Τα Απομεινάρια Του Νεκρού

"Ώστε, είμαι το πρώτο θνητό μέλος της συμμαχίας σου; Αυτή σου η απόφαση με τιμά βαθύτατα."

Ο Οδυσσέας ήταν εξαιρετική παρέα, ακόμα και όταν μιλούσε υπερβολικά. Η Αθηνά το γνώριζε από τα αρχαία χρόνια. Μόνο που τότε δεν την πήγαινε σε ακριβά εστιατόρια που σερβίριζαν τη σούπα σε γαβάθες από κινεζική πορσελάνη και το κρέας σε ελάχιστες ποσότητες που δεν χόρταινε κανέναν. Παρόλα τα αστέρια του εστιατορίου, δεν επαρκούσε για μια θεά.

"Πώς σου φαίνεται εδώ;" Τον άκουσε να τη ρωτάει.

"Όμορφα είναι," απάντησε εκείνη ευγενικά, τεντώνοντας για πολλοστή φορά τη φούστα της. Ένιωθε ιδιαίτερα άβολα. Τόσα χρόνια στον κόσμο των θνητών δεν είχε παρουσιαστεί ποτέ ανάγκη για μια έξοδο με έναν άντρα, όχι τουλάχιστον μόνοι τους. Αυτή η εμπειρία ήταν πρωτόγνωρη. Και ποτέ δεν περίμενε να τη ζήσει με έναν από τους παλιούς της γνώριμους.

"Το ξέρω δεν είναι σαν τον Όλυμπο, αλλά νομίζω δεν είναι και ανιαρό."

Το γνωστό του πνεύμα. Την έκανε να γελάσει στιγμιαία.

"Μια χαρά είναι, μην ανησυχείς," τον καθησύχασε. "Πάντως δε χρειαζόταν να μπεις σε τόσο κόπο μόνο και μόνο για να γιορτάσουμε την προσθήκη σου στη συμμαχία μου."

"Κανένας κόπος, σε διαβεβαιώ," την καθησύχασε με τη σειρά του.

Κι ύστερα, βυθίστηκαν στη σιωπή. Η Αθηνά, μετά από λίγο, έλαβε το θάρρος και του έκανε την ερώτηση που της τριβέλιζε το μυαλό από την αρχή.

"Η Πηνελόπη είναι μαζί σου;"

Τα μάτια του Οδυσσέα σηκώθηκαν από το φιλέτο του και τα χέρια του πάγωσαν. Σίγουρα την περίμενε αυτή την ερώτηση, απλώς δεν ήθελε να φανεί η ετοιμότητα του. Έπρεπε να το ξέρει ότι το θέατρο δεν έπιανε πάνω της -ακόμα κι αν προερχόταν από τον πολυμήχανο απατεώνα των Αρχαίων Ελλήνων, που κατάφερε να ξεγελάσει θεούς και ανθρώπους.

"Η Πηνελόπη πήρε τον δικό της δρόμο. Εγώ παρακολουθώ την πορεία της από μακριά. Ασχολείται επαγγελματικά με την τοξοβολία. Έχει γίνει άριστη αθλήτρια. Πάντα την αγαπούσε την τοξοβολία, ξέρεις."

Φυσικά και το ήξερε. Είχε διαβάσει για εκείνη στο αεροπλάνο. Αναρωτιόταν μόνο αν κι εκείνος το ήξερε.

"Δε θα ήθελες να ήταν μαζί σου;"

"Βέβαια και θα το ήθελα. Αλλά κατανοώ ότι επιθυμεί να αποκτήσει δικό της μέλλον και δεν μπορώ να της το στερήσω. Όταν επιθυμεί, ας έρθει να με βρει εκείνη."

Ποτέ δεν έγινε έτσι, όμως. Εσύ πήγαινες πάντα. Και τώρα εσύ θα πας.

Η θεά παρατήρησε πόσο άβολο χαρακτηριζόταν το θέμα για τον Οδυσσέα κι έτσι το άλλαξε.

