Τέλος Εποχής
~Απολογούμαι για την απουσία gifs~
Η Γαία βρισκόταν παντού και πουθενά. Απλωνόταν σε όλο τον κόσμο κι όμως, αν κάποιος δεν γνώριζε το σωστό σημείο στο οποίο έπρεπε να την καλέσει, δεν θα τη συναντούσε ποτέ. Και η Αθηνά γνώριζε ποιό ήταν αυτό το σημείο.
"Τόση ώρα που προχωράμε σαν τα βόδια κάτω από τον ήλιο, τι υποτίθεται ότι σκοπεύουμε να πετύχουμε;" Γκρίνιαξε ο Άρης από πίσω της.
"Ίσως να λιώσουμε από τις αχτίδες του σαν τον Ίκαρο και να μας βρει η Γαία σκελετωμένους," γκρίνιαξε με τον γνωστό του ειρωνικό τόνο ο Ποσειδώνας.
"Σιωπή, σκουριασμένοι γέροι κι οι δυο σας!" Τους αποδοκίμασε η Αθηνά και γύρισε να τους κοιτάξει με μια συνοφρυωμένη έκφραση και σκεπτικισμό, παρόλο που η φωνή της δήλωνε ξεκάθαρα ότι ήξερε τι έκανε.
Οι δυο αρσενικοί θεοί δεν ξαναμίλησαν για το υπόλοιπο της διαδρομής.
Η Αθηνά προχωρούσε σταθερά πάνω στην επιφάνεια της γης, με το κεφάλι στητό και όρθιο και τα χέρια της στο πλάι που ορισμένες φορές έκανε μπουνιές επειδή αγωνιζόταν να κατευνάσει τις θυελλώδεις σκέψεις της. Πάντοτε πάλευε με το μυαλό της. Η Σοφία της μπορούσε εύκολα να εξελιχθεί σε Παράνοια.
Έφτασαν στην Έρημο της Σαχάρας. Είχαν διασχίσει την Πελοπόννησο και πέταξαν πάνω από τη Μεσόγειο Θάλασσα, με τη βοήθεια των αετών του Δία. Ο Ποσειδώνας προτίμησε να κολυμπήσει. Ο Ήλιος έκαιγε τα πάντα. Ο Λίβας ήταν βασανιστικά καυτός εκείνη την ώρα της ημέρας.
Η Αθηνά αγνόησε τη ζέστη, τον καυτό άνεμο, την άμμο που τους χτυπούσε στο πρόσωπο και τον σαρκασμό του Ποσειδώνα που καταριόταν τη γενειάδα του και προχώρησε για μερικά μέτρα μέχρι που έφτασαν σε έναν λόφο. Η θεά σκαρφάλωσε ως την κορυφή του και στάθηκε όρθια εκεί. Ο Ποσειδώνας κι ο Άρης την ακολούθησαν.
Η θεά της Σοφίας άνοιξε τα χέρια της και κοίταξε προς τα κάτω στην άμμο.
"Γη, μητέρα όλων των θεών και όλων των ανθρώπων, ταπεινά σε καλώ κοντά μου, η Αθηνά, η κόρη του Δία, του αγαπημένου σου εγγονού, αυτού που έσωσε το ανθρώπινο γένος. Γνωρίζω ότι τελικά να μην τον αγάπησες τόσο, παρόλα αυτά έρχομαι εδώ σαν δούλη σου και σε παρακαλώ να φανερώσεις την μεγαλοπρεπή σου μορφή στα ανάξια μάτια του εγγονού σου του Ποσειδώνα, του δισέγγονου σου του Άρη και της ανάξιας Αθηνάς."
Οι δυο αρσενικοί θεοί δεν πίστευαν στα αυτιά τους μετά την παράκληση της Αθηνάς. Δεν αναγνώριζαν την περήφανη, δυναμική και τολμηρή θεά. Σαν κατάδικος που παρακαλά για έλεος ικέτευε σιωπηλά το χώμα η θεά να φανερώσει τη Μεγάλη Γαία.
Ο αναστεναγμός ανακούφισης που άφησε η Αθηνά όταν μια γυναικεία φιγούρα ξεπρόβαλε από την άμμο ήταν απερίγραπτα αληθινός και αδιαμφισβήτητα ηχηρός.
