XIV Ιφιγένεια

Οι άνεμοι είχαν πάψει να φυσούν στην Αυλίδα. Λες και οι άνεμοι είχαν παγιδευτεί από τον Αίολο και δε φυσούσαν πια. Αν και η άπνοια ευνοεί ορισμένους, στρατιώτες και στρατηγούς που ετοιμάζονται για εκστρατεία δε βοήθησε ποτέ.

Ο άνεμος δε φυσούσε. Κι αφού δεν υπήρχε άνεμος πώς θα ξεκινούσαν τα καράβια για την Τροία;

Αυτή ήταν η ερώτηση που τριβέλιζε το μυαλό του βασιλιά Αγαμέμνονα για πολλές μέρες και νύχτες. Είχε χάσει τον ύπνο του. Είχε πάψει να ξεκουράζεται και δε σταματούσε να σκέφτεται.

Είχαν στείλει δώρα στους ναούς όλων των θεών. Και τίποτα δεν είχε συμβεί.

Είχαν προσευχηθεί όλοι μαζί στον Αίολο και στον Δία. Και τίποτα δεν είχε συμβεί.

Η τελευταία τους ελπίδα ήταν το μαντείο. Ο Αγαμέμνονας φρόντισε να σταλούν οι πιο αξιόπιστοι Αχαιοί στους Δελφούς για να ακούσουν τη συμβουλή της Πυθείας και να του τη μεταφέρουν. Ο σεβάσμιος βασιλιάς Νέστορας και ο ταχύς πρίγκιπας Αίαντας της Λοκρίδας. Η απάντηση που έφεραν δεν έβγαζε κανένα νόημα.

Η τελευταία του ελπίδα ήταν ο μάντης Κάλχας. Είχε κανονίσει να μαζευτούν όλοι οι Αχαιοί στο λιμάνι για να ακούσουν όλοι την προφητεία του γέροντα ιερέα του Απόλλωνα.

Αλλά και αυτή η προφητεία κάθε άλλο παρά ανακούφιση έφερε στον Αρχιστράτηγο των Αχαιών.

Η θεά Άρτεμις είναι εξοργισμένη μαζί σου, βασιλιά Αγαμέμνονα. Ποτέ δεν έχεις θυσιάσει σε εκείνη κι όμως ζητάς τη βοήθειά της, όταν χρειαστεί. Ας μην αναφέρω το πόσο οργισμένη αισθάνεται που έχεις σκοτώσει δυο φορές ιερά της ζώα και μάλιστα καυχιέσαι ότι το έκανες καλύτερα κι από εκείνη! Κάποτε της είχες υποσχεθεί το ομορφότερο πλάσμα των Μυκηνών. Κι αυτό είναι η πριγκίπισσα Ιφιγένεια. Αυτή, λοιπόν, την κόρη θα προσφέρεις ως θυσία στη θεά κι έτσι μόνο θα την εξευμενίσεις!

Ο Αγαμέμνονας είχε μείνει άλαλος. Ήθελε να τα βάλει με τον Κάλχα, μα γνώριζε ότι δεν θα κέρδιζε. Με τίποτα, όμως, δεν ήταν διατεθειμένος να θυσιάσει την αγαπημένη του κόρη, έστω κι αν δεν ήταν.

"Αποκλείεται να το δεχτεί αυτό η Κλυταιμνήστρα!" Είχε αναφωνήσει, η πρώτη πρόφαση που βρήκε.

"Κανένας δεν το θέλει," υποστήριξε ο Μενέλαος. "Αλλά πώς θα μαλακώσουμε τη θεά για να αφήσει τους ανέμους να φυσήξουν;"

Ο Αγαμέμνονας γνώριζε πολύ καλά ότι ο αδερφός του είχε δίκιο. Αλλά δεν θα θυσίαζε το κορίτσι του για κανέναν λόγο.

"Δεν ξέρω πώς θα εξευμενίσουμε την Άρτεμη. Αλλά, η μητέρα της Ιφιγένειας δεν πρόκειται να δεχτεί."

"Αγαμέμνων, λογικέψου!" Του φώναξε ο Μενέλαος. "Μια θεά απαιτεί μια προσφορά από εμάς κι εμείς θα ασχοληθούμε με την Κλυταιμνήστρα;"

Ας μη φυσήξει ποτέ, αν είναι να θυσιάσω την Ιφιγένεια.

Ο Αγαμέμνονας είχε αναστενάξει βαθιά· το κεφάλι του είχε σκύψει ταπεινωμένο.

"Ως Αρχιστράτηγος, οφείλω να υποταχθώ στο κοινό συμφέρον. Εάν, λοιπόν, η Κλυταιμνήστρα συμφωνήσει, εγώ δε θα φέρω καμία απολύτως αντίρρηση."