"Πότε μπορείς να πάρεις άδεια από τη δουλειά σου;"

Ήταν η σειρά του να γελάσει. Ο ήχος ήταν ακόμα ο ίδιος όπως τον θυμόταν, γάργαρος σαν τα νερά του καταρράκτη και δυνατός σαν τα τύμπανα του πολέμου. Του φώτιζε ολόκληρο το πρόσωπο όταν γελούσε και για λίγο έπαυε να μοιάζει με τον πολυμήχανο βασιλιά, που περιπλανήθηκε σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου.

"Προς τι το γέλιο;" Τον επανέφερε στη σοβαρότητα η Αθηνά, προσπαθώντας να μη δείξει τη διασκέδαση της.

"Είναι αστείο να μου λες να ζητήσω άδεια. Από ποιόν; Εγώ είμαι ο ιδιοκτήτης. Αν θέλω μπορώ να φύγω και τώρα."

"Εξαιρετικά," σχολίασε η θεά της Σοφίας και σηκώθηκε βιαστικά από τη θέση της. "Ας πηγαίνουμε, λοιπόν. Δεν υπάρχει καιρός για χάσιμο."

Ο Οδυσσέας σηκώθηκε ελάχιστα, ίσα για να τη σπρώξει πίσω στη θέση της.

"Δεν πάμε πουθενά αν δε φάμε γλυκό. Δε θα πεθάνει και κανένας, αν καθυστερήσουμε μια ώρα."

Η θεά υπάκουσε σιωπηλά και κοίταξε στιγμιαία το ταβάνι. Συμπέρανε ότι ορισμένα πράγματα εμέναν ανέγγιχτα από τον χρόνο τελικά.

^*^*^*^*^*^*^*^*^*^*^*^*^

Ο Ήφαιστος ετοιμαζόταν να φύγει ξανά. Παρόλο που είχε εγκατασταθεί στο εξοχικό του Ερμή πριν μόλις μία ημέρα, ήξερε ότι υπήρχε ένα ταξίδι που έπρεπε να κάνει.

"Σίγουρα δε θες να έρθουμε μαζί σου; Δε μας πειράζει να αφήσουμε το σπίτι για λίγο," άκουσε τη φωνή του Αγγελιοφόρου των θεών από πίσω του. Γύρισε και τον αντίκρισε στην πόρτα του, με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος.

"Αδερφέ μου Ερμή, δε θα λείψω για πολύ. Ως τη Ρώμη θα πάω και θα επιστρέψω. Το πολύ σε τρεις μέρες θα είμαι πίσω," τον διαβεβαίωσε για έκτη φορά μέσα σε είκοσι ώρες.

Πριν φύγει, χαιρέτησε μόνο τον γοργοπόδαρο αδερφό του. Η Άρτεμις έλειπε. Χανόταν μέσα στο δάσος, στην παρέα των άγριων ζώων. Προσπαθούσε, προφανώς, ακόμα να ξεχάσει ότι οι δρόμοι της και του δίδυμου αδερφού της είχαν χωριστεί. Όλοι ήξεραν ότι δεν θα της ήταν εύκολο.

Καθώς διάβαινε το κατώφλι και ξεκινούσε το ταξίδι του μέχρι το αεροδρόμιο -όπου θα πήγαινε με τα πόδια, αν και ο Ερμής επέμενε να τον πάει με το ποδήλατό του- κοιτούσε συνεχώς το μπαστούνι του. Ήλπιζε ότι μετά το ταξίδι του στη Ρώμη, θα του ήταν άχρηστο.

<•><•><•><•><•><•><•><•><•>

Η Ήρα επέστρεψε στο σπίτι της στην Κρήτη και χτύπησε δυνατά τη μπουνιά της στο τραπέζι της κουζίνας. Ο ήχος αυτός, συνοδευόμενος από μια οργισμένη κραυγή, συγκέντρωσε γρήγορα τη Δήμητρα και την Εστία κοντά της.