*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*
Στον Όλυμπο, η κατάσταση γινόταν όλο και πιο τεταμένη κάθε λεπτό που περνούσε. Ο Άδης περιφερόταν ανήσυχος στο δωμάτιο που κάποτε γιόρταζαν τους θριάμβους τους. Η Δήμητρα και η Εστία πηγαινοέρχονταν αμίλητες και έκαναν οτιδήποτε μπορούσαν για να συνεφέρουν τον αδερφό και βασιλιά τους ή τουλάχιστον να επαναφέρουν το χρώμα στο χλωμό του πρόσωπο. Η Ήρα στεκόταν σε ένα σκαμνί δίπλα στον σύζυγό της και απλώς τον κοιτούσε. Κινούταν μονάχα όταν πήγαινε στους υπόλοιπους και τους πρόσταζε να κάνουν ησυχία. Δεν είχε δακρύσει. Ούτε έμοιαζε να θρηνεί. Απλώς κοιτούσε τον ετοιμοθάνατο άνδρα της και έριχνε κλέφτες ματιές προς τον ορίζοντα μήπως έβλεπε τους τρεις απεσταλμένους στη Γαία. Ίσως εκείνη να είχε κάποια απάντηση για αυτό το ανεξήγητο φαινόμενο.
Η σιωπή του δωματίου του Δία της επέτρεπε ωστόσο, να ακούει όλα όσα λέγονταν μεταξύ των άλλων θεών που περίμεναν στη μεγάλη σάλα.
"Κι αν ο Μεγάλος Δίας πεθάνει; Έχετε σκεφτεί τι θα απογίνουμε εμείς;" Ακουγόταν ένας απελπισμένος -κι όπως πάντα εγωιστής- Διόνυσος.
"Είναι σίγουρο ότι θα πεθάνουμε," ούρλιαξε σχεδόν η Αφροδίτη και η Ήρα ένιωσε το στομάχι της να περιστρέφεται από αηδία. Τόσο αγαπούσε το δράμα αυτή η γυναίκα;
"Αφροδίτη, ηρέμησε!" Άκουσε τον Ήφαιστο, τον γιο της και σύζυγο της Αφροδίτης να επιπλήττει τη γυναίκα του. "Η κατάσταση απαιτεί ψυχραιμία. Αυτή τη στιγμή πρέπει να σκεφτόμαστε το τι περνάει η Μητέρα Ήρα. Εκείνη υποτίθεται ότι στηρίζουμε με την παρουσία μας εδώ και το πιο κατάλληλο θα ήταν να μην τη συγχύζουμε στην πνευματική κατάσταση που βρίσκεται."
"Έχει δίκιο ο Ήφαιστος," συμφώνησε ο Ερμής και στάθηκε δίπλα στον μεγάλο αδερφό του. "Η Ήρα φημιζόταν για την 'ιδιοσυγκρασία' της από όταν ο Δίας ήταν καλά. Φανταστείτε τώρα..."
Κι οι θεοί γέλασαν με το αστείο του. Η Ήρα από την άλλη, που άκουγε τα πάντα, χαμογέλασε χαιρέκακα ενώ κοιτούσε τον ετοιμοθάνατο σύζυγό της.
"Πέρασε ο καιρός σου Δία," του ψιθύρισε. "Τώρα πια μια νέα εποχή ανατέλλει. Η δική μου εποχή."
~*•~*•~*•~*•~*•~*•~*•~
Η Γαία δεν έμοιαζε με θεά. Αν δεν μπορούσε κάποιος να διακρίνει την παράξενη, χρυσαφένια λάμψη στα μάτια της, ίσως να την περνούσε για απλή γυναίκα.
Όμως, με το που εμφανίστηκε η θεά της Δημιουργίας, ήταν σαν η ζέστη πλέον να μην τους ενοχλούσε. Λες και ξαφνικά φύσηξε ο Ζέφυρος και επέβαλλε τη δροσιά του πάνω από τον Λίβα και τον καυτό Εύρο της ερήμου.
"Μεγάλη Γαία, μητέρα του Κόσμου, Θεά της Δημιουργίας," τη χαιρέτησε ευλαβικά η Αθηνά και γονάτισε μπροστά της, με το κεφάλι σκυφτό. Ο Ποσειδώνας κι Ο Άρης -οι οποίοι δε νοιάστηκαν να κρύψουν την ανακούφισή τους που δεν αισθάνονταν πλέον τη ζέστη- ακολούθησαν τις κινήσεις της Αθηνάς.
Η Γαία πλησίασε τους τρεις θεούς. Σε κάθε της βήμα, ξεπετάγονταν μικρά, πράσινα φυλλαράκια και πολύχρωμα άνθη· ήταν από μόνη της ένα Θαύμα που είχε γεννήσει αμέτρητα άλλα θαύματα.
