Προσαρτήσεις

Καλή Ανάγνωση!

~~~~~~~~~~~~~~~~~

Ο Ήφαιστος δεν ήταν ποτέ ένας επαναστατικός χαρακτήρας. Είχε μάθει να πειθαρχεί και να συμβιβάζεται από τότε που ήταν μικρό παιδί. Είχε μάθει να σκληραίνει την καρδιά του και τα αυτιά του στις κοροϊδίες ή στα κακόβουλα σχόλια όλων εκείνων που θα χλεύαζαν τη μορφή του. Ένα σακατεμένο πόδι, μια στραβή σπονδυλική στήλη και μια πλάτη που προεξείχε αφύσικα, δημιουργώντας μια απαίσια καμπούρα. Ένα άθλιο θέαμα για όλους. Κι όμως, ήταν γιος του Δία και της Ήρας και αυτό κανείς δε μπόρεσε ποτέ να το αμφισβητήσει ή αγνοήσει.

Παρόλους τους αμέτρητους λόγους που θα μπορούσε να είχε για να επαναστατεί -αντίθετα με τον Άρη που επαναστατούσε πάντοτε χωρίς λόγο και αιτία- δεν το έκανε ποτέ.

Τον είχαν αδικήσει. Παραπάνω από μια φορές. Και κάθε φορά άντεχε την ταπείνωση και προχωρούσε. Μια αιωνιότητα αυτή ήταν η ζωή του. Η αισχίνη και η φωτιά.

Είχε μείνει όλη του τη ζωή πιστός στη μητέρα του. Όχι στον πατέρα του, μα στη φαινομενικά σκληρή κι απόλυτα ατελή μητέρα του. Ο Δίας ήταν ο δυνατότερος θεός κι ο Ήφαιστος υποστήριζε πάντα τους πιο αδύναμους, κι αυτός στην προκειμένη περίπτωση ήταν η Ήρα. Την είχε αγαπήσει τη μητέρα του μετά από τόσα χρόνια. Τον πατέρα του απλά τον σεβόταν και τον αγαπούσε τυπικά. Με την Ήρα, όμως, τους συνέδεε ένας δεσμός που ξεπερνούσε αυτόν της μητέρας και του γιού. Ένας δεσμός που είχε δημιουργηθεί με αίμα κι είχε σκληρύνει μέσα στη φωτιά, για να διαρκέσει άτεγκτος παντοτινά.

Η γέννα του Ηφαίστου, όπως του είχαν πει, ήταν η δυσκολότερη από όλες όσες συνέβησαν στον Όλυμπο. Η θεά Ειλείθυια, η θεά της γέννας και κόρη του Δία και της Ήρας, μαζί με την Εστία ανέλαβαν να ξεγεννήσουν τη βασίλισσα των θεών. Η διαδικασία κράτησε περίπου μια ολόκληρη μέρα και η Ήρα υπέφερε από αφόρητους πόνους για ώρες. Τα ουρλιαχτά της αντηχούσαν σε όλο τον Όλυμπο και του παγωνιού της μαζί. Οι περισσότεροι θεοί είχαν φύγει από το βουνό, μια που δεν άντεχαν τους εκκωφαντικούς αυτούς ήχους. Η Αθηνά, ο Δίας και η Δήμητρα είχαν παραμείνει στο πλευρό των άλλων δυο που πάλευαν να ξεγεννήσουν το μωρό.

Όταν επιτέλους ήλθε στον κόσμο, ο νεαρός έλαβε το όνομά του από τον ίδιο τον Δία. Ήφαιστος, ο θεός της φωτιάς.

Η Ήρα, μετά την πολύωρη και ταλαίπωρη γέννα, ήταν υπερβολικά εξαντλημένη και αποκοιμήθηκε αμέσως. Ξύπνησε μετά από κάμποσες ώρες και ζήτησε να της φέρουν το παιδί της να το ταΐσει.

Το ουρλιαχτό που άφησε μόλις αντίκρισε τον νεογέννητο γιο της ήταν πολύ δυνατότερο από όλα όσα είχαν αντηχήσει καθώς τον γεννούσε.

Ένα μικρό σβολάκι δέρματος και κοκάλων εξείχε από την αριστερή μεριά της πλάτης του.

