Επεισόδιο 5
Ανοίγω τα μάτια μου και παρατηρώ ότι ο ύπνος με είχε πάρει στον καναπέ του γραφείου μου. Ευτυχώς τελείωσα με το γράψιμο των σεμιναρίων και νιώθω ότι μου έχει φύγει ένα βάρος. Αλλά είμαι πιασμένη παντού. Πω!πω! Πώς θα κουνηθώ σήμερα; Πετάγομαι από τον καναπέ και πάω να φτιάξω το ραβανί της Ελένης και να την επισκεφτώ, θέλει δεν θέλει, για να φάμε πρωινό. Συνήθως όταν πηγαίνω πρωί στο σπίτι της τρώμε πρωινό. Τι ώρα είναι; Οκτώ παρά τέταρτο. Μπαίνω στην κουζίνα και σιγά σιγά κάνω την ετοιμασία για το ραβανί. Βάζω να βράσει σε μέτρια φωτιά σε ένα κατσαρολάκι νερό, και ρίχνω λίγη ζάχαρη και κανέλα για να φτιάξω το σιρόπι. Την ίδια στιγμή καλώς την Ελένη στο κινητό. Μάλλον θα έχει νεύρα μαζί μου γιατί της μίλησα λίγο απότομα και δεν την συμβούλευσα καθόλου για τον σεισμό. Το μόνο που κατάφερα ήταν να την κάνω να φοβηθεί περισσότερο. Δεν απαντά, αλλά είναι φίλη μου και κάποια στιγμή δεν θα αντέξει και θα απαντήσει. Σιγά σιγά πηγαίνω και βγάζω τα υλικά από το ψυγείο και τα ντουλάπια.
Πηγαίνω και ανάβω τον φούρνο για να γίνει προθέρμανση και ξεκινώ να φτιάχνω το μείγμα για το ραβανί. Ρίχνω σε ένα γουδί την μαστίχα και την ζάχαρη και τα χτυπώ με δυνατό εργαλείο για να γίνουν σκόνη.
Ξανά προσπαθώ ταυτόχρονα να καλέσω την Ελένη. Επιτέλους αυτή την φορά απαντά και ανοίγω το κινητό στην ανοιχτή ακρόαση
"Πώς και με πήρες ύστερα από τα χθεσινά;'' με ρωτά και πηγαίνω γρήγορα να πάρω το κατσαρολάκι από την φωτιά γιατί βλέπω την ζάχαρη να έχει λιώσει
"Βρε Ελένη μου, συγγνώμη ήμουν πολύ απότομη μαζί σου, είχα τα νεύρα μου γιατί έπρεπε να τελειώσω τα σεμινάρια για να τα παραδώσω σήμερα το μεσημέρι και ξέρεις...." της λέω με παράπονο, ρίχνω το μέλι στο σιρόπι και το ανακατεύω
"Καλά, καλά σε συγχωρώ, έχεις και το Πανεπιστήμιο εσύ! Τα ξέρω τα ξέρω! Για να σε ρωτήσω.... Δεν θα ήθελες να περάσεις από το σπίτι μου να φάμε πρωινό που θα ετοιμάσω να φάμε και να κουτσομπολέψουμε;" με ρωτά και αφού γνωρίζει την απάντηση θα της πω το ναι
"Εννοείται πώς θα έρθω, μην σου πω ότι σου έχω μια έκπληξη που τώρα στην ετοιμάζω !" της λέω και βάζω το μίξερ στην πρίζα
"Έκπληξη; Ποια έκπληξη ; Έχω γενέθλια και δεν το ξέρω;" με ρωτά και γελάει λίγο
"Σιγά μην σου πω! Εάν σου πω δεν θα είναι έκπληξη Ελένη! Και τώρα σε κλείνω γιατί έχω και δουλειές!" της λέω και το κλείνω το κινητό απότομα .Στον κάδο του μίξερ ρίχνω το μείγμα της ζάχαρης, ρίχνω τρία αυγά, το σιρόπι βανίλιας, το ξύσμα από 1 λεμόνι. Τα χτυπάω στο μίξερ μέχρι όλα να γίνουν αφρός.
Πω! Πω! Σίγουρα θα γίνει επιτυχία το ραβανί! Θαυμάζω το μείγμα που φτιάχνω και χτυπά το κινητό μου.
"Παρακαλώ;" ρωτάω και δεν απαντά κανείς. Καλά θα ξανά πάρει. Αν πραγματικά με θέλουν θα με ψάξουν. Ύστερα βλέπω ότι το μείγμα έχει γίνει αφρός και γρήγορα πετώ λίγο βούτυρο για να γίνει πολύ όμορφο. Πάει αυτό. Σε ένα άλλο μπολ ανακατεύω πολύ καλά με μία ξύλινη κουτάλα το μαλακό αλεύρι, το σιμιγδάλι και το μπέικιν πάουντερ. Ρίχνω το καινούριο μου μείγμα μέσα στο πρώτο μείγμα και τα ανακατεύω με την κουτάλα.