"Τι συνέβη, Ήρα; Πώς αντέδρασε ο Αχιλλέας;" Ήρθε η ερώτηση από την πρώτη.

"Πώς να αντιδράσει ο ανόητος;" Ξέσπασε η πρώην βασίλισσα των θεών. "Αρνήθηκε να συμμετάσχει στη συμμαχία μας, γιατί θεωρεί ότι δε θα είμαι επαρκής βασίλισσα! Λες και αυτός μπόρεσε να κυβερνήσει οτιδήποτε στη ζωή του! Ούτε καν τον ίδιο του τον εαυτό δε μπορούσε να τιθασεύσει και τολμά να μιλήσει για εμένα, ο κρετίνος!"

Πάνω στον θυμό της, η Ήρα άρπαξε ένα βάζο με κρίνους και το έσπασε σε χίλια κομμάτια με τα χέρια της, τα οποία αμέσως μετά μάτωσαν. Η Εστία έφερε νερό και σύνεργα για να την περιθάλψει. Ο ξαφνικός πόνος την είχε σωπάσει και κάπως ηρεμήσει.

"Μην ανησυχείς, αδερφή," της είπε μαλακά η Δήμητρα. "Υπάρχουν ακόμα ήρωες που κατανοούν την αξία σου και αναγνωρίζουν το δικαίωμα σου στον θρόνο."

"Πες μου μονάχα έναν και θα το πιστέψω," την ειρωνεύτηκε η Ήρα, αφήνοντας έναν συριγμό πόνου. Η Εστία έβγαζε τα κομμάτια της πορσελάνης από τα χέρια της και τα έπλενε με καθαρό αντισηπτικό.

"Ο Ιάσονας," απάντησε στην ειρωνεία της η Δήμητρα. "Ο Ιάσονας ήταν προστατευόμενος σου από την ημέρα που γεννήθηκε. Τον δοκίμασες και επέτυχε. Κι από τότε τον έχεις βοηθήσει αμέτρητες φορές. Ο μόνος που τον βοήθησε περισσότερο από εσένα, ήταν η πριγκίπισσα Μήδεια."

Τα μάτια της Ήρας φωτίστηκαν από μυριάδες σκέψεις, αλλά σκοτείνιασαν ξανά στο άκουσμα του ονόματος της Μηδείας.

"Η Μήδεια... Όλοι θυμόμαστε θαρρώ πώς της ξεπλήρωσε τη βοήθειά της. Αυτό μας διδάσκει ότι ο Ιάσονας είναι αχάριστος και ξεχνάει τα καλά που του έχουν προσφέρει και τις ευεργεσίες. Δε νομίζω ότι θα φιλοτιμηθεί να με βοηθήσει."

"Δε χάνεις τίποτα να δοκιμάσεις, όμως," την ώθησε περισσότερο η Δήμητρα.

"Καλώς," υποχώρησε η Ήρα, ενώ η Εστία της έδενε το δεξί χέρι και ετοιμαζόταν να ασχοληθεί με το αριστερό. "Θα αναζητήσω τον Ιάσονα. Και θα τον πείσω να συμμαχήσει μαζί μου."

*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*

"Τι θα κάνω για σένα, λοιπόν;"

Αυτή ήταν η ερώτηση που η Αθηνά απέφευγε όλη την ημέρα. Κάθε φορά που της τη ρωτούσε ο Οδυσσέας, έκανε πως δεν την είχε ακούσει. Αυτή τη φορά, όμως, βρίσκονταν σε ταξί και όδευαν στο σπίτι του. Δε γινόταν να μην του απαντήσει.

"Αυτό που χρειάζομαι κυρίως από εσένα είναι η ικανότητα σου να εντοπίζεις πρόσωπα. Θα μας φανεί πολύ χρήσιμο αυτό, πιστεύω."

Προφανώς, ο Οδυσσέας δε φάνηκε να εκπλήσσεται.