"Μη μας περιπαίζεις!" Ακούστηκε η επικριτική φωνή του Αίαντα του Τελαμώνιου, του γίγαντα από τη Σαλαμίνα. "Πες το ξεκάθαρα! Δε θες να υπακούσεις το θέλημα των θεών!"

Η ένταση είχε συνεχιστεί και στο συμβούλιο των Αρχηγών το ίδιο κιόλας απόγευμα.

"Προτείνω να εκλέξουμε άλλον Αρχιστράτηγο!" Είχε φωνάξει θαρρετά ο Αχιλλέας.

Ο μικρός άμυαλος από τη Φθία, που νομίζει ότι επειδή είναι γιος θεάς -όπως λένε- μπορεί να μας εξουσιάσει όλους.

"Ας γίνει ο Παλαμήδης Αρχιστράτηγος!" Επικρότησε τον Αχιλλέα ο βασιλιάς Μενεσθέας της Αθήνας. "Ο γιος του Ναύπλιου δείχνει πολύ πιο υπεύθυνος από τον Αγαμέμνονα!"

Ο επόμενος ήχος που ακούστηκε ήταν το αναποδογύρισμα του καθίσματος του Οδυσσέα. Ο βασιλιάς της Ιθάκης είχε σηκωθεί τόσο αρνητικά από τη θέση του, που κατάφερε να την αναποδογυρίσει.

"Εάν κάνετε Αρχηγό αυτόν, εμένα μπορείτε να με θεωρείτε ήδη απών! Αποχωρώ αμέσως τώρα!"

Κι ενώ ο Οδυσσέας ήταν έτοιμος να βγει από τη σκηνή, ο Μενέλαος του άρπαξε το μπράτσο και τον τράβηξε πάλι μέσα.

"Οδυσσέα, δε θα φύγει κανείς!" Τον διέταξε ο βασιλιάς της Σπάρτης και ο αποστάτης επέστρεψε στη θέση του. "Ο Αρχιστράτηγος δεν πρόκειται να αλλάξει! Η θυσία, όμως, θα γίνει!"

Ο Αγαμέμνονας δεν ήταν διόλου διατεθειμένος να συμφωνήσει. Το βλέμμα του δεν πρόδιδε καμία σκέψη του.

Η συνέλευση διαλύθηκε χωρίς να βρεθεί καμία λύση.

Ο Οδυσσέας, από την άλλη, έμοιαζε να είχε αισθανθεί την αρνητικότητά του και έσπευσε να τους βγάλει από τη δύσκολη θέση με ένα περίτεχνο τέχνασμα. Το ίδιο βράδυ, το είχε ανακοινώσει σε εκείνον και τον Μενέλαο.

"Άκου τι θα κάνεις, Αγαμέμνονα. Θα γράψεις ένα γράμμα στη βασίλισσα Κλυταιμνήστρα, όπου θα της ανακοινώνεις τους γάμους της Ιφιγένειας με τον Αχιλλέα και να τονίζεις η Ιφιγένεια να έρθει εδώ το γρηγορότερο και μόνη της. Δε νομίζω ότι θα σου αρνηθεί."

Ο Αγαμέμνονας γέλασε ειρωνικά και άβολα. Το σχέδιο του Οδυσσέα ήταν αναμφίβολα ευφυές.

"Έχεις δίκιο, Οδυσσέα," σχολίασε με πικρία. "Μόνο με ένα καλοδουλεμένο ψέμα θα δεχόταν η Κλυταιμνήστρα. Απάντησέ μου όμως, τούτο· ο Αχιλλέας γιατί να συμμετέχει σε όλο αυτό;"

"Δε χρειάζεται να το μάθει ο Αχιλλέας," τον αποστόμωσε ο Μενέλαος.

Έπειτα, ο τελευταίος πήρε ένα κομμάτι πάπυρο, έγραψε το γράμμα και το έδωσε στον Αγαμέμνονα να το υπογράψει. Εκείνος, με πολύ βαριά καρδιά υπάκουσε και ο αγγελιοφόρος έφυγε για τις Μυκήνες χωρίς χρονοτριβές.

Και να τος τώρα ο πιο ισχυρός βασιλιάς της Ελλάδας, με κατάμαυρα σημάδια κάτω από τα μάτια του και σώμα σκυμμένο και αποθαρρυμένο, να περιμένει τον αγγελιοφόρο του. Τον δικό του αγγελιοφόρο, που μετέφερε την ακύρωση της πρότασης του γάμου της Ιφιγένειας. Γνώριζε το πόσο πολύ θα του κόστιζε ο χαμός της αγαπημένης του και αποφάσισε να τη σώσει. Το γράμμα της σωτηρίας το είχε εμπιστευτεί στον πιο πιστό του υπηρέτη κι ήταν σίγουρος ότι θα έφτανε στις Μυκήνες με ασφάλεια.

