🔥18🔥

Η νύχτα ήταν απαίσια. Το κρύο τσουχτερό, οι σταγονες σαν πάγος.

Πεινάω, κρυώνω, διψάω και νυστάζω. Τα ρούχα μου είναι βρεγμένα και έχω πιαστεί. Δεν νιώθω τα πόδια μου και τα χέρια μου ενώ η πλάτη μου έχει σχηματίσει καμπούρα. Όσο προσπαθώ να βγάλω τις αλυσίδες τόσο εκείνες σφίγγουν πάνω μου. Πονάω αφάνταστα ενώ η κοιλιά μου γουργουρίζει δυνατά.

Όποιος με έφερε εδώ έχει σκοπό να με κάνει να υποφέρω και το κατάφερε. Προσπαθώ να διακρίνω το παραμικρό. Προσπαθώ να ακούσω βήματα, ομιλίες, οτιδήποτε πιο χρήσιμο από τις σταγόνες. Νιώθω σαν φυλακισμένη που είναι στην φυλακή άδικα. Νιώθω τις σταγόνες να  πέφτουν ξανά πάνω στα μαύρα σπορτεξ μου.

Ξαφνικά η πόρτα ανοίγει και ένα αμυδρό φως κατακλύζει το δωμάτιο. Για εμένα είναι ιδιαίτερα φωτεινό και έντονο. Με αναγκάζει να γυρίσω το κεφάλι μου αλλού. Βαριά βήματα κατευθύνονται προς το μέρος μου μα σταματάνε λίγα μέτρα μακριά μου. Η πόρτα κλείνει ενώ την ίδια στιγμή ένα κίτρινο φως από την λάμπα κάνει την εμφάνισή του.

Φοβάμαι να γυρίσω αλλά πρέπει να το κάνω. Παίρνοντας μια βαθιά ανάσα γυρίζω το κεφάλι μου προς τον αντρα.

Φυσικά και είναι ο Σωτήρης. Φοράει πιο αθλητικά ρούχα και στηρίζεται πάνω σε ένα μεταλλικό τραπέζι.

Επάνω σε αυτό υπάρχει μια φωτογραφική μηχανή και μια δερμάτινη γκρι βαλίτσα. Με μεγάλη προσπάθεια κοιτάζω τον Σωτήρη στα μάτια και εκπλήσσομαι δυσάρεστα όταν βλέπω πως διασκεδάζει με το θέαμα που του προσφέρω.

《 Σωτήρη. 》 Η φωνή μου βγαίνει απρόσμενα λεπτή και φανερωνει τον πόνο μου.

《 Αχ Σοφία. Δεν ήσουν εσύ ο κύριος στόχος μου. Δεν ήξερα καν ότι υπάρχεις. Όμως ποιος λεει όχι σε λίγη παραπάνω διασκέδαση; 》 Τα λόγια του μου προκαλούν τρέμουλο.

《 Τ-Τι λες; 》 Του φωνάζω ενώ τον βλέπω  να ψαχουλευει μέσα στην βαλίτσα. Τελικά επιλέγει ένα κοφτερό μαχαίρι. Με πλησιάζει και μου βγάζει τις αλυσίδες. 

《 Σήκω επάνω. 》 Φωνάζει αυταρχικά. Με όση δύναμη έχω σηκώνομαι στα πόδια μου, όμως πονάω αφάνταστα. Κάθομαι κάτω και αμέσως με τραβάει βίαια επάνω.

《 Πονάω. 》 Καυτά δάκρυα κυλούν στο πρόσωπο μου και ξαφνικά νιώθω τόσο αδύναμη.

《 Δεν με ενδιαφέρει. 》 Φωνάζει στο αυτί μου και ένας οξύς πόνος μεταφέρεται σε όλο μου το σώμα.

《 Για την ακρίβεια ποτέ δεν με ενδιέφερες εσύ και η αδελφή σου. 》 Χαμογελάει πλάγια και ακουμπάει στο μαχαίρι στο μάγουλο μου.

《 Ήθελα απλά να σε κάνω να πονέσεις. 》 Δεν είναι αυτός που ξέρω, όλα είναι ένας εφιάλτης.

《 Σοφία. 》 Πιέζει το μαχαίρι. Ένας τρομερός πόνος εξαπλώνεται στο σώμα μου.