"Πολύ ωραία, θεά Αθηνά. Με τι μπορεί να ξεκινήσει η αίσθηση του λαγωνικού μου; Ποιόν στόχο θα εντοπίσει πρώτα;"

Η αριστερή άκρη των χειλιών της ανασηκώθηκε. Η συνεργασία του θα ήταν θανατηφόρα για τους εχθρούς και σωτήρια για τους συμμάχους.

"Ο επόμενος μου στόχος, είναι ο Ηρακλής," του εμπιστεύτηκε χαμηλόφωνα.

Ο Ηρακλής επρόκειτο για δύσκολη περίπτωση. Από τους ελάχιστους ήρωες που δεν έκαναν τίποτα βροντερό που να άξιζε ειδησεογραφική κάλυψη. Όσο κι αν εξέπληττε την Αθηνά, έπρεπε να παραδεχτεί ότι ο Ηρακλής ήξερε πολύ καλά πώς να κρυφτεί. Ήταν βέβαιη, όμως, ότι ο Οδυσσέας γνώριζε πού βρισκόταν. Αν παρέμενε πιστός στη φήμη του -και για αυτό δε χωρούσε αμφιβολία-, θα κρατιόταν ενήμερος για τις κινήσεις των υπολοίπων αναστημένων ηρώων. Μόνο αυτός μπορούσε να βρει τον Ηρακλή.

"Έχεις δίκιο που ξεκινάς με αυτόν," επικρότησε την επιλογή της ο βασιλιάς της Ιθάκης. "Ο Ηρακλής αποφεύγει τη δημοσιότητα· αλλά δεν παύει να βοηθά τον κόσμο. Συμμετέχει σε φιλανθρωπικές οργανώσεις, σε αμέτρητες εθελοντικές δράσεις και ακόμα χρησιμοποιεί τις δυνάμεις του σε μικρή κλίμακα για μικροπράγματα που δε φτάνουν ποτέ στις ειδήσεις."

"Εννοείς ότι έχει ακόμα τις θεϊκές του δυνάμεις;" Τον διέκοψε άγαρμπα η Αθηνά, χωρίς να απολογηθεί. "Νόμιζα ότι τις είχε χάσει, αφού οι θνητοί σταμάτησαν να πιστεύουν σε αυτόν. Ξέρεις ήταν ο πρώτος που έφυγε από τον Όλυμπο, όταν διαλυθήκαμε. Σας αγαπούσε εσάς τους θνητούς πιο πολύ κι από όσο εγώ."

Ίσως η αγάπη του Ηρακλή για τους θνητούς ήταν αμοιβαία και δεν έχασε ποτέ τις δυνάμεις του.

Απέστρεψε το βλέμμα της επίτηδες σε μια κεράσια στον δρόμο. Αναρωτιόταν πόση ώρα ακόμα χρειαζόταν για να φτάσουν στο σπίτι του. Η ατμόσφαιρα είχε αρχίσει να βαραίνει επικίνδυνα.

"Ωραία, λοιπόν, αφού είναι ακόμα δυνατός και ακμαίος θα πάμε να τον βρούμε," ανακοίνωσε αποφασιστικά.

Το ταξί σταμάτησε μετά από μισό λεπτό. Η Αθηνά προσφέρθηκε να πληρώσει αλλά ο Οδυσσέας τη σταμάτησε, όπως και στο εστιατόριο.

Βγήκαν από το ταξί κι αντίκρισαν άλλον έναν ουρανοξύστη. Η Αθηνά ετοιμάστηκε να ανεβεί ξανά στον τελευταίο όροφο.

<~><~><~><~><~><~><~><~>

Ο Ποσειδώνας, όσο έλειπε η Αμφιτρίτη, δεν τόλμησε να φύγει από το Σούνιο. Περιφερόταν στο σπίτι, αμίλητος και σκυφτός, όμοιος με τον Απόλλωνα. Ο ένας μισούσε τον εαυτό του που πλήγωσε τη γυναίκα του και ο άλλος βίωνε το κενό της απουσίας της δίδυμης αδερφής του.

