"Ορλεάνη"

Ο αέρας από εκείνη την ημέρα τους φαινόταν πιο ούριος. Δεν άκουγαν τους οιωνοσκόπους. Δεν τους χρειάζονταν. Το μέλλον έλαμπε ολοκάθαρα μπροστά τους. Από τη μέρα που πέθανε ο Ερρίκος ο Πέμπτος, ο Λέοντας της Αγγλίας, οι Γάλλοι δεν είχαν να φοβηθούν κανέναν. Μέσα σε πέντε μέρες σχεδόν όλη η Γαλλία ήταν πάλι ανεξάρτητη, στα χέρια του Δελφίνου, ο οποίος πλέον είχε στεφθεί βασιλιάς. Ο βασιλιάς Κάρολος ο Έμδομος της Γαλλίας. Παντρεύτηκε τη Μαρία της Ανδεγαυίας και ανέμενε νέα χαρμόσυνα, περίμενε τον διάδοχό του.

Τώρα όμως, ίππευε μαζί με τους πιο πιστούς συμμάχους και φίλους του, τον Ρενιέ της Ανδεγαυίας και τον Αλενκόν, και κατευθύνονταν προς την Ορλεάνη. Πίσω τους ο Συμμαχικός Στρατός.
Οι μέρες του Δυνάστη Άγγλου ήταν πλεον μετρημένες.

"Τις αληθινές κινήσεις του Άρη, τόσο ψηλά στον Ουρανό όσο και εδώ στη γη, κανείς δεν τις γνωρίζει", ξεκίνησε να μιλά τόσο δυνατά όσο να τον ακούν οι φίλοι του, στα δεξιά και στα αριστερά του.
"Πρόσφατα έλαμπε πάνω από την πλευρά των Άγγλων· τώρα που εμείς νικάμε νιώθω το χαμόγελό του από πάνω μας. Πόσες πόλεις μας κρατούσαν ως τώρα; Και να που πλέον βαδίζουμε προς την Ορλεάνη· και οι ξεπεσμένοι Άγγλοι, σαν ωχρά φαντάσματα, μας πολιορκούν ξεψυχισμένα για μια ώρα τον μήνα."

"Θέλουν τον χυλό τους και τους παχείς τους ταύρους," συμπλήρωσε αλαζονικά ο Αλενκόν. "Είτε σαν μουλάρια πρέπει να τους ταΐζουμε και να τους δένουμε το φαΐ στο στόμα, ή ξεπέφτουν σαν ατροφικά ποντίκια."

"Ας σφίξουμε την πολιορκία!" Τους παρακίνησε ο Ρενιέ της Ανδεγαυίας. "Τι καθόμαστε εδώ άπραγοι; Τον Τάλμποτ τον πιάσαμε, τον μόνο που είχαμε να βοηθούμε. Δεν μένει παρά ο τρελός ο Σόλσμπουρι. Και καλά θα κάνει αυτός να μείνει στα λόγια και εκεί να ξεσπά. Δεν έχει ούτε άντρες ούτε λεφτά για να πολεμήσει."

"Ήχησε, ήχησε τύμπανο του πολέμου, θα τρέξουμε να τους αντιμετωπίσουμε τώρα," διέταξε δυναμικά ο Κάρολος. "Για την τιμή των Γάλλων! Κι οποίος με δει να φεύγω από τη μάχη ή να λιποτακτώ, να με σκοτώσει αμέσως και εγώ θα τον έχω ήδη συγχωρήσει."

Τα τύμπανα ήχησαν. Τα σήματα δώθηκαν. Οι ιαχές υψώθηκαν στον αέρα. Ο στρατός ξεκίνησε.

Η μάχη ήταν σκληρή. Κράτησε περίπου τέσσερις ώρες.
Ο γαλλικός στρατός πολέμησε με μένος, ο αγγλικός με απελπισμένη ελπίδα. Η νίκη όμως, έγειρε με την πλευρά των πιο τραυματισμένων. Των Άγγλων. Οι Γάλλοι τράπηκαν σε φυγή και δεν κατάφεραν να πάρουν την Ορλεάνη.

