Κεφάλαιο 6: Η δουλειά μου είναι η ζωή μου.
Κωνσταντίνου POV:
Μπήκα μέσα στο ιατρείο που μου είχε παραχωρήσει ο Πρύτανης, μια αίθουσα σχετικά μικρή, και έκλεισα την πόρτα πίσω μου. Άφησα την μαύρη ιατρική μου τσάντα πάνω στο γραφείο και ξεφύσησα. Για ποιον λόγο ένιωθα υπερβολική ζέστη; Νόμιζα ότι δεν μπορούσα να ανασάνω! Γι'αυτό ξεκούμπωσα τα δύο πρώτα κουμπιά από το πουκάμισό μου. Τι γίνεται; Γιατί όταν βλέπω αυτήν την κοπέλα νιώθω... νιώθω... δεν ξέρω... Για κάποιον λόγο νιώθω γαλήνη στην ψυχή μου. Όλο το σαββατοκύριακο την σκεφτόμουν. Και για κάποιον παράξενο λόγο, προσπαθούσα να την βγάλω από το μυαλό μου, αλλά δεν μπορούσα να το κάνω... Δεν ήθελα να το κάνω! Όχι... Δεν υπάρχει περίπτωση! Εγώ... να την ερωτεύτηκα; Είναι φοιτήτρια... Αν κάνω κάτι μαζί της θα με διώξουν από το Πανεπιστήμιο. Μπορεί και από το νοσοκομείο! Και μετά... άντε να βρεις δουλειά στις μέρες μας!
Κάθισα στην καρέκλα μου, γιατί ξαφνικά... επανήλθε μπροστά στα μάτια μου η εικόνα της από το προηγούμενο περιστατικό. Πώς έπεσα απάνω της; Στο καλό! Αφού δεν πρόκειται να συμβεί τίποτα, γιατί την σκέφτομαι συνέχεια; Πρέπει να ξεκαθαρίσω στον εαυτό μου και στα συναισθήματά μου ότι τώρα προέχει η δουλειά μου! Και είναι πολύ σημαντική για 'μένα!
Εκείνη την στιγμή, χτύπησε το κινητό μου. Το έβγαλα από την τσέπη του παντελονιού μου και απάντησα χωρίς να δω ποιος είναι.
-''Παρακαλώ''; ρώτησα.
-''Κωνσταντίνε μου'';
-'' Έλα μάνα, τι κάνεις'';
-''Βρε, θα πεθάνω και δεν θα πάρεις χαμπάρι''! είπε μ'ένα παράπονο.
-''Ρε μάνα.. τέσσερις μέρες έχουμε να τηλεφωνηθούμε''.
-''Καλά, καλά λέγε εσύ...''.
-''Πώς είστε; Ο μπαμπάς; Η μικρή'';
-''Μια χαρά είμαστε όλοι''.
-''Τα Γιάννενα'';
-''Καλά είναι και αυτά. Αν και... αναρωτιέμαι αν τα θυμάσαι καθόλου, γιατί από τότε που μετακόμισες στην Αθήνα, το πόδι σου το πατάς στα Γιάννενα μόνο τα καλοκαίρια και καμιά φορά μέσα στον χρόνο''.
-''Μάνα...''! της είπα λίγο εκνευρισμένος.
-''Δεν πιστεύω να σε τύλιξε καμιά Αθηναία και να μην μου το λες'';
-''Μάνα...''! ξαναείπα στον ίδιο τόνο όπως της είχα απαντήσει νωρίτερα.
-''Καλά παιδί μου, μια κουβέντα είπαμε''.
-''Τα λεφτά τα παραλάβατε''; ρώτησα για να αλλάξω θέμα συζήτησης.
-''Ναι, χθες... περίμενε μωρέ... Έλα παιδί μου, πάρε τον πατέρα σου που θέλει να σου μιλήσει. Καλημέρα από 'μένα''!
-''Τα λέμε...''!
-''Τις καλημέρες μου στην πρωτεύουσα''!
-''Καλημέρα πατέρα'' είπα και έγειρα πίσω στην καρέκλα.
-''Σ'έψελνε πάλι η μητέρα σου'';
-''Εεε.. λίγο. Αλλά εντάξει, τι να κάνουμε''.
Η μάνα μου ώρες-ώρες γίνεται πολύ σπαστική, κάτι το οποίο εκνευρίζει αφόρητα και εμένα και τον πατέρα μου.
-''Τι νέα; Η δουλειά πώς πάει'';
-''Δόξα τω Θεώ, όλα πάνε μια χαρά. Για πόσο ακόμα όμως δεν ξέρω'' είπα μουρμουρίζοντας την τελευταία πρόταση.