Δε μιλούσαν μεταξύ τους. Ο μόνος ήχος που ακουγόταν ήταν ο Απόλλωνας που έπαιζε περιστασιακά τη θεϊκή του λύρα από το καβούκι της χελώνας που σκότωσε ο Ερμής όταν ήταν μωρό. Κι όταν έτρωγαν το φαγητό που παράγγελναν από μια ψησταριά μερικά χιλιόμετρα πιο μακριά, δεν αντάλλασσαν κουβέντες.

Έτσι πέρασαν πέντε μέρες, σε απόλυτη σιωπή, ακινησία και γαλήνη. Αυτός που υπέφερε περισσότερο ήταν ο Ποσειδώνας, ο οποίος δεν άντεχε με τίποτα την απραξία. Ήθελε να βγει στον κόσμο, να πολεμήσει για τον θρόνο του και να τον κερδίσει επάξια ή να πεθάνει στη μάχη ηρωικά. Η απουσία της Αμφιτρίτης τον διέλυε, όσο κι αν δεν ήθελε να το παραδεχτεί κι ένιωθε τρομερά άσχημα για τον τρόπο που της μίλησε. Όταν επέστρεφε, θα της ζητούσε συγγνώμη γονατιστός. Δεν άξιζε στη γυναίκα που τον συντρόφευε και τον λάτρευε τόσες χιλιετίες τέτοια συμπεριφορά. Αν επέστρεφε βέβαια...

Και το νερό. Το νερό της θάλασσας. Το έβλεπε από τη στεριά και λαχταρούσε να επιστρέψει κοντά του. Αλλά με ποιόν σκοπό;

Το πρωί είχε κοιταχτεί στον καθρέφτη. Τα μάτια του είχαν γίνει εντελώς καστανά.

Εκείνη την ημέρα, μετά το μεσημεριανό, δεν έβρισκε ησυχία. Ο Απόλλωνας είχε αποσυρθεί στο δωμάτιο του πάλι. Επιδιώκοντας μια αλλαγή από τη μιζέρια, βγήκε έξω και έφτασε τρέχοντας μέχρι την άκρη του χώματος. Κάτω από τα πόδια του γκρεμός. Τα μαύρα βράχια φαίνονταν κάτω από το αφρισμένο νερό. Τα κύματα χτυπούσαν τη γη και πάφλαζαν ξέφρενα, αγριεμένα.

Εκεί είχε τσακιστεί ο βασιλιάς Αιγέας πριν από χιλιάδες χρόνια, όταν είδε τα μαύρα πανιά στο πλοίο του γιου του.

"Ο φουκαράς ο Αιγέας," ψέλλισε στον άνεμο ο Ποσειδώνας. "Αυτοκτόνησε, θρηνώντας για ένα παιδί που δεν ήταν δικό του. Ο Θησέας. Ο αγαπημένος μου Θησέας· τόσο λαμπρός νέος, τόσο ένδοξα κατορθώματα, τόσο άξιος ηγέτης, τόσο άδοξο τέλος."

Ένα μεγάλο κύμα έσκασε στον βράχο και ο αφρός που ελευθερώθηκε έφτασε πολύ ψηλά. Μερικές σταγόνες άντεξαν τα πόδια του θεού της θάλασσας.

Και τότε, η συνειδητοποίηση του χτύπησε το μυαλό.

Όρμησε πίσω στο σπίτι, άνοιξε τον υπολογιστή του Απόλλωνα και έψαξε το όνομά του. Διάβασε τη σελίδα του στη Wikipedia και τα μάτια του έλαμψαν στην όψη του επιθέτου του.

Θησέας Θαλασσινός

Ιδιοκτήτης της Athens Oil, της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής εταιρείας πετρελαιοφόρων. Κέρδισε τον τίτλο του Επιχειρηματία της χρονιάς το έτος 2016. Είναι παντρεμένος με το γνωστό μοντέλο από την Κρήτη, Αριάδνη Βονάκη.