"Τι είναι αυτό; Αυτό δεν είναι παιδί μου! Αυτό είναι πλάσμα του Τάρταρου! Εγώ αυτό το έκτρωμα δεν είμαι πρόθυμη να το αναθρέψω με το γάλα μου και να το μεγαλώσω με το αίμα μου!"

Μέσα στην υστερία της, η θεά λειτουργούσε με παρορμητικότητα κι επέτρεπε στα πιο άγρια ένστικτά της να την καταβάλουν. Ως συνέπεια, χωρίς δεύτερη σκέψη, βγήκε από το παλάτι και έτρεξε στην ακτή του βουνού με τον Ήφαιστο στην αγκαλιά της να κλαίει τρομαγμένος.

Κοίταξε κάτω. Μόνο σύννεφα. Κι ακόμα πιο κάτω ένας γκρεμός γεμάτος απόκρημνα βράχια και κοφτερά αγκάθια. Σίγουρα ήταν αρκετά για να το ξεπαστρέψουν.

Ξεκόλλησε με δύναμη το μωρό που είχε γαντζωθεί επάνω της και το πέταξε με μένος στον γκρεμό.

Μάρτυρας σε αυτή της την απάνθρωπη πράξη ήταν η Αθηνά, η οποία την είχε ακολουθήσει από περιέργεια για το τι θα έπραττε. Κανένας άλλος δεν είχε τολμήσει.

Η Ήρα της έστειλε ένα βλέμμα περιφρόνησης. Γνώριζε ότι η μικρή δε θα καταλάβαινε ποτέ. Είχε διαλέξει να μην κάνει ποτέ της παιδιά.

Προτού προλάβει να πει οτιδήποτε, η Αθηνά έφυγε τρέχοντας για το παλάτι, να προφτάσει να τα πει όλα στον Δία πριν από εκείνη.

Το μωρό που είχε πέσει από τον Όλυμπο δεν πέθανε, λόγω της θεϊκής του προέλευσης. Παρόλα αυτά, από την πτώση, τραυμάτισε ανεπανόρθωτα το πόδι του το οποίο θα τον συντρόφευε όλη του την αιώνια ζωή.

Τα κλάματά του ακούστηκαν μέχρι στη θάλασσα, από τις Νηρηίδες. Αμέσως, η Θέτιδα και η Ευρυνόμη βγήκαν από το νερό κι αναζήτησαν την πηγή αυτού του ήχου. Μόλις βρήκαν το νεογέννητο, τραυματισμένο αγόρι το πήραν μαζί τους και το μεγάλωσαν σε μια τεράστια, γαλάζια σπηλιά κάτω από τη θάλασσα. Εκεί, τον ανέθρεψαν σαν παιδί τους και παρόλα τα σωματικά του ελαττώματα, ο μικρός ήταν υπάκουος, εργατικός και φιλότιμος.

Όλα αυτά, ο Ήφαιστος τα θυμόταν νοσταλγικά κι όταν κοιτούσε το σημαδεμένο πόδι του προσπαθούσε να μη σκέφτεται ποιός ήταν ο υπαίτιος.

"Ζήτησες να με δεις, Ήφαιστε;" Ακούστηκε η φωνή της μητέρας του από πίσω του.

Γύρισε προς το μέρος της με μια ανέκφραστη ματιά και το σαγόνι του σφιγμένο οριακά.

"Ναι, μητέρα."

Μετά το Συμβούλιο, όλοι οι θεοί είχαν εγκαταλείψει τον Όλυμπο. Ορκίστηκαν ότι θα ξαναέρχονταν μόνο για τη στέψη του επόμενου Βασιλιά τους ο οποίος θα είχε νικήσει τους άλλους τρεις.

Τότε, η Ήρα και η Συμμαχία της Φωτιάς είχαν καταφύγει σε ένα από τα δεκάδες σπίτια που η ίδια είχε αγοράσει κατά καιρούς. Μια μεζονέτα στα περίχωρα των Χανίων της Κρήτης, σε μια περιοχή ιδιαίτερα ήσυχη και χαλαρωτική.

"Μπορώ να μάθω γιατί επιμένεις τόσο πολύ να μιλήσουμε;"

"Κάνεις πως δεν ξέρεις; Η Αφροδίτη δε σε ακολούθησε. Αυτό είναι που με έχει πειράξει και για αυτό θέλω να μιλήσουμε."

