξε στην αγκαλιά του όμως εγώ δεν αντέδρασα.

"Του είπα πως είσαι κοπέλα μου και νόμιζε πως του έκανα πλάκα. Δεν με πίστεψε και νόμιζε πως είχα βάλει κάποιο στοίχημα για να σε ρίξω" απάντησε ειλικρινά και βγήκα από την αγκαλιά του για να τον κοιτάξω στα μάτια.

"Δηλαδή εσύ δεν έβαλες στοίχημα για να με ρίξεις;" ξανά ρώτησα απλώς για επιβεβαίωση.

"Ελένη, σε γνωρίζω όλη μου τη ζωή. Σε έχω βρίσει, σε έχω φροντίσει, σε έχω προστατεύσει, μου έχεις σπάσει τα νεύρα και σε έχω κάνει έξω φρενών, όμως ποτέ δεν θα έφτανα σε αυτό το σημείο. Πάντα ήθελα το καλό σου, ακόμη κι αν σε εκνεύριζα πολλές φορές. Δε θα στο έκανα ποτέ αυτό και με στεναχώρησε πολύ η φυγή σου. Έπρεπε να μου μιλήσεις, να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα. Σε αγαπάω Ελένη, και δεν παίζω μαζί σου. Τα σκέφτηκα πολύ τα πράγματα προτού σου εξομολογηθώ τον έρωτά μου χθες" η απάντησή του με είχε αφήσει άφωνη.

Είχε δίκιο σε όλα, και μια σχέση χτίζεται και βασίζεται πάνω στην εμπιστοσύνη, πράγμα που εγώ δεν του έδειξα. Έτρεξα στο πρώτο εμπόδιο και τον παράτησα χωρίς να τον αφήσω να μου εξηγήσει.

"Συγγνώμη" ψέλισσα και κοίταξα το έδαφος κάτω. Το χέρι του έπιασε το πιγούνι μου και το σήκωσε απαλά ώστε να τον κοιτάξω στα μάτια.

"Σε αγαπώ μικρή μου" ένιωσα πεταλούδες να γαργαλάν το στομάχι μου και χαμογέλασα στο άκουσμα των λέξεών του.

"Κι εγώ σ' αγαπάω Κωνσταντίνε μου" αναφώνησα και άφησα ένα απαλό φιλί στα χείλη του.

"Πόσο μου άρεσε αυτό!" ένα στραβό χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του.

"Το φιλί;" τον ρώτησα περίεργη.

"Όχι! Το "μου" μετά το όνομά μου" απάντησε και με τράβηξε πάνω του δίνοντας μου ένα παθιασμένο φιλί.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top