Ύστερα ρίχνω αλείφω με λίγο βούτυρο το ταψί που θα γίνει το ραβανί, και ρίχνω το μείγμα απαλά. Το βάζω στον φούρνο και χτυπάει το κουδούνι της πόρτας.
"Ποιός να είναι πρωί-πρωι Δεν με σέβεται κανείς ψυχολόγο γυναίκα!" μουρμουρώ και ανοίγω την πόρτα.
"Καλημέρα σας!" μου λέει ένας άνθρωπος και κρατάει ένα ολόκληρο μπουκέτο τριαντάφυλλα
"Καλημέρα σας! Τι είναι όλα αυτά; Τι θέλετε; Ποιός είστε και μου δίνετε τριαντάφυλλα; Εντάξει είμαι όμορφη αλλά δεν σας ξέρω!" του φωνάζω σαν τρελή
"Δεν με καταλάβατε! Κάποιος σας στέλνει τα λουλούδια! Μπορείτε να υπογράψετε εδώ το χαρτί αυτό;" με ρωτά και με κοιτάζει σαν να είμαι κάποια τρελή
"Αφού μου τα στέλνουν, ας υπογράψω!" του απαντώ και παίρνω το μπουκέτο
"Γειά σας και καλημέρα σας!" μου λέει και φεύγει γρήγορα
Γρήγορα τρέχω προς την κουζίνα και ανοίγω τον μικρό φάκελο που είναι καρφωμένος κάτω από το μπουκέτο.
"Στην πιο όμορφη στην Ελλάδα αλλά και σε όλον τον κόσμο. Ανώνυμος!" διαβάζω και αναρωτιέμαι ποιός να μου τα έστειλε τέτοια ώρα. Πάντως τα λόγια είναι πολύ ωραία με κολακεύουν αλλά ποιός είναι ο αποστολέας; Στην πιο ωραίο στην Ελλάδα; Γιατί δεν μου έγραψε και το τραγούδι που είχε βγεί πρίν κάποια χρόνια και έγινε επιτυχία; Θα είχε πλάκα! Αλλά όμως λέει και σε όλον τον κόσμο! Τόσο όμορφη πια; Όχι καλέ υπερβάλλει αυτός τώρα.... Ναι αλλά... Αν δεν μάθω δεν θα μείνω ήσυχη. Είμαι περίεργη. Αρχίζω να σκέφτομαι.... Ποιός; Αφού τον τελευταίο καιρό δεν έχω κάποια σχέση. Αλλά το μυαλό μου πάει και στους δύο συγκεκριμένους βλάκες φοιτητές μου που μου την λένε όλη την ώρα μέσα στο μάθημα. Μάλλον θα το έκαναν για να σπάσουν πλάκα μαζί μου. Αχ! Όμως υπάρχει ένα κόλλημα. Δεν ξέρουν που μένω ή μάλλον ξέρουν; Είμαι πολύ μπερδεμένη τώρα... Άστο κάποια στιγμή θα βρεθεί ο αποστολέας που θα πάει.... Ας δω εγώ τώρα τι γίνεται με το ραβανί μου και όλα τα άλλα να πάνε όπου θέλουν
........
Η ώρα είναι εννιά και τέταρτο και βγάζω το ραβανί από το ψυγείο. Έχει παγώσει μαζί με το σιρόπι που έχω ρίξει πριν και έχει γίνει ένα αριστούργημα. Θα αρέσει πολύ στην Ελένη και στον Στάθη. Το αφήνω επάνω στο τραπέζι της κουζίνας, τυλίγω το ταψί με περιτύλιγμα για να παραμείνει δροσερό το ραβανί και πηγαίνω γρήγορα να ντυθώ. Ανοίγω την ντουλάπα μου και σκέφτομαι.Τι να φορέσω, τι να φορέσω; Βγάζω δύο φορέματα από τις κρεμαστρες. Το ριγέ ασπρόμαυρο φόρεμα ή το λουλουδάτο φόρεμα μου; Άστο! Θα βάλω ένα ψηλό μέσο μαύρο τζίν και μια άσπρη απλή μπλούζα.
Ντύνομαι γρήγορα, γρήγορα, βάζω ροζ κραγιόν και λίγη μάσκαρα, παίρνω το ταψί με το ραβανί και φεύγω από το σπίτι. Ευτυχώς είναι άνοιξη και δεν κάνει πολλή ζέστη γιατί θα είχα ζαλιστεί από την ζέστη και μέσα σε δέκα λεπτά φτάνω στο σπίτι της Ελένης. Πέμπτος όροφος εδώ σε αυτήν την πολυκατοικία. Μπαίνω στο ασανσέρ και φύγαμε.
Βγαίνω από το ασανσέρ και χτυπάω το κουδούνι.
"Έρχομαι!" φωνάζει με την δυνατή φωνή της και έρχεται να ανοίξει την πόρτα
"Καλημέρα Ελένη! Τι κάνεις;" την ρωτώ με ένα χαμόγελο που φτάνει μέχρι τα αυτιά μου
"Τι έφερες να φάμε βρε Ζωή; Τι βλέπω; " μου λέει βλέποντας το ραβανί να αχνοφαινεται από την μεμβράνη καθώς προχωράμε προς το σαλόνι
"Τι σου είπα χθές ότι θα φέρω; Θυμήσου!"