Η Ήρα κοίταξε για λίγο προς τα πάνω ως ένδειξη απόγνωσης και κούρασης.

"Σταμάτα πια με αυτό το θέμα. Δεν μπορούμε να αλλάξουμε όσα έγιναν. Προτίμησε τον Άρη. Πρέπει να το δεχτούμε."

Η οργή του γιού της αφέθηκε ελεύθερη.

"Εσύ να σταματήσεις να το παραβλέπεις! Εκτός από το ότι έχασες μια σύμμαχο, αγνοείς εντελώς το γεγονός ότι άφησες ακόμα μια φορά τον γιο σου να ξεφτιλιστεί χωρίς συνέπειες!"

"Μα τι λες τώρα;" Προσπάθησε να τον ηρεμήσει η ψύχραιμη μητέρα του. "Νομίζω πως υπερβάλλεις."

"Δεν υπερβάλλω καθόλου!" Επέμεινε ο Ήφαιστος. "Από τότε που μου την έδωσες για νύφη χωρίς καν να με ρωτήσεις της επιτρέπεις να με διαπομπεύει, να με απατά και να με υποβιβάζει συνεχώς χωρίς ποτέ να δεχθεί κυρώσεις! Ακόμα και τώρα, που θα συνέφερε κι εσένα να την είχα κοντά, την άφησες να φύγει!"

"Δεν την άφησα! Προσπάθησα να την πείσω αλλά-»

"Κόψε τα ψέματα!" Την διέκοψε βίαια ο εξοργισμένος γιος της. "Δεν προσπάθησες να πείσεις κανέναν. Αν είχες προσπαθήσει, θα τα είχες καταφέρει! Κι επειδή ακριβώς δεν καταδέχτηκες να ακούσεις τον ίδιο σου τον γιο, μάθε ότι δεν είναι ηλίθιος, ούτε άβουλος. Αμέσως τώρα, φεύγω από την Συμμαχία σου."

Τα πράσινα μάτια της Ήρας άνοιξαν διάπλατα στο άκουσμα της παραίτησης του παιδιού της.

"Ήφαιστε, αγόρι μου," αποπειράθηκε να τον μαλακώσει, "δεν μπορούσα, δεν γνώριζα να σε βοηθήσω όταν η Αφροδίτη σε ντρόπιαζε. Ούτε εγώ δεν μπορούσα να έχω μάτια κι αυτιά παντού."

Η φωνή της ήταν τόσο γλυκιά και τρυφερή. Τα λόγια της ηχούσαν σαν νανούρισμα. Αν δεν ήταν τόσο απηυδισμένος, ίσως και να είχε υποχωρήσει.

"Η γυναίκα μου με κεράτωνε με τον ίδιο μου τον αδερφό μπροστά σε όλους τους θεούς! Τι ακριβώς δεν γνώριζες από αυτό; Και μην τολμήσεις να μου πεις ότι δεν πειράζει γιατί όλοι ξέρουμε πώς δεχόσουν εσύ τα κέρατα που σου φορούσε ο πατέρας μου! Η απόφαση μου είναι οριστική και ό,τι και να έκανες, δεν θα την άλλαζες."

Κι εκεί που ετοιμάστηκε να φύγει, πιάνοντας το ραβδί του, η Ήρα τον ρώτησε ξεψυχισμένα.

"Και πού θα πας τώρα;"

Φυσικά δεν εννοούσε τόπο, μα τον επόμενο που θα υποστήριζε ως βασιλιά ή βασίλισσά του.

"Αυτό θα το μάθεις όταν ξανασυναντηθούμε, το οποίο απεύχομαι," της απάντησε ξερά ο Ήφαιστος. "Αντίο, μητέρα."

Εκείνο το μητέρα βγήκε από μέσα του σαν ανεπιθύμητο φλέγμα που έπρεπε να φτύσει. Αν μπορούσε, θα είχε πληγωθεί από τη συμπεριφορά του.

Η Δήμητρα και η Εστία ήρθαν τρέχοντας κοντά της. Είχαν ακούσει τις φωνές. Μόλις είδαν τον κουτσό θεό να ξεμακραίνει ήθελαν να τρέξουν ξοπίσω του.