Πίσω στη σκηνή του, ο Κάρολος έβραζε από τον θυμό του.

"Ποιός έχει δει κάτι ανάλογο στη ζωή του; Τι άνδρες έχω! Σκυλιά! Δειλούς! Μπάσταρδους! Εγώ ποτέ δεν θα υποχωρούσα αν αυτοί δεν με άφηνα σύξυλο ανάμεσα στους εχθρούς."

"Ο Σόλσμπουρι είναι ένας απελπισμένος ανθρωποκτόνος," πρόσθεσε υπεροπτικά ο Ρενιέ της Ανδεγαυίας. "Πολεμούσε λες και το μόνο που τον ένοιαζε ήταν η ζωή του. Οι υπόλοιποι άρχοντες, σαν υποσιτισμένα λιοντάρια, έπεφταν πάνω μας όπως θα έπεφταν στο θήραμά τους."

"Τίποτα παρά Σαμψών και Γολιάθ μας έστελνε ο Σόλσμπουρι. Ένας δικός του για δέκα δικούς μας! Ποιός θα υπέθετε ποτέ ότι θα είχαν τόσο θάρρος και θράσος;" Γρύλισε με τη σειρά του ο Αλενκόν.

"Ας φύγουμε από αυτή την πόλη, γιατί είναι όλοι τους λαγοκέφαλοι σκλάβοι. Και η πείνα θα τους κάνει ακόμα πιο πρόθυμους. Τους ξέρω από παλιά. Πολύ πιο πιθανό να σκίσουν με τα δόντια τους τους τοίχους παρά να λύσουν την πολιορκία," διέταξε τραχιά ο Κάρολος και έστειλε αγγελιοφόρους στον στρατό του να το αναγγείλουν.

"Πιστεύω ότι ,με κάποιου είδους τέχνασμα, τα όπλα τους στέκονται, σαν ρολόγια, έτοιμα να χτυπήσουν. Αλλιώς, ποτέ δεν θα μπορούσαν να κρατήσουν τόσο όσο τώρα. Με τη συγκατάθεσή μου, ας τους αφήσουμε μόνους," ρέμβασε ο Ρενιέ και διέταξε να ετοιμαστούν τα πράγματα και το άλογό του.

"Ας είναι," δήλωσε άψυχα ο Κάρολος και αναστέναξε.

*******~~~~~*******

Πίσω στο παλάτι της Αγγλίας, ο Δούκας του Γκλώστερ κατευθυνόταν στον Πύργο μαζί με τη φρουρά του. Ο γκρίζος ουρανός φάνταζε σκοτεινότερος από όσο ήταν το σύνηθες· κι ήταν ακόμα Σεπτέμβρης. Έξι Σεπτεμβρίου. Είχε περάσει κιόλας μια εβδομάδα από τον θάνατο του Ερρίκου και τίποτα δεν ήταν ίδιο. Η βασίλισσα Αικατερίνη είχε φυγαδευθεί στα Βόρεια σύνορα με τη Σκωτία και είχε ήδη παντρευτεί τον Όουεν Τυδώρ. Δεν θα άκουγαν πια για αυτήν. Ή μάλλον καλύτερα, ο Χάμφρεϊ θα λάμβανα μηνιαία γράμματα των πληροφοριοδοτών του για την πρόοδό της.

Ήρθα να επιβλέψω τον Πύργο σήμερα. Φοβάμαι ότι μετά τον θάνατο του Ερρίκου δεν λειτουργεί σωστά.

Έφτασαν στις πύλες και φώναξαν να τους ανοίξουν. Δεν βρήκαν κανέναν φύλακα στις πύλες ούτε κανένας τους άκουσε. Σαν να ερήμωσε απότομα το κτίριο που ο ίδιος ο Ιούλιος Καίσαρας είχε χτίσει, χρόνια πριν τη γέννηση του Ιησού Χριστού.

"Πού είναι αυτοί οι στρατιώτες πια; Αυτοί που θα έπρεπε να φυλούν τις πύλες του Πύργου;" Μονολόγησε εξοργισμένος ο Χάμφρεϊ. "Ανοίξτε τις πύλες! Ο Δούκας του Γκλώστερ σας φωνάζει!"