"Σήκω όρθια, παιδί μου," είπε μαλακά στην Αθηνά και την ακούμπησε το κεφάλι σαν ένδειξη ευλογιάς. Ύστερα, ένευσε στους δυο αρσενικούς παρόντες. "Κι εσείς, ευγενείς γιοί των γιών μου, σηκωθείτε όρθιοι. Το μεγαλείο σας δεν συγκρίνεται με κανένα."
Κι έτσι κι ο Ποσειδώνας σηκώθηκε, ταυτόχρονα με τον Άρη.
Έπειτα, η Αθηνά, πήρε τον λόγο αυτόνομα για να αποφύγει επικίνδυνες σιωπές.
"Μεγάλη Γαία, έχουν περάσει χιλιετίες από την τελευταία φορά που σε είδα," είπε χαμογελαστά και σταύρωσε τα μυώδη χέρια της στο στήθος της.
Η Γαία άφησε ένα αδύναμο και κουρασμένο γέλιο ως σχόλιο στα λόγια της Θεάς της Σοφίας. Στη συνέχεια, με μια κίνηση του χεριού της, εμφάνισε έναν ξύλινο θρόνο από το πουθενά και κάθισε η ίδια ενώ παράλληλα εμφάνισε τρία καθίσματα, σκαλιστά και στρωμένα με δέρματα τίγρης, για τους επισκέπτες της. Ο Άρης κι ο Ποσειδώνας κάθισαν ευχαρίστως. Η Αθηνά επέλεξε να παραμείνει όρθια.
"Πραγματικά, Αθηνά έχεις δίκιο. Έχουν περάσει χιλιετίες," συμφώνησε η Γαία με τα τελευταία λόγια της Θεάς των Τεχνών και το πρόσωπό της μεμιάς σκλήρηνε, σαν να βυθιζόταν σε σκέψεις εσωτερικές.
"Γνωρίζω γιατί είστε εδώ," είπε, λίγο αργότερα. "Γνωρίζω για την αρρώστια του εγγονού μου του Δία."
"Δεν είμαστε εδώ για να ακούσουμε πράγματα που ήδη γνωρίζουμε," αναφώνησε απότομα και πικρόχολα ο Άρης και αμέσως εισέπραξε μια άγρια ματιά από την Αθηνά που ήταν σαν να τον σκότωνε με τα μάτια της.
Άλλο ένα γέλιο από τη Γαία. Πολύ πικρό αυτή τη φορά.
"Άρη, δεν έμαθες ποτέ να περιμένεις κι αυτό σου έχει στοιχίσει και θα σου στοιχίσει στο μέλλον πολλές ακόμα φορές," τον επέπληξε με ένα ψυχρό χαμόγελο δυσαρέσκειας. "Αλλά, είναι αλήθεια ότι η κατάσταση του Δία αποτελεί πρωτάκουστο γεγονός για αθάνατο. Κι όχι άδικα. Ωστόσο, όλα έχουν την αιτία τους κι αυτό δεν πρόκειται για εξαίρεση. Ο Δίας, αγαπητά μου παιδιά, έχει πέσει θύμα μιας Αρχαίας Κατάρας. Της Κατάρας του Κρόνου."
Οι τρεις θεοί έμειναν να την κοιτούν αποσβολωμένοι κι έκπληκτοι. Ακόμα και η Αθηνά, η οποία είχε σουφρώσει τα φρύδια της -ακριβώς όπως ο πατέρας της- και προσπαθούσε να σκεφτεί τι μπορεί να σήμαινε αυτή η κατάρα.
"Ποια Κατάρα του Κρόνου; Δεν πιστεύω ότι έχει ακούσει κανένας μας για αυτήν ποτέ," μίλησε εκ μέρους και των τριών θεών ο Πωσειδώνας.
Και η Γαία έσπευσε να τους λύσει την απορία.
"Ο Κρόνος, ο άμυαλος γιος μου, λίγο πριν τον πετάξει ο Δίας στα Τάρταρα καταράστηκε αυτό που θεωρούσε υπαίτιο της πτώσης του."
"Δηλαδή ποιο;" Απόρησε ο Άρης.