"Αφήστε τον," τις διέταξε. "Ούτως ή άλλως, σε λίγο δεν θα τον χρειαζόμαστε. Αφού θα βρούμε άλλους, πολύ καλύτερους από αυτόν."

*****************************

Ο γρηγορότερος δρόμος από την Ελλάδα ως την Αγγλία ήταν, προφανώς, με το αεροπλάνο. Η Αθηνά χρειάστηκε τρεις ώρες πτήσης με την British Airlines, τρεις ώρες πλήξης, ακινησίας, απραξίας και απόλυτης, συγκεντρωμένης σκέψης.

Ο Ερμής και η Άρτεμις είχαν επιμείνει σθεναρά να τη συνοδεύσουν κι εκείνη εξίσου σθεναρά είχε αρνηθεί. Το συγκεκριμένο ταξίδι έπρεπε να το κάνει μόνη της.

Έλεγξε την ημερομηνία. 2017. Όταν είχε τρέξει στο πλευρό του πατέρα της ήταν 2008. Κι όταν είχε ελευθερώσει τους ήρωες από τον Άδη ήταν 2011.

Όλοι οι θεοί γνώριζαν την ειδική χρονική ροή που επικρατούσε στον Όλυμπο. Μια μέρα στον Όλυμπο, ήταν τρία χρόνια στη γη. Άρα, μπορεί να είχε ελευθερώσει τους ήρωες πριν δυο μέρες, αλλά όσο αυτοί διέμειναν στη γη πέρασαν έξι ολόκληρα χρόνια. Αναζητώντας τους στο Ίντερνετ, αυτό το πολύ χρήσιμο εργαλείο που και η ίδια είχε βοηθήσει να δημιουργηθεί, είχε ανακαλύψει εξαιρετικά πράγματα για αυτούς. Οι περισσότεροι είχαν εξελιχθεί σε επιτυχημένους επιχειρηματίες, άλλοι σε ανθρώπους της τέχνης κι άλλοι σε εγκληματίες.

Αυτός που πήγαινε να βρει τώρα, δεν ήταν ακόμα εντελώς σίγουρη σε ποια από τις τρεις κατηγορίες ανήκε.

Μόλις έφτασε στο μουντό Λονδίνο, βρήκε ένα ταξί και του έδωσε τη διεύθυνση που είχε βρει στο Ίντερνετ. Σύντομα, είχε φτάσει στον προορισμό της. Πλήρωσε τον ταξιτζή με ένα σχετικά καλό φιλοδώρημα και του ευχήθηκε μια καλή μέρα. Από ό,τι την πληροφορούσε το κινητό της τηλέφωνο, η ώρα ήταν δέκα και μισή το πρωί. Αυτό σήμαινε ότι ο στόχος της θα βρισκόταν σίγουρα εκεί που θα τον έψαχνε.

Ήθελε πολύ να πάει στο σπίτι του -από καθαρή περιέργεια για το πώς θα ήταν- αλλά ήταν βέβαιη ότι αυτή την ώρα θα βρισκόταν στο γραφείο του.

Μετά από μυριάδες ανταλλαγές αχρήστων πληροφοριών και λέξεων με μερικούς φύλακες, θυρωρούς και γραμματείς της επέτρεψαν να ανεβεί στον τελευταίο όροφο του Ουρανοξύστη, τον τριακοστό τρίτο, ο οποίος ανήκε εξ ολοκλήρου στην εταιρεία την οποία αυτός διεύθυνε.

Όταν το ασανσέρ την μετέφερε ως εκεί και αποβιβάστηκε στο πάτωμα 33, βρέθηκε μπροστά σε ένα γραφείο από μαύρο ξύλο και μια μικροσκοπική, ξανθιά κοπέλα που διάβαζε μερικά χαρτιά. Πίσω της ορθώνονταν μια πόρτα που σίγουρα οδηγούσε στο γραφείο του ανθρώπου που έψαχνε.

Η ξανθιά γραμματέας σήκωσε το κεφάλι της και την αντίκρισε.

"Γεια σας," τη χαιρέτησε με μια ελαφρώς τσιριχτή φωνή.

"Γεια σας. Έχω έρθει για τον κύριο Richmond."