"Ραβανί! Σε ευχαριστώ πολύ καλή μου φιλενάδα!Έλα, έλα άνοιξε να φάμε, είναι και ο Στάθης εδώ που σε λίγο θα φύγει και εγώ θα φτιάξω καφέδες και να φέρω το πρωινό!" φωνάζει τρέχοντας στην κουζίνα
"Καλημέρα στην Ζωή στο καλό το κοριτσάκι, που χτύπησε και γκομενάκι!" μου λέει ο Στάθης ,κλείνοντας την τηλεόραση, χωρίς να ξέρω αν μιλάει σίγουρα για μένα
"Καλημέρα Στάθη! Σε μένα απευθύνεσαι;" τον ρωτάω περίεργα
"Καλά γιατί δεν μας είπες τίποτα ότι έχεις σχέση με τον γυμναστή της Ελένης; Τον φλώρο με τα γυαλιά!" μου λέει και γελάει και παθαίνω σοκ
"Ορίστε; Με ποιόν; Με δουλεύεις; " του λέω ξαφνιασμένη και κάθομαι στον καναπέ
"Ούτε σε δουλεύω, ούτε σε εργάζομαι! Σας είδα χθές με το παλληκάρι να περπατάτε μαζί προς το σπίτι σου και να κρατάει τις τσάντες σου από τα ψώνια που ψωνίσει χθες το μεσημέρι. Δεν μιλήσαμε χθές στο σούπερ μάρκετ;" με ανακρίνει ο κουτσομπολης και μάλλον έχει μπερδέψει κάποια πράγματα
"Κοίταξε Στάθη, ο άνθρωπος μια καλή πράξη έκανε για μένα με βοήθησε με τα ψώνια και μέχρι εκεί! Μην σου μπαίνουν ιδέες στο μυαλό!" του λέω και το θέμα τελείωσε ως εδώ
"Λοιπόν παιδιά, έτοιμοι οι καφέδες, τα κρουασανακια και τώρα θα φάμε και ραβανί της Ζωής" λέει η Ελένη που έχει φέρει έναν δίσκο με όλα αυτά και ανοίγω το ραβανί και αρχίζω να βάζω κομματάκια στα πιάτα για να φάμε.
"Ραβανί; Πω!πω! Τέλεια! Το είχα πεθυμήσει! Μπράβο ρε Ζωή!" λέει ο Στάθης και δοκιμάζει ένα κομμάτι
"Αμάν ρε Στάθη σαν πεινασμένος κάνεις!" του λέει η Ελένη μουρμουρίζοντας
"Σταμάτα! Για να πιούμε λίγο καφεδάκι. Τι καφές είναι αυτός; Νεροζουμι τον έκανες! Φτιάξε μου άλλον!" λέει στην Ελένη και αφήνει στον καφέ στο τραπέζι
"Δεν θα τα πάμε καθόλου καλά σήμερα! Έλα, έλα τελείωνε να φεύγεις!" του φωνάζει και τρέχει προς αυτόν και τον χτυπάει να φύγει
"Σταματήστε και οι δύο! Αφήστε τους καυγάδες τώρα και πείτε μου για το ραβανί! Πώς σας φαίνεται;" τους ρωτώ διακόπτοντας από τον επικείμενο καυγά που θα γινόταν μόλις τώρα
"Πολύ ωραίο Ζωή μου, θα φάω και δεύτερο κομμάτι, και θα έρθει σήμερα πάλι ο γυμναστής μου και θα με ρωτήσει αν ακολουθώ το πρόγραμμα διατροφής που μου έδωσε! Ναι καλά!" λέει η Ελένη και τρώει ένα δεύτερο κομμάτι ραβανί
"Α! Τον καλό τον γυμναστή της Ελένης....." λέει ειρωνικά ο Στάθης και αυτό σημαίνει υπονοούμενο για μένα
"Α! Ναι! Λέγε φιλενάδα τι κάνατε χθές; Μου τα είπε όλα ο Στάθης! Κρυφή! Δεν μου είπες τίποτε χθές στο τηλέφωνο, μόνο για τον σεισμό ασχολήθηκες και τις μπούρδες σου για το Πανεπιστήμιο! Λέγε τι παίχτηκε;" με χτυπά με τις πολλές ερωτήσεις η Ελένη και δεν ξέρω τι να πρώτο απαντήσω
"Με δουλεύετε και οι δύο! Με αυτόν τον άνθρωπο τίποτα δεν έχουμε! Απλά με βοήθησε με τα ψώνια! Εντάξει; Κατανοητή;" τους ρωτάω σαν να είμαι στο Πανεπιστήμιο με τους φοιτητές μου και δεν καταλαβαίνουν τίποτα
Κάπως έτσι.
"Κοίταξε Ζωή... Αν ενδιαφέρεσαι για αυτόν τον άντρα...."
"Ελένη!" την διακόπτω
"Καλά μωρέ ένα αστείο είπαμε να κάνουμε!"
Το υπέροχο και λαχταριστο ραβανί της Ζωής!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top