"Την πέτρα που του έδωσε να φάει η Θεωμήτωρ Ρέα έναντι του Δία, τον όποιον φρόντισε να κρύψει στο βουνό της Ίδης, στην Κρήτη. Ο Κρόνος, λοιπόν, θεώρησε την πέτρα αυτή ένοχη για τη δική του κακοτυχία και την καταράστηκε λέγοντας ότι για όσο η πέτρα αυτή παρέμενε άθικτη από τον χρόνο κι από τις διαβρώσεις, τόσο ο Δίας θα παρέμενε κραταιός και ακμαίος. Η αρρώστια του Δία οφείλεται ολοκληρωτικά στο γεγονός ότι η πέτρα κόπηκε στα δύο."
"Ποιος το επέτρεψε αυτό;" Αναρωτήθηκε εξοργισμένα ο Ποσειδώνας. "Η πέτρα αυτή ήταν Ιερό αντικείμενο μόνο και μόνο για την Ιερή της χρήση."
"Ο Απόλλωνας είχε αναλάβει τη φύλαξή της και την κρατούσε στους Δελφούς με τη δύναμή του," εξήγησε η Αθηνά, προσπαθώντας να ηρεμήσει τον Ποσειδώνα.
Ωστόσο, ήταν σειρά του Άρη να ξεσπάσει.
"Και δώσαμε ένα τόσο Ιερό και σημαντικό αντικείμενο στον αχυροκέφαλο τον Απόλλωνα; Και περιμέναμε κιόλας να το διατηρήσει άθικτο;"
"Γιατί αν το έπαιρνες εσύ, καλύτερα θα ήταν," τον ειρωνεύτηκε ο Ποσειδώνας.
"Σιωπή και οι δυο σας!" Φώναξε πάνω από τις φωνές τους η Αθηνά για να τους ησυχάσει. "Σταματήστε να κάνετε σαν νεογνά και δείξτε τον πρέπον σεβασμό στη Μητέρα όλων των Θεών και των Ανθρώπων. Σημασία αυτή τη στιγμή δεν έχει ποιός ευθύνεται αλλά το ίδιο το γεγονός."
Έπειτα τους γύρισε την πλάτη, αγνοώντας τους εντελώς και έστρεψε την προσοχή της στη Γαία. Η έκφρασή της αμέσως μαλάκωσε και τόλμησε να κάνει την ερώτηση που την έκαιγε από τη στιγμή που πάτησε το πόδι της στον Όλυμπο. Την τελευταία στιγμή όμως, δίστασε.
Η ίδια η Γαία φρόντισε να μην παρατείνει άλλο την άδεια σιωπή μεταξύ τους.
"Ο Απόλλωνας είχε φυλάξει την πέτρα για χιλιετίες. Αλλά τον τελευταίο καιρό κοιμόταν πολύ και δεν αντιλήφθηκε τη φθορά που έγινε στην πέτρα από τυχαίους θνητούς."
Ο Ποσειδώνας αναστέναξε κουρασμένος κι απογοητευμένος.
"Τι περίμενε κανείς από τον άχρηστο που μόνο μια λύρα ξέρει να παίζει;"
Κανένας δεν απάντησε στην ειρωνεία του. Κι έτσι η Αθηνά επέλεξε να ρωτήσει κάτι άλλο τη Γαία.
"Αυτή η ... κατάσταση του Δία υπάρχει περίπτωση να επηρεάσει και τους υπόλοιπους αθανάτους;"
Η απάντηση της Γαίας ήταν απόλυτα σαφής και δεν άφηνε περιθώρια αμφισβήτησης.
"Όχι."
Ίσως το πιο σταθερό όχι που είχαν ακούσει ποτέ στη ζωή τους.
"Η κατάρα αφορούσε αποκλειστικά τον Δία," συνέχισε η Μεγάλη Μητέρα, "επομένως δε θα βλάψει κανέναν άλλον παρά τον ίδιο. Εσείς οι υπόλοιποι θα παραμείνετε ως έχετε."
Ο Άρης κι ο Ποσειδώνας στο άκουσμα της καθησυχαστικής της απάντησης ένιωσαν να ανακουφίζονται κι ο τελευταίος ακούμπησε απαλά τον ώμο της Αθηνάς ώστε να γυρίσει και να τον κοιτάξει. Κι έτσι έγινε.
"Μάθαμε όσα χρειαζόμαστε. Το πρέπον είναι να φύγουμε, να μεταφέρουμε τα νέα στους υπόλοιπους," της ψιθύρισε, όταν εκείνη είχε στρέψει όλη της την προσοχή πάνω του.