"Έχετε ραντεβού;" Τη ρώτησε ευγενικά η μικρή.

Η χιλιοστή φορά που άκουγε αυτή την ερώτηση μέσα στα είκοσι λεπτά που βρισκόταν μέσα στο κτίριο.

"Όχι," απάντησε με δωρικότητα η Αθηνά. "Μα είναι μεγάλη ανάγκη να τον συναντήσω."

"Ο κύριος Richmond απουσιάζει αυτή τη στιγμή σε εξωτερικές υποχρεώσεις," την πληροφόρησε η ξανθιά. "Θα επιστρέψει σε περίπου ένα τέταρτο."

"Εγώ θα κάτσω εδώ να τον περιμένω," αποκρίθηκε παγερά η θεά της Σοφίας, μέσα στο μαύρο σύνολο που φορούσε, και κάθισε σε μια καρέκλα που βρισκόταν κοντά στην πόρτα του γραφείου, με το κορμί της στητό και περήφανο, να περιμένει τον στόχο της.

Πέντε λεπτά αργότερα, η γραμματέας, με δική της πρωτοβουλία και χωρίς να πει τίποτα, αποχώρησε από τον όροφο και πήρε το ασανσέρ για τον τρίτο.

Η Αθηνά δεν ασχολήθηκε άλλο μαζί της. Τα γαλάζια της μάτια είχαν πέσει πάνω στο χερούλι της πόρτας του γραφείου του. Χωρίς δεύτερη σκέψη, σηκώθηκε όρθια, έπιασε το χερούλι και το τράβηξε, ανοίγοντας την πόρτα εύκολα, προς μεγάλη της έκπληξη.

Το γραφείο ήταν άδειο. Κανένας δεν ήταν μέσα. Παρόλα αυτά, το δωμάτιο έμοιαζε επιβλητικό. Όπως και η αίθουσα του θρόνου στο βασίλειό του, πριν πολλά, πολλά χρόνια. Ήταν γεμάτο πίνακες ζωγραφικής που αναπαριστούσαν διαφορετικές σκηνές από την εποχή που οι σύγχρονοι ονόμαζαν Ελληνική Μυθολογία και δυο αγάλματα. Το ένα ήταν του Ερμή, με το κηρύκειο στο χέρι του, που πετούσε σαν αετός. Και το δεύτερο ήταν δικό της, αντίγραφο ενός αετώματος, πραγματικά υπέροχο και περίτεχνο. Ακόμα και οι μπούκλες των μαλλιών της ξεχώριζαν.

Οι τοίχοι δεν ήταν παρά μεγάλα τζάμια που άφηναν θέα σε όλο το Λονδίνο. Και πραγματικά, όλα φαίνονταν από εκεί. Το London Eye, το Big Ben, το Κοινοβούλιο του Westminster, το παλάτι του Buckingham, το Βρετανικό Μουσείο. Μέχρι και το Harrod's. Αυτό δε γινόταν στο παλιό του βασίλειο.

Έμεινε έτσι, όρθια, να χαζεύει το καταθλιπτικό Λονδίνο και να αναρωτιέται πώς ήταν δυνατόν αυτός ο τόπος να της είχε λείψει.

Μέχρι που άκουσε κάποιον να ανοίγει την πόρτα και να μπαίνει στο γραφείο, πράγμα που την έβγαλε από τις αναμνήσεις της, που αφορούσαν ένα αμάλγαμα πολιτικών, Βασιλέων, καλλιτεχνών, επιστημόνων κι ιδιαιτέρως γνωστών ποιητών.

Γύρισε προς το μέρος του κι οι ματιές τους συναντήθηκαν. Η Αθηνά παρατήρησε ότι δεν είχε αλλάξει καθόλου μέσα στα χρόνια. Εκείνος από την άλλη, μετά βίας συγκρατούσε την έκπληξή του.

"Αθηνά," αναφώνησε κι έσπασε την αμήχανη σιωπή που πλανιόνταν στον αέρα.

"Οδυσσέα," του απάντησε με ένα μειδίαμα εκείνη.

"Τι σε φέρνει εδώ;" Τη ρώτησε, έχοντας συνέλθει σχεδόν από την αιφνίδια εμφάνισή της.

"Θα σου πω αφού πρώτα κάτσεις στην καρέκλα σου, η οποία δείχνει ιδιαίτερα αναπαυτική."