Τότε μονάχα άκουσαν κίνηση στα ενδότερα του κτιρίου και ανδρικά βήματα να πλησιάζουν. Μια βαριά φωνή τους αποκρίθηκε.

"Ποιός φωνάζει τόσο αγέρωχα και επιτακτικά;"

"Ο εξοχότατος ευγενής Δούκας του Γκλώστερ," απάντησε ένας από τους φρουρούς του Χάμφρεϊ.

"Οποίος και να είναι, απαγορεύεται να εισέλθει," αποκρίθηκε μια δεύτερη φωνή από μέσα. Πιθανόν ο δεύτερος φύλακας.

"Αχρείοι, αρνείστε στον Άρχοντα Προστάτη και Επίτροπο; Πώς τολμάτε;" Αποκρίθηκε ξανά ο ίδιος άντρας της φρουράς του Χάμφρεϊ.

"Ο Κύριος ας τον ευλογεί!" Φώναξε ο πρώτος φύλακας. "Κι εμείς λοιπόν του απαντάμε. Δεν εκτελούμε παρά διαταγές."

"Και ποιος σας έδωσε διαταγές;" Ούρλιαξε κατακόκκινος από οργή ο Χάμφρεϊ. "Κανενός η θέληση δεν είναι πάνω από τη δική μου. Κανένας άλλος Επίτροπος και Προστάτης δεν υπάρχει στην Αυτοκρατορία εκτός από εμένα! Ανοίξτε τις πύλες. Εγώ θα είμαι το δικαιολογητικό σας. Θέλετε μήπως να πνίγω μέσα στα ξερατά της αποχέτευσης;"

Οι άνδρες του Χάμφρεϊ έτρεξαν προς τις πύλες προσπαθώντας να βρουν ένα άνοιγμα ενώ από την άλλη πλευρά ακούστηκαν κι άλλα βήματα· σίγουρα οι φωνές τους είχαν τραβήξει την προσοχή και άλλων στρατιωτών.

Και μια νέα φωνή βάλθηκε να τους απαντήσει. Πιο αλαζονικά από τις άλλες, πιο δυνατά και σίγουρα. Ο Χάμφρεϊ την αναγνώρισε αμέσως.

"Τι θόρυβος είναι αυτός; Τι προδότες έχουμε εδώ;"

Δεν ήταν άλλος από τον Υπολοχαγό της φυλακής. Κάποιον Γούντβιλ από τον Βορρά. Ο Δούκας του Γκλώστερ τον γνώριζε αρκετό καιρό.

"Υπολοχαγέ, τη δική σου φωνή ακούω; Άνοιξε τις πύλες· ο Γκλώστερ είναι που σου μιλά και επιθυμεί να εισέλθει."

"Υπομονή, ευγενή δούκα," ακούστηκε ο Υπολοχαγός από μέσα. "Ίσως και να μην σου ανοίξω. Ο Καρδινάλιος του Γουίντσιστερ το απαγορεύει. Από αυτόν έχω ρητή εντολή ότι ούτε εσύ ούτε κανένας δικός σου θα μπείτε εδώ μέσα."

Ο Χάμφρεϊ δεν πίστευε στα αυτιά του. Πώς τολμούσαν να του απαγορεύουν την είσοδο; Πώς τόλμησε ο Γουίντσιστερ, το φίδι το κολοβό, να διατάζει ενάντια στον πιο ισχυρό άνδρα της Επικράτειας;

"Λιπόψυχε Γούντβιλ, βάζεις αυτόν πριν από εμένα; "

Έπειτα, χαμήλωσε τον τόνο της φωνής του και μίλησε ψιθυριστά, ώστε μόνο ο ίδιος να ακούσει όσα έλεγε.

"Αλαζόνα Γουίντσιστερ, εσύ που ως ιεράρχης δεν είχες καθόλου ταπεινότητα και ο βασιλιάς Ερρίκος -μεγάλη η Χάρη του εκεί που βρίσκεται- ποτέ δεν θα εμπιστευόταν!"