Όταν, όμως, αντίκρισε το Μενέλαο στην είσοδο της σκηνής του με το πιο εξοργισμένο πρόσωπο που είχε δει ποτέ του, κατάλαβε ότι τα νέα δεν ήταν καθόλου καλά.

"Έχεις τρελαθεί τελείως, αδερφέ; Πας να ακυρώσεις τη θυσία; Και πώς θα φύγουμε για την Τροία;"

Ο Αγαμέμνονας δεν είχε αρκετό κουράγιο για να του εναντιωθεί.
"Πώς το έμαθες;"

"Είδα τον υπηρέτη σου να φεύγει με άλογο και τον έπιασα πριν απομακρυνθεί. Έκαψα το καταραμένο γράμμα αμέσως αφότου το διάβασα."

"Αφού, λοιπόν, τα ξερεις όλα, γιατί βρυχάσαι σαν πεινασμένο λιοντάρι;"

"Καταλαβαίνεις τι πηγές να κάνεις; Θέλεις να ματαιώσεις την εκστρατεία; Πόλεμο αποφασίσαμε, Αγαμέμνων, και ο Πόλεμος απαιτεί θυσίες! Όχι μόνο μια, αλλά χιλιάδες ζωές θα χαθούν για εμάς! Και τώρα θα κάνεις πίσω, εσύ, ο Αρχιστράτηγος! Δεν είσαι αδερφός μου! Δε σε αναγνωρίζω για τον Μεγάλο Βασιλιά. Διέλυσε τον στρατό και τον στόλο, αφού έτσι θες, αλλά θα γίνεις ο περίγελος των Αρχηγών που δε θα ανεχτούν τον εξευτελισμό."

Ο Αγαμέμνονας δεν ξαναμίλησε. Μονάχα ένευσε και έκανε νόημα στον αδερφό του να φύγει με ένα θανατηφόρο βλέμμα στα μάτια. Ύστερα, αφού έμεινε μόνος του, ξάπλωσε στο κρεβάτι του κι έκλαψε πίκρα, θρηνώντας ήδη το κορίτσι του.

Μέσα σε ελάχιστες μέρες, η Ιφιγένεια κατέφτασε στην Αυλίδα. Αλλά δεν ήταν μόνη της. Μαζί της είχε έρθει και η βασίλισσα Κλυταιμνήστρα.

"Μα μόνη της την είχα ζητήσει," μουρμούρισε ο Αγαμέμνονας, όταν τις είδε να πλησιάζουν τη σκηνή του. "Τα πράγματα δυσκολεύουν με την παρουσία της Κλυταιμνήστρας."

Και μόνο η όψη της Ιφιγένειας, τόσο καμαρωτή, πανέμορφη και αθώα, έκανε τον Αγαμέμνονα να τρέμει για αυτό που θα έκανε.

Η Κλυταιμνήστρα το παρατήρησε αυτό το τρέμουλο. Και η Ιφιγένεια. Όπως μπορούσε, κάλυψε τον τρόμο του με κούφιες δικαιολογίες.

Σύντομα, όμως, η αλήθεια αποκαλύφθηκε. Έτυχε και οι δυο γυναίκες συνάντησαν τον Αχιλλέα. Κι όταν εκείνες του συστήθηκαν, αυτός δεν είχε ιδέα ότι θα παντρευόταν την Ιφιγένεια. Η Κλυταιμνήστρα ωρύονταν για την απάτη που την έστησαν κι έτρεξε και βρήκε τον πιστό τους υπηρέτη, τον ίδιο που θα τους πήγαινε το γράμμα της ακύρωσης. Κι εκείνος της τα είπε όλα. Η βασίλισσα δεν πίστευε στα αυτιά της. Ο άντρας της θα σκότωνε το κοριτσάκι τους.

Τον βρήκαν στη σκηνή του με την Ιφιγένεια και η μάνα τον παρακαλούσε να λυπηθεί το παιδί. Μα εκείνος δεν μπορούσε να υποταχθεί, παρόλο που το ήθελε.

Ο δε Αχιλλέας, που προολίγου ορκιζόταν προστασία στην Ιφιγένεια, έφτασε αργότερα και τους ανακοίνωσε ότι ολόκληρος ο στρατός απαιτεί να γίνει γρήγορα η θυσία και πως μόνο αυτός υποστηρίζει το αντίθετο. Ακόμα και τότε ορκιζόταν πως θα τις προστάτευε.