Ο Οδυσσέας, χωρίς να την αφήνει από τα μάτια του, περπάτησε ως το γραφείο, κάθισε στην καρέκλα του και σταύρωσε τα χέρια του πάνω στο στήθος του.

"Odysseus Richmond," διάβασε την πινακίδα μπροστά από τον υπολογιστή του η Αθηνά, "διευθυντής της Ithaca, της δεύτερης μεγαλύτερης πολυεθνικής, ναυτιλιακής εταιρείας στον κόσμο. Πολύ ενδιαφέρον. Δεν τα πηγές και άσχημα αυτά τα έξι χρόνια που σε άφησα ελεύθερο."

"Εδώ θα μου επιτρέψεις να σε διορθώσω," αποκρίθηκε όσο πιο ευγενικά μπορούσε ο Οδυσσέας, "δεν με άφησες για έξι χρόνια, μα για δυο μέρες. Αυτό το ξέρουμε κι οι δυο."

"Πολύ σωστά," σχολίασε με ένα ολόκληρο χαμόγελο αυτή τη φορά η θεά των Τεχνών.

«Παρόλο που ευχαριστιέμαι να ακούω επαίνους από μια θεά, δεν μπορώ παρά να αναρωτιέμαι τι σε φέρνει εδώ. Νομίζω θα ήταν άστοχο να ρωτήσω πώς με βρήκες."

Το βλέμμα της Αθηνάς σκοτείνιασε εσκεμμένα, για να του κόψει τα χαμόγελα. Και το πέτυχε.

"Οδυσσέα, δεν έχεις αλλάξει καθόλου από τότε. Πάψε να με κοιτάς, όμως. Εγώ είμαι θεά, δεν αλλάζω ποτέ. Είμαστε συνδεδεμένοι εμείς οι δυο μια που εγώ σας ελευθέρωσα από τον Άδη με τη συμβολή του Ερμή. Και ξέρω πολύ καλά ότι αν υπήρχε έστω κι ένας που αξίζει πραγματικά μια δεύτερη ζωή, μια δεύτερη ευκαιρία, από όλους αυτούς που αναβίωσαν εκείνη την ημέρα, αυτός είσαι εσύ. Ήρθα ως εδώ γιατί χρειάζομαι τη βοήθειά σου για κάτι που θα μας ωφελήσει όλους."

Του μίλησε στα Αρχαία Ελληνικά. Ενδιαφερόταν πολύ για το αν καταλάβαινε ακόμα αυτή τη γλώσσα. Την παλιά του γλώσσα.

Ο Οδυσσέας της χαμογέλασε πονηρά, με την Πανουργιά και την Αιωνιότητα να αστράφτουν στα μάτια του.

"Αθηνά, χαίρομαι που ζω ξανά και σε ευχαριστώ για αυτό. Πες μου όμως, για ποιο πράγμα με χρειάζεσαι και αν μπορώ θα κάνω ό,τι περνά από το χέρι μου για να σε βοηθήσω."

Η θεά δεν μπορούσε να μη χαμογελάσει ευχαριστημένη μετά την απάντησή του στη μητρική τους γλώσσα. Αποφάσισε ότι πλέον σε αυτή θα συνεννοούνταν.

"Ξέρεις, Οδυσσέα, πολλά έχουν συμβεί μέσα σε αυτές τος δυο μέρες που σε άφησα."

"Δηλαδή;"

Έτσι, η Αθηνά του διηγήθηκε όλη την ιστορία, από την κατάρα του Κρόνου μέχρι τη δημιουργία των Τεσσάρων Συμμαχιών και ο Οδυσσέας την άκουσε προσεκτικά και ευλαβικά.

"Λοιπόν, δέχεσαι να γίνεις μέλος της Συμμαχίας του Αιθέρα και να πολεμήσεις μαζί μου;" Ήρθε στο τέλος η κρίσιμη ερώτηση την οποία και οι δυο περίμεναν.

*************************

Η Άρτεμις είχε ξυπνήσει από πολύ νωρίς το πρωί κι είχε καταπιαστεί με τος δουλειές του σπιτιού, καθώς περίμενε τον Ερμή να ξυπνήσει.