-''Τι είπες''; με ρώτησε ο πατέρας μου.
-''Τίποτα το σημαντικό'' απάντησα. Τότε, χτύπησε η πόρτα.
-''Κύριε Γεωργαντόπουλε''; ακούστηκε η φωνή της υποδιευθύντριας.
-''Πατέρα πρέπει να κλείσω. Θα σε πάρω όποτε βρω χρόνο. Ήθελες να μου πεις κάτι''; ρώτησα και σηκώθηκα από την καρέκλα και κατευθύνθηκα προς την πόρτα.
-''Ναι... αλλά μπορεί να περιμένει. Καλημέρα γιε μου''.
-''Καλημέρα πατέρα''.
Έκλεισα το κινητό μου και άνοιξα την πόρτα.
-''Χαίρεται κύριε Γεωργαντόπουλε''.
-''Χαίρεται κυρία Χριστοπούλου''.
-''Εντάξει, βολευτήκατε; Πώς σας φαίνεται το γραφείο σας''; με ρώτησε και έφτιαξε κάπως αμήχανα τον μαύρο σκελετό των γυαλιών της.
-''Είναι όλα όπως μου τα περιγράψατε''.
-''Μας συγχωρείτε που είναι λίγο μικρό, όμως ο προηγούμενος γιατρός μας, ο κύριος Ματθαίου, δεν ήταν άνθρωπος της πολυτέλειας''.
-''Μα τι λέτε τώρα... Είμαι πολύ ευχαριστημένος και ικανοποιημένος. Μην ανησυχείτε'' είπα και της χαμογέλασα.
-''Πολύ ωραία! Θα θέλατε να πω στον κύριο Καλύβα να σας φέρει κάτι να πιείται; Έναν καφέ'';
-'' Όχι, όχι δεν χρειάζεται. Θα κατέβω σε λίγο να τον πάρω εγώ ο ίδιος''.
-'' Όπως νομίζετε. Καλή αρχή''! μου ευχήθηκε.
-''Σας ευχαριστώ πολύ. Καλή σας μέρα''!
-''Καλημέρα και σ'εσάς κύριε Γεωργαντόπουλε...'' με αποχαιρέτησε μ'ένα χαμογελάκι και με μια φωνή σαν να μου λέει << εσύ δεν θα μου ξεφύγεις>> και όταν απομακρύνθηκε, έκλεισα κατευθείαν την πόρτα.
Έλεος! Καλά... να φλερτάρουν τα κοριτσάκια, το καταλαβαίνω. Αλλά αυτή; Παντρεμένη γυναίκα με παιδιά; Και με περνάει καμιά εικοσαριά χρόνια. Εντάξει, δεν λέω... και εγώ έτσι ήμουν. Ήμουν... Από τα 17 μου μέχρι και πριν δύο χρόνια, σχεδόν κάθε τέσσερις μήνες, άλλαζα γκόμενα. Ωραία, χάρηκα τα νιάτα μου, αλλά πλέον πρέπει να σοβαρευτώ. Τον προηγούμενο μήνα έκλεισα τα 26! Βέβαια, μου ρίχνονται πολλές γυναίκες... και εγώ... αναλόγως. Αν μου αρέσει κάποια εμφανισιακά... γιατί να μην την δοκιμάσω; Όμως φέτος είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου, ότι δεν θα πάω με καμία, αν δεν νιώθω αληθινά αισθήματα γι'αυτήν και γιατί δεν μπορώ να διακινδυνεύσω την θέση μου στο νοσοκομείο και στο Πανεπιστήμιο. Και αυτό θα κάνω! Τουλάχιστον θα προσπαθήσω, γιατί αυτή η φοιτήτρια... μου έχει πάρει τα μυαλά, μόνο μ'ένα της βλέμμα.
------------------------------------------------------------------------------------------
Γεια σας! Τι μου γίνεστε;
Ναι... Το κεφάλαιο που διαβάσατε ήταν πιο μικρό σε σχέση με τα προηγούμενα, αλλά... υγεία!
Θα σας πω κάτι. Η μαμά του Κωνσταντίνου δεν εκνευρίζει μόνο αυτόν και τον πατέρα του, αλλά και εμένα! Είναι αρκετά εκνευριστική και θα το διαπιστώσετε και μόνοι σας στα επόμενα κεφάλαια.
Για κάντε μου σχόλια για το κεφάλαιο 6. Τι σας άρεσε και τι δεν σας άρεσε; Ή τι σας ενθουσίασε και τι σας εκνεύρισε;
Kisses.... Love you!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top