Η Ιφιγένεια, όμως, με τα λόγια της που έμοιαζαν σαν με έχουν βγει από στόμα γέροντα σοφού, σώπασε τους πάντες μέσα στη μισοσκότεινη σκηνή.

"Η θυσία αυτή πρέπει να γίνει. Τη ζητά μια θεά. Τη θέλει όλος ο στρατός. Τα πλοία πρέπει να φύγουν για την Τροία, έχουν ήδη καθυστερήσει. Το πρώτο που έχει σημασία είναι να τιμωρηθούν οι άρπαγες. Η ασεβής πράξη του Πάρη προσβάλλει όχι μόνο τον Μενέλαο, μα και όλους τους Αχαιούς και δε γίνεται να μείνει ατιμώρητη. Δε μπορούμε να σκύψουμε το κεφάλι στη βαρβαρότητα. Αξιολύπητοι είναι εκείνοι που κάνουν εύκολα πίσω. Μόνη μου, λοιπόν, θα πάω στον βωμό της Αρτέμιδας. Μόνη μου θα προσφέρω τον λαιμό μου και με το αίμα μου θα εξευμενίσω τη θεά. Εκείνη τότε θα σηκώσει τους ανέμους ξανά, που θα οδηγήσουν τους Αχαιούς στην Τροία και θα τους βοηθήσουν να την πορθήσουν και να γυρίσουν στην πατρίδα θριαμβευτές!"

Ο Αχιλλέας την κοιτούσε, θαμπωμένος από το σθένος και το θάρρος που έκρυβε μέσα της. Η Κλυταιμνήστρα θρηνούσε ήδη την ψυχή της. Και ο Αγαμέμνονας με βαριά καρδιά κάλεσε τους φρουρούς του να τους συνοδεύσουν στον τόπο της θυσίας.

Η βασίλισσα αρνήθηκε να πάει. Έμεινε στη σκηνή του άντρα της και έκλαιγε. Θα αυτοκτονούσε ακόμα, αν δεν σκεφτόταν τα παιδιά που την περίμεναν στις Μυκήνες, την Ηλέκτρα και τον Ορέστη.

Μετά από κάμποση ώρα, ο πιστός υπηρέτης μπήκε τρισευτυχισμένος μέσα στη σκηνή, φέρνοντας νέα χαρμόσυνα.

"Κυρά μου, την πριγκίπισσα την πήρε η θεά! Μα άκουσε πώς έγινε· είχε δώσει εκείνη τον λαιμό της τόσο πρόθυμα που όλοι τη θαυμάζαμε! Όταν ήρθε η ώρα της θυσίας, χαμηλώσαμε τα μάτια μας για να μη δούμε το αποτρόπαιο θέαμα. Επικρατούσε απόλυτη ησυχία. Και ξαφνικά ακούσαμε κάποιον να φωνάζει "Θαύμα!" Σηκώσαμε τα μάτια μας, μα η Ιφιγένεια άφαντη! Στη θέση της μονάχα ένα ελάφι, που σπαρταρούσε με τον λαιμό του κομμένο από τον ιερέα. Ανέβηκε τότε στον βωμό ο μάντης Κάλχας και μας είπε ότι την κόρη την πήρε η Άρτεμις και την πήγε στην Ταυρίδα για να γίνει ιέρεια της! Δε θέλησε να πεθάνει αυτό το θείο πλάσμα εξαιτίας της! Ο άνεμος φύσηξε, βασίλισσα μου! Ο θυμός της Αρτέμιδας έσβησε!"

Η Κλυταιμνήστρα δεν μαλάκωσε ακούγοντας τον.

"Όμορφα τα λόγια σου, μα τέτοιο θαύμα αδυνατώ να το πιστέψω."

Λίγο αργότερα, έφτασε κι ο Αγαμέμνονας και της διηγήθηκε τα ίδια.

"Γλυκαίνει ο πόνος μας, γυναίκα. Το κορίτσι μας είναι μαζί με τη θεά και αθάνατη θα μείνει. Επέστρεψε στις Μυκήνες περήφανη. Εγώ φεύγω αμέσως με τους στρατιώτες. Η Τροία θα παρθεί. Το κάστρο της θα πέσει. Κι όλοι μαζί, στον γυρισμό, θα γιορτάσουμε την μεγάλη νίκη!"

Αυτό ήταν το κεφάλαιο της Ιφιγένειας! Στο επόμενο ξεκινάει επιτέλους η εκστρατεία!

Περιμένω τα σχόλια σας!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top