Έγραφε κι άλλα παρακάτω. Δεν τα διάβασε. Δε χρειαζόταν να τα διαβάσει.

Έτρεξε στο δωμάτιο του Απόλλωνα και εισχώρησε σαν σίφουνας.

"Μην ανησυχήσεις, αν δεις ότι λείπω," του ανακοίνωσε με τη βροντερή φωνή του.

Ο θεός του φωτός γύρισε και τον κοίταξε με έκπληξη. Η καρέκλα που καθόταν γύρισε μαζί του.

"Τι σε έπιασε και θες να φύγεις; Πού θα πας; Να βρεις την Αμφιτρίτη;"

Ο Ποσειδώνας τον έπιασε δυνατά από τον ώμο και ένα χαμόγελο διασκέδασης φώτισε το πρόσωπό του.

"Η Αμφιτρίτη, Απόλλωνα, θα γυρίσει πίσω αργά ή γρήγορα. Δεν τη φοβάμαι. Στη θάλασσα γεννήθηκε, στη θάλασσα παντρεύτηκε, στη θάλασσα έχει ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της. Δεν θα χαθεί από τη θάλασσα. Εγώ από την άλλη, βρήκα τον τέλειο σύμμαχο για μας."

"Να ακούσω ποιος είναι;"

"Ο γιος μου, ο Θησέας! Η εταιρεία του είναι εδώ, στην Αθήνα. Δε θα αργήσω να τον βρω, όπου και να είναι. Θα επιστρέψω το πολύ σε δυο μέρες. Σε χαιρετώ!"

Και χωρίς να πει τίποτα άλλο, άφησε τον ώμο του Απόλλωνα και κίνησε προς την εξώπορτα, η οποία και ακούστηκε να ανοιγοκλείνει λίγο αργότερα.

~•*~•*~•*~•*~•*~•*~•*~•*~•*~•*~

Το αεροπλάνο προσγειώθηκε μετά από μία ώρα πτήσης στο αεροδρόμιο ΝταΒίντσι της Ρώμης. Κάπως αλλιώς είχε διαβάσει η Αθηνά ότι το έλεγαν, μα γνώριζαν ότι πίσω από το όνομα κρύβονταν ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι, ένας άνθρωπος που είχε γνωρίσει, συνεργαστεί και θαύμαζε. Μακάρι να ήταν μαζί του τώρα κι όχι με τον Οδυσσέα. Εκείνος τουλάχιστον δε θα φλέρταρε τις κοπέλες στο τελωνείο και τις αεροσυνοδούς.

Ο πολυμήχανος θνητός της είχε υποσχεθεί ότι θα συναντούσαν τον Ηρακλή, την είχε διαβεβαιώσει ότι βρισκόταν στη Ρώμη, χωρίς να δώσει περαιτέρω εξηγήσεις. Η Αθηνά ανεχόταν τα παιχνίδια του ενόσω αυτά απέδιδαν καρπούς. Περίμενε να δει αν αυτό θα χρειαζόταν αποδοκιμασία ή όχι.

Ο Οδυσσέας πίστευε ότι δε θα χρειαζόταν να κλείσουν δωμάτια σε ξενοδοχείο. Η παραμονή τους θα ήταν σύντομη.

Κάλεσε ταξί και έδωσε μια διεύθυνση στον οδηγό. Μιλούσε τα Ιταλικά εξαίρετα. Η Αθηνά δεν εντυπωσιάστηκε. Είχε γίνει μάρτυρας και σε μεγαλύτερα θαύματά του.

Η κούρσα διήρκησε μισή ώρα ακριβώς. Το ταξί τους άφησε σε ένα δρομάκι. Ο Οδυσσέας επέμεινε ξανά να πληρώσει.

Αφού έφυγε το ταξί, ο γιος του Λαέρτη την οδήγησε μέσα στο δρομάκι και άρχισε να στρίβει σε διαφορά στενά και σοκάκια. Οι δρόμοι δεν είχαν ονόματα. Κι όμως, ο Οδυσσέας ήξερε ακριβώς πού να πάει.