"Σωστά," του απάντησε μονολεκτικά η θεά της Σοφίας. Έπειτα γύρισε ξανά προς το μέρος της Γαίας.
"Σε ευχαριστούμε όλοι μας, Μεγάλη Γαία, για τις πολύτιμες πληροφορίες σου."
"Στο καλό να πάτε, παιδιά μου."
Οι τρεις Θεοί υποκλίθηκαν ξανά στην Αρχαιότερη Θεά και άρχισαν να παίρνουν τον δρόμο της επιστροφής. Η Αθηνά άφησε τον Άρη και τον Ποσειδώνα να απομακρυνθούν κάμποσα μέτρα και τότε γύρισε για τελευταία φορά προς τη Γαία και τη ρώτησε αυτό που τόση ώρα δίσταζε.
Δεν της μίλησε με λέξεις σεβασμού ή ευγένειας. Ήταν απόλυτα ωμή. Κοίταξε τη Μεγάλη Μητέρα στα μάτια και θαύμασε τη χρυσή τους λάμψη. Αυτό της έδωσε θάρρος να μη σταματήσει.
"Υπάρχουν ελπίδες για τον Δία;"
Και η απάντηση της Γαίας ήταν ξεκάθαρη, σταθερή, ακέραια, ίδια με την προηγούμενη που της είχε δώσει.
"Όχι."
Η Αθηνά απλώς ένευσε κι ακολούθησε τα βήματα των άλλων δυο θεών στην άμμο για να τους βρει. Όταν γύρισε το κεφάλι της πίσω μετά από δυο δευτερόλεπτα, δεν αντίκρισε παρά σκόνη και μερικά άνθη από τα βήματά Της, το μοναδικό στοιχείο ότι Εκείνη είχε εμφανιστεί εκεί.
*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*
Η κατάσταση πλέον στον Όλυμπο είχε εξελιχθεί από δυσμενής σε αφόρητη. Η Ήρα είχε κλειδωθεί στην κάμαρα με τον αναίσθητο Δία και αρνούταν να ακούσει οτιδήποτε και οποιονδήποτε. Οι υπόλοιποι θεοί περίμεναν τους τρεις Απεσταλμένους να επιστρέψουν ενώ παράλληλα συζητούσαν ο καθένας το σενάριό του για την τύχη του Πατέρα των Θεών και των Ανθρώπων.
"Κι έστω ότι ο Δίας επιζήσει, πώς αυτό θα επηρεάσει τον ίδιο και κατ' επέκταση εμάς;" Αναρωτήθηκε ο Ερμής.
"Κι αν πεθάνει, πώς θα ζήσουμε εμείς χωρίς έναν επικεφαλής; Θα πεθάνουμε σίγουρα," επέμενε στην πρώτη της γνώμη η Αφροδίτη.
"Να δείτε που θα ζήσει κι όλα αυτά θα τα θυμούμαστε και θα γελάμε," προσπαθούσε να τους καθησυχάσει ο Διόνυσος, χωρίς να το πιστεύει ούτε ο ίδιος.
"Το πιο σημαντικό, όμως, ακόμα δεν το έχουμε σκεφτεί. Αν πεθάνει ο Δίας, ποιος θα οριστεί διάδοχός του;" Αναρωτήθηκε φωναχτά ο Ήφαιστος. Και απόλυτη σιγή απλώθηκε ανάμεσα στους αιωνόβιους θεούς.
Και πάνω σε αυτή την απόλυτη σιωπή, την πιο ανταραγμένη πολυφωνία που υπήρξε ποτέ μεταξύ τους, κατέφθασαν η Αθηνά με τον Ποσειδώνα και τον Άρη για να αναγγείλουν τα νέα που έμαθαν από τη Γαία.
Τότε μόνο ακούστηκε η πόρτα της Μεγάλης Κάμαρης να ξεκλειδώνει και η Ήρα να ξεπροβάλλει από εκεί με κατακόκκινα μάτια και κορμί πάντα στητό και περήφανο σαν το παγώνι στο πλάι της.
Κι η Αθηνά πήρε τον λόγο και τους τα είπε όλα. Κρύβοντας -φυσικά- το κομμάτι της μικρής της συζήτησης με τη Γαία.
Η Ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία.
~*•~*•~*•~*•~*•~*•~*•~
Κι αυτό ήταν το δεύτερο κεφάλαιο!
Πώς σας φάνηκε;
Το επόμενο έρχεται την ερχόμενη Κυριακή!
Καλή σας εβδομάδα!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top