Κόκκινες σταγόνες αίματος γεμίζουν τα ρούχα μου ενώ τα μάτια μου είναι καρφωμένα στα δικά του. Πετάει το μαχαίρι κάτω και τοποθετεί το χέρι του γύρω από το λαιμό μου. Ξαφνικά κολλάει τα χείλη του στα δικά μου.

Το φιλί του είναι άγριο, απαιτητικό. Τα χέρια του εξερευνούν όλο μου το σώμα που πρόθυμα ανταποκρίνεται στα χάδια του. Είμαι δική του, αυτό δεν αλλάζει. Όσο περισσότερο θέλω να αποφύγω την έξαψη που μου προκαλεί τόσο περισσότερο κολλάει το σώμα μου στο δικό του.

Είμαι τόσο άρρωστη όσο και αυτός. Νιώθω τρελή για εκείνον. Ποθώ τα φιλιά του, τα χάδια του, εκείνον. Μου κάνει κακό, το ξέρω. Μα ο έρωτας μου για αυτόν φουντώνει κάθε λεπτό.

Ο Σωτήρης με μικρές κινήσεις απομακρύνεται και μου δίνει νερό. Έπειτα μου κάνει νόημα να καθίσω  ήσυχα. Κάθομαι κάτω ενώ εκείνος παίρνει στα χέρια του ένα όπλο. Κάθεται σε μια καρέκλα απέναντι μου και με κοιτάζει καχύποπτα.

《 Δεν έπρεπε να είσαι γενικά εδώ. Όμως είσαι ανυπάκουη. Το αφεντικό μου δεν ήθελε εσένα μέχρι που σκάλιξες  το παρελθόν. Βλέπεις.. η περιέργεια σκότωσε την γάτα. 》 Τον κοιτάζω θυμωμένα και πίνω βιαστικά το νερο μου.

《 Όπα! Δηλαδή θα έπρεπε αν σε αφήσω να σκοτνεις ανθρωπους; Και ποιο είναι το αφεντικό σου; 》 Γελάει και παίζει με το οπλο του. Ελπίζω να είναι άδειο αυτό το πράγμα.

《 Ήθελα κάποιον άλλο. Αλλά εσύ χάθηκες στα πόδια μου. 》

《 Και εσύ στα δικά μου αλλά δεν με ενόχλησε. 》 Γελάει και σηκώνεται.

《 Εκτιμώ που μου εμπιστευτικές ένα σημαντικό για εσένα βήμα αλλά ειλικρινά δεν μπορείς να με αγαπάς. Βλέπεις τι σου κάνω και δεν νιώθω άσχημα γι'αυτό. 》 Τον κοιτάζω σαστισμένη και κατεβάζω το κεφάλι απογοητευμένη.

《 Δηλαδή προσποιηθηκες τα παντα; Αυτό μου λες; 》 Αφήνει το όπλο και κάθεται δίπλα μου.

《Οχι. Όχι τα πάντα. Ήταν ωραία που περάσαμε χρόνο μαζί, που.. που κάποιος με αγάπησε πραγματικά ή μάλλον αγάπησε μια εικονα μου. Δεν θα περάσεις καλά εδώ. Όμως σου υπόσχομαι πως θα κάνω τα πάντα για να απαλυνω τον πόνο σου. Βλέπεις.. δουλειά μου είναι να σκοτώνω κόσμο. Για εσένα έχω άλλες εντολές. 》 Με κοιτάζει παράξενα μας δεν μιλάει.

Απλώς γερνω πάνω του αδύναμη. Είμαι στο έλεος του. Τουλάχιστον μέχρι να βρω μια λύση, μέχρι να γλυτώσω από αυτή την κόλαση.

《 Βλέπεις μικρή, είμαστε ακριβώς τι αντίθετο. Εγώ σκοτώνω, εσύ σωζεις. 》 Γελάω ειρωνικά και τον κοιτάω.

《 Εγώ προστατεύω αυτούς που αγαπώ και εσύ κάνεις τα πάντα για να τους σκοτώσεις. Όπως την Αναστασία. 》 Με κοιτάζει μπερδεμένος. Σίγουρα δεν θυμάται ούτε το πρόσωπο της.

*Τέλος κεφαλαίου ❤

Ελπίζω να σας άρεσε ❤

Αφήστε μου σχόλια για να ξέρω την γνώμη σας 😄.

See you soon 🔜 *

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top