Γύρισε και φώναξε ξανά στον Γούντβιλ.

"Δεν είσαι φίλος του Θεού, ούτε του Βασιλιά! Άνοιξε τις πύλες ή αλλιώς θα σε βγάλω από εκεί μέσα και δεν θα ζήσεις και πολύ."

"Ανοίξτε τις πύλες για τον Άρχοντα Επίτροπο και Προστάτη, αλλιώς θα τις σπάσουμε, αν δεν το κάνετε γρήγορα," ακούστηκαν οι φωνές της φρουράς του Γκλώστερ που ακόμα πάλευε να βρει ένα άνοιγμα στο παλιό κτίριο.

Κι εκείνη τη στιγμή, πάνω στην ώρα, να σου και καταφθάνει ο Γουίντσιστερ με μια δική του φρουρά.

"Φιλόδοξε Χάμφρεϊ! Τι σημαίνουν όλα αυτά;" Απαίτησε να μάθει -παριστάνοντας τον αθώο- ο Επίσκοπος.

"Σάπιε ιερέα, πώς μπορείς να μου απαγορεύεις την είσοδο;" Αποκρίθηκε με όση ψυχραιμία του είχε απομείνει ο Χάμφρεϊ.

"Πράγματι το έκανα, σφετεριστικό αρπακτικό, που μόνο Προστάτης του Βασιλιά και της Επικράτειας δεν είσαι."

"Κάνε πίσω, δηλωμένε συνωμότη!" Τον διέταξε ο Χάμφρεϊ. "Εσύ, που πρώτος σκέφτηκες να δολοφονήσετε τον νεκρό μας Κύριο· εσύ, που ξενυχτάς στα πορνεία και κυλάς στον βούρκο της αμαρτίας. Θα σου περάσω το καπέλο του καρδινάλιου κολάρο αν συνεχίσεις αυτή σου την αυθάδεια!"

"Όχι, Γκλώστερ, εσύ να κάνεις πίσω," ήρθε η απάντηση από τον Γουίντσιστερ. "Εγώ δεν το κουνάω από εδώ. Αν εδώ ήταν η Δαμασκός, εσύ θα ήσουν ο καταραμένος Κάιν που σκότωσε τον αδερφό του Άβελ, αν το θελήσεις."

"Δε θα σε σκοτώσω, αλλά θα σε στείλω πίσω!" Φώναξε ο Χάμφρεϊ και διέταξε τους άνδρες του να επιτεθούν στους άνδρες του Γουίντσιστερ.

Η διαμάχη φούντωσε. Σίγουρα θα χυνόταν αίμα αν δεν επέμβαινε ο Δήμαρχος του Λονδίνου με το Συμβούλιό του για να τους χωρίσουν.

"Πάψτε, άρχοντες, που είστε και οι δυο σας ανώτεροι των περισσότερων από εμάς! Αυτή σας η κίνηση διαταράσσει την ησυχία μας!" Τους επίπληξε ο γκριζομάλλης άρχοντας όταν σιγουρεύτηκε ότι είχαν χωρίσει μια και καλή.

Ο δούκας του Γκλώστερ όμως, είχε πάρει φωτιά και δε σταματούσε με τίποτα.

"Σιωπή, Δήμαρχε! Λες και γνωρίζεις τις αδικίες που μου έχουν γίνει. Εδώ μπροστά σου βρίσκεται ο Μπόφορτ -δήθεν Επίσκοπος του Γουίντσιστερ- που δεν έχει ούτε Θεό ούτε Βασιλιά και τώρα έχει επιτάξει τον Πύργο σαν να είναι δική του περιουσία."

Ο Γουίντσιστερ δε δίστασε να του απαντήσει, με παρόμοια σκληρά λόγια, γεμάτα κατηγορίες.