Μετά από άλλη μισή ώρα περπατήματος και κυκλοφορίας με συνεχείς στροφές και παρακάμψεις, ο Οδυσσέας σταμάτησε μπροστά από ένα τσαγκαράδικο.

Il tallone d'oro.

"Το χρυσό τακούνι," διάβασε στα Αρχαία Ελληνικά η Αθηνά.

"Γλωσσομαθής, ως γνωστόν," σχολίασε ο Οδυσσέας εύθυμα.

"Γιατί με έφερες εδώ;" Τον ρώτησε αυστηρά η θεά.

"Εδώ είναι αυτός που ψάχνεις," ήρθε η απάντηση από έναν σοβαρό Οδυσσέα.

"Τι δουλειά έχει ο Ηρακλής σε ένα τσαγκαράδικο;"

Ένα μειδίαμα στόλισε το πρόσωπό του ξανά. Πλησίασε την πόρτα, που έμοιαζε πολυ φθαρμένη αλλά ακόμα σταθερή. Χτύπησε έξι φορές με συγκεκριμένο ρυθμό. Μια μεσήλικη γυναίκα, άνοιξε την πόρτα ελάχιστα, αποκαλύπτοντας τέσσερις αλυσίδες ασφαλείας που την κρατούσαν. Τα μάτια της πέρασαν φευγαλέα από την Αθηνά και καρφώθηκαν πάνω στον Οδυσσέα.

"Πώς σε λένε, μικρέ;" Τον ρώτησε χαμηλόφωνα στα Ιταλικά.

"Κανένα," αποκρίθηκε ο βασιλιάς της Ιθάκης με σιγουριά.

Η Αθηνά προσπάθησε να κρύψει το χαμόγελό της. Παλιές μνήμες αναδύθηκαν στην επιφάνεια του μυαλού της. Ο Κανένας. Για εκείνο το καταραμένο όνομα και για την τρομερή του ξεροκεφαλιά, ο Οδυσσέας κέρδισε το μίσος πολλών θεών και εννέα χρόνια περιπλάνησης και απουσίας από την πατρίδα του.

Γιατί έπρεπε να το πεις αυτό στον Πολύφημο; Ήσουν τόσο τολμηρός τότε. Κι εγώ δεν είχα μάθει να σε εκτιμώ σωστά, ακόμα και μετά τον Τρωϊκό Πόλεμο...

Η μεσήλικη, αφού άκουσε το όνομα, που προφανώς χρησίμευε σαν κωδικός ή συνθηματικό, έλυσε τις αλυσίδες της πόρτας και τους άφησε να περάσουν μέσα.

Ενστικτωδώς, η Αθηνά έριξε μια ματιά στην πινακίδα που πριν λίγο έγραφε Το Χρυσό Τακούνι. Τώρα, έγραφε κάτι εντελώς διαφορετικό.

L'altra parte.

"Η άλλη πλευρά," μουρμούρισε στον εαυτό της η θεά και τα μάτια της γούρλωσαν, αφού συνειδητοποίησε πού την είχαν φέρει.

Σαν να είχε διαβάσει τις σκέψεις της, ο Οδυσσέας άδραξε την ευκαιρία να επιδείξει τη δύναμη της φωνής του.

"Αθηνά, σε καλοσωρίζω στην Άλλη Πλευρά, το μεγαλύτερο, ασφαλέστερο και πιο οργανωμένο πορνείο σε ολόκληρη την Ευρώπη!"

Η Αθηνά δεν πίστευε στα μάτια και στα αυτιά της.

Τι είδους δουλειά έχει εδώ ο θεός Ηρακλής;

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Περιμένω γνώμες στα σχόλια.

Στο επόμενο έχουμε πολλές εισαγωγές χαρακτήρων και εμβαθύνουμε στον Άρη.

Θα τα πούμε εκεί.

Καλή Χρονιά και Ευτυχισμένο το 2018!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top