III-Θέτις Και Πηλέας 1ο Μέρος

Ελλάδα...

Χρόνια πριν τη γέννηση του Πύρινου Δαυλού...

Όλυμπος

Ο Δίας, πατέρας των Θεών και των Ανθρώπων, στεκόταν στον ολόχρυσο θρόνο του και, κοιτώντας τα χρυσά σύννεφα γύρω από το παλάτι του, ήταν ολότελα βυθισμένος στις σκέψεις του.
Πάλι εκείνη σκεφτόταν... Η εικόνα της περιτριγύριζε τον νου του και δεν του επέτρεπε να σκεφτεί τίποτα άλλο.

Ήταν πρώτη φορά που ένιωθε έτσι για γυναίκα. Κι ήταν να μην ένιωθες; Είχε κάθε δικαιολογία. Όσοι έβλεπαν τη Θέτιδα, την κόρη του Νηρέα και μία από τις πενήντα Νηρηίδες, σάστιζαν στη θωριά της. Ψηλή, λυγερόκορμη, με ματιά που έλαμπαν, δυο άσβεστες φωτιές, και μαλλιά που σε έκαναν να χάνεσαι σε αυτά την είχαν κάνει απόλυτα ποθητή σε αυτόν. Όμως δεν ήξερε αν έπρεπε να προχωρήσει. Φοβόταν την αντίδραση της Ήρας. Παράλληλα, όμως, ήταν η πρώτη φορά που ένιωθε ότι αν η Θέτιδα το ήθελε, θα την παντρευόταν και θα την έκανε βασίλισσα των θεών. Ήξερε όμως βαθιά μέσα του ότι η Νηρηίδα της θάλασσας δεν θα δεχόταν ποτέ κάτι τέτοιο διότι με την Ήρα τις έδενε μια γερή φιλιά. Έτσι, έμεινε εκεί ,στον θρόνο του, ατενίζοντας το χρυσό του ορίζοντα, ενώ ο Ήλιος είχε ξεκινήσει τη Δύση του και η Σελήνη ετοιμαζόταν για το δικό της ταξίδι στο ασημένιο της άρμα.

Τις σκέψεις του Πατέρα των Θεών ήρθε να διακόψει ο Απόλλωνας, ο αγαπητός του γιος.

"Πατέρα. Απολογούμαι για την ξαφνική μου εμφάνιση αλλά υπάρχει κάτι που πρέπει να μάθεις."

Ο Δίας ανησύχησε. Ο Απόλλωνας έδειχνε φανερά ταραγμένος, πράγμα σπάνιο.

"Τι συμβαίνει Απόλλων; Τι έγινε και διατάραξε την ηρεμία του πιο ήρεμο θεού;" ρώτησε προσδοκώντας γρήγορα μια απάντηση.

"Ο Προμηθέας, πατέρα."

"Δραπέτευσε;"

Τώρα ήταν η σειρά του Δία να ταραχθεί. Ο Προμηθέας ήταν αλυσοδεμένος στον Καύκασο για αιώνες. Τι συνέβη ξαφνικά;

"Όχι, πατέρα. Ο Προμηθέας δεν δραπέτευσε. Μας μήνυσε όμως μια νέα προφητεία που νομίζω θα σε ενδιαφέρει πολύ."

Τα λόγια του Θεού της Μουσικής ηρέμησαν τον Κρονίδη κάπως.

"Λοιπόν, τι μας είπε αυτή τη φορά;"

"Αφορά τη Θέτιδα."

Στο άκουσμα του ονόματος της ο Πατέρας των Θεών και των Ανθρώπων ένιωσε ένα ρίγος να τον διαπερνά.

"Τι λέει λοιπόν;"
Δεν άντεχε άλλη αναμονή.

"Μόλις η κόρη του Νηρέα παντρευτεί, θα γεννήσει έναν γιο, ο οποίος θα είναι δυο φορές πιο δυνατός από τον πατέρα του."

Ο Δίας ξεροκατάπιε. Δεν μπορούσε να φανταστεί να γεννιέται πλάσμα που να απειλεί την ακαιραιότητα του στον θρόνο.

"Όμορφα. Σε παρακαλώ, στείλε την Ίριδα στη Θέτιδα να της πει το νέο. Ας της πει ότι είναι δικό μου το θέλημα. Ανακοινώστε τις ότι της απαγόρευω να παντρευτεί Θεό. Αν θελήσει να παντρευτεί, θα πάρει θνητό."
Η απογοήτευση χρωμάτιζε τη φωνή του με ένα χρώμα μουντό και χειμωνιάτικο.