Μέχρι να γυρίσει η Αθηνά από το Λονδίνο, είχαν εγκατασταθεί στο εξοχικό του Ερμή στην Κέρκυρα. Το σπίτι ήταν πανέμορφο και πολυτελέστατο αλλά χρειαζόταν καθαριότητα κι είχε περάσει πολύς καιρός από την τελευταία φορά που είχε γίνει. Έτσι, η Άρτεμις πέρασε τρεις ώρες καθαρίζοντας και τους τρεις ορόφους του χωρίς να ξυπνήσει τον Ερμή που λαγοκοιμόταν. Αφού τελείωσε, άρχισε να ετοιμάζει το πρωινό τους. Τηγάνισε αυγά με μπέικον, άλειψε μέλι πάνω σε ψωμί με βούτυρο, ετοίμασε καφέ και τσάι και περίμενε τον θεό των Κλεφτών.

Όταν επιτέλους κατέβηκε από την κρεβατοκάμαρα του, έμοιαζε σαν να είχε κοιμηθεί για χρόνια ολόκληρα.

"Καλημέρα, Ωραίε Κοιμωμένε," τον πείραξε.

"Καλημέρα, ορεξάτη αδελφή. Βλέπω το σπίτι να λάμπει και να μοσχομυρίζει φαγητό."

Η Άρτεμις ανασήκωσε τους ώμους της. Όλοι οι άντρες ήταν ίδιοι τελικά. Ειδικά οι θεοί.

Έφαγαν σιωπηλά. Ήταν ο Ερμής, εν τελεί, που μίλησε πρώτος.

"Κανένα νέο από την Αθηνά; Τον βρήκε τον πρίγκιπα της Αγγλίας;"

Η θεά του κυνηγιού τον αγριοκοίταξε.

"Σταμάτα να χλευάζεις την αδερφή μας έτσι! Και για να σου απαντήσω, όχι, δεν έχει πάρει ακόμα τηλέφωνο. Λογικά ακόμα τον ψάχνει."

Ο Ερμής δεν απάντησε.

Εκείνη τη στιγμή, ακούστηκαν χτυπήματα στην πόρτα.

"Πάω εγώ," είπε η Άρτεμις και σύρθηκε ως την πόρτα. Την άνοιξε και αμέσως γούρλωσε τα μάτια της από την έκπληξη.


"Όχι... Δεν... Δεν είναι δυνατόν..." Τραυλίζει σαστισμένη.

«Τι συμβαίνει Άρτεμις;" Φώναξε ο Ερμής κι ήρθε να δει τι είχε διώξει το χρώμα από το πρόσωπο της. Όταν αντίκρισε τον απρόσμενο επισκέπτη τους, η έκφραση του έγινε ολόιδια με της Αρτέμιδας.

"Χαίρετε, αδέλφια μου," τους χαιρέτησε ήρεμα ο Ήφαιστος με μια τρομακτική ζέστη στη φωνή του. "Μπορώ να περάσω;"

"Φ-Φυσικά," αποκρίθηκαν μαζί οι δυο σαστισμένοι θεοί και παραμέρισαν για να περάσει ο αδερφός τους.

"Μην ξαφνιάζεστε άδικα. Θα σας τα εξηγήσω όλα," τους καθησύχασε ο θεός της Φωτιάς καθώς η πόρτα του εξοχικού έκλεινε από πίσω τους.

Την ίδια ώρα, ο Ποσειδώνας αναζητούσε τους χαμένους του γιούς, ενώ ο Άρης τους παλιούς του φίλους.

Και η Ήρα έψαχνε τους ευνοούμενους της.

Οι Συμμαχίες χτίζονταν. Ο πόλεμος βρισκόταν ήδη στα σκαριά. Ο Πόλεμος των Τεσσάρων.

*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*•*

Αυτό ήταν το έκτο κεφάλαιο της ιστορίας! Στο επόμενο θα δούμε ακόμα περισσότερους θεούς και ήρωες ενώ θα εμβαθύνουμε στον Ποσειδώνα και στην Αμφιτρίτη!

Θα τα πούμε εκεί! Μέχρι τότε μην ξεχνάτε να σχολιάζετε! Τα σχόλιά σας είναι αυτά που μου δίνουν δύναμη να συνεχίζω!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top