"Μπροστά σου βρίσκεται ο Χάμφρεϊ Λάνκαστερ -Δούκας του Γκλώστερ και αδερφός του νεκρού μας Ηγεμόνα- ένας εχθρός για κάθε φιλήσυχο πολίτη. Κάποιος που υποκινεί πόλεμο και όχι ειρήνη. Κάποιος που σας επιβαρύνει με χίλιους δυο φόρους· που επιδιώκει να καταλύσει τη Θρησκεία. Κι όλα αυτά επειδή είναι Επίτροπος και Προστάτης της Επικράτειας και με μεγάλη προθυμία θα έφερνε εδώ εκατό στρατιώτες για να στεφθεί Βασιλιάς και να ξεφορτωθεί τον Πρίγκιπα μας.

"Δεν έχω άλλο τρόπο να σου απαντήσω, παρά με τα χέρια μου," αποκρίθηκε οργισμένα ο Χάμφρεϊ και οι Άρχοντες όρμησαν ξανά ο ένας στον άλλον.

Ο Δήμαρχος τους χώρισε ξανά.

"Πάψτε!" Τους φώναξε θυμωμένα. "Κανείς σας δεν μπορεί να μου αποδείξει την αθωότητά του. Για αυτό, θα φροντίσω εγώ για την ησυχία της πόλης μου. Κήρυκα, φώναξε με όλη τη δύναμη της φωνής σου, να σε ακούσουν όλοι οι κάτοικοι του Λονδίνου· φώναξε τη διαταγή μου."

Κι ο κήρυκας έφτιαξε ένα χωνί με τα χέρια του γύρω από το στόμα του και βροντοφώναξε.

"Όσοι άνδρες μαζεύτηκαν σήμερα εδώ, οπλοφορώντας, στο όνομα του Θεού και του Βασιλιά, σας διατάζουμε, στο όνομα της Υψηλότητας του, να επισκευάσετε τις ζημιές που προκαλέσατε και να μην ξαναπιάσετε στο χέρι σας οποιουδήποτε είδους όπλο. Αν παρακούσετε, θα το πληρώσετε με τη ζωή σας."

"Καρδινάλιε, δεν θα καταπατήσω τον νόμο, αλλά θα συναντηθούμε και θα λύσουμε τις διάφορες μας," κατέληξε ο Γκλώστερ και ετοιμάστηκε να φύγει.

"Γκλώστερ, θα συναντηθούμε εις βάρος δικό σου και θα εκδικηθώ για τα σημερινά," του απάντησε ο Γουίντσιστερ με ένα θανατηφόρο βλέμμα.

"Θα σας διώξω με το ζόρι αν δεν φύγετε τώρα," απείλησε ο Δήμαρχος. "Αυτός ο Καρδινάλιος μοιάζει πιο αλαζονικός κι από τον διάβολο..."

"Εις το επανειδείν, Άρχοντα Δήμαρχε," χαιρέτησε ευγενικά ο Χάμφρεϊ και πήρε τον δρόμο του για το παλάτι. Πριν από λίγο είχε μάθει για το πού πραγματικά βρισκόταν ο μικρός Πρίγκιπας. Ο Ερρίκος ήξερε πώς να κρύβει πολύτιμα πράγματα τελικά.

"Αποτρόπαιε Γκλώστερ, να φυλάς το κεφάλι σου, διότι προσδοκώ να στο πάρω σύντομα," τον απείλησε για άλλη μια φορά ο Γουίντσιστερ και αποσύρθηκε κι αυτός.

"Αυτούς τους δυο να τους προσέχετε," διάταξε ο Δήμαρχος όταν είχαν απομακρυνθεί. "Φοβάμαι μήπως και η μικρή τους βεντέτα θέσει σε κίνδυνο όχι μόνο το Λονδίνο, αλλά και όλο το βασίλειο..."

~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Εκείνο τον καιρό κάπου στη Γαλλία, στη Λωρένη, γεννήθηκε ένα κορίτσι που το ονόμασαν Ιωάννα.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Αυτό ήταν λοιπόν το δεύτερο κεφάλαιο της ιστορίας. Το ξέρω δεν έγιναν και πολλά πράγματα αλλά στο επόμενο... Σας φυλάω ανατροπές...

Μέχρι το τέλος του μήνα θα έχει ανεβεί το επόμενο.

Να είστε όλοι καλά.

Μην ξεχνάτε να σχολιάζετε!!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top