"Θα γίνει όπως ζήτησες πατέρα," είπε απλά ο Απόλλωνας κι έφυγε να βρει την Ίριδα, την δεύτερη αγγελιαφόρο των θεών, τη φτερωτή κοπέλα που στόλιζε τους ουρανούς με το Ουράνιο Τόξο της.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

"Ώστε έτσι ε, Ίρις; Μου απαγορεύεται να παντρευτώ αθάνατο πάρα μόνο θνητό;"

Η Θέτιδα δέχτηκε τα νέα από την Ίριδα με μαύρη καρδιά. Ένιωθε προσβεβλημένη με τέτοια απαγόρευση. Ένιωθε ότι την αδικούσαν με τέτοιου είδους διάκριση εις βάρος της.

"Ναι, Θέτις. Λυπάμαι πολύ για σένα αλλά δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς. Αυτό είναι το θέλημα του Δία κι όλοι υπακούμε σε αυτό."

Αυτά είπε και πέταξε η θεά ανοίγοντας διάπλατα τα κατάλευκα φτερά της.
Η Θέτιδα έμεινε μόνη της με τις θλιβερές της σκέψεις. Ανέβηκε σε έναν βράχο κι έμεινε εκεί να ατενίζει το γαλάζιο ορίζοντα. Εκεί έκλαψε σιγανά για την κακιά της Μοίρα. Ήξερε καλά τι σήμαινε θνητός σύζυγος. Δεν θα μπορούσαν να είναι για πάντα μαζί αφού εκείνος θα γερνούσε και θα πέθαινε. Το ίδιο και τα παιδιά που θα έκανε μαζί του.
Σε εκείνο τον βράχο τη βρήκε η θεά Ήρα που έχοντας μάθει τα νέα έτρεξε να την παρηγορήσει και να την κάνει να νιώσει καλύτερα. Πήγε κοντά της και την αγκάλιασε. Ένιωσε τα καυτά δάκρυα να νοτίζουν τον λευκό της χιτώνα μα δεν πτοήθηκε.

"Γνωρίζω πως μια θεά δεν θα ήταν πρέπον να παντρευόταν έναν θνητό αλλά έναν αθάνατο, μα τις αποφάσεις του Δία, καλές ή κακές, δεν μπορούμε να τις αλλάξουμε. Υπάρχει όμως, Θέτις, κι ένας θνητός που είναι ισάξιος των Θεών στο παράστημα, στη δύναμη και στη γνώση κι αξίζει να τον πάρεις άντρα σου."

Η Θέτιδα δεν μίλησε. Μονάχα κοιτούσε την Ήρα ευθεία στα μάτια. Δεν ήξερε τι να πει. Ήξερε πως θα ζούσε αιώνια και θα έμενα για πάντα νέα, σε αντίθεση με τον οποιονδήποτε θνητό σύζυγο που θα έπαιρνε. Πώς λοιπόν να της άρεσε έναν τέτοιος γάμος, που όσο πιο καλός και άξιος θα ήταν ο άντρας της, τόσο πιο μεγάλος θα ήταν ο πόνος της στο τέλος... Αλλά γιατί μια τέτοια μεταχείριση σε αυτήν, που αν ήθελε, θα μπορούσε να παντρευτεί τον ίδιο τον Δία και να ναι πρώτη σε όλες τις θεές...

"Πολλά τα βάρη που μου πλακώνουν την καρδιά σαν σε βλέπω σκεφτική και θλιμμένη," συνέχισε η Ήρα. "Έχω όμως να σου προτείνω για άντρα σου έναν μεγάλο ήρωα και άξιο βασιλιά, σεβαστό και αγαπητό σε θεούς και ανθρώπους. Δεν είναι άλλος από τον Πηλέα, γιο του Αιακού και εγγονό του Δία. Βασιλεύει στη Φθία, ένα από τα πιο πλούσια βασιλεία και είναι μόλις είκοσι ετών. Επίσης, μάθε και τούτο. Είναι γραμμένο από τις Μοίρες να γεννήσεις μαζί του έναν γιο που θα γίνει ο πιο μεγάλος πολέμαρχος της Ελλάδας!"

Η Θέτιδα δεν άντεξε άλλο και ξέσπασε. Κάθε λέξη της ήταν και μια κοφτερή αιχμή αλήθειας και ρεαλισμού.

"Κι εγώ, Ήρα; Εγώ ,η δύστυχη, δεν θα κλάψω μόνο στο θάνατο του άνδρα μου αλλά και στον θάνατο του παιδιού μου... Μα υπάρχει πιο σκληρή μοίρα για μια γυναίκα;"

Η Ήρα δεν έχασε την ψυχραιμία της. Ένα βλέμμα κατανόησης και λύπης πλημμύρισε τα καταπράσινά της μάτια.

"Σε καταλαβαίνω, καλή μου, μα στο ξαναλέω, αυτό είναι το θέλημα του Δία."

Τότε ήταν που η Θέτιδα δεν άντεξε άλλο.

"Ε τότε λοιπόν άκουσε και τη δική μου απόφαση. Θα πάρω τον Πηλέα άντρα μου μόνο εάν με νικήσει στην πάλη!"

Και χωρίς να πει τίποτα άλλο έπεσε από τον βράχο και βούτηξε στα καταγάλανα νερά της θάλασσας.

Ένας κεραυνός έσκισε τον ουρανό. Ερχόταν καταιγίδα.

Η Θεά γύρισε και πέταξε πίσω στον Όλυμπο, απογοητευμένη και ηττημένη.

Ήξερε καλά ότι στην πάλη η θεά Θέτιδα δεν μπορούσε να νικηθεί από κανέναν.

Στο συμβούλιο των θεών που ακολούθησε ανακοίνωσε σε όλους τον όρο της θαλασσινής κόρης.
Όλοι ξαφνιάστηκαν. Ήταν παραπάνω από σίγουρο πως σε έναν τέτοιο αγώνα η Θέτιδα θα νικούσε τον Πηλέα κι αυτός ο γάμος δεν θα γινόταν ποτέ, παρά τη θέληση του Δία. Η Αφροδίτη, ωστόσο, η θεά του έρωτα, είχε διαφορετική άποψη.

"Υπάρχει πάντα και μια δύναμη που υπερισχύει σε κάθε αγώνα και, γιατί όχι, και σε αυτόν. Η δύναμη της αγάπης."

Ο Δίας αυτό το κατανόησε. Έτσι, το συμβούλιο συμφώνησε τελικά με την απόφαση της Θέτιδας. Ύστερα, ανέθεσαν στον Κένταυρο Χείρωνα να μιλήσει στον Πηλέα κι αυτός, αντίθετα από τη θαλασσινή θεά, κυριολεκτικά κατενθουσιάστηκε.

"Θα τη νικήσω, ακόμα κι αν είναι ανώτερη από την ίδια την Αρτέμη. Θα παλέψω όσο σκληρά κι αν χρειαστεί αφού γνωρίζω πως μόνο έτσι θα γίνει γυναίκα μου."

"Δεν είναι τόσο απλό. Η Θέτιδα διαθέτει ένα ιδιαίτερο χάρισμα. Όπως κι ο πατέρας της ,ο Νηρέας, έτσι κι αυτή μπορεί την ώρα που παλεύει, να μεταμορφωθεί ξαφνικά σε ζώο, νερό, θύελλα ή και καταιγίδα. Δεν θα είναι διόλου εύκολο να νικηθεί."

Ο Χείρωνας, ο σεβαστός Κένταυρος, ήθελε να τον προστατεύσει.
Ο Πηλέας όμως, όλα αυτά τα αψήφησε και αποφάσισε να παλέψει για την καρδιά της αξιολάτρευτης αντιπάλου του.

"Ας είναι. Το μόνο που μένει είναι να σου πω πού θα τη βρεις. Στο ακρωτήρι της Σουπιάς, στην άκρη του Πηλίου. Εκεί βρίσκεται το ιερό της και η Θεά βγαίνει σε αυτή την ακτή κάθε πανσέληνο. Τα υπόλοιπα δική σου δουλειά."

Ο Πηλέας λοιπόν, τη νύχτα της  Πανσέληνου, κρύφτηκε σε ένα αρμυρίκι και περίμενε την Νηρηίδα να φανεί...

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Λοιπόν;
Σας άρεσε;

Αν σας άρεσε ψηφίζετε και σχολιάζετε ως συνήθως.

Αυτά......
Τα λέμε την Παρασκευή. Πάω εκδρομή και θα γράφω στο ξενοδοχείο....

Τέλος πάντων. Au revoir. Είπα και το γαλλικό μου...

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top